Οδηγούμε στο Παρίσι τα νέα Piaggio MP3 400/530 hpe: Με 4D Radar και κάμερες
Νέα γενιά με κορυφαίες τεχνολογίες
Από τον
Μπάμπη Μέντη
30/6/2022
Το MP3 της Piaggio ήταν το πρώτο “τρίροδο” scooter παραγωγής στον κόσμο και μέχρι σήμερα έχοντας πουλήσει πάνω από 250.000 αντίτυπα, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα οχήματα που έχει κατασκευάσει ο Ιταλικός όμιλος μέχρι σήμερα! Ο χαρακτηρισμός “σημαντικότερο” δεν αφορά την ίδια την Piaggio όσο το γεγονός πως για κάθε ένα από αυτά τα 250.000 MP3 που κυκλοφορούν, έφυγαν από τους δρόμους των μεγαλουπόλεων 250.000 αυτοκίνητα! Συνηθίζουμε να λέμε πως το βασικό κοινό των scooter είναι όσοι έχουν αυτοκίνητα, όμως στην περίπτωση του MP3 έχουμε ένα πολύ πιο εξειδικευμένο κοινό, το οποίο ποτέ δεν θα αγόραζε δίκυκλο στη ζωή του.
Είτε για λόγους αίσθησης ασφάλειας, είτε για καθαρά χρηστικούς λόγους, αυτοί οι άνθρωποι θα άφηναν στο γκαράζ το αυτοκίνητό τους μόνο για ένα όχημα σαν το MP3 και για κανένα άλλο. Η αίσθηση ασφάλειας δεν αφορά μόνο την ύπαρξη των δύο τροχών εμπρός. Τα MP3 ήταν τα πρώτα scooter που είχαν όλα τα ηλεκτρονικά βοηθήματα ενεργητικής ασφάλειας, όπως συνδυασμένο σύστημα πέδησης με ABS και Traction Control.
Πέρα από τον τομέα της ενεργητικής ασφάλειας που προσέλκυσε όσους βλέπουν με δυσπιστία τα δίκυκλα, τα MP3 είχαν δύο ακόμη μοναδικά πλεονεκτήματα. Το πρώτο είναι φυσικά η δυνατότητα οδήγησης των εκδόσεων LT με δίπλωμα αυτοκινήτου και το δεύτερο είναι η ανώτερη προστασία που προσφέρουν στον αναβάτη της από το κρύο και τη βροχή λόγω της μεγάλης μετωπικής επιφάνειας που έχουν και καλύπτει πλήρως το σώμα του αναβάτη. Εδώ στην Ελλάδα είναι μετρημένες στα δάκτυλα του ενός χεριού οι μέρες που βρέχει ή κάνει πολύ κρύο και συνήθως είναι σε συγκεκριμένες περιόδους του χρόνου, όμως στις περισσότερες πόλεις της Ευρώπης, όπως το Παρίσι, το Μιλάνο κ.τ.λ. οι ξαφνικές μπόρες και η απότομη πτώση της θερμοκρασία μέσα σε διάστημα λίγων ωρών είναι καθημερινή πραγματικότητα των κατοίκων τους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει η Piaggio, η πλειοψηφία όσων αγοράζουν ένα MP3 ζει στα προάστια των πόλεων και για να πάει στη δουλειά του καλύπτει τουλάχιστον 50 χιλιόμετρα σε δρόμους ταχείας κυκλοφορίας, με ελάχιστα από αυτά να γίνονται στο κέντρο της πόλης. Σε αυτόν ακριβώς τον τρόπο χρήσης είναι που δείχνει όλα τα πλεονεκτήματά του το MP3. Για το 2022 τα νέα MP3 400 και 530 αναβαθμίστηκαν σε όλους τους τομείς, ξεκινώντας από τους νέους και οικονομικότερους σε κατανάλωση Euro 5 κινητήρες HPE, συνεχίζοντας στο νέο πλαίσιο και τους νέους βραχίονες της εμπρός ανάρτησης που μείωσαν το βάρος κατά 7 ολόκληρα κιλά, στη νέα μεγάλη έγχρωμη οθόνη TFT 7” με Bluetooth, Turn-by-Turn Navigation, Blind Spot Information System με ραντάρ ανίχνευσης οχημάτων και φυσικά στη νέα εμφάνιση με full-led φώτα.
Τρεις εκδόσεις, δύο διαφορετικοί κόσμοι
Οι νέοι μονοκύλινδροι κινητήρες hpe στα 400 και 530 κυβικά προσδίδουν δύο εντελώς διαφορετικές προσωπικότητες στα νέα MP3. Το MP3 400 έχει δύο εκδόσεις εξοπλισμού, την 400 hpe και την hpe Sport, με την δεύτερη να διαθέτει επιπλέον δυνατότητα σύνδεσης smartphone μέσω Bluetooth, όπου κατεβάζοντας της εφαρμογή MIA App προβάλει turn-by-turn οδηγίες πλοήγησης και επιτρέπει από τα κουμπιά του αριστερού διακόπτη τον χειρισμό εισερχομένων κλήσεων, μηνυμάτων και επιλογής τραγουδιών. Ο κινητήρας αυτός είναι ίδιος με του Beverly 400 που παρουσιάστηκε μόλις πέρσι και διακρίνεται για την πολιτισμένη λειτουργία του και την μειωμένη κατανάλωση καυσίμου.
Έχει απόδοση 35 ίππων, προσφέροντας στο πολύ μεγαλύτερο σε διαστάσει και βάρος MP3 επαρκείς επιδόσεις εντός και εκτός πόλης. Χάρη στο επανασχεδιασμένο πλαίσιο και κυρίως χάρη τους πολύ ελαφρύτερους βραχίονες και άκρα του περίπλοκου σχεδιαστικά εμπρός συστήματος ανάρτησης, το MP3 400 hpe έχει σαφώς πιο ελαφριά αίσθηση από τις προηγούμενες γενιές και απαιτεί λιγότερη σωματική προσπάθεια στις απότομες αλλαγές πορείας. Ταυτόχρονα η νέα ρύθμιση των αναρτήσεων εμπρός και πίσω, έχουν δώσει στο MP3 400 hpe μια πιο “σπορ” αίσθηση και η οδήγησή του με χαμηλές ταχύτητες μέσα στην πόλη δεν διαφέρει πλέον τόσο πολύ σε σχέση με τα συμβατικά scooter αντίστοιχου κυβισμού.
Από την άλλη μεριά το MP3 530 hpe Exclusive αποτελεί την τεχνολογική ναυαρχίδα όλων των scooter του ομίλου της Piaggio και η λίστα του εξοπλισμού και της τεχνολογίας που διαθέτει είναι πάρα πολύ μακριά και εντυπωσιακή. Εδώ η έγχρωμη TFT οθόνη των 7” έχει τη δυνατότητα να ενημερώνει τον αναβάτη για την πιθανότητα επικίνδυνης προσέγγισης οχημάτων πίσω από το MP3, αλλά και την προβολή εικόνας από την κάμερα οπισθοπορείας όταν έχει επιλέξει την όπισθεν, διευκολύνοντας το παρκάρισμα σε στενούς χώρους. Το σύστημα BLIS/LCDAS (Blind Spot Information System/Lane Change Decision Aid System) χρησιμοποιεί ένα μεγάλο ραντάρ, κεντρικά τοποθετημένο κάτω από το πίσω LED φανάρι και το λογισμικό του συστήματος έχει εξελιχθεί από την ίδια τη Piaggio και συγκεκριμένα από την θυγατρική Piaggio Fast Forward η οποία ασχολείται αποκλειστικά με την έρευνα και εξέλιξη υψηλής ρομποτικής τεχνολογίας.
Πρόκειται για ένα αρκετά προηγμένο σύστημα προειδοποίησης, το οποίο όχι μόνο αντιλαμβάνεται την ύπαρξη οχημάτων που κινούνται πίσω από το MP3 530 hpe, αλλά επιπλέον υπολογίζει την σχετική ταχύτητα που κινούνται, οπότε σε περίπτωση που πλησιάζει κάποιο από αυτά πολύ γρήγορα δεξιά ή αριστερά, σε ειδοποιεί για να αποφύγεις την απότομη αλλαγή λωρίδας. Στην πράξη, όταν ένα αυτοκίνητο σε πλησιάζει από τα δεξιά ή τα αριστερά, στην TFT οθόνη του MP3 530 hpe εμφανίζεται ένα πορτοκαλί τρίγωνο στην αντίστοιχη πλευρά της οθόνης. Αν πλησιάζει υπερβολικά γρήγορα και υπάρχει κίνδυνος για σύγκρουση, τότε το πορτοκαλί τρίγωνο αναβοσβήνει έντονα.
Ο κινητήρας του MP3 530 hpe έχει τροφοδοσία ride by wire και μαζί της έρχονται και όλα τα πλεονεκτήματα αυτής της τεχνολογίας, όπως είναι τα τρία διαφορετικά riding MODE (ECO, Comfort, Sport) τα οποία αλλάζουν την απόκριση του κινητήρα στο άνοιγμα του γκαζιού, αλλά και την ευαισθησία επέμβασης του Traction Control. Είναι από τα ελάχιστα scooter που έχουν ρυθμιζόμενης ευαισθησίας Traction Control, όπως επίσης είναι και ένα από τα ελάχιστα scooter με όπισθεν. Όλα τα παραπάνω συνθέτουν μια hi-tech, πολυτελή προσωπικότητα, κάτι που χαρακτηρίζει και την αίσθηση που αποκομίζει ο αναβάτης οδηγώντας την έκδοση των 530 κυβικών με τους 44 ίππους.
Πρόκειται για ένα scooter που του αρέσει περισσότερο να κινείται τους δρόμους ταχείας κυκλοφορίας, προσφέροντας κορυφαίου επιπέδου προστασία, ανέσεις και σταθερότητα. Η πραγματική τελική ταχύτητα δεν διαφέρει πολύ από την έκδοση των 400 κυβικών, όμως τα παραπάνω κυβικά και άλογα διατηρούν πιο εύκολα τα 120-130km/h στις ανηφόρες και όταν έχει ισχυρούς μετωπικούς ανέμους. Άλλωστε τα MP3 είναι scooter “παντός καιρού” και αυτός είναι ο βασικός λόγος που τα προτιμούν έναντι των συμβατικών scooter όσοι τα έχουν αγοράσει έως σήμερα.
Ένα για έξω και ένα για μέσα
Οδηγώντας τις δύο εκδόσεις κυβισμού για πολλές ώρες μέσα και έξω από το κέντρο του Παρισιού, είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε και να κατανοήσουμε καλύτερα τα βασικά κοινά χαρακτηριστικά τους, αλλά κυρίως τις διαφορές τους, που είναι εξίσου σημαντικές. Ξεκάθαρα το MP3 400 hpe είναι για εκείνους που θα κάνουν τα περισσότερα χιλιόμετρα μέσα στο κέντρο της πόλης. Ελαφρύτερο, πιο άμεσο στις αντιδράσεις και σαφώς πιο ευέλικτο μέσα στη ροή της κίνησης, το MP3 400 hpe και MP3 400 hpe Sport ταιριάζει καλύτερα σε όσους ζουν εντός των αστικών κέντρων. Το MP3 530 hpe Exclusive από την άλλη μεριά λατρεύει να καταπίνει πολλά χιλιόμετρα στους περιφερειακούς δρόμους βρέξει-χιονίσει, προσφέροντας στον αναβάτη τεχνολογία και ασφάλεια υψηλού επιπέδου. Μέσα στο κέντρο της πόλης και σε δρόμους με πολλές συνεχείς κλειστές στροφές έχει λίγο πιο βαριά αίσθηση από το 400 και η κατανάλωση καυσίμου είναι λογικά μεγαλύτερη, όμως εκείνοι που εκτιμούν την υψηλή τεχνολογία που κουβαλά πάνω του, θα ανταλλάξουν χωρίς πρόβλημα λίγη από την ευελιξία του 400 για να την αποκτήσουν.
Το νέο Piaggio MP3 είναι διαθέσιμο στα σημεία πώλησης από τα τέλη Ιουνίου, με ενδεικτικές τιμές λιανικής:
Αποστολή στη Γερμανία - Παρουσίαση και πρώτη δοκιμή των ATV της LONCIN
Έτοιμοι για τη μάχη της κορυφής στην ευρωπαϊκή αγορά
Από το
motomag
27/6/2025
Μέσω της ελληνικής αντιπροσωπείας MOTOTREND βρεθήκαμε στις αρχές Ιουνίου στη Γερμανία, για να οδηγήσουμε όλη την γκάμα των τετράτροχων της LONCIN στην εντυπωσιακή πίστα Motocross MCC Teuchern e.V. im DMV, αλλά και για να μάθουμε τα πάντα για τα σχέδια της κινέζικης εταιρείας όσον αφορά στην ORV (ATV & SSV) “απόβασή” της στην Ευρώπη.
Η LONCIN στην Ελλάδα ίσως είναι περισσότερο γνωστή ως η μητρική εταιρεία της VOGE, με την τελευταία να έχει διαπρέψει στις πωλήσεις, ειδικά με το ποιοτικό και ικανότατο best-seller DS525X, ενώ… “καυτές πατάτες” αποτελούν αυτή τη στιγμή και τα DS625X, DS900X και DS800 Rally. Δυνατά χαρτιά των VOGE, αλλά και των οχημάτων της μητρικής LONCIN που διατηρεί τις ίδιες αξίες με τη θυγατρική της στα τετράτροχα που φέρνει στην Ευρώπη είναι η κορυφαία ποιότητα κατασκευής, οι δυνατές επιδόσεις, ο πλούτος του στάνταρ εξοπλισμού που δεν έχει προηγούμενο και η πολύ χαμηλή τιμή απόκτησης που τους χαρίζει υψηλό value for money, καθιστώντας τα ευκαιρίες. Φυσικά τα παραπάνω δεν θα είχαν απαραίτητα αντίκρυσμα, αν δεν υπήρχε αντιπροσώπευση στη χώρα μας από τη γνωστή MOTOTREND που έχει κάνει όνομα με την KYMCO, διαθέτει ευρύτατο δίκτυο και πλήρη κάλυψη όσον αφορά εγγυήσεις, συντήρηση και επάρκεια ανταλλακτικών.
Τελευταία εξέλιξη στις φιλόδοξες εμπορικές δραστηριότητες της LONCIN στην Ευρώπη είναι η ταχεία ανάπτυξη του τμήματος ORV, με ευρωπαϊκές προτάσεις στα ATV κάτω από το όνομα XWOLF σε διάφορους κυβισμούς -200, 300, 550/550L, 700/700L και 1000 με το τελευταίο να είναι το ισχυρότερο ATV παραγωγής στον κόσμο.
Το XWOLF 700 έχει και έκδοση Mud, για διάσχιση λασπόλακκκων, ενός σπορ διαδομένου στις Η.Π.Α. ενώ η LONCIN έχει στα σκαριά αρκετές ακόμα εκδόσεις.
Εκδόσεις όπως των XWOLF 1000 Mud και XWOLF 1000 GT -με ακόμα πιο πλούσιο εξοπλισμό-, του XWOLF 450/450L που θα γεμίσει το κενό μεταξύ 300 και 550, και τέλος του ηλεκτρικού XWOLF EV10 που είδαμε και στατικά στην πίστα MX που δοκιμάσαμε τα βενζινοκίνητα μοντέλα παραγωγής.
Παράλληλα, η LONCIN έχει ξεκινήσει να ασχολείται και με τα SSV, τα οποία ονομάζει UWOLF, με πρώτο μοντέλο το UWOLF700L, με μονοκύλινδρο κινητήρα 686 κ.εκ., ανατρεπόμενη καρότσα και δυνατότητα μεταφοράς 5 ατόμων.
Προσεχώς αναμένουμε να δούμε την γκάμα να εμπλουτίζεται και με τα UWOLF 550/550L, τα δικύλινδρα UWOLF 1000/1000L και το ηλεκτρικό UWOLF EV10/EV10L.
Το μεγάλο νέο που προέκυψε στην πρώτη αυτή παρουσίαση της LONCIN επί ευρωπαϊκού εδάφους όπου το ΜΟΤΟ ήταν το μοναδικό ελληνικό μέσο που έδωσε το "παρών", ήταν η ανακοίνωση της εξέλιξης πολυπληθούς γκάμας Sport SSV, που για την ώρα διαθέτει 6 παραλλαγές (διθέσια, τετραθέσια, Pro/Pro4, Sport και Trail/Trail 4), χρησιμοποιώντας αποκλειστικά τον V2 των χιλίων κυβικών και των σχεδόν εκατό ίππων που κατασκευάζει η εταιρεία. Αυτά θα ονομάζονται SWOLF 1000.
Παρά τον πλούσιο βασικό εξοπλισμό, η LONCIN διαθέτει ήδη εκτενή γκάμα επίσημων αξεσουάρ, όπως αλουμινένια ποδιά για προστασία πλαισίου – κινητήρα, αλουμινένιες προστασίες ψαλιδιών, κάγκελα προστασίας, beadlock ζάντες, σκληρές βαλίτσες μπρος-πίσω, φτυάρι για το χιόνι, κ.α.
Η στατική παρουσίαση της LONCIN είχε μερικά πολύ ενδιαφέροντα σημεία, όπως στην εικόνα με τις δοκιμές που υποβάλλει η εταιρεία τα ATV της, δοκιμές που περιλαμβάνουν ακραίο ψύχος, ακραία ζέστη, διασχίσεις ποταμού, αναρριχητικά τεστ, τεστ σε βραχώδη, λασπώδη αλλά και αμμώδη εδάφη, τεστ κραδασμών, τεστ αντοχής στο εργαστήριο, κ.α.
Ο Κινέζος γίγαντας κατασκευάζει ο ίδιος τους κινητήρες των οχημάτων του, ενώ στα εργοστάσιά του έχει τμήματα χύτευσης, βαφής, επίστρωσης nikasil, κατεργασίας μεταλλικών εξαρτημάτων, ρομπότ για τις κολλήσεις, δημιουργία των δικών της πλαστικών εξαρτημάτων, και φυσικά συναρμολόγησης ATV και μοτοσυκλετών με έλεγχο που γίνεται τόσο μέσω εξειδικευμένων τεχνικών όσο και μέσω τεχνητής νοημοσύνης.
Αξίζει να σημειωθεί πως στην παρουσίαση συμμετείχε και ο ίδιος ο CEO της LONCIN Andy Gong, ο οποίος άφησε άριστες εντυπώσεις, μιλώντας πολύ καλά αγγλικά και έχοντας βαθιά γνώση για οτιδήποτε αφορά την εταιρεία!
Η LONCIN έχει παρουσία σε 50 χώρες αυτή τη στιγμή, με περισσότερα από 800 σημεία πώλησης. Η παρουσία της εταιρείας καλύπτει το 100% των χωρών της Ευρώπης, με περισσότερα από 600 σημεία πώλησης.
Στην Ελλάδα το XWOLF300 διατίθεται ήδη στην αγορά, ενώ σύντομα αναμένονται το μέγιστο XWOLF1000 (με V2 κινητήρα 976 κ.εκ. και 98 hp) και μετά το καλοκαίρι και το XWOLF550L. Ανάλογα με την τιμή που θα διατεθεί, το τελευταίο έχει δυνατότητες να γίνει best-seller, καθώς στοχεύει στη δημοφιλέστερη κατηγορία κυβισμού (450-550) και με τον αντίστοιχα δημοφιλέστερο τύπου πλαισίου (L ήτοι Long, με μακρύτερο μεταξόνιο και κατ’ επέκταση μεγαλύτερη σέλα), κατηγορία την οποία προτιμούν κατά κόρο τα καταστήματα ενοικίασης ATV που απευθύνονται στους τουρίστες.
Όπως κάθε πρώτη προσπάθεια, έτσι και η παρουσίαση της LONCIN είχε τις δυσκολίες της, δυσκολίες που σε μεγάλο βαθμό είναι κοινές στους Κινέζους κατασκευαστές που κάνουν τα αρχικά ευρωπαϊκά τους βήματα. Οι κύριες εξ αυτών ήταν η συνύπαρξη (πολλών) dealer με (λίγους) δημοσιογράφους του Ειδικού Τύπου, και η ανυπαρξία φωτογραφικής ομάδας για την παροχή φωτογραφιών κίνησης υψηλής ανάλυσης και ποιότητας σε κάθε δημοσιογράφο. Έτσι η παρουσίαση κάλυψε περισσότερο τους dealer που ήθελαν να έχουν μια πρώτη οδηγική επαφή των ATV που προτίθενται να εισάγουν στις χώρες τους, παρά τον Τύπο, ενώ συγκεκριμένα δεν θα είχα ούτε μία φωτογραφία κίνησης, αν δεν είχα τους ανθρώπους της MOTOTREND να κάνουν ότι μπορούσαν με τα… κινητά τους τηλέφωνα. Press kit δεν έγινε διαθέσιμο, παρά μόνο λίγα τεχνικά χαρακτηριστικά για το κάθε ATV, ενώ και στην στατική παρουσίαση περάσαμε το μεγαλύτερο μέρος της παρακολουθώντας βίντεο από test-ride αντιπροσώπων, και ελάχιστος χρόνος αφιερώθηκε στην ανάλυση των προϊόντων της εταιρείας.
Ένα ακόμη θέμα με την παρουσίαση αφορούσε τον χώρο στον οποίο οδηγήσαμε την γκάμα ATV της LONCIN, που ήταν μια πίστα Motocross, που έχει μεν χώρο, απότομες ανηφόρες και άλματα, δεν βοηθάει όμως στην πλήρη διερεύνηση των δυνατοτήτων της κατηγορίας. Μια δασική διαδρομή, με τεχνικά κομμάτια διέλευσης, χαμηλών ταχυτήτων θα ήταν προτιμότερη για να αξιολογήσει κανείς τα ATV σε απαιτητικές Off-Road συνθήκες. Παρόλα αυτά είχαμε στη διάθεσή μας τα ATV για ολόκληρη τη μέρα, κι έτσι μπορέσαμε να οδηγήσουμε ολόκληρη την γκάμα, μέχρι να “μείνουμε” από χέρια στο τέλος της ημέρας.
Τα ATV της Loncin, σε επίπεδο ποιότητας κατασκευής, design, εξοπλισμού και οδήγησης μας άφησαν εξαιρετικές εντυπώσεις, καθώς ακόμα και σε αυτή την πρώτη τους έκδοση δεν έχουν να ζηλέψουν κάτι από αντίστοιχα οχήματα εταιρειών που μετρούν πολλά χρόνια ύπαρξης και εξέλιξης στον χώρο! Η Loncin έχει κάνει πολύ καλή R&D δουλειά, και σε πρώτο επίπεδο δείχνει ανταγωνιστική με το "καλημέρα", ενώ όπως πάντα η τελική άποψη θα σχηματιστεί τόσο από τις τιμές με τις οποίες θα φτάσουν στην Ελλάδα τα ATV της κινέζικης εταιρείας, όσο και από την αξιοπιστία που θα δείξουν σε βάθος χρόνου στις βάρβαρες συνθήκες χρήσης που τους επιφυλάσσουν οι τουρίστες… Για την ώρα στην Ελλάδα τιμή έχει μόνο το XWOLF 300, που διατίθεται στα 5.295 ευρώ.
Στην οδήγηση ξεκινήσαμε -και τελειώσαμε- με το XWOLF 550L, το οποίο όπως είπαμε θα αποτελέσει και την αιχμή του δόρατος για την ελληνική αγορά, καθόλου άδικα, αφού πέρα από την κατηγορία, που έχει το μεγαλύτερο εμπορικό ενδιαφέρον, το συγκεκριμένο ATV, όσον αφορά στην οδήγηση, αποτελεί εύκολα και ξεκάθαρα τη χρυσή τομή στην γκάμα της εταιρείας. Αυτό γιατί διαθέτει όση ιπποδύναμη χρειάζεσαι για να μετακινηθείς σβέλτα και να διασκεδάσεις στο χώμα, χωρίς να τρομάζει όπως το 1000, και παράλληλα είναι ελαφρύτερο από 700 και 1000, έχει εξαιρετικό πλαίσιο, ικανότατες ανεξάρτητες αναρτήσεις στους 4 τροχούς και αντίστοιχα καλά φρένα, και είναι σαφώς πιο σταθερό, ικανό και δυνατό από το βασικό, entry level, 300.
Σημειώστε πως 550 είναι μόνο στο όνομα που επέλεξε το τμήμα marketing της εταιρείας, καθώς ο πραγματικός κυβισμός του μονοκύλινδρου, υγρόψυκτου, ψεκαστού και τετραβάλβιδου Euro5+ κινητήρα είναι τα 500 κυβικά, ή πιο συγκεκριμένα τα 499,5. Τα επίσημα νούμερα επιδόσεων κάνουν λόγο για 42,9hp και για 5,4 kgm ροπής, με ελάχιστη απόσταση από το έδαφος τα 280 mm, μέγιστη ελκτική δυνατότητα 800 κιλών, και διάσχιση ποταμών βάθους 780 mm.
Το ρεζερβουάρ των 25 λίτρων προσφέρει ικανή αυτονομία που θεωρητικά υπερβαίνει τα 400 χιλιόμετρα, αν και σε πραγματικές συνθήκες θα πρέπει να είμαστε πιο συντηρητικοί στους υπολογισμούς μας. Ακόμα κι έτσι όμως, μιλάμε για ταξιδιωτική αυτονομία. Το βάρος του 550 ανακοινώνεται στα 345 κιλά.
Οι τέσσερις ανεξάρτητες αναρτήσεις ρυθμίζονται ως προς την προφόρτιση μόνο, ενώ τα 4 δισκόφρενα έχουν διάσταση 210 mm, με το σύστημα πέδησης να διαθέτει και χειρόφρενο.
Στον πλούσιο στάνταρ εξοπλισμό έχουμε μακρύ και κοντό κιβώτιο, όπισθεν, κίνηση στους δυο ή και στους τέσσερις τροχούς, μπλοκέ διαφορικό, σχάρες μπρος-πίσω, χούφτες, εργάτη με δυνατότητα έλξης 1.000 κιλών, κοτσαδόρο πίσω, τρεις θύρες φόρτισης ηλεκτρικών συσκευών (2 USB-C και μια 12V), μαρσπιέ συνεπιβάτη τοποθετημένα ψηλότερα από του αναβάτη, ψηφιακή οθόνη οργάνων, αποθηκευτικό ντουλαπάκι που κλείνει, μεγάλη ενιαία σέλα αναβάτη-συνεπιβάτη, με χειρολαβές και πλάτη για τον τελευταίο, κάγκελα προστασίας εμπρός-πίσω, ηλεκτρονική υποβοήθηση EPS στο τιμόνι, σύστημα ABS, κ.α.
Στην πίστα ΜΧ το XWOLF550L ήταν εξαιρετικά στημένο, με ιδανικές διαδρομές αναρτήσεων -δυστυχώς δεν ανακοινώνονται από την εταιρεία-, με εξαιρετικά ελαφρύ τιμόνι που όμως σου έδινε σωστή πληροφόρηση, κινητήρα που βοηθούσε να διώξεις τους πίσω τροχούς αν οδηγούσες σε 2WD, διασκεδάζοντας με πλαγιολισθήσεις, και δύναμη ικανή για να σε ανεβάσει χωρίς πρόβλημα ακόμα και στις πιο τρομακτικές πλαγιές της πίστας. Το φρένο κινητήρα ήταν αρκετά έντονο στις κάθετες καταβάσεις, αν και θα το θέλαμε ακόμα εντονότερο, τα φρένα ήταν δυνατά, με σωστή αίσθηση και χωρίς άσκοπες παρεμβάσεις από το ABS, ενώ δεν κουράζονταν κάτω από ακραία συνεχόμενη χρήση.
Το βάρος των 345 κιλών του 550 είναι αρκετά μικρότερο από του 700 (385 κιλά) και σημαντικά μικρότερο από του 1000 (468 κιλά), με τη συμπεριφορά του ATV στα άλματα (στα οποία δεν θα επιδοθεί ούτε το 5% των αγοραστών του) να είναι πολύ καλή, και τις προσγειώσεις να γίνονται ελεγχόμενα και χωρίς προβλήματα. Το 4x4 και το μπλοκέ διαφορικό δούλευαν υποδειγματικά, χωρίς το πρώτο να βαραίνει υπερβολικά το τιμόνι, με το δεύτερο να σας βοηθά να ξεκολλήσετε από λάσπες και καταστάσεις όπου μόνο ο ένας τροχός έχει πρόσφυση.
Κατά την οδήγηση του 550 είχα την ευκαιρία να βάλω και συνεπιβάτη, με την κατανομή του βάρους να μην χαλάει την εξαιρετική εικόνα που είχα σε solo οδήγηση, και με τον συνεπιβάτη να κάθεται άνετα και να… γραπώνεται από μεγάλες και εργονομικές χειρολαβές που θυμίζουν μπράτσα πολυθρόνας. Το κοντό κιβώτιο ανεβάζει το 550 στα δύσκολα, όμως το μακρύ είναι εκείνο που θα χρησιμοποιηθεί κατά κόρο, μακρύ που ανεβάζει την τελική ταχύτητα πάνω από τα 100 χλμ/ώρα και παράλληλα έχει ελκτική ικανότητα που επαρκεί για το 95% των περιπτώσεων.
Κατεβαίνοντας από τη σέλα του 550 και ανεβαίνοντας στο 300, οι πρώτες εντυπώσεις σε σχέση με τον μεγαλύτερο αδελφό είναι οι μικροί τροχοί 10 ιντσών, το μικρότερο μεταξόνιο (1.210 mm αντί 1.480 mm)) που μαζί με το αντίστοιχα μικρότερο μετατρόχιο δημιουργούν μια πολύ πιο νευρική και άμεση συμπεριφορά που θέλει μεγαλύτερη προσοχή από τον αναβάτη, το μικρότερο βάρος (240 kg), οι μικρότερες διαδρομές των αναρτήσεων, και το πιο βαρύ τιμόνι λόγω έλλειψης υποβοήθησης.
Παράλληλα το 300 δεν διαθέτει κίνηση 4x4, ούτε ανεξάρτητες αναρτήσεις στους 4 τροχούς όπως τα μεγαλύτερα αδέλφια του, αλλά δυο ξεχωριστά αμορτισέρ μπροστά που συνδυάζονται με ένα ακόμα κεντρικά τοποθετημένο πίσω που πιάνει στο κέντρο ενός άκαμπτου άξονα -λύσεις πιο οικονομικές και φυσικά με μικρότερες δυνατότητες στην ακραία Off-Road οδήγηση. Τρία είναι και τα δισκόφρενα αντί τεσσάρων στα 550, 700 και 1000.
Μετά τον πρώτο γύρο έχεις συνηθίσει τη διαφορετική συμπεριφορά του 300, και το οδηγείς στο όριο, παίρνοντας τις στροφές στις δυο πλαϊνές ρόδες, και τερματίζοντας τις αναρτήσεις στα άλματα χωρίς κανένα πρόβλημα, αφού το μικρό βάρος σημαίνει πολύ καλύτερο έλεγχο στις προσγειώσεις, όπου κρατάς ευκολότερα αντίσταση ώστε να μη χτυπήσεις με το σαγόνι στο τιμόνι.
Θέμα στη συνεχόμενη σκληρή χρήση είχαμε με το πίσω φρένο καθώς το πεντάλ υποχωρούσε και δεν το έβρισκες εύκολα με μπότα MX. Ο υγρόψυκτος μονοκύλινδρος κινητήρας με τον μονό εκκεντροφόρο επικεφαλής έχει χωρητικότητα 271 κυβικών ενώ αποδίδει 22,5 hp και 2,6 kgm, ενώ στο κιβώτιο θα βρείτε μακρύ και κοντό και φυσικά όπισθεν. H ελάχιστη απόσταση από το έδαφος φτάνει τα 270 mm, το ρεζερβουάρ έχει χωρητικότητα 14 λίτρων.
Το 700 ήταν το ATV που με εντυπωσίασε λιγότερο από την γκάμα της LONCIN, αφού διαθέτει ελάχιστα δυνατότερο κινητήρα από το 550 και 40 περισσότερα κιλά από εκείνο. Η απόδοσή του στην πίστα ήταν ελαφρώς υποδεέστερη από του 550, αν και η συμπεριφορά του ήταν εξίσου απροβλημάτιστη. Το μεγαλύτερο βάρος έκανε την παρουσία του αισθητή παντού, απαιτώντας μεγαλύτερη προσπάθεια και φέρνοντας πιο εύκολα την κούραση. Εντυπωσιακή παρόλα αυτά ήταν η σέλα, αλλά και η πλάτη του συνεπιβάτη, με περισσότερο αφρώδες και πιο εργονομικές από του 550. Για την ώρα το 700 δεν αναμένεται στην Ελλάδα, αφού η αντιπροσωπεία έχει δώσει βάρος στο 300, το 550 και το 1000.
Αφήνοντας στην άκρη την κατηγορία φτερού (300) και τη μεσαίων βαρών (550), περνάμε στην βαρέων βαρών με το XWOLF 1000. Ο V2 κινητήρας του κτήνους της LONCIN έχει χωρητικότητα 976 κ.εκ., και αποδίδει όπως προαναφέραμε 98 ίππους, με ροπή 10,4 kgm! Παρόλο που το μεταξόνιο φτάνει τα 1.500 mm θα μπορούσε να είναι ακόμα μεγαλύτερο, καθώς η φοβερή δύναμη του κινητήρα δύσκολα μπαίνει κάτω -ιδίως σε σαθρό έδαφος ή στο χώμα- και η πλαγιολίσθηση κάνει εύκολα το πίσω μέρος να θέλει να σας… προσπεράσει με το πλάι.
Παρόλο που η LONCIN δεν ανακοινώνει τις διαδρομές των πλήρως ρυθμιζόμενων αναρτήσεων -χωρίς εργαλεία μάλιστα-, αυτές είναι τεράστιες, κάτι που το καταλαβαίνεις στο πρώτο άλμα, όπου στην προσγείωση είναι λες και προσγειώνεσαι στα πούπουλα! Όμως το μεγάλο βάρος που φλερτάρει με τον μισό τόνο θέλει προσοχή στη διαχείρισή του, ειδικά στα ψηλά άλματα, όπου το 1000 βυθίζεται πάρα πολύ φέρνοντας εύκολα τον αναβάτη σε στενές επαφές με το τιμόνι.
Η ποιότητα στην απορρόφηση των ανωμαλιών του εδάφους εδώ είναι κορυφαία, με τους επιβαίνοντες να παραμένουν απομονωμένοι στην άνεσή τους, χωρίς να νοιάζονται για το βάθος της λακκούβας ή το ύψος του σαμαριού από κάτω τους, ενώ το ίδιο αξιοπρόσεκτη είναι και η ελάχιστη απόσταση από το έδαφος στα 305 mm, αντί για 280 στα 550 και 700. Το ρεζερβουάρ των 33 λίτρων είναι με διαφορά το μεγαλύτερο της κατηγορίας σύμφωνα με τη LONCIN, με τον πιο κοντινό ανταγωνιστή να φτάνει τα μόλις 26 λίτρα.
Διαφορετικοί, πιο ποιοτικοί και πιο εργονομικοί είναι οι διακόπτες του 1000 στο τιμόνι, από όλα τα υπόλοιπα ATV της γκάμας της εταιρείας, ενώ δίπλα στις 3 θύρες φόρτισης έχουμε και διπλή… ποτηροθήκη! Το EPS ρυθμίζεται σε τρία επίπεδα ενώ μπορεί και να απενεργοποιηθεί -αλλά γιατί να το κάνεις αυτό;
Οι μανέτες είναι ρυθμιζόμενες, η TFT έγχρωμη οθόνη προσφέρει μεγάλο όγκο πληροφορίας με πολύ καλό κοντράστ, και τα φώτα είναι LED με DRL LED φωτιστικά σώματα.
Μάλιστα το πίσω φωτιστικό σώμα ανάβει με animation, με τη μεγάλη γραμμή να θυμίζει το μάτι του… ΚΙΤ από την κλασική σειρά της τηλεόρασης Knight Rider.
Αν και δεν μπορέσαμε να έχουμε τις φωτογραφίες κίνησης που επιθυμούσαμε, το event της LONCIN ήταν κατά τα άλλα άψογα σχεδιασμένο, με πολύωρη οδήγηση (παραμείναμε στην πίστα από το πρωί μέχρι τις… 10 το βράδυ), με χώρους ξεκούρασης για τους συμμετέχοντες, φαγητό, μουσική, πυροτεχνήματα και τεχνικό ρουχισμό και κράνη με τα σήματα της εταιρείας ώστε να μπορούν να οδηγήσουν και οι dealer που δεν είχαν δικό τους εξοπλισμό.
Παράλληλα, συμμετείχαμε και σε δυο διαγωνισμούς, με τον πρώτο να αφορά στο σήκωμα με γρύλο του XWOLF 1000, στην εξαγωγή της ρόδας του και στην αντικατάστασή της με άλλη, ενώ στον δεύτερο...
...έπρεπε να δείξουμε τις ικανότητές μας στην όπισθεν, όπου το XWOLF ήταν εφοδιασμένο με τρέιλερ στον κοτσαδόρο!
Ως ένα πρώτο τελικό συμπέρασμα θα μπορούσαμε να πούμε πως η LONCIN δείχνει πανέτοιμη για να μπει στη μάχη της πρώτης θέσης στην ευρωπαϊκή αγορά ATV και SSV, με ποιοτικά, δυνατά υπέρ-εξοπλισμένα και ικανά οχήματα σε όλες τις κατηγορίες και τους κυβισμούς. Αν και οι τιμές τους, πέρα από το 300, δεν έχουν ανακοινωθεί ακόμα για την ελληνική αγορά, η MOTOTREND μας προϊδεάζει πως θα είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικές.