Οδηγούμε Aprilia Tuareg 660: Πρώτες εντυπώσεις

Γνήσιο on-off
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

11/11/2021

Την πορεία εξέλιξης του Aprilia Tuareg 660 την παρακολουθούσαμε ως δημοσιογράφοι πολύ στενά τα τελευταία τρία χρόνια. Από το γυάλινο “ενυδρείο” με τους θάμνους που το είχαν κρύψει στην έκθεση της EICMA, αλλά και σε κάθε παρουσίαση νέου μοντέλου του ομίλου της Piaggio, είχαμε πολύωρες συζητήσεις με τους μάναζερ των τμημάτων σχεδιασμού, τους μηχανολόγους και φυσικά των υπεύθυνων μάρκετινγκ της ιταλικής εταιρείας.

Η εικόνα που μας είχαν δώσει έως σήμερα με όσα είχαν πει, αλλά και μετά την οδήγηση των RS 660 και Tuono 660, σκιαγραφούσε μια On-off μοτοσυκλέτα της μεσαίας κατηγορίας κυβισμού με έντονο σπορ χαρακτήρα και μπόλικη σύγχρονη τεχνολογία. Όμως ο χαρακτηρισμός “σπορ” δεν έχει πάντα θετική έννοια, ειδικά όταν αναφερόμαστε σε On-off μοτοσυκλέτες που καλούνται να κάνουν πολλά, αντιφατικά μεταξύ τους πράγματα σε όλες τις συνθήκες και σε όλους τους δρόμους. Τις περισσότερες φορές o “σπορ” χαρακτήρας οδηγεί σε παραχωρήσεις στην άνεση και την πρακτικότητα, που θα πρέπει να τις ανέχεται ο αναβάτης κάθε μέρα. Διότι σε όλους μας αρέσουν τα Dakar-Replica, όλοι θα θέλαμε να έχει η on-off μοτοσυκλέτα μας δυνατότητες καθαρόαιμου enduro στο χώμα και αγωνιστικού supermoto στην άσφαλτο, αλλά δεν αρέσει σε όλους να πηγαίνουμε στη δουλειά μας κάθε μέρα ή να ταξιδεύουμε καθισμένοι πάνω σε ένα σανίδι με σπαρτιάτικο εξοπλισμό άνεσης.

Από την άλλη μεριά βέβαια, έχει γεμίσει η αγορά με βαρυφορτωμένες εξοπλισμό άνεσης On-off μοτοσυκλέτες, που κάθε φορά που επιχειρείς να απολαύσεις την οδήγηση και όχι απλώς να μετακινηθείς, απαιτούν σωματική προσπάθεια και πολλές φορές εξειδικευμένες γνώσεις. Όπως καταλαβαίνετε, είχαμε μεγάλη περιέργεια να δούμε πόσο “σπορ” έκανε η Aprilia το Tuareg 660 και τί αντίκτυπο θα είχε αυτή η επιλογή στην καθημερινή ζωή του αναβάτη.

Κοιτάς τις φωτογραφίες, αλλά και  όταν βλέπεις από κοντά το Tuareg 660 σχηματίζεις εύκολα την εντύπωση πως είναι ένα Dakar-Replica. Ψηλή, στενή και μεγάλου μήκους σέλα στα 860mm από το έδαφος (υπάρχει στα αξεσουάρ χαμηλότερη στα 840mm και μια “comfort” στα 880mm), τεράστιες διαδρομές αναρτήσεων (της ΚΥΒ) στα 240mm εμπρός-πίσω (πλήρως ρυθμιζόμενες σε απόσβεσης συμπίεσης/επαναφοράς και με υδραυλική προφόρτιση ελατηρίου πίσω), καθώς και μίνιμαλ σχεδιασμός για το κάθετο ρεζερβουάρ των 18 λίτρων, όπου με την βοήθεια της διάφανης ζελατίνας κάνει την μοτοσυκλέτα να δείχνουν ακόμα πιο στενή και ψηλή. Αν είσαι κάτω από 1,80μ ύψος πλησιάζεις δίπλα στο Tuareg 660 και δεν τολμάς ούτε να σκεφτείς να το καβαλήσεις!

Μόνο που η πραγματικότητα είναι πως ακόμα κι αν είσαι 1,70μ θα πατάς και με τα δύο πόδια στο έδαφος!

Αυτό το “θαύμα” το πέτυχαν μετά από δεκάδες ώρες σχεδιασμού και δοκιμών του εμπρός τμήματος της σέλας, αλλά και χάρη στις μαλακές αναρτήσεις που καταναλώνουν ένα μεγάλο μέρος της διαδρομής τους όταν κάθεσαι πάνω στην μοτοσυκλέτα (ειδικά η πίσω ανάρτηση έχει πολύ-πολύ μαλακή ρύθμιση από το εργοστάσιο).

Μάλιστα ήταν τόσο χαλαρά ρυθμισμένες οι αποσβέσεις  στις αναρτήσεις των μοτοσυκλετών της παρουσίασης, που στην αρχή κοιταζόμασταν οι δημοσιογράφοι μεταξύ μας με βλέμμα απορίας και ρωτώντας ο ένας τον άλλον αν και η δική του μοτοσυκλέτα ήταν τόσο μαλακή.

Όλες αυτές οι πρώτες εντυπώσεις για τη σέλα και τις αναρτήσεις έγιναν καπνός και εξαφανίστηκαν στον γαλανό ουρανό της Σαρδηνίας μόλις φύγαμε από το ξενοδοχείο και αρχίσαμε να κάνουμε τα πρώτα μέτρα στο δρόμο.

 

Η στάνταρ σέλα έχει μπόλικο και ποιοτικό αφρώδες υλικό, οπότε το μικρό πλάτος της εμπρός δεν ενοχλεί και δεν κουράζει, ενώ το μεγάλο μήκος της σου επιτρέπει να αλλάζεις εύκολα στάση στο σώμα και στο σημείο που κάθεσαι.

Όπως είπαμε, το μεγάλο ύψος της από το έδαφος δεν δημιουργεί κανένα απολύτως πρόβλημα για τους κοντούς αναβάτες μέσα στην πόλη, όπου σε κάθε φανάρι θα πατάνε και με τα δύο πόδια στο έδαφος. Πραγματικά δεν υπάρχει λόγος να αγοράσει κάποιος την πιο χαμηλή σέλα (εκτός κι αν είναι 1,60μ), ενώ η έξτρα “comfort” σέλα, μάλλον θα βγάλει τα λεφτά της για όποιον είναι ψηλός και θέλει ακόμα μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ μαρσπιέ και σέλας, παρά στον τομέα της άνεσης, αφού μετά από μία ολόκληρη ημέρα πάνω της (με κάποια δεκάλεπτα διαλλείματα ανά μία-δύο ώρες) κανείς δεν εξέφρασε παράπονο.   

Οι μοτοσυκλέτες που οδηγήσαμε είχαν quick-shifter Up/Down (έξτρα εξοπλισμός) και δούλευε απροβλημάτιστα σε όλες τις ταχύτητες στη δική μας μοτοσυκλέτα, όμως κάποιοι συνάδερφοι ανέφεραν πως μερικές στιγμές έβγαινε εκτός λειτουργίας.

Τα φρένα έχουν φυσικά ABS το οποίο μπορεί να απενεργοποιηθεί πλήρως (απενεργοποίηση στον πίσω τροχό μόνο ΚΑΙ απενεργοποίηση εμπρός-πίσω με παρατεταμένο πάτημα του κουμπιού mode) στο Off-Road και Individual Mode.

Αντίστοιχα ρυθμίζεται το traction control (με δυνατότητα ρύθμισης εν κινήσει ΚΑΙ πλήρους απενεργοποίησης), το engine brake control (3 level), οι χάρτες απόκρισης του γκαζιού (3 level όλα full power).

Ο κινητήρας έχει αρκετές και σημαντικές διαφορές από εκείνους που έχουν τα RS και Tuono 660. Πέρα από την εξάτμιση και το φιλτροκούτι που προφανώς έχουν διαφορετική σχεδίαση, η Aprilia έχει βάλει διαφορετικού χρονισμού εκκεντροφόρους (με ανάλογη ρύθμιση της ECU) μετατοπίζοντας στις χαμηλές και μεσαίες στροφές την κορύφωση της ροπής. Ταυτόχρονα, το γρανάζι της πρωτεύουσας μετάδοσης και η συνολική σχέση της τελικής μετάδοσης είναι πιο κοντά ( η πραγματική τελική έχει μειωθεί στα 180km/h – το ταχύμετρο στη μοτοσυκλέτα μας έδειξε 194+km/h) , ώστε να βελτιώσουν ακόμα περισσότερο το “άρπαγμα” στο άνοιγμα του γκαζιού και τις επιταχύνσεις εν κινήσει.

Βγάζει 80 ίππους στις 9.750 (υπάρχει και έκδοση 35kw για Α2) με έχοντας το 70% της ροπής από τις 3000 στροφές και το 85% από τις 4.500 στροφές).

Επίσης το ατσάλινο πλαίσιο του Tuareg 660 έχει σχεδιαστεί να αντέχει 220kg (αναβάτης+συνεπιβάτης+αποσκευές) και το πιο κοντό γρανάζωμα βοηθάει τις ρεπρίζ όταν η μοτοσυκλέτα είναι πλήρως φορτωμένη.

Πολύ μεγάλη σημασία έχουν δώσει στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του πλαισίου, γι΄αυτό όταν σχεδίαζαν τον κινητήρα των 660, είχαν προβλέψει από την αρχή να επιτρέπει διαφορετικούς τρόπους τοποθέτησής του στο πλαίσιο μιας μοτοσυκλέτα, αλλά και διαφορετικούς τρόπους σύνδεσής του.

Έτσι στο Tuareg 660 ο κινητήρας έχει έξι σημεία σύνδεσης με το πλαίσιο σε κάθε πλευρά (το RS660 έχει τρία, το Tuono 660 έχει δύο) και τον έχουν περιστρέψει προς τα πίσω κατά 10⁰, ώστε η κατανομή του βάρους να είναι εκείνη ακριβώς που επιθυμούσαν.

Ακριβώς γι΄αυτό, τα κάρτερ και η αντλία λαδιού ήταν από την αρχή σχεδιασμένα για να ανταποκριθούν στις ιδιαίτερες απαιτήσεις μιας off-road μοτοσυκλέτας, κρατώντας πάντα επαρκή ποσότητα λαδιού σε όλες τις συνθήκες.

Το βάρος του Tuareg 660 είναι στα 187 κιλά χωρίς βενζίνη και στα 204 κιλά μαζί με τα 18 λίτρα βενζίνης που του δίνουν θεωρητική αυτονομία 450km.

Τόσο στην άσφαλτο (πολύ σφιχτό στροφιλίκι με κορυφαίας πρόσφυσης άσφαλτο) όσο και στο χώμα (βατοί, νωποί χωματόδρομοι με κόκκινο πατημένο χώμα) το Tuareg 660 είχε εντυπωσιακά ελαφριά αίσθηση και ήταν απίστευτα ευέλικτο!

Την ίδια στιγμή η σταθερότητα στις υψηλές ταχύτητες (με δυνατούς πλάγιους ανέμους…) ήταν πραγματικά άριστη, παρά τις πολύ μαλακές ρυθμίσεις των αναρτήσεων που συνήθως επηρεάζουν αρνητικά τη σταθερότητα στις μοτοσυκλέτες με τόσο μεγάλες διαδρομές αναρτήσεων.

Τα φρένα δεν κουράστηκαν ποτέ (με ένα άτομο στη σέλα και χωρίς μπαγκάζια) και η δυνατότητα απενεργοποίησης του ABS στο πίσω φρένο ήταν η καλύτερη επιλογή για τις συνθήκες που οδηγήσαμε στο χώμα – αν και το πεντάλ του πίσω φρένου αποκτούσε όλο και μεγαλύτερη διαδρομή όσο περνούσε η ώρα…

Η θέση οδήγησης ήταν πολύ βολική, είτε σηκωνόσουν όρθιος στα μαρσπιέ είτε οδηγούσες καθιστός, προσφέροντας εξαιρετικό έλεγχο της μοτοσυκλέτας.

Τα Pirelli Scorpion STR Rally με τα χοντρά τακούνια που φοράει ως ελαστικό πρώτης τοποθέτησης, έκαναν φιλότιμα τη δουλειά της στην κορυφαία Ιταλική άσφαλτο και είχαν αξιοπρεπέστατα επίπεδα πρόσφυσης στο χώμα.  

Μιλώντας για βασικό εξοπλισμό, να τονίσουμε πως στο Tuareg 660 έχουν βάλει την μεγάλη TFT οθόνη από τα RSV4 1100 Factory/Tuono 1100, η οποία δεν έχει καθόλου αντανακλάσεις και είναι ευδιάκριτη πρωί/μεσημέρι/βράδι, έχοντας παράλληλα τη δυνατότητα για λειτουργία Navi μέσω του App MIA.

Εννοείται πως έχει bleutooth και πρίζα USB…

Αν πρέπει να συνοψίσουμε όλα τα παραπάνω σε μία παράγραφο, τότε θα λέγαμε πως το νέο Aprilia Tuareg 660 μας εξέπληξε θετικά διότι όλη αυτή η σπορ εικόνα που βγάζει προς τα έξω δεν έχει επηρεάσει αρνητικά κανένα τομέα που να αφορά την άνεση και την πρακτικότητα σε καθημερινή χρήση. Είναι ένα πραγματικό on-off δηλαδή για όλους!

Την αναλυτική, πολυσέλιδη παρουσίαση του νέου Aprilia Tuareg 660 θα την βρείτε όπως πάντα στο επόμενο τεύχος του περιοδικού ΜΟΤΟ 

MV Agusta Brutale Serie Oro 2026 - Με 148 ίππους στοχεύει στην κορυφή των μεσαίων γυμνών [Gallery]

Πλήρες ηλεκτρονικό οπλοστάσιο – 195 κιλά χωρίς καύσιμο
MV Agusta Brutale Serie Oro 2026
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

3/11/2025

Με τη Serie Oro η MV Agusta αποκάλυψε τη νέα μεσαία Brutale, την οποία εμείς έχουμε ήδη οδηγήσει ως πρωτότυπο! Είναι η μοτοσυκλέτα που φέρνει μαζί της περισσότερη φιλικότητα στην καθημερινότητα έναντι της Brutale 800 RR που αντικαθιστά αλλά και κορυφαία συνολικά απόδοση για την κατηγορία.

Στο τεύχος του ΜΟΤΟ που κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή στα περίπτερα (#672) μπορείτε να διαβάσετε τις εντυπώσεις μας από τη νέα γυμνή MV Agusta, η οποία θα λέγεται σκέτο Brutale και το όνομά της δεν έχει ως συνθετικό κάποιον αριθμό που να σχετίζεται με τον κυβισμό του κινητήρα της, όπως είχαμε συνηθίσει μέχρι σήμερα.

Η νέα τρικύλινδρη Brutale θα πάρει τη θέση της 800 RR των 140 ίππων και έρχεται να τοποθετηθεί πάνω από την “entry level” 800 αλλά κάτω από την 4κύλινδρη 1000 χρησιμοποιώντας τον νέο 950 EVO κινητήρα που γνωρίσαμε αρχικά στην Enduro Veloce. Έναν κινητήρα που δεν πέρασε αυτούσιος στην Brutale και δέχτηκε πολλές και σημαντικές αλλαγές με στόχο να αυξήσει σημαντικά την απόδοσή του και να την φέρει σε κορυφαίο επίπεδο. Πολλές και σημαντικές είναι οι αλλαγές και στα υπόλοιπα σημεία της μοτοσυκλέτας που θέλει να στρογγυλοκαθίσει στην κορυφή της κατηγορίας της όχι μόνο με τις επιδόσεις της αλλά και με τη συνολική της απόδοση, τη σχεδίασή της, όπως και με την αξιοπιστία της. Όμως ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή ξεκινώντας από τη σχεδίαση.

Mv Agusta Brutale Serie Oro 2026

Εδώ στο ΜΟΤΟ γνωρίζαμε για την παρουσίαση της νέας μεσαίας Brutale παραγωγής ημέρες πριν από την επίσημη αποκάλυψή της καθώς η MV Agusta την παρουσίασε διαδικτυακά σε επιλεγμένα μέσα και από τις δύο όχθες του Ατλαντικού όπου και θα είναι διαθέσιμη. Δε χρειάζεται δεύτερη ματιά για να καταλάβει κανείς ότι έχει μπροστά του μία Brutale με το design της σπορ naked να αποτελεί εξέλιξη του γνωστού σχεδίου του μεγάλου Massimo Tamburini και αυτή ήταν και η πρόθεση των σημερινών σχεδιαστών που παραδέχονται υπό τη μορφή κολακείας τις αντιγραφές που έχουν κάνει άλλοι κατασκευαστές τμημάτων της Brutale όλα αυτά τα χρόνια, κάτι βέβαια που συνεχίζεται και σήμερα. 

Ο σήμα κατατεθέν προβολέας ακολουθεί τη σχεδίαση του προηγούμενου αλλά είναι ολοκαίνουργιος με τα LED που κατεβαίνουν στην περιφέρειά του αλλά δεν τον κυκλώνουν να του δίνουν μια χαρακτηριστική ταυτότητα. Το ντεπόζιτο έχει επίσης χαρακτηριστική σχεδίαση Brutale και θυμίζει εκείνο της 800 αλλά είναι επίσης ολοκαίνουργιο και πιο στενό στα πλάγια και άλλαξε γιατί οι άνθρωποι της MV Agusta ήθελαν να το κάνουν τέλειο, όπως μας είπαν χαρακτηριστικά. Όλα μοιάζουν άλλα όλα είναι διαφορετικά με πι έντονες ίσως αλλαγές εκείνες που έχουν πραγματοποιηθεί στην ουρά της μοτοσυκλέτας -με επιρροές απί την Dragster-, όπως και στο τελικό της εξάτμισης, το οποίο αφήνει τις γωνίες και τις ακμές στην άκρη και επιστρέφει στις στρογγυλές απολήξεις που είναι παράλληλα και ξεχωριστές μεταξύ τους. Αυτή βέβαια είναι η εξάτμιση -από τιτάνιο- της Serie Oro, η οποία σχεδιάστηκε σε συνεργασία με την Termignoni και μένει να δούμε αν θα υπάρχουν διαφορές σε σχέση με εκείνη της στάνταρ έκδοσης της Brutale.

Mv Agusta Brutale Serie Oro 2026

Στη Serie Oro το ανθρακόνημα έχει χρησιμοποιηθεί σε πολλά μέρη της μοτοσυκλέτας, αλλού βαμμένο και αλλού άβαφο για να μην το μπερδεύει ο παρατηρητής με ένα απλό πλαστικό κομμάτι, ενώ νέο είναι και το βαθύ μεταλλικό κόκκινο χρώμα ,το οποίο έχει ταιριάξει με το ασημί “Ago” της MV Agusta που φέρει το παρατσούκλι του Agostini.

Φιλικότερη θέση οδήγησης και για ψηλούς
Θέλοντας να αλλάξουν τον χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας αλλά όχι και την ταυτότητά της οι Ιταλοί ασχολήθηκαν πολύ με την οδηγησιμότητά της θέλοντας να την κάνουν πολύ πιο εύκολη και για το μέσο αναβάτη αλλά και για τον πιο έμπειρο, έναντι της Brutale 800 RR. Κατά τη διαδικτυακή παρουσίαση μας είπαν ότι θεωρούν την άνεση που νιώθει ένας αναβάτης πάνω στη μοτοσυκλέτα ως έναν παράγοντα που συντελεί στη συνολική της απόδοση ( χαρακτήρισαν την άνεση ως performance factor), ενώ θέλουν να δουν περισσότερες Brutale στο μέλλον να χρησιμοποιούνται καθημερινά. Τέλος στην old school ιταλική σχολή όπου έπρεπε να πηγαίνεις όλο και πιο γρήγορα για να “ξυνήσουν” το πλαίσιο και οι αναρτήσεις και να αρχίσουν να δουλεύουν σωστά. Τώρα αυτό γίνεται από χαμηλότερη ταχύτητα ώστε ο αναβάτης να μη νιώθει ότι βρίσκεται πάνω σε μια μοτοσυκλέτα που τα καταφέρνει καλά μόνο στην πίστα.

Mv Agusta Brutale Serie Oro 2026

Για να πετύοχυν το παραπάνω οι Ιταλοί ξεκίνησαν με την αναθεώρηση του εργονομικού τριγώνου της θέσης οδήγησης, κάνοντας παράλληλα τη μοτοσυκλέτα πιο ευρύχωρη για τους ψηλότερους. Έναντι της 800 RR το τιμόνι βρίσκεται 20 χλστ. ψηλότερα και 10 πιο χλστ. μπροστά με τη νέα σέλα να είναι κατά 20 χλστ. πιο φαρδιά στο εμπρός μέρος της, κοντά στο ρεζερβουάρ αλλά και 40 χλστ. φαρδύτερη στο πίσω. Είναι επίσης και 40 χλστ. πιο μακριά και έτσι επιτρέπει ένα σαφώς μεγαλύτερο εύρος κίνησης, ενώ έχει και 10 χλστ. περισσότερο αφρώδες. Τα μαρσπιέ, τέλος, έχουν τοποθετηθεί 30 χλστ. ψηλότερα και 10 χλστ. πιο πίσω, έναντι της Brutale 800RR.

Η οθόνη είναι μικρή σχετικά σε μέγεθός με διαγώνιο στις πέντε ίντσες με την MV Agusta να επιλέγει συνειδητά, με νέα γραφικά και μενού και πλήρη συνδεσιμότητα, ενώ ενσωματώνει αντικλεπτικό σύστημα, σύστημα ανίσχευσης πτώσης και αποστολής sms, όπως και σύστημα γεωεντοπισμού. Ο αναβάτης μπορεί να επιλέξει μεταξύ πέντε προγραμμάτων λειτουργίας για τον κινητήρα και το πλήρες ηλεκτρονικό οπλοστάσιο έχοντας στη διάθεσή του τα Rain, Urban, Sport, Race και Custom. Στάνταρ είναι επίσης το cruise control, όπως και το launch control.

​    ​​    ​

Στους 148 ίππους ο 950 EVO 
Ο 3κύλινδρος των 931 κ.εκ. της Enduro Veloce δεν φτιάχτηκε μόνο για την ιταλική adventure, ωστόσο δεν μετακόμισε και αυτούσιος στην Brutale και αποτελεί εξέλιξη του συγκεκριμένου μοτέρ που αύξησε σημαντικά την απόδοσή του και προσαρμόστηκε στο νέο του ρόλο. Με αντίστροφα περιστρεφόμενο στρόφαλο, ο κινητήρας παραμένει στα 931 κ.εκ. με τη μέγιστη ισχύ να έχει ανέβει στους 148 ίππους στις 11.200 σ.α.λ., ενώ όπως και στην Enduro Veloce, το 85% της ροπής, που έχει μέγιστη τιμή τα 10,9 χιλιογραμμόμετρα στις 8.400, είναι διαθέσιμο από τις 3.000 σ.α.λ. Η καμπύλη της ροπής αναμένεται και εδώ επίπεδη και για τη βελτίωση στην απόδοση ο πρώτος μεγάλος υπεύθυνος είναι η πλήρως ανασχεδιασμένη κεφαλή με βελτιστοποιημένο κύκλωμα ψύξης, μεγαλύτερες βαλβίδες από ατσάλι και ανασχεδιασμένη εισαγωγή και εξαγωγή. Νέες είναι και οι έδρες των βαλβίδων από υλικό που παρουσιάζει αυξημένη αντοχή στη φθορά, ενώ νέοι είναι και το προφίλ των εκκεντροφόρων, ενώ η συμπίεση έχει ανέβει στο 13,4:1. Οι αλλαγές συνεχίζονται στη νέα φλάντζα κεφαλής, τα νέα πιστόνια και την αναθεώρηση του κυκλώματος λίπανσης, όπως και των θαλάμων καύσης. Νέο τέλος είναι το σώμα ψεκασμού των 50 χλστ. Πολλές από τις αλλαγές που έκαναν οι Ιταλοί δεν αφορούν αποκλειστικά την αύξηση της απόδοσης και έχουν να κάνουν και με τη διατήρηση της αξιοπιστίας του κινητήρα (βλ. λίπανση και ψύξη) καθώς θέλουν οι μοτοσυκλέτες τους να είναι πλήρως ανταγωνιστικές και σε αυτόν τον νευραλγικό τομέα με την 5ετή εργοστασιακή εγγύηση της MV Agusta να ισχύει και για το νέα Brutale.

Mv Agusta Brutale Serie Oro 2026

Οι Ιταλοί μας είπαν ότι για να φτάσουν στην κορυφαία, για την κατηγορία απόδοση, πήραν ως σημείο αναφοράς τον δικύλινδρο κινητήρα του KTM 990 Duke -των θεωρούν έναν από τους καλύτερους κινητήρες στην κατηγορία- αλλά και τον V2 του Ducati Streetfighter, όχι του καινούργιου των 120 ίππων αλλά του προηγούμενου που ήταν σαφώς πιο δυνατό και απέδιδε 153 ίππους. Χαρακτηριστικά ανέφεραν ότι σε σχέση με το γυμνό των Αυστριακών το δικό τους μοτέρ είναι ισχυρότερο κατά 10 άλογα στις 4.500 σ.α.λ. και ένα χιλιογραμμόμετρο ροπής, με τη διαφορά στην ισχύ να ανεβαίνει στα 20 στις 10.000 σ.α.λ.  και τη διαφορά στη ροπή να διατηρείται. Παρόμοια είναι η υπεροχή του 950 EVO και απέναντι στο μοτέρ της Ducati για το οποίο βέβαια δεν έχουν πλέον λόγο να ανησυχούν. Σημαντικά ισχυρότερος είναι ο κινητήρας και σε σχέση με εκείνον της Brutale 800 με 20 ίππους περισσότερους στις 4.000 σ.α.λ. (+3 χιλιογραμμόμετρα), με τη διαφορά να ανεβαίνει στους 30 στις 7.000 σ.α.λ.

Αλλαγές και σε πλαίσιο-αναρτήσεις-φρένα
Το ατσάλινο πλαίσιο χωροδικτύωμα είναι επίσης ένα ακόμη σημείο όπου υπάρχουν πολλές ομοιότητες με εκείνο της 800 RR αλλά και εδώ οι αλλαγές είναι μεγάλες. Η MV Agusta αναφέρει ότι αναθεωρήθηκε η στρεπτική του ακαμψία και μειώθηκε το βάρος του, ενώ το αλουμινένιο ψαλίδι έγινε πιο μακρύ και έτσι μεγάλωσε και το μεταξόνιο που φτάνει τα 1.433 χλστ., με το ίχνος στα 93 χλστ. Το βάρος της Brutale είναι 195 κιλά με άδειο το ρεζερβουάρ των 16,5 λίτρων, ενώ η απόσταση της σέλας από το έδαφος βρίσκεται στα 850 χλστ.

Mv Agusta Brutale Serie Oro 2026

Η Serie Oro, ως η περιορισμένης παραγωγής έκδοσης θα φέρει κορυφαίο πακέτο φρένων της Brembo και θα είναι η πρώτη μεσαίου κυβισμού που θα έχει στον εξοπλισμό της τις ακτινικής τοποθέτησης 4πίστονες δαγκάνες Hypure, όπως και ακτινική τρόμπα της ιταλικής εταιρείας με πιστόνι 17 χλστ. με τους δίσκους να έχουν διάμετρο 320 χλστ. 
Στις αναρτήσεις προτιμήθηκε η Ohlins και το πλήρως ρυθμιζόμενο ανεστραμμένο πιρούνι NIX 30 των 43 χλστ. που φέρει στα καλάμια του επίστρωση νιτριδίου του τιτανίου (TiN) και το TTX 36 αμορτισέρ, επίσης πλήρως ρυθμιζόμενο. Ως ελαστικά πρώτης τοποθέτησης επιλέχθηκαν τα Pirelli Diablo Rosso IV.
Οι ζάντες είναι αλουμινένιες σφυρήλαστες στα 3,5 κιλά πίσω και τρία μπροστά, δύο κιλά ελαφρύτερες από ότι αν ήταν χυτές. 

Η Serie Oro θα παραχθεί σε 300 αριθμημένα αντίτυπα και σύμφωνα με την MV Agusta η τιμή θα είναι έκπληξη αλλά όχι με την κακή έννοια, γιατί θα είναι χαμηλότερη σε σχέση με αυτή που μπορεί να περιμένει το κοινό.