Editorial 638 - Ο φαύλος κύκλος

Από το

motomag

1/1/2023

Το βασικό πρόβλημα της αγωνιστικής μοτοσυκλέτας στην χώρα μας είναι η υπέρμετρη  εσωστρέφεια που την διακατέχει και από την οποία ποτέ δεν κατάφερε να ξεφύγει.  Κομμάτι της ευθύνης ανήκει και σε εσάς, τον κόσμο, γιατί ποτέ δεν την στηρίξατε σταθερά. Υπάρχει περίοδος της ελληνικής ιστορίας με θεατές που ήταν περισσότεροι και από ποδοσφαιρικό αγώνα, υπάρχουν και πιο μελανά σημεία όπως η σύγχρονη περίοδος όπου για μία κόντρα σε έναν άσχετο δρόμο θα μαζευτεί περισσότερος κόσμος από ό,τι αν αθροίσουμε διοργανωτές και θεατές για όλα τα αθλήματα με μοτοσυκλέτα σε βάθος τριετίας. Μία ημέρα >  τρία χρόνια, αυτοί είμαστε. Αν τώρα υπήρχε τρόπος να μαζέψουμε όλους τους δυνητικά θεατές των αγώνων σε ένα μεγάλο στάδιο και τους ρωτούσαμε γιατί ελάχιστοι είναι αυτοί που πηγαίνουν σε αγώνες μοτοσυκλέτας η απάντηση θα είναι ομόφωνη και θα ταξιδέψει με μία βοή: «Και τι να δούμε»! - Προφανώς και θα έχουν δίκιο αυτοί οι συγκεντρωμένοι θεατές. Οι αγώνες δεν απασχολούν παρά μόνο εκείνους που συμμετέχουν και έναν κλειστό κύκλο συγγενών και φίλων, ούτε καν το σύνολο του κοινωνικού περίγυρου των αγωνιζομένων! Σε αυτό το σύνολο πασπαλίζουμε ορισμένους από εσάς τους γενναίους και ρομαντικούς που παρακολουθείτε λίγο περισσότερο από την γενικότερη μάζα και έτσι έχουμε τώρα όλους όσους κοιτούν να μάθουν κάτι για τους αγώνες μοτοσυκλέτας, γνωρίζουν και μερικούς αναβάτες με το όνομα και τέλος, αυτοί είναι όλοι. Το ακούω αυτό που σκέφτεστε: «Και ποιο άθλημα εκτός ποδοσφαίρου και μπάσκετ έχει πολλούς θεατές;» Θα συμφωνήσω. Κατά καιρούς μαζεύουν κόσμο και τα υπόλοιπα αθλήματα, αν ξαφνικά εμφανιστεί ένας αστέρας ή γίνει κάτι συνταρακτικό. Αρέσει στον κόσμο να είναι μέσα στην μόδα και αν αυτό σημαίνει πως θα πάει να δει δύο φορές τένις θα το κάνει. Η μοτοσυκλέτα όμως είναι κάτι διαφορετικό, διαφέρει και από το αυτοκίνητο που επίσης ακολουθεί τους δικούς του κανόνες, επηρεάζεται από την επικαιρότητα, μαζεύει και άσχετους που δεν ξέρουν να συμπεριφερθούν όπως το AKROPOLIS αλλά ναι, ο μικρόκοσμος της μοτοσυκλέτας δεν μπαίνει σε αλλουνού καλούπι. Αν τώρα ρωτήσετε τους ίδιους τους αγωνιζόμενους το ίδιο θα σας πουν, μακάρι να έτρεχαν σε πίστες γεμάτες με συμμετέχοντες. Ειδικά για την Ταχύτητα το «πίστες» δεν έχει πλέον πληθυντικό, μία είναι που μπορεί να κάνει αγώνες στις Σέρρες. Η απουσία θεατών διώχνει και τους χορηγούς, ακόμη και εκείνους που θέλουν να ξοδέψουν χρήματα χωρίς να εισπράξουν την προβολή που να δικαιολογεί το έξοδο. Ανέκαθεν στην ιστορία της μοτοσυκλέτας υπήρχαν αιμοδότες αλλά και η αιμοδοσία έχει ένα όριο πριν γίνει αφαίμαξη. Χωρίς χορηγούς δεν έρχονται περισσότεροι αναβάτες, ιδιαίτερα στην Ταχύτητα που είναι το ακριβότερο άθλημα, μόνο τα ελαστικά να υπολογίσεις. Παρένθεση εδώ πως στην Ελλάδα παίζει και το φαινόμενο «δώσε μου λεφτά να τρέξω» χωρίς να έχει καβαλήσει αγωνιστική μοτοσυκλέτα. Άγνωστη ιστορία για μερικούς η οικογένεια Stoner ή για να μην πηγαίνουμε μακριά μία χούφτα παιδιά που τώρα αγωνίζονται έξω με τεράστια έξοδα που βαρύνουν πρώτα τις οικογένειές τους και μετά τις όποιες, λίγες χορηγίες. Είναι όμως άλλη κουβέντα αυτή καθώς για να πας έξω, έχεις ήδη κατακτήσει το μέσα ή είσαι πολύ καλός για να ασχοληθείς. Ναι έχουμε και τέτοιους Έλληνες αναβάτες, πολύ καλούς!

Αν παρακολουθήσετε τώρα ένα ξένο περιοδικό εκεί που τα περιοδικά είναι στην εποχή μας πολύ εύρωστα με υψηλά budget, όπως στην Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία και Αγγλία: Ούτε ένας από τους πρώτους δεν ασχολείται με το εθνικό άθλημα! Εξαίρεση η Αγγλία γιατί εντάξει, BSB είναι αυτό μέχρι και στην Ελλάδα το παρακολουθούμε. Και εκεί οι θεατές είναι λίγοι για αυτό δεν ασχολείται ο Τύπος, τα site κτλ. Έχουν όμως βιομηχανία και τεράστιες αγορές και μπορούν αυτά τα Πρωταθλήματα να συντηρηθούν εκ των έσω. Το ΜΟΤΟ τρέχει σε όλους τους αγώνες ξοδεύοντας χρήμα και κόπο για να υπάρχουν οι φωτογραφίες, τα αποτελέσματα και μία καταγραφή που αν δεν γίνει ούτε από εμάς, σε δέκα χρόνια από τώρα θα ψάχνεις να δεις τι συνέβη το 2022, έτσι για ιστορικούς λόγους, και δεν θα μπορείς να βρεις τι είχε συμβεί στο Πρωτάθλημα! Υπάρχει βέβαια και μία μακρά παράδοση που πρέπει να τιμήσουμε καθώς όχι απλά είμασταν πάντα δίπλα στους αγώνες αλλά ματώσαμε κυριολεκτικά για να μπορούν να γίνουν σωστά: 40.000.000 εκατομμύρια δραχμές έχουν στοιχήσει οι δικαστικοί αγώνες στο ΜΟΤΟ για να μην έχει η αγωνιστική μοτοσυκλέτα κάποιον πάνω από το κεφάλι της! Λίγες ημέρες πριν φύγει το 2022, βρεθήκαμε σε μία συνέντευξη Τύπου στα γραφεία της ΛΕΜΟΤ όπου 4 σωματεία: ΛΕΜΟΤ/ΑΜΛΕΧ/ΑΡΤΕΜΙΣ/ΑΡΗΣ παρουσίασαν τον δικαστικό αγώνα που ξεκινούν απέναντι στην ΑΜΟΤΟΕ. Είμασταν δύο εκπρόσωποι από τον Τύπο ενώ κλήθηκαν όλοι όπως μας είπαν και εκπροσωπήθηκε επίσης ο ΠΑ.Σ.Ε.Ε.Ε.Δ και ο ΣΕΜΕ που μαζί καλύπτουν το σύνολο της αγοράς μοτοσυκλέτας. Ακολούθησε η παραίτηση μέλους του ΔΣ της ΑΜΟΤΟΕ για διαφωνίες με τον οικονομικό απολογισμό του 2021 και την ημέρα ακριβώς που το τεύχος αυτό ταξιδεύει στο Τυπογραφείο, κυριολεκτικά επί του πιεστηρίου ακολούθησε και πρόσκληση για απολογιστική Γενική Συνέλευση: Ποιο είναι το νόημα λοιπόν σε όλα αυτά; Πως πρέπει τα Σωματεία και οι Λέσχες να κινηθούν και να συμμετάσχουν στα κοινά. Μόνο έτσι θα υπάρχει μέλλον. Οι θεατές και οι αγωνιζόμενοι έχουν ήδη ένα κοινό πρόβλημα, το καλεντάρι δεν έχει αποσαφηνιστεί και αυτό θα έπρεπε να είχε γίνει ήδη από το 2022…

 

editorial 525 - Ο μύθος ζει

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/7/2013

Κι όμως, ο μύθος της μοτοσυκλέτας δημιουργήθηκε από αυτούς που προκαλούσαν το κοινό αίσθημα, την κοινή ησυχία και τους φιλήσυχους πολίτες. Κάτι Άγριοι Μάρλον Μπράντοι, κάτι Ήσυχοι Καβαλάρηδες με τα πιρούνια σαπέρα, κάτι μπυροκοιλιάδες με πολλά ραφτά στα γιλέκα τους, κάτι αλάνια με τέσσερις σε καμία και κουρελούδες για να έρθουμε και στα δικά μας. Μπορεί από την απόσταση των τριάντα ή σαράντα χρόνων όλα αυτά να μας φαίνονται από αφελή έως ρομαντικά, για την εποχή τους όμως ήταν πολύ σοβαρά, απασχολούσαν την κοινή γνώμη, οι γριές σταυροκοπιόντουσαν, οι νοικοκυραίοι έβριζαν τα ξεκράνωτα αληταριά. Παράλληλα, υπήρχαν βέβαια και οι καθωσπρέπει μοτοσυκλετιστές, με τα κράνη τους και τα δερμάτινά τους τα Λιούις Λέδερς που είχαν φέρει "απέξω", καβάλα στα ακριβά τους μηχανάκια. Πολύ χοντρικά, υπήρχε ένας διαχωρισμός ανάμεσα σε παράνομους και νόμιμους.

Όταν οι "νόμιμοι" έγιναν πολλοί, κι έγιναν πολλοί χάρη στο μύθο που είχαν δημιουργήσει οι "παράνομοι", χρειάστηκαν δεκαετίες προσπαθειών για να καθαρίσουν από πάνω τους τη ρετσινιά του αλήτη. Εδώ μέσα υπάρχει μια σχιζοφρένεια, αν το σκεφθεί κανείς ψύχραιμα. Δηλαδή κάποιοι προσελκύονται από την αίγλη της αντίστασης στα κατεστημένα ήθη μέσω της μοτοσυκλέτας, κι αμέσως μετά προσπαθούν να αποκηρύξουν αυτή την εικόνα. Δεν χάνουν έτσι τον λόγο που τους έφερε στην μοτοσυκλέτα, μαζί με την αίγλη της; Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα, που "γέμισε ο τόπος μοτοσυκλέτες", όταν άλλοι προσπαθούν να οριοθετήσουν τους "αληθινούς" σε σχέση με τους "ψεύτικους" μοτοσυκλετιστές. Μπορούν όμως στ' αλήθεια να μπουν κριτήρια μοτοσυκλετιστικής αυθεντικότητας; Να φτιάξουμε κι ένα ειδικό ΚΤΕΟ αναβατών που θα δίνει πιστοποιητικά γνησιότητας; Και τι κριτήρια θα μπορούσαν να είναι αυτά; Διανυθέντα χιλιόμετρα; Μηχανολογικές γνώσεις; Χρονομετρήσεις στην πίστα; Δεν πιστεύω πως έχει καν νόημα να το σκέφτεται κανείς.

Αν επιλέξει κανείς μοτοσυκλέτα, είναι μοτοσυκλετιστής. Για όποιον λόγο κι αν το κάνει. Ας μην ξέρει κατά που πέφτει το μπουζί κι ας πιστεύει πως η μπιέλα είναι είδος παγωτού ή τραγουδίστρια. Ας μην έχει ταξιδέψει ποτέ έξω από τα όρια του δήμου του. Ακόμα κι αν πλαγιάζει μόνο όταν κοιμάται, κι όχι στις στροφές. Τι σε κόφτει εσένα και γκρινιάζεις; Μήπως κι εσύ, αντίστοιχα, δεν χάλασες την πιάτσα σ' ό,τι σου αναλογεί; Αν ζήταγες την γνώμη των παλιών αλανιών για σένα, αλλά και των σύγχρονων, μπορεί κι εκείνοι να σκέφτονται κάτι αντίστοιχα μειωτικό για σένα.

Για σκέψου. Αγόρασες μοτοσυκλέτα γιατί; Όποια απάντηση κι αν δώσει ο καθένας μας σ' αυτό το ερώτημα, δεν θα γίνει περισσότερο ή λιγότερο μοτοσυκλετιστής. Ναι κύριε, αγόρασα από μίμηση. Ναι, εγώ για φιγούρα. Ναι, για να δείχνω πως είμαι ωραίος τύπος, για να τρομάζω τον εαυτό μου, για να ανήκω κάπου, για να αποκτήσω μια ταυτότητα, δώστε όποια απάντηση θέλετε, κι από αυτές που θεωρούνται θετικές, ή από αυτές που άλλοι θεωρούν κατακριτέες. Μην δίνετε καμία σημασία, τελικά, δεν έχει σημασία το γιατί.

Αν θεωρήσει κανείς πως μπορεί να υπάρχουν "κριτήρια μοτοσυκλετιστού", είναι σαν να δέχεται πως υπάρχουν μοτοσυκλετιστές – πρότυπα που σαν κι αυτούς θα έπρεπε να είναι και όλοι οι άλλοι. Αυτό όμως θυμίζει πολύ επικίνδυνα κάτι άλλους τύπους που λένε πως όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να ανήκουν στην Άρεια φυλή και τους υπόλοιπους να τους κάνουμε σαπούνια. Αν αρχίσουμε με τα κριτήρια και τις προδιαγραφές, τότε ξεκινάμε μια διαδικασία χωρίς νόημα και χωρίς τέλος, θα καταντήσουμε σαν τους πολιτικούς και τα κόμματά τους.

Φυσικά, υπάρχουν και οι ακραίοι. Δεν είμαι σίγουρος αν υπάρχει πουθενά στον πλανήτη απολύτως νομοταγής μοτοσυκλετιστής, που δεν παραβαίνει ποτέ τον ΚΟΚ και είναι πλήρως συμμορφωμένος με κάποια ιδανικά πρότυπα μοτοσυκλετιστή. Έτσι ως υπόθεση εργασίας, ας πούμε πως υπάρχει. Στο άλλο άκρο, έζησα πρόσφατα μια βραδιά στην Καστοριά, όπου οι συνήθεις προσκολλούμενοι της Πανελλήνιας κάγκουρες έκαναν τα δικά τους, burn out, μοτέρ στους κόφτες κι άλλα τέτοια ψυχαγωγικά, παρέα με μερικούς ντόπιους.

Το σκηνικό εύκολα θα μπορούσε να είχε ξεφύγει εντελώς. Το πλήθος που είχε μαζευτεί στον παραλιακό δρόμο μπροστά στα μπαράκια απολάμβανε την μηχανολογική αναισθησία και το άρωμα του καμένου λάστιχου. Μα πόση ώρα μπορεί να δουλεύει ένα V-Strom 650 στον κόφτη; Πόσο μεγάλο κατόρθωμα είναι να κάψεις ένα λάστιχο σταματημένος; Κάποια στιγμή, η αστυνομία που ήταν απούσα από το συγκεκριμένο σημείο, αλλά ειδοποιημένη εκ των προτέρων από τους οργανωτές της Πανελλήνιας περίμενε τέτοιου είδους γεγονότα, έκλεισε την κυκλοφορία στον δρόμο αυτό και περίμενε μερικές εκατοντάδες μέτρα παραπέρα, στα φανάρια. Άφησε δηλαδή να ξεφύγει πρώτα το πράγμα, αντί να έχει μια διακριτική παρουσία που θα απέτρεπε να ξεφύγει. Έτσι κι αλλιώς, ήταν τόσο το πλήθος που άλλες αγαπημένες γυμναστικές επιδείξεις όπως σούζες και κόντρες, δεν ήταν δυνατόν να γίνουν. Μια μοτοσυκλέτα όμως που σβουρίζει επιτόπου, ξυστά στα πόδια εκατοντάδων θεατών, ή πιο δίπλα η άλλη που έκαιγε λάστιχο με το μοτέρ στον κόφτη, δεν θέλει πολύ για να εκτοξευτεί μέσα στο πλήθος, από απόσταση επαφής. Τα θύματα θα ήταν σίγουρα, ευτυχώς όμως δεν έγινε κάτι τέτοιο. Όσο περνούσε η ώρα, τόσο ανέβαινε και το "κέφι". Κι όταν στο αποκορύφωμά του έφτασαν τρία περιπολικά και συνέλαβαν ένα άτομο, ήταν σαφώς αργά: Το πλήθος με μια βοή έκλεισε γύρω από τα περιπολικά, επιτέθηκε στους αστυνομικούς και απέσπασε τελικά τον κρατούμενο από τα χέρια τους, εμφανώς χτυπημένο και με τα ρούχα σκισμένα. Το πλήθος πέταγε μπουκάλια, φώναζε περί μπάτσων γουρουνιών και δολοφόνων, έσπασε κι ένα παρμπρίζ περιπολικού. Αν ήμουν αστυνομικός, μάλλον θα φοβόμουν για την ζωή μου εκείνη την ώρα, ως θεατής, είχα το νου μου μην αρχίσουν να πέφτουν τίποτα αδέσποτες, από μάπες έως σφαίρες. Δεν ήθελε και πολύ. Οι αστυνομικοί, ψύχραιμοι, αποφασίζουν να φύγουν. Μόλις μπήκαν στα περιπολικά, κάποιος που είχε τη μηχανή του παρκαρισμένη με την ανοιχτή της εξάτμιση μισό μέτρο από το παράθυρο του οδηγού του περιπολικού, ανέβηκε πάνω της, έβαλε μπρος, κι άφησε το μοτέρ να κακαρίζει στον κόφτη. Οι αστυνομικοί ξανακατεβαίνουν από τα περιπολικά, μιλάνε με τον τύπο, αλλά δεν τον συλλαμβάνουν. Απ' ό,τι κατάλαβα ακούγοντάς τους να μιλάνε, ήταν ντόπιος, τον ήξεραν. Τα μάζεψαν κι έφυγαν από κει, αλλά την έστησαν στα φανάρια όπου υπήρχε και κλούβα των ΜΑΤ, κι έγραφαν όποιον έφευγε από κει. Αυτά έγιναν το Σάββατο, τα ίδια και χειρότερα επαναλήφθηκαν την Κυριακή, χωρίς όμως έφοδο περιπολικών. Απλά κάθησαν και έγραφαν ως τα ξημερώματα όσους έφευγαν από κει, για ό,τι μπορούσαν να τους γράψουν.

Το ζήτημα για το αν ήταν σωστές οι ενέργειες της αστυνομίας είναι άλλο, γιατί ακούγεται λίγο περίεργο να επιτρέπεις να γίνεται η κόλαση και μετά να γράφεις όποιον φεύγει από κει γιατί δεν φόραγε κράνος. Είναι σαφές πως θα μπορούσαν να είχαν χειριστεί πιο αποτελεσματικά την κατάσταση. Αυτό όμως που με απασχολεί εδώ είναι πως δεν μπορεί να δηλώνει κάποιος "αυτοί δεν είναι μοτοσυκλετιστές", και να ελπίζει έτσι πως δεν θα του κολλήσει κι αυτού η ρετσινιά του κάγκουρα (ή ο τιμητικός τίτλος, ανάλογα από ποια μεριά το βλέπεις). Είτε μας αρέσει είτε όχι, όλοι εμείς που χρησιμοποιούμε μοτοσυκλέτα είμαστε μοτοσυκλετιστές, χωρίς εξαιρέσεις. Και πρώτα απ' όλα βέβαια, είμαστε άνθρωποι, το "μοτοσυκλετιστής" είναι απλά μια ακόμα ιδιότητα που μπορεί να έχει κανείς. Δεν έχουμε όλοι τον ίδιο χαρακτήρα, δεν συμπεριφερόμαστε το ίδιο. Ζούμε όμως σε μια κοινωνία, κι έχουμε συμφωνήσει να τηρούμε κάποιους κανόνες. Υπάρχει νομοθεσία για το τι επιτρέπεται και τι όχι. Κι ο καθένας είναι υπεύθυνος και υπόλογος για τις πράξεις του. Όπως δεν έχει κανένα νόημα να βγαίνουν οι πολίτες και να δηλώνουν "εμείς δεν είμαστε κλέφτες", όταν κάποιοι άλλοι ληστέψουν μια τράπεζα, έτσι δεν έχει και νόημα να φωνάζουμε "αυτοί δεν είναι μοτοσυκλετιστές, εμείς δεν είμαστε έτσι". Το τι είναι ο καθένας το δείχνει με τις πράξεις του, κι όσοι είναι τόσο ηλίθιοι ώστε να πιστεύουν πως οι πράξεις μερικών δεκάδων ατόμων χαρακτηρίζουν εκατοντάδες χιλιάδες άλλους, δικό τους πρόβλημα (ευφυΐας). Αν υπάρχουν δέκα δολοφόνοι μέσα σε δέκα εκατομμύρια Έλληνες, τότε όλοι οι Έλληνες είναι δολοφόνοι;

Αν υπάρχουν μοτοσυκλετιστές με παραβατική συμπεριφορά, δεν είναι υπόθεση των υπόλοιπων μοτοσυκλετιστών να τους "συνετίσουν", ούτε χρειάζεται να διαχωρίσουν την θέση τους. Δεν μιλάμε για αυτοδικία εδώ. Ούτε η αποκήρυξή τους από τους υπόλοιπους έχει κάποιο νόημα ή αποτέλεσμα. Το μόνο που έχει νόημα, είναι να κάνει ο καθένας τη δουλειά του. Οι οργανωτές της Πανελλήνιας την δική τους, η αστυνομία την δική της. Καλά έκαναν οι πρώτοι και προειδοποίησαν τις αρχές, αφού ήξεραν το φορτίο που κουβαλάει τόσα χρόνια η Πανελλήνια, πολύ άσχημα έκαναν οι δεύτεροι την δική τους, αφού απουσίαζε η έννοια πρόληψη, και δεν έκαναν τίποτα μέχρι να ξεφύγει τελείως η κατάσταση.

Μερικοί ίσως σκεφτούν πως είναι λυπηρό ότι οι καγκουριές στην Καστοριά συγκέντρωναν κάθε βράδυ πολύ περισσότερο κόσμο απ' ότι συνολικά η Πανελλήνια στο Νεστόριο. Από αυτό μπορεί να βγει το συμπέρασμα πως πολύ περισσότεροι γουστάρουν έκνομο χαβαλέ απ' ότι μια συγκέντρωση καθωσπρέπει μοτοσυκλετιστών. Και που είναι το πρόβλημα δηλαδή, και γιατί πρέπει να μας εκπλήσσει αυτό; Ίσα ίσα, που είναι φυσικό και αναμενόμενο και κανένα πρόβλημα. Το αντίθετο θα ήταν σαν να υποστηρίζουμε πόσο την βρίσκουμε να ταξιδεύουμε στην εθνική οδό τηρώντας τα όρια ταχύτητας. Ξαναγυρίζουμε έτσι στην αρχή του κειμένου μας, και στις αρχές του μύθου της μοτοσυκλέτας. Μήπως είναι αυτοί ακριβώς οι κάγκουρες που τον συντηρούν σήμερα, άσχετα αν οι καθωσπρέπει τους γουστάρουν ή όχι; Φυσικά και δεν επικροτώ ή δεν ενθαρρύνω συμπεριφορές που βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή των άλλων. Σκέφτομαι όμως, πως αν οι πολιτικώς ορθοί μοτοσυκλετιστές είχαν αντίστοιχη ενέργεια και προσήλωση στον στόχο τους, θα είχαν πετύχει πολύ περισσότερα. Οι συμπεριφορές των ανθρώπων δεν αλλάζουν εύκολα. Ακριβώς όπως και οι γυναίκες προτιμούν τα κακά παιδιά από τα μαμόθρεφτα, έτσι και οι κάγκουρες έχουν το δικό τους κοινό. Μήπως υπάρχει και λίγη ζήλεια σ' αυτή την αντιπαράθεση; Αντίστοιχη με την αρχέγονη έχθρα μεταξύ νομάδων και μονίμως εγκατεστημένων;

Είμαστε όλοι μοτοσυκλετιστές. Δεν μπορεί να είμαστε όλοι ίδιοι, δεν είναι εφικτό, άσε που θα ήταν και πολύ βαρετό. Ούτε χρειάζεται να μοιάσουν οι μεν στους δε, ούτε υπάρχουν καν "μεν" και "δε". Σ' ένα βαθμό, όλοι μας γινόμαστε και λίγο κάγκουρες εκεί που νομίζουμε πως μας παίρνει, ή για να διασκεδάσουμε. Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω... Όλοι μας είμαστε κομμάτι του κόσμου της μοτοσυκλέτας, ας τον απολαύσουμε ο καθένας όπως γουστάρει.