Δημοπρατείται σπάνια Ducati: Έμεινε 14 χρόνια καινούρια στην κούτα της

Μόνη παρέμβαση, οι υπογραφές που έχει επάνω της
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

3/1/2020

Η Ducati Paul Smart 1000 Limited Edition κατασκευάστηκε σε μόλις 2000 αντίτυπα και ήταν η πιο ακριβή από τις τρεις εκδόσεις της σειράς Sport Classic της Ducati, που εμπνεύστηκε ο τότε σχεδιαστής της Pierre Terblanche και βγήκε στoς δρόμους το 2006. Η έκδοση Paul Smart είχε πιρούνι και αμορτισέρ της Ohlins και ήταν βαμμένη στα χρώματα της 750SS του 1972 με την οποία ο Paul Smart θριάμβευσε στον αγώνα Daytona 200.

Η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα όμως είναι ακόμα πιο ξεχωριστή, ειδικά για όσους είναι λάτρεις της ιστορίας που συνοδεύει τις ιταλικές μοτοσυκλέτες. Έτσι πέρα από το γεγονός πως έμεινε στην ατσάλινη κούτα της απείραχτη για 14 ολόκληρα χρόνια, πάνω στο ρεζερβουάρ της έχει τρεις διάσημες υπογραφές.

Η μία είναι (φυσικά) του Paul Smart, η άλλη είναι του Pierre Terblanche και η τρίτη είναι του Miguel Galluzzi!!! Ο Galluzzi είναι αυτή τη στιγμή ο αρχισχεδιαστής του Piaggio Group και μένει μόνιμα στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ όπου εδρεύει και το σχεδιαστικό studio του ομίλου Piaggio. Μέχρι όμως να φτάσει σε αυτή την κορυφαία θέση, είχε σχεδιάσει το πρώτο Ducati Monster (δούλευε στην Ducati/Cagiva όσο την είχαν οι Castiglioni), καθώς και τα Cagiva Raptor, Mito και Planet, καθώς και όλα τα νέας γενιάς Husqvarna έως τη στιγμή που η BMW αγόρασε τα Husky (τον πήραν μαζί τους οι Castiglioni όταν πούλησαν την Ducati στους Αμερικάνους).

Όποιος εκτιμά όλη αυτή την παράλληλη ιστορία που συνοδεύει τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα ας ετοιμαστεί για την επόμενη δημοπρασία του οίκου Bonhams, κι ας έχει πρόχειρα 25.000-30.000€ στην άκρη, καθώς τόσο έχει εκτιμηθεί η τιμή που θα πιάσει έως το τέλος της πλειοδοσίας.

BOAK: Νέα αποζημίωση στην κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ

Καθυστερήσεις στις απαλλοτριώσεις οδηγούν σε νέα οικονομική επιβάρυνση του Δημοσίου
ΒΟΑΚ
Από τον

Φίλιππο Σταυριδόπουλο

10/10/2025

Μετά την πρόσφατη αποζημίωση των 21 εκατ. ευρώ για το τμήμα Νεάπολη–Άγιος Νικόλαος, ο ανάδοχος (ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ) του έργου Χερσόνησος–Νεάπολη ζητά πλέον 124 εκατ. ευρώ, επικαλούμενος καθυστερήσεις λόγω έλλειψης ωριμότητας των απαλλοτριώσεων

Η υπόθεση αφορά το τμήμα του Βόρειου Οδικού Άξονα Κρήτης (ΒΟΑΚ) από Χερσόνησο έως Νεάπολη, που υλοποιείται από την κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ. Το έργο, μήκους 22,44 χιλιομέτρων, λαμβάνει παράταση 16,3 μηνών καθώς οι καθυστερήσεις στην παράδοση των απαλλοτριωμένων χώρων εμπόδισαν την πρόοδο των εργασιών.

Η αρχική ημερομηνία ολοκλήρωσης, του κυβερνητικά πολυδιαφημισμένου έργου, είχε οριστεί για τις 21 Απριλίου 2027, ωστόσο, όπως σημειώνεται στην απόφαση του Υπουργείου Υποδομών, “δεν διαπιστώθηκαν εργασίες που θα μπορούσε να εκτελέσει ο ανάδοχος για να περιορίσει τις καθυστερήσεις”, αναλαμβάνοντας εμμέσως την ευθύνη. Έτσι, το υπουργείο αποδέχτηκε το δικαίωμα του αναδόχου να ζητήσει αποζημίωση, το ακριβές ύψος της οποίας παραμένει άγνωστο, καθώς “θα οριστικοποιηθεί μετά την υποβολή όλων των απαιτούμενων δικαιολογητικών και την εξέτασή τους από την Αναθέτουσα Αρχή”.

Η εξέλιξη αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει το υψηλό κόστος που προκαλούν οι ελλείψεις ωριμότητας στα μεγάλα έργα υποδομής. Οι καθυστερήσεις στις απαλλοτριώσεις, που δεν αποτελούν ευθύνη του αναδόχου, μεταφράζονται σε σημαντικές αποζημιώσεις προς τις εταιρείες, τις οποίες τελικά επωμίζεται το Δημόσιο.

Το έργο Χερσόνησος–Νεάπολη περιλαμβάνει:

  • 22,44 χλμ. αυτοκινητόδρομου με πλάτος οδοστρώματος 21,5 μ.
  • 9,65 χλμ. παράπλευρου και κάθετου δικτύου
  • 12 γέφυρες μονού κλάδου (1,7 χλμ.)
  • 5 σήραγγες συνολικού μήκους 6,75 χλμ.
  • 5 ανισόπεδους κόμβους

Το τμήμα αυτό αποτελεί το δεύτερο εργοτάξιο του ΒΟΑΚ που έχει ξεκινήσει κατασκευές, μετά το Νεάπολη–Άγιος Νικόλαος, όπου οι εργασίες προχωρούν. Το έργο των 14,5 χιλιομέτρων, με κόστος 186 εκατ. ευρώ, υλοποιείται επίσης από την ΤΕΡΝΑ και την ΑΚΤΩΡ και έχει ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης.

Η νέα διεκδίκηση των 124 εκατ. ευρώ επαναφέρει στο προσκήνιο το ζήτημα της επαρκούς προετοιμασίας των μεγάλων έργων πριν από τη δημοπράτησή τους, ένα θέμα που, όπως φαίνεται, κοστίζει ακριβά στην πολιτεία και κατ’ επέκταση στους πολίτες.