Ducati 990cc GP3, Troy Bayliss - Δημοπρασία της πρώτης MotoGP μοτοσυκλέτας της Ducati

Με την τιμή να αναμένεται να ξεπεράσει τις 300.000 ευρώ
Δημοπρασία Ducati GP3 Troy Bayliss
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

28/9/2023

Είκοσι χρόνια μετά το ντεμπούτο της Ducati στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα MotoGP, στη δημοπρασία Autumn Stafford Sale του 2023, ο γνωστός οίκος Bonhams βγάζει “στο σφυρί” την Ducati 990cc GP3 του 2003, της πρώτης στην ιστορία MotoGP μοτοσυκλέτας του Borgo Panigale, και συγκεκριμένα της μοτοσυκλέτας του Troy Bayliss.

Η μοτοσυκλέτα έρχεται πλήρως συντηρημένη σε κινητήρα και κιβώτιο, με σιδερένια αλλά και τα original carbon δισκόφρενα, έτοιμη για να την οδηγήσει κανείς σε εκδηλώσεις κλασικών αγωνιστικών μοτοσυκλετών, ενώ αναμένεται να πιάσει μεταξύ 312 και 350.000 ευρώ.

Η Ducati είχε μείνει εκτός μεγάλης κατηγορίας των GP, απ’ όταν εκείνη μετατράπηκε αποκλειστικά σε δίχρονη τη δεκαετία του 1970. Θυμίζουμε πως η Honda είχε προσπαθήσει να παλέψει ενάντια στα δίχρονα το 1979 με την τετράχρονη NS500, καταφέρνοντας όμως… μια τρύπα στο νερό. Η Ducati δεν είχε τους πόρους για να εξελίξει μια GP 500, ενώ παράλληλα οι Ιταλοί είχαν χρόνια να κατασκευάσουν δίχρονη μοτοσυκλέτα, ενώ στο παρελθόν είχαν ασχοληθεί μόνο με μικρού κυβισμού δίχρονα.

Η φράση “Κέρδισε την Κυριακή, πούλα τη Δευτέρα” που συνοδεύει τα μηχανοκίνητα οχήματα από τη γέννηση τους θα μπορούσε να αφορά 100% την Ducati των προηγούμενων δεκαετιών, καθώς οι Ιταλοί συνέδεαν άμεσα τις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες τους με τα μοντέλα παραγωγής που μπορούσε να αγοράσει ο οποιοσδήποτε φαν της εταιρείας, όπως τα 851, 888 και 916.

Δημοπρασία Ducati GP3 Troy Bayliss

Κι όταν η FIM ανακοίνωσε πως η μεγάλη κατηγορία του αναβαπτισθέντος Πρωταθλήματος MotoGP από το 2002 θα αφορούσε μόνο τετράχρονα μοντέλα, η Ducati είχε την απαραίτητη εμπειρία για να κατασκευάσει άμεσα μια ανταγωνιστική τετράχρονη μοτοσυκλέτα.

Δημοπρασία Ducati GP3 Troy Bayliss

Μια V2 μοτοσυκλέτα, όπως στα Superbikes, δεν θα ήταν ικανή να αποδώσει την επιθυμητή απόδοση για το MotoGP, κι έτσι η Ducati αποφάσισε να χρησιμοποιήσει έναν V4 90 μοιρών, με δεσμοδρομική κίνηση βαλβίδων, προερχόμενη από τα V2 της, δημιουργώντας έτσι το πρώτο Desmosedici, δηλαδή μια μοτοσυκλέτα με Desmo και 16 βαλβίδες. Όμως η πρωτότυπη μοτοσυκλέτα της Ducati έχασε σχεδόν ολόκληρη τη σεζόν του 2002, κάνοντας εν τέλει την εμφάνιση της στον τελευταίο γύρο της χρονιάς, στη Valencia, με την εργοστασιακή ομάδα της Ducati να αποτελείται από τους Troy Bayliss και Loris Capirossi. Οι δυο τους εξέλιξαν τη μοτοσυκλέτα στον χειμώνα που ακολούθησε και παρατάχθηκαν στη σχάρα των MotoGP από τον πρώτο αγώνα του 2003 στη Suzuka.

Troy Bayliss 2003

Ο νικητής του BSB 1999 Troy Bayliss, είχε πάρει μεταγραφή στην ομάδα WSBK της Ducati το 2000, αντικαθιστώντας τον τραυματία Carl Fogarty. Ο Bayliss κέρδισε το Πρωτάθλημα το 2001, ενώ τερμάτισε 2ος πίσω από τη Honda του Colin Edwards το 2002. Παρά την απειρία του σε αγώνες GP, ο Bayliss επελέγη για την πρώτη ομάδα της Ducati στο MotoGP, επιλογή που η Ducati δεν έμελλε να μετανιώσει. Αντίθετα με τον Bayliss, ο Capirossi είχε μεγάλη εμπειρία στα GP, έχοντας αγωνιστεί στα 500 το 1995, ενώ ήταν ήδη 3 φορές Παγκόσμιος Πρωταθλητής, στα 125 (1990, 1991) και στα 250 (1998).

GP3

H πρώτη Desmosedici ακολουθούσε τη μόδα της εποχής όσον αφορά στα πλαίσια της Ducati, χρησιμοποιώντας ένα ατσάλινο πλαίσιο χωροδικτύωμα, όπως στα WSBK, αντίθετα με τους αντιπάλους των Ιταλών που χρησιμοποιούσαν πλαίσια δυο δοκών αλουμινίου. Παράλληλα, ο V4 κινητήρας της έτυχε ευρείας αναγνώρισης ως ο δυνατότερος κινητήρας της εποχής.

Capirossi-Bayliss

Μπορεί τώρα ο Troy Bayliss να αγωνιζόταν συνήθως με τον αριθμό 21, όμως ανακάλυψε πως το συγκεκριμένο νούμερο ανήκε σε άλλον αναβάτη στο MotoGP, κι έτσι το 2003 ο Αυστραλός αγωνίστηκε με το 12 -το 21 ανάποδα. Η Ducati μπορεί να μην κέρδισε στο ντεμπούτο της στα MotoGP, είχε όμως λόγο να αισθάνεται υπερήφανη, αφού ο Capirossi της χάρισε την πρώτη της νίκη, στην Catalunya, τερματίζοντας 2ος στη σεζόν, με τον Bayliss να τερματίζει στην 6η θέση της γενικής, 4 θέσεις πίσω από τον Ιταλό. Σημειώστε πως ενώ ο Loris γνώριζε τις πίστες από τα GP, ο Bayliss αγωνίστηκε για πρώτη φορά σε πολλές από εκείνες.

Δημοπρασία Ducati GP3 Troy Bayliss

Η Desmosedici της δημοπρασίας είναι η GP3TB1 (το GPT3 αφορά στο μοντέλο του 2003), ήταν η κύρια αγωνιστική μοτοσυκλέτα του Troy Bayliss εκείνη τη χρονιά, και μάλιστα το πρώτο μοντέλο, όπως φαίνεται από τις τετράγωνες βάσεις κινητήρα -που άλλαξαν σε στρογγυλές μετά τα μέσα της χρονιάς. Η μοτοσυκλέτα έχει συντηρηθεί και αναβαθμιστεί σε κινητήρα και κιβώτιο, και είναι έτοιμη για χρήση, με τους ατσάλινους αλλά και τους original carbon δίσκους στα φρένα της.

Ο οίκος Bonhams πιστεύει πως 12 GP3 μοτοσυκλέτες έχουν επιβιώσει μέχρι σήμερα, ενώ η ιστορική αξία του συγκεκριμένου μοντέλου είναι μεγάλη.

Περισσότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα της δημοπρασίας, ΕΔΩ.

Ρεπορτάζ Royal Enfield: Πανευρωπαϊκή Παρουσίαση εξοπλισμού αναβάτη στην Ελλάδα!

Βρεθήκαμε στη Βραυρώνα για την παρουσίαση των προϊόντων της RE στο δίκτυο των dealers της
Royal
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

31/7/2025

Την τελευταία τριετία υπάρχει πληθώρα νέου κόσμου που έμαθαν το όνομα της μάρκας μοτοσυκλετών με την μεγαλύτερη συνεχόμενη παρουσία, της Royal Enfield. Αυτό που φάνηκε την τελευταία τριετία είναι η εξωστρέφια με νέα μοντέλα που έκαναν την εμφάνισή τους την τελευταία πενταετία που σημαίνει πως η εξέλιξη αυτή που τώρα βλέπουμε έχει ξεκινήσει την τελευταία δεκαετία, με τον σχεδιασμό της στρατηγικής και την ανάπτυξη των νέων κινητήρων και των νέων μοντέλων. Κομμάτι αυτής της στρατηγικής είναι και ο εξοπλισμός αναβάτη.

Η ραγδαία επέκταση της Royal Enfield δεν σταματά στους δύο τροχούς αλλά συνεχίζει και στα προϊόντα προστατευτικού εξοπλισμού και lifestyle με την ινδική εταιρεία να επιλέγει την Ελλάδα για να παρουσιάσει τις νέες συλλογές στους dealers της στην Ευρώπη.

Στηριζόμενη στην παράδοση και την βρετανική κληρονομιά της η Royal Enfield έχει καταφέρει να πετύχει κάτι το ιδιαίτερα αξιόλογο αφού μέσα σε δυόμιση περίπου 10ετίες έφτασε να γίνει ένας πραγματικός γίγαντας ως κατασκευαστής μοτοσυκλετών, ενώ πριν από αυτό ήταν ένα ιστορικό όνομα με παραγωγή που δεν ξεπερνούσε τις μερικές δεκάδες χιλιάδες μοτοσυκλέτες ετησίως.

Σήμερα η RE, είναι μια εταιρεία με διεθνή παρουσία που κατασκευάζει περισσότερες από ένα εκατομμύριο μοτοσυκλέτες ετησίως. Προσέξτε, όχι δίκυκλα γενικά αλλά μοτοσυκλέτες. Ούτε σκούτερ, ούτε παπιά υπαρχουν στην γκάμα της Royal Enfield, ενώ ακόμη πιο σημαντικό ίσως είναι το γεγονός ότι η μικρότερη σε κυβισμό μοτοσυκλέτα της ξεκινά από τα 350 κ.εκ.

Εμείς σας είχαμε γράψει για το ιστορικό ρεκόρ της Royal Enfield πριν ακόμη συμβεί αυτό, μαζί με όλα εκείνα που συντέλεσαν στο να φτάσει σε αυτό το σημείο η ινδική εταιρεία με τις βρετανικές ρίζες (διαβάστε περισσότερα εδώ).

Royal Enfield 2025 ρουχισμός βραυρώνα

Βέβαια, η RE δεν έχει καμία πρόθεση να παραμείνει σε αυτό το ορόσημο και έχει ήδη καταστρώσει το σχέδιό της για να επεκταθεί περαιτέρω και εκτός της αχανούς ινδικής αγοράς στην οποία και έχει πάνω από το 90% του μεριδίου στην premium κατηγορία μοτοσυκλετών. Εκεί βέβαια premium θεωρείται το Hunter, το οποίο έχει αρχίσει να γίνεται σουξέ και στην Ευρώπη, για διαφορετικούς φυσικά λόγους, αφού εδώ ξεχωρίζει για το ιστορικό όνομα που φέρει στο ρεζερβουάρ του και την προσιτή του τιμή, όπως και την αξιοπιστία του. Την αξιοπιστία του την διαπιστώσαμε από πρώτο χέρι, όσο ο "Κυνηγός" της Royal Enfield βρισκόταν στον στόλο των δοκιμών μακράς διαρκείας του ΜΟΤΟ ξεπερνώντας τα 20.000 χλμ. στο οδόμετρό του χωρίς να πάθει το παραμικρό. 

Επέκταση λοιπόν για την Royal Enfield που ετοιμάζει και άλλες μοτοσυκλέτες που έρχονται να διευρύνουν την γκάμα της και να προσφέρουν ακόμη περισσότερες επιλογές στο κοινό, με την ρετρό αισθητική να βρίσκεται βέβαια στο προσκήνιο, όπως και η απλότητα των μηχανικών μερών και φυσικά το στιλ. 

Στο στιλ η Royal Enfield επενδύει και παράπλευρά με τη σειρά προϊόντων ρουχισμού lifestyle που έχει δημιουργήσει αλλά και τον προστατευτικό εξοπλισμό που φέρει το σήμα της και είναι σήμερα πιο πλήρης από ποτέ αναφορικά με τις επιλογές που έχει ο αναβάτης. 

Οι άνθρωποι της RE επέλεξαν την Ελλάδα για την πανευρωπαϊκή παρουσίαση του ρουχισμού τους στους εμπόρους της Γηραιάς Ηπείρου -και τους ντίλερ τους φυσικά στην Ελλάδα- και παράλληλα έκαναν και μία μίνι παρουσίαση της ιστορίας της εταιρείας αλλά και των σχεδίων τους σε αυτό το κομμάτι των δύο τροχών και στον ελληνικό Ειδικό Τύπο.

Αυτό που πρέπει να γνωρίζετε σε αυτό το σημείο είναι ότι η RE επενδύει τα τελευταία χρόνια δυναμικά και σε αυτό το κομμάτι σχεδιάζοντας και δοκιμάζοντας προστατευτικό εξοπλισμό αναβάτη που έχει τις απαραίτητες εγκρίσεις και παράγεται σε συνεργασία με κορυφαίους κατασκευαστές όπως είναι η Alpinesstars, η Revit και η D3O.

Η Royal Enfield ξεκίνησε τη δική της σειρά ρουχισμού το 2014, τότε που είχε μόνο T-Shirts με το όνομά της, όμως, όπως μας εξήγησε ο Sangeet Kishore, ο επικεφαλής παγκοσμίως για τον ρουχισμό και τα αξεσουάρ της RE, η σοβαρή επένδυση από την πλευρά της εταιρείας εχει ξεκινήσει τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ενώ ο τζίρος της εταιρείας από αυτόν τον τομέα, που είναι ακόμη πολύ μικρός, έχει 8πλασιαστεί σε μια περίπου 10ετία! Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά άλλωστε αφού την τελευταία 10ετία ήταν που εκτοξεύτηκαν και οι πωλήσεις της εταιρείας στην Ινδία αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Σκεφτείτε ότι η RE πούλησε πέρσι στην Ευρώπη πολύ περισσότερες μοτοσυκλέτες από όσες κατασκεύαζε συνολικά πριν από 30 περίπου χρόνια!

Οι άνθρωποι της RE μας έδειξαν μόνο την υπάρχουσα σειρά ρουχισμού και όχι την επόμενη που ήταν και αυτή στον χώρο της παρουσίασης αλλά ήταν μόνο για τα μάτια των εμπόρων της. Την υπάρχουσα βλέπετε και εσείς συνολικά στις σχετικές φωτογραφίες με την συλλογή ρουχισμού να χωρίζεται σε τρεις θεματικές ενότητες  "Urban" "Cruising" "Adventure", όπως θα μπορούσαν άλλωστε να χωρίζονται και οι μοτοσυκλέτες που βρίσκονται στην γκάμα της. Η συλλογή ρουχισμού χωρίζεται φυσικά και εποχιακά σε "Άνοιξη-Καλοκαίρι" και "Φθινόπωρο-Χειμώνα".

Royal Enfield 2025 ρουχισμός βραυρώνα

Η RE κατάστρωσε την στρατηγική που θα ακολουθήσει με τον ρουχισμό μόλις το 2023, αφού βελτίωσε πρώτα σημαντικά την ποιότητά τους, δίνοντας παράλληλα βάση τόσο στο lifestyle όσο και στον προστατευτικό εξοπλισμό θέλοντας να προσφέρει μια πλήρη γκάμα στο κοινό: από μπότα μέχρι και κράνος. Μετά τη φάση του σχεδιασμού κάθε μέρος του εξοπλισμού (π.χ. ποιότητα υφάσματος, φερμουάρ, κουμπιά κτλ.) δοκιμάζεται ξεχωριστά για την αντοχή και τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά και έπειτα δοκιμάζεται και ως ολόκληρο προϊόν.

Η Royal Enfield, μάλιστα, εκτός από τους συνεργάτες που έχει διαλέξει με προσοχή δίνει έμφαση και τους παραγωγούς των υλικών που χρησιμοποιούνται στον ρουχισμό της. Για παράδειγμα είναι υποστηρικτής της πρωτοβουλίας "Better Cotton", η οποία εξασφαλίζει ότι οι προμηθευτές βαμβακιού για τα προϊόντα της εναρμονίζονται με συγκεκριμένες περιβαλλοντικές προδιαγραφές, φέρονται δίκαια στο εργατικό τους δυναμικό, δίνουν δίκαιους μισθούς κ.α. Στην γκάμα ρουχισμού της εταιρείας υπάρχει μάλιστα και αντιανεμικό μπουφάν που κατασκευάζεται εξολοκλήρου από ανακυκλωμένο πλαστικό, συγκεκριμένα πλαστικό που προέρχεται από πλαστικά μπουκάλια.

Τα προϊόντα ρουχισμού της Royal Enfield θα τα γνωρίζουμε καλύτερα όσο περνάει ο καιρός και στο κομμάτι του τεχνικού εξοπλισμού φαίνεται πως βρίσκονται ήδη σε καλό επίπεδο. Αυτή την εντύπωση μας έδωσε τουλάχιστον το μπουφάν τεσσάρων εποχών με τα adventure χαρακτηριστικά που είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε. Το μπουφάν φέρει μεγάλες προστασίες D3Ο ακόμη και στο στήθος που είναι πολύ σημαντικό και συχνά παραβλέπεται από τους αναβάτες και μεγάλα ανοίγματα σε όλα τα σημεία που χρειάζεται για να αερίζεται σωστά ο κορμός το καλοκαίρι. Δεν... έπεσα μαζί του για να δω αν θα τα καταφέρει να με προστατέψει και στην πράξη αλλά δείχνει προσεγμένο στις ραφές του και η πρώτο προστατευτικό ύφασμα έχει πάχος. Το μπουφάν εφαρμόζει σωστά και δεν το νιώθεις πάνω σου σαν σακί, ενώ προσφέρει και την απαιτούμενη ελευθερία κινήσεων που χρειάζεται για να οδηγήσεις χωρίς περισπασμούς. 

Το μπουφάν το πήραμε μαζί μας μετά την λήξη της παρουσίασης και θα επανέλθουμε στο μέλλον για την ποιότητα κατασκευής και την αντοχή του στο χρόνο. Δείχνει πάντως ότι η Royal Enfield δεν θέλει να βάλει απλά το σήμα της σε ένα προϊόν, θέλει να το κάνει προσφέρονται στο κοινό, ειδικά εκείνο που έχει επιλέξει μια μοτοσυκλέτα της, ποιοτικά προϊόντα που μπορεί να εμπιστευτεί.