KTM LC4 640 Adventure 2005 - 2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/8/2010

Η αυστριακή εταιρεία παρουσίασε την εξελιγμένη μορφή της μονοκύλινδρης Adventure το 2005. Με χαμηλό φτερό και δυο δισκόφρενα στον εμπρός τροχό, η μοτοσυκλέτα αυτή φωνάζει από μακριά ότι μπορεί να ταξιδέψει σε κάθε είδους δρόμο [blockquote]Ναι...
Για όσους θα την αξιοποιήσουν σε όλα τα τερέν και θα αξιοποιήσουν τις δυνατότητές της
Όχι...
Για όσους δεν μπορούν να συμβιβαστούν με τον άγριο χαρακτήρα της
Γιατί...
Είναι μια μοτοσυκλέτα με καταγωγή από τους αγώνες rally
Τι πρέπει να προσέξετε
Η πληρότητα της μοτοσυκλέτας και το ανέπαφο του μεγάλου ρεζερβουάρ είναι τα πρώτα που πρέπει να προσεχθούν. Πιθανές διαρροές λαδιών από το πιρούνι, τον κινητήρα ή το αμορτισέρ θα δείξουν αδιάφορο ιδιοκτήτη και θα πρέπει να αναζητηθεί άλλη υποψήφια για αγορά.[/blockquote]
Η LC4 640 Adventure δεν κρύβει με τίποτα την ιδιαιτερότητά της. Πρόκειται για μια μοτοσυκλέτα που έχει πολύ ισχυρούς δεσμούς με τις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες που συμμετέχουν στους αγώνες rally. Τις μοτοσυκλέτες που χρειάζονται μεγάλα ρεζερβουάρ, για να διανύουν μεγάλες αποστάσεις δίχως ανεφοδιασμούς, και φέρινγκ για να προστατεύει τον αναβάτη από τον άνεμο και την άμμο στην πολύωρη οδήγηση.
Πέρα από την όψη, μια μοτοσυκλέτα αυτού του χαρακτήρα χρειάζεται ισχυρό πλαίσιο και αποδοτικές αναρτήσεις. Η LC4 640 Adventure έχει και τα δυο. Πανίσχυρο κλειστό πλαίσιο από χρωμιομολυβδαινιούχο ατσάλι με αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο, και αναρτήσεις (παραδοσιακά από την WP) με άκαμπτο ανεστραμμένο πιρούνι με καλάμια 48 χιλιοστών, και πίσω ένα πλήρως ρυθμιζόμενο αμορτισέρ με μοχλικό που δίνει διαδρομή στον τροχό 300 χιλιοστά -αρκετά για να τα βγάλουν πέρα και στις πιο δύσκολες διαδρομές.
Το 2005 δέχθηκε σημαντικές βελτιώσεις παρατείνοντας την καριέρα της για λίγα χρόνια ακόμη, ενώ έως σήμερα δεν έχει υπάρξει αντικαταστάτης από το αυστριακό εργοστάσιο. Οι αλλαγές, εκτός από τη διαφοροποίηση στην εμφάνιση, έφεραν και λειτουργικές βελτιώσεις, σε ένα μοντέλο που υπήρχε στη γκάμα της εταιρείας, εξελισσόμενο, από το 1998. Το χαμηλό εμπρός φτερό και η τοποθέτηση δεύτερου δισκόφρενου στον μπροστινό τροχό, δημιούργησαν την ξεχωριστή του εμφάνιση.
Εξελίξεις έγιναν και στον μονοκύλινδρο LC4. Ο νέος εκκεντροφόρος και οι βελτιώσεις στην κεφαλή για καλύτερη ροή των αερίων (αρκετές για να μπει και το λογότυπο High Flow), έδωσαν πιο ήπιο χαρακτήρα στον κινητήρα που κάποτε είχε πολύ άγρια απόδοση. Βελτιώσεις έγιναν και στο κύκλωμα λίπανσης, με μια δεύτερη αντλία λαδιού να φροντίζει τη λίπανση και ψύξη του εμβόλου. Ακόμη, ένας συμπλέκτης με υδραυλική οδήγηση χαρίζει άριστη ακρίβεια στον χειρισμό, ενώ απαιτεί ελάχιστη δύναμη.
Η μοτοσυκλέτα αυτή είναι ψηλή, αντικειμενικά ψηλή. Η μεγάλη και πολυτελής σέλα θα φιλοξενήσει άνετα δυο ανθρώπους, ενώ οι δυνατότητες για μεταφορά αποσκευών είναι πολύ καλές, χάρη στους χώρους και τη σχάρα που διαθέτει. Το μεγάλο ύψος που χρειάζεται βέβαια εξοικείωση και το μικρό σχετικά πλάτος της, δεν την ακινητοποιούν εύκολα στην κίνηση της πόλης, ενώ οι χούφτες της περνούν πάνω από τους καθρέφτες των περισσότερων αυτοκινήτων.
Η συμπεριφορά του κινητήρα της είναι ήπια και απόδοσή της από τις 2.500 στροφές και πάνω είναι άριστη, με γραμμικά αυξανόμενη απόδοση δίχως “τρύπες” ή καθυστερήσεις. Η Adventure LC4 παραμένει άνετη όσο η ταχύτητά της παραμένει έως τα 140 χιλιόμετρα, δίνοντάς της την ευκαιρία να ταξιδέψει σε αυτοκινητόδρομους. Από εκεί και πάνω (γιατί η τελική της φθάνει τα 180 χιλιόμετρα στο ταχύμετρο) οι κραδασμοί θα κουράσουν, πρώτα τον συνεπιβάτη αλλά σίγουρα και τον αναβάτη της.
Η Adventure όμως προσφέρει πολύ περισσότερα έξω και μακριά από αυτοκινητόδρομους. Το μακρύ μεταξόνιο και το πανίσχυρο πλαίσιό της, με τη βοήθεια των ποιοτικών αναρτήσεών της, την κάνουν να αδιαφορεί για την κακή ποιότητα του οδοστρώματος. Παραμένει ακλόνητη περνώντας πάνω από κάθε τρύπα ή κακοτεχνία, που υπάρχουν άφθονες στους δευτερεύοντες επαρχιακούς δρόμους μας. Λόγω ύψους και μεταξονίου, χρειάζεται να παίρνει μεγάλες κλίσεις για να στρίψει, ενώ και τα φρένα της είναι να ικανά να “καθαρίσουν” σε δύσκολες περιπτώσεις.
Η ιδιαιτερότητα του χαρακτήρα της και οι μοναδικές της δυνατότητες αποκαλύπτονται και αποζημιώνουν τον περιπετειώδη αναβάτη της, εάν αφήσει κάθε ίχνος ασφάλτου και μπει σε χωματόδρομους. Παραμένοντας άνετη μπορεί να διασχίσει κάθε δασικό δρόμο, ενώ με έμπειρο αναβάτη μπορεί να περάσει και από πραγματικά εμπόδια. Είναι βαρύτερη και πιο ογκώδης από τις καθαρόαιμες enduro μοτοσυκλέτες, αλλά πιο σταθερή από αυτές σε υψηλές ταχύτητες. Ειδικά σε πλαγιολισθήσεις ισχύος, είναι απολαυστική.
Η χαρακτηριστικά μεγάλη αυτονομία, της δίνει μεγάλες δυνατότητες εξερεύνησης, ενώ η δυνατότητά της να κάψει κακής ποιότητας βενζίνη (αποσυνδέοντας ένα βύσμα στην πλεξούδα της) μαζί με τη δυνατότητα επισκευής του καρμπιρατέρ της, την κάνουν ικανή υποψήφια για ταξίδια σε μέρη μακρινά και άγρια.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Tετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος με 1 EEK και τέσσερις βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 101x78
Κυβικά (cc): 625
Σχέση συμπίεσης: 11,7:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Καρμπιρατέρ Mikuni BST40
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, υδραυλικός
Σχέσεις ταχυτήτων: 5
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 2,625
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, σωληνωτό, με αφαιρούμενο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 27,5
Ίχνος (mm): 124
Μεταξόνιο (mm): 1.510
Ύψος σέλας (mm): 945
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 158 / -
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l): 25,5 / 3,5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο WP
Διάμετρος (mm): 48
Διαδρομή (mm): 265
Ρυθμίσεις: Απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ WP με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 300
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι Brembo 300 χιλιοστών, δαγκάνες με δύο έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με ένα έμβολο
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 90/90-21
Ζάντα: 2,15x21''
Πίσω
Ελαστικό: 140/80-18
Ζάντα: 2,50 x18''
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, ολικός και μερικός χιλιομετρητής, στροφόμετρο, ρολόι, ένδειξη θερμοκρασίας και καυσίμων, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων, αυτόματος αποσυμπιεστής, διπλό σταντ, σχάρα, ποδιά, χειρολαβές
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 53,6 / 7.000
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 5,6 / 5.500
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm):       
43,2 / 6.800
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm):  
 4,8 / 6.300
O κινητήρας που στήριξε την ΚΤΜ σχεδόν δυο δεκαετίες, στην πιο “ραφινάτη” έκδοσή του. Ο LC4 640 High Flow ανεβάζει γρήγορα στροφές, έχει μεγάλη διάρκεια στην απόδοσή του και είναι αντικειμενικά ισχυρός. Οι κραδασμοί του στις υψηλές στροφές όμως, περιορίζουν την πολύωρη εκμετάλλευση της ισχύος του.
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 5,4
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 472

Aprilia Tuono 1000 R 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Κινητήρας “διαμάντι”: Το Tuono πρωτοεμφανίστηκε στην γκάμα της Aprilia αρχικά το 2002 και ήταν βασισμένο στην superbike Mille που είχε προηγηθεί η παρουσίασή της το 1999. Η Aprilia παρουσίασε την επόμενη γενιά Mille το 2004 και δυο χρόνια αργότερα ήρθε η σειρά για τη παρουσίαση της δεύτερης γενιάς Tuono, που έμεινε στην παραγωγή μέχρι πέρσι
Στη δεύτερη γενιά, από το 2006 και μετά, καταργήθηκε το RSV και έμεινε μόνο το όνομά του να το χαρακτηρίζει, ενώ η Aprilia ακολούθησε την ίδια συνταγή με την οποία έφτιαξε και το πρώτο. Η συνταγή αυτή ήθελε τα Tuono να προέρχονται από τη μετατροπή του superbike σε streetfighter. Έτσι και το Tuonο της δεύτερης γενιάς έχει το πλαίσιο - κόσμημα του Mille, ένα πλαίσιο με αρετές γεννημένες σε πίστες και πρωταθλήματα. Χάρη σε αυτό το άκαμπτο πλαίσιο το Tuono αποκαλύπτει άριστη συμπεριφορά σε ψηλές και πολύ υψηλές ταχύτητες για τις οποίες είναι ικανό. Δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα για ήσυχες βόλτες, αλλά είναι πολύ καλό για ανήσυχες, από εκείνες όπου οι αισθήσεις πρέπει να είναι ζωντανές. Έχοντας αλλαγμένη θέση οδήγησης σε σχέση με τη Mille, βάζει τον αναβάτη με τον κορμό πιο όρθιο, ενώ τα χέρια δεν χρειάζεται να κατέβουν για να πιάσουν το μεγάλο τιμόνι. Το Tuono της δεύτερης γενιάς, έχασε μερικές από τις τουριστικές δυνατότητες που είχε το προηγούμενο για χάρη του εκσυγχρονισμού του και της περισσότερο μοντέρνας εμφάνισής του. Μικρότερο έγινε το mini -αλλά σταθερό- φαίρινγκ, ενώ η σμίκρυνση της ουράς συρρίκνωσε και την σέλα του συνεπιβάτη. Οδηγοκεντρική θα λέγαμε ότι είναι η Tuono, θέλοντας να προσφέρει τα πολλά στον αναβάτη της, καθώς έχει στη διάθεσή του για να απολαμβάνει την οδήγησή, πέρα από το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του, τα ακτινικά φρένα της Brembo, αλλά πάνω από όλα τον κινητήρα του. Ο μεγάλος δικύλινδρος αναβαθμίστηκε προηγουμένως για να τοποθετηθεί στο Mille και με λίγες αλλαγές για να ταιριάζει η απόδοσή του στον χαρακτήρα της streetfighter. Tου δόθηκε η ονομασία V60o Magnesium, με αφορμή την κατασκευή των καπακιών του από μαγνήσιο. Οι αλλαγές όμως ήταν πολύ περισσότερες, κυρίως σε κεφαλές, εξατμίσεις και ψεκασμό και το αποτέλεσμα είναι ποίημα. Δεν υπάρχει άλλος μεγάλος δικύλινδρος κινητήρας που προέρχεται από τα superbike, ο οποίος να δουλεύει τόσο γλυκά, ακόμη και κάτω από τις δυο χιλιάδες στροφές. Κυριολεκτικά η απόδοσή του είναι βελούδινη και ο αναβάτης του Tuono μπορεί να απολαμβάνει ήσυχες βόλτες, ακόμη και μέσα στην πόλη.
Το καλό του χαρτί όμως είναι η απόδοσή του στις μεσαίες όπου μόνο ο ήχος του θυμίζει ότι είναι ένας μεγάλος δικύλινδρος. Ομαλός και ροπάτος, με ρωμαλέα απόδοση, καλή απόκριση, χωρίς κραδασμούς και με απόδοση κοντά σε αυτήν των τετρακύλινδρων που έχουν οι ανταγωνιστές του από την Ιαπωνία. Ο κινητήρας αυτός πέρα από την ισχύ του έχει να επιδείξει και μια πάρα πολύ καλή αξιοπιστία, και υπάρχουν τέτοιες μοτοσυκλέτες που έχουν περάσει τις εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα δίχως πρόβλημα ή κάποια επισκευή. Το μικρό του φαίρινγκ προσφέρει κάποια προστασία έως τα 140 χιλιόμετρα, ενώ από εκεί και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν για την άνεση του αναβάτη. Δεν δυσκολεύουν όμως καθόλου για το Tuono που μπορεί να στείλει την ψηφιακή ένδειξη του ταχύμετρου ακόμη και πάνω από τα 270 χιλιόμετρα. Την σταθερότητα που επιδεικνύει σε αυτές τις πολύ υψηλές ταχύτητες την οφείλει στο πλαίσιο, ενώ την βοηθάει και το σταμπιλιζατέρ της Sachs που βρίσκεται κάτω από την κάτω πλάκα του πιρουνιού του. Δίνοντας τη θέση του στο πιο προκλητικό νέο Tuono V4R, το τελευταίο δικύλινδρο Tuono παραμένει μια μεγάλη streetfighter, με κορυφαία εργονομία όπου πάνω της βολεύονται όλα τα αναστήματα, έναν “άσπαστο” κινητήρα και πολύ καλοφτιαγμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Aprilia έδινε τέσσερα χρόνια εγγύηση. Είχε και καλή τιμή τότε και υπάρχουν αρκετά μεταχειρισμένα και με μεγάλο εύρος τιμών, αλλά κι με πολλές βελτιώσεις διαφόρων επιπέδων.  
Η έκδοση Factory
Σπανιότερη και πολύ ακριβότερη είναι η έκδοση Factory του Tuono. Παρουσιάστηκε λίγους μήνες πριν από την απλή έκδοση και ξεχωρίζει όχι μόνο από τα ανθρακονήματα σε καπάκια και φτερό, αλλά και από τις “χρυσές” αναρτήσεις της Ohlins εμπρός και πίσω και τις σφυρήλατες ζάντες της Oz. H απόδοση του κινητήρα ήταν ίδια, όπως και στο απλό μοντέλο.
[blockquote]Ναι...
Για τις επιδόσεις και την αξιοπιστία της
Όχι...
Εάν δεν θέλεις μια “αντρίκια” streetfighter
Γιατί…
Έχει απολαυστικό κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η Aprilia έφτιαξε το Tuono ακολουθώντας πολύ υψηλής ποιότητας υλικά και το φινίρισμά του ήταν άριστο. Και επειδή η “μισή χαρά” ενός ιδιοκτήτη είναι η σωστή εμφάνιση αξίζει να ψάξει κάποιος για ένα όσο γίνεται πιο ανέπαφο Tuono. Η καλή του κατασκευή συνοδεύεται και από αξιοπιστία, ειδικά του κινητήρα. Εάν είναι σωστά συντηρημένος, η διάρκεια της ζωής του είναι πολύ μεγάλη και υπάρχουν τέτοιοι κινητήρες, απροβλημάτιστοι με πάρα πολλά χιλιόμετρα στην πλάτη τους. Εάν όμως πάθει κάτι, τα ανταλλακτικά του είναι ιδιαίτερα ακριβά, οπότε ο ευλαβικός του έλεγχος είναι απαραίτητος. Με πίσω ελαστικό πλάτους 180 το Τuono αποκτά λιγότερο “βαριά” αίσθηση και αλλάζει κλίσεις γρηγορότερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V60o , υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97 x 67,5
Κυβικά (cc): 997,62
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 103,7
Μεταξόνιο (mm): 1.410
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 185/197,6
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 213,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 16
Πίσω
Ελαστικό: 190/50 - 17
Ζάντα: 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ενδείξεις για μέγιστη ταχύτητα / μέση ωριαία, υπολογιστής ταξιδιού, χρονόμετρο, shift light, δείκτης βενζίνης / ρεζέρβα






ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ




Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 115,5/9.700
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,1 /8.500


Ο μεγάλος δικύλινδρος έχει πολύ καλή απόδοση και λειτουργία ακόμη και στις χαμηλές στροφές κάνοντας εύκολα ήρεμες βόλτες. Ο ξεχωριστός του χαρακτήρας όμως είναι η απολαυστική του απόδοση στις μεσαίες και είναι ακριβώς αυτό που δίνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα στη μοτοσυκλέτα.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 225