This is HONDA - Μαγικό βίντεο-χρονοκάψουλα από το μακρινό 1962
Μία ματιά μέσα στις εγκαταστάσεις του ιαπωνικού εργοστασίου και τους τότε τρόπους κατεργασίας και χύτευσης μετάλλων, πριν την εποχή των εργαλειομηχανών CNC
Από τον
Αλέξανδρο Λαμπράκη
4/12/2023
Η Honda Ιαπωνίας ανέβασε ένα βίντεο στο κανάλι της, το οποίο αποτελεί στην ουσία μία χρονοκάψουλα που μας φέρνει σε επαφή με το μακρινό 1962, όπου βλέπουμε μεταξύ άλλων και τις ρίζες του εμβληματικού Monkey, προτού γίνει μοντέλο μαζικής παραγωγής.
Πριν την εποχή της διαδικτυακής προβολής, των κοινωνικών δικτύων και γενικότερα της προώθησης μέσω του ίντερνετ, η Honda είχε την ευφυή ιδέα να βιντεοσκοπήσει -με παραδοσιακό έγχρωμο (!) φιλμ παρακαλώ, εξ' ου και η αναλογική ποιότητα- ένα βίντεο που μας προσφέρει μία κλεφτή ματιά, πίσω από τις κλειστές πόρτες των εργοστασίων της. Εκείνη την εποχή το Big H είχε ήδη δημιουργήσει διάφορες εγκαταστάσεις σε ολόκληρη την Ιαπωνία, πέραν από της αρχικής στο Hamamatsu, κατασκευάζοντας το αυθεντικό Benly, το Dream 250 και πολλά ακόμα, αλλά και το θρυλικό Cub 50, ένα όνομα που εξακολουθεί από τότε να βρίσκεται στην γκάμα της Honda, έχοντας δεχθεί τις αλλαγές που έφεραν το πέρασμα των χρόνων και η πρόοδος της τεχνολογίας.
Μέσα στο βίντεο βλέπουμε ακόμα τα θρυλικά RC, με τα οποία η Honda ένα χρόνο πριν είχε κατακτήσει τον πιο επικίνδυνο αγώνα στον κόσμο, το Isle of Man TT στις κατηγορίες 125 και 250 κυβικών με τον θρυλικό Mike Hailwood. Με αφορμή αυτή τη σαρωτική επέλαση, το ιαπωνικό εργοστάσιο για το 1962 αποφασίζει να συμμετάσχει σε δύο ακόμη κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένης και της νεοσύστατης τότε των 50 κυβικών. Έτσι, το RC -το αγωνιστικό τμήμα της Honda (Racing Service Center) πριν μετονομαστεί σε HRC- επιφορτίστηκε με την δημιουργία δύο νέων μοντέλων στα 50 και 350 κυβικά.
Σε μία εποχή που οι εργαλειομηχανές CNC δεν αποτελούσαν επιλογή, ο κυριότερος τρόπος κατασκευής των μεταλλικών μερών ήταν με τη χύτευση μετάλλων, μία διαδικασία την οποία η Honda μας δείχνει στο βίντεο. Οι κινητήρες εκείνη την εποχή συναρμολογούνταν ως επί το πλείστον στο χέρι με τα εξαρτήματα (μπιέλες, έμβολα κ.α.) να είναι κατά κύριο λόγο από πρεσσαριστό ατσάλι. Σε άλλα πλάνα βλέπουμε δοκιμές αντοχής των διάφορων εξαρτημάτων που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή μοτοσυκλετών, παπιών και σκούτερ (ναι από τότε είχε σκούτερ η Honda και μάλιστα με... boxer κινητήρα!), αλλά και ο χώρος του δυναμόμετρου, όπου μετρούσαν τις επιδόσεις των μοντέλων πριν αυτά σταλούν στα καταστήματα. Ακόμη υπάρχει χώρος για την μελέτη της αεροδυναμικής των μοτοσυκλετών του Big H, μία πρώιμη μορφή της αεροσήραγγας που ξέρουμε σήμερα. Μάλιστα, η Honda αξιοποιεί ήδη από εκείνη την εποχή τα δεδομένα τηλεμετρίας που συγκεντρώνει από εκεί, για τη διαρκή βελτίωση των μοτοσυκλετών της.
Από τις λήψεις δεν θα μπορούσε να απουσιάζει ο νεαρός τότε Soichiro Honda, ο δαιμόνιος ιδρυτής του ιαπωνικού κολοσσού. Μάλιστα σε κάποια από τα πλάνα τον βλέπουμε να γευματίζει μαζί με τους εργαζόμενους, δίνοντάς μας και μία ευρύτερη άποψη για τη ζωή μέσα στο εργοστάσιο.
Σε επόμενα πλάνα βλέπουμε ένα πάρκο αναψυχής για μικρούς και μεγάλους, που σήμερα ξέρουμε ως Honda Mobilityland, όπου πλέον περιλαμβάνεται και η πίστα της Suzuka, η οποία εγκαινιάστηκε το 1962, και έχουμε την ευκαιρία να δούμε την αρχική διαδρομή της μέσα στο βίντεο. Εκεί βρίσκουμε και τις πρώτες εικόνες του πρώιμου Monkey, πριν ακόμα βγει στην παραγωγή, όπου εκτελεί χρέη οχήματος αναψυχής στο πάρκο της Honda. Στο τέλος, βλέπουμε τις σειρές από Cub 50 να φεύγουν από το εργοστάσιο πάνω σε φορτηγά που θυμίζουν διώροφα λεωφορεία και να φορτώνονται στα καράβια, με τελικό προορισμό τις διάφορες αντιπροσωπείες της Honda ανά τον κόσμο.
Το μοντάζ του βίντεο είναι δημιουργικό με ιδέες πολύ προχωρημένες για την εποχή του. Οι ηχητικές επιλογές είναι διασκεδαστικές, ενώ σε μερικά σημεία έχουν υιοθετηθεί ήχοι μέσα από το εργοστάσιο, που βοηθούν στην αφήγηση της ιστορίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι το βίντεο είναι στα ιαπωνικά, όμως υπάρχουν υπότιτλοι στα αγγλικά (με ελλείψεις στη μεταγλώττιση), με την βοήθεια των οποίων μπορείτε να εξάγεται ένα γενικό συμπέρασμα και να καταλάβετε τι λέγεται μέσα στο βίντεο.
Σας προτείνουμε να αφιερώσετε λίγο από τον χρόνο σας να δείτε το βίντεο, το οποίο θα σας ταξιδέψει σε μία άλλη εποχή, τόσο από θέμα φιλοσοφίας, όσο και από θέμα μηχανολογίας και τεχνολογίας.
Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ
Από τον
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
23/10/2025
Στις 23 Οκτωβρίου 2011 ο κόσμος του MotoGP πάγωσε. Ο Marco Simoncelli το όνομα που όλοι μας πιστεύαμε πως θα είναι ο επόμενος απόλυτος διεκδικητής των MotoGP, ο νεαρός αναβάτης που ο Rossi έβλεπε ως συνεχιστή του, έχοντας προλάβει να γίνει ήδη ένας από του πιο αναγνωρίσιμους αναβάτες της σύγχρονης εποχής, έχασε τη ζωή του στη διάρκεια του Grand Prix της Μαλαισίας, αφήνοντας πίσω του ένα κενό που παραμένει αισθητό ακόμη και σήμερα. Ο “Super Sic”, όπως τον γνώριζε όλος ο κόσμος, δεν υπήρξε απλώς ένας εξαιρετικός αναβάτης ήταν μια προσωπικότητα που οι αγώνες μοτοσυκλέτας χρειαζόντουσαν και μάλιστα χρειάζονται ακόμη. Είχε τεράστιο πάθος και ανεπιτήδευτη αγάπη για τους αγώνες, με μία πρέζα χιούμορ που έλκυε ακόμη και τους οπαδούς άλλων αναβατών!
Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η μνήμη του συνεχίζει να ζει δυνατά χωρίς να έχει προλάβει να γεμίσει με ρεκόρ ή να φορτώσει τα στατιστικά, τέτοια ήταν η αγάπη του κόσμου και η καθολική του αποδοχή από όλους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο όχι μόνο στα MotoGP αλλά και γενικά στον μηχανοκίνητο αθλητισμό!
Ο Simoncelli ήταν φτιαγμένος από υλικό που δεν μετριέται σε τίτλους και στατιστικά. Το ανέμελο μαλί κάτω από το κράνος, το σπινθηροβόλο βλέμμα και εκείνο το απίστευτο πάθος για μάχη, που έκανε κάθε γύρο του MotoGP να θυμίζει κάτι από άλλες εποχές. Ήταν αγνός αγωνιστής, με μια ιταλική τρέλα που δεν μπορούσε, ούτε ήθελε, να κρύψει.
SuperSic 58 – TheLegacy Ονοματεπώνυμο: MarcoSimoncelli Ημερομηνία γέννησης: 20 Ιανουαρίου 1987, Cattolica, Ιταλία
Θάνατος: 23 Οκτωβρίου 2011, Sepang, Μαλαισία
Αριθμός αγώνων GP: 151 (125cc, 250cc, MotoGP)
Νίκες: 14 (12 στο 250cc, 2 στο 125cc)
Παγκόσμιοι τίτλοι: 1 (250cc, 2008 – Gilera)
Ομάδες: MatteoniRacing, MetisGilera, SanCarloHondaGresini}
Νούμερο: 58 (αποσυρμένο επίσημα από το MotoGP το 2016)
Κληρονομιά:
• Το Misano World Circuit Marco Simoncelli φέρει το όνομά του από το 2012.
• Το Fondazione Marco Simoncelli στηρίζει νέους και οικογένειες σε ανάγκη, συνεχίζοντας το φιλανθρωπικό έργο της οικογένειας.
• Κάθε χρόνο, οι φίλοι του διοργανώνουν στο Misano το “Sic Day”, ένα φεστιβάλ χαράς και μοτοσυκλέτας, όπως το ήθελε εκείνος.
• Το #58 παραμένει σύμβολο πάθους και αυθεντικότητας, ένα νούμερο που θα θυμίζει για πάντα τι σημαίνει να ζεις ως αγωνιζόμενος στην κορυφή της μοτοσυκλέτας
Η καριέρα του εκτοξεύθηκε το 2008, όταν κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα 250cc με τη Gilera, χαρίζοντας στην παραπαίουσα τότε Ιταλική μάρκα το τελευταίο της σπουδαίο τρόπαιο. Από τότε, το όνομα “Simoncelli” έγινε συνώνυμο με τον επιθετικό και θεαματικό τρόπο οδήγησης. Ήταν ένα ιδιαίτερο επιθετικό στιλ, από εκείνα που ακόμη και οι αντίπαλοί του δεν χρησιμοποιούσαν αργότερα εναντίον του, ήταν όμως μοιραία και εκείνο που έδωσε το άδοξο τέλος. Όταν ανέβηκε στο MotoGP με τη Honda της ομάδας Gresini, όλοι ήξεραν πως μπροστά τους είχαν έναν από εκείνους τους αναβάτες που ή θα έγραφαν ιστορία ή θα την πλήρωναν ακριβά.
Γνώρισα προσωπικά τον Simoncelli με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο. Είχε μόλις κερδίσει τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο και βρισκόμασταν στην πίστα δοκιμών της Goodyear-Dunlop, μία μαγευτική τοποθεσία με μία εκπληκτική πίστα όπου φυσικά δεν υπάρχουν κερκίδες, ούτε μπορεί να μπει κανείς άλλος πέρα από τους αναβάτες δοκιμών και τους δημοσιογράφους, στις λίγες φορές που έχει φιλοξενήσει παρουσιάσεις ελαστικών.
Ήμουν για ακόμη μία φορά ο μόνος Έλληνας προσκεκλημένος και είχα μπει να οδηγήσω μαζί με τους Άγγλους δημοσιογράφους που τότε ήταν μία πολυπληθή ομάδα χωρίς Youtubers και Influencers, όλοι τους εξαιρετικά έμπειροι και επίσης όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, με αγωνιστικές περγαμηνές που έφταναν για δύο από αυτούς μέχρι και το BSB! Μπήκαμε με superbike στο session εκείνο και ο Simoncelli με ένα Dorsoduro 750. Αυτό που περισσότερο το έχετε δει να κυκλοφορεί με την ομάδα ΔΙΑΣ, σπάνια δικάβαλο παρότι η ομάδα αυτή έτσι έχει στηθεί και αν θυμάστε από την δοκιμή στο MOTO, δεν ήταν και μία μοτοσυκλέτα που μπορούσε εύκολα να ξεχωρίσει.
Ο Simoncelli ξεκίνησε τελευταίος, πίσω μας και σε λίγους γύρους μας είχε μαζέψει. Εγώ βρισκόμουν τότε σχετικά μπροστά στο γκρουπ, τρίτος κατά σειρά όταν με πέτυχε στο πιο αργό κομμάτι της πίστας, αργό για εμάς. Ανηφορικό εσάκι με θετική κλίση στην μεσαία του στροφή. Ήξερα ότι ήταν πίσω μου και είχα υπολογίσει να κρατηθώ στην έξοδο για να μην τον κόψω και να ανοίξω το γκάζι του GSXR1000R μόλις με περάσει. Μόνος μου στόχος να μείνω πίσω του για λίγο καθώς αμέσως μετά είχαμε άλλες δύο στροφές που μας οδηγούσαν στην ευθεία, οπότε θα προλάβαινα να οδηγήσω τουλάχιστον μισό γύρο πίσω του. Ότι και να έκανε δεν θα μπορούσε να ξεφύγει στην ευθεία με το Dorsoduro 750 από το GSXR1000R!
ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ!
Την ώρα που έστριβα την δεύτερη στροφή από το εσάκι, εκείνη την αριστερή με την θετική κλίση, είδα ένα Dorsoduro να πετάγεται πλαγιασμένο μέσα από κερμπ πέρνοντας μαζί του χώματα, πετραδάκια και χόρτα και να προσγειώνεται μπροστά μου με το γόνατο. Πίστεψα ότι απλά έπεφτε μπροστά μου, άφησα το γκάζι και προσευχήθηκα στην Dunlop να κρατήσει το εμπρός ελαστικό που εκείνη την στιγμή του ζητούσες να κάνει κάτι δύσκολο. Μόνο που ο Simoncelli δεν είχε πέσει, ντριφτάρισε στην προσγείωση μέχρι το εξωτερικό κερμπ, εκτός δηλαδή αγωνιστικής γραμμής και πάνω του ακριβώς άνοιξε το γκάζι και με τρόπο που δεν πίστευα πως μπορούσε να γίνει το Dorsoduro 750 σηκώθηκε με το γκάζι, πλάγιασε στην επόμενη δεξιά ξύνοντας τα πάντα και εξαφανίστηκε στα 150 μέτρα της ευθείας πριν τα φρένα της επόμενης αριστερής. Όταν βγήκα στην ευθεία ήταν ήδη περίπου στην μέση και δεν τον έφτασα ποτέ στα φρένα της σπαστής δεξιάς, μίας πολύ ύπουλης στροφής που όταν μάθαινες την πίστα μπορούσες να την πουλήσεις πηγαίνοντας διαγώνια προς την κατηφορική ευθεία πριν από μία απότομη δεξιά όπου είχαν σημειωθεί και αρκετές πτώσεις.
Έχουν περάσει 16 χρόνια από εκείνη την ημέρα, ήμουν τότε ένας νέος συντάκτης, συνομιλώντας με τον επόμενο Valentino Rossi (όπως τον λέγαμε με τον πατέρα του)
Δεν οδηγήσαμε ποτέ μαζί για μισή πίστα, ενώ αμέσως μετά ήμασταν μόνοι μας για τους λίγους γύρους που έμεναν για το υπόλοιπο session. ΌΛΟΙ οι Άγγλοι συνάδελφοι είχαν βγει έξω νωρίτερα ζητώντας από την Dunlop να βγάλει τον Simoncelli γιατί δεν ήθελαν να σκοτωθούν δοκιμάζοντας λάστιχα. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν το είχα δει ως απερισκεψία, ήμουν ακόμη εντυπωσιασμένος από το πώς κατάφερε να προσγειωθεί πλαγιασμένος και κυρίως με την λογική ακολουθία της σκέψης του. Πώς δηλαδή πήρε την απόφαση να βγει εκτός πίστας, μέσα από τα κέρμπ! Στο πλαίσιο της συνέντευξης που είχαμε μετά, ξεκίνησα από εκεί: «Πώς το σκέφτηκες αυτό και κυρίως γιατί; Ποιος ο λόγος;» - «Δεν το σκέφτηκα, μου είπε ο Simoncelli, δεν ήταν δηλαδή μία μελετημένη από πριν απόφαση, είχατε πολύ πιο γρήγορες μοτοσυκλέτες οπότε έπρεπε να μην φρενάρω πουθενά για να σας περάσω, ότι ήρθαν οι στροφές και είδα ότι θα έπρεπε να κόψω πολύ για να μείνω πίσω από το GSXR και μετά στην ευθεία να μην μπορώ να προσπεράσω, σκέφτηκα την προσπέραση στην επόμενη στροφή και μου ήρθε πολύ μακριά. Οπότε εκεί που έστριβα την πρώτη δεξιά, το σήκωσα και έκανα την αριστερή εκτός πίστας.
Στην συνέχεια εκείνης της συνέντευξης τον ρώτησα αν οδηγεί στον δρόμο και μου είπε πως όχι γιατί είναι επικίνδυνο και γελάσαμε έπειτα μαζί.
Μπορούσες να το δεις όπως οι Άγγλοι, ως επιθετικό και απερίσκεπτο ή να τον θαυμάσεις ως κάτι εξωπραγματικό και μοναδικό. Διότι αυτό ήταν. Απίστευτα πράος και μαζεμένος όλες τις στιγμές, εκτός από εκείνες που οδηγούσε. Ήμουν τυχερός που τον γνώρισα και μου για λίγο, πολύ λίγο, οδηγήσαμε και μαζί.
Το 2011, με τον αριθμό 58 πάνω στο λευκό fairing, ο Marco έδειχνε πως το μεγάλο του ξέσπασμα ήταν θέμα χρόνου. Πάλευε με τους καλύτερους τότε, με Lorenzo, Stoner, Pedrosa, Rossi κι αν κάποιες φορές οι κινήσεις του ήταν υπερβολικά τολμηρές, είχαν εκείνο το στοιχείο του “πραγματικού αγώνα” που σήμερα θα ξεσήκωνε αντιδράσεις. Δεν υπολόγιζε τίποτα. Οδήγησε πάντα σαν να μην υπήρχε αύριο, και ίσως τελικά γι’ αυτό να έγινε αθάνατος.
στιγμιότυπο από την ίδια εκείνη ημέρα
Η μοίρα στάθηκε άδικη στη Sepang. Μια πτώση στην πρώτη κιόλας στροφή, ένα ατυχές σημείο επαφής και το όνειρο σταμάτησε απότομα. Ο θάνατός του σε ζωντανή μετάδοση καθώς όλοι οι θεατές κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί βλέποντας το κράνος του να φεύγει, έμεινε για πάντα χαραγμένος στην ιστορία και κανείς, δεν θέλει να το αναπαράγει. Είχε έντονα στοιχεία αρχαιοελληνικής τραγωδίας μάλιστα από την στιγμή που πάνω του έπεσαν οι καλύτεροί του φίλοι εκτός πίστας και ταυτόχρονα ανταγωνιστές την ώρα του αγώνα. Ένας από τους καλύτερους θα σβήσει άδοξα. Όμως εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε κάτι άλλο, ένας θρύλος που κανένας χρόνος δεν μπορεί να σβήσει. Από τότε, το νούμερο 58 έγινε σύμβολο: όχι μόνο του Simoncelli, αλλά κάθε αναβάτη που τρέχει με την καρδιά του.
Η Honda Gresini διατήρησε τη μνήμη του, το Misano World Circuit φέρει πλέον το όνομά του, και κάθε φορά που βλέπεις εκείνη τη λευκοκόκκινη σημαία με τον αριθμό 58, νιώθεις ότι ο “Super Sic” δεν έφυγε ποτέ στ’ αλήθεια. Ζει σε κάθε νέο αναβάτη που ανεβαίνει με πάθος πάνω στη μοτοσυκλέτα, σε κάθε θεατή που ανατριχιάζει όταν ακούει τον κινητήρα να ανεβάζει στροφές.
Ο Simoncelli ήταν ένας από εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που δεν χρειάζονται χρόνο για να αφήσουν το αποτύπωμά τους. Αρκούσαν λίγες σεζόν για να αλλάξει την ψυχή των GP, για να θυμίσει σε όλους μας πως οι αγώνες δεν είναι μόνο νίκες, είναι άνθρωποι, πάθος, είναι συναίσθημα.
Και αν σήμερα κοιτάξεις τον ουρανό πάνω από το Misano, κάπου ανάμεσα στις στροφές της ιστορίας θα δεις τον Marco να γελά, με εκείνο το ανέμελο βλέμμα που λέει:
“Corri forte, ma divertiti – τρέξε δυνατά, αλλά απόλαυσέ το.”