KTM 390 Duke (2013) - Αρχείο ΜΟΤΟ

Αυτό που έλειπε!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

25/7/2019

Το Duke 390 ανέκαθεν αποτελούσε μια μοτοσυκλέτα που στοίχειωνε τα όνειρα των νεαρών -και όχι μόνο- αναβατών. Από την πρώτη μας κιόλας επαφή μαζί του, στην παρουσίασή του μέσα στο "σπίτι" του το Mattighofen της Αυστρίας, μας κατέστησε σαφές ότι το fun είναι το κυρίαχο στοιχείο του χαρακτήρα του. Ένα στοιχείο, που έμεινε αναλοίωτο σε όλες τις επόμενες γενιές του!

 

Το άρθρο προέρχεται από το αρχείο του περιοδικού ΜΟΤΟ και αναδημοσιεύεται από την αρχική του μορφή δίχως αλλαγές. Αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του περιοδικού, μαζί με τις φωτογραφίες που το συνοδεύουν. Απαγορεύεται οποιαδήποτε αντιγραφή, οικειοποίηση μέρους ή του συνόλου του κειμένου και των φωτογραφιών, παραλλαγή ή χρήση πέραν της ανάγνωσης

 

Αυτό που έλειπε!

Η Apple δεν θα μπορούσε να κατασκευάσει ούτε ένα απλό κομπιουτεράκι χωρίς να διαθέτει οθόνη αφής, όπως και η Monica Bellucci δεν θα έπαιζε ποτέ μα ποτέ στο Misery του Stephen King. Όπως όλα τα παραπάνω δεν θα μπορούσαν να συμβούν σε κανένα σύμπαν, έτσι και η ΚΤΜ δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να φτιάξει μια μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτα που δεν θα ξεχείλιζε από ζωντάνια, νεύρο και αίσθηση...

Είναι αλήθεια πως η οικογένεια των Duke χαρακτηρίζονταν από ένα χάσμα... γενεών. Από τη μια μεριά είχαμε τα 125 και 200 Duke, την χαρά του entry level χούλιγκαν, κι από την άλλη τα 690 και 990 Super Duke, τη χαρά του "αυτόφωρου". Όσοι ήθελαν να παραμείνουν πιστοί στην οικογένεια των ευγενών από το Mattighofen έπρεπε να κάνουν ένα σημαντικό άλμα δεδομένων και επιδόσεων, για το οποίο -κακά το ψέματα- δεν ήταν όλοι έτοιμοι. Δεν ήταν όμως μόνο αυτοί που ένιωθαν να τους λείπει αυτό το σκαλοπάτι, αλλά κι ένα μεγάλο μέρος του κοινού που σύντομα θα έψαχνε να βρει την διάδοχη κατάσταση σε αυτό που οδηγούσε. Το 2012 ήταν μια χρονιά ρεκόρ σε πωλήσεις για την ΚΤΜ, εκ των οποίων σχεδόν οι μισές οφείλονταν σε μοτοσυκλέτες δρόμου, και σίγουρα δεν ήταν τα μεγαλύτερα Duke που έκαναν τη διαφορά, αλλά οι δύο μικρές εκδόσεις των 125 και 200 κυβικών. Άλλωστε το 200 ήταν το πιο καλοπουλημένο street της εταιρείας για την χρονιά που πέρασε. Δημιουργείται λοιπόν έτσι ένα εν δυνάμει κοινό που ψάχνει το επόμενο βήμα. Προσθέστε στους παράγοντες και την δημιουργία της κατηγορίας Α2 στις άδειες οδήγησης που ισχύει από την αρχή της φετινής χρονιάς... και εγένετο 390 Duke!


Το μεγαλύτερο μικρό Duke συναρμολογείται κι αυτό εκεί απ' όπου βλέπουν το φως της παραγωγής και τα δύο μικρότερα, στην Ινδία δηλαδή, και θα είναι η πρώτη μοτοσυκλέτα της εταιρείας που θα πωλείται σε όλες τις αγορές παγκοσμίως που υπάρχει δίκτυο της ΚΤΜ. Αυτό είναι ίσως και το καλύτερο –εμπορικά- ατού που διαθέτει ο κυβισμός. Τα μεν 125 και 200 αφορούν περισσότερο της λεγόμενες αναδυόμενες οικονομίες, όπως της Ασίας και της Νότιας Αμερικής, ενώ τα μεγαλύτερα street μοντέλα της ΚΤΜ στόχευαν στις αναπτυγμένες αγορές του δυτικού κόσμου. Το 390 όμως τους αφορά όλους, καθώς είναι μια άσκηση ισορροπίας ανάμεσα σε δύο κόσμους. Εκμεταλλεύεται την χρηστικότητα και την ευκολία των μικρών σε συνδυασμό με επιδόσεις και δυνατότητες μιας μεγάλης μοτοσυκλέτας. Πώς το κάνει αυτό; Εμείς ταξιδέψαμε μέχρι το "σπίτι" της ΚΤΜ για να το διαπιστώσουμε, φτάνοντας στην Αυστρία κατά τη διάρκεια της πιο κρύας άνοιξης που έζησε η χώρα τα τελευταία εβδομήντα χρόνια...

 

Βαλς με έναν Δούκα
Είναι η πρώτη φορά που για την παρουσίαση μιας street μοτοσυκλέτας η ΚΤΜ προσκαλεί τους δημοσιογράφους απ' όλο τον κόσμο στην έδρα της. Αυτό και μόνο το γεγονός δείχνει την βαρύτητα που δίνουν οι αυστριακοί στο πιο πρόσφατο δημιούργημά τους. Η παρουσίαση μάλιστα συνοδευόταν κι από μια σύντομη επίσκεψη στο εργοστάσιο και τις γραμμές παραγωγής, ούτως ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα την δυναμική που κρύβει μέσα της η εταιρεία του Mattighofen. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το ότι για να γνωρίσεις καλύτερα μια γυναίκα είναι απαραίτητο να πας σπίτι της και να σου μαγειρέψει...
Πριν το φαγητό όμως επιβάλλεται χορός, που στο δικό μας παράλληλο σύμπαν μεταφράζεται σε μια γεμάτη μέρα οδήγησης στα πέριξ του Salzburg. Από πόλη και μποτιλιάρισμα, με ολίγη από autobahn και μπόλικο ορεινό στροφιλίκι. Όλο το πεδίο δράσης δηλαδή του 390 Duke, που πλέον βάζει και το ταξίδι -έστω και σχετικά μικρής εμβέλειας- στην εξίσωση των επιλογών του.
Πέρα απ' αυτό πάντως, για όσους έχουν οδηγήσει τις μικρότερης εκδόσεις, η αίσθηση του 390 δεν θα γινόταν να είναι πιο οικεία. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε, αφού ΟΛΕΣ οι διαστάσεις είναι ακριβώς ίδιες. Η θέση οδήγησης τοποθετεί τον αναβάτη στην ίδια επιθετική στάση ακριβώς, με τον μπροστινό τροχό να βρίσκεται λίγο πιο μπροστά από εκεί που κάθεται, με τα μαρσπιέ να στέλνουν τα πόδια ψηλά και πίσω, τα γόνατα να φωλιάζουν στις εσοχές του ρεζερβουάρ, και τα χέρια να ανοίγουν σε φυσιολογικές γωνίες χάρη στο σχετικά φαρδύ τιμόνι του Duke. Παραδόξως, αν και στην αρχή χρειάζεται συνήθεια αυτή η θέση, καθώς τις πρώτες φορές που ανεβάζεις τα πόδια αντί για τα μαρσπιέ πατάς τους λεβιέδες των ταχυτήτων και του φρένου, δεν είναι καθόλου άβολη ακόμη και για πιο ψηλούς αναβάτες. Όσο κινείσαι, τόσο αντιλαμβάνεσαι το πόσο ωφέλιμη εργονομικά είναι η θέση οδήγησης, χαρίζοντας εξαιρετικό έλεγχο.


Όσο όμως κι αν αυτή η αίσθηση οικειότητας προσπαθεί φιλότιμα να σε ρίξει στην παγίδα του "μία από τα ίδια", κοντράρει πάνω στον καινούργιο κινητήρα που κάνει ξεκάθαρο με το καλημέρα πως έχεις να κάνεις με νέα δεδομένα. Κατ' αρχήν ο ήχος που σε καλωσορίζει πιο γεμάτος, ελαφρώς πιο μπάσος και πιο μεστός, διαλύει κάθε αμφιβολία πως κάτω από τα πόδια σου ένα έμβολο παλινδρομεί σε μεγαλύτερο χώρο. Ένας ζωντανός μονοκύλινδρος ήχος απελευθερώνεται από το τελικό της εξάτμισης, τον οποίο ο επανασχεδιασμένος τριοδικός καταλύτης δεν καταφέρνει να ξενερώσει, ενώ όσο ανεβαίνουν οι στροφές τόσο βελτιώνεται και το σάουντρακ. Και οι στροφές ανεβαίνουν εύκολα και γρήγορα. Η ευστροφία είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου μονοκύλινδρου και πλέον, τώρα που υπάρχει περισσότερη δύναμη και άριστα κατανεμημένη σε όλο το φάσμα των στροφών, μέσα στην πόλη το 390 Duke αποτελεί το φάρμακο κατά της ανίας. Όσο κι αν δυσκολεύεστε να το πιστέψετε, το Salzburg είναι μια πόλη με έντονο κυκλοφοριακό πρόβλημα και οι περισσότεροι κεντρικοί δρόμοι έχουν το πολύ δύο λωρίδες για κάθε κατεύθυνση.

Εκεί λοιπόν που ακόμη και έμπειροι κουριεράδες θα σιχτίριζαν την τύχη τους, το Duke απλά... διασκεδάζει. Με πιο "γεμάτες" χαμηλές και μεσαίες στροφές, δεν χρειάζεται πλέον η βοήθεια από το πατινάρισμα που ήταν μόνιμος σύντροφος στα 125 και 200, κάτι στο οποίο δεν βοηθά και η σχετικά σκληρή αίσθηση του συμπλέκτη (απορίας άξιο γιατί δεν χρησιμοποίησαν την τεχνολογία FCC που διαθέτουν για το μεγάλο Adventure, την οποία χρησιμοποιεί και ο ανταγωνισμός -βλέπε Ninja 300). Το σκορτσάρισμα συμβαίνει μόνο αρκετά πιο κάτω από τις 2.000 στροφές, ενώ οι εξαιρετικά μικρές διαστάσεις του και ο μοχλός από το τιμόνι ανάγουν τις σφήνες σε επιστήμη. Όσο κι αν προσπάθησα να αφομοιωθώ στο γενικότερο κλίμα πειθαρχίας που επικρατεί στους αυστριακούς δρόμους, μένοντας υπομονετικά πίσω από τα αυτοκίνητα, χωρίς να περνάω μπροστά σε κάθε ευκαιρία και χωρίς διήθηση (sic) ανάμεσά τους, το Duke έβαζε φιτιλιές και... μ' έριχνε στην αμαρτία. Να θέλεις ν' αγιάσεις και το Duke να μην σ' αφήνει ένα πράγμα! Αν το τιμόνι είχε και λίγο μεγαλύτερο κόψιμο, τότε ακόμη εκεί θα ήμουν και θα έκοβα βόλτες γύρω από το άγαλμα του Mozart!

Μέσα στην πόλη το 390 Duke αποτελεί το φάρμακο κατά της ανίας

Όπως πρέπει
Ευτυχώς (αλλά ταυτόχρονα και δυστυχώς) η οδήγηση μέσα στην πόλη δεν είχε μεγάλη διάρκεια και μετά από λίγα χιλιόμετρα βρεθήκαμε περιτριγυρισμένοι από χιονισμένες πλαγιές και δρόμους που ίσα-ίσα είχε λιώσει ο πάγος πάνω τους. Η πρόσφατη εμπειρία από το 200 Duke στην βροχή έκανε το σβέρκο και την πλάτη μου πίστα dragster για σταγόνες κρύου ιδρώτα. Τζάμπα όμως, γιατί πλέον τα ελαστικά της MRC με τα οποία εφοδιάζονται τα δύο μικρότερα Duke, έχουν δώσει την θέση τους στα Metzeler M5. Καμία σχέση! Εκεί που το 200 άρχιζε να γλιστράει στη μυρωδιά και μόνο υγρασίας, τα Metzeler έβρισκαν πρόσφυση ακόμη και σε φρεσκολιωμένο χιόνι. Μπορούσαν να διαχειριστούν πολύ καλύτερα και την παραπάνω δύναμη, αλλά και τις δυνάμεις που ασκούνταν στα φρένα κάθε 50 μέτρα (τόσο κρατούσαν τα μικρά ευθειάκια μεταξύ των στροφών). Έχοντας την εμπιστοσύνη που χρειαζόμουν σε τέτοιες κρύες συνθήκες, είχα και την δυνατότητα να εκμεταλλευτώ κι άλλη μια δυνατότητα που προσφέρει το 390: την "μία πάνω". Με τον τρόπο που έχει κατανεμηθεί η δύναμη και την γραμμικότητα της απόδοσης, υπάρχει σαφώς η δυνατότητα να έχεις μόνιμα μια τρίτη -στα πολύ κλειστά- ή τετάρτη -στα πιο ανοιχτά- κομμάτια για να οδηγείς με ροή και σβέλτα. Από την άλλη, αυτό λειτουργεί και αντισταθμιστικά στην αρκετά ευαίσθητη και παραπάνω ίσως απ' ό,τι θα έπρεπε απόκριση του γκαζιού στις χαμηλές στροφές-γεγονός με το οποίο συμφώνησε και ο υπεύθυνος εξέλιξης της ECU για το 390 Duke- έτσι ώστε να μην ταράζεται η ισορροπία της μοτοσυκλέτας. Ειδικά από τις 6.000 και πάνω μέχρι τον κόφτη στις 10.500 στροφές, η δύναμη παρέχεται γενναιόδωρα και απρόσκοπτα. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάτω από τις 6.000 δεν υπάρχει ζωή, απλώς από εκείνο το σημείο κι ύστερα γίνεται πιο άμεσα αντιληπτός ο ρυθμός παροχής της δύναμης.


Αποκτώντας αυτή τη ροή ανακαλύπτεις κι άλλες κρυμμένες αρετές του Duke. Για παράδειγμα, παρά το γεγονός ότι αμορτισέρ και πιρούνι είναι ακριβώς ίδια με των μικρότερων της οικογένειας, οι εσωτερικές ρυθμίσεις είναι πιο σφιχτές και σκληρές στο 390. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα σε μικρές ταχύτητες και σε συνθήκες αστικής μετακίνησης, οι αναρτήσεις του Duke να μην συμπιέζονται αρκετά και να νιώθεις μια σκληρή αίσθηση, παρά τα 10 περισσότερα κιλά του βάρους του. Μόλις όμως αρχίσεις να το οδηγείς με σβέλτη ροή και πιο επιθετικά, καταλαβαίνεις ότι η συμπεριφορά των αναρτήσεων είναι αυτή που θα έπρεπε να είναι. Υπάρχει σίγουρα ο συμβιβασμός στην άνεση όταν μιλάμε για διεκπεραιωτικές διαδρομές, αλλά αποζημιώνεσαι με το παραπάνω όταν αρχίζει να πιέζεις, και το 390 Duke είναι η αλήθεια πως αφήνει αρκετά ικανοποιητικά περιθώρια για πίεση. Τότε είναι που νιώθεις ότι οδηγείς ένα αρμονικό σύνολο, που παρά τις μικρές διαστάσεις του σου εμπνέει σιγουριά ακόμη κι όταν στρίβεις σε παρατεταμένες ανοιχτές καμπές με πάνω από 140 στο κοντέρ, ή όταν έχεις σύμμαχο την σταθερότητα καθώς παλεύεις με τον αέρα σκυμμένος πάνω από το ρεζερβουάρ στην εθνική, με το κοντέρ να ξεπερνά τα 160.


Αυτή η σταθερότητα και οι επιδόσεις του είναι μεν πλεονεκτήματα που ανοίγουν και ταξιδιωτικές προοπτικές για το μικρό Duke, αλλά από την άλλη, η σχετικά σκληρή σέλα και η παντελής έλλειψη προστασίας μειώνουν κάποιο ποσοστό από το βεληνεκές του. Ενθαρρυντικά όμως ήταν τα δεδομένα από την κατανάλωσή του 390 Duke, καθώς αν και δεν γεμίσαμε κατά την διάρκεια της δοκιμής με καύσιμα, μετά από 170 περίπου χιλιόμετρα ο ψηφιακός δείκτης είχε πέσει στο μισό τους ρεζερβουάρ των 11 λίτρων. Μπορεί να μην είναι μια άκρως αξιόπιστη ένδειξη, αλλά τουλάχιστον δίνει ένα μέτρο της πραγματικά μικρής κατανάλωσης.
Εκεί όμως που πραγματικά το 390 Duke αξίζει τα εύσημα, είναι για το πακέτο φρένων που διαθέτει. Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για το ίδιο πακέτο με των μικρότερων Duke τα οποία έχουν να διαχειριστούν περισσότερο βάρος και παραπάνω δύναμη, τα δισκόφρενα της Bybre, ανταποκρίνονται άριστα στο ρόλο τους. Δύναμη, προοδευτικότητα και πληροφόρηση είναι σε κορυφαίο επίπεδο, ενώ η συνεργασία με το ABS της Bosch είναι υποδειγματική. Σε καμία περίπτωση δεν υπήρχε άκαιρη ενεργοποίηση του συστήματος, ενώ κι όταν αυτό συνέβαινε η ανάδραση σε μανέτα και λεβιέ ήταν έως και μηδενική. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως σύμφωνα με τα λεγόμενα του Thomas Kuttruf, του PR manager της ΚΤΜ, η Bosch συνεργάζεται στενά με την εταιρεία για την εφαρμογή νέων τεχνολογιών.

Σήμα κατατεθέν για όλη την οικογένεια των Duke το σχήμα της μάσκας και του προβολέα, ενώ το μικρό ζελατινάκι μπροστά από τα όργανα εξυπηρετεί καθαρά και μόνο αισθητικούς σκοπούς

 

Κομμάτι του παζλ

Η έλευση του 390 Duke είναι ακόμη ένα κομμάτι που έρχεται να συμπληρώσει σιγά-σιγά μια μεγαλύτερη, ευρύτερη εικόνα. Η ΚΤΜ διαβλέπει τις τάσεις και την κατεύθυνση της αγοράς και γεμίζει τα κενά της δίχως να χάνει την εταιρική της ταυτότητα και φιλοσοφία. Εστιάζει σε νέες αγορές και κατηγορίες εισάγοντας όμως μοτοσυκλέτες που διαθέτουν το πνεύμα που διαποτίζει κάθε προϊόν των αυστριακών. Το ίδιο έκανε με το 390 Duke. Το έργο όμως δεν σταματά εκεί. Η ΚΤΜ έχει μελλοντικά πλάνα που ακόμη πιο μεγαλόπνοα. Είναι ήδη γνωστό ότι η σειρά των μικρών Duke θα αποτελέσει την βάση για μια αντίστοιχη οικογένεια supersport μοτοσυκλετών (τα RC3), ενώ στο πιο βαθύ μέλλον ετοιμάζεται ήδη η σειρά που θα αποτελεί ένα υβρίδιο ανάμεσα σε supermoto και on-off μοτοσυκλέτες (και θυμηθείτε στο μέλλον πού το διαβάσατε αυτό για πρώτη φορά...). Ο καθένας λοιπόν μπορεί να καταλάβει το πόσο σημαντικό είναι να μπουν από την αρχή οι σωστές βάσεις. Σε επίπεδο προ-παραγωγής (όπως ήταν οι μοτοσυκλέτες που οδηγήσαμε) υπάρχουν ακόμη μερικοί τομείς με περιθώρια βελτίωσης, όπως για παράδειγμα η δυσκολία που είχαν πολλές από τις μοτοσυκλέτες να ξαναπάρουν μπροστά όταν ήταν ζεστοί οι κινητήρες, ένας λίγο πιο μαλακός σε λειτουργία συμπλέκτης και ίσως μια ελαφρώς πιο άνετη σέλα για τον αναβάτη. Αν σε αυτούς τους τομείς γίνει αυτό που πρέπει, τότε δεν θα μιλάμε απλώς για σωστές βάσεις, αλλά για ακλόνητα θεμέλια.

Tech Box
Πλαίσιο – αναρτήσεις - φρένα

Το πλαίσιο του 390 Duke παραμένει ένα ατσάλινο σωληνωτό χωροδικτύωμα. Μάλιστα, είναι ακριβώς ίδιο με τα πλαίσια των μικρότερων Duke (των 125 και 200), καθώς όπως είχαμε γράψει και στις δοκιμές των συγκεκριμένων εκδόσεων, οι δυνατότητές του υπερκάλυπταν και με το παραπάνω τις απαιτήσεις διαχείρισης των δυνάμεων και της ισχύος του κινητήρα. Η μόνη διαφορά είναι καθαρά αισθητική, αφού το πλαίσιο του 390 είναι βαμμένο πορτοκαλί, έτσι ώστε να δημιουργεί οπτικά περισσότερες γέφυρες με τα μεγαλύτερα Duke. Το υποπλαίσιο είναι κι αυτό ατσάλινο, όχι αφαιρούμενο, ενώ και η σχετικά συντηρητική γεωμετρία (κάστερ 25° και ίχνος 100mm) των μικρών Duke έχει διατηρηθεί αναλλοίωτη.
Το ανεστραμμένο μπροστινό των 43 χιλιοστών, είναι ίδιο με των μικρότερων Duke και έχει εξελιχθεί από την WP (που ανήκει στην ΚΤΜ) αλλά κατασκευάζεται στην Ινδία από την Endurance, η οποία ανήκει κι αυτή εξολοκλήρου στην Bajaj! Η διαδρομή των τροχών είναι ίδια εμπρός και πίσω στα 150mm, ενώ η μοναδική ρύθμιση για την οποία υπάρχει δυνατότητα, είναι η προφόρτιση του ελατηρίου στο αμορτισέρ, το οποίο είναι κι αυτό προϊόν της συγκεκριμένης συνεργασίας.
Οι τροχοί είναι της κινεζικής Jingfi και φιλοξενούν το ίδιο πακέτο φρένων από την Bybre -την ινδική έκδοση της Brembo (By Brembo)- με την ακτινική δαγκάνα, τον δίσκο των 300mm εμπρός και των 230 χιλιοστών πίσω. Το ABS είναι στάνταρ στον εξοπλισμό της μοτοσυκλέτας και είναι η γνωστή μονάδα 9MΒ της Bosch που λειτουργεί με δύο κανάλια -ανεξάρτητα δηλαδή για εμπρός και πίσω- με δυνατότητα απενεργοποίησης μέσω ενός... κρυφού (τουλάχιστον στα μοντέλα προ-παραγωγής που οδηγήσαμε) διακόπτη, ενώ το συνολικό βάρος που προστίθεται με όλα τα περιφερειακά εξαρτήματα του συστήματος είναι δύο κιλά.

Ολόιδιο, πέρα από την χρωματική επιλογή, είναι το πλαίσιο και το υποπλαίσιο του 390 Duke με τα αντίστοιχα από τα μικρότερα αδέρφια του, ακθώς επίσης και το αμορτισέρ της WP που φτιάχνεται από την Endurance

 

Tech Box

Κινητήρας

Για την δημιουργία του νέου 390, τα τμήματα R&D της ΚΤΜ και της Bajaj συνεργάστηκαν από κοινού στην κατασκευή ενός καινούργιου κινητήρα, ο οποίος φυσικά και βασίζεται στις προηγούμενες εκδόσεις των 125 και 200 κυβικών. Πιο συγκεκριμένα, η χωρητικότητα των 373,2 κυβικών προέρχεται από αύξηση της διαμέτρου του εμβόλου στα 89mm (από 72mm στο 200) και της διαδρομής του στροφάλου στα 60mm (από 49mm στο 200 αντίστοιχα). Για την δημιουργία μάλιστα των νέων δεδομένων, η ΚΤΜ χρησιμοποίησε την τεχνογνωσία της από τους κινητήρες υψηλών επιδόσεων στα motocross μοντέλα της, όπως συνέβη και στους μικρότερους κυβισμούς. Οι βαλβίδες εισαγωγής μεγάλωσαν σε διάμετρο, φτάνοντας τα 35mm (από 28,5mm του 200) και οι εξαγωγής τα 29mm (από 24mm αντίστοιχα), ενώ η περιεχόμενη γωνία τους παρέμεινε στις 29,5°. Τα βασικά μέρη του κινητήρα, όπως τα κάρτερ και η κεφαλή, παρέμειναν ίδια με των μικρότερων Duke, όμως ο κύλινδρος είναι εντελώς καινούργιος, όχι μόνο λόγω των διαφορετικών διαστάσεων, αλλά και γιατί πλέον διαθέτει επίστρωση Nicasil, ενώ οι αντίστοιχοι των 125/200 διαθέτουν χιτώνια. Ο σφυρήλατος, μονοκόμματος στρόφαλος συνδυάζεται με μια επίσης σφυρήλατη ατσάλινη μπιέλα κι ένα έμβολο με τρία ελατήρια, το οποίο είναι κι αυτό σφυρήλατο σε αντίθεση με τα χυτά έμβολα που χρησιμοποιούνται στα Duke 125 και 200. Τα ενδιάμεσα κοκοράκια που ελέγχουν την κίνηση των βαλβίδων έχουν επίστρωση DLC -μια πάγια τεχνική της ΚΤΜ- ενώ ο κινητήρας του 390 Duke διαθέτει και έναν αντικραδασμικό άξονα, ο οποίος είναι αρκετά αποτελεσματικός.

Ο λόγος συμπίεσης είναι αρκετά υψηλός (12,5:1) σε σύγκριση με του 200 (11,5:1), αλλά ίδιος με τον αντίστοιχο του 125. Οι εκκεντροφόροι είναι ίδιοι σε προφίλ με των μικρότερων κυβισμών, αλλά διαφορετικής διαμέτρου είναι το σώμα του ψεκασμού που στο 390 φτάνει τα 46 χιλιοστά, ενώ αντίστοιχα στο 200 είναι 38mm και στο 125 33mm. Αντίστοιχα μεγαλύτερο είναι το φιλτροκούτι όπως και το μπεκ, το οποίο ελέγχεται από την ECU της Bosch που είναι κοινή και στις τρεις εκδόσεις και κατασκευάζεται στην Ινδία με την άδεια της γερμανικής φίρμας.

Μια από τις σημαντικές διαφορές του συγκεκριμένου κινητήρα σε σχέση με τους άλλους δύο μικρότερους της οικογένειας, είναι πως στο 390 υπάρχουν δύο αντλίες λαδιού αντί για μία. Η μία είναι για να στέλνει με υψηλή πίεση το λάδι για την λίπανση και η άλλη κάνει την αναρρόφηση του λαδιού από τον στροφαλοθάλαμο. Αυτό συμβαίνει γιατί με την χρησιμοποίηση του ίδιου κάρτερ με τους μικρότερους κινητήρες, ο στρόφαλος του 390 εδράζεται πιο χαμηλά μέσα στον κινητήρα.

Στις επιμέρους διαφορές συγκαταλέγεται το ελαφρώς μεγαλύτερο ψυγείο, ποου είναι τοποθετημένο στο κάτω μέρος μπροστά από την καρίνα, ενώ λίγο μεγαλύτερος και βαρύτερος είναι και ο καταλύτης του τελικού της εξάτμισης, που είναι τοποθετημένη κάτω από τον κινητήρα για καλύτερη συγκέντρωση των μαζών, στα πρότυπα των σύγχρονων supersport μοτοσυκλετών. Για να δημιουργηθεί χώρος για τον καταλύτη οι άξονες του κιβωτίου που έχει επανασχεδιαστεί είναι τοποθετημένοι κατακόρυφα, ενώ έχει τοποθετηθεί κι ένας μεγαλύτερος συμπλέκτης για καλύτερη διαχείριση της παραπάνω ισχύος και ροπής. Το αποτέλεσμα είναι να ζυγίζει ο κινητήρας μόλις 36 κιλά, σε σύγκριση με τα 28 κιλά των κινητήρων από τα 125/200. Το ενδιάμεσο διάστημα μεταξύ των service έχει καθοριστεί στα 7.500 χιλιόμετρα.

Η απόδοση του κινητήρα είναι 44 άλογα, τα οποία αποδίδονται στις 9.500 στροφές (η τριπλάσια ιπποδύναμη δηλαδή από το 125, αλλά στις ίδιες στροφές), ενώ σχεδόν διπλάσια είναι και η ροπή του (3,5kgm στις 7.250 στροφές) από το 200 Duke. Λόγω όμως του ότι υπερβαίνει το όριο της ευρωπαϊκής οδηγίας για την κατηγορία διπλωμάτων Α2, σε ό,τι αφορά τον λόγο kW/kg, θα υπάρχει κιτ για περιορισμό της ισχύος στα 30kW (41,2HP) ώστε να φτάνει ο λόγος στο επιθυμητό 0,2kW/kg, το οποίο δεν θα είναι κάτι περισσότερο από ένα... στοπ στο γκάζι.

Διαφορετικές είναι οι σχέσεις (μακρύτερες) στο κιβώτιο του 390 σε σχέση με του 200, όπως μακρύτερη είναι και η πρωτεύουσα μετάδοση λόγω της αυξημένης ιπποδύναμης. Ο λόγος της τελικής μετάδοσης όμως παρέμεινε ίδιος, πράγμα που σημαίνει ότι τα γρανάζια της θα είναι κοινά ανταλλακτικά και για τις τρεις εκδόσεις
 
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ 390 Duke
Αντιπρόσωπος:
KTM SEE
Τιμή:
Αναμένεται
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μεταξόνιο (mm):
1367
Απόσταση από το έδαφος (mm):
172
Ύψος σέλας (mm):
800
Ίχνος (mm):
100
Γωνία κάστερ (˚):
25
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό χωροδικτύωμα
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
139 / 148
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος, με 4 βαλβίδες και 2ΕΕΚ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
89 x 60
Χωρητικότητα (cc):
373,2
Σχέση συμπίεσης:
12,5:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
44 / 9.500
Ροπή (kg.m/rpm):
3,5 / 7.250
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
117,9
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής:
1 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm
1η
2,666 / 5
2α
1,857 / 7
3η
1,421 / 9
4η
1,142 / 12
5η
0,956 / 14
6η
0,875 / 15
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με γρανάζια / 2,666
Τελική μετάδοση / σχέση:
Με αλυσίδα / 3,214
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
3,15
3,36
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ένα αμορτισέρ WP χωρίς μοχλικό
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
150 / -
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
4,00 x 17''
Ελαστικό:
150/60 ZR 17
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 230mm με δαγκάνα ενός εμβόλου
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι WP
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
150 / 43
Ρυθμίσεις:
-
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3,00 x 17''
Ελαστικό:
110/70 ZR 17
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 300mm με ακτινική δαγκάνα Bybre τεσσάρων εμβόλων
 
ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ
 
ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΑ ΣΧΕΣΗ
Κόφτης:
10.500
Μέγιστη ισχύς:
9.500
 
 
1η
53
2α
76
3η
99
4η
124
5η
148
6η
161
 

 

Yamaha Tenere 700 & Tenere 700 Rally 2025: Αναλυτική παρουσίαση οδηγώντας και τα 2 στο στοιχείο τους [VIDEO]

Μικρές αλλαγές που κάνουν μία διαφορά
Tenere
Από τον

Κίμωνα Καράμπελα

14/8/2025

Το "Next Horizon" της Ténéré 700 δεν είναι απλώς ένα εμπορικό σλόγκαν. Είναι η φιλοσοφία πίσω από τη μοτοσυκλέτα που έχει ως στόχο να ικανοποιήσει διαφορετικούς τύπους αναβατών. Το 2025, η δημοφιλέστερη on/off των τελευταίων ετών ανανεώθηκε σημαντικά μετά την πρώτη παρουσίαση το 2019, φέρνοντας βελτιώσεις τόσο σε επίπεδο τεχνολογίας όσο και εργονομίας, διατηρώντας παράλληλα τα στοιχεία που την καθιέρωσαν.

H Yamaha Ευρώπης αγαπάει πολύ το Μαρόκο, το έχουμε καταλάβει από πέρυσι με την πρόσκληση της να οδηγήσουμε τα Ténéré GYTR με τις αγωνιστικές πινελιές στην έρημο Merzouga. Αυτή τη χρονιά επέλεξε ξανά την ίδια χώρα αλλά διαφορετική έρημο, την Agafay Desert που βρίσκεται στα πέριξ του Μαρακές για να δοκιμάσουμε τα νέα Ténéré στο στοιχείο τους. Η σχέση της Yamaha με το Μαρόκο δεν ξεκινάει από τις παρουσιάσεις νέων μοντέλων αλλά επειδή πλέον έχει μόνιμη βάση εκεί για να εξυπηρετεί τις ανάγκες του Ténéré Spirit Experience, της ομάδας δηλαδή που παρέχει ένα πλήρες πακέτο σε όποιον θέλει να αγωνιστεί/προπονηθεί σε συνθήκες rally με την Ténéré του ή με μία κατάλληλα προετοιμασμένη από αυτούς αγωνιστική μοτοσυκλέτα. Με την αποχώρηση της Yamaha από το παγκόσμιο πρωτάθλημα rally raid, όλο το ενδιαφέρον έχει πέσει στα μεγάλα adventure που συνεχίζουν να κατακλίνουν την αγορά σύμφωνα με την προτίμηση του κοινού. Γι’ αυτό με σημαία το Ténéré 700 η Yamaha κυνηγά τους αγώνες rally-raid όπου υπάρχει κατηγορία για μεγάλα δικύλινδρα, δείχνοντας με αυτό τον τρόπο το πόσο επενδύει σε αυτό το μοντέλο.

Tenere

 Ήταν καιρός για αλλαγή λοιπόν, ένα φρεσκάρισμα που έπρεπε να γίνει για να μείνει το Ténéré στο παιχνίδι, όταν οι αντίπαλοι από Ευρώπη αλλά κυρίως από Κίνα κάνουν την επίθεση τους στην κατηγορία. Το “Σπαρτιάτικο” Yamaha με τις πιο βασικές λειτουργίες και με τα ελάχιστα ηλεκτρονικά υποστηριζόταν θερμά από το κοινό που έλεγε “όσο λιγότερα-τόσο το καλύτερο” θέλοντας να τονίσουν με αυτό ότι η αξιοπιστία του T7 ήταν σε υψηλό επίπεδο επειδή δεν υπήρχαν πολλά λαμπάκια που να προειδοποιούν για πιθανή βλάβη. Ο καιρός όμως τα έφερε έτσι που ακόμα και αυτοί άρχισαν να καλοκοιτούν το «adv του γείτονα» που είχε στον στάνταρ εξοπλισμό μέχρι και θερμοφόρα για τα πόδια και αυτή ήταν η στιγμή που η Yamaha έπρεπε να δράσει για να κρατήσει το κοινό του Ténéré πιστό στην επιλογή του. Αυτή η πίστη εξ άλλου μετριέται σε νούμερα καθότι από την πρώτη εμφάνιση του T7 έχουν πουληθεί στην Ευρώπη περισσότερες από 70.000 μοτοσυκλέτες, με αύξηση πωλήσεων 68% από το 2020 μέχρι τα τέλη του 2024 ενώ κατέχει το 23% της πίτας του ανταγωνισμού στα μεσαία adventure στην Ευρώπη.

Δείτε το VIDEO της παρουσίασης:

Τι αλλάζει συγκεντρωτικά!

Για το 2025 η Yamaha είχε σαν στόχο να βελτιώσει το Ténéré 700 προσθέτοντας παραπάνω τεχνολογία και βελτιώνοντας σημεία που στο προηγούμενο μοντέλο είχαν αναφερθεί ως μειονέκτημα, με την προϋπόθεση ότι αυτές οι αλλαγές δεν θα επηρέαζαν την αξιοπιστία και τον χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας. Αρχικά κράτησαν τον γνωστό CP2 κινητήρα των 690κ.εκ. με τους 74 ονομαστικούς ίππους στις 9.000 στροφές και ροπή 6,93kg.m στις 6.500 και επενέβησαν μόνο στη διαχείριση της γκαζιέρας που πλέον οδηγείται ηλεκτρονικά στην ECU. Τοποθετήθηκε λοιπόν η γνωστή λύση ηλεκτρονικού γκαζιού (YCC-T) δίνοντας έτσι την επιλογή δύο χαρτογραφήσεων, την PWR 1-Sport και PWR 2-Explorer. H Sport χαρτογράφηση έχει τη μέγιστη απόδοση και η Explorer ομαλότερη για δύσκολες συνθήκες οδήγησης. Μαζί με τους χάρτες ήρθε και το traction control (TC) που είναι διαθέσιμο και στις δύο περιπτώσεις για να ενσωματωθεί με το ήδη υπάρχων ABS ενώ άλλο ένα εξάρτημα βελτιστοποιήθηκε λόγω του ηλεκτρονικού γκαζιού, το quickshifter όπου πλέον είναι δύο κατευθύνσεων και ανήκει στον πρόσθετο εξοπλισμό. Τα μόνα περιφερειακά του κινητήρα που δέχτηκαν βελτίωση είναι η εισαγωγή του αέρα που κόντυνε μερικά εκατοστά και μαζί με την νέα χαρτογράφηση υπόσχονται καλύτερη απόδοση στις χαμηλές στροφές. Το κιβώτιο έχει νέα γρανάζια για την 1η και 3η σχέση και διαφορετική γωνία για τα γρανάζια της 4ης και 6ης με στόχο ομαλότερες αλλαγές και τέλος το καπάκι του συμπλέκτη όπου η βάση της ντίζας μετακινήθηκε κατά 35° δεξιόστροφα για να μην ενοχλεί πλέον στο πόδι ή στην μπότα κατά την οδήγηση.

Tenere

Έχουμε επίσης νέα κάθετη οθόνη TFT 6.3 ιντσών να δίνει τις πληροφορίες και να προσφέρει συνδεσιμότητα με smartphone, επιτρέποντας πλοήγηση, χειρισμό τηλεφωνικών κλήσεων και αναπαραγωγή μουσικής. Ο χειρισμός γίνεται μέσω joystick πέντε κατευθύνσεων, ενώ παρέχεται και θύρα USB-C για φόρτιση συσκευών. Νέοι διακόπτες στο τιμόνι και πέραν του χειρισμού της οθόνης τα φλας διαθέτουν αυτόματη διακοπή, κουμπί αλαρμ και mode που επιλέγεις πρόγραμμα οδήγησης. Το τελευταίο γίνεται και κατά την οδήγηση αρκεί να κλείσεις το γκάζι, το ίδιο ισχύει για την απενεργοποίηση του TC και του ABS με τις τρεις λειτουργίες να παραμένουν: μπρος-πίσω ABS, μόνο εμπρός ABS, καθόλου ABS.

Το καλύτερο με αυτές τις λειτουργίες είναι ότι πλέον όταν σβήσεις τον κινητήρα δεν χάνονται οι ρυθμίσεις που επέλεξες και δεν χρειάζεται να μπεις στο μενού για να ξεκινήσεις από την αρχή. Για να τα λέμε σωστά, χάνονται, αλλά με το παρατεταμένο πάτημα του κουμπιού ABS που βρίσκεται δίπλα στην οθόνη οι ρυθμίσεις επιστρέφουν στην τελευταία αλλαγή που είχες κάνει και αυτό είναι πολύ ευκολότερο από ότι ισχύει εκεί έξω στις περισσότερες περιπτώσεις, η Triumph έχει κάτι αντίστοιχο. Αν πάλι θες να ενεργοποιήσεις το ABS και το TC απλά πατάς ξανά το κουμπί και επιστρέφει στην αρχική ρύθμιση.

Tenere

Πέραν των ηλεκτρονικών, μεγάλη αλλαγή όσο και αν δεν φαίνεται εκ πρώτης όψης είναι το νέο ρεζερβουάρ, παρέμεινε στα 16 λίτρα χωρητικότητας καυσίμου αλλά τοποθετήθηκε πιο μπροστά και πιο χαμηλά δίνοντας περισσότερο χώρο στα πόδια κυρίως στην όρθια θέση οδήγησης. Μαζί άλλαξε και η τάπα της βενζίνης η οποία πλέον είναι ενσωματωμένη στο ρεζερβουάρ και δεν εξέχει. Για να ταιριάξουν τα νέα πλαϊνά πλαστικά επανασχεδιάστηκαν και προσφέρουν επίσης μεγαλύτερη άνεση στις κινήσεις του αναβάτη με επίκεντρο πάλι την όρθια θέση οδήγησης.

Με αυτά ήδη συμπεραίνουμε ότι η Yamaha ήθελε να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στο χωμάτινο στοιχείο του Ténéré παρά στο ασφάλτινο, επισφράγιση σ’ αυτό είναι ότι προχώρησε σε μερικές έξτρα βελτιώσεις-λεπτομέρειες που μόνο στη χωμάτινη οδήγηση μπορούσαν να φανούν χρήσιμες. Ενίσχυσε την βάση της εξάτμισης όπου στα προηγούμενα μοντέλα στράβωνε εύκολα σε πτώση, ενίσχυσε το cockpit ή αλλιώς πύργο που συγκρατεί τα όργανα για μεγαλύτερη αντοχή στις δονήσεις και επανατοποθέτησε τον αισθητήρα του σταντ 15mm πιο ψηλά στον οποίο πρόσθεσε και προστατευτικό. Και δεν έχουμε τελειώσει, τα μαρσπιέ μεγάλωσαν κατά 36%, 10mm σε πλάτος και 12.5mm σε μήκος όπου ουσιαστικά αντέγραψαν τα μαρσπιέ που βλέπαμε στα World Raid και Extreme μόνο που τα νέα είναι σιδερένια και όχι τιτανίου.

Η σέλα έγινε μονοκόμματη όπως στα rally και δημιουργεί πιο ίσια θέση οδήγησης για να συμπληρώσει τη νέα εργονομία του Ténéré. Στον τομέα των αναρτήσεων έχουμε νέα τελείως δεδομένα, το μπροστινό πιρούνι διαμέτρου 43mm προσφέρει πλέον πλήρεις ρυθμίσεις σε συμπίεση, επαναφορά και προφόρτιση με διαδρομή 210mm και διαθέτει νέες ρυθμίσεις. Το πίσω αμορτισέρ ανανεώθηκε με επίσης νέες ρυθμίσεις, αλλά σημαντικότερα απέκτησε 7mm μεγαλύτερη διαδρομή εμβόλου (από 94mm σε 101mm) με τη διαδρομή του τροχού να παραμένει στα 200mm.

Για την έδραση του στο μοχλικό βλέπουμε νέες βάσεις σε νέο σχήμα που θυμίζουν μπούμερανγκ, κάτι που όπως υποστηρίζουν οι μηχανικοί της Yamaha βελτιώνει την αίσθηση της πίσω ανάρτησης. Αισθητικές επεμβάσεις εκτός από τα νέα πλαστικά μέρη έγιναν και στα μπροστινά φωτιστικά σώματα όπου έχουμε νέο σχεδιασμό με τέσσερις ισχυρούς LED προβολείς και νέα βάση σχήματος Υ όπου υπόσχονται καλύτερη κατανομή φωτός στον δρόμο ειδικά μπροστά και χαμηλά όπου υπήρχε κενό στην κάλυψη από τα προηγούμενα φώτα.

 

Άλλες εκδόσεις τώρα!

Όλες οι παραπάνω αλλαγές αφορούν το Ténéré 700 του 2025 στην απλή έκδοση η οποία είναι και η βάση που πατάει η Yamaha για να εξελίξει και τη νέα Rally έκδοση. Τα δύο μοντέλα είναι και τα μόνα που θα υπάρχουν για το 2025 ενώ επιπρόσθετα ένα κιτ χαμηλώματος εμπλουτίζει την απλή έκδοση, ουσιαστικά προσθέτοντας ένα ένα μοντέλο χωρίς συγκεκριμένη ονομασία. Το κιτ χαμηλώματος αφορά μόνο τις αναρτήσεις που χάνουν 20mm από την διαδρομή τους και κατεβάζουν το ύψος της σέλας στα 860mm και την απόσταση από το έδαφος στα 225mm, μαζί με το κιτ δίνεται και κοντύτερο πλαϊνό σταντ, διαφορετικά η μοτοσυκλέτα θα καθόταν τόσο όρθια που θα την έριχνε και ο αέρας ακόμη. Λέμε αντίο λοιπόν στις εκδόσεις με τα διπλά ντεπόζιτα και πάμε να δούμε τι βλέπουμε στο νέο Rally με το υπέροχο χρώμα sky blue. To Rally είναι ουσιαστικά το προηγο

μενο Extreme αλλά με όλα τα νέα δεδομένα για τα ηλεκτρονικά και τη γεωμετρία. Διαθέτει τις αναρτήσεις της KYB με την αυξημένη διαδρομή των 230mm για το πιρούνι (+20mm από το Standard) και το πίσω αμορτισέρ με διαδρομή τροχού 220mm (+20mm). Η διαφορά που βλέπουμε στο πίσω αμορτισέρ σε σύγκριση με την απλή έκδοση είναι ότι έχει παραμείνει ίδιο με το περσινό χωρίς κάποια αλλαγή στο μοχλικό. Η σέλα είναι η rally με τα +35mm για πιο ίσια θέση οδήγησης, τα μαρσπιέ είναι αυτά που βλέπαμε και πέρυσι στo Extreme όπου φέτος είναι ίδιας σχεδίασης με αυτά στην standard έκδοση μόνο που πλέον κατασκευάζονται από τιτάνιο άρα είναι και ελαφρύτερα κατά 228γρ., η αλουμινένια ποδιά επανασχεδιάστηκε και τέλος το raid theme υπάρχει και δω όπου μπορείς να το επιλέξεις στην οθόνη σου για να έχεις δύο μερικούς χιλιομετρητές όπως στους αγώνες rally-raid.

 

Βάλε μπρος και σήκωσε άμμο!

Ξεκινήσαμε την οδήγηση με το Terere 700 Rally, τυχεροί για άλλη μια φορά καθώς πλοηγός μας ήταν ο Stephane Peterhansel, ο ζωντανός θρύλος του Dakar. Δεν έφτανε αυτό και μαζί μας στο ρόλο του ενδιάμεσου ήρθε ο Gautier Paulin, πρώην αγωνιζόμενος και πολυνίκης του MXGP που είχε κατέβει ως wildcard στη θέση του Pol Tarres. Επέδειξα χαρακτήρα και επικεντρώθηκα στις αλλαγές του Ténéré και όχι μόνο στο παιχνίδι μαζί τους: Η νέα θέση οδήγησης γίνεται άμεσα αντιληπτή όταν σηκωθείς όρθιος, που είναι και η βασική στάση οδήγησης στους απέραντους χωματόδρομους. Η μετακίνηση του σώματος προς τα μπροστά γίνεται πιο εύκολα και γι’ αυτό ευθύνεται όπως είπαμε το νέο ρεζερβουάρ που τοποθετήθηκε πιο μπροστά, έτσι μπορείς και βάζεις περισσότερο βάρος στον μπροστινό τροχό και έχεις καλύτερη αίσθηση από το έδαφος. Είχαμε πει πως χρειάζεται από το 2019 γιατί εμείς λέμε τις αλλαγές που χρειάζονται την πρώτη στιγμή και δεν τις θυμόμαστε όταν αλλάζει το μοντέλο; Ναι το είχαμε πει. Ωραία η αλλαγή στο καπάκι του συμπλέκτη καθώς δεν ενοχλεί πλέον καθόλου στο πόδι ιδίως με μπότα μιας και μετατοπίστηκε το σημείο που εδρεύει η βάση της ντίζας συμπλέκτη. Το πιο σημαντικό είναι πως το νέο ηλεκτρονικό γκάζι λειτουργεί άψογα χωρίς καμία καθυστέρηση ενώ η απουσία ντίζας κάνει την αίσθηση αρκετά ελαφρύτερη.

Στο πρόγραμμα PWR1 Sport με την πλήρη ιπποδύναμη υποτίθεται ότι έχει τη δύναμη που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα αλλά φαίνεται πως η νέα χαρτογράφηση μαζί με τη νέα εισαγωγή προσφέρουν πιο γεμάτη απόδοση στις χαμηλές στροφές, σα να ξύπνησε. Με τους νέους διακόπτες είναι πλέον πολύ εύκολο να επιλέξεις αν θες ABS ή TC, αν και τα περισσότερα προτείνονται στο off για χωμάτινη χρήση. Αν επιλέξεις να κρατήσεις το TC στο χώμα, δουλεύει και επεμβαίνει σχετικά εύκολα σε ολισθηρές συνθήκες αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι απαγορευτικό να το αφήσεις στο on εφόσον δεν κινείσαι σε μεγάλες κλίσεις, φτάνει να θυμάσαι πως δεν θα σε αφήσει να ανέβεις μεγάλη ανηφόρα όπου ο πίσω τροχός αναγκαστικά θα σπινάρει. Από την άλλη μπορείς να το απενεργοποιήσεις και να επιλέξεις το πρόγραμμα PWR 2 Explorer όπου η απόδοση είναι αρκετά πιο ήπια, “πνίγοντας” τις χαμηλο-μεσαίες στροφές και έτσι ανοίγεις το γκάζι άφοβα ακόμα και μέσα στη στροφή. Προσωπικά σε μερικά σημεία που κινούμασταν σε χαλαρούς ρυθμούς, επέλεξα το PWR 2 και η οδήγηση έγινε πιο ξεκούραστη και χαλαρή άρα και πιο οικονομική. Στον τομέα των αναρτήσεων τα πράγματα ήταν γνώριμα μιας και έρχονται αυτούσιες από τo Extreme, μπορείς να κάνεις πραγματικό enduro και να κυνηγήσεις το Tenene με άνεση στο off road χωρίς να τερματίζει εύκολα την διαδρομή της.

Tenere

Στην σέλα της “πολιτικής” έκδοσης, τη μεσαία πλέον από πλευράς απόστασης από το έδαφος, ανεβήκαμε μετά τα μισά της ημέρας και αφού είχαμε κάνει με το Rally 90χλμ χώμα. Στην άσφαλτο που περιείχε το δεύτερο μισό της ημέρας καταφέραμε να ανοίξουμε λίγο παραπάνω το γκάζι περισσότερο για να δούμε το πόσο επεμβαίνει το TC παρά για το στήσιμο της μοτοσυκλέτας που δεν διαφέρει πολύ από το περσινό μοντέλο. Μόνο στο τέρμα γκάζι μέσα σε στροφή θα πιάσει το TC αν έχεις καλή ποιότητα ασφάλτου και επίσης δεν σου επιτρέπει να κάνεις σούζα, ένα από τα διασκεδαστικά σημεία του χαρακτήρα αυτής της μοτοσυκλέτας.

Έχεις στα χέρια σου την συνδεσιμότητα του κινητού σου με την TFT οθόνη για να κάνεις πλοήγηση, ιδιαίτερα χρήσιμο στο ταξίδι αλλά και στις ημέρες γενικά που η επικοινωνία είναι αδιάκοπη. Τα νέα μαρσπιέ προσφέρουν μεγάλη άνεση στα πόδια σε σύγκριση με τα μικρότερα που υπήρχαν μέχρι το ’24, αυτό σημαίνει ότι έχεις καλύτερη βάση όταν οδηγείς όρθιος. Πότε οδηγείς όρθιος; Στο χώμα. Εκεί είναι που έδωσαν βάση οι μηχανικοί της Yamaha και στην βασική έκδοση θέλοντας να αυξήσουν τις off-road δυνατότητες της. Το πιρούνι με την προφόρτιση ελατηρίου μπορείς να το ρυθμίσεις ανάλογα με το βάρος σου ή τον τρόπο που οδηγείς, ενώ το νέο πίσω αμορτισέρ μαζί με το επανασχεδιασμένο μοχλικό δείχνει να αντιδρά καλύτερα στο κακοτράχαλο τερέν.

Στα χώματα του Μαρόκο μου φάνηκε σκληρό αλλά σ’ αυτό μάλλον έπαιξε ρόλο ο αέρας στα ελαστικά της Pirelli Scorpion STR, όπου όντας ένα μέτριο ελαστικό για χώμα συν την αυξημένη -για ασφάλτινη οδήγηση- πίεση, έκαναν την διέλευση πάνω από πέτρες και τα σαμάρια δυσκολότερη. Με ένα καλύτερο ελαστικό και σωστές πιέσεις, τα πράγματα αλλάζουν πλήρως.

 

Ténéré όλες τις ώρες!

Αν ερωτώμασταν για το πόσο καλύτερο έγινε το νέο Ténéré σε σχέση με τα προηγούμενα, θα λέγαμε λίγο καλύτερο. Από άποψη ηλεκτρονικών πολύ πιο σύγχρονο αλλά οδηγικά μικρή είναι η διαφορά προς το καλύτερη ευτυχώς. Ο λόγος είναι ότι το Ténéré ήταν ήδη σε πολύ ψηλή θέση στην κατηγορία μεσαίων adventure, το 2025 διατηρεί την απλότητα και την αξιοπιστία, στοιχεία που το ανέδειξαν, προσθέτοντας τεχνολογία, άνεση και προσαρμοστικότητα για να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του σύγχρονου αναβάτη. Παρόλα αυτά η Yamaha κράτησε τις τιμές των Ténéré 700 και Ténéré 700 Rally σχεδόν στα ίδια επίπεδα με το απερχόμενο μοντέλο 11.600€ και 12.900€ αντίστοιχα.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Αντιπρόσωπος:

ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ Α.Ε.Ε.

Τιμή:

11.600/12.900 (Rally)

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ

Μήκος (mm):

2.370mm

Ύψος (mm):

1.455mm

Μεταξόνιο (mm):

1.595mm

Απόσταση από το έδαφος (mm):

240mm

Ύψος σέλας (mm):

875mm

Ίχνος (mm):

105mm

Γωνία κάστερ (˚):

27 ˚

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο διπλό σωληνωτό

Πλάτος (mm):

915mm

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

187/204 κενή

 

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 16

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ με 4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

80 x 68.6

Χωρητικότητα (cc):

689

Σχέση συμπίεσης:

11.5:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

72,4/9000

Ροπή (kg.m/rpm):

6,93/6.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

105,07

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος, με ντίζα

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια / -

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα / 3.066

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

2,6

2,8

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Sachs αμορτισέρ με μοχλικό

Διαδρομή (mm):

200

Ρυθμίσεις:

Πλήρως ρυθμιζόμενο

ΤΡΟΧΟΣ

Ελαστικό:

150/70-18’’ Pirelli Scorpion Rally STR

ΦΡΕΝΟ

 Δίσκος wave 245mm, με δαγκάνα ενός εμβόλου της Brembo και ABS

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι ΚΥΒ

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

210/43

Ρυθμίσεις:

Απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ελαστικό:

90/90-21’’ Pirelli Scorpion Rally STR

ΦΡΕΝΟ

 Δύο δίσκοι 282mm με δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων της Βrembo και ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

 

Ροπή (kg.m/rpm):

 

Εξοπλισμός: Ψηφιακή οθόνη, ταχύμετρο και στροφόμετρο, ολικός, δύο μερικοί χιλιομετρητές, δείκτης, καυσίμου, ένδειξη θεθμοκρασίας περιβάλλοντος, επιλεγμένης ταχύτητας, μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, ώρας, ενδείξεις για, χαρτογράφηση, ABS