Editorial 636 - Κάπου τώρα στα κοντά θα χρειαστεί να πει η FIM: “so be it”

Από το

motomag

1/11/2022

Στα μέσα του μήνα η επιτροπή των Superbike της FIM, μέρος της οποίας είναι ο Gregorio LAVILLA Executive Director της Dorna για το WorldSBK, ανακοίνωσε πως θα αναθεωρήσει το όριο πώλησης των μοτοσυκλετών παραγωγής για το 2023 πάνω στις οποίες θα βασίζονται και οι αγωνιστικές μοτοσυκλέτες. Με λίγα λόγια τα superbike μοντέλα που θα παράγονται σε λίγα κομμάτια για να μπορεί μία αγωνιστική μοτοσυκλέτα να κατέβει στο WSBK θα μπορούν πλέον να κοστίζουν περισσότερο. Για να παραμείνουν τα WSBK ένα γήινο άθλημα, βασισμένα σε μοτοσυκλέτες που μπορούν να αποκτηθούν από τον απλό πολίτη και να ταυτίζεται έτσι με το άθλημα λίγο περισσότερο από αυτό που κάνει στα MotoGP, υπήρχε και πρέπει να υπάρχει, ένα όριο λιανικής τιμής πώλησης στις μοτοσυκλέτες παραγωγής, πάνω στις οποίες βασίζονται οι αγωνιστικές. Αυτό δεν σημαίνει πως οι αγωνιστικές μοτοσυκλέτες είναι φτηνές, κάθε άλλο, είναι πανάκριβες, αλλά πως η βάση τους κοστίζει έως 40.000 Ευρώ. Επίσης αυτό δεν σημαίνει πως μπορείς να αποφύγεις εκείνους που βλέπουν MotoGP και σκέφτονται σιγά μωρέ, είναι μερικά δευτερόλεπτα κάτω από εμένα, άρα κοντά σε εμένα και να θεωρούν πως ταυτίζονται και με τους καλύτερους αναβάτες του κόσμου. Εδώ δεν μπορείς να αποφύγεις εκείνους που μιλάνε με οπαδικά κριτήρια και υποστηρίζουν αναβάτες συγκεκριμένους, αλλά θα ξεφύγουμε από την ουσία αν πάμε να αναλύσουμε τις παθογένειες από την πλευρά των θεατών. Είναι πολλές.

Το όριο κόστους έχει ένα νόημα και μάλιστα είναι ήδη πολύ υψηλό, θα μπορούσε να είναι πολύ πιο κάτω, όπως και ήταν πολύ πιο κάτω. Η ανακοίνωση της FIM εξηγεί πως η απόφαση αυτή πάρθηκε γιατί όλα γύρω μας έχουν ακριβύνει, το κόστος των μοτοσυκλετών έχει ακριβύνει και πρέπει τα όρια να αυξηθούν. Μαντέψτε ποια μοτοσυκλέτα ήταν μέχρι τώρα πολύ κοντά στο όριο, η Panigale V4R που κόστιζε λίγο πιο κάτω από αυτό που ίσχυε έως τώρα.

Η συνάντηση της επιτροπής έλαβε μέρος στο Portimao στις 6 και 8 Οκτωβρίου 2022 και η ανακοίνωσή τους βγήκε στις 17/10/2022, λίγες ημέρες πριν από την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές. Στις 7 Οκτωβρίου ήταν προγραμματισμένη μία παγκόσμια πρεμιέρα μοντέλου από την Ducati με βάση το πρόγραμμα που η ίδια ανακοίνωσε στις 30 Αυγούστου 2022! Η 7η Οκτωβρίου ήταν κρατημένη με τον τίτλο “This is Racing” και αυτό εύλογα μας έκανε να περιμένουμε μία νέα V4R. Στις 6 Οκτωβρίου, μία ημέρα πριν, η Ducati ανακοινώνει πως εξαιτίας οργανωτικών αιτιών θα πρέπει να αναβάλει την παρουσίαση για τις 14 του μήνα, μόλις έξι ημέρες πριν από την επόμενη στις 20 που ήταν δεσμευμένη με τον τίτλο “Push Forward” κι αποδείχτηκε πως ήταν το Streetfighter V4. Πράγματι αυτή που θα βλέπαμε στις 7 αλλά τελικά είδαμε στις 14, ήταν η νέα V4R με στόχο να είναι το εισιτήριο της Ducati στα WSBK. Η τιμή που ανακοίνωσε η Ducati για την μοτοσυκλέτα που θα ομολογκάριζε την αγωνιστική της για την επόμενη σεζόν ήταν €43.990, δηλαδή 3.990 Ευρώ πάνω από το όριο.

Αν δεν το έχω κάνει απόλυτα ξεκάθαρο μέχρι τώρα, θα σας το γράψω με λόγια: Προφανώς η Ducati ήξερε πως θα αλλάξει το όριο και μάλιστα ξέρει και ποιο όριο είναι αυτό, ενώ η FIM δεν το έχει ανακοινώσει ακόμη, αλλιώς δεν θα μπορούσαν οι Ιταλοί να είναι σίγουροι πως μπορούν να ανακοινώσουν με την σειρά τους την τιμή και να δεχτούν και παραγγελίες! Για το ξεκάρφωμα μπορεί το νέο όριο να είναι πολύ μεγαλύτερο, να μην γίνει δηλαδή €45.000 φανερώνοντας με ακόμη ένα τρόπο πως είναι μία φωτογραφική διάταξη όμως σε κάθε περίπτωση η χρονική σειρά των πραγμάτων δεν μπορεί να αλλάξει.

Στο μεταξύ είναι και μία περίεργη συγκυρία αυτή, με δεδομένο πως λίγες ημέρες μετά την κυκλοφορία του τεύχους η Ducati θα έχει πάρει τον τίτλο στα MotoGP, εκτός κι αν πέσει μετεωρίτης στον Bagnaia και ο ίδιος μετεωρίτης εκτοξεύσει τον Quartararo πρώτο, πάνω από ένα στρατό Ducati. Έχω βαρεθεί να διαβάζω για "οδηγίες Ducati” και διάφορες θεωρίες, όταν είναι ξεκάθαρο το τι έχει συμβεί τουλάχιστον μέχρι αυτή την στιγμή της αναθεώρησης του κειμένου μετά τον τελευταίο αγώνα στην έξοδο για το τυπογραφείο. Θεωρώ πως την πάσα αλήθεια την έχει πει ο Zarco που χοντρικά θα το συνοψίσω στο "μη προσπερνάτε τον Bagnaia εκτός κι αν πηγαίνετε για νίκη". Όσο πλησιάζουμε στο τέλος τόσο λιγότερο ισχύει και το "εκτός". Όπως παραλίγο να δούμε για τον Bastianini στον προτελευταίο αγώνα, αν ο Bezzecchi είχε περάσει τον Quartararo. Τότε θα έφευγε το μήνυμα και εκείνος είμαι βέβαιος πως θα έδινε την θέση του τελείως εξόφθαλμα να το δει όλος ο κόσμος και όχι συγκεκαλυμμένα και στο περίπου. Είναι τόσο ξεκάθαρα τα πράγματα χωρίς άλλες θεωρείες. Η αρχική μας όμως ιστορία αφήνει το θέμα της συνεννόησης Dorna – Ducati ανοικτό, κι αυτό επίσης δεν αλλάζει. Όπως δεν αλλάζει το γεγονός πως πίσω στο 2012 η Honda απείλησε πως θα φύγει από τα MotoGP αν η Dorna επιβάλλει ενιαία ECU, σαν της Moto3. Το θυμάστε αυτό; Ήταν ο καλύτερος πελάτης τότε η Honda και η κάθε αλλαγή περνούσε από αυτή. Η Dorna το πήρε αμέσως πίσω για χάρη της Honda που στο μεταξύ πήρε μαζί της και την Yamaha. Τελικά η ενιαία ECU ήρθε το 2016, προηγήθηκε η κίνηση της Ducati που υποστήριζε την ενιαία ECU για “open class” αν και η απόφαση των Ιαπώνων δεν στηρίχτηκε μόνο σε πιέσεις προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση αλλά και στην εξέλιξη της τεχνολογίας. Στο τέλος η ενιαία ECU ήταν μία καλή κίνηση προς το συμφέρον των αγώνων. Το συμπέρασμα είναι άλλο, ο καλός πελάτης κάνει κουμάντο, κάποτε η Honda, τώρα η Ducati. Και ο καλός πελάτης είναι εκείνος που ξοδεύει. Σε μαγαζιά λιανικής αυτό είναι αποδεκτό, για τον καλό πελάτη στρώνεις κόκκινο χαλί, όταν όμως είσαι αρχή ενός σπορ, οφείλεις να τραβήξεις κόκκινη γραμμή σε κάποιο σημείο. Κι αν χρειαστεί να πετάξεις τον "καλό πελάτη" από το μαγαζί με τις κλωτσιές και να χάσετε και οι δύο, “so be it” που λένε και οι Αμερικάνοι - το business ethics των οποίων έχει κι ορισμένα καλά σημεία…

editorial 522 - Kakonomics

Από το

Μαύρο Σκύλο

1/5/2013

Ο φίλος μου ο Πάνος μου έστειλε το ομώνυμο κείμενο της Ιταλίδας Gloria Origgi. Η φιλόσοφος και ειδική στη θεωρία της σκέψης, Gloria Origgi, με την ελληνικής ετυμολογίας λέξη Kakonomics, μιλά για την παράδοξη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, κάτι που εξηγεί γιατί η ποιότητα ζωής μας συχνά είναι χάλια.

"Οι συνήθεις προσεγγίσεις της θεωρίας των παιγνίων αναφέρουν πως όταν οι άνθρωποι συναλλάσσονται (με ιδέες, υπηρεσίες ή αγαθά), επιθυμούν να λαμβάνουν υψηλή ποιότητα από τους άλλους. Ας θεωρήσουμε πως οι συναλλαγές μπορούν να γίνουν μόνο σε δύο επίπεδα ποιότητας: Υψηλή και χαμηλή. Ο όρος Kakonomics περιγράφει περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι όχι μόνο θέλουν να λάβουν υψηλή ποιότητα δίνοντας για αντάλλαγμα χαμηλή (να κοροϊδέψουν κάποιον δηλαδή) αλλά στην πραγματικότητα προτιμούν να δώσουν χαμηλή ποιότητα και να λάβουν σε αντάλλαγμα επίσης χαμηλή.

Πως είναι δυνατόν κάτι τέτοιο; Και πως μπορεί κάτι τέτοιο να είναι λογικό; Ακόμα κι όταν τεμπελιάζουμε, και προτιμούμε να δώσουμε χαμηλή ποιότητα (όπως όταν δεχόμαστε να γράψουμε ένα άρθρο για ένα μέτριο περιοδικό, αρκεί να μην μας ζητήσουν να το δουλέψουμε και πολύ), θα έπρεπε λογικά να προτιμούμε να δουλέψουμε λιγότερο αλλά να αμειφθούμε περισσότερο απ' ότι θα άξιζε η δουλειά μας, δηλαδή να δώσουμε χαμηλή ποιότητα και να λάβουμε υψηλή. Η περίπτωση Kakonomics είναι διαφορετική: Σ' αυτήν, όχι μόνο προτιμούμε να δώσουμε ένα αγαθό χαμηλής ποιότητας, αλλά προτιμούμε να λάβουμε ένα εξίσου χαμηλής ποιότητας αντάλλαγμα!

Η Kakonomics είναι η παράδοξη, αλλά εξαιρετικά διαδεδομένη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, όσο κανείς δεν παραπονιέται γι' αυτό. Ο κόσμος των Kakonomics είναι ένας κόσμος όπου οι άνθρωποι όχι μόνο ανέχονται την μετριότητα και την αναξιοπιστία των άλλων, αλλά την περιμένουν: "Γνωρίζω πολύ καλά πως δεν θα εκπληρώσεις στο ακέραιο τις υποσχέσεις σου, αλλά το δέχομαι γιατί θέλω να μπορώ κι εγώ να μην εκπληρώσω τις δικές μου χωρίς να αισθάνομαι άσχημα γι' αυτό". Η συμπεριφορά αυτή είναι αλλόκοτη και ενδιαφέρουσα γιατί όπως σε όλες τις συναλλαγές αυτού του είδους, τα δύο μέρη φαίνεται να έχουν μια διπρόσωπη συμφωνία: Πρώτα μια "επίσημη", όπου και οι δύο δηλώνουν την πρόθεσή τους για μια συναλλαγή σε υψηλό επίπεδο ποιότητας, και μετά μια ανομολόγητη, που δέχεται πως οι εκπτώσεις στην ποιότητα όχι μόνο επιτρέπονται αλλά είναι και αναμενόμενες. Γίνεται έτσι μια συμφωνία, ανομολόγητη όμως, για αμοιβαία εξαπάτηση. Έτσι, κανείς δεν επωφελείται, λαμβάνοντας περισσότερα απ' όσα θα έπρεπε. Οι συναλλαγές Kakonomics ρυθμίζονται από έναν άγραφο κοινωνικό νόμο για εκπτώσεις στην ποιότητα, μια κοινή αποδοχή ενός μετριότατου ή κακού αποτελέσματος που ικανοποιεί όμως και τα δύο μέρη, τουλάχιστον όσο μπορούν να συνεχίσουν να δηλώνουν πως η συναλλαγή ήταν σε υψηλό επίπεδο ποιότητας.

Ορίστε ένα παράδειγμα: Ένας επιτυχημένος συγγραφέας best seller πρέπει να παραδώσει το νέο του μυθιστόρημα στον εκδότη του, κι έχει αργήσει πολύ. Το κοινό του είναι πολυπληθές, κι ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά πως θα αγοράσει το βιβλίο του μόνο και μόνο επειδή θα γράφει το όνομά του στο εξώφυλλο, κι έτσι κι αλλιώς, λίγοι από αυτούς θα διαβάσουν πέρα από το πρώτο κεφάλαιο. Ο εκδότης του επίσης το γνωρίζει αυτό. Έτσι, ο συγγραφέας αποφασίζει να παραδώσει το νέο του βιβλίο με ένα συγκλονιστικό πρώτο κεφάλαιο αλλά μέτρια πλοκή από κει και πέρα (να το αποτέλεσμα χαμηλής ποιότητας). Ο εκδότης είναι ευχαριστημένος, τον συγχαίρει δηλώνοντας πως παρέλαβε ένα αριστούργημα (το παραμύθι της υψηλής ποιότητας) κι έτσι είναι και οι δύο ευχαριστημένοι. Ο συγγραφέας όχι μόνο προτιμά να παραδώσει χαμηλή ποιότητα, αλλά επιθυμεί και ο εκδότης να του δώσει το ίδιο, για παράδειγμα αποφεύγοντας να χτενίσει πολύ καλά το κείμενο βελτιώνοντάς το, και να το εκδώσει όπως είναι. Εμπιστεύονται ο ένας την αναξιοπιστία του άλλου, και συνωμοτούν για ένα κοινά αποδεκτό χαμηλής ποιότητας αποτέλεσμα που βολεύει και τους δύο. Όποτε υπάρχει μια τέτοια σιωπηρή συμφωνία σύγκλισης προς χαμηλή ποιότητα με στόχο αμοιβαία οφέλη, έχουμε να κάνουμε με μια περίπτωση Kakonomics.

Παραδόξως, αν ο ένας από τους δύο παραδώσει υψηλή ποιότητα αντί για την αναμενόμενη χαμηλή, ο άλλος αισθάνεται προδομένος και το θεωρεί αθέτηση της άτυπης συμφωνίας, ακόμα κι αν δεν το παραδεχτεί ανοιχτά. Στο παράδειγμά μας, έτσι θα ένιωθε ο συγγραφέας εάν ο επιμελητής του εκδότη βελτίωνε το κείμενό του. Η αξιοπιστία του εκδότη σ' αυτή την περίπτωση συνίσταται στο να παραδώσει την ίδια χαμηλή ποιότητα. Κόντρα στο κλασικό Δίλημμα του Φυλακισμένου της θεωρίας παιγνίων (όπου δύο άνθρωποι δεν συνεργάζονται ακόμα κι αυτό θα ήταν προς αμοιβαίο τους όφελος), η προθυμία επανάληψης μιας συναλλαγής με κάποιον εξασφαλίζεται όταν υπάρχει η σιγουριά πως κι εκείνος θα παραδώσει χαμηλή αντί για υψηλή ποιότητα.

Οι συναλλαγές Kakonomics δεν είναι πάντα κακές. Μερικές φορές επιτρέπουν μια αμοιβαία κατανόηση εκπτώσεων που κάνει την ζωή πιο χαλαρή για όλους. Όπως μου είπε ένας φίλος που ανακαίνιζε μια αγροικία στην Τοσκάνη, "οι Ιταλοί μαστόροι ποτέ δεν τελειώνουν τη δουλειά στο συμφωνημένο χρόνο, το καλό όμως είναι πως δεν περιμένουν κι εσύ να τους πληρώσεις τότε που έχεις υποσχεθεί".

Το μεγάλο όμως πρόβλημα των Kakonomics -που στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει χείριστα οικονομικά- και ο λόγος για τον οποίο αποτελούν μια μορφή συλλογικής παράνοιας εξαιρετικά δύσκολης να εξαλειφθεί, είναι πως κάθε συναλλαγή χαμηλής ποιότητας είναι ένα τοπικό ισοζύγιο όπου και τα δύο μέρη μένουν ευχαριστημένα, αλλά κάθε μία από αυτές τις συναλλαγές διαφθείρει μακροχρόνια συνολικά το σύστημα. Οπότε, οι απειλές που αντιμετωπίζουν τα καλά συλλογικά αποτελέσματα δεν προέρχονται μόνο από "αρπακτικά" και "κερδοσκόπους", όπως μας διδάσκουν οι καθιερωμένες κοινωνικές επιστήμες, αλλά και από καλά οργανωμένους κανόνες Kakonomics που εξασφαλίζουν πως τα αποτελέσματα των συναλλαγών θα είναι προς το χειρότερο. Ο συνδετικός ιστός της κοινωνίας δεν είναι μόνο η συνεργασία για το γενικό καλό. Για να καταλάβουμε γιατί πολλές φορές "η ζωή είναι σκατά", θα πρέπει να μελετήσουμε τις άτυπες συμφωνίες που προσδοκούν σε ένα ατομικό όφελος και ταυτόχρονα σε μια συλλογική ζημία."

Στο συνεργείο: Ο πελάτης πάει γιατί άκουσε πως είναι φθηνό. Σκέφτεται πως και καλή δουλειά να μην γίνει, θα δώσει λίγα, οπότε εντάξει. Ακόμα και πριν φτάσει και το δει, έχει προσπαθήσει να πείσει τον εαυτό του πως το πάτωμα θα είναι μαύρο από στυλιστική επιλογή, κι όχι από τα λάδια είκοσι ετών που κανείς δεν καθάρισε, και πως τα μισολυμένα μοτέρ και τα διάσπαρτα παντού παλιά εξαρτήματα είναι άποψη εικαστική. Ανάλογες μυθοπλασίες ισχύουν και για την συμπεριφορά του μάστορα, που ξινίζει τα μούτρα του λες και ο πελάτης έχει έρθει για να του κάνει τη ζωή δύσκολη, κι όχι για να του δώσει δουλειά. Αλλά έτσι είναι οι ιδιοφυΐες, ιδιόρρυθμες, κι η ανάγωγη συμπεριφορά τους δικαιολογείται από το μεγαλείο των έργων τους. Παρά το αυτοπαραμύθιασμα όμως, ο πελάτης γνωρίζει πως η δουλειά δεν θα είναι πρώτης τάξης, αλλά ελπίζει κιόλας πως η χαμηλή τιμή θα αντισταθμίσει την τσαπατσουλιά και την έλλειψη γνώσεων. Από την μεριά του, ο μάστορας γνωρίζει πως ο πελάτης είναι στο κόλπο ("θα δώσω λίγα, θα πάρω αντίστοιχα λίγα"), οφείλει όμως να κάνει την προσπάθεια να ανεβάσει την δουλειά του, με ένα καλά προβαρισμένο ανεκδοτολογικό λογύδριο, για να πείσει τον πελάτη πως όλοι οι άλλοι θα του έπαιρναν τζάμπα λεφτά, και πως μόνος εκείνος είναι μυημένος στα απόκρυφα των κινητήρων των παπιών. Ενστικτωδώς, ο μάστορας γνωρίζει πως να χειραγωγήσει ψυχολογικά τον πελάτη, όπως επίσης γνωρίζει πως ακόμα και τα σχετικά λίγα χρήματα που θα του πάρει είναι στην πραγματικότητα πάρα πολλά για τις δουλειές που δεν θα κάνει, αλλά θα πει ότι έχει κάνει. Η συναλλαγή ολοκληρώνεται, ο πελάτης φεύγει ευχαριστημένος που έδωσε σχετικά λίγα χρήματα (για δουλειές όμως που δεν έγιναν, ή που έγιναν με σφυροκάλεμο), αφήνοντας τον μάστορα επίσης ευχαριστημένο γιατί με τόσο λίγο κόπο και ικανότητα έβγαλε το μεροκάματο. Τέτοιου είδους συναλλαγές εξαπλώνονται σαν ιώσεις, ξεκινώντας μια δίνη που ρουφάει προς τα κάτω όλο και περισσότερους, υποβαθμίζοντας την ποιότητα και των πελατών, και των υπηρεσιών, και των μαστόρων. Αφού γίνεται κι έτσι, γιατί να προσπαθήσω για κάτι καλύτερο; Μετά, ο πελάτης κοκορεύεται στους φίλους του πως έδωσε μόνο 50 ευρώ για service στο τετρακύλινδρό του, εννοώντας πως είναι κορόιδα όσοι πληρώνουν λογικά χρήματα για αξιοπρεπή εργασία.

Το αντίστροφο: Στο αψεγάδιαστο συνεργείο, ο ευγενικός μάστορας σου λέει μια τιμή που σου φαίνεται χαμηλή. Γίνεσαι πολύ δύσπιστος και φεύγεις: "Κάποιο λάκκο έχει η φάβα", σκέφτεσαι, αντί για το πιο λογικό, "Επιτέλους, σωστό μαγαζί με σωστές τιμές".

Για ανταλλακτικά: Πάρε το ιμιτασιόν, την ίδια δουλειά θα κάνεις. Αμ δε. Μετά από δέκα χρόνια αχρηστίας, αποφάσισα να ξαναβγάλω στο δρόμο το παλιό μου SS50 (τέλη δεκαετίας '60). Αγόρασα ένα σετ "πάνω" φλάντζες έναντι του συγκλονιστικού αντιτίμου του ενός ευρώ και εξήντα λεπτών, κομπλέ με o-ring, ζουάν για την εξάτμιση, τσιμουχάκια βαλβίδων. Το μετάνιωσα με το που το άνοιξα, ήταν σαν κομμένες από παλιό χαρτί τετραδίου. Μερικές δεν έκαναν, μακάρι να μην ταίριαζε καμία για να τις πετάξω όλες. Τι περίμενα; Ποιότητα Honda με 1,60; Σ' αυτή την περίπτωση το Kakonomics δούλεψε: Τις αγόρασα, ξέροντας πως θα είναι σκουπίδια, αλλά παραμυθιάστηκα πως "θα κάνω τη δουλειά μου". Κάπου στα βάθη της Κίνας ένας Κινέζος φλαντζάς γελάει. Τελειωμό δεν έχουν τα κορόιδα. Αν μου κοστίζουν εμένα 15 σεντ του ευρώ, τι περιμένουν; Να είναι και καλές;

Για την επιλογή μοτοσυκλέτας: "Δεν κάνω ράλι εγώ", μου είπε κάποιος όταν μετά από ερώτησή του προσπαθούσα να του εξηγήσω τις μίνιμουμ προδιαγραφές μιας σύγχρονης μοτοσυκλέτας. Εν γνώσει του, ήθελε να πάρει μια κακή, απαρχαιωμένη μοτοσυκλέτα, ενώ είχε τα χρήματα να πάρει μια καλύτερη. Προτιμούσε δηλαδή την κακή ποιότητα έναντι χαμηλού αντιτίμου, αντί για αποδεκτή ποιότητα με ελάχιστα περισσότερα χρήματα. Και φυσικά, ο εγκέφαλος του ανθρώπου είναι πρώτος στο να βρίσκει δικαιολογίες για ο,τιδήποτε. Είχε πείσει τον εαυτό του πως αφού δεν είναι "ραλίστας", κάτι χωρίς φρένα, χωρίς αναρτήσεις, χωρίς επιδόσεις, κάτι επικίνδυνο τέλος πάντων, είναι αρκετό για κείνον.

Για τις παρέες: Μερικοί φοβούνται τη μοναξιά. Ίσως γιατί περισσότερο απ' όλα φοβούνται να μείνουν μόνοι με τον εαυτό τους. Και ανέχονται παρέες. Και οι παρέες, αντίστοιχα, τους ανέχονται. Γιατί μερικές φορές οι παρέες επίτηδες περιλαμβάνουν ανθρώπους που δεν θα έκαναν κανονικά παρέα μαζί τους, έτσι για να έχουν να τους κακολογούν όταν δεν είναι παρόντες, ή να τους την μπαίνουν μειωτικά όταν είναι παρόντες. Συνειδητή επιλογή χαμηλής ποιότητας, και τους λόγους ας τους βρουν οι ψυχίατροι. Και πάνε και ταξίδια μαζί, που όλοι είναι στην γκρίνια όλη την ώρα. Και κανείς δεν φχαριστιέται το ταξίδι. Καλύτερα μόνος. Κι ας τα δεις όλα.

To χειρότερο: Μια Kakonomics συναλλαγή θεωρείται πια δεδομένη, ο κανόνας, κάτι αντίστοιχο με το "όλοι τα παίρνουν", "όλοι είναι ένοχοι", και η κοινωνία αρχίζει, συνηθίζει και συνεχίζει να λειτουργεί μόνο σ' αυτή τη βάση. Έτσι κι αλλιώς, οι μέτριοι πάντα θέλουν όλοι να κατέβουν στο επίπεδό τους, και κάνουν ό,τι μπορούν γι' αυτό. Ένας από τους τρόπους που χρησιμοποιούν είναι να ισχυρίζονται πως όλοι είναι όμοιοί τους ή, ακόμα κι αν πράττουν διαφορετικά, θα ήθελαν να είναι. Έχει γίνει επίσης η στάνταρ δικαιολογία για όσους δεν κάνουν, ή δεν κάνουν καλά την δουλειά τους: Ενώ κάποιος δέχεται να κάνει μια δουλειά με συγκεκριμένο αντίτιμο, στην πορεία δικαιολογεί την ανεπάρκειά του ή την άρνησή του να την κάνει με το πρόσχημα πως δεν πληρώνεται αρκετά. Προφανώς, όταν προσλήφθηκαν, ήξεραν, αλλά φυσικά δεν είπαν ποτέ, πως δεν πρόκειται να κάνουν καλά την δουλειά τους, γιατί θεωρούσαν εξ αρχής μικρή την αμοιβή. Αλλά δέχτηκαν την συμφωνία, λέγοντας μετά το απίθανο "εμείς κάνουμε πως δουλεύουμε κι αυτοί κάνουν πως μας πληρώνουν". Κι όλα καλά, και πάμε για καλύτερα...