Δοκιμή KTM 1290 Super Adventure S & R 2021-2023

Brothers in Arms
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

7/4/2023

Το γιγαντιαίο σε κυβισμό, ιπποδύναμη και μέγεθος KTM 1290 Adventure δέχτηκε μια γεναία αναβάθμιση το 2021, τόσο στην έκδοση S, όσο και στην R, ξεκαθαρίζοντας πως είναι το πιο... "άγριο" Mega On-Off της αγοράς.

 

Αναδημοσιεύουμε την πλήρη δοκιμή των KTM 1290 Adventure S και 1290 Adventure R όπως δημοσιεύτηκε στο τεύχος 622 του περιοδικού ΜΟΤΟ τον Σεπτέμβριο του 2021:

 

του Θάνου Αμβροσιάδη-Φελούκα

φωτό: Γιώργος Νιαουνάκης

 

Το βασίλειο στην Adventure γκάμα της KTM μοιράστηκε σε δύο αδέρφια που αντίθετα με δυσοίωνες προβλέψεις δεν μαλώνουν μεταξύ τους για την μοιρασιά, αλλά με ενωμένες δυνάμεις τα βάζουν με όλους τους άλλους. Η μάχη για την κορυφή της κατηγορίας είναι φέτος πιο σκληρή από ποτέ και η παράταξη της KTM την έχει αναγάγει σε οικογενειακή υπόθεση

2

Έχω κάνει πλέον μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα με τα νέα Adventure της KTM φτάνοντας από τα βουνά της Βοσνίας και το Σαράγιεβο στα Αστερούσια Όρη, τέρμα κάτω στην Κρήτη και δεν γίνεται να μην αναλογιστώ πόσο μακριά έχουμε φτάσει από το 2015, μέσα σε μόλις έξι χρόνια! Οι γερές βάσεις που τοποθέτησε το 1190 το 2013, μία από τις καλύτερες μοτοσυκλέτες που έχει φτιάξει η KTM γενικά, κλονίστηκαν για λίγο με το πρώτο Super Adventure το 2015 που φορτώθηκε με τεχνολογία αλλά προσπάθησε να κάνει πολλά πράγματα μαζί. Πολύ γρήγορα η KTM ενίσχυσε τα θεμέλια του οικοδομήματος όμως ταυτόχρονα έχτισε και ψηλότερα από πριν. Το 2017 ήρθαν οι εκδόσεις S και R παίρνοντας την απόφαση πως δύο ξεχωριστά μοντέλα είναι ο μόνος τρόπος να καλύψουν όλο το μέτωπο των on-off μιας και το μέτωπο αυτό για την KTM είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ότι στους υπόλοιπους. Το πρόβλημα είναι οι εσωτερικές ανησυχίες εκείνων που σχεδιάζουν μοτοσυκλέτες στο Mattighofen κι όταν λέω εσωτερικές δεν εννοώ τις ενδόμυχες σκέψεις κάθε μηχανικού αλλά της ομάδας ολόκληρης που έχει σε αυτές τις θέσεις ανθρώπους με παγκόσμια πρωταθλήματα στις πλάτες τους, που οδηγούν όρθιοι στα μαρσπιέ κάθε τρεις και λίγο κόβοντας βόλτες στα βουνά της Ευρώπης. Καμία άλλη εταιρεία δεν μπορεί να ανοίξει τις πόρτες των γραφείων και να βγάλει από μέσα καμιά διακοσαριά άντρες και γυναίκες έτοιμους να καβαλήσουν στο χώμα. Στο Piaggio Group απαγορεύεται να οδηγήσεις μοτοσυκλέτα της εταιρείας αν δεν έχεις περάσει ειδικό σχολείο, ώστε να είναι καλυμμένοι σε περίπτωση που σκεφτείς να τους μηνύσεις αν πέσεις.

3

Στην KTM μάλλον θα σε κοιτάξουν στραβά, αν πας να φύγεις χωρίς να καβαλήσεις, είναι ζήτημα φιλοσοφίας. Ταυτόχρονα έχουν χτίσει ήδη και ένα αντίστοιχο κοινό που είχε -και έχει- οργώσει τα χώματα με το 990. Αν η BMW είναι υπεύθυνη για την δημιουργία των μεγάλων Adventure με το G/S πολύ πιο πριν από το GS, τότε η KTM είναι εξίσου υπεύθυνη για την εξειδίκευση των μεγάλων on-off. Πώς να πεις σε όλους αυτούς τους ιδιοκτήτες να μείνουν στον 19άρη μπροστινό τροχό; Τα 1090 Adventure που διαδέχτηκαν το 1050 υπήρξαν στην γκάμα μονάχα για να κάμψουν τις αντιδράσεις εκείνων που δεν ήθελαν 1.301 κυβικά μοτοσυκλέτα και που με την σειρά τους περισσότερο εννοούσαν την τιμή ως πρόβλημα παρά οτιδήποτε άλλο. Εξυπηρέτησαν τον σκοπό μέχρι να εξελιχθεί το 790, πλέον 890 που είναι ουσιαστικά το νέο 990 και μοιράζει καλύτερο την γκάμα των Adventure πάνω στην λεωφόρο των κυβικών. Τι μας δείχνουν όλα αυτά; Την τεράστια ζύμωση που έχει συμβεί σε αυτή την οικογένεια μέχρι να φτάσουμε στο 2021 και να έχουμε ένα ρεζερβουάρ 23 λίτρων σε μία μοτοσυκλέτα που στρίβει σαν street, πατάει στο χώμα με ασφάλεια και έχει και έναν αδερφό που πετάει, κυριολεκτικά, στην εκτός δρόμου οδήγηση με σχεδόν 135 άλογα στον τροχό και ηλεκτρονικά που δεν φανταζόταν κανείς πως θα έχει ποτέ στην διάθεσή του.

3

Πλατύσκαλο 2021

Φτάσαμε στο σήμερα ανεβαίνοντας τα σκαλιά δυο-δυο και να ξέρετε πως πλέον πιάσαμε πλατύσκαλο. Θα μείνουμε εδώ για λίγο καιρό. Είναι καλά εδώ που πατάμε, γερό κομμάτι της σκάλας, φυσάει και λίγο παρότι αρκετά ψηλά και είναι τριγύρω και οι άλλοι να κοιτιούνται όλοι στα μάτια ώστε κανείς να μην βιάζεται να πάει στο επόμενο. Με τα προηγούμενα Super Adventure οι ομοιότητες σταματούν στο όνομα, στους τροχούς και σε κοινές λέξεις στον πλούσιο εξοπλισμό που πάντα είχαν, βάλε και κανένα σετ βίδες να φαίνονται περισσότερα τα κοινά σημεία αν το θέλεις, αλλά στην πράξη μιλάμε για τελείως νέες μοτοσυκλέτες. Επειδή το ταξίδι στην εθνική οδό με 140 στο κοντέρ, άντε κλεφτά από τον ΚΟΚ και στα 150 είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο και απλό αλλά περιλαμβάνει μεγάλο κομμάτι της περιγραφής του μοντέλου S, να ξέρετε πως αν μείνετε σε αυτό δεν θα βρείτε διαφορές σε επίπεδο κοσμοθεωρίας ξεκινώντας την σύγκριση από το 2015 ακόμη. Μόλις δοκιμάσεις Αθήνα-Πάτρα ή Αλεξανδρούπολη-Θεσσαλονίκη κι ακόμη καλύτερα Αθήνα-Θεσσαλονίκη που οι καλές στροφές είναι σημαντικά λιγότερες από τις υπόλοιπες κεντρικές Εθνικές Οδούς, θα σου λείπει μετά το Adaptive Cruise Control που έχει στον βασικό εξοπλισμό η έκδοση S. Δεν μπορείς να αντιληφθείς την ευκολία αυτή αν δεν κάνεις το ταξίδι συχνά και στην σκέψη πως την επόμενη ημέρα θα βρεθείς στον ίδιο ακριβώς δρόμο, με τις ίδιες ακριβώς ευθείες, θα είσαι με μοτοσυκλέτα χωρίς έλεγχο μουσικής στους διακόπτες και χωρίς να ρυθμίζει μόνη της την ταχύτητα με βάση το όχημα μπροστά σου, επιβραδύνοντας μόνη της όταν τον πλησιάζει και επιταχύνοντας επίσης μόνη της όταν βγάζει φλας και κάνει δεξιά όταν κοιτάξει τον καθρέφτη του. Η ευτυχία κρύβεται στην άγνοια. Αν δεν το δοκιμάσεις δεν το λαχταράς, σου ακούγεται περιττό, αν το έχεις όμως δεν το σβήνεις, δεν είναι σαν το traction control της περασμένης δεκαετίας που απλά πρόσθετε βήματα στην εκκίνηση της μοτοσυκλέτας. Καβαλάς, γυρνάς κλειδί, απενεργοποιείς traction control, ξεκινάς.

5

Οι περισσότεροι που έχουν να πουν κάτι για τα ηλεκτρονικά βοηθήματα γενικά, εννοούν κάτι τέτοιο. Μονάχα που δεν γίνεται στην εποχή μας να μιλήσεις για τα ηλεκτρονικά βοηθήματα γενικά, παρά μόνο ειδικά από μοτοσυκλέτα σε μοτοσυκλέτα και με πολύ ρηχό βάθος χρόνου, το πολύ διετίας. Μόλις τελειώσεις με τον εξοπλισμό που δεν φαίνεται γιατί κρύβεται σε κουμπάκια, θυμήσου πως έχεις και 23 λίτρα ρεζερβουάρ που τα περισσότερα από αυτά είναι χαμηλά μπροστά στα πόδια σου και είναι μονάχα ένας από τους λόγους που αυτή η μοτοσυκλέτα έχει λιγότερες ταλαντώσεις από την αμαξοστοιχία όταν περνά από την Αλίαρτο και ταξιδεύει στο χαλί του κάμπου. Θα πρέπει λοιπόν να προσπεράσεις όλα τα παραπάνω για να πεις πως ναι, ταξιδεύοντας στην εθνική με 140-150 δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές με τα προηγούμενα μοντέλα. Ωστόσο στην περίπτωση της έκδοσης R η αφαιρετική αυτή επιλογή να βλέπει κανείς τα πράγματα είναι αδύνατο να δουλέψει. Ένας εξαιρετικά ικανός αναβάτης στο χώμα θα κάνει τα ίδια ακριβώς πράγματα ό,τι κι αν του δώσεις θα πάει το ίδιο γρήγορα όσο παλιά ή καινούρια είναι η μοτοσυκλέτα κάνοντας τα πάντα να φαίνονται εύκολα και -φαινομενικά- ίδια. Θα έλεγε κανείς λοιπόν πως η γνώμη του δεν μετράει και πολύ, ακριβώς γιατί είναι σε άλλο πλανήτη από τον μέσο αναβάτη και υπόκειται σε άλλους κανόνες βαρύτητας. Τι γίνεται όμως όταν σου λέει πως η έκδοση R είναι τώρα υπερβολική και “too much” την ίδια στιγμή που ο μέσος αναβάτης θα την βρει δύο φορές πιο ευκολοδήγητη από το μοντέλο που πρώτη φορά κυκλοφόρησε το 2017; Πώς μπερδεύονται έτσι τα πράγματα. Κι όμως η εξήγηση είναι απλή και πηγάζει μέσα από μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα στην σέλα της R οδηγώντας με μερικούς από τους καλύτερους αναβάτες της χώρας μας στα βουνά της Βοσνίας, μέχρι την Κρήτη παρέα με διάφορες μοτοσυκλέτες και μάλιστα πολλαπλάσια φθηνότερες. Από την μία σούζες, μπάντες και μερόνυχτα όρθιος στην σέλα και από την άλλη χωρίς να γεμίζει ούτε δευτέρα σε βατούς χωματόδρομους απολαμβάνοντας την διαδρομή με διαφορετικό τρόπο, οδηγώντας παρέα με ένα τσούρμο μέσων αναβατών. Το πρώτο είναι πιο κοντά στους λόγους που φτιάχτηκε αυτή η μοτοσυκλέτα, το δεύτερο όμως συμβαδίζει απόλυτα με την πραγματικότητα που θα αντιμετωπίσει στην ζωή της.

6

Και το συμπέρασμα είναι πως το R είναι πλέον πολύ πιο ήπιο, πολύ πιο φιλικό από πριν κι αυτό επεκτείνει τα όριά του στην γρήγορη οδήγηση. Γιατί το προηγούμενο σου τέντωνε τα χέρια στο πρώτο δεκάλεπτο και έλεγες ΟΚ, αυτό ήταν το πήγα τέρμα και τώρα μπορώ να φρενάρω. Στο νέο R αυτό το τέντωμα των χεριών έρχεται πιο ομαλά. Διαχειρίζεσαι την ροπή του πιο εύκολα από πριν και το ξέσπασμα στο άνοιγμα του γκαζιού είναι μικρότερο χωρίς ποτέ να του λείπει η δύναμη. Οι αναρτήσεις δουλεύουν χωρίς να χρειαστεί να το πιέσεις διαβάζοντας πέτρες και κοτρόνες με το τιμόνι να μένει στα χέρια σου δίχως να προσπαθεί να τα τινάξει δεξιά και αριστερά λες και έχεις πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα μέσα στην αρένα και ο όγκος αυτής της μοτοσυκλέτας σε απασχολεί λιγότερο από κάθε άλλη της ευρύτερης κατηγορίας. Η νέα θέση οδήγησης που έχει δημιουργηθεί από το μόνο ρεζερβουάρ με τόση επένδυση στην εξέλιξή του, σου δίνει απεριόριστη στήριξη στα γόνατα και η στενότερη σέλα που με το μικρότερο ύψος σε αφήνει να πατήσεις γερά τα πόδια στο έδαφος αν κι όταν χρειαστεί. Αυτό δεν σημαίνει πως είναι μια μοτοσυκλέτα άνετη για άπειρους αναβάτες με ύψος κάτω από 1,80. Η εμπειρία και οι ικανότητες προσθέτουν πολλούς πάτους στα παπούτσια και από εκεί και πέρα κάνει ο καθένας τα δικά του μαθηματικά. Διότι αν θυμάστε το παράδειγμα του ιδιώτη Iker, ενός Ισπανού με ύψος 1,67 που πηγαίνει το 1290 Super Adventure πιο γρήγορα και από τον δίμετρο, επαγγελματία Chris Birch, τότε όλα είναι εφικτά και δικαιολογίες δεν υπάρχουν. Με τον αναβάτη να κάθεται στο γεωμετρικό κέντρο της μοτοσυκλέτας, το κέντρο βάρος δεν το βρίσκει ψηλά μπροστά του, αλλά χαμηλά στο πόδια του. Ο κινητήρας αυτός είναι εξαιρετικά ελαφρύς για τα κυβικά του και κυρίως για την ιπποδύναμη που βγάζει και με τα λίτρα της βενζίνης μοιρασμένα δεξιά και αριστερά το μεγάλο R είναι απόλυτα ισορροπημένο στα χέρια σου και δεν ζητά έξτρα δύναμη για να το κατευθύνεις. Πάγια τακτική της KTM να φτάνει το τιμόνι όσο πιο κοντά γίνεται στο λαιμό και να απουσιάζουν πρόσθετες στρεβλώσεις χωρίς μεγάλους αποστάτες, πράγμα που το πετυχαίνει κανείς σχεδιάζοντας κατάλληλα την μοτοσυκλέτα από την αρχή. Η έκδοση R είναι λοιπόν σχεδιαστικά βελτιωμένη για να ταξιδεύει από χώμα πολύ καλύτερα από κάθε άλλη μεγάλη Adventure που έχει βγάλει η KTM, ωστόσο αυτή είναι μονάχα η μισή εικόνα για το πώς το καταφέρνει. Το παζλ συμπληρώνεται από τα ηλεκτρονικά και συγκεκριμένα το Rally Mode με τον έλεγχο ντριφταρίσματος, την βελτιωμένη απόκριση και το off road ABS. Από τον ίδιο διακόπτη που αυξομειώνεις χιλιόμετρα όταν ενεργοποιείς το cruise control που δεν δουλεύει με off road ABS κτλ, μπορείς να ρυθμίσεις το “slide control” όπως αντίστοιχα έχει και το 890 επίσης με την Rally ρύθμιση.

7

Οι διακόπτες αυτοί χρειάζονται συνήθεια στην αρχή, για να μην φτάσεις να ανεβάζεις μανιωδώς αριθμούς στην ρύθμιση ντριφταρίσματος αντί να κορνάρεις, αλλά αυτό είναι κάτι που θα το ξεπεράσεις στον δεύτερο, τρίτο το πολύ που θα σου πεταχτεί μπροστά στις ρόδες σου. Από εκεί και πέρα το slide control κόβει την πλαγιολίσθηση του πίσω τροχού από τελείως στην θέση εννιά, μέχρι το πολύ εντυπωσιακό της θέσης τρία και στο σχεδόν καθόλου της θέσης ένα. Εκεί το R θα κάνει και μεγαλοπρεπείς σούζες ακόμη και με τρίτη στο κιβώτιο χωρίς να σε κόψει το traction control και υπό προϋποθέσεις θα σε αφήσει να αλλάξεις και τετάρτη στον αέρα. Η βασική προϋπόθεση είναι ο ρυθμός ανύψωσης του εμπρός τροχού, όσο πιο απότομα γίνεται τόσο περισσότερο θεωρεί πως πηγαίνεις για καπάκι και σε προσγειώνει. Δεν χρειάζεται ωστόσο να απενεργοποιήσεις τελείως το traction control για να σηκώσεις μία σούζα καθαρίζοντας κάποιο εμπόδιο μπροστά σου, ένα αλματάκι ή απλά καθώς χαίρεσαι την μοτοσυκλέτα σου στο βουνό. Τα ηλεκτρονικά είναι ένα τεράστιο βοήθημα του νέου Adventure για να πηγαίνεις παντού γρήγορα μειώνοντας το ρίσκο. Δεν τα έχει βάλει η KTM για να σε περιορίσουν ή για να σε προστατέψει, μία χαρά θα πέσεις και με όλα αυτά ενεργοποιημένα καθώς με περίπου 135 άλογα στον τροχό και πάνω στον χωματόδρομο, οι φυσικοί νόμοι υπερισχύουν. Τα ηλεκτρονικά είναι εκεί για να πας γρήγορα ρισκάροντας λιγότερο, που είναι συνθήκη απείρως πιο δύσκολη να προσφέρει ένας κατασκευαστής, από το να ρυθμίσει ένα traction control που σε κόβει απότομα και να τελειώνει. Όλοι έχουν μπει πλέον σε αυτό τον δρόμο όταν φτιάχνουν τα ηλεκτρονικά της μοτοσυκλέτας τους, λίγοι το καταφέρνουν και ακόμη λιγότεροι μπορούν να το κάνουν και στο χώμα. Το quickshifter δουλεύει υποδειγματικά μέσα στους χωματόδρομους, από τους γρήγορους ανοικτούς, μέχρι τους γεμάτους πέτρα που είσαι συνέχεια πρώτη-δευτέρα. Κι αν τα καταφέρνει εκεί μέσα, τότε λογικό και επόμενο να τα βγάζει πέρα πολύ εύκολα και στην ζούγκλα της πόλης, όπως και πράγματι το κάνει πάρα πολύ καλά. Είναι δύσκολο να δουλεύει το quickshifter και στις χαμηλές στροφές, όπως ακριβώς και στις ψηλές, σε κάθε συνθήκη αλλά σε αυτό ακριβώς το επίπεδο έχουμε φτάσει πλέον και πραγματικά σπάνια θα χρειαστεί να πιάσεις την μανέτα του συμπλέκτη.

8

Υπάρχει ένα για όλους

Η έκδοση S ακολουθεί στο χώμα πολύ πιο γρήγορα από εκείνο που πιστεύει ή καλύτερα θα περίμενε κανείς. Εξαιρούνται τα ιδιαίτερα σκληρά εδάφη με μεγάλα νεροφαγώματα, αλλά στις περισσότερες των περιπτώσεων η έκδοση S δεν δυσκολεύεται πουθενά. Η διαφορά με την R είναι κυρίως στον ρυθμό όταν μιλάμε για χωματόδρομους από βατή έως και μέτρια κατάσταση. Από εκεί και πάνω υπερτερεί το R και με βάση τις ικανότητές του να περνά τα εμπόδια, με τις WP Xplor να ισιώνουν τα πάντα και να μην παρουσιάσουν την έντονη τάση για συνεχή διόρθωση που έχουν οι ημι-ενεργητικές της έκδοσης S όταν περνάς από έντονες ανωμαλίες. Το ζήτημα είναι τώρα τι συμβαίνει στον δρόμο, εκεί που η R καλείται να πιάσει τις ταχύτητες των μεγάλων on-off αλλά έχοντας τον 21 ιντσών εμπρός τροχό να προσδίδει αναπόφευκτη νευρικότητα. Η διαφορά μεταξύ τους είναι ακόμη εντονότερη γιατί τώρα η S είναι από τις πλέον σταθερές μοτοσυκλέτες στα 250 χιλιόμετρα που εύκολα φτάνεις και σταθεροποιείται και το κοντέρ. Όσο τα ελαστικά στην R είναι καινούρια, τόσο πιο εύκολα μένεις πάνω από τα διακόσια χωρίς ταλαντώσεις στο τιμόνι, ιδιαίτερα αν επιταχύνεις ομαλά και δεν ανοίξεις τέρμα το γκάζι ελαφραίνοντας τον εμπρός τροχό. Η τεράστια οθόνη των 7 ιντσών αναβοσβήνει κατακόκκινη όταν περάσεις το όριο που εσύ έχεις ορίσει που το βράδυ λειτουργεί ως φωτορυθμικό στο πάρτι με δυνατή μουσική που διασκεδάζεις με DJ το τελικό της εξάτμισης.

10

Σε επίπεδα κοινωνικής υπευθυνότητας κυμαίνεται ο παραγόμενος ήχος, χωρίς να ξυπνάς βρέφη, παππούδες, ασθενείς και οποιονδήποτε είναι πολύ σημαντικότερο να παραμείνει ήρεμος, από την δική σου ευχαρίστηση. Την ίδια στιγμή που σε πιο ανοικτούς δρόμους, εκεί που άλλωστε μπορείς να ανοίξεις και το γκάζι τέρμα, σου έρχεται ένα μεθυστικό μπάσο που ολότελα θυμίζει σπορ μοτοσυκλέτα. Σε τέτοιο ρυθμό οδήγησης η S επιταχύνει σταθερά και άμεσα χωρίς να αδειάζει τον εμπρός τροχό από βάρος, την στιγμή που θα τον προσγειώσει και μετά γιατί τα ηλεκτρονικά θα δουλεύουν υπερωρίες για να τον επαναφέρουν. Θα πρέπει να μπεις σε κλειστό επαρχιακό και να αρχίσεις να πηγαίνεις γρήγορα για να διαπιστώσεις μία αντίσταση στο γυροσκοπικό από την λειτουργία των ημι-ενεργητικών ρυθμίσεων. Αυτή η αντίσταση εξαφανίζεται αν απενεργοποιήσεις το “anti-dive” που περισσότερο νόημα έχει στα ταξίδια και μάλιστα στα γρήγορα ταξίδια-αστραπή. Δεν θα ξεπεράσεις τα 250 στο κοντέρ παρά μονάχα με επιμονή σε μεγάλη ευθεία αλλά μέχρι εκεί θα φτάσεις πολύ γρήγορα και με την έκδοση R να ακολουθεί πολύ πιο πίσω κι αυτό όσο έχει καινούρια ελαστικά. Από εκεί και πέρα τον περιορισμό της τελικής τον θέτει ο καθένας με βάση τις ταλαντώσεις που θα αρχίσει να έχει και είναι συνάρτηση σωματότυπου, βάρους, καιρικών συνθηκών και κατάστασης ελαστικών. Πάντως αν στην έκδοση S θέλεις να δεις μία καταιγιστική απόκριση του γκαζιού στις χαμηλές στροφές, ώστε οι σούζες να έρχονται σαν την R, δεν έχεις παρά να επιλέξεις τον off road χάρτη και να νιώσεις την αλλαγή από την πρώτη κιόλας περιστροφή της γκαζιέρας και μέχρι την μέση της περίπου.

11

Στην σέλα της S πάντως παραμένεις με ευκολία για πολύ ώρα με υψηλή τελική και γενικότερα πολύ ώρα σε ταξίδι χωρίς να κουράζεσαι. Η KTM έχει πολλές επιλογές στην γκάμα της για την ρυθμιζόμενη σε ύψος σέλα, ώστε να βρει κανείς το αφρώδες που προτιμά ενώ το κλασικό ζήτημα της ζέστης που αποτελεί απορία για κάθε νέο Adventure γενικά εκεί έξω, η KTM έχει βρει την λύση. Με δύο ξεχωριστά ψυγεία που εκμεταλλεύονται την σχεδίαση του ρεζερβουάρ, ο ζεστός αέρας ανακατευθύνεται μακριά από τα πόδια του αναβάτη και οδηγείς το μεγάλο Adventure καλοκαιριάτικα με μικρές ταχύτητες στο χώμα, χωρίς κανένα ζήτημα.

12

Προφανώς και αν είσαι με κοντό παντελόνι ή τζιν, θα αισθάνεσαι περισσότερη ζέστη από τον κινητήρα, αλλά δεν υπάρχει καμία δικαιολογία τουλάχιστον για το κοντό παντελόνι, ή απλά δεν δικαιούσαι να μιλήσεις για την εκπεμπόμενη θερμότητα σε μία τέτοια περίπτωση. Η μεγάλη TFT οθόνη δημιουργεί αντανακλάσεις σε συγκεκριμένες γωνίες αλλά ανταμείβεσαι από το τεράστιο εύρος πληροφορίας και το εύχρηστο μενού που με χειρίζεσαι από ποιοτικούς διακόπτες που δεν τους μπερδεύεις χρησιμοποιώντας τους χωρίς να κοιτάς από την πρώτη στιγμή και φορώντας τα γάντια σου. Κορυφαία κάλυψη από τον αέρα, άνεση στο άνω άκρο της κατηγορίας και συμπεριφορά σε άσφαλτο και χώμα που εξυπηρετεί είτε την τουριστική, είτε την ενθουσιώδη οδήγηση και τα δύο Adventure καλύπτουν όλα τα γούστα. Ζυγίζεις που θέλεις να κάνεις παραχωρήσεις και ξέρεις πιο από τα δύο, κάνει για εσένα.

13

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                          KTM 1290 Super Adventure S/R

Αντιπρόσωπος:

K-MOTORS

   

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

740

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

540

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

910

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

520

Μήκος

-

Ύψος

-

Μεταξόνιο

1.557 +-15

Απόσταση από το έδαφος

223/242

Ύψος σέλας

849/880

Ίχνος

109,2/-

Γωνία κάστερ

24,7 / 25,3

 

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

247,5/248

(χωρίς καύσιμο:229,4kg/229,9kg )

Πίσω

50,1%

Εμπρός

49,9%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

4,09%

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Χωροδικτύωμα από χρωμιομολυβδαινιούχο ατσάλι και ατσάλινο σωληνωτό υποπλαίσιο

Πλάτος (mm):

-

Βάρος κατασκευαστή, κενή (kg):

220/221

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Υγρόψυκτος, δικύλινδρος "V" 75ο με 4 βαλβίδες ανά κύλινδρο και 2 επικεφαλής εκκεντροφόρους

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

108x71

Χωρητικότητα (cc):

1.301

Σχέση συμπίεσης:

13.1:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

160/9.000

Ροπή (kg.m/rpm):

14,07

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

122,98

Τροφοδοσία:

Ηλεκτρονικός ψεκασμός Keihin

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος με υδραυλική οδήγηση

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

ΠΙΣΩ

ΤΥΠΟΣ

WP SAT / WP Xplor PDS

Διαδρομή (mm):

200/220

Ρυθμίσεις:

Ημι-ενεργητική λειτουργία / Πλήρεις ρυθμίσεις

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

Χυτή αλουμινίου

Ελαστικό:

120/70-19 / 90/90-21

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 267mm της Brembo με δαγκάνα δύο εμβόλων και ρυθμιζόμενο / απενεργοποιήσιμο ABS που προσμετρά την κλίση, μονάδα Bosch 10.3ME

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Έγχρωμη TFT με πλήρεις ενδείξεις, σύνδεση με κινητό τηλέφωνο, πλοήγηση μέσω app έλεγχος τηλεφώνου από τα χειριστήρια. Adaptive Cruise control (S) και Cruise control, Cornering ABS, ημι-ενεργητικές αναρτήσεις, LED παντού, ρυθμιζόμενη ζελατίνα, MTC, quickshifter, Slide control (R)    

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

ΕΜΠΡΟΣ

ΤΥΠΟΣ

Ανεστραμμένο πιρούνι της WP SAT / Xplor

Διαδρομή / Διάμετρος (mm):

200/220 / 48

Ρυθμίσεις:

Ημι-ενεργητική λειτουργία / Πλήρεις ρυθμίσεις

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

Χυτή αλουμινίου

Ελαστικό:

170/60-17 / 150/70-18

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 320mm με ακτινικές δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων της Brembo και ρυθμιζόμενο ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (HP/rpm):

133,9/9.200

 

Ροπή (kg.m/rpm):

11,8/7.100

 

 
 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

7

Ελάχιστη

6,3

Μέγιστη

8,5

Αυτονομία:

328

Αυτονομία ρεζέρβας:

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (lt):

 23/-

     

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,40

10,90

0-100

3,36

55,5

0-150

6,16

140,45

0-200

9,9

322,9

0-250

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

sec

km/h

0-400

11,9

213,01

0-1000

22,6

247,5

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

sec

Μέτρα

80-140

2,35

74,46

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

40-80

2,01/33,5

3,4/54

 

80-120

2,25/59,9

2,82/74,7

2,97/82,9

120-160

1,7/65,4

2,9/105

3,8/147,6

160-200

 

3,3/154

4,35/216

200-240

 

 

13,8/835

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,2

46,2

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

1,375/1,65

-

Πραγματικά

1,71/1,72

1,84/1,85

               

 

Δοκιμή MV Agusta Brutale 800 RR (2020): Σκανδαλώδης ηδονή

Προκαλεί το συναίσθημα
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

31/1/2022

Η MV Agusta Brutale 800 RR είναι γυμνή μοτοσυκλέτα που δεν ντρέπεται να προκαλεί τα ανθρώπινα συναισθήματα, όχι μόνο του αναβάτη της αλλά και ολόκληρης της μοτοσυκλετιστικής κοινωνίας. Το πώς τα καταφέρνει μπορείτε να το διαβάσετε σε αυτή τη δοκιμή που αναδημοσιεύουμε αυτούσια από το τεύχος 603 του περιοδικού ΜΟΤΟ:

 

MV Agusta Brutale 800 RR (2018-2020)

 

Μετά από μια παγκόσμια οικονομική κραιπάλη δύο δεκαετιών, φαίνεται πως ο μεσαιωνικού τύπου συντηρητισμός επέστρεψε στις κοινωνίες μας, χαρακτηρίζοντας ως αμαρτία κάθε μορφής ηδονή. Αν όντως είναι έτσι, τότε οδηγώντας την MV Agusta Brutale 800 RR θα τους δώσεις μια πολύ καλή αφορμή για να σε κάψουν στην κόλαση

Γαλαζοαίματοι ιδρυτές, ελικόπτερα, μυθικοί παγκόσμιοι πρωταθλητές με ρεκόρ που κράτησαν δεκαετίες, μουσεία μοντέρνας τέχνης… το όνομα της MV Agusta περιβάλλεται από μια απίστευτη αίγλη όπως κι αν το δεις. Ταυτόχρονα όμως έχει περάσει και πολύ μεγάλες φουρτούνες που στην κυριολεξία την βούλιαξαν. Η ειρωνεία είναι πως οι ίδιοι που την έκαναν θρύλο, έγιναν η αιτία των προβλημάτων της. Ο κόμης Agusta στελέχωσε την αγωνιστική ομάδα των Grand Prix σαρώνοντας 37 παγκόσμια πρωταθλήματα, με τα ρεκόρ του Giacomo Agostini να μένουν άσπαστα μέχρι να εμφανιστεί ο Valentino Rossi. Ο ίδιος ήταν όμως που επέμενε οι τετρακύλινδρες μοτοσυκλέτες παραγωγής να έχουν τελική μετάδοση με άξονα και όχι με αλυσίδα, ώστε να μην μπορούν οι ιδιώτες να τις μετατρέψουν σε αγωνιστικές! Για πολλούς αυτή ήταν η βασική αιτία για το πρώτο λουκέτο στο εργοστάσιο μοτοσυκλετών στην MV Agusta. Ακολούθησαν άλλα δύο λουκέτα, φυσικά από τους ανθρώπους που την ανέστησαν και την επανάφεραν στα μεγάλα σαλόνια. Ο πατήρ Claudio Castiglioni με τον φίλο του Massimo Tamburini σχεδίασαν την F4 και η πρώτη MV Agusta παραγωγής μετά από είκοσι χρόνια βρέθηκε δικαιωματικά στο μουσείο μοντέρνας τέχνης της Νέας Υόρκης. Τα χρέη του ομίλου Cagiva από τα θαλασσοδάνεια που είχε πάρει ο πατήρ Castiglioni για να σχεδιάσει και να κατασκευάσει καινούρια μοντέλα για την Husqvarna και την Cagiva, οδήγησαν την MV Agusta στα χέρια της… Harley Davidson!

Όπως ήταν φυσικό οι Αμερικάνοι κατάλαβαν πως δεν γίνεται να πουλήσεις F4 από μαγαζιά που οι πελάτες μπαίνουν μέσα φορώντας δερμάτινα γιλέκα με κρόσσια και έδωσαν πίσω την MV Agusta στην οικογένεια Castiglioni με αντάλλαγμα… ένα δολάριο και απαλλαγμένη από τα παλιά χρέη. Ήταν η σειρά του γιου Castiglioni να φέρει την MV Agusta στη νέα εποχή, σχεδιάζοντας έναν ολοκαίνουριο τρικύλινδρο κινητήρα σε 675 και 800 κυβικά, δημιουργώντας μια νέα πλατφόρμα μοντέλων. Όλα πήγαιναν θαυμάσια, ώστε η Mercedes-Benz σταμάτησε τη συνεργασία που είχε με τη Ducati και αποφάσισε να βάλει την θυγατρική της AMG, να ξεκινήσει τις διαδικασίες εξαγοράς του 20% της MV Agusta. Και ξαφνικά όλα πάγωσαν! Όχι μόνο η συμφωνία δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, αλλά ο Castiglioni ζήτησε τελικά νομική προστασία από το ιταλικό κράτος για να μην μπει οριστικά λουκέτο στο εργοστάσιο, καθώς οι προμηθευτές απαιτούσαν τα λεφτά τους για τα εξαρτήματα που είχαν δώσει για την κατασκευή των μοτοσυκλετών.

Στο σημείο αυτό της ιστορίας μας εμφανίζεται ως από μηχανής Θεός ο γιός ενός Ρώσου μεγιστάνα και το πράγμα ξεφεύγει από τα όρια κάθε επιχειρηματικής φαντασίας. Για τους ταλαιπωρημένους πελάτες της MV Agusta και συνολικά για τους φίλους των γνήσιων σπορ ιταλικών μοτοσυκλετών, όλα έμοιαζαν πλέον ως κακό αστείο. Αυτό το ιστορικό flash-back δεν θα είχε καμία αξία να το κάνουμε, αν ο Timur Sardarov δεν απέδειχνε σε όλους μας πως τελικά γνωρίζει για την βιομηχανία μοτοσυκλετών πολλά περισσότερα απ’ όσα νομίζαμε. Τοποθετώντας τον Massimo Bordi στη θέση του στρατηγού, όπως ακριβώς έκαναν οι Αμερικάνοι όταν αγόρασαν την Ducati από τον πατήρ Castoglioni, γυρίζει σελίδα στο μοντέλο διοίκησης της εταιρείας. Ο Bordi αποδεδειγμένα ξέρει πως κάνει την MV Agusta υγιή οικονομικά. Από εδώ και πέρα η απόφαση αγοράς μιας μοτοσυκλέτας της MV Agusta δεν θα είναι πλέον ένα ταξίδι στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα. Η σταθερή παραγωγή μοτοσυκλετών, η διαρκής τεχνολογική αναβάθμισή τους και η επάρκεια ανταλλακτικών έχει ήδη αρχίσει να γίνεται πράξη. Πρώτο δείγμα η Brutale 800 RR αυτού του τεστ, που ήρθε στα χέρια μας ακριβώς την στιγμή που η θρυλική ιταλική εταιρεία γιορτάζει τα 75 χρόνια της!

Η διαφορά του σπορ από του γρήγορου

Μια πολύ γρήγορη μοτοσυκλέτα δεν σημαίνει απαραίτητα πως είναι και σπορ. Το Boss Hoss με τον V8 κινητήρα από Chevrolet Corvette είναι πολύ γρήγορο, αλλά κάθε άλλο παρά σπορ μοτοσυκλέτα μπορείς να το αποκαλέσεις. Όπως οι αγωνιστικές μοτοσυκλέτες, έτσι και οι σπορ μοτοσυκλέτες έχουν ως βασική προτεραιότητα την επικοινωνία με τον αναβάτη τους. Στις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες η επικοινωνία αυτή έχει αντίκτυπο στους χρόνους και τα γυρολόγια. Στις σπορ μοτοσυκλέτες έχει αντίκτυπο στο… συναίσθημα και την ευχαρίστηση της οδήγησης. Γι΄ αυτό άλλωστε τα δίχρονα 250 (NSR, RGV, TZR) με τα 45 νορμάλ ή τα 62 πειραγμένα άλογα ήταν γνήσιες σπορ μοτοσυκλέτες, ενώ τα σημερινά MT-07, SV 650 και Z 650 κ.τ.λ. με τα 70 άλογα είναι πιο γρήγορα αλλά όχι σπορ. Πέρα από το μικρό βάρος και τις άμεσες αντιδράσεις, το κοινό χαρακτηριστικό όλων των γνήσιων σπορ μοτοσυκλετών είναι η “ακατέργαστη” μηχανική αίσθηση στη λειτουργία κάθε εξαρτήματός τους. Αυτό δεν σημαίνει πως αρέσει σε όλους να ακούν κάθε εξάρτημα να δουλεύει.

Όταν ήμουν 24 χρονών θυμάμαι πόσο με ενοχλούσε ο έντονος ήχος της καμπάνας του μονόδρομου συμπλέκτη του ZXR 400 μου και πόσο πολύ θα ήθελα να ήταν ήσυχος σαν του CBR 400 RR του φίλου μου. Όμως είκοσι χρόνια μετά λατρεύω τον διαπεραστικό, σκληρό μεταλλικό ήχο που κάνουν οι ξηροί συμπλέκτες των Ducati, μάλλον επειδή μου θυμίζουν τον πρώτο αγώνα του WSBK που παρακολούθησα μέσα από τα pit της Monza το 1999. Όχι τόσο έντονα, αλλά την ίδια μηχανική “αγριάδα” έχει συνολικά και ο τρικύλινδρος κινητήρας του Brutale 800 RR. Η εναρμόνιση με τις προδιαγραφές Euro 4 τον έχουν κάνει αναγκαστικά πιο ήσυχο από πριν, χάρη στην ηχομόνωση που έβαλαν στα τοιχώματα των κάρτερ, το επανασχεδιασμένο σύστημα κίνησης των εκκεντροφόρων και κάποιες επιμέρους αλλαγές στο μονόδρομο συμπλέκτη, το κύκλωμα λίπανσης και φυσικά την εξάτμιση. Όμως πιο ήσυχος δεν σημαίνει και φιμωμένος. Τα τελευταία δύο χρόνια είναι τόσο “βουλωμένοι” ηχητικά οι κινητήρες, που έχουμε φτάσει στο σημείο να μην καταλαβαίνουμε αν ένας δικύλινδρος έχει στρόφαλο 180 ή 270 μοιρών.

Με το Brutale 800 RR δεν υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο. Μόλις πατήσεις το κουμπί της μίζας, σου κάνει ξεκάθαρο πως είναι τρικύλινδρος, πως είναι ιταλικός και όχι βρετανικός και πως έχει αγωνιστικό μονόδρομο συμπλέκτη. Τα πάντα έχουν την δική τους ξεχωριστή ηχητική οντότητα και παίζουν μια ελαφρώς πιο soft έκδοση της αγωνιστικής hard rock παρτιτούρας που τους έχει δώσει ο σχεδιαστής τους. Καβαλάς πάνω στην ψηλή και σκληρή σέλα, σκύβεις και πιάνεις το φαρδύ, ίσιο, χαμηλά τοποθετημένο τιμόνι και ολόκληρο το σώμα σου συντονίζεται στο ρυθμό της ηλεκτρικής κιθάρας που παίζει ο κινητήρας. Εδώ δεν υπάρχουν ελαστικές βάσεις στο πλαίσιο ή στα καβαλέτα για να φιλτράρουν στουντιακά την μουσική. Η συναυλία είναι live, εσύ κάθεσαι ακριβώς κάτω από τη σκηνή. Smoke on the water, fire in the sky για την πάρτη σου μόνο.

Εξάπτει τη φαντασία

Όπως κάθε MV Agusta, έτσι και η Brutale 800 RR βάζει τους άλλους να επηρεάζουν τη σχέση του αναβάτη μαζί της. Ας υποθέσουμε ότι δεν σου αρέσει τίποτα σε αυτή τη μοτοσυκλέτα. Μόλις πας να βάλεις το κλειδί στο διακόπτη θα περάσει κάποιος δίπλα σου και θα σου πει: Ω ρε φίλε, ωραία μηχανή!. Το ξεπερνάς και συνεχίζεις αδιάφορος, μέχρι τη στιγμή που σταματάς στο φανάρι και διαπιστώνεις πως όλα τα μάτια γύρω σου είναι στραμμένα πάνω σου. Το ξεπερνάς και αυτό, μέχρι τη στιγμή που παρκάρεις και έρχεται ένα μπουλούκι από πιτσιρίκια φωνάζοντας: Ωωωωω! Μηχανάρααα! Κοίτα-κοίτα… Ωωωωω!

Αυτά τα συμβάντα είναι μόνιμα και επαναλαμβάνονται καθημερινά οδηγώντας την Brutale 800 RR. Και σε αντίθεση με τα κτηνώδη mega on-off που ενεργοποιούν το συναίσθημα του φθόνου στον κόσμο, το Brutale 800 RR τους επιτρέπει να εκφράσουν τον θαυμασμό τους χωρίς κόμπλεξ. Η καθημερινή οδήγηση του Brutale 800 RR είναι σαν να κυκλοφορείς αγκαζέ με ένα μοντέλο και όχι σαν να φοράς χρυσό Rolex με διαμάντια. Φυσικά η ζωή με ένα μοντέλο έχει τις ιδιαιτερότητές της και το ίδιο ισχύει με το Brutale 800 RR. Οι αναρτήσεις είναι σκληρές, το τιμόνι στα χέρια σου αντιδρά σαν να κρατάς ξυράφι και σου μεταφέρει ωμά όλες τις πληροφορίες από τον δρόμο. Πρέπει από το πρώτο μέτρο να είσαι συγκεντρωμένος στην οδήγηση και να συμμετέχεις ενεργά, ανεξάρτητα αν κάνεις μια διαδρομή καθημερινής ρουτίνας ή αν διασκεδάζεις με τους φίλους σου στις στροφές ή την πίστα. Δεν υπάρχει ούτε ένα δευτερόλεπτο πάνω στη σέλα που να μην νοιώθεις πως οδηγείς ένα ιταλικό καθαρόαιμο. Κι όσο πιο αργά οδηγείς, τόσο πιο έντονα σου θυμίζει τα 37 παγκόσμια πρωταθλήματα GP της ιστορίας της.

Οι αναρτήσεις είναι φυσικά πλήρως ρυθμιζόμενες και μπορείς να τις φέρεις ακριβώς στα μέτρα σου, όμως η διαδικασία δεν είναι τόσο εύκολη. Το τιμόνι εμποδίζει τα κοινά κατσαβίδια να φτάσουν τα βιδάκια στις τάπες του πιρουνιού και τα ίδια προβλήματα πρόσβασης υπάρχουν πίσω, λόγω του όγκου της τριπλής εξάτμισης από τη μια μεριά και του χοντρού μονόμπρατσου από την άλλη. Η μοτοσυκλέτα του τεστ είχε εμφανώς setup αναρτήσεων για οδήγηση σε πίστα, αλλά χάρη στην κορυφαία ποιότητα λειτουργίας του πιρουνιού της Marzocchi, κατάφερνε να ξεπερνά με αρκετή επιτυχία τις παγίδες των ελληνικών δρόμων. Το συγκεκριμένο πιρούνι έχει αλουμινένιο στέλεχος με μαύρη αντιτριβική επίστρωση και όπως τα γνήσια αγωνιστικά πιρούνια, η απόσβεση επαναφοράς και η απόσβεση συμπίεσης είναι στο ένα καλάμι η μία και στο άλλο η άλλη. Σε επίπεδο μοτοσυκλετών παραγωγής είναι το καλύτερο πιρούνι της αγοράς αυτή τη στιγμή. Όπως θα έχετε καταλάβει έως τώρα, το Brutale 800 RR θέλει να είσαι διαρκώς σε ετοιμότητα και να αντιδράς άμεσα και σωστά στις πληροφορίες που σου μεταφέρει.

Αυτό είναι το ζητούμενο από μια σπορ μοτοσυκλέτα, όμως στους ελληνικούς δρόμους με τις κρυφές λακκούβες και τις εναλλαγές του επιπέδου της πρόσφυσης, υπάρχουν και στιγμές που δεν τα προλαβαίνεις όλα. Τότε είναι η στιγμή για να επέμβουν τα ηλεκτρονικά βοηθήματα και να μην αφήσουν ένα μικρό γλίστρημα ή κούνημα να εξελιχθεί σε έναν τσουχτερό λογαριασμό ανταλλακτικών ή ακόμα χειρότερα σε μια πολυήμερη φιλοξενία στο ΚΑΤ. Η MV Agusta συνεργάζεται αποκλειστικά με την Eldor για την δημιουργία και την εξέλιξη όλων των ηλεκτρονικών της, (με εξαίρεση το ABS που είναι της Bosch) και ήταν από τις πρώτες εταιρείες που ανέπτυξαν λογισμικό για ρυθμιζόμενης ευαισθησίας traction control. Μέχρι να εμφανιστούν οι κεντρικές μονάδες IMU που διαθέτουν αισθητήρες G-force, το traction control της MV Agusta με τις 8 θέσεις ήταν από τα κορυφαία του είδους του. Όμως τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπισε η εταιρεία την εποχή που εμφανίστηκαν οι IMU (και μαζί τους έφεραν το cornering ABS και τα νέας γενιάς traction control) έχουν κρατήσει τα ηλεκτρονικά του Brutale 800 RR μια γενιά πίσω σε επίπεδο τεχνολογίας. Σε κάποιες περιπτώσεις αυτό είναι καλό! Για παράδειγμα, το Brutale 800 RR είναι από τις ελάχιστες μοτοσυκλέτες αυτή τη στιγμή που μπορείς να απενεργοποιήσεις εντελώς το ABS (εννοείται και το traction control) και μάλιστα μένουν απενεργοποιημένα ακόμα κι όταν κλείσεις τον κεντρικό διακόπτη. Επίσης ο τρόπος ρύθμισης και απενεργοποίησης των ηλεκτρονικών μοιάζει πλέον εύκολος και απλός, σε σύγκριση με τις νέας γενιάς μοτοσυκλέτες που απαιτούν μεταπτυχιακό από το ΜΙΤ.

Κρίνοντας τη λειτουργία του traction control στους ελληνικούς δρόμους, μπορούμε να πούμε ότι κάνει αξιοπρεπέστατα τη δουλειά του. Από τη θέση 4 και κάτω είναι προσανατολισμένο για οδήγηση σε υπερβολικά γλιστερούς και βρεγμένους δρόμους, ενώ από τη θέση 3 έως την 1 είναι για να σε σώσει από κάποια πολύ χοντρή βλακεία. Ένας βασικός λόγος που το traction control τα καταφέρνει καλά παρά την συμβατική του τεχνολογία, έχει σίγουρα να κάνει με την μηχανική πρόσφυση που προσφέρει ο ίδιος ο κινητήρας στο πίσω ελαστικό. Από το πρώτο F4 750 του 1998 έως σήμερα, η MV Agusta έχει καταφέρει να φτιάχνει πολυκύλινδρους εν σειρά κινητήρες που κατεβάζουν τα άλογα στην άσφαλτο πιο αποτελεσματικά απ’ οποιονδήποτε άλλον ανταγωνιστή τους. Τα τελευταία χρόνια, η άφιξη του ride by wire ψεκασμού με τις τρεις ρυθμίσεις απόκρισης στο άνοιγμα του γκαζιού (Sport/Normal/Rain) δεν άλλαξε πολύ αυτό το πλεονέκτημα, όμως όπως και τα υπόλοιπα ηλεκτρονικά της MV Agusta βρίσκονται αυτή τη στιγμή μια γενιά πίσω σε επίπεδο λογισμικού σε σύγκριση με τα superbike από το 2017 και μετά. Στο άνοιγμα του γκαζιού και ειδικά στο πρόγραμμα normal, η αίσθηση και ο έλεγχος που έχεις είναι άριστος, ακόμα και όταν οδηγάς με απενεργοποιημένο το traction control και κρύα λάστιχα στους γλιστερούς δρόμους της πόλης. Εκεί που φαίνεται η απουσία εξέλιξης είναι στις σούζες, όταν προσπαθείς να διατηρήσεις για πολύ ώρα τον εμπρός τροχό στον αέρα παίζοντας με το γκάζι.

Το άνοιγμα είναι αναλογικό, αλλά ακόμα και μια μικρή κίνηση στο κλείσιμο του γκαζιού, ο ride by wire ψεκασμός κόβει σχεδόν όλη την παροχή μείγματος προς στον κινητήρα. Έτσι, όσο εύκολο είναι να σουζάρεις χωρίς να αγγίζεις τον συμπλέκτη στις τρεις πρώτες σχέσεις, άλλο τόσο δύσκολο είναι να διατηρήσεις σταθερό το ύψος του τροχού από το έδαφος για αρκετά μέτρα. Στο πρόγραμμα Sport οι αντιδράσεις είναι φυσικά ακόμα πιο απότομες και αν δεν έχεις πολλά χιλιόμετρα και φόρα, το καπάκι δεν το γλιτώνεις εύκολα. Είναι ξεκάθαρα για οδήγηση σε πίστα, όπου κάνεις συγκεκριμένα πράγματα σε συγκεκριμένα σημεία και όχι για οδήγηση στο δρόμο όπου οι συνθήκες μεταβάλλονται συνεχώς και χρειάζεσαι προοδευτικότητα. Οπότε το πρόγραμμα Normal ήταν η μόνιμη επιλογή μας καθ’ όλη τη διάρκεια του τεστ. Τα φρένα είναι μια επιτυχημένη μίξη Nissin και Brembo. Η τρόμπα είναι της ιαπωνικής εταιρείας και οι δαγκάνες της ιταλικής. Ως αποτέλεσμα, η αίσθηση και η δύναμη πέδησης είναι ανάμεσα στην ομαλότητα και την φιλικότητα των ιαπωνικών φρένων και την ακρίβεια και την αμεσότητα των ιταλικών. Ό,τι πρέπει δηλαδή για οδήγηση στους ελληνικούς δρόμους, ώστε να νοιώθεις ασφάλεια και ταυτόχρονα έχουν το κάτι παραπάνω για να ταιριάζουν με τις επιδόσεις και τον γνήσιο σπορ χαρακτήρα του Brutale 800 RR.

Το μόνο που είναι εκτός πνεύματος είναι το συμβατικό ABS, όπου σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συγκριθεί με τα cornering ABS. Έχεις όμως τη δυνατότητα πλήρους απενεργοποίησής του, οπότε μέσα στην πίστα ή σε δρόμους με σαμαράκια, ένας έμπειρος αναβάτης θα μπορεί να φρενάρει καλύτερα από τους υπόλοιπους που θα χάνουν μέτρα από τα αμολήματα του cornering ABS. Όμως εκεί που το Brutale 800 RR έχει σαφές πλεονέκτημα και δείχνει την καθαρόαιμη καταγωγή του είναι σε καλής ποιότητας δρόμους. Όσο πιο επίπεδη είναι η επιφάνεια του δρόμου και όσο περισσότερη πρόσφυση έχει, τόσο μεγαλώνει η διαφορά του Brutale 800 RR από τα υπόλοιπα γυμνά streetfighter του ανταγωνισμού.

Τα περιθώρια κλίσης είναι τεράστια, το πιρούνι και το πλαίσιο σου επιτρέπουν να χαράζεις την πορεία σου με ακρίβεια λέιζερ στις στροφές και ο κινητήρας έχει άμεσα όση ροπή θέλεις στις εξόδους και περισσεύει γκάζι στις ευθείες. Η MV Agusta δηλώνει 140 ίππους για αυτή την Euro4 έκδοση του τρικύλινδρου κινητήρα της, που είναι εξωφρενικός αριθμός για 800 νορμάλ κυβικά. Στο δυναμόμετρο έδειξε πάνω από 120 αληθινούς ίππους στον πίσω τροχό, κάτι που επίσης είναι εντυπωσιακό επίτευγμα για τέτοιου είδους κινητήρα. Αν συνδυάσεις αυτή τη μέγιστη ιπποδύναμη με την απουσία οποιασδήποτε τρύπας ή έξαρσης, τότε πρέπει να παραδεχτούμε πως η MV Agusta έχει αυτή τη στιγμή τον καλύτερο κινητήρα κάτω από τα 1000 κυβικά.

Σε κάνει όμορφο

Τα κριτήρια αγοράς του Brutale 800 RR διαφέρουν από εκείνα που ισχύουν για την πλειοψηφία των υπόλοιπων γυμνών μοτοσυκλετών. Πρώτα απ’ όλα γιατί η έκδοση RR στα 17.900 ευρώ είναι πολύ πιο ακριβή από την βασική έκδοση. Αυτομάτως η τιμή αυτή διώχνει όσους αγοράζουν μοτοσυκλέτα διαιρώντας τα κυβικά με το ευρώ. Δεύτερον, είναι ο ίδιος ο καθαρόαιμος ιταλικός σπορ χαρακτήρας της μοτοσυκλέτας που την ξεχωρίζει. Το Brutale 800 RR είναι το ίδιο πράγμα με τις γόβες που αγοράζουν και φοράνε οι γυναίκες. Κοστίζει ακριβά, πρέπει να ξέρεις να την περπατήσεις, αλλά σε κάνει να δείχνεις και να νοιώθεις πολύ πιο όμορφος! Κι όπως έχουμε δει έως τώρα από τις κινήσεις της νέας ιδιοκτησίας, θα μπορείς να δείχνεις και να νοιώθεις όμορφος για πολλά χρόνια στο μέλλον.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ            MVAGUSTABRUTALE 800 RR

Αντιπρόσωπος:

ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΜΟΤΟ

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2045

Μεταξόνιο (mm):

1400

Απόσταση από το έδαφος (mm):

135

Ύψος σέλας (mm):

830

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

650

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

530

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

870

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

400

 

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο χωροδικτύωμα με αλουμινένιες βάσεις

Πλάτος (mm):

875

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

175/-

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τρικύλινδρος εν σειρά

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

79 x 54,3

Χωρητικότητα (cc):

798

Σχέση συμπίεσης:

13,3:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

140/12.300

Ροπή (kg.m/rpm):

8.87/10.100

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

175,4

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός 50mm με δύο μπεκ ανά αυλό εισαγωγής

Σύστημα εξαγωγής:

3 σε 1 σε 3

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

1,863

Τελική μετάδοση / σχέση:

2,562

 

Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

1η

2,846

2α

2,125

3η

1,777

4η

1,578

5η

1,428

6η

1,318

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,91

12,99

0-100

3,89

55,38

0-150

6,17

135,92

0-200

11,44

397,27

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

11,49

42,8

0-1.000

21,40

228,84

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

2,71

83,14

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

2,57/42,8

2,74/-

3,13/51,79

80-120

2,55/70,72

3,01/83,51

-/-

120-160

2,4/93,76

3,23/126,36

-/-

160-200

3,5/177,06

4,5/227,6

4,59/231,59

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

4,44

96,69

 

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):

125

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεσησυμπίεσης/επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 x 17

Ελαστικό:

180/55-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 220mm με δαγκάνα δύο εμβόλων της Brembo και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ψηφιακό μονόχρωμο πολυόργανο LCD, ρυθμιζόμενο tractioncontrol, ABS με δυνατότητα απενεργοποίησης

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι Upside Down της Marzocchi

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

43/125

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 x 17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 320mm με ακτινικές δαγκάνες 4 εμβόλων Brembo και ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

120,28/12.400

Ροπή (kg.m/rpm):

7,46/10.500

 

 

 

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

7,8

Ελάχιστη

6,2

Μέγιστη

9,8

Αυτονομία(km):

215

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

16,7/-