Οδηγούμε τη Vespa Elettrica 2019

Δημιουργώντας απ’ την αρχή ένα είδωλο
28/2/2019

Η σύλληψη της ιδέας για τη δημιουργία ενός προϊόντος που άλλαξε κυριολεκτικά τη ζωή δισεκατομμυρίων ανθρώπων είναι ένα επίτευγμα μόνο για λίγους. Ένα τέτοιο κατόρθωμα ολοκλήρωσε ο Ιταλός μηχανικός αεροσκαφών Corradino D’ Ascanio, δημιουργώντας το πρώτο σκούτερ στην ιστορία των δίκυκλων οχημάτων, το 1946. Το έκανε για λογαριασμό της Piaggio, που το εργοστάσιο παραγωγής των πολεμικών αεροσκαφών της στην Pontedera κοντά στην Πίζα, είχε κατεδαφιστεί απ’ το βομβαρδισμό των συμμάχων κατά το Β' Π.Π. Ανήμπορος πλέον να κατασκευάζει αεροπλάνα, ο ιδιοκτήτης Enrico Piaggio αποφάσισε αντ’ αυτού να καλύψει την ανάγκη που υπήρχε για ένα προσιτό μέσο μεταφοράς στη μεταπολεμικά κατεστραμμένη Ιταλία, δημιουργώντας τη Vespa. Όσοι έχουν την διάθεση να αποκτήσουν μια πλήρη εικόνα για το πώς ο B' Π.Π. επηρέασε την Ιστορία της μοτοσυκλέτας, μπορούν να το κάνουν μέσα απ’ τα παραδείγματα της Lambretta και των Ducati και Honda. Έκτοτε, έχουν κατασκευαστεί πάνω από 16 εκατομμύρια Vespa μέχρι σήμερα και είναι διαθέσιμα προς πώληση σε 13 διαφορετικές χώρες σ’ όλη την υφήλιο. Όμως επί της ουσίας, αυτό το ιταλικό πρότυπο "γέννησε" κυριολεκτικά δισεκατομμύρια αντίτυπα, που το καθένα τους παρέχει με χαμηλό κόστος, άνεση και ελευθερία στους αναβάτες τους.

Κείμενο: Του επί δεκαετίες συνεργάτη μας, Alan Cathcart
αποστολή στην Ιταλία - φωτογραφίες Piaggio Italy

Τώρα μετά από 75 σχεδόν χρόνια απ’ τη δημιουργία της, η Vespa ανανεώθηκε ριζικά μέσω της αλλαγής της κινητήριας δύναμής της. Πλέον από βενζινοκίνητη γίνεται ηλεκτρική, σε αυτή την σημαδιακή έκδοση. Η Vespa Elettrica έκανε επίσημα το ντεμπούτο της τον περασμένο Νοέμβριο στην EICMA, παρά το γεγονός ότι η παραγωγή της είχε ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο στο εργοστάσιο της Piaggio στην Pontedera. Το κόστος απόκτησης της EV στην Ιταλία ανέρχεται στις 6.390€ συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. (22%) και η τιμή παραμένει ίδια για την Ελλάδα, παρά την αυξημένη φορολογία και τους δασμούς που εμείς επιβάλλουμε, ενώ οι επιδόσεις της ισοδυναμούν με την βενζινοκίνητη Vespa Primavera 50cc. Είναι ήδη διαθέσιμη στις αγορές της ευρωπαϊκής ένωσης και Νότιας Αμερικής, ενώ σύντομα θα είναι διαθέσιμη στην Ασία και την Αυστραλία. Τόσο κοστίζει το μεγαλύτερο και γρηγορότερο Vespa GTS300, αλλά η βασικότερη διαφορά μεταξύ τους είναι ότι το κόστος συμβίωσης της EV είναι πολύ πιο οικονομικό. Αποκτώντας την Elettrica δεν θα χρειαστείτε ποτέ να πάτε στην αντιπροσωπεία, παρά μόνο για την αλλαγή ελαστικών και φρένων. Επιπροσθέτως, η -μηδενικού κόστους συντήρησης- EV είναι και πάρα πολύ οικονομική στην οδήγηση. Η πλήρη φόρτιση της μπαταριάς ιόντων-λιθίου χωρητικότητας 4.2kWh κοστίζει μόλις ένα ευρώ -σύμφωνα με την Piaggio- αφού η 1kW στην Ιταλία έχει χρέωση 0,25€ και με την αναφερόμενη αυτονομία των 100 χιλιομέτρων, το κόστος ανά χιλιόμετρο ισοδυναμεί με 1 cent.

Ο 48V αερόψυκτος κινητήρας που βρίσκεται στον πίσω τροχό παράγει 4kW (που ισοδυναμούν με 5.36bhp) και έχει επίσης πολύ ισχυρή ροπή 200nm/20.40kgm από μηδενικές στροφές. Ως εκ τούτου η Vespa Elettrica κατατροπώνει την αδερφή της, την Primavera των 50cc, στον τομέα των επιδόσεων, της επιτάχυνσης και κυρίως στις εκκινήσεις σ’ ανηφόρα. Παρ’ όλα αυτά, η τελική της ταχύτητα στο Power mode είναι περιορισμένη στα 45km/h λόγω της ιταλικής νομοθεσίας, ενώ στο Eco περιορίζεται στα 30km/h, παρέχοντας όμως μια πιο προοδευτική επιτάχυνση. Η Elettrica εκπλήσσει με το πλεονέκτημά της, καθώς το βάρος της ανέρχεται στα 102 (σταθερά και αμετάβλητα) κιλά και είναι ελαφρύτερη συγκριτικά με το βάρος της Primavera 50 φτάνει τα 112 (με υγρά, χωρίς καύσιμο) κιλά. Φρενάρει μ’ έναν υδραυλικά ελεγχόμενο δίσκο 200mm μπροστά και μ’ ένα ταμπούρο 140mm στην πίσω ζάντα των 11 ιντσών. Οι διαστάσεις του πίσω τροχού έχουν μικρύνει απ’ τις 12 ίντσες που ήταν, παρέχοντας τον επιπλέον απαραίτητο χώρο κάτω απ’ τη σέλα, που μπορεί να φιλοξενήσει ένα jet κράνος. Τα ειδικά κατασκευασμένα Pirelli Angel Scooter που υπάρχουν στις ζάντες με προφίλ τριών ιντσών, έχουν διαστάσεις 110/70-12 μπροστά και 120/70-11 πίσω και οι αναρτήσεις λειτουργούν ομαλά με το αμορτισέρ στο μονόμπρατσο πιρούνι μπροστά και το μονό αμορτισέρ πίσω.

Στο σχετικά χαμηλό βάρος συμπεριλαμβάνεται και η μπαταρία των 86Ah που είναι τοποθετημένη χαμηλά και μπροστά απ’ τον πίσω τροχό, μέσα στο ατσάλινο monocoque πλαίσιο της E-Vespa που είναι ίδιο μ’ αυτό της Primavera 50. Στην προκειμένη περίπτωση, το πλαίσιο είναι πιο άκαμπτο λόγω της βάσης της μπαταρίας και καλύπτεται με το ίδιο λεπτεπίλεπτο αλλά αυθεντικό στυλ που υπάρχει στην κλασσική Vespa όπως και στην Primavera. Όμως εδώ, έχουμε μια πιο φρέσκια και σικάτη εμφάνιση που προέκυψε απ’ την ιδέα του Marco Lambri  -διευθυντή του σχεδιαστικού κέντρου της Piaggio- να βάψει την Elettrica με μεταλλικό γκρι χρώμα με τη δυνατότητα επιλογής ανάμεσα σε έξι χρώματα – μπλε, κίτρινο, πράσινο, χρώμιο, ανθρακί και μαύρο – για τις γρίλιες του πλαισίου, την περίμετρο των ζαντών και το κορδόνι της σέλας.

Ο MarcoLambri είναι ο υπεύθυνος για την σικάτη εμφάνιση της Elettrica
 

Η μπαταρία της Elettrica είναι κατασκευασμένη απ’ την Piaggio, χρησιμοποιώντας τις κυλινδρικές κυψέλες ιόντων-λιθίου 18650 της LG που εισάγονται απ’ την Κορέα. Ο ίδιος τύπος μπαταριών υπάρχει παντού, από laptops μέχρι και smartphones. Ο κινητήρας είναι κατασκευασμένος απ’ την Piaggio κι έχει σχεδιαστεί απ’ τον Lucchi που εδράζεται στο Rimini και η τελική μετάδοση γίνεται άμεσα στον πίσω τροχό χωρίς ιμάντα. Η Piaggio υποστηρίζει πως οι ιδιότητες της μπαταρίας παραμένουν αμετάβλητες για τους πρώτους 1.000 κύκλους επαναφορτίσεων, που αναλογούν σε 50.000 με 70.000 χιλιόμετρα και περίπου 10 χρόνια χρήσης ενός οχήματος που προορίζεται για αστική μετακίνηση. Ακόμη και μετά απ’ αυτούς, η μπαταριά διατηρεί αξιοποιήσιμο το 80% των χαρακτηριστικών της. Το κλειδί (τηλεχειριστήριο βασικά) επίσης, σχεδιάστηκε απ’ την Piaggio και κατασκευάζεται στην Ιταλία! Πριν τη δοκιμή της Vespa Elettrica, ταξίδεψα στα κεντρικά της Piaggio στην Pontedera, για να συναντήσω τον Antonio Cappellini – διευθυντή το τμήματος ανάπτυξης των προϊόντων της - που με βάσει τα λεγόμενά του, το τηλεχειριστήριο είχε ιδιαίτερη βαρύτητα κατά τη δημιουργία της. Η δοκιμή πραγματοποιήθηκε μια ηλιόλουστη χειμωνιάτικη μέρα, μέσω μιας απολαυστικής δίωρης βόλτας στους δρόμους κοντά στον Πύργο της Πίζας, όπου και μοιραία βρεθήκαμε. Έπρεπε να το πω, δεν έπρεπε;

Η μέγιστη ονομαστική αυτονομία της Vespa Elettrica ανέρχεται στα 100 χιλιόμετρα με μεικτή χρήση σε αστικό περιβάλλον, για το οποίο άλλωστε σχεδιάστηκε και 80Km για το απίθανο αλλά θεωρητικό σενάριο που το γκάζι παραμένει τέρμα ανοιχτό καθ’ όλη τη διάρκεια της χρήσης. Ο χρόνος επαναφόρτισης από 0% έως 100% είναι τέσσερις ώρες –όπως αναφέρουν- και γίνεται μέσω του ενσωματωμένου καλωδίου που βρίσκεται κάτω απ’ τη σέλα. Μπορεί να συνδεθεί σε μια πρίζα τάσεως 220V ή σ’ έναν κατάλληλο σταθμό φόρτισης. Εκτός αυτού υπάρχει και η δυνατότητα επαναφόρτισης δύο σταδίων (KERS Kinetic Energy Recovery System), που φορτίζει τη μπαταρία κατά τη διάρκεια της επιβράδυνσης και του φρεναρίσματος. Όμως τον ερχόμενο Ιούλιο, η Piaggio σχεδιάζει το λανσάρισμα της Elettrica X, μιας υβριδικής έκδοσης που θα έχει τη διπλάσια αυτονομία, φτάνοντας τα 200 χιλιόμετρα ή περισσότερα. Αυτό θα γίνει με τον εφοδιασμό του ίδιου ηλεκτρικού αερόψυκτου κινητήρα (χωρίς ψύκτρες) μ’ έναν τετράχρονο αερόψυκτο διβάλβιδο κινητήρα 100 κυβικών με ιμάντα για την κίνηση του εκκεντροφόρου.

Στο τέλος του άρθρου ακολουθεί πλούσιο και αναλυτικό gallery με φωτογραφίες υψηλής ανάλυσης

Το ρεζερβουάρ θα είναι τριών λίτρων και όπως υποστηρίζει ο Cappellini, ο κινητήρας θα λειτουργεί μέχρι τις 2.800 στροφές επαναφορτίζοντας την μπαταρία και αυξάνοντας την αυτονομία. “Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε πως δεν πρόκειται για ένα πραγματικό υβριδικό όχημα, καθώς ο κινητήρας εσωτερικής καύσης έχει το ρόλο του ενισχυτή αυτονομίας – εξ ου και η ονομασία X” τόνισε. “Η ηλεκτροκίνηση διατηρείται συνεχώς αυτό εννοούμε με το X, αλλά ο κινητήρας εσωτερικής καύσης έχει συμπληρωματικό ρόλο επαναφορτίζοντας την μπαταρία όταν η τάση πέφτει κάτω από ένα συγκεκριμένο όριο”. Αυτό εξασφαλίζει πως οι αναβάτες της Elettrica X θα έχουν πρόσβαση σε περιοχές όπως τα κέντρα των ιστορικών πόλεων που απαγορεύεται η κυκλοφορία των συμβατικών οχημάτων – συμπεριλαμβανομένων και όσων είναι υβριδικά όπως το Toyota Prius που μπορεί να λειτουργήσει είτε μόνο με ηλεκτρισμό είτε μόνο με βενζίνη βάσει της επιθυμίας του οδηγού – αλλά παραμένουν προσβάσιμα στα 100% ηλεκτρικά οχήματα, συμπεριλαμβανομένων των σειριακών υβριδικών όπως η Elettrica X που δεν μπορεί να πάρει άμεσα κίνηση απ’ τον κινητήρα εσωτερικής καύσης.

Στην Elettrica X ο αποθηκευτικός χώρος θα παραμείνει ίδιος με της Primavera -που αποτελούσε βασικό στοιχείο στο σχεδιασμό της- επιτρέποντας την τοποθέτηση ενός Jet κράνους. Βάσει των λεγόμενων του Cappellini “Η πραγματική έναρξη του project για τον νέο ηλεκτρικό κινητήρα της Piaggio ξεκίνησε στα τέλη του 2016 μετά από ένα ταξίδι που κάναμε στην Κίνα και κατά τη διάρκειά του παρατηρήσαμε την κυριαρχία των ηλεκτρικών δίκυκλων.” και συνέχισε λέγοντας: “Φυσικά, στην Piaggio είχαμε ήδη κάποια εμπειρία σ’ αυτό τον τομέα απ’ την δημιουργία του υβριδικού MP3 που κατασκευάσαμε το 2009, αν και πιθανότατα να ήταν πολύ μπροστά για την εποχή του λόγω του ψεκασμού ride by wire και την τεχνολογικά ανώτερη μπαταρία λιθίου. Αλλά τότε αναπτύξαμε το 100% ηλεκτρικό ταχυδρομικό Liberty για την Posta Italiana Η Piaggio κατασκεύασε πάνω από 20.000 ταχυδρομικά Liberty απ’ το 2012 κι έπειτα, που πουλήθηκαν και στα ταχυδρομεία της Αυστρίας και Τσεχίας. Από εκείνο το σημείο μέχρι την παραγωγή της Vespa Elettrica ήταν ένα μεγάλο βήμα, επειδή η Vespa είναι πάρα πολύ ξεχωριστή. Αν και είχαμε την εμπειρία απ’ την κατασκευή των ταχυδρομικών Liberty και MP3 Hybrid, για την Elettrica έπρεπε να ξεκινήσουμε απ’ το μηδέν, σχεδιάζοντας τα πάντα από λευκό χαρτί – τη μπαταρία, τον κινητήρα και ιδίως το κλειδί. Ο σχεδιασμός του κλειδιού ήταν συμπληρωματικός απ’ την απόφασή μας που ήταν επιτακτικό να έχουμε χώρο για το κράνος κάτω απ’ τη σέλα, κι όλα τ’ άλλα προήλθαν απ’ αυτό. Τότε στην έκδοση Χ, επανασχεδιάσαμε την μπαταρία ώστε να έχουμε τον απαραίτητο χώρο για τον τετράχρονο κινητήρα, με αντίτιμο τη χρήση μιας μικρότερης μπαταρίας –του μισού μεγέθους- με λιγότερη αυτονομία, αλλά την οποία ο κινητήρα εσωτερικής καύσης θα μπορεί να επαναφορτίσει παρέχοντας τελικά τη διπλάσια αυτονομία απ’ αυτή του τελείως ηλεκτρικού μοντέλου”. Χωρίς τη συμβολή του κινητήρα εσωτερικής καύσης η μικρότερη μπαταρία έχει αυτονομία μόλις 50 χιλιόμετρα, αλλά η γεννήτρια προσθέτει άλλα 150, φτάνοντας τα 200 και κάνοντας την Vespa Elettrica X πιο εύχρηστη.

Καβαλώντας την Elettrica για την τσάρκα μου στην Πίζα διαπίστωσα πως μου προσφέρει μια κλασσική θέση όπως οι άλλες Vespa. Η σέλα είναι άνετη με το ύψος της να φτάνει τα 790mm. Η ποδιά παρέχει άπλετο χώρο για να βάζω τα πόδια μου, φοράω νούμερο 43. Αν και έχει μαρσπιέ και χειρολαβή για τον συνεπιβάτη, το ποσοστό της σέλας που του αναλογεί είναι ελάχιστο και το προστιθέμενο βάρος θα μειώσει άμεσα τις επιδόσεις. Για να τη βάλεις μπροστά, γυρνάς το κλειδί και η όμορφη έγχρωμη TFT οθόνη των 4,3 ιντσών ενεργοποιείται. Ο διακόπτης βρίσκεται μπροστά απ’ το δεξί σου γόνατο, λίγο πιο πάνω απ’ το ντουλαπάκι της ποδιάς που κλειδώνει και μέσα του υπάρχει θύρα USB για τη φόρτιση του κινητού. Οι ενδείξεις της οθόνης είναι πάντοτε ευανάγνωστες χάρη στον αισθητήρα που προσαρμόζει την ταπετσαρία της οθόνης και το χρώμα των χαρακτήρων βάσει της φωτεινότητας του περιβάλλοντος (υπάρχουν modes για τη μέρα και τη νύχτα) και έχει τέσσερα επίπεδα φωτεινότητας. Κεντρικά της οθόνης υπάρχουν οι ενδείξεις για ταχύτητα, επιλεγμένο riding mode, αυτονομία χιλιομέτρων και στάθμη της μπαταρίας. Η οποία είναι πολύ μικρή ενώ θα ‘πρεπε να είναι ΠΟΛΥ μεγαλύτερη απ’ τη στιγμή που είναι το πιο σημαντικό πράγμα που πρέπει να βλέπεις οδηγώντας την EV. Στο πλάι εμφανίζεται το ποσοστό της δύναμης που χρησιμοποιείται και η ενέργεια που καταναλώνεται ή αναπληρώνεται κατά την οδήγηση. Χρησιμοποιώντας την εφαρμογή Vespa στο smartphone και συνδέοντάς το μέσω Bluetooth με την Elettrica μπορείς να εκμεταλλευτείς πλήρως τις δυνατότητες της TFT οθόνης βλέποντας τις εισερχόμενες κλήσεις και μηνύματα, την διάρκεια και απόσταση της διαδρομής, τη φόρτιση της μπαταρίας επί τοις εκατό, τα στατιστικά των τελευταίων 30 διαδρομών, πόσους κύκλους επαναφόρτισης έχουν γίνει και πολλά άλλα. Η εφαρμογή σου επιτρέπει επίσης μέσω των διακοπτών των χειριστηρίων να απαντήσεις σε κλήσεις και να χρησιμοποιήσεις τις φωνητικές εντολές του smartphone είτε για να βάλεις μουσική είτε για να πάρεις τηλέφωνο. Αλλά για να έχεις πρόσβαση σ’ αυτές τις λειτουργείες εν κινήσει μέσω του MODE joystick που υπάρχει στους δεξιούς διακόπτες, θα πρέπει να αγοράσεις το Jet κράνος με τα ενσωματωμένα ακουστικά και την Bluetooth ενδοεπικοινωνία που υπάρχει στον κατάλογο των αξεσουάρ της Vespa Elettrica.

Για να ξεκλειδώσεις το E-system, πρέπει να πιέσεις το μεσαίο κουμπί στους δεξιούς διακόπτες και να περιμένεις μέχρι να ανάψει το Ready στην πάνω δεξιά γωνία της οθόνης, τότε ανοίγεις το γκάζι και φεύγεις. Μπορείς να πατήσεις εν κινήσει το κουμπί Mode που βρίσκεται στην ίδια πλευρά, και να επιλέξεις μεταξύ του Power και Eco ή αν είσαι σταματημένος να επιλέξεις την όπισθεν. Ακόμη και με το χαμηλό βάρος, της σχετικά μικροσκοπικής E-Vespa είναι μια άνεση που δεν πρέπει να υποτιμάται, ιδίως όταν κάνεις όπισθεν απ’ το χώρο στάθμευσης. Αλλά πιθανότατα λόγω των περιοριστικών νομοθεσιών της Ε.Ε. δεν μπορείς να περιστρέψεις ανάποδα τη γκαζιέρα πέραν του σημείου που είναι τελείως κλειστή, όπως γινόταν στο πρώτο ηλεκτρικό σκούτερ της Vectrix το 2006, όταν ήθελες να κάνεις όπισθεν, αντ’ αυτού θα πρέπει να μπεις στην πολύπλοκη διαδικασία αλλάζοντας modes. Κρίμα – αλλά και πάλι αξίζει τον κόπο.

Η επιτάχυνση σε οποιοδήποτε απ’ τα modes (Eco και Power) είναι σπυρτόζικη – και σίγουρα συγκρίσιμη με της Primavera 50 που οδηγούσε ενθουσιασμένα μια νέα γυναίκα και σίγουρα ελαφρύτερη από μένα όταν βρεθήκαμε δίπλα-δίπλα, στα φανάρια των δρόμων της Πίζας. Όταν το φανάρι έγινε πράσινο μου ξέφυγε για ελάχιστα μέτρα στην απόσταση των 100 που διανύσαμε (και δεν μπόρεσε να αντισταθεί στο να μην γυρίσει χαιρετώντας με την ώρα που με πέρασε!), αφού ακόμη και στο Power ο ρυθμός επιτάχυνσης της E-Vespa μειώνεται πάνω απ’ τα 30km/h. Όμως συνεχίζει να επιταχύνει – απλά όχι τόσο έντονα όπως πριν – μέχρι που έφτασε τα 52km/h σε επίπεδο δρόμο, που είναι το μέγιστο όριο στην ιταλική αγορά – η έκδοση για την αμερικάνικη αγορά μπορεί να πηγαίνει πιο γρήγορα. Στο Eco επιταχύνει ελαφρώς λιγότερο, αλλά αρνείται να πάει γρηγορότερα απ’ τα αναγραφόμενα 30km/h. Οι αναβάτες της Elettrica –elettricatisti;! – θα προβληματιστούν για το αν θα μπορέσουν να συμβαδίσουν με τη ροή της κίνησης μέσα στην πόλη, χρησιμοποιώντας το Eco, αλλά είναι εύκολο να αλλάξουν γρήγορα στο Power αν χρειαστεί.

Επιπροσθέτως, η κύλιση γίνεται τελείως αθόρυβα, χωρίς την ύπαρξη αλυσίδας ή ιμάντα μετάδοσης να παράγουν θορύβους. Ούτε το βουητό απ’ τα γρανάζια της μετάδοσης δεν ακούγεται που μεταφέρουν την κίνηση απ’ τον κινητήρα στον πίσω τροχό. Ένα πολύ μικρό ποσοστό φασαρίας δημιουργείται απ’ τα ελαστικά, αλλά είναι τόσο λίγο που θα πρέπει να είσαι προετοιμασμένος για τους πεζούς που θα πεταχτούν μπροστά σου χωρίς να έχουν ελέγξει το δρόμο, -έχοντας συνήθως το κινητό κολλημένο στ’ αυτί- επειδή δεν σε άκουσαν. Ειδικότερα, αυτό συνέβη στο κέντρο της Πίζας με τους αρχαίους δρόμους και τις πλακόστρωτες πλατείες, γι’ αυτό θα πρέπει να είσαι σε ετοιμότητα να πατήσεις τα φρένα. Ευτυχώς αυτά δουλεύουν πολύ καλά, ιδίως το μηχανικό ταμπούρο που ενεργοποιείται απ’ την αριστερή μανέτα, αλλά πρέπει να γνωρίζεις πως δεν έχουν ABS καθώς η Elettrica υπάγεται στην κατηγορία των 50 κυβικών και δεν είναι υποχρεωτικό βάσει της Ε.Ε. Αλλά φυσικά, έχεις διαθέσιμη την ανακτώμενη ενέργεια απ’ το φρενάρισμα προς όφελός σου, που εμφανίζεται στην οθόνη και μπορεί να ρυθμιστεί βάσει της αρεσκείας σου. Όμως, η υπερβολική ανάκτηση μπορεί να λειτουργήσει αντιπαραγωγικά, επειδή σε σταματά απ’ το να διατηρήσεις την ταχύτητά σου μέσα στην στροφή. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να επιταχύνεις ξανά για να ανακτήσεις το ρυθμό σου – χρησιμοποιώντας άσκοπα τα αποθέματα της αποθηκευμένης ενέργειας.

Οι μικροί τροχοί της Elettrica δεν σου προσφέρουν ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στις στροφές ανεξαρτήτως της ταχύτητας, αλλά η άριστη ελεγχόμενη απόκριση του γκαζιού σου επιτρέπει να ορίζεις την κατεύθυνσή της με ακρίβεια. Οι αναρτήσεις μου φάνηκαν εκπληκτικά καλές στο πλακόστρωτο ή τα εξογκώματα και τις λακκούβες του αστικού περιβάλλοντος. Η EV δεν τρανταζόταν περνώντας απ’ τις γραμμές του τραμ ή άλλα παρεμφερή εμπόδια, και η ποιότητα κύλισης ήταν πολύ καλή για αυτό που αντιπροσωπεύει παρέχοντας τα βασικά στη μετακίνηση παρά τις τεχνολογίες που υιοθετεί. Αν και έχει μικρές διαστάσεις, η Elettrica είναι πολύ σταθερή και σε γεμίζει όταν την οδηγείς, με το εξαιρετικό φινίρισμα και την αίσθηση της ποιότητας που απορρέει, ιδίως όταν συγκριθεί με τα υπερτιμημένα κινέζικα ηλεκτρικά σκούτερ που υπάρχουν στη δυτική αγορά. Το βάρος που είναι χαμηλά τοποθετημένο λόγω της θέσης του κινητήρα και της μπαταρίας βοηθά στην σταθερότητα. Το μοναδικό παράπονο που είχα - εκτός του μικρού μεγέθους της ένδειξης της υπολειπόμενης μπαταρίας - μετά από 40 χιλιόμετρα που κινούμουν σαν αίλουρος τελείως αθόρυβα στην Πίζα, ήταν πως είναι πολύ εύκολο να πατήσεις την κόρνα όταν θες να απενεργοποιήσεις το φλας, και είναι κρίμα που τα φλας δεν είναι ακόμη αυτόματα. Βέβαια αυτό είναι ψύλλος στ’ άχυρα, μπροστά σε μια πολύ καλή πρόταση της εταιρείας που εφηύρε τα σκούτερ όλα αυτά τα χρόνια - και τώρα με την Elettrica το ξανάκανε για την εισαγωγή της στην αγορά των ηλεκτρικών. Και αυτό είναι μόνο η αρχή…

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                             

Αντιπρόσωπος:
Piaggio Hellas A.E.
Τιμή:
6.390€
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
1.870
Ύψος (mm):
-
Μεταξόνιο (mm):
1.350
Απόσταση από το έδαφος (mm):
-
Ύψος σέλας (mm):
790
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο monocoque
Πλάτος (mm):
735
Βάρος κατασκευαστή (kg):
102
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Ηλεκτρικός, αερόψυκτος, χωρίς ψύκτρες με σύστημα ανάκτησης ενέργειας KERS (Kinetic Energy Recovery System) δύο σταδίων
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
5,4
Ροπή (kg.m/rpm):
20,40
Μπαταρία:
Ιόντων λιθίου χωρητικότητας 4,2kWh, 48V και 86Ah
Φορτιστής:
Ενσωματωμένος κάτω απ’ τη σέλα που συνδέεται με κανονική πρίζα
Χρόνος φόρτισης:
4 ώρες
 
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
5,4
5,4
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Μονό αμορτισέρ
Διαδρομή (mm):
-
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Χυτή αλουμινίου 3,00x 11
Ελαστικό:
120/70-11
ΦΡΕΝΟ
Μηχανικά ρυθμιζόμενο ταμπούρο διαμέτρου 140mm
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Έγχρωμη TFT οθόνη 4,3 ιντσών με ενδείξεις για ταχύτητα, riding mode, αυτονομία χιλιομέτρων, στάθμη μπαταρίας, ποσοστού δύναμης που χρησιμοποιείται, ενέργεια που καταναλώνεται ή αναπληρώνεται κατά την οδήγηση. Σύστημα συνδεσιμότητας με smartphone, τρία riding mode (Power, Eco, όπισθεν) και σύστημα ανακτώμενης ενέργειας KERS (Kinetic Energy Recovery System)
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Μονόμπρατσο πιρούνι με ελικοειδές ελατήριο
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
-/-
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Χυτή αλουμινίου
Ελαστικό:
110/70-12
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 200mm με δαγκάνα ενός εμβόλου

 

BMW Motorrad Boxer Days 2025: Οδηγήσαμε ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ - R 1300 R, R 1300 RT και R 12 G/S

Σε μία παρουσίαση - ωδή στον κινητήρα boxer
BMW
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

19/8/2025

Ήμασταν οι μοναδικοί Έλληνες που βρεθήκαμε στο σπίτι της BMW στη Βαυαρία, για την πρώτη μας επαφή με τα νέα R 1300 R, R 1300 RT και R 12 GS, τα οποία ολοκληρώνουν με τον ερχομό τους την γκάμα boxer μοτοσυκλετών της εταιρείας.

Ακόμη και αν αφήσεις έξω τα αυτοκίνητα και κοιτάξεις μόνο την εταιρεία των δύο τροχών η Bayerische Motoren Werke είναι από εκείνες που ξεχωρίζουν στον τομέα των κινητήρων, ειδικά τα τελευταία χρόνια, με απόδειξη τόσο τον εν σειρά εξακύλινδρο των 1.600 κ.εκ. που βρίσκεται ακόμη στην παραγωγή όσο και τον “πασπαρτού” 1.000άρη 4κύλινδρο που εντυπωσιάζει με την απόδοσή του από την πιο αδύναμη -αν μπορεί να το πει κανείς αυτό- έως και την ισχυρότερη έκδοσή του. Ωστόσο αφού μιλάμε μόνο για τις μοτοσυκλέτες ο δικύλινδρος boxer είναι εκείνος που έχει συνδεθεί περισσότερο με τους Βαυαρούς και δεν υπάρχει άνθρωπος που να ακούει BMW και να μην φέρνει υποσυνείδητα στο μυαλό του το μοτέρ με τα πιστόνια που κοιτάζουν σε διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση. Έτσι ξεκίνησε άλλωστε η ιστορία με την R32 πριν από 102 χρόνια. Boxer σημαίνει BMW και BMW σημαίνει boxer και αυτό η εταιρεία μας το υπενθύμισε μία ακόμη φορά στο ταξίδι μας στη Βαυαρία για το BMW Motorrad Boxer Days 2025, ένα τριήμερο event που είχε οδήγηση από το “guten morgen” μέχρι και το “auf wiedersehen”, με τρεις μοτοσυκλέτες που εξυπηρετούν διαφορετικό σκοπό η καθεμιά έχουν όμως και οι τρεις καρδιά boxer.

BMW

BMW R 1300 RT

Next level τουρισμός

Το ολοκαίνουργιο RT έρχεται να συνεχίσει στο δρόμο που χάραξαν οι πρόγονοί του παίζοντας επί της ουσίας εκτός συναγωνισμού με την BMW να ανεβάζει τον πήχη μία ακόμη φορά όχι γιατί απειλείται από κάποιον αλλά γιατί μπορεί.

 

Ο τουρισμός κυλά στο αίμα των Βαυαρών που έχουν μια παράδοση δεκαετιών στη δημιουργία μοτοσυκλετών που τρέφονται με χιλιόμετρα προσφέροντας κορυφαία άνεση και προστασία αλλά και χώρους για δύο. Έχουν μάλιστα τόσες κορυφαίες μοτοσυκλέτες μεγάλου κυβισμού στην γκάμα τους για αυτόν τον ρόλο που είναι αδύνατο να μην βρεις εκείνη που ταιριάζει στις δικές σου ανάγκες, εκτός και αν είσαι κολλημένος και βλέπεις τον κόσμο μέσα από παρωπίδες άλλης εταιρείας. Θες για παράδειγμα να ταξιδέψεις ως την άκρη του κόσμου κάνοντας τον Indiana Jones των δύο τροχών; Πάρε ένα 1300 GS. Δεν σου φτάνει αυτό; Το έχουμε και σε Adventure. Είσαι του κλασικού; Το R 18 Transcontinental σε καλεί. Βράζει το αίμα σου και η προστασία δεν είναι απόλυτη προτεραιότητα, είναι όμως οι επιδόσεις; Το XR είναι ο ταξιδιώτης hooligan που ψάχνεις. Κάτι πιο χλιδάτο και μοναδικό; Το εξαιρετικό εξακύλινδρο Κ 1600 πώς σου φαίνεται; Τι; Θα το ήθελες σε boxer και πιο σπορ; Εντάξει, δεν τρώγεσαι, αλλά επειδή σαν και εσένα υπάρχουν και άλλοι και είναι πολλοί έχουμε το R 1000 RT.

Χωρίς ανταγωνισμό

Στην Ελλάδα τουλάχιστον το RT είναι η πιο αδικημένη μοτοσυκλέτα της BMW, ως μέλος της σειράς Tour και βρισκόμενο στη σκιά του GS, με το οποίο και μοιράζεται τα περισσότερα μηχανικά του μέρη. Ας όψεται η μόδα των adventure για αυτό αφού οι κάτοχοι του best seller GS, εκείνοι που κάνουν ελάχιστο χώμα -η πλειοψηφία δηλαδή- δυστυχώς δεν γνωρίζουν ότι θα ήταν πολύ πιο χαρούμενοι στη σέλα του RT, αν χρησιμοποιούσαν αυτό στην καθημερινότητά τους. Αυτό ακριβώς κάνουν άλλωστε και οι Γάλλοι, που επέλεγαν το προηγούμενο RT ως commuter χωρίς καμία ενοχή και έπειτα το Σαββατοκύριακο εκμεταλλεύονταν τα τουριστικά του χαρίσματα και χαίρονταν ταυτόχρονα και συμπεριφορά που ξεφεύγει ευχάριστα πολύ από αυτό που φαντάζεται κανείς όταν σκέφτεται μια μοτοσυκλέτα τουρισμού. Η συμπεριφορά του RT κάνει τη διαφορά και το κατατάσσει ως κάτι μοναδικό στην αγορά, με τους υπόλοιπους κατασκευαστές να έχουν σηκώσει τα χέρια ψηλά αφού δεν υπάρχουν πλέον αντίπαλοι, όπως ήταν για παράδειγμα το FJR1300, που να συγκεντρώνουν έστω τα περισσότερα από τα χαρακτηριστικά (όλα δεν τα είχε κανένα) που προσφέρει απλόχερα και σε ένα πακέτο η μοτοσυκλέτα των Βαυαρών.

Νέα βάση, νέα δεδομένα

Με τον ανταγωνισμό να είναι ανύπαρκτος, το προηγούμενο R 1250 RT θα μπορούσε κάλλιστα να συνεχίσει την εμπορική του πορεία δεχόμενο απλά ένα συνολικό update. Όμως το πέρασμα στη νέα πλατφόρμα, που έχει στο επίκεντρο τον υγρόψυκτο 1300άρη boxer των 145 ίππων, έφεραν μαζί μια ολοκαίνουργια γενιά που βελτιώνει μια ήδη επιτυχημένη συνταγή δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας.

Κορυφαία προστασία και “hi-tech” σχεδίαση

Η αρχή γίνεται από τη σχεδίαση του R 1300 RT, η οποία δεν κρύβω ότι μου αρέσει, με τον μόνο σχεδιαστικό δεσμό με πριν να εντοπίζεται στη γενική σιλουέτα της μοτοσυκλέτας. Το νέο RT δείχνει πιο μοντέρνο και “hi-tech” από το 1250 -είναι άλλωστε- και μου φέρνει εικόνες από sci-fi ταινίες και μεγάλα, εμπορικά διαστημόπλοια! Οι Βαυαροί άκουσαν προσεκτικά εκείνους που δεν αγόραζαν το RT για… ψυχολογικούς λόγους, γιατί τους φαινόταν ογκώδες και δύσκολο στον χειρισμό, ενώ είναι το ακριβώς αντίθετο και έτσι το ελάφρυναν οπτικά κάνοντας το νέο φαίρινγκ πιο μικρό σε μέγεθος. Βρήκαν παράλληλα την ευκαιρία να βελτιώσουν περαιτέρω την προστασία και την άνεση χτίζοντας ένα πραγματικό τείχος μπροστά από τον αναβάτη.

BMW

Η νέα ζελατίνα, με δίοδο αέρα μεταξύ αυτής και του φαίρινγκ, όπως και ο αέρας που περνά κάτω από τα φώτα και φτάνει στο “cockpit” (!), εξάλειψαν το φαινόμενο της υποπίεσης που δημιουργούνταν στο προηγούμενο και πίεζε τον αναβάτη προς τα εμπρός. Παράλληλα, η BMW ενσωμάτωσε στο φαίρινγκ και μια καινοτομία στις μοτοσυκλέτες τουρισμού, παρόμοια με του Moto Guzzi V100 Mandello, αλλά η εκτέλεση είναι διαφορετική. Ενώ το V100 έχει μικρά πτερύγια που ανεβοκατεβαίνουν ηλεκτρικά δίπλα από τη ζελατίνα, ως έξτρα στο R 1300 RT -θα έπρεπε να είναι στάνταρ δεδομένης της τιμής του- έχουμε μεγάλα, χειροκίνητα κινούμενα πλαϊνά τμήματα, που τραβώντας τα προς τα πάνω με το χέρι προσφέρουν έξτρα προστασία ή περισσότερη παροχή αέρα στα πόδια -στάνταρ κάτω θέση- αν χρειάζεσαι έξτρα δροσιά. Οι ίδιοι οι κύλινδροι του boxer προστατεύουν επίσης από τα στοιχεία της φύσης, ενώ κάτω από αυτούς υπάρχουν στάνταρ πλαστικοί εκτροπείς αέρα και carbon προαιρετικά παίζοντας σε αυτή την περίπτωση και τον ρόλο των crash bars.

Διηπειρωτικό κουκούλι

Την αποτελεσματικότητα του φαίρινγκ τη διαπίστωσα στη γερμανική autobahn κινούμενος με 240 χλμ./ώρα στο κοντέρ χωρίς να φοβάμαι ότι θα καταλήξω στο αυτόφωρο. Με τη ζελατίνα τέρμα πάνω και ανεβασμένα τα κινούμενα τμήματα του φαίρινγκ το RΤ δημιουργεί ένα εντυπωσιακό προστατευτικό κουκούλι γύρω από τον αναβάτη. Τα τμήματα μάλιστα κάνουν τρομερή διαφορά στην προστασία των ποδιών όταν βρίσκονται πάνω, με το συνολικό αποτέλεσμα να ανταγωνίζεται cabrio αυτοκίνητο! Πλήρως προστατευμένος σε αυτές τις ταχύτητες νιώθω και μια ελαφριά ταλάντωση από το εμπρός μέρος που ξεκινά από τα 200 περίπου χλμ./ώρα. Ταλάντωση που δεν σε ανησυχεί ποτέ, καθώς δεν κλιμακώνεται και δεν επηρεάζει ούτε την ευθυβολία και την κατευθυντικότητα του RT. Είναι ωστόσο κάτι που δεν περιμένεις να νιώσεις από το τελευταίο τουριστικό καμάρι της BMW, παρόλο που ελάχιστοι είναι αυτοί που θα το πάρουν για να πηγαίνουν τέρμα γκάζι.

Για να διανύσεις μεγαλύτερες αποστάσεις “μονοκοπανιά” μέσα σε μια μέρα καλό είναι να κλείσεις το γκάζι και να εκμεταλλευτείς την εξαιρετικά άνετη σέλα και ένα ακόμη δυνατό σημείο του πανίσχυρου boxer: την χαμηλή κατανάλωση που περιορίζεται ακόμη και στα 5,7 λτ./100 χλμ. χωρίς να σέρνεσαι. Έτσι κάνεις χωρίς στάση σχεδόν 400 χλμ. με ένα ρεζερβουάρ έχοντας την αίσθηση ότι θα κάνεις άλλα τόσα την ίδια ημέρα και θα φτάσεις στον προορισμό σου ατσαλάκωτος.

Χαμηλό GS = Ακόμη καλύτερο στον δρόμο RT

Μέχρι στιγμής αναφέρω πράγματα που περίμενα από το νέο RT, πράγματα που πρέπει να θεωρούν δεδομένα όσοι το καλοβλέπουν και τα έκανε και το προηγούμενο. Μόνο που το καινούργιο τα κάνει καλύτερα, ταλάντωσης εξαιρουμένης. Συνεχίζω με τη δυναμική συμπεριφορά της νέας γενιάς που είναι ακόμη καλύτερη από του προηγούμενου και θα αποτελέσει έκπληξη για όσους δεν έχουν οδηγήσει προηγούμενο RT ή το νέο GS που ανέβηκε πραγματικά επίπεδο στη συμπεριφορά του έναντι του προηγούμενου.

Η μοτοσυκλέτα που οδηγήσαμε ήταν η τρίτη χρωματική έκδοση “Impulse”, με την δεύτερη να είναι η “Triple Black”, ενώ η “βασική” είναι η Alpine White. Στην κορυφή βρίσκεται η “Option 719 Carmargue” και όλες τους έχουν διαφορές, εκτός από τα χρώματα-γραφικά και στα φινιρίσματα των μεταλλικών τους επιφανειών. Το λευκό της βασικής έκδοσης δεν αποτελεί τυχαία επιλογή. Οι Βαυαροί διαθέτουν την RT και στα σώματα ασφαλείας και με το λευκό ως βάση είναι σαφώς πιο εύκολο να βάλεις τα αυτοκόλλητα που απαιτούνται. Είχαμε μάλιστα “συνοδεία” και ένα πλήρως λειτουργικό RT της γερμανικής Αστυνομίας που είχε όλον τον απαραίτητο εξοπλισμό για να επιτελέσει το έργο του!

BMW

Η έκδοση της μοτοσυκλέτας που οδηγήσαμε είχε όλα τα καλούδια που θα έβαζε κανείς στο RT. Στα στοιχεία που ξεχωρίζουν είναι το ενεργό cruise control (ACC) που χρησιμοποιεί το εμπρός ραντάρ για να ρυθμίσει την απόστασή του από το προπορευόμενο όχημα και αυτό το κάνει αξιοποιώντας και τα φρένα, ενώ το ραντάρ χρησιμεύει και για το σύστημα προειδοποίησης σύγκρουσης, το οποίο επεμβαίνει ελαφρώς και στα φρένα για να σε “ξυπνήσει” αν εντοπίσει επικείμενη σύγκρουση. Προειδοποίηση για σύγκρουση υπάρχει και για τα οχήματα που ακολουθούν το RT αφού υπάρχει και στο πίσω μέρος ραντάρ, με τη μοτοσυκλέτα να προειδοποιεί τον αναβάτη και για ακούσια αλλαγή λωρίδας όπως και για τα οχήματα που πλησιάζουν για προσπέραση. Ο κατάλογος των έξτρα αξεσουάρ είναι μακρύς, αλλά και ο στάνταρ εξοπλισμός είναι πλούσιος αφού περιλαμβάνει επίσης την εξαιρετική TFT των 10,25 ιντσών που προσφέρει πλήρη συνδεσιμότητα και πλοήγηση με χάρτες όσο και ηχοσύστημα. Υπάρχουν και άλλα δύο με ακόμη πιο ποιοτικά ηχεία και sub woofer αλλά και επιπλέον μόνωση στο φαίρινγκ για υψηλότερη πιστότητα ήχου.

Η τοποθέτηση του κιβωτίου κάτω από τον κινητήρα στη νέα πλατφόρμα συγκέντρωσε ακόμη περισσότερο τις μάζες και κάνει το RT να συμπεριφέρεται ακόμη πιο ανάλαφρα με πολύ χαμηλές ταχύτητες αλλά και όταν το κυνηγάς στις στροφές. Στο λίγο δηλαδή που μας επιτράπηκε γιατί οι πλοηγοί μας ήταν εκνευριστικά νομότυποι. Όλα τα χιλιόμετρα τα κάναμε με απλά σβέλτο ρυθμό σε λίγες περιπτώσεις έχοντας την τήρηση των ορίων ταχύτητας και την καθωσπρέπει συμπεριφορά ως προτεραιότητα. Στην ευχάριστη αίσθηση που μου δίνει το RT, για μια μοτοσυκλέτα  281 επίσημων κιλών, συμβάλλει και η αναθεωρημένη θέση οδήγησης. Οι Βαυαροί άφησαν στο ίδιο σημείο τα μαρσπιέ φέρνοντας τη ρυθμιζόμενη σε ύψος και κλίση σέλα λίγο πιο μπροστά. Πιο μπροστά βρίσκεται και το τιμόνι που είναι φαρδύτερο και με πιο ανοιχτή γωνία, με τη συνολική εργονομία της θέσης οδήγησης να σε εμπλέκει πιο ενεργά στην οδήγηση και να σου δίνει περισσότερο έλεγχο και μεγαλύτερη ακρίβεια.

Σύμμαχοι στο να κινηθείς γρήγορα είναι ο 1300άρης boxer που δεν χαμπαριάζει από κιλά και σχέση στο κιβώτιο και έχει πολύ καλή απόκριση στο γκάζι, αλλά και τα πολύ δυνατά φρένα που συνδυάζονται μεταξύ τους, είτε χρησιμοποιείς το ποδόφρενο είτε τη μανέτα. Η αίσθηση που δίνουν αποτελεί μία ακόμη ευχάριστη έκπληξη αφού πιέζοντας με ένα μόνο δάκτυλο πάντα παίρνεις όσο ζητάς. Το έξτρα αυτόματο κιβώτιο της BMW δουλεύει και εδώ όπως στο GS μπερδεύοντας λίγο τις αλλαγές σχέσεων στις χαμηλές ταχύτητες ως πλήρως αυτόματο, ενώ είναι άψογο στην manual επιλογή.

Βέβαια όπως και στο νέο GS έτσι και στο RT τη μεγάλη διαφορά σε σχέση με πριν την κάνει η νέα ανάρτηση, και στα δύο άκρα, με το μακρύτερο ψαλίδι-άξονα να παίζει εδώ τον δικό του σημαντικό ρόλο και ακόμη περισσότερο το νέο Telelever Evo μπροστά. Τα είχαμε πει για το GS ότι πραγματικά ανέβηκε επίπεδο έναντι του προηγούμενου 1250 και αυτό ισχύει και στην περίπτωση του RT με τη νέα εμπρός ανάρτηση να δίνει αίσθηση σχεδόν όπως και ένα συμβατικό πιρούνι και να κάνει εδώ ακόμη περισσότερα. Το R 1300 RT έρχεται στάνταρ με την ηλεκτρική ανάρτηση DCA έναντι της συμβατικής στο προηγούμενο και δίνει τη δυνατότητα να αλλάξεις και τη γεωμετρία! Πολύ απλά με το πάτημα ενός κουμπιού και την επιλογή των προγραμμάτων Dynamic/Dynamic Pro, το RT ανασηκώνεται μπροστά και ακόμη περισσότερο πίσω αυξάνοντας την απόσταση από το έδαφος και το περιθώριο κλίσης.

Το πιρούνι έρχεται πιο κάθετα στον δρόμο και αυτό δίνει και πιο “γρήγορο” τιμόνι. Και τα δύο τα προσέχεις αμέσως στο σβέλτο ρυθμό με το RT να σου δείχνει ότι και μπορεί αλλά και έχει τη διάθεση για να κινηθεί πολύ γρήγορα αγνοώντας το πραγματικό του βάρος και όγκο. Από την άλλη αν θέλεις περισσότερη σταθερότητα το “Road” είναι και εκείνο που θα προτιμήσεις στον αυτοκινητόδρομο και όταν δεν θέλεις να πηγαίνεις στις στροφές με την ταυτότητα στο στόμα. Ο Γερμανός Τουρίστας της BMW έχει πλέον ακόμη πιο ξεκάθαρη άποψη για τον διηπειρωτικό τουρισμό καθώς βάζει στο μενού και την διασκέδαση στις στροφές και κάτι μου λέει ότι θα κάνει πλάκα σε πολλούς αναβάτες που θα το υποτιμήσουν σε ένα ορεινό στροφιλίκι.

 

BMW R 1300 R

 

Το πιο σπορ boxer

Η νέα boxer πλατφόρμα της BMW είναι παρούσα και στο ολοκαίνουργιο R 1300 R, μια μοτοσυκλέτα πιο fun από εκείνη που αντικαθιστά και με πιο δυναμική παρουσία στον δρόμο

BMW

 

Δύσκολο να μην προσέξεις ότι το R 1300 R άλλαξε σε σχέση με το μοντέλο που αντικαθιστά στην γκάμα της BMW με τη νέα μοτοσυκλέτα να δείχνει σαφώς πιο επιθετική σε σχέση με πριν και ακόμη πιο μυώδης. Οι γραμμές της έχουν και περισσότερη ροή σε σχέση με πριν και τονισμένους “ώμους” στην περιοχή του ρεζερβουάρ, σα να πλακώθηκε η μοτοσυκλέτα στο γυμναστήριο μερικούς μήνες πριν από την παρουσίασή της, με την ουρά να είναι πιο μαζεμένη σε διαστάσεις και τον αιχμηρό προβολέα να έχει τοποθετηθεί χαμηλότερα, όπως και το τιμόνι.

Η πιο επιθετική σχεδίαση ακολουθείται και από μία πιο σπορ, αλλά σχεδόν εξίσου άνετη θέση οδήγησης, με τιμόνι πιο χαμηλά και πιο μακριά από τον κορμό και τα μαρσπιέ στο ίδιο ύψος με πριν αλλά λίγο πιο πίσω, ενώ η θέση του αναβάτη στη σέλα έχει μείνει στο ίδιο σημείο. Το τιμόνι που είναι πιο ίσιο σε σχέση με πριν μπορεί παράλληλα να απομακρυνθεί κατά 10 χλστ. από τον κορμό με την περιστροφή των καβαλέτων κατά 180 μοίρες και να μεταφερθεί έτσι περισσότερο βάρος στον εμπρός τροχό με τη θέση οδήγησης να είναι ευρύχωρη και να προσφέρει και εδώ περισσότερο έλεγχο αλλά και καλύτερη αίσθηση από τον εμπρός τροχό. Και εδώ πλαίσιο, μοτέρ και ψαλίδι είναι ίδια με των GS/RT όμως μπροστά έχουμε “συμβατικό” ανεστραμμένο πιρούνι και όχι Telelever, το οποίο στην έκδοση με την ηλεκτρονικά ελεγχόμενη ανάρτηση DSA μπορεί να μεταβάλλει τη σκληρότητα των ελατηρίων του, όχι απλά την προφόρτιση, με την BMW να είναι ο πρώτος κατασκευαστής που το φέρνει αυτό στην παραγωγή.

BMW



Και σπορ και ταξιδιάρικο
Το R 1300 R δεν είναι το πιο μικρό και ελαφρύ naked που μπορείς να αγοράσεις και αν τα θέλεις όλα η BMW έχει στην γκάμα της τον δαίμονα που ακούει στο όνομα S 1000 R. Αν όμως θέλεις να έχεις boxer μοτέρ ανάμεσα στα πόδια σου τότε αυτή είναι η επιλογή που σου δίνεται με τους Βαυαρούς να τηρούν τον λόγο τους για το πιο σπορ γυμνό με αυτό το μοτέρ που μπορείς να αποκτήσεις. Στα 200 και πλέον χιλιόμετρα που έκανα στη σέλα του σε διάστημα δύο ημερών το R 1300 R παρουσίασε έναν καθόλα φιλικό χαρακτήρα με τα προγράμματα οδήγησης να προσαρμόζουν ηλεκτρονικά συστήματα και ανάρτηση στις επιθυμίες μου. Η μοτοσυκλέτα, παρά τη γύμνια της έδειξε ότι μπορεί να αποτελέσει και σύντροφο στο ταξίδι, αφού έχει την άνεση που απαιτείται για αυτό και μια ζελατίνα μπορεί να ολοκληρώσει την κάλυψη που προσφέρει ήδη ο boxer κινητήρας από τη μέση και κάτω. Ακόμη καλύτερα, έδειξε τι θα προσφέρει σε αυτό το πεδίο το R 1300 RS, το οποίο δεν οδηγήσαμε, αλλά με το μπικίνι φαίριγκ του, εκτός από ιδιαίτερα ελκυστικό, παρουσιάζεται ως η μοτοσυκλέτα που θα κλέψει πωλήσεις από το R λόγω της έξτρα προστασίας από τα στοιχεία της φύσης.
Το R 1300 R μπορεί και κινείται πολύ σβέλτα στον επαρχιακό αλλάζοντας κατεύθυνση εξαιρετικά γρήγορα με τον αναβάτη να έχει μπόλικη ελευθερία στη σέλα για να τοποθετήσει το σώμα του όπως επιθυμεί. Στην γρήγορη εναλλαγή βοηθούν και οι νέες ζάντες, οι οποίες εκτός από πολύ όμορφες αφαιρούν συνολικά 1,4 κιλά σε σχέση με του προηγούμενου μοντέλου, μειώνοντας ανάλογα και την αδράνεια.
Ο κινητήρας έχει εδώ σαφώς μικρότερο βάρος να διαχειριστεί και αποκαλύπτει έτσι το πιο διασκεδαστικό πρόσωπό του με πολύ δυνατές επιταχύνσεις στην έξοδο της στροφής ακόμη και αν δεν έχει επιλεχθεί η σωστή ταχύτητα στο σωστά κλιμακωμένο κιβώτιο, ενώ το quickshifter παρουσιάζεται λίγο νευρικό στα ανεβάσματα στις τρεις πρώτες ταχύτητες αν το γκάζι δεν είναι τέρμα ανοιχτό. Και εδώ το συνδυαζόμενο σύστημα πέδησης κάνει πολύ καλά τη δουλειά του και δεν δυσκολεύεται να μειώσει δραστικά την ταχύτητα προσφέροντας παράλληλα αίσθηση, ενώ τόσο το cornering ABS όσο και το ευαίσθητο στις κλίσεις traction control κάνουν πολύ καλά τη δουλειά τους.
Το R 1300 R προτάσσει τη δυναμική του σχεδίαση και παρουσιάζεται σαν μια ολοκληρωμένη εναλλακτική στην κατηγορία των γυμνών με καλό στάνταρ εξοπλισμό και πάρα πολλές επιλογές στα έξτρα, οι οποίες, αναλογικά, δεν απέχουν πολύ από εκείνες που προσφέρει η BMW στο RT . Και εδώ έχουμε τέσσερεις χρωματικές επιλογές με την “τρικολόρ” των φωτογραφιών να είναι και η πιο εντυπωσιακή και εκείνη που μάλλον θα κάνει τη διαφορά στις πωλήσεις παρόλο που είναι και η πιο ακριβή.

 

BMW R 12 G/S

Γνήσιο ρετρό, γνήσιο on-off!

Οι Βαυαροί κράτησαν τον λόγο τους και με το R 12 G/S δημιούργησαν μια μοτοσυκλέτα φόρο τιμής στο R 80 G/S, μια πραγματική “50:50” on-off που εκπλήσσει ευχάριστα τόσο στην άσφαλτο όσο και στο χώμα με την ακαταμάχητη ρετρό εμφάνιση να είναι το κερασάκι στην τούρτα.

BMW

Το R 12 G/S έρχεται να ολοκληρώσει τη σειρά R 12 με την BMW να έχει τώρα μια ρετρό εμφάνισης μοτοσυκλέτα για κάθε γούστο. Παρουσιάστηκε τελευταίο, ίσως γιατί είναι το πιο σημαντικό αερελαιόψυκτο boxer για την γερμανική εταιρεία, μια άμεση αναφορά  στο R 80 G/S, τον γενάρχη των σύγχρονων μεγάλου κυβισμού adventure. Οι Βαυαροί είναι πολύ περήφανοι για τη νέα μοτοσυκλέτα τους που τούς πήρε σχεδόν τέσσερα χρόνια για να την εξελίξουν αποφεύγοντας στην πορεία όλους τους περιορισμούς που έθετε το R nineT Urban G/S, ειδικά στην κίνηση στο χώμα.

Σαν αποτέλεσμα το R 12 G/S είναι εντυπωσιακό και δεν μιλάμε μόνο για τη σχεδίαση που σαγηνεύει τους fans της BMW αλλά και γενικότερα τους φίλους των ρετρό μοτοσυκλετών. Είναι εντυπωσιακό γιατί επί της ουσίας έχει ίδιο πλαίσιο και κινητήρα με τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες της σειράς R 12, όμως έχει δεχτεί όλες τις απαραίτητες αλλαγές και καταφέρνει εξίσου καλά στην άσφαλτο και το χώμα.

 

Σε προσκαλεί στη σέλα του

Σε διαστάσεις το R 12 G/S απέχει ελάχιστα από το R 80 G/S και αυτό το είδα από πρώτο χέρι αφού η BMW είχε στην παρουσίαση της νέας μοτοσυκλέτας και τον πρόγονό της. Οι μαζεμένες διαστάσεις του G/S με το σωστό όνομα, που σημαίνει Gelante/Strasse (εκτός δρόμου/άσφαλτος), σε προσκαλούν να κάτσεις στη σέλα του και να το περιεργαστείς έχοντας στο μυαλό και τα χαρακτηριστικά του. Τα πιο σημαντικά από αυτά είναι η απόσταση από το έδαφος που βρίσκεται στα 240 χλστ. με τις αναρτήσεις να έχουν διαδρομές στα 210 και 200 χλστ. εμπρός πίσω αντίστοιχα και τη σέλα να απέχει από το έδαφος 860 χλστ. Είναι λιγότερο ψηλή από όσο φαντάζεσαι γιατί η μοτοσυκλέτα είναι στενή πίσω από ρεζερβουάρ με τα πόδια να μην ανοίγουν πολύ. Πατάω με αυτοπεποίθηση με enduro μπότα -1,85 μ. το ύψος μου- και η μοτοσυκλέτα μου δίνει ανάλαφρη αίσθηση. Τόσο το ανεστραμμένο πιρούνι όσο και το αμορτισέρ είναι πλήρως ρυθμιζόμενα με τον εμπρός τροχό να βρίσκεται στις 21 ίντσες και τον πίσω στις 17. Για εκείνους που θέλουν ακόμη περισσότερα η BMW προσφέρει το πακέτο Enduro Pro που αναβαθμίζει τον πίσω τροχό στις 18 ίντσες και κατεβάζει τα καλάμια του πιρουνιού στις πλάκες με την απόσταση από το έδαφος να αυξάνεται κατά 15 χλστ. Προσθέτει επίσης αποστάτες στο τιμόνι και προστατευτικά στον κινητήρα, ελαστικά με τακούνι όπως και το πρόγραμμα λειτουργίας Enduro Pro (απενεργοποιεί το ABS πίσω), επιπλέον των στάνταρ Rain, Road και Enduro.

 

Φιλικό και ικανότατο εντός και εκτός

Οι άνθρωποι της BMW ήθελαν να αποκτήσουμε μια πολύ καλή εικόνα για τις δυνατότητες του R 12 G/S και για αυτόν τον λόγο φρόντισαν να το οδηγήσουμε με και χωρίς το πακέτο Enduro Pro τόσο στην άσφαλτο όσο και στο χώμα. Η μέρα ξεκίνησε με προορισμό το BMW Motorrad Enduro Park στο Hechlingen στη σέλα του στάνταρ μοντέλου με τον πανέμορφο όμως ματ χρωματικό συνδυασμό στο κόκκινο για το πλαίσιο και στο χρώμα της άμμου για πλαστικά και ρεζερβουάρ με το πιρούνι βαμμένο μαύρο. Αυτός ο συνδυασμός θα φέρει σε δύσκολη θέση όλους εκείνους που ήδη τους τρέχουν τα σάλια αφού απέναντί του υπάρχει και ο κλασικός “τρικολόρ” με κόκκινη σέλα και λευκά πλαστικά και ρεζερβουάρ -“χρυσό” πιρούνι εδώ- στον οποίο δεν μπορείς να αντισταθείς, ενώ στάνταρ η μοτοσυκλέτα είναι διαθέσιμη ως μαύρη ματ με χρυσό πιρούνι, χωρίς γραφικά.

Από την αρχή το R 12 G/S παρουσιάζει ένα άκρως φιλικό πρόσωπο που ξαφνιάζει ακόμη περισσότερο από όσο περίμενες. Οι αναρτήσεις δείχνουν αμέσως την ποιοτική τους λειτουργία στην γερμανική άσφαλτο, στην οποία βέβαια κυνηγάς πραγματικά για να βρεις ψεγάδι και να κάνεις το πιρούνι και το αμορτισέρ να δουλέψουν. Η θέση οδήγησης σε βάζει υπό πλήρη έλεγχο και στα φρένα το μαλακό πιρούνι βουτάει ελεγχόμενα και λογικά για τη διαδρομή, ενώ όσο ο ρυθμός ανεβαίνει το 12άρι G/S αποκαλύπτει τα πρώτα του χαρίσματα. Παρά τον τροχό των 21 ιντσών είναι καθόλα ικανό στην άσφαλτο και θα σε αφήσει να κινηθείς με πολύ γρήγορο ρυθμό. Προσπάθησα να το κάνω μόνο στη φωτογράφιση αφού όπως είπα και νωρίτερα οι πλοηγοί επέλεξαν να μείνουν μακριά από τα όρια των μοτοσυκλετών σε δημόσιο δρόμο παρά την “ψυχολογική πίεση” που τους άσκησα και κάτω από εκείνα του νόμου. Ωστόσο το G/S εντυπωσιάζει στην άψογη γερμανική άσφαλτο με την ταχύτητα που μπορεί να κουβαλήσει μέσα στη στροφή και με την ισορροπία που το διακρίνει. Παραμένει απόλυτα φιλικό και προβλέψιμο και στον λιγοστό χρόνο που το πίεσα πραγματικά μου έδειξε ότι μπορώ να το εμπιστευτώ αλλάζοντας πολύ γρήγορα κατεύθυνση και να πάρω μεγάλη κλίση.

 

Έχοντας περάσει από πανέμορφα χωριουδάκια, πεντακάθαρα και άψογα τακτοποιημένα φτάσαμε στο Enduro Park της BMW όπου έπειτα από τη σχετική ανασυγκρότηση και διάλειμμα για μεσημεριανό έφτασε η ώρα να οδηγήσουμε τη μοτοσυκλέτα εντός του τεράστιου πάρκου που χάνεται μέσα στο δάσος και έχει ένα σκασμό εμπόδια για να δοκιμάσεις τις δυνατότητες της μοτοσυκλέτας σου. Εδώ η BMW πραγματοποιεί φυσικά και σεμινάρια για όσους θέλουν να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους στο χώμα και αυτή είναι μια μοναδική ευκαιρία που δεν πρέπει να χάσει κανείς που έχει βλέψεις να βγει εκτός δρόμου με μεγάλη ή μικρή adventure μοτοσυκλέτα. Και στο πάρκο είχαμε πλοηγό, ο οποίος μας πέρασε από κάθε τύπο εμποδίου που μπορεί να συναντήσει κανείς κινούμενος εκδρομικά με το μεγάλο του adventure και το R 12 G/S, αναμενόμενα ίσως, δεν μάσησε πουθενά. Δεν μάσησα ούτε και εγώ και η αλήθεια είναι ότι η μοτοσυκλέτα της BMW μου έκανε τη ζωή εύκολη, με την αέρινη αίσθηση που δίνει και την πολύ καλή θέση οδήγησης και στην όρθια στάση. Είναι σύμμαχος στις εκτός δρόμου αναζητήσεις σου και όχι “αντίπαλος” που πρέπει να παλέψεις μαζί του. Σε αφήνει να ξεθαρρέψεις και να οδηγήσεις συγκεντρωμένα και θα σταθεί αρωγός σε ό,τι και αν δοκιμάσεις, ενώ το νιώθεις σα να “προσαρμόζεται” στο επίπεδο και την εμπειρία σου χωρίς να αποτελεί εμπόδιο στον ρυθμό που θέλεις να ακολουθήσεις. Ο αερελαιόψυκτος κινητήρας παίζει εδώ σημαντικό ρόλο με την απόδοση του, με τους 107 ίππους να ελέγχονται πλήρως από το δεξί γκριπ και την τροφοδοσία να είναι άψογη σε όλα τα προγράμματα.

BMW

Εκτός από την εμπειρία στο πάρκο της BMW οδηγήσαμε το R 12 G/S  και σε γερμανικούς χωματόδρομους που είναι καλύτεροι από… ελληνική άσφαλτο αφού λακκούβες και λοιπές ανωμαλίες λάμπουν δια της απουσίας τους, ενώ περάσαμε και μέσα από μικρά δάση. Αυτό το κομμάτι θα μπορούσαμε να το είχαμε αποφύγει είναι η αλήθεια αφού οδηγήσαμε εκεί κατόπιν σχετικής άδειας από τις τοπικές κοινότητες -δεν επιτρέπεται να οδηγήσεις πουθενά εκτός δρόμου στη Γερμανία- και με την παράκληση να μην κάνουμε κανενός είδους καγκουριά που θα χαλούσε έστω και λίγο τους χωματόδρομους που χρησιμοποιούν οι αγρότες για να φτάσουν στα χωράφια τους. Η βόλτα ωστόσο στη γερμανική ύπαιθρο ήταν μια όμορφη εμπειρία αφού και εκεί επικρατεί απόλυτη ευταξία και καθαριότητα, σε σημείο που απογοητεύεσαι που δεν βρίσκεις έστω και ένα μικρό σκουπιδάκι στην άκρη του δρόμου ή μέσα στα δάση, μια “ατέλεια” ρε παιδί μου που να δείχνει ότι εδώ κατοικούν άνθρωποι και όχι ρομπότ…

 

Το σωστό “on-off” δίλημμα

Το R 12 G/S δεν αποτελεί άμεσο αντίπαλο των υγρόψυκτων GS. Όμως με τις εξαιρετικές του δυνατότητες εντός και εκτός δρόμου και την ρετρολάγνα εμφάνισή του δεν αποκλείεται να βάλει πολλούς σε δεύτερες σκέψεις και ας μην έχει την προστασία και τις επιδόσεις που προσφέρουν τα 1300άρια. Είναι εξαιρετικά φτιαγμένο, συμπεριφέρεται άψογα παντού και έχει λογικό βάρος που δεν εμφανίζεται πουθενά και αποτελεί αναμφίβολα μια μοτοσυκλέτα ανώτερη έναντι των άλλων δύο για καθημερινή συμβίωση, ειδικά στο αστικό τοπίο.