Kawasaki ZR7S 2001 - 2006

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/8/2010

Η παραγωγή του ZR7S άρχισε το 2001 και τέλειωσε το 2006. Είχε βασιστεί στην προγενέστερη έκδοση, τη δίχως φέρινγκ ZR7, ήδη από το 1999 [blockquote]Ναι...
Για τους πιστούς της εταιρείας του Akashi που νοσταλγούν τα Z και τα GPZ
Όχι...
Για όσους χρειάζονται κάτι πιο σύγχρονο και λειτουργικό
Γιατί...
Eίναι μια παλιότερης τεχνολογίας μοτοσυκλέτα, αξιόπιστη και κατά κανόνα καλοφτιαγμένη
Τι πρέπει να προσέξετε
Πιθανές διαρροές λαδιού από το καπάκι των εκκεντροφόρων, η βαφή του ψαλιδιού και η στήριξη του προβολέα, χρειάζονται μια ματιά παραπάνω.[/blockquote]
Το ZR7S, μια μεσαία -προς μεγάλη- μοτοσυκλέτα γενικής χρήσης, δεν ήταν ποτέ κάτι άλλο. Η Kawasaki, για να δημιουργήσει μια σύγχρονη, για την εποχή της, μοτοσυκλέτα χαμηλού κόστους, βασίστηκε σε έτοιμες λύσεις. Ο αερόψυκτος τετρακύλινδρος είχε ήδη την ιστορία του, προερχόμενος από αυτόν του Ζ650 του 1976. Έχοντας κινήσει γενιές και κυβισμούς στις σειρές των Ζ, GPZ και Zephyr, φορέθηκε βαμμένος μαύρος στο ZR7 και στο ZR7S. Ο μακρύς κινητήρας με τους σχεδόν ολότελα κάθετους κυλίνδρους, κρύβει μέσα του την καδένα της πρωτεύουσας μετάδοσης, ενώ τα βουρτσισμένα αλουμινένια καπάκια υποδεικνύουν τους δυο εκκεντροφόρους του. Είναι βιδωμένος στο -βαμμένο μαύρο- διπλό ατσάλινο πλαίσιο. Αντίθεση προσφέρουν οι τέσσερις χρωμιωμένοι σωλήνες των εξατμίσεων,που κατεβαίνουν μπροστά, ενώνονται σε μια και καταλήγουν στο εμπνευσμένο από το ZX9R του 1998, κυλινδρικό τελικό στη δεξιά πλευρά.
Ο κινητήρας, εκτός από τη πληθωρική παρουσία του στη δημιουργία της εικόνας του ZR7S, είχε και τη τεχνολογική προσθήκη του. Το Κ-TRIC (Kawasaki’s Throttle Responsive Ignition Control) συνέδεσε την ανάφλεξη με τη θέση των slide στα καρμπιρατέρ, δίνοντας άλλα χαρακτηριστικά απόδοσης. Η φιλικότητα και η ήρεμη, συνεχής απόδοση ήρθαν, αφήνοντας μόνο τους υψίσυχνους κραδασμούς στις ψηλές στροφές, να μαρτυρούν τη σχεδιαστική του ηλικία. Για τη φτωχή του απόδοση στις χαμηλές στροφές, σε αποζημιώνει από τις 3.500 και πάνω. “Εύστροφος” και εύηχος, δίνει στο ZR7S τη δυνατότητα για κάθε χρήση με σχετική επάρκεια επιδόσεων, για την κατηγορία της μοτοσυκλέτας.
Παράλληλα με τη τοποθέτηση του μισού φέρινγκ, το ZR7 δέχτηκε και άλλες αλλαγές, με το σκληρότερο πιρούνι να δίνει βελτιωμένη συμπεριφορά στην έκδοση S. O αναβάτης κάθεται άνετα και δίχως να σκύβει, με το μεγάλο ρεζερβουάρ να τον στέλνει... προς τα πίσω. Στενό τιμόνι, τρία στρογγυλά λευκά όργανα και 22 λίτρα χωρητικότητα, αρκετά για να σε πάνε τριακόσια χιλιόμετρα μακριά. Το σταθερό φέρινγκ προστατεύει από τον αέρα, δίνοντας τουριστικές αρετές στο γενικής χρήσης ZR7S. Οι εξήντα και κάτι ίπποι που φτάνουν στο πίσω λάστιχο, δίνουν τελική πάνω από διακόσια χιλιόμετρα ανά ώρα, με το ταχύμετρο να προσθέτει καμιά εικοσαριά στα πραγματικά.
Οι κραδασμοί από τον κινητήρα και ο αέρας που χτυπά τα πόδια, κάνουν αυτή την κατάσταση όχι ιδιαίτερα ευχάριστη ή άνετη. Το να ταξιδεύει όμως μεταξύ 160 και 180, είναι κάτι που το ZR7S μπορεί να το κάνει, μεταφέροντας με καλή άνεση και συνεπιβάτη. Το μαλακό εξαρχής αμορτισέρ, δηλώνει από νωρίς τα όρια και τις δυνατότητες της μοτοσυκλέτας.
Στην κυκλοφορία των πόλεων είναι ευχάριστα ευέλικτη, με το βάρος της όμως να υπάρχει και να εμφανίζεται. Οι καθρέφτες είναι μπροστά τοποθετημένοι και σε ύψος που συναντούν τους αντίστοιχους των αυτοκινήτων. Σίγουρα δεν έχει δυνατότητες διαφυγής παπιού ή μικρού σκούτερ, μα συνάμα δεν ακινητοποιείται με το παραμικρό εμπόδιο. Η αερόψυξη κάποτε γίνεται ευχάριστη, στέλνοντας… ζεστούλα στα πόδια, και άλλοτε θυμίζει... την Ιστορία και το τραχύ, άρρυθμο δούλεμα στην προθέρμανση, την απαραίτητη για να ζεσταθούν και να αρχίσουν να δουλεύουν σωστά οι θάλαμοι με τις δυο βαλβίδες.
Η ZR7S έχει κατασκευαστεί με καλή ποιότητα, όπως δείχνουν το κεντρικό σταντ, οι καλές χειρολαβές για τον συνεπιβάτη, η βαφή της και κυρίως ο κινητήρας. Αυτός ο κλασικός τετρακύλινδρος, είναι βασικό στοιχείο για την αναζήτηση ενός ZR7S. Ποτέ δεν ήταν πολύ μοντέρνα και ούτε έχει την αισθητική αρτιότητα των Zephyr. Έχει όμως τον ίδιο κινητήρα και πιο σύγχρονο πλαίσιο, με ανάρτηση μοχλισμού. Συνυπήρξε για λίγο με τον αντικαταστάτη του, το υγρόψυκτο, σύγχρονο Z750, αλλά παραμένει από τα τελευταία αερόψυκτα. Πριν ξεκινήσετε την αναζήτησή του, πρέπει να είναι ξεκάθαρη η επιλογή σας για το είδος της μοτοσυκλέτας: Μια προηγούμενης γενιάς μοτοσυκλέτα γενικής χρήσης, με… ιστορικό κινητήρα.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ (2007)
Τύπος: Tετράχρονος, τετρακύλινδρος σε σειρά, αερόψυκτος, με 2 EEK και δύο βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 66x54
Κυβικά (cc): 738
Σχέση συμπίεσης: 9,5:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: 4 καρμπιρατέρ Keihin CVK32 με K-Tric
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, υδραυλικός
Σχέσεις ταχυτήτων: 5
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 2,25:1
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινo, διπλό κλειστό, σωληνωτό
Γωνία κάστερ (o): 25,5
Ίχνος (mm): 93
Μεταξόνιο (mm): 1.455
Ύψος σέλας (mm): 805
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 210/
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 22
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Tηλεσκοπικό πιρούνι Kayaba
Διάμετρος (mm): 41
Διαδρομή (mm): 130
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Ένα αμορτισέρ Kayaba με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 130
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 300 χιλιοστών, δαγκάνες με δύο παράλληλα έμβολα, ABS
Πίσω: Δίσκος 240mm, δαγκάνα με δυο αντικριστά έμβολα
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50x17''
Πίσω
Ελαστικό: 160/60-17
Ζάντα: 4,50 x17''
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, δείκτης καυσίμου, ενδεικτικές λυχνίες για ρεζέρβα / νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού, χώρος κάτω από τη σέλα, γαντζάκια για χταπόδια
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 76 / 9.500
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 6,4 / 7.500
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 65,7 / 9.300
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,8 / 6.100
Κινητήρας “εύστροφος”, με τον καλύτερο εαυτό του πάνω από τις 5.000 στροφές. Με ελαστική λειτουργία από πολύ χαμηλά, αξιόπιστος και οικονομικός. Και με ευχάριστο ήχο!
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 7,3
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 301

Aprilia Tuono 1000 R 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Κινητήρας “διαμάντι”: Το Tuono πρωτοεμφανίστηκε στην γκάμα της Aprilia αρχικά το 2002 και ήταν βασισμένο στην superbike Mille που είχε προηγηθεί η παρουσίασή της το 1999. Η Aprilia παρουσίασε την επόμενη γενιά Mille το 2004 και δυο χρόνια αργότερα ήρθε η σειρά για τη παρουσίαση της δεύτερης γενιάς Tuono, που έμεινε στην παραγωγή μέχρι πέρσι
Στη δεύτερη γενιά, από το 2006 και μετά, καταργήθηκε το RSV και έμεινε μόνο το όνομά του να το χαρακτηρίζει, ενώ η Aprilia ακολούθησε την ίδια συνταγή με την οποία έφτιαξε και το πρώτο. Η συνταγή αυτή ήθελε τα Tuono να προέρχονται από τη μετατροπή του superbike σε streetfighter. Έτσι και το Tuonο της δεύτερης γενιάς έχει το πλαίσιο - κόσμημα του Mille, ένα πλαίσιο με αρετές γεννημένες σε πίστες και πρωταθλήματα. Χάρη σε αυτό το άκαμπτο πλαίσιο το Tuono αποκαλύπτει άριστη συμπεριφορά σε ψηλές και πολύ υψηλές ταχύτητες για τις οποίες είναι ικανό. Δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα για ήσυχες βόλτες, αλλά είναι πολύ καλό για ανήσυχες, από εκείνες όπου οι αισθήσεις πρέπει να είναι ζωντανές. Έχοντας αλλαγμένη θέση οδήγησης σε σχέση με τη Mille, βάζει τον αναβάτη με τον κορμό πιο όρθιο, ενώ τα χέρια δεν χρειάζεται να κατέβουν για να πιάσουν το μεγάλο τιμόνι. Το Tuono της δεύτερης γενιάς, έχασε μερικές από τις τουριστικές δυνατότητες που είχε το προηγούμενο για χάρη του εκσυγχρονισμού του και της περισσότερο μοντέρνας εμφάνισής του. Μικρότερο έγινε το mini -αλλά σταθερό- φαίρινγκ, ενώ η σμίκρυνση της ουράς συρρίκνωσε και την σέλα του συνεπιβάτη. Οδηγοκεντρική θα λέγαμε ότι είναι η Tuono, θέλοντας να προσφέρει τα πολλά στον αναβάτη της, καθώς έχει στη διάθεσή του για να απολαμβάνει την οδήγησή, πέρα από το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του, τα ακτινικά φρένα της Brembo, αλλά πάνω από όλα τον κινητήρα του. Ο μεγάλος δικύλινδρος αναβαθμίστηκε προηγουμένως για να τοποθετηθεί στο Mille και με λίγες αλλαγές για να ταιριάζει η απόδοσή του στον χαρακτήρα της streetfighter. Tου δόθηκε η ονομασία V60o Magnesium, με αφορμή την κατασκευή των καπακιών του από μαγνήσιο. Οι αλλαγές όμως ήταν πολύ περισσότερες, κυρίως σε κεφαλές, εξατμίσεις και ψεκασμό και το αποτέλεσμα είναι ποίημα. Δεν υπάρχει άλλος μεγάλος δικύλινδρος κινητήρας που προέρχεται από τα superbike, ο οποίος να δουλεύει τόσο γλυκά, ακόμη και κάτω από τις δυο χιλιάδες στροφές. Κυριολεκτικά η απόδοσή του είναι βελούδινη και ο αναβάτης του Tuono μπορεί να απολαμβάνει ήσυχες βόλτες, ακόμη και μέσα στην πόλη.
Το καλό του χαρτί όμως είναι η απόδοσή του στις μεσαίες όπου μόνο ο ήχος του θυμίζει ότι είναι ένας μεγάλος δικύλινδρος. Ομαλός και ροπάτος, με ρωμαλέα απόδοση, καλή απόκριση, χωρίς κραδασμούς και με απόδοση κοντά σε αυτήν των τετρακύλινδρων που έχουν οι ανταγωνιστές του από την Ιαπωνία. Ο κινητήρας αυτός πέρα από την ισχύ του έχει να επιδείξει και μια πάρα πολύ καλή αξιοπιστία, και υπάρχουν τέτοιες μοτοσυκλέτες που έχουν περάσει τις εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα δίχως πρόβλημα ή κάποια επισκευή. Το μικρό του φαίρινγκ προσφέρει κάποια προστασία έως τα 140 χιλιόμετρα, ενώ από εκεί και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν για την άνεση του αναβάτη. Δεν δυσκολεύουν όμως καθόλου για το Tuono που μπορεί να στείλει την ψηφιακή ένδειξη του ταχύμετρου ακόμη και πάνω από τα 270 χιλιόμετρα. Την σταθερότητα που επιδεικνύει σε αυτές τις πολύ υψηλές ταχύτητες την οφείλει στο πλαίσιο, ενώ την βοηθάει και το σταμπιλιζατέρ της Sachs που βρίσκεται κάτω από την κάτω πλάκα του πιρουνιού του. Δίνοντας τη θέση του στο πιο προκλητικό νέο Tuono V4R, το τελευταίο δικύλινδρο Tuono παραμένει μια μεγάλη streetfighter, με κορυφαία εργονομία όπου πάνω της βολεύονται όλα τα αναστήματα, έναν “άσπαστο” κινητήρα και πολύ καλοφτιαγμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Aprilia έδινε τέσσερα χρόνια εγγύηση. Είχε και καλή τιμή τότε και υπάρχουν αρκετά μεταχειρισμένα και με μεγάλο εύρος τιμών, αλλά κι με πολλές βελτιώσεις διαφόρων επιπέδων.  
Η έκδοση Factory
Σπανιότερη και πολύ ακριβότερη είναι η έκδοση Factory του Tuono. Παρουσιάστηκε λίγους μήνες πριν από την απλή έκδοση και ξεχωρίζει όχι μόνο από τα ανθρακονήματα σε καπάκια και φτερό, αλλά και από τις “χρυσές” αναρτήσεις της Ohlins εμπρός και πίσω και τις σφυρήλατες ζάντες της Oz. H απόδοση του κινητήρα ήταν ίδια, όπως και στο απλό μοντέλο.
[blockquote]Ναι...
Για τις επιδόσεις και την αξιοπιστία της
Όχι...
Εάν δεν θέλεις μια “αντρίκια” streetfighter
Γιατί…
Έχει απολαυστικό κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η Aprilia έφτιαξε το Tuono ακολουθώντας πολύ υψηλής ποιότητας υλικά και το φινίρισμά του ήταν άριστο. Και επειδή η “μισή χαρά” ενός ιδιοκτήτη είναι η σωστή εμφάνιση αξίζει να ψάξει κάποιος για ένα όσο γίνεται πιο ανέπαφο Tuono. Η καλή του κατασκευή συνοδεύεται και από αξιοπιστία, ειδικά του κινητήρα. Εάν είναι σωστά συντηρημένος, η διάρκεια της ζωής του είναι πολύ μεγάλη και υπάρχουν τέτοιοι κινητήρες, απροβλημάτιστοι με πάρα πολλά χιλιόμετρα στην πλάτη τους. Εάν όμως πάθει κάτι, τα ανταλλακτικά του είναι ιδιαίτερα ακριβά, οπότε ο ευλαβικός του έλεγχος είναι απαραίτητος. Με πίσω ελαστικό πλάτους 180 το Τuono αποκτά λιγότερο “βαριά” αίσθηση και αλλάζει κλίσεις γρηγορότερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V60o , υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97 x 67,5
Κυβικά (cc): 997,62
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 103,7
Μεταξόνιο (mm): 1.410
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 185/197,6
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 213,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 16
Πίσω
Ελαστικό: 190/50 - 17
Ζάντα: 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ενδείξεις για μέγιστη ταχύτητα / μέση ωριαία, υπολογιστής ταξιδιού, χρονόμετρο, shift light, δείκτης βενζίνης / ρεζέρβα






ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ




Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 115,5/9.700
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,1 /8.500


Ο μεγάλος δικύλινδρος έχει πολύ καλή απόδοση και λειτουργία ακόμη και στις χαμηλές στροφές κάνοντας εύκολα ήρεμες βόλτες. Ο ξεχωριστός του χαρακτήρας όμως είναι η απολαυστική του απόδοση στις μεσαίες και είναι ακριβώς αυτό που δίνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα στη μοτοσυκλέτα.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 225