Honda CBR 1000 RR 2017 – Αμήν Παναγία μου!

Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

1/7/2016

Το ιαπωνικό περιοδικό Young Machine συνεχίζει να δημοσιεύει σκίτσα βασισμένα σε πληροφορίες που έχει για νέο CBR 1000 RR Fireblede. Την προηγούμενη φορά που είχε αναφερθεί στην καινούρια Fireblade που έχει στα σκαριά η Honda, έκανε λόγω για κιβώτιο DCT αλλά και για την πιθανότητα να παρουσιαστεί και μια V4 superbike από την Honda. Αυτή την φορά, τα σκίτσα είναι πιο συμβατικά, θυμίζουν περισσότερο το υπάρχον μοντέλο και είναι πιο κοντά στην συντηρητική φιλοσοφία σχεδιασμού που μας έχει συνηθίσει η Honda τα τελευταία δέκα χρόνια. Από την άλλη μεριά όμως, είναι γεγονός ότι ο ιαπωνικός κολοσσός έχει ανάγκη από ένα μοντέλο στην γκάμα της που να εκπροσωπεί το υψηλό τεχνολογικό της επίπεδο.

Σίγουρα η RCV213-S που έβγαλε σε περιορισμένη παραγωγή πέρσι είναι μια εντυπωσιακή τεχνολογική βιτρίνα, όμως ο τρόπος που χειρίστηκε η Honda την προβολή αυτής της μοτοσυκλέτας αποδείχτηκε πέρα για πέρα λανθασμένος. Ανακοινώνοντας μόλις 155 ίππους για την street legal έκδοση της  RCV213-S και τιμή άνω των 200.000 ευρώ, ήταν φυσικό να μην εντυπωσιάσει κανέναν, όταν η BMW ανακοινώνει για την S 1000 RR 205 ίππους και ζητάει λιγότερα από 20.000 ευρώ. Σίγουρα η σύγκριση μεταξύ RCV213-S και S 1000 RR είναι σαν να συγκρίνεις πορτοκάλια με καρπούζια, όμως όταν απευθύνεσαι σε ένα ευρύ κοινό, θα πρέπει να μιλάς την γλώσσα του. Αν επιλέξεις να μιλάς μόνο σε "ψαγμένους" τότε μόνο αυτοί θα είναι το κοινό σου και όλοι οι υπόλοιποι θα σου γυρίσουν την πλάτη. Αυτή την στιγμή από την γκάμα της Honda απουσιάζουν μοτοσυκλέτες όπως οι εξωτικές V4 RC-30 και RC-45. Της λείπει μια εξωφρενική σπορ μοτοσυκλέτα όπως ήταν το πρώτο Fireblade 900 RR στις αρχές των 90ies. Με άλλα λόγια, οι επιτυχίες της και η κυρίαρχη παρουσία της στους αγώνες MotoGP δεν καθρεπτίζεται σε κάποιο μοντέλο ευρείας παραγωγής. Κι όσο περισσότερο κυλάει ο χρόνος, τόσο πιο δύσκολο θα είναι να πείσει ότι έχει την δυνατότητα να οδηγεί τις τεχνολογικές εξελίξεις.

Για όλους εμάς που μεγαλώσαμε μοτοσυκλετιστικά την δεκαετία του '80 και του '90 και έχουμε δει την Honda να φτιάχνει NSR 250, VFR 750, CBR 900 RR και φυσικά την διαστημική NR 750, γνωρίζουμε ποιες είναι οι δυνατότητές της. Όμως κάποιος που είναι σήμερα είκοσι χρονών και έχει δει σε όλη του την ζωή την Honda να φτιάχνει μόνο οικονομικές και πρακτικές μοτοσυκλέτες, άραγε ποια εικόνα έχει σχηματίσει για το τεχνολογικό επίπεδό της; Σίγουρα ο χρόνος κυλάει εις βάρος της και όσο καθυστερεί να μπει στο παιχνίδι, κάνει κακό όχι μόνο στον εαυτό της αλλά και στον κόσμο της μοτοσυκλέτας γενικότερα. Διότι μόνο τα μεγάλα ιαπωνικά εργοστάσια έχουν την ικανότητα να μεγαλώσουν των μοτοσυκλετισμό και να κάνουν τους νέους ανθρώπους να παρατήσουν το χειριστήριο του Playstation και να καβαλήσουν μια μοτοσυκλέτα. Ό,τι κι αν κάνει η BMW, η Ducati και η KTM δεν έχουν την δύναμη να πουλήσουν μοτοσυκλέτες στο τελευταίο χωριό της χώρας. Αντίθετα τα ιαπωνικά εργοστάσια έχουν ένα τεράστιο δίκτυο πωλήσεων και μπορούν να πουλήσουν μεγάλες μοτοσυκλέτες σε όποιο σημείο του πλανήτη θέλουν. Κι όταν ο πιτσιρικάς δει ένα Fireblade στην πλατεία του χωριού θα θελήσει να αποκτήσει ένα δικό του όταν μεγαλώσει. Ducati Panigale δεν θα δει ποτέ του ο πιτσιρικάς στο χωριό, γιατί κανείς στην περιοχή του δεν πρόκειται να αγοράσει μια μοτοσυκλέτα που πρέπει να ταξιδέψει 300 ή 500 χιλιόμετρα για να την πάει για service. Οπότε, όχι μόνο ελπίζουμε η Honda να έχει σύντομα ένα καινούριο CBR 1000 RR μετά από 8 χρόνια, αλλά ευχόμαστε να βγουν αληθινές και οι φήμες για εκείνο το V4 superbike… 

Triumph Tracker 400/Thruxton 400 2026 – Παρουσιάστηκαν με τιμές για Ελλάδα!

Με διαφορές σε πλαίσιο/ανάρτησες - Και ισχυρότερο κινητήρα κατά δύο ίππους
Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/12/2025

Η Triumph διευρύνει ακόμη περισσότερο την γκάμα των μονοκύλινδρων 400ριών της με Tracker 400 και Thruxton 400 με αισθητική εμπνευσμένη από τους flat track αγώνες και τα cafe racers αντίστοιχα.

Περιμέναμε ένα αλλά τελικά η Triumph παρουσίασε δύο μονοκύλινδρα 400άρια φτάνοντας έτσι την οικογένεια στα πέντε συνολικά μοντέλα, μαζί με τα Speed 400, Scrambler 400 X και Scrambler 400 XC.

Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν αισθητικές κυρίως διαφορές με τις άλλες εκδόσεις και μεταξύ τους φυσικά με το φαίρινγκ του 400ριού Thruxton να μας είναι γνωστό εδώ και καιρό από τις κατασκοπικές φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του διαδικτύου πολύ καιρό πριν από την παρουσίασή του. 

Οι δύο μοτοσυκλέτες φέρουν επίσης και μία ισχυρότερη έκδοση του μονοκύλινδρου μοτέρ με τη μέγιστη ισχύ να ανεβαίνει κατά 5% περίπου και να φτάνει τους 41,42 ίππους από 39,42 που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αλλαγή στη ροπή δεν υπάρχει και έτσι η μέγιστη τιμή παραμένει στα 3,82 kg.m αλλά να κάνει την εμφάνισή της 1.000 στροφές ψηλότερα, στις 7.500 σ.α.λ., με το 80% αυτής να είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η αύξηση στην ισχύ προήρθε από νέο εκκεντροφόρο αλλά και την εκ νέου χαρτογράφηση του ψεκασμού.

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

Σε σχέση με τη μοτοσυκλέτα βάσης που είναι το Spped 400, το Tracker 400 έχει φαρδύτερο τιμόνι κατά 23 χλστ., το οποίο είναι και χαμηλότερο κατά 134 ολόκληρα χλστ. Παράλληλα τα μαρσπιέ έχουν τοποθετηθεί 86 χλστ. πιο πίσω και 27 χλστ. ψηλότερα, με το νέο τρίγωνο της εργονομίας να δίνει μια πιο σπορ και επιθετική θέση οδήγησης. Διαφορετική είναι και η σέλα, όπως και το κάλυμμα-κοκοβιός της σέλας στο κομμάτι του συνεπιβάτη, οι ζάντες και το ρεζερβουάρ, με τo Tracker 400 να ξεχωρίζει από το μικρό του μασκάκι, αλλά και τα μεγάλα numver plates εκατέρωθεν της σέλας, όπως και από τους αποκλειστικούς χρωματισμούς.

Το Thruxton 400 έχει επίσης διαφορετικό ρεζερβουάρ -και από το Tracker-, αν και η χωρητικότητα είναι ίδια στα 13 λίτρα, ενώ ζυγίζει και τρία κιλά περισσότερα λόγω του φέρινγκ, με το βάρος του να φτάνει τα 176 κιλά πλήρες υγρών. Του Tracker βρίσκεται στα 173 κιλά. Το φαίρινγκ είναι αυτό που κάνει και τη μεγαλύτερη διαφορά στην αισθητική της μοτοσυκλέτας, που έχει κλιπόν και διαφορετική θέση οδήγησης, ενώ οι Βρετανοί αναφέρουν και μικρές αλλαγές στο πλαίσιο αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδοχή της μοτοσυκλέτας. Σε αυτήν την περίπτωση και έναντι του Speed 400 τα κλιπόν είναι 40 χλστ. πιο στενά και 246 χλστ. πιο χαμηλά τοποθετημένα με μπόλικο βάρος να φορτίζει πλέον τον εμπρός τροχό. Παράλληλα, τα μαρσπιέ βρίσκονται στην ίδια θέση με εκείνα του Tracker 400.

Μικρές διαφορές έχουμε και στη γεωμετρία του πλαισίου μεταξύ των δύο μοτοσυκλετών. Το Tracker 400 έχει μεταξόνιο στα 1.371 χλστ. με κάστερ και ίχνος στις 24,4 μοίρες και 107,6 χλστ. αντίστοιχα, ενώ το Thruxton 400 έχει μεταξόνιο στα 1.376 χλστ. με κάστερ στις 24,5 μοίρες και ίχνος στα 101,5 χλστ. 

Triumph Tracker 400 και Thruxton 400 2026

H Triumph αναφέρει ότι καθεμιά από τις δύο νέες μοτοσυκλέτες έχει το δικό της set up στις αναρτήσεις ώστε να ταιριάζει καλύτερα στη φιλοσοφία της έκδοσης και τη θέση οδήγησης, με το πιρούνι να είναι ανεστραμμένο στα 43 χλστ. Η διαδρομή του είναι 140 χλστ. στο Tracker και 135 χλστ. στο Thruxton ενώ και το μονό αμορτισέρ και στις δύο περιπτώσεις δίνει διαδρομή 130 χλστ.

Και οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν 17ρες χυτές ζάντες αλουμινίου που είναι διαφορετικής σχεδίασης μεταξύ των δύο μοντέλων και ελαστικά 110/70 και 150/60 εμπρός και πίσω αντίστοιχα. Ως πρώτης τοποθέτησης ελαστικά για το Thruxton επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV, ενώ για το Tracker έχουμε τα Pirelli MT60 RS και τα δύο εξαιρετικές επιλογές για τόσο προσιτές μοτοσυκλέτες.

Τέλος, ίδιο είναι το σύστημα πέδησης και στις δύο περιπτώσεις με το κύριο έργο της επιβράδυνσης να αναλαμβάνει 300άρης εμπρός δίσκος και ακτινικά τοποθετημένη 4πίστονη δαγκάνα της ByBre. 

Το Tracker 400 θα είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα από τον ερχόμενο Μάρτιο με τιμή 6.390 ευρώ και το Thruxton 400 από τον Φεβρουάριο του 2026, με τιμή 6.690 ευρώ. Και τα δύο συνοδεύονται από εργοστασιακή εγγύηση δύο ετών χωρίς περιορισμό στα διανυθέντα χιλιόμετρα.

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στις συλλογές που ακολουθούν.