Honda CBF 500 ABS 2004 - 2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/8/2010

Η Honda, παράλληλα με την παρουσίαση του CBF 600 με τον τετρακύλινδρο κινητήρα, το 2004, ανανέωσε σημαντικά το προγενέστερο CB 500, δημιουργώντας το πιο μοντέρνο στην όψη, CBF 500. Μια μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτα γενικής χρήσης [blockquote]Ναι...
Για όσους βάζουν τη χρηστικότητα και τη λειτουργικότητα πάνω από όλα και θέλουν μια μοτοσυκλέτα για πολλά χρόνια
Όχι...
Για αυτούς που απαιτούν την τελευταία τεχνολογία και την προκλητική εμφάνιση
Γιατί...
Είναι μια αξιόπιστη, οικονομική στη χρήση μοτοσυκλέτα για όλες τις δουλειές, και με σύμμαχο το ABS
Τι πρέπει να προσέξετε
Από τις μοτοσυκλέτες που ανεβάζουν τα στάνταρ της αξιοπιστίας για τις άλλες. Πραγματικά άθραυστος κινητήρας, ικανός για αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες χιλιόμετρα. Από τους αγαπημένους των courier στην Αγγλία. Αναζητήστε το μοντέλο με το ABS, και εάν σας ικανοποιεί η αρτιότητα της εξωτερικής του εμφάνισης αγοράστε το, εξασφαλίζοντας “παρέα” για χρόνια. Η σχάρα - βάση για top case στη μοτοσυκλέτα της φωτογραφίας, ανήκει στον προσφερόμενο προαιρετικό εξοπλισμό.[/blockquote]
Από το CBF 600 πήρε τη σύγχρονη και κοινή εμφάνιση με την ίδια ουρά, τελικό εξάτμισης και τις χαρακτηριστικές αλουμινένιες βάσεις των μαρσπιέ. Διατήρησε τον δικύλινδρο κινητήρα του, ενώ “φόρεσε” στην αντίστοιχη έκδοσή του και το ABS τους. Αυτή η έκδοση, το CBF 500 ABS διατηρήθηκε στη παραγωγή μέχρι το 2007, αλλά δεν απέκτησε μετά σύστημα ψεκασμού, μένοντας έξω από τις προδιαγραφές Euro 3 και επομένως σταμάτησε και η διάθεσή του στην Ευρώπη. Δίχως να έχει κάνει έντονη την παρουσία του στους πίνακες των πωλήσεων, η μοτοσυκλέτα αυτή υπάρχει και θα συνεχίσει να υπάρχει στους δρόμους, γιατί… δεν χαλάει ποτέ!
Ο υγρόψυκτος δικύλινδρος κινητήρας είναι αυτό που λέμε “τέρας αξιοπιστίας”, ικανός να διανύσει απροβλημάτιστα πάρα πολλά χιλιόμετρα. Με αραιά διαστήματα αλλαγής λαδιών, κάθε 12.000 χιλιόμετρα, και ανάγκη για ρύθμιση βαλβίδων κάθε 24.000, έχει επιπλέον πλεονέκτημα στο συνολικό κόστος χρήσης του. Από την άλλη, οι σχεδόν 50 ίπποι που φθάνουν στον πίσω τροχό και η “ευστροφία” του, παρέχουν επαρκείς επιδόσεις και για διαδρομές εκτός πόλεων με ένα ή δυο άτομα πάνω του.
Το πλαίσιο με τη μονή ραχοκοκαλιά και τον κινητήρα ενεργό μέρος του, προσφέρει στο δικύλινδρο CBF ιδιαίτερα ελαφριά αίσθηση και ευκολία στις αλλαγές κατεύθυνσης. Στους δρόμους με έντονη κυκλοφορία, το στενό τιμόνι που “κόβει” και ιδιαίτερα πολύ, περνάει πάνω από τους καθρέφτες των περισσότερων αυτοκινήτων. Σε συνδυασμό με το μικρό συνολικά πλάτος του και την ελαφρά σκυφτή θέση οδήγησης, κινείται άνετα σβέλτα και χωρίς προσπάθεια.
Με τα φρένα του να έχουν πολύ καλή αίσθηση και ένα άριστο ABS “για τα δύσκολα”, ο τομέας της ασφάλειας καλύπτεται σε πολύ καλό βαθμό. Λέμε “άριστο” το σύστημα του ABS, εννοώντας ότι είναι όσο πρέπει ευαίσθητο. Δεν μειώνει την ισχύ των φρένων με το παραμικρό, ενώ και όταν λειτουργεί, η επίδρασή του στην αίσθηση της μανέτας και του πεντάλ είναι διακριτική.
Σε ανοιχτούς δρόμους με υψηλότερες ταχύτητες (ο κινητήρας είναι ικανός να δείξει πάνω από την ένδειξη των 180 στο ταχύμετρο), το ελαφρύ σκύψιμο του αναβάτη αποδεικνύεται ξεκούραστο, ενώ μια βοήθεια από μια μικρή ζελατίνα είναι πάντα ευπρόσδεκτη. Υπάρχει μάλιστα τέτοια στον προαιρετικό εξοπλισμό που κατασκεύασε η Honda, μαζί με κεντρικό σταντ, θερμαινόμενα γκριπ και τη σχάρα με τις χειρολαβές, που φέρει το φωτογραφημένο CBF 500.
Οι δίχως ρυθμίσεις (εκτός από τη προφόρτιση του πίσω ελατηρίου) αναρτήσεις, είναι προσανατολισμένες στην άνεση και τα καταφέρνουν πολύ καλά, σε συνεργασία με τα φαρδιά ελαστικά και ζάντες. Τόσο καλά, που μπορούν να κάνουν και διασκεδαστική την οδήγησή του, όταν ο αναβάτης του το θέλει.
Χωρίς να είναι η “τελευταία λέξη της μόδας”, το CBF 500 με την κλασική και λίγο συντηρητική εμφάνισή του, αποτελεί μια από τις πλέον άρτιες κατασκευές, χωρίς ημερομηνία λήξης, ενώ η έκδοση με το ABS είναι η προτεινόμενη αγορά για μακροχρόνια χρήση. Εάν δεν αφεθεί να καταρρεύσει, κάτι που θα γίνει μόνο εάν δεν αλλάζονται ούτε τα αναλώσιμα όπως τα τακάκια, τα φίλτρα της, η αλυσίδα και τα γρανάζια της, αυτή η μοτοσυκλέτα θα λειτουργεί στα σίγουρα όσο υπάρχει βενζίνη. 


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ (2007)
Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος με 2 EEK και τέσσερις βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 73x59,6
Κυβικά (cc): 499
Σχέση συμπίεσης: 10,5:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Kαρμπιρατέρ Keihin VP-L34 Kαρμπιρατέρ Keihin VP-L34
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα / 2,733:1
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινo, μονής ραχοκοκαλιάς, ανοιχτό
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 110
Μεταξόνιο (mm): 1.480
Ύψος σέλας (mm): 770
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 186/206
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 19/3,5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Tηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 41
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Ένα αμορτισέρ χωρίς μοχλικό
Διαδρομή (mm): 125
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δίσκος 296 χιλιοστών, δαγκάνα με τρία παράλληλα έμβολα, ABS
Πίσω: Δίσκος 240mm, δαγκάνα με ένα έμβολο, ABS
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50x17''
Πίσω
Ελαστικό: 160/60-17
Ζάντα: 5 x17''
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, θερμόμετρο, ψηφιακές ενδείξεις ολικού και δύο μερικών χιλιομετρητών, ενδεικτικές λυχνίες για ρεζέρβα / νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων, λειτουργία ABS, χώρος κάτω από τη σέλα, γαντζάκια για χταπόδια
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 57,1 / 9.500
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 4,6 / 8.000
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 47,4 / 9.000
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 4,1 / 7.000
#################################
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 6
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 316

Aprilia Tuono 1000 R 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Κινητήρας “διαμάντι”: Το Tuono πρωτοεμφανίστηκε στην γκάμα της Aprilia αρχικά το 2002 και ήταν βασισμένο στην superbike Mille που είχε προηγηθεί η παρουσίασή της το 1999. Η Aprilia παρουσίασε την επόμενη γενιά Mille το 2004 και δυο χρόνια αργότερα ήρθε η σειρά για τη παρουσίαση της δεύτερης γενιάς Tuono, που έμεινε στην παραγωγή μέχρι πέρσι
Στη δεύτερη γενιά, από το 2006 και μετά, καταργήθηκε το RSV και έμεινε μόνο το όνομά του να το χαρακτηρίζει, ενώ η Aprilia ακολούθησε την ίδια συνταγή με την οποία έφτιαξε και το πρώτο. Η συνταγή αυτή ήθελε τα Tuono να προέρχονται από τη μετατροπή του superbike σε streetfighter. Έτσι και το Tuonο της δεύτερης γενιάς έχει το πλαίσιο - κόσμημα του Mille, ένα πλαίσιο με αρετές γεννημένες σε πίστες και πρωταθλήματα. Χάρη σε αυτό το άκαμπτο πλαίσιο το Tuono αποκαλύπτει άριστη συμπεριφορά σε ψηλές και πολύ υψηλές ταχύτητες για τις οποίες είναι ικανό. Δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα για ήσυχες βόλτες, αλλά είναι πολύ καλό για ανήσυχες, από εκείνες όπου οι αισθήσεις πρέπει να είναι ζωντανές. Έχοντας αλλαγμένη θέση οδήγησης σε σχέση με τη Mille, βάζει τον αναβάτη με τον κορμό πιο όρθιο, ενώ τα χέρια δεν χρειάζεται να κατέβουν για να πιάσουν το μεγάλο τιμόνι. Το Tuono της δεύτερης γενιάς, έχασε μερικές από τις τουριστικές δυνατότητες που είχε το προηγούμενο για χάρη του εκσυγχρονισμού του και της περισσότερο μοντέρνας εμφάνισής του. Μικρότερο έγινε το mini -αλλά σταθερό- φαίρινγκ, ενώ η σμίκρυνση της ουράς συρρίκνωσε και την σέλα του συνεπιβάτη. Οδηγοκεντρική θα λέγαμε ότι είναι η Tuono, θέλοντας να προσφέρει τα πολλά στον αναβάτη της, καθώς έχει στη διάθεσή του για να απολαμβάνει την οδήγησή, πέρα από το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του, τα ακτινικά φρένα της Brembo, αλλά πάνω από όλα τον κινητήρα του. Ο μεγάλος δικύλινδρος αναβαθμίστηκε προηγουμένως για να τοποθετηθεί στο Mille και με λίγες αλλαγές για να ταιριάζει η απόδοσή του στον χαρακτήρα της streetfighter. Tου δόθηκε η ονομασία V60o Magnesium, με αφορμή την κατασκευή των καπακιών του από μαγνήσιο. Οι αλλαγές όμως ήταν πολύ περισσότερες, κυρίως σε κεφαλές, εξατμίσεις και ψεκασμό και το αποτέλεσμα είναι ποίημα. Δεν υπάρχει άλλος μεγάλος δικύλινδρος κινητήρας που προέρχεται από τα superbike, ο οποίος να δουλεύει τόσο γλυκά, ακόμη και κάτω από τις δυο χιλιάδες στροφές. Κυριολεκτικά η απόδοσή του είναι βελούδινη και ο αναβάτης του Tuono μπορεί να απολαμβάνει ήσυχες βόλτες, ακόμη και μέσα στην πόλη.
Το καλό του χαρτί όμως είναι η απόδοσή του στις μεσαίες όπου μόνο ο ήχος του θυμίζει ότι είναι ένας μεγάλος δικύλινδρος. Ομαλός και ροπάτος, με ρωμαλέα απόδοση, καλή απόκριση, χωρίς κραδασμούς και με απόδοση κοντά σε αυτήν των τετρακύλινδρων που έχουν οι ανταγωνιστές του από την Ιαπωνία. Ο κινητήρας αυτός πέρα από την ισχύ του έχει να επιδείξει και μια πάρα πολύ καλή αξιοπιστία, και υπάρχουν τέτοιες μοτοσυκλέτες που έχουν περάσει τις εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα δίχως πρόβλημα ή κάποια επισκευή. Το μικρό του φαίρινγκ προσφέρει κάποια προστασία έως τα 140 χιλιόμετρα, ενώ από εκεί και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν για την άνεση του αναβάτη. Δεν δυσκολεύουν όμως καθόλου για το Tuono που μπορεί να στείλει την ψηφιακή ένδειξη του ταχύμετρου ακόμη και πάνω από τα 270 χιλιόμετρα. Την σταθερότητα που επιδεικνύει σε αυτές τις πολύ υψηλές ταχύτητες την οφείλει στο πλαίσιο, ενώ την βοηθάει και το σταμπιλιζατέρ της Sachs που βρίσκεται κάτω από την κάτω πλάκα του πιρουνιού του. Δίνοντας τη θέση του στο πιο προκλητικό νέο Tuono V4R, το τελευταίο δικύλινδρο Tuono παραμένει μια μεγάλη streetfighter, με κορυφαία εργονομία όπου πάνω της βολεύονται όλα τα αναστήματα, έναν “άσπαστο” κινητήρα και πολύ καλοφτιαγμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Aprilia έδινε τέσσερα χρόνια εγγύηση. Είχε και καλή τιμή τότε και υπάρχουν αρκετά μεταχειρισμένα και με μεγάλο εύρος τιμών, αλλά κι με πολλές βελτιώσεις διαφόρων επιπέδων.  
Η έκδοση Factory
Σπανιότερη και πολύ ακριβότερη είναι η έκδοση Factory του Tuono. Παρουσιάστηκε λίγους μήνες πριν από την απλή έκδοση και ξεχωρίζει όχι μόνο από τα ανθρακονήματα σε καπάκια και φτερό, αλλά και από τις “χρυσές” αναρτήσεις της Ohlins εμπρός και πίσω και τις σφυρήλατες ζάντες της Oz. H απόδοση του κινητήρα ήταν ίδια, όπως και στο απλό μοντέλο.
[blockquote]Ναι...
Για τις επιδόσεις και την αξιοπιστία της
Όχι...
Εάν δεν θέλεις μια “αντρίκια” streetfighter
Γιατί…
Έχει απολαυστικό κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η Aprilia έφτιαξε το Tuono ακολουθώντας πολύ υψηλής ποιότητας υλικά και το φινίρισμά του ήταν άριστο. Και επειδή η “μισή χαρά” ενός ιδιοκτήτη είναι η σωστή εμφάνιση αξίζει να ψάξει κάποιος για ένα όσο γίνεται πιο ανέπαφο Tuono. Η καλή του κατασκευή συνοδεύεται και από αξιοπιστία, ειδικά του κινητήρα. Εάν είναι σωστά συντηρημένος, η διάρκεια της ζωής του είναι πολύ μεγάλη και υπάρχουν τέτοιοι κινητήρες, απροβλημάτιστοι με πάρα πολλά χιλιόμετρα στην πλάτη τους. Εάν όμως πάθει κάτι, τα ανταλλακτικά του είναι ιδιαίτερα ακριβά, οπότε ο ευλαβικός του έλεγχος είναι απαραίτητος. Με πίσω ελαστικό πλάτους 180 το Τuono αποκτά λιγότερο “βαριά” αίσθηση και αλλάζει κλίσεις γρηγορότερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V60o , υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97 x 67,5
Κυβικά (cc): 997,62
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 103,7
Μεταξόνιο (mm): 1.410
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 185/197,6
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 213,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 16
Πίσω
Ελαστικό: 190/50 - 17
Ζάντα: 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ενδείξεις για μέγιστη ταχύτητα / μέση ωριαία, υπολογιστής ταξιδιού, χρονόμετρο, shift light, δείκτης βενζίνης / ρεζέρβα






ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ




Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 115,5/9.700
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,1 /8.500


Ο μεγάλος δικύλινδρος έχει πολύ καλή απόδοση και λειτουργία ακόμη και στις χαμηλές στροφές κάνοντας εύκολα ήρεμες βόλτες. Ο ξεχωριστός του χαρακτήρας όμως είναι η απολαυστική του απόδοση στις μεσαίες και είναι ακριβώς αυτό που δίνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα στη μοτοσυκλέτα.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 225