Suzuki GSR 600 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Διχασμένο: Το 2006 ήταν η πρώτη χρονιά που εμφανίστηκε στην αγορά το GSR. Με έμφαση στην εντυπωσιακή εμφάνιση, χρησιμοποίησαν και στοιχεία από το πρωτότυπο B- King, το οποίο είχε παρουσιάσει η Suzuki στο Tokyo Motor Show του 2001. Το GSR προστέθηκε στην γκάμα της εταιρείας και δεν αντικατέστησε κάποιο υπάρχον μοντέλο, ενώ το B-King παραγωγής έκανε την εμφάνισή του έναν χρόνο μετά το GSR
Εκτός από τα στοιχεία της εμφάνισης του B- King η Suzuki ενσωμάτωσε στο GSR μερικά ακόμη θέλοντας να εντυπωσιάσει. Οι εξατμίσεις που βγαίνουν ψηλά στην ουρά μαζί με τα δυο στρογγυλά φώτα ανάμεσά τους θυμίζουν έντονα τις απολήξεις των εξατμίσεων της MV Agusta F4, ενώ και ο προβολέας του μοιάζει περισσότερο από όσο πρέπει με αυτόν της Brutale. Από εκεί και πέρα τα χρώματα στη σέλα, καπάκια - προεκτάσεις του ρεζερβουάρ και στην καρίνα δημιούργησαν ένα αισθητικό αποτέλεσμα σαρδάμ. Είναι πολλοί αυτοί που εντυπωσιάστηκαν, ενώ ταυτόχρονα άλλοι τόσοι δεν αντέχουν να το βλέπουν.
Για τη νέα της γυμνή μοτοσυκλέτα η Suzuki χρησιμοποίησε έναν κινητήρα που ήδη είχε κατασκευάσει, και συγκεκριμένα αυτόν του GSX-R 600 του 2004. Συνηθισμένη πρακτική που ακολουθούν και άλλοι κατασκευαστές η οποία έχει σκοπό τη συγκράτηση του κόστους εξέλιξης, κάτι που με τη σειρά του μεταφέρεται και στην τελική τιμή της. Στον τετρακύλινδρο έγιναν επεμβάσεις με στόχο τη βελτίωση της απόδοσης στις χαμηλές και μεσαίες στροφές της, ενώ κάλυπτε και τις προδιαγραφές Euro 3. Διατηρήθηκε ο ψεκασμός που χρησιμοποιεί δυο πεταλούδες σε κάθε αυλό, μια ελεγχόμενη άμεσα από το γκάζι και μια που το άνοιγμά της καθορίζεται από την κεντρική μονάδα διαχείρισης του κινητήρα. Η ομαλότητα στην απόκριση που είχε πετύχει η Suzuki μεταφέρθηκε και στο GSR, ενώ αλλαγμένες ήταν και οι δυο πρώτες σχέσεις στο κιβώτιο ταχυτήτων.
Με τον κινητήρα έτοιμο, η δουλειά έπεσε στους σχεδιαστές. Σχεδίασαν ένα πλαίσιο από χυτό αλουμίνιο, με αφαιρούμενο υποπλαίσιο, αλλά και ένα αλουμινένιο ψαλίδι με θηριώδεις διαστάσεις για τα δεδομένα της κατηγορίας. Προσθέτει και αυτό την εντυπωσιακή του όψη στην προκλητική εμφάνιση. Η Suzuki δεν έφτιαξε τo GSR με όσο το δυνατόν μικρότερες διαστάσεις και έτσι έχει πλατύ ρεζερβουάρ και σέλες με πλούσιο αφρώδες και μεγάλη επιφάνεια. Επίσης, παρά του ότι υπέκυψε στη “μόδα” των τοποθετημένων στην ουρά εξατμίσεων φρόντισε και τις μόνωσε καλά, και έτσι δεν “ψήνονται” οι γλουτοί του συνεπιβάτη. Η θέση οδήγησης και η συνολική του εργονομία βολεύει καλύτερα τους μικρόσωμους αναβάτες, ενώ οι άνθρωποι με ψηλό ανάστημα βασανίζονται πάνω του, τόσο με τα εμπρός τοποθετημένα μαρσπιέ όσο και με τη δυσκολία να μετακινούν το σώμα τους, όπως είναι απαραίτητο για να ευχαριστηθείς και να διασκεδάσεις με την οδήγηση σε ένα track day για παράδειγμα. Τo GSR είναι γεμάτο από φαινομενικά ασυμβίβαστα χαρακτηριστικά, αλλά η ύπαρξή του αποδεικνύει ότι όλα είναι δυνατά, γιατί είναι αλήθεια ότι τα καταφέρνει περίφημα όταν οδηγείται με πίεση. Το πιρούνι του έχει μαλακή λειτουργία, αλλά το σύνολο του πλαισίου σε συνδυασμό με τον εύστροφο κινητήρα το κάνει διασκεδαστικό στην γρήγορη οδήγηση. Αντίθετα, μέσα στην πόλη, που θα περίμενε κανείς να είναι μια άνετη και ευκολοδήγητη καθημερινή μοτοσυκλέτα, ο αναβάτης του πρέπει να συμβιβαστεί με το μικρό κόψιμο του τιμονιού, τη σφικτή λειτουργία του αμορτισέρ και την αναιμική απόδοση του κινητήρα στις χαμηλές στροφές. Θέλει πατινάρισμα σε κάθε εκκίνηση και η απόδοση γίνεται επαρκής μετά τις 5.000 στροφές. Όταν οι στροφές του όμως ανέβουν εμφανίζονται τα supersport γονίδιά του. Ανεβάζει έως τις 13.000 στροφές με ελάχιστη μείωση της απόδοσής του, που έχει κορυφωθεί λίγο μετά τις 10.000. Η διατήρηση της απόδοσης στο ίδιο επίπεδο για τρεις χιλιάδες στροφές, κάνει το GSR διασκεδαστικό όταν το “σκίζεις”, ανεβάζοντας τις στροφές του μέχρι τον κόφτη πριν αλλάξεις ταχύτητα. Οι μεγάλοι του χώροι επιτρέπουν με σχετική άνεση τις μεγάλες βόλτες χωρίς να κουράζει ούτε τον αναβάτη, αλλά ούτε και τον συνεπιβάτη του, πάντοτε κρινόμενο με τα στάνταρ της κατηγορίας των μεσαίου κυβισμού γυμνών μοτοσυκλετών. Η ποιότητα κατασκευής του και το φινίρισμά του ήταν σε υψηλό επίπεδο και στις περισσότερες των περιπτώσεων καλύτερο από αυτό των ανταγωνιστών του.
Το GSR κόστιζε επτά χιλιάδες ευρώ στην αρχή της καριέρας του και από το 2008 προστέθηκε και έκδοση με ABS. Στο τέλος της καριέρας του η τιμή του μειώθηκε ακόμη περισσότερο και έφθασε - σε προσφορά - στις 6.000. Αυτά ανήκουν στο παρελθόν αφού πλέον δεν υπάρχει στην γκάμα της Suzuki δίνοντας τη θέση του στο μεγαλύτερο και  με διαφορετική εμφάνιση GSR 750. Υπάρχει και “παρεάκι” χτισμένο γύρω από τα GSR που μπορείτε να αναζητήσετε στη διεύθυνση  www.gsr600.gr
[blockquote]Ναι...
Στην σπορ πλευρά του
Όχι...
Στην αμφιλεγόμενη εμφάνιση
Γιατί…
Έχει σχεδιαστεί για  μικρόσωμους και ανήσυχους  
Τι να προσέξετε
O κινητήρας έχει αποδείξει την αξιοπιστία του, ενώ και συνολικά η μοτοσυκλέτα είναι καλοφτιαγμένη και με τυπική Made in Japan ποιότητα. Να είστε ιδιαίτερα προσεκτικοί με το πλαίσιο, ειδικά στην περιοχή που δένει με τον κινητήρα, γιατί μπορεί να έχει σπάσει μετά από πτώση. Η Suzuki έχει σχεδιάσει μεγάλη σειρά προαιρετικού εξοπλισμού για βελτίωση της εμφάνισης, της προστασίας από πτώσεις και τη μεταφορά αποσκευών. Όσα περισσότερα έχει από αυτά τόσο καλύτερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, τετρακύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 67 x 42,5
Κυβικά (cc): 599,4
Σχέση συμπίεσης: 12,5:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός με αυλούς 38mm και δυο πεταλούδες
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 2 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια

ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο χυτό περιμετρικό
Γωνία κάστερ (o): 25,15
Ίχνος (mm): 104
Μεταξόνιο (mm): 1.440
Ύψος σέλας (mm): 785
Απόσταση από το έδαφος (mm): 130
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 183/195,3
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 212
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 16,5 /3
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 130
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 134
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 310mm, δαγκάνες Tokico με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 240mm, δαγκάνα με ένα έμβολο


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 17
Πίσω
Ελαστικό: 180/55 - 17
Ζάντα: 5,5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακό ταχύμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ένδειξη σχέσης κιβωτίου, ρολόι, ένδειξη θερμοκρασίας ψυκτικού, στάθμης βενζίνης, immobilizer, ενδεικτικές λυχνίες για μεγάλη σκάλα/φλας/νεκρά/λειτουργία κινητήρα/ρεζέρβα


Προερχόμενος από το GSX-R 600 ο τετρακύλινδρος αυτός διατήρησε την ευστροφία του. Η απόδοση στις χαμηλές στροφές είναι φτωχή, ενώ η “κοντή” τελική μετάδοση το βοηθά στις επιταχύνσεις. Ανεβάζει πολλές στροφές αγγίζοντας τις 13.000 με την απόδοση να παραμένει ουσιαστικά σταθερή για ένα εύρος σχεδόν τεσσάρων χιλιάδων στροφών. Αποδεδειγμένη η αξιοπιστία του, ενώ η κατανάλωσή του θα μπορούσε να είναι μικρότερη. Πάντως, δεν αυξάνεται ιδιαίτερα ακόμη και σε οδήγηση “τέρμα γκάζι”.


Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 86,6/10.800
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 5,6 /9.900


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 7,5
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 220

Kawasaki Ninja 250R (2008 - 2012)

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

31/7/2015

Σαν μεγαλύτερη

To 2008 η Kawasaki παρουσίασε την μικρότερη των Ninja, με τον δικύλινδρο κινητήρα των 250 κυβικών και με εμφάνιση και διαστάσεις που παραπέμπουν σε μεγαλύτερη μοτοσυκλέτα, και μάλιστα supersport

Σε αυτόν τον κυβισμό οι περισσότεροι κινητήρες έχουν έναν κύλινδρο. H Kawasaki 250R ήταν τότε η μοναδική -υπήρχε και η Honda VTR 250 και η Hyosung Comet 250 με αερόψυκτο V90o κινητήρα, αλλά και οι δυο έχουν κάνει πολύ λιγότερες πωλήσεις στην χώρα μας σε σχέση με την Ninja250R. O δικύλινδρος κινητήρας της την καθορίζει σε σημαντικό βαθμό, έχοντας μεγαλύτερο ωφέλιμο εύρος στροφών που την κάνει ταχύτερη στην τουριστική ιδίως χρήση από τις μονοκύλινδρες ανταγωνίστριές της. Ο κινητήρας αυτός έχει χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν σε πολλά μοντέλα της Kawasaki -έχουμε κάνει test σε μοτοσυκλέτα με αυτόν τον κινητήρα το 1987!- με διαφορετικά όμως χαρακτηριστικά. Η πιο βασική διαφορά που διαχωρίζει την έκδοση που τοποθετήθηκε το 2008 στην Ninja 250, από αυτές του παρελθόντος είναι -εκτός από την μειωμένη απόδοση- η τροφοδοσία του από ψεκασμό. Ο ψεκασμός είναι της Keihin χρησιμοποιεί δυο πεταλούδες σε κάθε αυλό με την μία να ελέγχεται από τον αναβάτη, ενώ το άνοιγμα της δεύτερης -αυτής που βρίσκεται πιο κοντά στην κεφαλή- ελέγχεται από την μονάδα διαχείρισης του κινητήρα χαρίζοντάς του ποιοτικά χαρακτηριστικά στην τροφοδοσία και την απόκριση. Γυρνάει με άνεση σε πενταψήφια νούμερα, ενώ ο “καλός” του εαυτός εμφανίζεται πάνω από τις 9.000 στροφές και διαρκεί πάνω και από τις 13.000. Χάρη και στο κιβώτιο των έξι σχέσεων η μικρή Κawasaki φθάνει και διατηρεί ψηλές ταχύτητες στον ανοικτό δρόμο και δεν είναι δύσκολο να βρεθεί ο δείκτης του ταχύμετρου πάνω από την ένδειξη των 170.

Η Ninja 250R έχει χαρακτηριστικά που συναντάμε σε μεγαλύτερου κυβισμού μοτοσυκλέτες, με σημαντικές διαστάσεις, αλλά και ολόσωμο φαίρινγκ, που προστατεύει σημαντικά τον αναβάτη σε ψηλές ταχύτητες. Δεν έχει τις μικρές διαστάσεις των μονοκύλινδρων 250, ούτε και την καλύτερη απόδοση αυτών, στις χαμηλές στροφές. Χωρίς να γίνεται ανοικονόμητη λόγω διαστάσεων ή βάρους σε συνθήκες πυκνής κυκλοφορίας, αλλά σε αυτές το φαίρινγκ κάθε άλλο παρά διευκολύνει. Η θέση οδήγησης, δεν είναι ακραία όπως στις κανονικές supersport και τα χέρια είναι αρκετά ψηλά τοποθετημένα δίχως να πέφτει πολύ βάρος στους καρπούς. Αφήνει όμως τον αναβάτη και να κρυφτεί σκύβοντας πίσω από τη ζελατίνα, αλλά και να μετακινεί το σώμα του εύκολα πάνω στην άνετη σέλα, όταν οδηγεί σβέλτα. Σε αυτού του είδους την χρήση με τον κινητήρα να πιέζεται να δώσει ό,τι έχει, η μικρή Ninja έχει αποδειχθεί ότι τα καταφέρνει περίφημα και προσφέρει καλές ποσότητες διασκέδασης στον αναβάτη της, ακόμη και στο αυστηρό περιβάλλον της πίστας.

Η Kawasaki έχει καταφέρει να δώσει ομοιογενή χαρακτηριστικά σε αυτήν την μοτοσυκλέτα έχοντας όσον αφορά στην απόδοση των φρένων, αλλά και των αναρτήσεων, συμπεριφορά μεγαλύτερων μοτοσυκλετών. Κάποιους πόντους χάνει στον τομέα της άνεσης του συνεπιβάτη που έχει στη διάθεσή του μια μικρή σέλα, ψηλά τοποθετημένη, ενώ χειρολαβές δεν υπάρχουν ούτε για δείγμα. Η ποιότητα κατασκευής της έχει κάποια εξαιρετικά σημεία, όπως είναι η βαφή της, αλλά και κάπου εμφανίζεται φτωχή, όπως στις ενδείξεις των οργάνων που απουσιάζει ένας δείκτης στάθμης καυσίμων αλλά και ένα ρολόι. Παραμένει όμως σαν μια πολύ αξιοπρόσεκτη επιλογή, που προσφέρει καλές επιδόσεις και αίσθηση μεγαλύτερης μοτοσυκλέτας, ενώ η καλή σχετικά με τις εποχές πορεία της στον τομέα των πωλήσεων, έχει δημιουργήσει αρκετές επιλογές σαν μεταχειρισμένη.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 62 x 41,2

Κυβικά (cc): 249

Σχέση συμπίεσης: 11,6:1            

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός, με δυο πεταλούδες σε κάθε αυλό, 28mm            

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:                        2 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Έξι

Τελική μετάδοση:            Αλυσίδα, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, σωληνωτό ανοικτό με τον κινητήρα ενεργό μέρος του

Γωνία κάστερ (o):26

Ίχνος (mm):            82

Μεταξόνιο (mm):  1.400 

Ύψος σέλας (mm):  775

Βάρος κατασκευαστή κενή/γεμάτη (kg): 154/                   

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 172

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l):            17

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διάμετρος (mm):  37

Διαδρομή (mm):  120                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Ένα αμορτισέρ KYB, μοχλικό

Διαδρομή (mm):  130

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίου

 

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Ένα δισκόφρενο 290mm, δαγκάνα με δύο έμβολα

Πίσω:            Δισκόφρενο 220mm, δαγκάνα με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό: 110/70 - 17

Ζάντα: 3,00 x 17

Πίσω

Ελαστικό: 130/70 -17

Ζάντα: 4,00 x 17

 

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Αναλογικό ταχύμετρο και στροφόμετρο, ολικός και ένας μερικός χιλιομετρητής, αναλογικός δείκτης θερμοκρασίας ψυκτικού, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, φλας, μεγάλη σκάλα φώτων, ρεζέρβα, ψεκασμό.

 

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 33/11.000

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 2,2/8.200

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec) (μέτρηση ΜΟΤΟ): 16,81

 

Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 26,3/10.500

Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 1,8/8.400

Ο δικύλινδρος αγαπάει πολύ τις ψηλές στροφές και φθάνει πάνω από τις 13.000 πριν επέμβει ο κόφτης του. Αποδίδει μεγαλύτερη ισχύ  από τους περισσότερους μονοκύλινδρους που έχουν οι ανταγωνίστριές της. Η απόδοσή του στις χαμηλές στροφές δεν είναι για χαμόγελα, αλλά αυτά έρχονται όταν οι στροφές ανέβουν πάνω από τις 10.000.

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:  4,6

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:  370

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, σε €)

Έμβολο πλήρες: 98,58

Μπιέλα: 147,60

Τελικό εξάτμισης: 606,02

Ρεζερβουάρ: 476,17

Εμπρός φτερό: 122,57           

Εμπρός ζάντα: 629,07

Μανέτα φρένου: 12,92

Σέλα αναβάτη: 201,20

Πλαίσιο: 908,05

 

Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Νοέμβριο του 2012

Δισκόφρενο 290 χιλιοστών σε σχήμα “μαργαρίτα”, όπως έχουν όλες οι μεγάλες σύγχρονες Kawasaki. Σφικτή η αίσθηση από το δίχως ρυθμίσεις πιρούνι

Η μικρή Ninja έχει από το εργοστάσιο πολύ καλής ποιότητας βαφή και εάν την έχει διατηρήσει σε καλή κατάσταση ο προηγούμενος ιδιοκτήτης τότε θα την χαρεί και ο καινούργιος. Επειδή η μοτοσυκλέτα απευθύνεται σε… θερμόαιμους δείτε αν η υποψήφια έχει δεχθεί επεμβάσεις που δεν διορθώνονται εύκολα, όπως για παράδειγμα η κομμένη βάση της πινακίδας. Γενικά, προτιμήστε μια μεταχειρισμένη που να έχει παραμείνει στην στάνταρ μορφή της ή εάν έχουν γίνει αλλαγές αυτές να μπορούν να επανέρθουν. Σε αυτό θα βοηθήσει εάν ο προηγούμενος ιδιοκτήτης σας δώσει και τα εργοστασιακά εξαρτήματα που έχει αλλάξει. Συνηθέστερο από αυτά είναι η εξάτμιση. Η έκδοση της μοτοσυκλέτας της φωτογράφησης είναι η GP και ήταν μοντέλο που εμφανίστηκε το 2009. Οι διαφορές του είναι χρωματικές και κόστιζε τότε 4.790 ευρώ αντί των 4.490 ευρώ της απλής έκδοσης.

 

 

 

 

Εντυπωσιακοί οι δυο προβολείς πίσω από το ενιαίο κρύσταλλo, χωρίς όμως να κάνουν την “νύχτα - μέρα”