Editorial 646 - Εξίσου επικίνδυνο και το «αργά βαδίζω, ζωή κερδίζω»

Από το

motomag

1/9/2023

Όπως ακριβώς οι ανοιξιάτικοι μήνες χωρίς βροχή γεμίζουν τους δρόμους με ξεκράνωτους και σαγιονάρες, γιατί ως γνήσιος χρήστης δικύκλου και όχι ως μοτοσυκλετιστής πραγματικός, απεχθάνεται την βροχή ο ξεκράνωτος σαγιονάρας, έτσι και ο Σεπτέμβριος σηματοδοτεί την επιστροφή του «όλο αριστερά, δικαίωμά μου είναι». Έχουμε εξαντλήσει το θέμα της καταπάτησης των ορίων ταχύτητας και μάλιστα μέσα στις πόλεις και τα χωριά της χώρας που μαζί με μία ακόμη σωρεία παραβιάσεων αποτελούν βασική αιτία για την τραγική πρωτιά της χώρας σε τροχαία δυστυχήματα. Ακριβώς επειδή έχουμε εξαντλήσει τα θέματα αυτά, πρέπει να μιλήσουμε και για ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα στους δρόμους αυτής της χώρας για το οποίο ελάχιστα έχουν ειπωθεί. Εξίσου προβληματική συμπεριφορά με εκείνον που τρέχει παραπάνω, επιδεικνύει και εκείνος που πηγαίνει σιγά σε λεωφόρους και δρόμους που το όριο δεν είναι 50 χ.α.ω αλλά παραπάνω. Δεν μιλάμε για την Ε.Ο. λοιπόν που σε σημεία ισχύει το 130 χ.α.ω και σπάνια θα δεις κάποιον ξεχασμένο αριστερά, αλλά για κάτι πολύ πιο άμεσο, πολύ πιο επικίνδυνο επίσης που το βλέπουμε συνέχεια και πιο έντονα στην αρχή του Φθινοπώρου: Να οδηγεί κανείς αργά στην αριστερή λωρίδα.

Στην Αυστρία το να οδηγείς συνέχεια αριστερά επισύρει πρόστιμο, στην Γερμανία δεν διανοείται κανείς να κολλήσει αριστερά όχι μόνο στα λίγα πλέον σημεία που δεν υπάρχει όριο ταχύτητας, αλλά γενικά σε όλο το δίκτυο. Νιώθω τυχερός που μπορώ να μιλάω βασισμένος στην εμπειρία, οπότε μετρήστε πως εκτός Βαλκανίων κανείς δεν οδηγεί στο αριστερό ρεύμα πηγαίνοντας κάτω από το ανώτατο όριο ταχύτητας, αλλά μένει κολλημένος σε αυτό. Στις ΗΠΑ υπάρχουν δρόμοι με αμέτρητες λωρίδες ανά κατεύθυνση και όρια ταχύτητας που παρακολουθούνται πολύ αυστηρά. Οδηγούν λοιπόν σε όλες τις λωρίδες κοντά στο όριο και εκνευρίζονται με τους οδηγούς που δεν κάνουν το ίδιο. Στις Σκανδηναβικές χώρες δεν υπάρχει εκτεταμένο δίκτυο αυτοκινητόδρομων, η Νορβηγία έχει ελάχιστα χιλιόμετρα και όλα στο νότιο τμήμα, δεν χρειάζεται όλο το χρόνο στο βόρειο κομμάτι της έτσι κι αλλιώς. Τα όρια τηρούνται ευλαβικά και τα πρόστιμα είναι βαριά, δεν θα δεις όμως και κανέναν να πηγαίνει με 70 χ.α.ω εκεί που το όριο είναι 90, των φορτηγών συμπεριλαμβανομένων.

Ξεχασμένος λοιπόν στην αριστερή λωρίδα με τους υπόλοιπους να προσπερνούν από δεξιά, αγνοώντας εκείνους που τον αγριοκοιτούν είναι μονάχα ο Έλληνας σε μεγάλο βαθμό και σε μικρότερη επέκταση ο Βαλκάνιος. Έχω γυρίσει όλες τις χώρες, από εκείνες που κακώς ή από σπόντα της ιστορίας νοούνται ως τέτοιες, ή είναι απλά ένα ιδιαίτερο καθεστώς εδάφους όπως το Γριβραλτάρ, το Μονακό, το Λιχτενστάιν και έπειτα όλες τις μικρές και τις μεγάλες και φυσικά κάθε σπιθαμή των Βαλκανίων, με τους χωματόδρομους να συμπεριλαμβάνονται. Σας το ξανά λέω πως αυτό το κόλλημα με την αριστερή λωρίδα το έχουμε μόνο εμείς και το έχουμε γιατί υπάρχει -δυστυχώς- τεράστια ανοχή με εκείνους που πηγαίνουν πολύ γρήγορα. Το «έλα μωρέ όποτε θέλω τρέχω» λειτουργεί στο μυαλό εκείνου που καθυστερεί την ροή των αυτοκινήτων ως μαξιλάρι ύπνου. Ο Δανός θα πάρει τηλέφωνο και θα δώσει στην αστυνομία τα στοιχεία σου αν τον προσπεράσεις με 200χ.α.ω. Ο Δανός αστυνομικός που βρίσκεται λίγο πιο κάτω γιατί δεν χρειάζεται να κάνει τον σφραγιδάκια κλεισμένος μέσα στο τμήμα πάνω από ένα πάκο χαρτιά, ούτε τον υπηρέτη πολιτικών και επιχειρηματικών με μέσο και την ταμπέλα του φύλακα προστασίας, θα σε σταματήσει και είναι βέβαιο πως δεν θα την γλιτώσεις. Πιο ελαστικοί σε συμπεριφορά οι Νορβηγοί και ακόμη περισσότερο οι Σουηδοί, αλλά ούτε και εκεί θα την γλιτώσεις αν το παρακάνεις και το αποτέλεσμα είναι ένα: Σπάνια βλέπεις κάποιον να πηγαίνει πολύ γρήγορα, πολύ πάνω από το όριο. Εξίσου όμως σπάνια θα συναντήσεις κάποιον να πηγαίνει πολύ πιο κάτω από το όριο.

Ο υπαίτιος της διατάραξης της φυσιολογικής ροής σε μία λωρίδα, είτε επειδή πηγαίνει αργά αριστερά, είτε γιατί έχει παρανόμως σταματήσει τέρμα δεξιά μπροστά σε είσοδο καταστήματος για να μην περπατήσει, ευθύνεται για την αύξηση της ταχύτητας των οχημάτων αμέσως αφότου τον προσπεράσουν αλλά και για την αργή κίνησή τους πίσω τους. Οι δρόμοι θα πρέπει να είναι σωλήνες, όχι μπουκάλια κρασιού στιβαγμένα το ένα πίσω από το άλλο, όπως είναι τώρα. Επιβραδύνεις στον λαιμό του μπουκαλιού γιατί κάποιος πηγαίνει αργά ή επειδή άργησε να ξεκινήσει στο φανάρι, αναπτύσσεις ταχύτητα και ξανά βρίσκεις ροή για λίγο μέχρι να την ξανά χάσεις στον επόμενο λαιμό που θα συναντήσεις μπροστά σου.

Ως Έλληνες πολίτες που έχουμε μόνο δικαιώματα και καθόλου ευθύνες, μπερδεμένοι και για τα δικαιώματά μας μερικές φορές με κορυφαίο παράδειγμα: «πληρώνω δημοτικά τέλη, δικαίωμά μου να πετάξω το σκουπίδι κάτω, να έρθουν οι υπάλληλοι να το μαζέψουν», αδυνατούμε να καταλάβουμε πόσο μεγάλο ζήτημα είναι να πηγαίνει κανείς αργά αριστερά ή να αργεί να ξεκινήσει στο φανάρι. Όχι μόνο να ξεχαστείς και να σου κορνάρουν αλλά και το να ξεκινήσεις μετά τον μπροστινό σου αντί για μαζί του, εμπίπτει επίσης στην παραπάνω λανθασμένη συμπεριφορά. Ελάχιστα τέτοια παραδείγματα στην υπόλοιπη Ευρώπη, καθημερινή η κατάσταση στους Ελληνικούς δρόμους. Πείτε λοιπόν στους δικούς σας ανθρώπους πως αν τους προσπερνούν από δεξιά δεν είναι όλοι «ζουλάπια που δεν σέβονται τίποτα», ούτε «τεντηπόϊδες που τρέχουν, ανεύθυνοι κτλ», το λάθος είναι που βρίσκονται εκείνοι στην αριστερή λωρίδα. Κανείς δεν σου λέει να βιάζεσαι, αλλά να μην βιάζεσαι μένοντας δεξιά, αυτή είναι η μεγάλη διαφορά. Και είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει την εικόνα εκεί έξω. Η δικαιολογία επίσης «πηγαίνω στο όριο, είναι παράνομη η προσπέραση» μπορεί να υπάρξει μόνο αν αυτό το όριο τηρείται ευλαβικά και όχι στο περίπου. Αν το όριο είναι 70 χ.α.ω. και πηγαίνεις με 65, τότε το πρόβλημα είναι δικό σου και κακώς βρίσκεσαι δεξιά. Κι ένα τελευταίο: Δικαστές και ισχυρογνώμονες έχουμε γεμίσει. Δεν ξέρεις αν πεισμώνοντας στην αριστερή λωρίδα καθυστερείς κάποιον που σε ενδεχόμενο δικαστήριο θα αθωωθεί παραβιάζοντας το όριο γιατί τα δικαστήρια κάνουν και αυτό, αθωώνουν αν αποδείξεις πως υπήρχε σοβαρός λόγος που έτρεχες. Γίνεται να έχουν όλοι νομικά σωστό λόγο που παραβιάζουν το όριο; Σίγουρα δεν έχουν. Αλλά δεν ξέρεις αν εκείνος που ανάβει τα φώτα είναι ο ένας στο εκατομμύριο, για αυτό κάνει στην άκρη και άφησέ τον να φύγει. Δεν επεκτείνομαι στην περίπτωση της βραδυπορίας που επίσης τιμωρείται διοικητικά από τον Κ.Ο.Κ όπως και την είσοδο οχημάτων σε δρόμους που απαγορεύεται να κινούνται, όπως πατίνια σε λεωφόρους και ποδήλατα σε Ε.Ο. Διότι είναι διαφορετικές περιπτώσεις καθώς εκεί η επικινδυνότητα αλλά και η παρανομία αναγνωρίζεται από εκείνον που την εκτελεί εκείνη την στιγμή, ενώ η πιο πάνω συμπεριφορά δεν λογαριάζεται ως επικίνδυνη και υπαίτια για την αύξηση της κίνησης στους αστικούς δρόμους.

 

editorial 526 - Ο ταξιδιώτης και άλλες ιστορίες

Από το

Μαύρο Σκύλο

2/9/2013

Τον βλέπω σταθερά τα τελευταία καλοκαίρια. Έχει ένα από τα πρώτα Transalp, ασημί με ταμπούρο, πρέπει να φτάνει την εικοσπενταετία γεμάτη πια (το Transalp, ο ιδιοκτήτης είναι μεγαλύτερος). Το χρώμα της μάνας του, μοναδική διακόσμηση δεκάδες αυτοκόλλητα από διάφορες χώρες του κόσμου. Θυμίζει αυτές τις προπολεμικές βαλίτσες που είχαν κολλημένα πάνω τους σήματα θερέτρων και ξενοδοχείων, πιστοποίηση της οικονομικής άνεσης του ταξιδεμένου ιδιοκτήτη τους. Μόνο που εδώ μιλάμε για το ακριβώς αντίθετο. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος φαίνεται πως ταξιδεύει πολύ, με τα ελάχιστα δυνατά έξοδα. Ουδεμία υποψία ασορτί τριβάλιτσου και ηλεκτρονικών βοηθημάτων, εργαλεία που πολλοί θεωρούν πια απαραίτητα για ταξίδι. Τα πράγματα δεμένα με χταπόδια το ένα πάνω από το άλλο, η σκηνή, το στρωματάκι, το sleeping bag. ειδικά η σκηνή του θα πρέπει να αποτελέσει έκθεμα σε ταξιδιωτικό μουσείο. Μιλάμε για ένα σκηνάκι που είναι τόσο μικρό, ώστε είσαι σίγουρος όταν το δεις πως ο ένοικός του αποκλείεται να κοιμάται ποτέ με τα πόδια τεντωμένα, αφού έτσι κι αλλιώς δεν χωράει μέσα σε άλλη στάση εκτός από την εμβρυακή. Το μέγεθός του είναι ένα θέμα, το άλλο είναι η κατάστασή του. Φτιαγμένο από το σύνηθες ασημί απ' έξω, μπλε σκούρο από μέσα πανί, έχει φτάσει πια σε μια κατάσταση φθοράς που είναι πιο πολύ μπλε απ' έξω παρά ασημί. Οι μπανέλες του ίσα που το στηρίζουν όρθιο, το πανί ίσα που στέκει και δεν διαλύεται σε μικρά-μικρά κομματάκια για να το πάρει ο αέρας. Έχω δει τέτοια σκηνάκια να τα πουλάνε 9,9 ευρώ καινούρια, κι όχι σε προσφορά. Κι όμως, δεν το αλλάζει με τίποτα. Για περίπτωση βροχής, κουβαλάει μαζί του ένα νάιλον, που το ρίχνει από πάνω και το καλύπτει ολόκληρο, ενώ περισσεύει και γύρω-γύρω πάνω από μέτρο. Μιλάμε για ένα στάδιο πριν την ασφυξία. Αλλά πόσο συχνά βρέχει το καλοκαίρι;

Πέρα από το κράνος, και ο μοτοσυκλετιστικός εξοπλισμός λάμπει δια της απουσίας του. Μινιμαλισμός κι εκεί. Το θέμα είναι όμως πως ο άνθρωπος ταξιδεύει, σε άσφαλτο και χώμα, και ταξιδεύει πολύ, σε αντίθεση με όσους εγκλωβίζονται σε απαιτητικά στερεότυπα και καταλήγουν να μην κάνουν τίποτα. Όσοι θεωρούν πως χρειάζονται απαραιτήτως μοτοσυκλέτα των 20.000 ευρώ για να ταξιδέψουν, καταλήγουν να χάνουν το ίδιο το ταξίδι. Με 20.000 ευρώ ο συγκεκριμένος ταξιδιώτης θα έκανε δύο φορές το γύρο του κόσμου.

Ο "πού είμαι ρε γαμώτο;": Βρισκόμουν σε ένα απομονωμένο ορεινό χωριό, απ' αυτά που το κοντινότερο βενζινάδικο είναι στα 50 χιλιόμετρα, αλλά που τώρα πια οι δύο από τις τρεις οδικές προσβάσεις του είναι ασφαλτοστρωμένες. Ακούω τετρακύλινδρο μοτέρ να πλησιάζει, με τον αναβάτη του να το φορτώνει το στροφόμετρο. Φτάνει στο χωριό, σταματάει χωρίς να κατέβει και χωρίς να βγάλει κράνος, ρίχνει μια ματιά δεξιά-αριστερά, κάνει επί τόπου στροφή και φεύγει προς την κατεύθυνση που ήρθε. Μυστήριο. Αν είχε ξεχάσει κάτι στο σπίτι, κι ήταν κάτοικος Αθηνών, ήθελε χίλια χιλιόμετρα μπρος πίσω για να πάει να το πάρει. Μερικοί όμως αφορμή για να κάνουν χιλιόμετρα ψάχνουν. Μπορεί όμως να αντιλήφθηκε, λίγο αργά είναι η αλήθεια, πως είχε φτάσει σε λάθος χωριό για το ραντεβού του. Tip: Φίλε, μην εμπιστεύεσαι το GPS, ειδικά αν έχει αυτόματη διόρθωση, κι αντί να πας στο Με-λιγαλά σε στέλνει στο Μέ-τσοβο. Επίσης, παίζει κι εκείνη να σε έστησε, και να μην είχε ποτέ σκοπό να σε συναντήσει.

Ο φιλομαθής με τον φραπέ στο χέρι: "Ρε συ, πες μου τώρα που σε βρήκα, εσύ που ξέρεις. Το Horex το καινούργιο είναι καλό;" Τι να σου πω ρε συ, δεν βλέπω πολλά να κυκλοφορούν, αν το πάρεις όμως, ευχαρίστως να το οδηγήσουμε.

Άλλος, σε διαδικασία επίλυσης μυστηριωδών συμπτωμάτων: "Έχει ένα πρόβλημα η μοτοσυκλέτα μου. Ξεκινάω, και μόλις βάζω τρίτη-τετάρτη ο κινητήρας σβήνει. Ευτυχώς ήταν κατηφόρα ως το σπίτι κι έβαλα την ουδέτερη, ξέρεις, την NATURAL, και τσούλησα μέχρι εκεί. Ο μάστορας μου είπε πως φταίει η εξάτμιση, που δεν είναι της μάνας του, και μου έχει παραγγείλει μια καινούργια. Πιστεύεις πως θα λυθεί το πρόβλημα;" Του μάστορα σίγουρα, της μοτοσυκλέτας, χλωμό το βλέπω.

Οι ασορτί: Ίδια κράνη, ίδια ρούχα με την συνεπιβάτιδα, και να σωστά μαντέψατε, Γερμανική μοτοσυκλέτα οδηγούσε, απ' αυτές με τα Βαυαρικά και κατόπιν υιοθετημένα Ελληνικά χρώματα στο σηματάκι τους. Οι βαλίτσες της μαμάς του, η οδήγηση δική του. Με αυτοκίνητο ήμουν, σε δρόμο με κίνηση, και μέσα σε μια ώρα τον πέρασα – με πέρασε τρεις φορές. Μα τι κάνουν; Συχνουρία έχουν; Ποιό είναι το νόημα να οδηγείς μοτοσυκλέτα αν σε ένα δρόμο με κίνηση πηγαίνεις τελικά πιο αργά από τα αυτοκίνητα; Tip: Yπάρχουν και αυτοκίνητα με το ίδιο σηματάκι.

Οι κλαμπάτοι: Για άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε φέτος το καλοκαίρι η υποψία μου πως μόλις η παρέα μεγαλώσει πάνω από τις δύο-τρεις μοτοσυκλέτες, η μέση ωριαία τους πέφτει δραματικά. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν οι μοτοσυκλέτες είναι όλες ίδια μοντέλα, οπότε για κάποιο μυστηριώδη λόγο ο αριθμός των στάσεων αυξάνεται εκθετικά, και η άφιξη στον όποιο προορισμό γίνεται όνειρο όλο και πιο μακρινό. Επιπλέον, κάθε κατηγορία μοτοσυκλετών φαίνεται πως προτιμά διαφορετικά σημεία για στάση. Οι παρέες με αναβάτες μεγάλων on-off σταματούν μόνο εκεί που υπάρχει φαγητό, και έχω την υποψία πως μερικές τέτοιες παρέες σταματούν σε ΟΛΑ τα σημεία όπου υπάρχει φαγητό. Με το δεδομένο πως κατά κανόνα το φαγητό στους κεντρικούς οδικούς άξονες είναι για πέταμα, είναι να απορείς τι είδους γαστριμαργικό τουρισμό κάνουν οι άνθρωποι. Βεβαίως, έτσι σου λύνεται η απορία γιατί από μακριά το Varadero το 1000 φαινόταν σαν 125.

Ούτε οι σφήκες: "Σταμάτησα να φάω δυο σουβλάκια ρε παιδί μου, ε, αν έρχεσαι για Ήπειρο από Αθήνα μέσω της παλιάς εθνικής, Θήβα, Λειβαδιά, Μπράλο, Δομοκό, με 640 Adventure, σε πιάνει μια πείνα. Κάπου μετά την Καλαμπάκα, παραγγέλνω δυο σουβλάκια, τρώω το ένα γιατί πείναγα πολύ, κι όπως κοίταζα το άλλο, έρχονται κάτι σφήκες, το μυρίζουν... και φεύγουν." Προφανώς ο φίλος που μου διηγήθηκε την ιστορία την παρεξήγησε την φάση, και δεν κατάλαβε πως μ' αυτό τον τρόπο οι Έλληνες επιχειρηματίες στο χώρο της εστίασης βοηθούν αποτελεσματικά στη διατήρηση της σιλουέτας των ταξιδιωτών. Το σκεπτικό είναι απλό: Δεν θα φας πολύ, αφού δεν τρώγονται. Κι αν φας έστω και λίγο, δεν θα θέλεις να ξαναδείς κρέας για κανένα μήνα. Αποτοξίνωση. Tip: Μπορείτε να κουβαλάτε μια σφήκα μαζί σας, για να δοκιμάζει το φαγητό των εστιατορίων της εθνικής πριν το ακουμπήσετε.

Τα χαρμάνια: Για κάποιον περίεργο λόγο, οι αναβάτες των superbike καπνίζουν περισσότερο. Μπορεί να υπάρχει μια μυστηριώδης σύνδεση με τις συχνότητες των κραδασμών δεύτερης τάξης των τετρακύλινδρων και τις εκκρίσεις αδρεναλίνης, που κάνει επιτακτική την ανάγκη για νικοτίνη στα πιο άσχετα σημεία. Τους έχω δει σταματημένους σε ΛΕΑ πλάτους 40 πόντων με τις νταλίκες να περνάνε στον πόντο από τα κλιπόν τους, να τραβάνε παράλληλη τζούρα από το τσιγάρο τους και το φουγάρο του φορτηγού. Επίσης, πρέπει να κατέχουν το ανεπίσημο ρεκόρ για το πιο γρήγορο άναμμα τσιγάρου από την στιγμή που το σταντ θα ακουμπήσει στην άσφαλτο. Υπάρχει λόγος όμως γι' αυτό: Πρέπει να δείξουν στο φίλο τους, που θα σταματήσει ένα λεπτό μετά, πως τον περιμένουν πολλή ώρα. Σ' αυτό βοηθούν και μερικές γόπες που μπορείς να έχεις φυλαγμένες σε αλουμινόχαρτο, και τις πετάς κάτω μόλις σταματήσεις: "Που είσαι ρε σαύρα, μισό πακέτο έχω κάνει..."

Το μυστήριο των διοδίων: Βλέπω μοτοσυκλέτες σταματημένες μετά τα διόδια, και απορώ. Την ημέρα, κάθονται μέσα στον ήλιο, εκεί ακριβώς που αυτοκίνητα και νταλίκες επιταχύνουν και το καυσαέριο πάει σύννεφο. Η ζέστη μπορεί να είναι αφόρητη, τα ρούχα τους κατά κανόνα μαύρα, αλλά αυτοί εκεί, κάνουν στάση ή περιμένουν τους φίλους τους. Τη νύχτα, σταματούν καμιά εκατοστή μέτρα μακριά, εκεί που το ημίφως αρχίζει να γίνεται σκοτάδι και τα νυσταγμένα και βαριά φώτα του νταλικιέρη δεν θα είναι αρκετά για να τους δει. Απ' την άλλη, αν θες να σταματήσεις κάπου και ΔΕΝ θέλεις να πας σε βενζινάδικο ή εστιατόριο, οι επιλογές σου περιορίζονται πολύ. Τα πάρκινγκ των ακριβοπληρωμένων μας "εθνικών οδών" βρωμάνε και ζέχνουν, που να τα επισκεφθείς και νύχτα; Για προορισμούς γράφουν όλα τα ταξιδιωτικά, μήπως ήρθε η ώρα να φτιάξουμε μια λίστα με τα "Φιλικά στο μοτοσυκλετιστή σημεία στάσης";

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας: Στο ΗΙGH TEST του 1998, όταν με ... οn-off είχαμε πάει κοντά στις ψηλότερες κορυφές της Ελλάδας, ανεβήκαμε όσο μπορούσαμε και στον Σμόλικα, το δεύτερο ψηλότερο βουνό. Είχαμε 12 on-off και μέσα σε πέντε μέρες επισκεφθήκαμε πέντε βουνά πάνω από τα 2000 μέτρα. Πλάκα είχε. Περιττό να σας πω πως τα μηχανάκια είχαν πέσει όλα, όπως και οι μισοί τουλάχιστον αναβάτες. Στον Σμόλικα έπεσε το τελευταίο που είχε μείνει αλώβητο, σε μια ανηφόρα που σηματοδότησε και το τέλος της ανάβασής μας στο βουνό. Όχι πως είχαμε πει πως θα την ανέβουμε, ήταν τόσο μεγάλη η κλίση και τόσο ανώμαλο το έδαφος που δεν είχε νόημα με αυτά τα μηχανάκια. Από τότε όμως, αν και ήξερα πως από πάνω υπάρχει μια στάνη και ξεκινά το μονοπάτι για την Δρακόλιμνη, μου είχε μείνει η απορία: Που τελειώνει ο δρόμος; Πόσο πάει ακόμα; Ευκαιρία να το ανακαλύψω, αφού πέρναγα από την περιοχή. Ο δρόμος είναι πολύ όμορφος, ξεκινά από το χωριό Πάδες κι ανηφορίζει στον Σμόλικα, περνά από ξέφωτα όπου περιμένεις να δεις νεράιδες κι από σκοτεινά δάση όπου μόνο τρολ μπορούν να ζουν, νερά τρέχουν παντού. Μας κάνουν εντύπωση τα πολλά σπασμένα δέντρα. Φτάνουμε και στην επίμαχη ανηφόρα, εκεί είναι ακόμα, μόνο που ο δρόμος την παρακάμπτει πια: Συνεχίζει δεξιά, μια αριστερή φουρκέτα, μια δεξιά και στα πενήντα μέτρα από την κορυφή της περιβόητης ανηφόρας, σταματάει σε μια στάνη. Αυτό ήταν λοιπόν. Αν τότε είχαμε παιδευτεί, είχαμε τραβήξει κι είχαμε σπρώξει για να ανεβάσουμε ένα τουλάχιστον μηχανάκι επάνω, θα έκανε άλλα πενήντα μέτρα πριν σταματήσει! Υψόμετρο εκεί; 1940 μέτρα, δυο ευγενικά παλικάρια στη στάνη, η μάνα τους και η γιαγιά τους: "Λύσσαξαν τα σκυλιά ψες βράδυ γιε μου, αρκούδα δεν ήταν, δεν κάνουν έτσι άμα ειν' αρκούδα, λύκος ήταν αλλά τίποτα δεν έκανε".

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας επιτέλους έχει λυθεί, τώρα μένει άλλο: Ανεβαίνει μηχανάκι στην Δρακόλιμνη από κει;