HONDA RC213V-S: Έτοιμη για παραγωγή, αλλά θα τρέξει;

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

5/11/2014

Με το ποντίκι στο χέρι μας άφησε η Ηonda. Απ’ τη μια παρουσίασε επιτέλους την "υπέρτατη μοτοσυκλέτα δρόμου", κι απ’ την άλλη δεν μας δίνει καμία πληροφορία πέρα από το ότι "είναι βασισμένη στην παγκόσμια πρωταθλήτρια κι εξελίχθηκε από κορυφαίους αναβάτες". Λες κι ήταν δύσκολο να το μαντέψεις. Κι όμως, όσο το ψάχνουμε, τόσο ανακαλύπτουμε πως αυτή η μοτοσυκλέτα αντιπροσωπεύει κάτι παραπάνω από την Desmosedici της Honda, ή κι από την ίδια της την NR, από την άποψη πως η NR ήταν μια τεχνολογική άσκηση υπεροχής χωρίς συνέχεια των οβάλ πιστονιών. Η NR μας έδωσε βέβαια την 916, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Το ερώτημα που ζητά απάντηση είναι αν η Honda επιθυμεί να τρέξει με την RCV στα Superbike ή όχι. Οι κανονισμοί που θα ισχύσουν το 2015 επιτρέπουν ουσιαστικά μόνο την αλλαγή των εκκεντροφόρων, ενώ κάρτερ, πιστόνια, βαλβίδες και τα περισσότερα από τα εξαρτήματα του κινητήρα θα πρέπει να είναι τα στάνταρ. Άρα, για να έχει ανταγωνιστική μοτοσυκλέτα ένας κατασκευαστής θα πρέπει να έχει σε παραγωγή μια εξ αρχής δυνατή μοτοσυκλέτα, και τώρα οι ιπποδυνάμεις που ανακοινώνονται στην κατηγορία για το 2015 είναι στους 200 και πάνω από 200 ίππους, νούμερα που το CBR1000RR δεν μπορεί να πιάσει, καθώς και σε πραγματική ισχύ υπολείπεται των αντιπάλων του. Για να ομολογκαριστεί μια μοτοσυκλέτα ώστε να τρέξει στα Superbike, χρειάζεται να έχουν παραχθεί 125 κομμάτια όταν γίνει η αίτηση, 250 στο τέλος της πρώτης χρονιάς συμμετοχής και 1.000 στο τέλος της δεύτερης. Η Honda δεν θα έχει πρόβλημα με αυτούς τους αριθμούς (εδώ η Ducati πούλησε πάνω από 1.500 Desmosedici), αλλά το ζήτημα είναι, θέλει;

Μια ένδειξη πως μπορεί και να θέλει είναι το χρώμα της μοτοσυκλέτας που ανέβασε στην σκηνή ο Marc Marquez, ή καλύτερα, η έλλειψή του: Σκέτο carbon. Μαύρες ή άσπρες ήταν πάντα οι μοτοσυκλέτες που η Honda πούλαγε για αγωνιστική χρήση. Η άλλη RCV που είδαμε, είναι βαμμένη σε χρώματα που μοιάζουν με της NS500 του Freddie Spencer, με ένα μεγάλο κόκκινο κύκλο στο πλάι που παραπέμπει άμεσα στην Ιαπωνική σημαία. Φαντάζομαι πως όταν στην παρουσίαση του νέου R1 ο πρόεδρος της Yamaha Motor Japan φώναζε ξαφνικά "Υamaha is challenging the future!", μπορεί και να εννοούσε "Yamaha is challenging Honda!", όπως είχε κάνει και στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ενώ η Honda έβαψε έτσι την RCV για να δείξει ποιος είναι ο σημαιοφόρος...

Αν προχωρήσουμε την φαντασίωση ακόμα παραπέρα, με την υπόθεση πως η Honda επιθυμεί να τρέξει με V4 στα Superbike, θα βλέπαμε και μια πιο έκδοση παραγωγής με χαμηλότερη τιμή, χωρίς carbon, χωρίς κορυφαίες Οhlins, χωρίς την απίστευτη προσοχή στην λεπτομέρεια της RC213V-S. Όπως και νά’χει, ένα είναι σίγουρο: Μια μοτοσυκλέτα παραγωγής δεν θα περιλαμβάνει στις προδιαγραφές και την τεχνολογία της τα πραγματικά μυστικά της μοτοσυκλέτας του Marquez.

Για ν φτάσει σε μια RCV παραγωγής, η Honda ξεκίνησε από πολύ παλιά, και συγκεκριμένα από τα τέλη της δεκαετίας του ’50, όταν διαπίστωσε πως τα τετρακύλινδρα εν σειρά είχαν μια σειρά από εγγενή της διάταξης προβλήματα, με κυριότερο το ότι στην ουσία πρόκειται για δύο δικύλινδρα δίπλα δίπλα, που το καθένα προσπαθεί να στρέψει διαφορετικά τον στρόφαλο. Έτσι, ήδη από το 1961 είχε οδηγηθεί στην ενιαία χύτευση κάρτερ και μπλοκ κυλίνδρων, ενώ πολύ αργότερα συνέλαβε την ιδέα ενός ιδιαίτερου V4 με οβάλ πιστόνια, που απέδιδε σαν V8. Η NR500 ήταν αγωνιστική αποτυχία, αλλά οι RC30 και RC45 που φτιάχτηκαν με τεχνογνωσία από εκείνη, όχι. Με την σειρά της, και με λίγη out of the box σκέψη, η RC45 οδήγησε στην V5 RC211V. Οι αγωνιστικές της επιτυχίες δικαίωσαν τις επιλογές της Honda.   

Κι όμως, όταν η Honda έβγαλε πέρυσι την αγωνιστική παραγωγής RCV1000R, οι αναβάτες της παραπονιούνταν για ανεπαρκή απόδοση, δείχνοντας πως τα "μυστικά" είναι ακριβά, και πως δεν μπορούν να πέσουν στα χέρια άλλων. Η RCV1000R όμως άνοιξε τον δρόμο για την έκδοση... δρόμου, κι είναι αξιοσημείωτο πως έχει πιο "παραγωγής" όνομα σε σχέση με το RC213V-S. Επιπλέον, αν η Honda σκέφτεται με βάση την οικονομία κλίμακας, είναι πολύ λογικό να έχει τρεις εκδόσεις με κοινό κονδύλι έρευνας και εξέλιξης, συγκεντρώνοντας όλους της τους πόρους σε έναν τομέα. Να έχει δηλαδή την full factory RCV με πνευματικές βαλβίδες και seamless κιβώτιο (πως να το πω; Χωρίς ραφές;), την αγωνιστική παραγωγής για τα MotoGP με ελατήρια στις βαλβίδες και στάνταρ κιβώτιο, και μια παραγωγής με έγκριση τύπου για κυκλοφορία στο δρόμο, που θα αποτελεί την βάση για την αγωνιστική στα Superbike…

TEXNIKA ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Honda RC213V (στοιχεία ΗRC)

 

 

Μήκος

2.052mm

Πλάτος

645mm

Ύψος

1.110mm

Μεταξόνιο

1.435mm

Απόσταση από το έδαφος

115mm

Βάρος

πάνω από 160kg

Κινητήρας

Υγρόψυκτος τετράχρονος, V4 τετραβάλβιδος με 2ΕΕΚ

Κυβισμός

1000cc

Μέγιστη ισχύς

Πάνω από 235ΗΡ

Χωρητικότητα ρεζερβουάρ

20lt

Ελαστικά

BRIDGESTONE

Εμπρός

16.5"

Πίσω

16.5"

Αναρτήσεις

ÖHLINS

Εμπρός

Τηλεσκοπικό πιρούνι

Πίσω

Pro-link

Τύπος πλαισίου

Αλουμινένιο δύο δοκών

 

Όπως βλέπετε, γνωρίζουμε περισσότερα για την full factory παρά για την παραγωγής. Το σίγουρο είναι πως δεν θα έχει ζάντες 16,5 ιντσών, αλλά 17, με 190/55ZR17 πίσω και 120/70ΖΡ17 μπροστά. Από κει και πέρα, η παραγωγής είναι έτοιμη όντως για παραγωγή, όπως μαρτυρούν δεκάδες λεπτομέρειες επάνω της που δείχνουν πως δεν πρόκειται για μια racing που της έβαλαν βιαστικά φώτα, αλλά για μια μοτοσυκλέτα εξελιγμένη όπως κάθε άλλη δρόμου. Και η σκέψη μου για μια πιο προσιτή έκδοση ενισχύεται από λεπτομέρειες όπως τα πρεσαριστά ανοξείδωτα κομμάτια της εξάτμισης, που μιλούν για μια πιο μαζική, και όχι πολύ περιορισμένη παραγωγή.

Μέχρι να μας διευκρινίσει η Honda τις προθέσεις της, μπορούμε να αναστενάζουμε ελεύθερα απολαμβάνοντας την απλότητα της φακτορίλας που αποπνέει η RC213V. Και σε όσους αρέσουν οι ασκήσεις επί χάρτου, ας πάρουν τις μεζούρες τους για να επαληθεύσουν αν και η παραγωγής έχει τον ίδιο ακραίο λόγο μεταξονίου προς μήκος ψαλιδιού που έχει και η factory. 

Ετικέτες

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!

Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ
Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/10/2025

Στις 23 Οκτωβρίου 2011 ο κόσμος του MotoGP πάγωσε. Ο Marco Simoncelli το όνομα που όλοι μας πιστεύαμε πως θα είναι ο επόμενος απόλυτος διεκδικητής των MotoGP, ο νεαρός αναβάτης που ο Rossi έβλεπε ως συνεχιστή του, έχοντας προλάβει να γίνει ήδη ένας από του πιο αναγνωρίσιμους αναβάτες της σύγχρονης εποχής, έχασε τη ζωή του στη διάρκεια του Grand Prix της Μαλαισίας, αφήνοντας πίσω του ένα κενό που παραμένει αισθητό ακόμη και σήμερα. Ο “Super Sic”, όπως τον γνώριζε όλος ο κόσμος, δεν υπήρξε απλώς ένας εξαιρετικός αναβάτης ήταν μια προσωπικότητα που οι αγώνες μοτοσυκλέτας χρειαζόντουσαν και μάλιστα χρειάζονται ακόμη. Είχε τεράστιο πάθος και ανεπιτήδευτη αγάπη για τους αγώνες, με μία πρέζα χιούμορ που έλκυε ακόμη και τους οπαδούς άλλων αναβατών!

Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η μνήμη του συνεχίζει να ζει δυνατά χωρίς να έχει προλάβει να γεμίσει με ρεκόρ ή να φορτώσει τα στατιστικά, τέτοια ήταν η αγάπη του κόσμου και η καθολική του αποδοχή από όλους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο όχι μόνο στα MotoGP αλλά και γενικά στον μηχανοκίνητο αθλητισμό!

Ο Simoncelli ήταν φτιαγμένος από υλικό που δεν μετριέται σε τίτλους και στατιστικά. Το ανέμελο μαλί κάτω από το κράνος, το σπινθηροβόλο βλέμμα και εκείνο το απίστευτο πάθος για μάχη, που έκανε κάθε γύρο του MotoGP να θυμίζει κάτι από άλλες εποχές. Ήταν αγνός αγωνιστής, με μια ιταλική τρέλα που δεν μπορούσε, ούτε ήθελε, να κρύψει.

Super Sic 58 – The Legacy
Ονοματεπώνυμο: Marco Simoncelli
Ημερομηνία γέννησης: 20 Ιανουαρίου 1987, Cattolica, Ιταλία
Θάνατος: 23 Οκτωβρίου 2011, Sepang, Μαλαισία
Αριθμός αγώνων GP: 151 (125cc, 250cc, MotoGP)
Νίκες: 14 (12 στο 250cc, 2 στο 125cc)
Παγκόσμιοι τίτλοι: 1 (250
cc, 2008 – Gilera)
Ομάδες:
Matteoni Racing, Metis Gilera, San Carlo Honda Gresini}
Νούμερο: 58 (αποσυρμένο επίσημα από το MotoGP το 2016)

Κληρονομιά:
• Το Misano World Circuit Marco Simoncelli φέρει το όνομά του από το 2012.
• Το Fondazione Marco Simoncelli στηρίζει νέους και οικογένειες σε ανάγκη, συνεχίζοντας το φιλανθρωπικό έργο της οικογένειας.
• Κάθε χρόνο, οι φίλοι του διοργανώνουν στο Misano το “Sic Day”, ένα φεστιβάλ χαράς και μοτοσυκλέτας, όπως το ήθελε εκείνος.
• Το #58 παραμένει σύμβολο πάθους και αυθεντικότητας, ένα νούμερο που θα θυμίζει για πάντα τι σημαίνει να ζεις ως αγωνιζόμενος στην κορυφή της μοτοσυκλέτας

Η καριέρα του εκτοξεύθηκε το 2008, όταν κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα 250cc με τη Gilera, χαρίζοντας στην παραπαίουσα τότε Ιταλική μάρκα το τελευταίο της σπουδαίο τρόπαιο. Από τότε, το όνομα “Simoncelli” έγινε συνώνυμο με τον επιθετικό και θεαματικό τρόπο οδήγησης. Ήταν ένα ιδιαίτερο επιθετικό στιλ, από εκείνα που ακόμη και οι αντίπαλοί του δεν χρησιμοποιούσαν αργότερα εναντίον του, ήταν όμως μοιραία και εκείνο που έδωσε το άδοξο τέλος. Όταν ανέβηκε στο MotoGP με τη Honda της ομάδας Gresini, όλοι ήξεραν πως μπροστά τους είχαν έναν από εκείνους τους αναβάτες που ή θα έγραφαν ιστορία ή θα την πλήρωναν ακριβά.

Γνώρισα προσωπικά τον Simoncelli με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο. Είχε μόλις κερδίσει τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο και βρισκόμασταν στην πίστα δοκιμών της Goodyear-Dunlop, μία μαγευτική τοποθεσία με μία εκπληκτική πίστα όπου φυσικά δεν υπάρχουν κερκίδες, ούτε μπορεί να μπει κανείς άλλος πέρα από τους αναβάτες δοκιμών και τους δημοσιογράφους, στις λίγες φορές που έχει φιλοξενήσει παρουσιάσεις ελαστικών.

Ήμουν για ακόμη μία φορά ο μόνος Έλληνας προσκεκλημένος και είχα μπει να οδηγήσω μαζί με τους Άγγλους δημοσιογράφους που τότε ήταν μία πολυπληθή ομάδα χωρίς Youtubers και Influencers, όλοι τους εξαιρετικά έμπειροι και επίσης όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, με αγωνιστικές περγαμηνές που έφταναν για δύο από αυτούς μέχρι και το BSB! Μπήκαμε με superbike στο session εκείνο και ο Simoncelli με ένα Dorsoduro 750. Αυτό που περισσότερο το έχετε δει να κυκλοφορεί με την ομάδα ΔΙΑΣ, σπάνια δικάβαλο παρότι η ομάδα αυτή έτσι έχει στηθεί και αν θυμάστε από την δοκιμή στο MOTO, δεν ήταν και μία μοτοσυκλέτα που μπορούσε εύκολα να ξεχωρίσει.

Ο Simoncelli ξεκίνησε τελευταίος, πίσω μας και σε λίγους γύρους μας είχε μαζέψει. Εγώ βρισκόμουν τότε σχετικά μπροστά στο γκρουπ, τρίτος κατά σειρά όταν με πέτυχε στο πιο αργό κομμάτι της πίστας, αργό για εμάς. Ανηφορικό εσάκι με θετική κλίση στην μεσαία του στροφή. Ήξερα ότι ήταν πίσω μου και είχα υπολογίσει να κρατηθώ στην έξοδο για να μην τον κόψω και να ανοίξω το γκάζι του GSXR1000R μόλις με περάσει. Μόνος μου στόχος να μείνω πίσω του για λίγο καθώς αμέσως μετά είχαμε άλλες δύο στροφές που μας οδηγούσαν στην ευθεία, οπότε θα προλάβαινα να οδηγήσω τουλάχιστον μισό γύρο πίσω του. Ότι και να έκανε δεν θα μπορούσε να ξεφύγει στην ευθεία με το Dorsoduro 750 από το GSXR1000R!

ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ!

Την ώρα που έστριβα την δεύτερη στροφή από το εσάκι, εκείνη την αριστερή με την θετική κλίση, είδα ένα Dorsoduro να πετάγεται πλαγιασμένο μέσα από κερμπ πέρνοντας μαζί του χώματα, πετραδάκια και χόρτα και να προσγειώνεται μπροστά μου με το γόνατο. Πίστεψα ότι απλά έπεφτε μπροστά μου, άφησα το γκάζι και προσευχήθηκα στην Dunlop να κρατήσει το εμπρός ελαστικό που εκείνη την στιγμή του ζητούσες να κάνει κάτι δύσκολο. Μόνο που ο Simoncelli δεν είχε πέσει, ντριφτάρισε στην προσγείωση μέχρι το εξωτερικό κερμπ, εκτός δηλαδή αγωνιστικής γραμμής και πάνω του ακριβώς άνοιξε το γκάζι και με τρόπο που δεν πίστευα πως μπορούσε να γίνει το Dorsoduro 750 σηκώθηκε με το γκάζι, πλάγιασε στην επόμενη δεξιά ξύνοντας τα πάντα και εξαφανίστηκε στα 150 μέτρα της ευθείας πριν τα φρένα της επόμενης αριστερής. Όταν βγήκα στην ευθεία ήταν ήδη περίπου στην μέση και δεν τον έφτασα ποτέ στα φρένα της σπαστής δεξιάς, μίας πολύ ύπουλης στροφής που όταν μάθαινες την πίστα μπορούσες να την πουλήσεις πηγαίνοντας διαγώνια προς την κατηφορική ευθεία πριν από μία απότομη δεξιά όπου είχαν σημειωθεί και αρκετές πτώσεις.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Έχουν περάσει 16 χρόνια από εκείνη την ημέρα, ήμουν τότε ένας νέος συντάκτης, συνομιλώντας με τον επόμενο Valentino Rossi (όπως τον λέγαμε με τον πατέρα του)

Δεν οδηγήσαμε ποτέ μαζί για μισή πίστα, ενώ αμέσως μετά ήμασταν μόνοι μας για τους λίγους γύρους που έμεναν για το υπόλοιπο session. ΌΛΟΙ οι Άγγλοι συνάδελφοι είχαν βγει έξω νωρίτερα ζητώντας από την Dunlop να βγάλει τον Simoncelli γιατί δεν ήθελαν να σκοτωθούν δοκιμάζοντας λάστιχα. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν το είχα δει ως απερισκεψία, ήμουν ακόμη εντυπωσιασμένος από το πώς κατάφερε να προσγειωθεί πλαγιασμένος και κυρίως με την λογική ακολουθία της σκέψης του. Πώς δηλαδή πήρε την απόφαση να βγει εκτός πίστας, μέσα από τα κέρμπ! Στο πλαίσιο της συνέντευξης που είχαμε μετά, ξεκίνησα από εκεί: «Πώς το σκέφτηκες αυτό και κυρίως γιατί; Ποιος ο λόγος;» - «Δεν το σκέφτηκα, μου είπε ο Simoncelli, δεν ήταν δηλαδή μία μελετημένη από πριν απόφαση, είχατε πολύ πιο γρήγορες μοτοσυκλέτες οπότε έπρεπε να μην φρενάρω πουθενά για να σας περάσω, ότι ήρθαν οι στροφές και είδα ότι θα έπρεπε να κόψω πολύ για να μείνω πίσω από το GSXR και μετά στην ευθεία να μην μπορώ να προσπεράσω, σκέφτηκα την προσπέραση στην επόμενη στροφή και μου ήρθε πολύ μακριά. Οπότε εκεί που έστριβα την πρώτη δεξιά, το σήκωσα και έκανα την αριστερή εκτός πίστας.

Στην συνέχεια εκείνης της συνέντευξης τον ρώτησα αν οδηγεί στον δρόμο και μου είπε πως όχι γιατί είναι επικίνδυνο και γελάσαμε έπειτα μαζί.

Μπορούσες να το δεις όπως οι Άγγλοι, ως επιθετικό και απερίσκεπτο ή να τον θαυμάσεις ως κάτι εξωπραγματικό και μοναδικό. Διότι αυτό ήταν. Απίστευτα πράος και μαζεμένος όλες τις στιγμές, εκτός από εκείνες που οδηγούσε. Ήμουν τυχερός που τον γνώρισα και μου για λίγο, πολύ λίγο, οδηγήσαμε και μαζί.

Το 2011, με τον αριθμό 58 πάνω στο λευκό fairing, ο Marco έδειχνε πως το μεγάλο του ξέσπασμα ήταν θέμα χρόνου. Πάλευε με τους καλύτερους τότε, με Lorenzo, Stoner, Pedrosa, Rossi κι αν κάποιες φορές οι κινήσεις του ήταν υπερβολικά τολμηρές, είχαν εκείνο το στοιχείο του “πραγματικού αγώνα” που σήμερα θα ξεσήκωνε αντιδράσεις. Δεν υπολόγιζε τίποτα. Οδήγησε πάντα σαν να μην υπήρχε αύριο, και ίσως τελικά γι’ αυτό να έγινε αθάνατος.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
στιγμιότυπο από την ίδια εκείνη ημέρα

Η μοίρα στάθηκε άδικη στη Sepang. Μια πτώση στην πρώτη κιόλας στροφή, ένα ατυχές σημείο επαφής και το όνειρο σταμάτησε απότομα. Ο θάνατός του σε ζωντανή μετάδοση καθώς όλοι οι θεατές κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί βλέποντας το κράνος του να φεύγει, έμεινε για πάντα χαραγμένος στην ιστορία και κανείς, δεν θέλει να το αναπαράγει. Είχε έντονα στοιχεία αρχαιοελληνικής τραγωδίας μάλιστα από την στιγμή που πάνω του έπεσαν οι καλύτεροί του φίλοι εκτός πίστας και ταυτόχρονα ανταγωνιστές την ώρα του αγώνα. Ένας από τους καλύτερους θα σβήσει άδοξα. Όμως εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε κάτι άλλο, ένας θρύλος που κανένας χρόνος δεν μπορεί να σβήσει. Από τότε, το νούμερο 58 έγινε σύμβολο: όχι μόνο του Simoncelli, αλλά κάθε αναβάτη που τρέχει με την καρδιά του.

Η Honda Gresini διατήρησε τη μνήμη του, το Misano World Circuit φέρει πλέον το όνομά του, και κάθε φορά που βλέπεις εκείνη τη λευκοκόκκινη σημαία με τον αριθμό 58, νιώθεις ότι ο “Super Sic” δεν έφυγε ποτέ στ’ αλήθεια. Ζει σε κάθε νέο αναβάτη που ανεβαίνει με πάθος πάνω στη μοτοσυκλέτα, σε κάθε θεατή που ανατριχιάζει όταν ακούει τον κινητήρα να ανεβάζει στροφές.

Ο Simoncelli ήταν ένας από εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που δεν χρειάζονται χρόνο για να αφήσουν το αποτύπωμά τους. Αρκούσαν λίγες σεζόν για να αλλάξει την ψυχή των GP, για να θυμίσει σε όλους μας πως οι αγώνες δεν είναι μόνο νίκες, είναι άνθρωποι, πάθος, είναι συναίσθημα.

Και αν σήμερα κοιτάξεις τον ουρανό πάνω από το Misano, κάπου ανάμεσα στις στροφές της ιστορίας θα δεις τον Marco να γελά, με εκείνο το ανέμελο βλέμμα που λέει:

“Corri forte, ma divertiti – τρέξε δυνατά, αλλά απόλαυσέ το.”