Παρουσίαση Υamaha FZ6 Fazer 2002-2006 [αρχείο περιοδικού ΜΟΤΟ]

Ιαπωνική σπεσιαλιτέ
Από το

Μαύρο Σκύλο

26/4/2019

Το Yamaha FZ6 Fazer βγήκε στην παραγωγή το 2002 λόγω της έλευσης των προδιαγραφών Euro 2. Η Yamaha το ανανέωσε ριζικά παρουσιάζοντας ουσιαστικά μια νέα μοτοσυκλέτα που δεν είχε τίποτα κοινό με την προηγούμενη έκδοσή της –μέχρι και το όνομα τροποποιήθηκε- και ως σωστός διάδοχος συνέχισε την επιτυχία που είχε διαγράψει το προηγούμενο μοντέλο. Το FZ6 είχε μία μεγάλη εμπορική καριέρα κι έτσι μέχρι και σήμερα έχει έντονη παρουσία στους ελληνικούς δρόμους. Η συνταγή της επιτυχίας του υπάρχει στο άρθρο που αναδημοσιεύουμε απ’ το τεύχος 312 του ΜΟΤΟ: Τότε οι αναγνώστες μας μάθαιναν από πρώτο χέρι, για μία νέα μοτοσυκλέτα που άξιζε τα χρήματά της και στην πορεία του χρόνου δικαιωθήκαμε. Αναδημοσιεύουμε το πλήρες άρθρο όπως γράφτηκε τότε:

"Ιαπωνική σπεσιαλιτέ"

Ο σεφ της Yamaha, Yukata Kubo, αφού έμαθε ότι βγήκε από το μενού το περασμένο δημιούργημα της εταιρείας, προτείνει τo FZ6 Fazer. Στη χύτρα του στην Ιαπωνία, τσιγάρισε το πιρούνι του Fazer 1000, σοτάρισε το ψαλίδι του προηγούμενου 600, πέταξε μέσα τον κινητήρα του R6, συμπλήρωσε με Die-Cast πλαίσιο και έβαλε για γαρνιτούρα την εξάτμιση κάτω από τη σέλα, ψηφιακό πολυόργανο και μερικά μπαχαρικά. Εμείς δεχθήκαμε την πρόσκληση και δοκιμάσαμε το νέο πιάτο στον καθαρό αέρα των Αυστριακών Άλπεων

Το γνωστό μας και σχεδόν απαράλλακτο από το 1998 Fazer 600 έκανε τον κύκλο του και πλέον μπήκε στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Και αυτό, τη στιγμή που πουλούσε σαν ζεστό κουλούρι – αλλά, βλέπετε, οι νέες προδιαγραφές ρύπων Euro 2 επέβαλαν το οριστικό τέλος της πολύχρονης πορείας του. Ο ερχομός του νέου Fazer 600 ήταν αναμενόμενος και ήδη μέσα στον Οκτώβρη θα βρίσκεται στους αντιπροσώπους της Yamaha. Αν δούμε λίγο την πορεία της κατηγορίας των 600cc, θα διαπιστώσουμε πως το προηγούμενο Fazer έγραψε λαμπρή Ιστορία. Με το που παρουσιάστηκε, το 1998, εκτόξευσε τις πωλήσεις στην κατηγορία των street μοτοσυκλετών, κλέβοντας κοινό από τα cruisers και από άλλες διάφορες κατηγορίες. Ο πολύπλευρος χαρακτήρας του και η κλασική του όψη προσέλκυσαν πάνω από 100.000 αγοραστές, που αναλογούν στο 30% των πωλήσεων της κατηγορίας του. Σήμερα είναι πάλι μια καλή ευκαιρία για τη Yamaha, να χαράξει τη νέα πορεία της κατηγορίας, καθώς τα supersport έχουν πλέον αγριέψει πολύ και νιώθουν άνετα μόνο στις πίστες, οπότε αυτόματα δημιουργήθηκε η ανάγκη για ένα σύγχρονο all-round με τεχνολογία τελευταίας γενιάς.

Ο κλήρος έπεσε στον Yukata Kubo, τον δημιουργό του Fazer 1000, που τώρα είχε δύσκολη δουλειά να κάνει, αφού το νέο Fazer έχει ως μόνο κοινό σημείο με το παλιό το όνομά του. (Άλλωστε ακόμα και αυτό δέχτηκε επέμβαση, και από FZS 600 έγινε FZ6 Fazer – και FZ6 για τη γυμνή έκδοση). Ο Kubo χρειάστηκε τη συνεργασία αρκετών τμημάτων του εργοστασίου, αφού αυτή τη φορά δημιούργησε μια εντελώς νέα μοτοσυκλέτα με αρκετά καινοτομικά μέρη που για πρώτη φορά εφαρμόζονται σε μοντέλο της Yamaha. Κινητήρας από R6 με νέο ψεκασμό, νέα ηλεκτρονική μονάδα ECU και βεβαίως νέα εξάτμιση. Το χυτό αλουμινένιο πλαίσιο κατασκευάζεται για πρώτη φορά σε μοντέλο της Yamaha με τη μέθοδο Die-Cast (είχε χρησιμοποιηθεί για το R6 2003, στο υποπλαίσιο και το ψαλίδι) και δεν έχει πουθενά κολλήσεις. Ένα σωρό άλλες καινοτομίες και διαφορές στη γεωμετρία με το προηγούμενο μοντέλο, συνθέτουν ένα φρέσκο σύνολο, που έχει στόχο να γράψει τη δική του ιστορία μέσα στον χρόνο.

Το παρέσυρε το ρεύμα

Η σχεδιαστική άποψη που προτιμά τις μυώδεις κατασκευές επηρέασε και το νέο Fazer, που δείχνει προκλητικά τον high-tech κινητήρα και το ασύμμετρο αλουμινένιο πλαίσιό του. Οι τροχοί “πάχυναν”, αφού τα καινούργια ελαστικά έχουν μεγαλύτερες διαστάσεις σε σχέση εκείνα του παλιού Fazer: 120/70-17 σε 3,5’’ ζάντα μπροστά και 180/55-17 σε 5,5’’ ζάντα πίσω. Η Dunlop σχεδίασε τη σειρά D252 ειδικά για το νέο Fazer, μερικές πάντως παρτίδες του οποίου θα κυκλοφορούν και με λάστιχα της Bridgestone. Το σχήμα αυτού του “κακού” και μυώδους μηχανακίου φαίνεται περισσότερο στη γυμνή έκδοση, την οποία όμως δεν οδηγήσαμε στην Αυστρία, αφού θα αργήσει να κυκλοφορήσει και προφανώς δεν υπήρχαν πολλά “κομμάτια” έτοιμα. Κατά γενική άποψη, πάντως, το γυμνό είναι πολύ όμορφο, και μάλιστα υπάρχουν αρκετά αξεσουάρ που το αγριεύουν ακόμα περισσότερο.

Σε αυτή τη σιλουέτα λοιπόν τοποθετήθηκε το μισό φέρινγκ, που προσπαθεί να προστατέψει τον αναβάτη από την επίθεση του αέρα. Οι προβολείς, που μοιάζουν με του R1, δίνουν αρκετά επιθετική όψη. Η δυνατή πλευρά όμως δεν είναι η μπροστινή, αλλά η ουρά. Οι δύο εξατμίσεις που ξεπροβάλλουν κάτω από τη σέλα είναι άκρως εντυπωσιακές και προσεγμένα φινιρισμένες. Το ότι στην ουσία πρόκειται για ένα τελικό με δύο εξαγωγές δεν χαλάει κανέναν, απλώς θα βάλει σε δουλειά τους aftermarketάδες. Οι πεντάμπρατσες ζάντες σαν του R6 και η σέλα συγκαταλέγονται στα όμορφα σχεδιασμένα μέρη, ενώ το κλασικό ψαλίδι ορθογωνικής διατομής χαλάει κάπως το σύνολο.

Ο παράδεισος του στριτάκια

Με αφετηρία το Seefeld, οι άνθρωποι της Yamaha Ευρώπης είχαν σχεδιάσει μια διαδρομή στο επαρχιακό δίκτυο της δυτικής Αυστρίας, κοντά στα σύνορα με Ελβετία και Γερμανία. Οι μεγαλειώδεις Άλπεις συνθέτουν ένα μοναδικό τοπίο, με τα κοφτερά βράχια να περιτριγυρίζονται από καταπράσινα λιβάδια. Οι γνωστές αγελάδες των διαφημίσεων τριγυρνούν στους δρόμους, και από τα χωριά ξεκινούν τα τελεφερίκ που τον χειμώνα ανεβάζουν τους σκιέρ στις ατέλειωτες πίστες. Εκεί λοιπόν είναι ο παράδεισος των μοτοσυκλετιστών, και αυτή την εποχή είχαν γεμίσει τους δρόμους κατά εκατοντάδες. Η πίστα… συγνώμη, ο δρόμος, έχει άσφαλτο μέτριας ποιότητας για τα ευρωπαϊκά επίπεδα (αλλά πάρα πολύ καλή για τα ελληνικά δεδομένα), μέτριες προς κλειστές στροφές και μικρές ευθείες. Το καλύτερο πεδίο για τη δοκιμή μιας μοτοσυκλέτας τέτοιου είδους, δηλαδή. Καμιά εικοσαριά Fazer, λοιπόν, ξαμολήθηκαν στα βουνά με αναβάτες τρελαμένους δημοσιογράφους, και οι Έλληνες άρχισαν να καταλαβαίνουν γιατί στην Ευρώπη κυκλοφορούν τόσες πολλές street, όπως εδώ έχουμε τις on-off.

Το νέο Fazer σίγουρα είναι φτιαγμένο για τέτοιου είδους δρόμους και όχι μόνο. Η εργονομική σχεδίαση της θέσης οδήγησής του (λίγο πιο κοντά το τιμόνι και περισσότερος χώρος για τα πόδια σε σχέση με το παλιό) επιτρέπει την άνετη οδήγηση στις συνεχείς στροφές, χωρίς τίποτα επάνω του να ξενίζει ή να δυσκολεύει τον αναβάτη. Το μεγαλύτερο φέρινγκ παρέχει καλή προστασία, και μέχρι τα 140 χ.α.ώ. ο αέρας δεν ενοχλεί. Από εκεί και πάνω, απαιτείται ελαφρύ σκύψιμο.

Η άνεση βρίσκεται σε κορυφαία επίπεδα, και σ' αυτό συμβάλλει η καλοσχεδιασμένη σέλα που έχει επενδυθεί με αντιολισθητικό υλικό. Δείχνει σκληρή, αλλά στην πράξη είναι πιο ξεκούραστη από αυτή του παλιού μοντέλου. Μετά από πέντε ώρες συνεχούς οδήγησης στους δρόμους της Αυστρίας δεν υπήρξε δημοσιογράφος που να παραπονεθεί για κούραση ή πιάσιμο κάποιου σημείου του σώματός του.

Φρένο - πλάγιασμα - άνοιγμα γκαζιού, και πάλι από την αρχή. Αυτή η διαδικασία επαναλαμβάνεται συνεχώς στους φιδωτούς δρόμους, και αμέσως γίνεται αντιληπτή η καλή δουλειά που έκαναν οι “πλαισιάδες” της Yamaha. Σταθερότητα και προβλέψιμη συμπεριφορά είναι το κέρδος από την πιο αργή γεωμετρία, αλλά η ευκολία αλλαγής κατεύθυνσης ήρθε ως αποτέλεσμα της συγκέντρωσης των μαζών κοντά στο κέντρο βάρους. Γενικά η συμπεριφορά του νέου Fazer είναι ισορροπημένη, από την ήρεμη τουριστική οδήγηση έως τη γρήγορη σπορ. Την πιο θετική των εντυπώσεων αφήνει το 43άρι μπροστινό, που κάνει μεγάλη διαφορά σε σχέση με το 41mm του προηγούμενου μοντέλου. Το πίσω έδειξε λίγο νευρικό στις ανωμαλίες, αλλά δεν προβλημάτισε πουθενά μέσα στις στροφές.

Όσον αφορά τα φρένα, εδώ η προσπάθεια για μείωση του κόστους δεν επέφερε, ευτυχώς, μείωση της αποτελεσματικότητας. Οι δύο δίσκοι μπροστά συνεργάζονται άψογα με τις διπίστονες δαγκάνες με γλίστρα (αντί των τετραπίστονων του προηγούμενου), με αποτέλεσμα το endo να γίνεται το αγαπημένο παιχνίδι του ανήσυχου αναβάτη. Το πίσω είναι αρκετά δυνατό, κάτι που θα χρειαστεί με δύο άτομα και πράγματα.

Εuro 2 και πράσινα άλογα

Τα 98 άλογα του Fazer που ανακοινώνει η Yamaha είναι σίγουρα οικολογικά (πράσινα), αφού πρέπει να περνούν τις προδιαγραφές Euro 2. Ο κυψελωτός καταλύτης και το φιμωμένο τελικό κάνουν καλά τη δουλειά τους όσον αφορά το φυσικό περιβάλλον, αλλά μάλλον έδεσαν τα χέρια των μηχανικών της Yamaha στην προσπάθεια για καλύτερες επιταχύνσεις στις μεσαίες στροφές. Ακόμη και στη συνέντευξη Τύπου, το επιτελείο του Yukata Kubo δεν μπόρεσε να κρύψει την τρύπα (σε σχέση με το προηγούμενο μοντέλο) στο διάγραμμα της ροπής από τις 5.000-7.500 σ.α.λ. Βέβαια το διάγραμμα ήθελε να δείξει τη δουλειά που έχει γίνει στις χαμηλές στροφές (έως τις 5.000), όπου το νέο Fazer δείχνει πιο λειτουργικό και περισσότερο ελαστικό από το παλιό μοντέλο και από το R6. Το πλεονέκτημα αυτό θα φανεί μέσα στην κίνηση της πόλης, αλλά στην πράξη και στους έξω δρόμους ο κινητήρας εμφανίζεται φιμωμένος στις μεσαίες στροφές, δηλαδή στις εξόδους των στροφών.

Η σοβαρή επιτάχυνση έρχεται μόνο εφόσον το ψηφιακό στροφόμετρο σκαρφαλώσει κοντά στις 10.000 σ.α.λ. Από εκεί και πάνω πυροβολεί, όχι σαν R6, αλλά δυνατότερα και με μεγαλύτερη διάρκεια από το παλιό Fazer. Κρατώντας βέβαια τις στροφές ψηλά μπορείς να κινηθείς αρκετά γρήγορα, όμως μάλλον αυτό δεν είναι το ζητούμενο για το κοινό του Fazer. Να ’ναι καλά οι βελτιωτικοί οίκοι, που είναι σίγουρο ότι θα φτιάξουν τα πράγματα όπως πρέπει.

Βέβαια, οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις του κινητήρα δείχνουν ότι χαρίζουν στο νέο Fazer μικρή κατανάλωση και η αυτονομία πρέπει να είναι μεγαλύτερη, παρά το μικρότερο κατά 3 λίτρα ρεζερβουάρ (από 22 έγινε 19). Αναμένουμε το τεστ επί ελληνικού εδάφους για να αποφανθούμε.

Ήρθε για να μείνει

Το νέο Fazer είναι εδώ, έτοιμο να συνεχίσει την πορεία του προκατόχου του. Ως ένας από τους 100.000 κατόχους Fazer 600, καλωσορίζω τη νέα γενιά και αισθάνομαι περίφημα που το νέο μοντέλο κινείται στην ίδια φιλοσοφία με το παλιό. Χωρίς να έχουν ούτε μία βίδα κοινή, απευθύνονται στο ίδιο κοινό. Η διαφορά τους είναι ότι το νέο μοντέλο είναι προσαρμοσμένο στην εποχή του. Κάνει τα πάντα καλύτερα και το μόνο σημείο όπου μπορεί να χάσει από το παλιό είναι στον χαρακτήρα του κινητήρα.

Κρατώντας το κόστος χαμηλά (το νέο Fazer θα είναι ελάχιστα ακριβότερο από το υπάρχον), οι Ιάπωνες κατάφεραν να δημιουργήσουν μια σύγχρονη σε όψη μοτοσυκλέτα χωρίς να γίνουν θυσίες σε βασικές αρχές, όπως η φιλικότητα, η άνεση και η χρηστικότητα. Και, κατά την προσφιλή τους τακτική, άφησαν και μερικές βελτιώσεις για το μέλλον, αφού γνωρίζουν ότι το FZ6 Fazer ήρθε για να μείνει.

Με καρδιά supersport

Κινητήρας

Ο κινητήρας του R6 μεταφέρθηκε σχεδόν αυτούσιος στο νέο Fazer. Οι μόνες ουσιαστικές διαφορές πέρα από την εξωτερική εμφάνιση (αλλάχτηκαν μερικά καπάκια) είναι οι νέοι εκκεντροφόροι, που έχουν τον ίδιο χρονισμό με του παλιού Fazer, και τα διαφορετικά ελατήρια των βαλβίδων εισαγωγής. Ο ψεκασμός του είναι νέος και τοποθετείται για πρώτη φορά σε Yamaha. Οι αυλοί είναι 36mm. και τα jet ψεκάζουν σε δύο κατευθύνσεις. Ο ψεκασμός του καυσίμου δεν γίνεται πλέον κατά τη φάση της εξαγωγής (εισαγωγή – συμπίεση – ανάφλεξη – εξαγωγή), αλλά μοιράζεται σε δύο φάσεις: το 50% του καυσίμου ψεκάζεται κατά τη συμπίεση και το άλλο 50% κατά την εξαγωγή, αφού κατά τη διάρκεια των τριών σταδίων η βαλβίδα εισαγωγής παραμένει κλειστή. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την καλύτερη μείξη αέρα–βενζίνης, οπότε και την καλύτερη χρησιμοποίηση των μικρών ποσοτήτων καυσίμου, με συνέπεια την καλύτερη απόκριση στις χαμηλές στροφές. Στα πλαίσια των ρυθμίσεων για καλύτερες επιδόσεις στις μεσαίες στροφές, στο νέο φιλτροκούτι η εισαγωγή γίνεται προς τα κάτω και το φίλτρο έχει τοποθετηθεί κάθετα στη διαδρομή του αέρα και όχι οριζόντια επάνω από τους αυλούς του ψεκασμού. Η νέα μονάδα χρησιμοποιεί επεξεργαστή 32-bit CPU και έχει ρυθμιστεί για καλύτερη απόδοση χαμηλά. Τέλος, η εξάτμιση 4 σε 2 σε 1 περιλαμβάνει κυψελωτό καταλύτη (πίσω από το μοτέρ, κοντά στο αμορτισέρ) και βγαίνει κάτω από τη σέλα σε ένα μεγάλο τελικό (σε σχήμα κουτιού, σαν της 999) με δύο εξαγωγές.

Πλαίσιο  
Με τη μέθοδο "CF Die-Cast" κατασκευάστηκε το νέο αλουμινένιο πλαίσιο. Το κενό στα καλούπια έχει έξι φορές μεγαλύτερη υποπίεση απ' ό,τι με τις συμβατικές μεθόδους και η έκχυση του μετάλλου γίνεται με σταθερότερη θερμοκρασία και αρκετά πιο γρήγορα. Το αποτέλεσμα είναι αλουμίνιο καλύτερης ποιότητας, με δυνατότερη δομή. Κατασκευάζονται δύο τμήματα πλαισίου τα οποία βιδώνονται μεταξύ τους, και έτσι απουσιάζουν οι κολλήσεις. Σημαντικό σημείο του Fazer είναι η προσεγμένη εμφάνισή του, και αυτή επιτεύχθηκε εύκολα με τη νέα μέθοδο. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του είναι η ασυμμετρία των δύο κομματιών (δεξί – αριστερό). Στην αριστερή πλευρά υπάρχει ένας επιπλέον βραχίονας σε σχέση με τη δεξιά, που πάνω του στηρίζεται ο κινητήρας. Αυτός προέκυψε μετά από αρκετούς συνδυασμούς και αρκετές δοκιμές από τους Ιάπωνες εξελικτές. Το κέρδος σε βάρος του νέου πλαισίου είναι 7 κιλά σε σχέση με το προηγούμενο μοντέλο. Τέλος, το αλουμινένιο ψαλίδι μεγάλωσε αρκετά κατά 70mm, διατηρώντας όμως την ίδια όψη.
Γεωμετρία
Αυξημένες παρουσιάζονται οι διαστάσεις των γεωμετρικών χαρακτηριστικών: Κατά 23mm μεγάλωσε το μεταξόνιο, φτάνοντας τα 1.440, κατά μία μοίρα μεγάλωσε η γωνία κάστερ, φτάνοντας τις 25, και αντίστοιχα το ίχνος μεγάλωσε σχεδόν κατά 9mm, φτάνοντας τα 97,5. Αυτές οι διαστάσεις σημαίνουν μεγάλους χώρους και κατά συνέπεια άνεση. Επίσης, σε σχέση με το προηγούμενο Fazer έχει αλλάξει αρκετά η κατανομή του βάρους, που έγινε 51% μπροστά - 49% πίσω. Οι βασικές αλλαγές αφορούν τον κινητήρα, που πήγε 10mm πίσω και 5mm πάνω, και τον αναβάτη, που πήγε 8mm πιο μπροστά. Η μπαταρία, που είναι ένα από τα βαρύτερα εξαρτήματα, τοποθετήθηκε μπροστά, κάτω από ρεζερβουάρ και φιλτροκούτι. Γενικά έγινε μια προσπάθεια συγκέντρωσης των μαζών προς το κέντρο, με εμφανή πλεονεκτήματα στην οδική συμπεριφορά. 
 
Αναρτήσεις – Φρένα 
Μπροστά χρησιμοποιήθηκε το 43άρι πιρούνι του Fazer 1000, χαρίζοντας μεγαλύτερη διαδρομή σε σχέση με το παλιό 600, αλλά δεν έχει τις ρυθμίσεις προφόρτισης των ελατηρίων. Πίσω υπάρχει μονό αμορτισέρ, χωρίς μοχλικό και άλλη ρύθμιση πέρα από την προφόρτιση. Τα μπροστινά φρένα έχουν αναλάβει δύο δίσκοι 298mm με δαγκάνες δύο εμβόλων και γλίστρα, κατασκευασμένες από μικρό ιαπωνικό οίκο. Πίσω βρίσκουμε τη διπίστονη δαγκάνα της Nissin που υπάρχει και στο R6.
 
Εξοπλισμός  
Στο ψηφιακό πολυόργανο υπάρχει πλέον και ένδειξη θερμοκρασίας του νερού στον κινητήρα, η σέλα έχει αντιολισθητικό υλικό και εργονομική σχεδίαση, παρέχοντας μεγάλη άνεση, ενώ τοποθετήθηκαν και χερούλια για τον συνεπιβάτη. Ευτυχώς, εκτός του μονού σταντ, συνεχίζει να υπάρχει και το διπλό.
 
Οι διαφορές του γυμνού μοντέλου από το Fazer είναι η απουσία φέρινγκ, ο διαφορετικός προβολέας, το ίσιο τιμόνι, οι διαφορετικοί καθρέφτες και διαφορετικό κάλυμμα του ψυγείου νερού. Τα χρώματά του θα είναι το κόκκινο της λάβας, το μαύρο και το ασημί. 
 
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Κατασκευαστής / Μοντέλο:
YAMAHA / FZ6 FAZER *(FZS 600 02)
Αντιπρόσωπος / Εισαγωγέας:
Μοτοδυναμική Α.Ε.E.
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος
2.095mm (2.080)
Ύψος
1.215mm (1.170)
Μεταξόνιο
1.440mm (1.415)
Απόσταση από έδαφος
130mm (130)
Ύψος σέλας
795mm (790)
Ίχνος
97,5mm (88)
Γωνία κάστερ
25° (24ο)
 
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
 
Τύπος:
Τετράχρονος τετρακύλινδρος σε σειρά, με 2 ΕΕΚ και 4 βαλβίδες ανά κύλινδρο
Διάμετρος x Διαδρομή (mm):
65,5 x 44,5 (62 x 49,6)
Χωρητικότητα (cc):
600 (599)
Σχέση συμπίεσης:
12,2 : 1 (12:1)
Ανάφλεξη:
Ψηφιακή
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός με αυλούς διαμέτρου 36mm (Καρμπυρατέρ Mikuni 33mm)
Σύστημα εξαγωγής:
4 σε 2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
 
Τύπος συμπλέκτη:
Υγρός πολύδισκος, οδήγηση με ντίζα
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια / 1,955 (1,708)
Σχέσεις ταχυτήτων:
 
1: 2,846 2: 1,947 3: 1,556 4: 1,333 5: 1,190 6: 1,083
Τελική μετάδοση / σχέση:
2,875
Συνολικές σχέσεις ταχυτήτων:
1: 15,996 2: 10,943 3: 8,745 4: 7,492 5: 6,688 6: 6,087
ΠΛΑΙΣΙΟ
 
Τύπος:
Αλουμινένιο, ανοιχτό, με τον κινητήρα ενεργό μέρος του. Κατασκευάζεται με τη μέθοδο Die-Cast σε δύο τμήματα, τα οποία βιδώνονται (χωρίς κολλήσεις)
Πλάτος (mm):
750 (710)
Βάρος κενή / γεμάτη (kg):
187 / – (189 / –)
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
19 / 3,5 (22 / 3,6)
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
 
Εμπρός
 
Τύπος:
Συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm):
130 (120)
Διάμετρος (mm):
43 (41)
Ρυθμίσεις:
– (προφόρτιση ελατηρίου)
Πίσω
 
Τύπος:
Μονό αμορτισέρ monocross, χωρίς μοχλικό (με μοχλικό) 
Διαδρομή (mm):
130 (120)
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου
ΦΡΕΝΑ
 
Εμπρός:
Δυο δίσκοι διαμέτρου 298mm με διπίστονες δαγκάνες και γλίστρα (Δίσκοι 298mm, τετραπίστονες) 
Πίσω:
Δίσκος διαμέτρου 245mm με δαγκάνα δύο εμβόλων
ΤΡΟΧΟΙ
 
Εμπρός
 
Ελαστικό / διάσταση:
120/70-17 ZR (110/70-17)
Ζάντα:
Αλουμινένια, 3,50 x 17 (3 x 17)
Πίσω
 
Ελαστικό / διάσταση:
180/55 – 17 ZR (160/60-17)
Ζάντα:
Αλουμινένια, 5,5 x 17 (5 x 17)
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
 
Ισχύς εργοστασίου (hp/rpm):
98/12.000 (95/11.500)
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm):
6,4/10.000 (6,2/9.500)
Ειδική ισχύς (hp/lt):
163,3 (158,5)
Κιλά/ίππο κενή / γεμάτη:
1,90 / – (1,99 / – )
Θεωρητική ταχύτητα (km/h) ανά σχέση στο κόκκινο (14.000 rpm):
1: 104 2: 152 3: 190 4: 222 5: 248 6: 273
Στροφές κινητήρα στα 100 km/h:
5.150
Μέγιστη γραμμική ταχύτητα εμβόλου στο κόκκινο (14.000 rpm):
20,76

*Σε παρένθεση οι τιμές για το προηγούμενο μοντέλο

Ετικέτες

Ελληνική παρουσίαση Neo Sports Café

Πρώτες οδηγικές εντυπώσεις από το νέο CB 300R
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

6/8/2018

Σε ένα όμορφο all day bar στα βόρεια προάστια, ο όμιλος επιχειρήσεων Σαρακάκης, επίσημος αντιπρόσωπος της Honda στην Ελλάδα, αποφάσισε να παρουσιάσει τη νέα οικογένεια των Neo Sports Café. Δυστυχώς ο καιρός δεν ήταν με το μέρος μας με αποτέλεσμα να εμφανίζονται βροχοπτώσεις τις πρώτες ώρες. Η αναλυτική παρουσίαση της σειράς ήταν προετοιμασμένη από τους αντιπρόσωπους της Honda, έχοντας όλες τις απαραίτητες λεπτομέρειες για το κάθε μέλος της σειράς. Η οικογένεια αποτελείται από τη ναυαρχίδα της σειράς, το ανανεωμένο CB 1000R, που έχει επανασχεδιαστεί πλήρως με το σχεδιασμό να ακολουθεί το μότο “επιστροφή στις ρίζες”, έτσι με τις μινιμαλιστικές γραμμές μειώνει το συνολικό του όγκο, αφήνοντας με την απλή σχεδίαση τον κινητήρα σε κοινή θέα να τραβάει τα βλέμματα, με το εξαιρετικό του φινίρισμα. Κατασκευασμένο στην Ιαπωνία όλο το σύνολο εκπέμπει υψηλή ποιότητα κατασκευής, ενώ παράλληλα η Honda εστίασε στην απόλαυση της οδηγικής εμπειρίας (το οποίο μπορείτε να δείτε αναλυτικότερα εδώ).

Την οικογένεια ολοκληρώνουν τα CB 300R και CB 125R που έχουν μεγάλη απόσταση από τη ναυαρχίδα, γεγονός που προμηνύει τον ερχομό ενός νέου μεσαίου κυβισμού μοντέλου στην οικογένεια που θα γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ τους, ολοκληρώνοντας τη σειρά.

Κοινή φιλοσοφία

Τα CB 300R και 125R είναι μάλλον για τους περισσότερους από εμάς πανομοιότυπα στο μάτι, όμως υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές. Συγκεκριμένα η εργονομία της θέσης οδήγησης είναι εντελώς διαφορετική ανάμεσα στις δύο μοτοσυκλέτες. Στο 125R η θέση είναι πιο όρθια, θυμίζοντας περισσότερο τη θέση οδήγησης των MT-09 και κυρίως του Duke 390. Η απόσταση του τιμονιού από το κορμό του αναβάτη είναι σχετικά μικρή, δίνοντας μια όρθια στάση σε αντίθεση με το 300R που είναι πιο κοντά στη κλασσική θέση οδήγησης μιας τυπικής μοτοσυκλέτας δρόμου. Το μεσαίο μοντέλο έχει λίγο μεγαλύτερο μεταξόνιο στα 1352mm κερδίζοντας σταθερότητα, ενώ η  γωνία κάστερ είναι 24ο προσφέροντας περισσότερη ευελιξία. Το 125R έχει μικρότερο μεταξόνιο (1345mm) που προσφέρει ευελιξία, ενώ η λίγο μεγαλύτερη γωνία κάστερ των 24,2ο αντισταθμίζει τα πράγματα επιτυγχάνοντας μια αντίστοιχη ισορροπία στα συνολικά γεωμετρικά χαρακτηριστικά της. Το ρεζερβουάρ είναι και αυτό διαφορετικής σχεδίασης με τις γραμμές να κυριαρχούν περισσότερο στο 125, ενώ είναι εξοπλισμένο με διακοσμητικούς αεραγωγούς. Τέλος η απόσταση από το έδαφος στο 300 είναι μεγαλύτερη κατά 11mm (151mm)  και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η εξάτμιση βρίσκεται στο πλάι αντί κάτω από το κινητήρα όπως στο 125. Αποτελεί έτσι μια πιο ευδιάκριτη διαφορά, όπως η καρίνα που έχει το μικρότερο μέλος τη οικογένειας, προσφέροντας ένα πιο συμπαγές σύνολο. Η ποιότητα κατασκευής τους είναι εξαιρετική παρά το γεγονός ότι κατασκευάζονται εκτός Ιαπωνίας.

 

Το ατσάλινο σωληνωτό πλαίσιο έχει σχεδιαστεί με γνώμονα τη συγκέντρωση του βάρους της μοτοσυκλέτας χαμηλά κάτω από τον αναβάτη, προσφέροντας ευελιξία και σταθερότητα. Η μπαταρία μεταφέρθηκε πίσω από το λαιμό του πλαισίου στην ίδια θέση που βρίσκεται και στην RC213V-S. Με το χώρο που δημιουργήθηκε κάτω από τη σέλα του αναβάτη τοποθετήθηκε το νέο φιλτροκούτι που είναι παρόμοιο με αυτό των τελευταίων MX CRF, δημιουργώντας έτσι μια ευθύγραμμη πορεία στον εισερχόμενο αέρα και χαρίζει καλύτερη ακουστική στον αναβατή κατά τις επιταχύνσεις όπως κάνει τα τελευταία χρόνια η Kawasaki. Το ατσάλινο ψαλίδι είναι νέου σχεδιασμού, με μεταβλητό πάχος για την επίτευξη χαμηλότερου βάρους, στηρίζοντας το αμορτισέρ αερίου και λαδιού, το οποίο δένει πάνω σε μια ατσάλινη πλάκα ώστε να ελαττωθεί το φορτίο στο κυρίως πλαίσιο και να ενισχύσει το καλύτερο έλεγχο της μοτοσυκλέτας.

 

Η μπροστινή δαγκάνα είναι η ίδια με του Africa Twin και συνδυάζεται με το πλευστό δίσκο 296mm που συμβάλλει στη ευστάθεια της μοτοσυκλέτας κατά το φρενάρισμα. Η μονάδα ABS είναι δικάναλη και οι CB 125R και CB 300R αποτελούν τις πρώτες μοτοσυκλέτες των κατηγοριών τους που έχουν ABS εξοπλισμένο με IMU (μονάδα μέτρησης αδράνειας). Ο ρόλος του IMU που μετρά 100 φορές το δευτερόλεπτο την αδρανειακή κατάσταση της μοτοσυκλέτας, είναι να εξασφαλίζει την επαφή του πίσω τροχού με την άσφαλτο κατά το φρενάρισμα, μέσω της παρέμβασης του στη λειτουργία του ABS μπρος και πίσω, ενισχύοντας έτσι την ευστάθεια της μοτοσυκλέτας κατά την επιβράδυνση. Οι ζάντες είναι αλουμινίου 17 ιντσών και έχουν την ίδια φιλοσοφία σχεδιασμού με το CB 1000R.

Το μικρό μοτοσυκλετάκι κερδίζει τα βλέμματα με τον εξοπλισμό που προσφέρει ο οποίος προέρχεται από μεγαλύτερες μοτοσυκλέτες, με αποτέλεσμα να ξεγελά εύκολα τα βλέμματα, δίνοντας την εντύπωση πως πρόκειται για μια μεγαλύτερη μοτοσυκλέτα. Αυτή η εντύπωση οφείλεται στο ανεστραμμένο μπροστινό πιρούνι των 41mm, στη τεχνολογία LED που βρίσκεται παντού, στο ποιοτικό όργανο καθώς και τη ποιοτική βαφή των πλαστικών του. Τα μόνα στοιχεία που μαρτυρούν ότι πρόκειται για μια μοτοσυκλέτα μικρού κυβισμού είναι τα μικρά λάστιχα, το ένα δισκόφρενο μπροστά καθώς και ο ήχος που παράγει ο κινητήρας όταν δουλεύει. Ο υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος κινητήρας των 124.7cc, είναι διβάλβιδος με έναν επικεφαλή εκκεντροφόρο και παράγει 13,32 άλογα στις 10.000 στροφές και 1,01 κιλό ροπής στρέψης στις 8.000. Το βάρος του CB 125R ανέρχεται στα 126 κιλά με υγρά, έχοντας αναλογία βάρους 51,6% μπροστά και 48,4% πίσω, ενώ η Honda υποστηρίζει ότι είναι το ελαφρύτερο της κατηγορίας.

Το CB 300R μπερδεύει ευκολότερα τα βλέμματα καθώς έχει τα ίδια στοιχεία με το μικρότερο αδερφάκι του, όμως η εξάτμιση του έχει σχεδιαστεί κατ’ εικόνα της ναυαρχίδας, με αποτέλεσμα όταν τη βλέπεις από πίσω να σε ξεγελά προς στιγμήν πως πρόκειται για τη μεγαλύτερη έκδοση. Ο υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος κινητήρας των 286cc έχει 4Β/Κ και 2ΕΕΚ, παράγοντας έτσι 31,4 άλογα στις 8.500 στροφές και 2,8 κιλά ροπής στρέψης στις 7.500. Το 300R έχει μόλις 17 κιλά παραπάνω από το 125R φτάνοντας τα 143 με υγρά, όντας πιστόβαρο με αναλογία 49,6% μπροστά και 50,4% πίσω, με τη Honda να δηλώνει πως και αυτό κατακτά τη πρώτη θέση στη κατηγόρια του ως το ελαφρύτερο.

Πρώτες εντυπώσεις για το CB 300R

Με τον καιρό να κάνει του κεφαλιού του, αποφασίζοντας να βρέξει με δόσεις τις πρώτες ώρες της παρουσίασης και τον περιορισμένο χρόνο στο πρόγραμμα της παρουσίασης είχαμε την ευκαιρία να πάρουμε μόνο μια μικρή γεύση του CB 300R. Το μικρό μεταξόνιο του δεν γίνεται αντιληπτό παρατηρώντας το στατικά με αποτέλεσμα μόλις καθίσεις πάνω του να σε εκπλήσσει, κάνοντας σε να πιστεύεις πως μίκρυνε. Η θέση οδήγησης έχει ένα sport άρωμα καθώς σε τοποθετεί λίγο μπροστά με τα χέρια να είναι ελαφρώς κλειστά και τα πόδια σχηματίζουν λίγο κλειστή γωνία, καθιστώντας εύκολη τη φόρτιση του μπροστινού όποτε το επιθυμείς στις στροφές. Ο πολύστροφος μονοκύλινδρος κινητήρας του ανεβάζει στροφές με γρήγορους ρυθμούς μέχρι το κόκκινο στις 11.000, υπογραμμίζοντας τη λέξη Sport από το όνομα της οικογένειας. Το κιβώτιο ταχυτήτων είναι υποδειγματικό στη λειτουργία του όντας αθόρυβο και ο λεβιές ταχυτήτων είναι ακριβείς και έχει βελούδινη αίσθηση όπως η μανέτα του συμπλέκτη, ενώ το μοναδικό πταίσμα που μπορεί να του προσάψει κανείς είναι πως όταν θέλεις να βάλεις πρώτη στο φανάρι πρέπει να κάνεις ελαφρώς μπροστά ή πίσω μέχρι να κουμπώσει. Οι sport καταβολές του γίνονται διακριτές και στο τομέα των αναρτήσεων, με το ανεστραμμένο πιρούνι της Showa να προσφέρει την κατάλληλη σκληρότητα και να παρέχει σιγουριά στον αναβάτη να κλείσει τη γραμμή του άφοβα όταν στρίβει. Τα φρένα αποδίδουν εξαιρετικά με καλό αρχικό δάγκωμα και καλή προοδευτικότητα. Το ζύγισμα του είναι καλά μελετημένο με το συγκέντρωση των μαζών να βρίσκεται όσο το δυνατών χαμηλότερα και κοντά στο κινητήρα με αποτέλεσμα να είναι άκρως ευέλικτη και εύκολη στις απότομες αλλαγές πορείας ή στους ελιγμούς. Το φιλτροκούτι είναι ειδικά μελετημένο για να προσφέρει στον αναβάτη έναν ήχο που εξιτάρει την ακοή, θυμίζοντας κατά την επιτάχυνση τη sport φιλοσοφία του σχεδιασμού του κινητήρα. Τέλος η συνολική συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας απορρέει ένα αίσθημα σταθερότητας και προσφέρει σιγουριά στον αναβάτη με την ποιότητα κύλισης να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα. Ανυπομονούμε να το δοκιμάσουμε (αυτό και τα υπόλοιπα μοντέλα) ενδελεχώς στο άμεσο μέλλον καθώς πρόκειται για μια ποιοτική μοτοσυκλέτα που συνδυάζει το sport χαρακτήρα με τη ξεχωριστή σχεδίαση που προέρχεται από τις ρίζες του γενεαλογικού δέντρου της σειράς CB που τόσα χρόνια προσφέρει μοτοσυκλέτες καθημερινής μετακίνησης με sport καταβολές.

Δείτε αναλυτικά όλες τις φωτογραφίες της παρουσίασης

Ετικέτες