Toyota i-Tri

Πόσο κρυφο-αυτοκινητάς είσαι;
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

2/3/2017

Κατά βάθος είσαι αυτοκινητάς, αλλά επειδή οι ελληνικές πόλεις είναι κόλαση για να κυκλοφορείς και να παρκάρεις ένα αυτοκίνητο, αλλά και επειδή πλέον οι τιμές των καυσίμων έχουν πάει… στο διάβολο, η μοίρα σε ανάγκασε να κυκλοφορείς με δίκυκλο. Στην αρχή το πάλεψες με ένα παπί αλλά σου φάνηκε πολύ αναχρονιστικό. Μετά βολεύτηκες με ένα scooter αλλά και πάλι δεν νοιώθεις ασφάλεια χωρίς έναν τόνο σίδερο γύρω σου, άσε που ακόμα δεν την παλεύεις με το κρύο και την βροχή.

Σε αυτό το σημείο έρχεται η TOYOTA να σε απαλλάξει από τα βασανιστήριά σου (και εμάς από την παρουσία σου στη μοτοσυκλετιστική παρέα μας… ) με τη δεύτερη γενιά τρίκυκλων αυτοκινήτων που γέρνουν στις στροφές σαν μοτοσυκλέτες.

 

Το i-Tri είναι το τρίτο κατά σειρά τρίτροχο της TOYOTA, αλλά στην πραγματικότητα είναι μια εξέλιξη του i-Road, ενός ηλεκτρικού τρίκυκλου οχήματος που κυκλοφορεί ήδη στην Ιαπωνία.

 

 

Αρχικά φαντάζει ως απειλή για εμάς τους μοτοσυκλετιστές, όμως αν το καλοσκεφτείς, τέτοιου είδους οχήματα θα μας απαλλάξουν απ΄ολους αυτούς που κυκλοφορούν σήμερα με scooter και δημιουργούν ουρές δεκάδων μοτοσυκλετών πίσω τους, ανάμεσα στα αυτοκίνητα...Και δεν ενοούμε φυσικά εκείνους που επιλέγουν τα scooter με αγάπη για το μέσο, αλλά από ανάγκη και μόνο, χωρίς να αποκτούν ποτέ μοτοσυκλετιστική κουλτούρα.

 

 

Βέβαια ο αντίλογος είναι ότι ο Έλληνας κάνει πολύ κακή διαχείριση του χώρου. Έχει την απίστευτη δυνατότητα με πέντε αυτοκίνητα να πιάσει χώρο που μπορούν να παρκάρουν άνετα δέκα και αντίστροφα, μπορεί σε πάρκινγκ  για δύο αυτοκίνητα να παρκάρει έξι (φυσικά τα τέσσερα που περισσεύουν θα είναι τα μισά στο αντίθετο ρεύμα, τα άλλα μισά μέσα στο σπίτι του γείτονα… σημασία έχει να κάνει εκείνος την δουλίτσα του! Οπότε αν του δώσεις ένα όχημα σαν το i-Tri φαντάσου πόσες Λαλακίες μπορεί να κάνει στους δρόμους…

 

BOAK: Νέα αποζημίωση στην κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ

Καθυστερήσεις στις απαλλοτριώσεις οδηγούν σε νέα οικονομική επιβάρυνση του Δημοσίου
ΒΟΑΚ
Από τον

Φίλιππο Σταυριδόπουλο

10/10/2025

Μετά την πρόσφατη αποζημίωση των 21 εκατ. ευρώ για το τμήμα Νεάπολη–Άγιος Νικόλαος, ο ανάδοχος (ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ) του έργου Χερσόνησος–Νεάπολη ζητά πλέον 124 εκατ. ευρώ, επικαλούμενος καθυστερήσεις λόγω έλλειψης ωριμότητας των απαλλοτριώσεων

Η υπόθεση αφορά το τμήμα του Βόρειου Οδικού Άξονα Κρήτης (ΒΟΑΚ) από Χερσόνησο έως Νεάπολη, που υλοποιείται από την κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ. Το έργο, μήκους 22,44 χιλιομέτρων, λαμβάνει παράταση 16,3 μηνών καθώς οι καθυστερήσεις στην παράδοση των απαλλοτριωμένων χώρων εμπόδισαν την πρόοδο των εργασιών.

Η αρχική ημερομηνία ολοκλήρωσης, του κυβερνητικά πολυδιαφημισμένου έργου, είχε οριστεί για τις 21 Απριλίου 2027, ωστόσο, όπως σημειώνεται στην απόφαση του Υπουργείου Υποδομών, “δεν διαπιστώθηκαν εργασίες που θα μπορούσε να εκτελέσει ο ανάδοχος για να περιορίσει τις καθυστερήσεις”, αναλαμβάνοντας εμμέσως την ευθύνη. Έτσι, το υπουργείο αποδέχτηκε το δικαίωμα του αναδόχου να ζητήσει αποζημίωση, το ακριβές ύψος της οποίας παραμένει άγνωστο, καθώς “θα οριστικοποιηθεί μετά την υποβολή όλων των απαιτούμενων δικαιολογητικών και την εξέτασή τους από την Αναθέτουσα Αρχή”.

Η εξέλιξη αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει το υψηλό κόστος που προκαλούν οι ελλείψεις ωριμότητας στα μεγάλα έργα υποδομής. Οι καθυστερήσεις στις απαλλοτριώσεις, που δεν αποτελούν ευθύνη του αναδόχου, μεταφράζονται σε σημαντικές αποζημιώσεις προς τις εταιρείες, τις οποίες τελικά επωμίζεται το Δημόσιο.

Το έργο Χερσόνησος–Νεάπολη περιλαμβάνει:

  • 22,44 χλμ. αυτοκινητόδρομου με πλάτος οδοστρώματος 21,5 μ.
  • 9,65 χλμ. παράπλευρου και κάθετου δικτύου
  • 12 γέφυρες μονού κλάδου (1,7 χλμ.)
  • 5 σήραγγες συνολικού μήκους 6,75 χλμ.
  • 5 ανισόπεδους κόμβους

Το τμήμα αυτό αποτελεί το δεύτερο εργοτάξιο του ΒΟΑΚ που έχει ξεκινήσει κατασκευές, μετά το Νεάπολη–Άγιος Νικόλαος, όπου οι εργασίες προχωρούν. Το έργο των 14,5 χιλιομέτρων, με κόστος 186 εκατ. ευρώ, υλοποιείται επίσης από την ΤΕΡΝΑ και την ΑΚΤΩΡ και έχει ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης.

Η νέα διεκδίκηση των 124 εκατ. ευρώ επαναφέρει στο προσκήνιο το ζήτημα της επαρκούς προετοιμασίας των μεγάλων έργων πριν από τη δημοπράτησή τους, ένα θέμα που, όπως φαίνεται, κοστίζει ακριβά στην πολιτεία και κατ’ επέκταση στους πολίτες.