Australian tour (Μέρος Α')

Στο μεγάλο νησί του Νότου
Από τον

Κωνσταντίνο Μητσάκη

11/8/2017

Κόκκινη άμμος, επίπεδη απεραντοσύνη, καθάριος ουρανός, ατίθασα ωκεάνια νερά, ατέρμονες ευθείες, ερημική βλάστηση, το σκηνικό του τόπου. Ανεμπόδιστη ματιά, εκκωφαντική σιωπή και δυσβάστακτη μοναξιά, το σενάριο του δρόμου. Είναι κάποια μέρη στον κόσμο που μοιάζουν να φτιάχτηκαν αποκλειστικά για τους μοναχικούς οδικούς ταξιδιώτες –σκληρά, αφιλόξενα, μακρινά. Η Αυστραλία, η μικρότερη ήπειρος του κόσμου, είναι ένα από αυτά…

Γιατί όμως εσύ, ο μοναχικός μοτοσυκλετιστής ταξιδιώτης, πρέπει να πας εκεί; Μήπως επειδή σε έλκει το ταξίδι της ματιάς στο βάθος του επίπεδου ορίζοντα; Νιώθεις επιτακτική την ανάγκη της ενδοσκόπησης και της καθημερινής συνομιλίας με τον εαυτό σου; Απεχθάνεσαι τον κοσμοπολιτισμό και λατρεύεις τις σαγηνευτικές προκλήσεις μιας ανόθευτης φύσης; Ή γιατί θέλεις να γευτείς το αίσθημα της απόλυτης ελευθερίας πάνω σε δυο τροχούς;

Γιατί πρέπει τελικά να πας στην Αυστραλία; Για όλα τα παραπάνω φυσικά, αλλά και για πολλά ακόμα… Στο μακρινό νησί του Νότου θα κεράσεις την ψυχή σου με τα πιο αιματοβαμμένα ηλιοβασιλέματα. Θα νιώσεις τον άνεμο της ερήμου (Outback) να παίρνει μακριά τις περιττές σκέψεις και έγνοιες του μυαλού σου. Θα ταξιδέψεις πάνω στα ίχνη πρωτοπόρων εξερευνητών, θα γνωρίσεις ένα ιδιόρρυθμο όσο και μοναδικό οικοσύστημα και θα αφουγκραστείς με σπαραγμό καρδιάς τις υπαρξιακές ανησυχίες και τα ανεκπλήρωτα όνειρα των ιθαγενών Αβοριγίνων.

Από ένα δίτροχο ταξίδι γνωριμίας και στοχασμού στην κατακόκκινη Αυστραλία των καγκουρό, σίγουρα θα θελήσεις να κρατήσεις δικό σου για πάντα ένα μικρό κομμάτι της… Εγώ, αντίθετα, από τον τόπο όπου γεννήθηκα πριν πενήντα χρόνια και πέρασα τα ξένοιαστα παιδικά μου χρόνια, έχω φυλαγμένο βαθιά στα εσώψυχά μου ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που κάθε δέκα χρόνια επιστρέφω στο μεγάλο νησί του Νότου και το εξερευνώ με μια μοτοσυκλέτα. Το έχω υποσχεθεί στον εαυτό μου και προσπαθώ –παρά τις όποιες δυσκολίες και τα απρόβλεπτα της ζωής– να το τηρώ ευλαβικά. Και τώρα βρισκόμουν για τρίτη φορά στους αντίποδες της γης, κρατώντας το τιμόνι μιας μοτοσυκλέτας….

Ένας Αρκάς στην Αυστραλία

Διασχίζοντας εκείνο το ηλιόλουστο απόγευμα με την μαύρη ΚΤΜ 1050 Adventure την εμβληματική γέφυρα Harbour Bridge του Sydney, το οδοιπορικό "Australian Tour 2015" ξεκινούσε με αφετηρία την κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα της πολιτείας New South Wales (Ν.S.W).

Τι εστί όμως "Australian Tour 2015" στην πράξη; Η κόκκινη γραμμή του χάρτη περιλάμβανε οδικό πέρασμα μέσα από έξι πολιτείες (New South Wales, Queensland, Northern Territory, Western Australia, South Australia, Victoria) και γνωριμία με έξι μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας (Darwin, Alice Springs, Perth, Adelaide, Melbourne, Canberra). Αναμφισβήτητος πρωταγωνιστής θα αποτελούσε το ερημικό οικοσύστημα της Outback (η επίπεδη αυστραλιανή ενδοχώρα), ενώ στην διάρκεια του ταξιδιού θα έπρεπε να λάβω σοβαρά υπ’ όψιν τις καιρικές συνθήκες του νοτίου ημισφαιρίου (χειμώνας), την οδήγηση σύμφωνα με τα βρετανικά οδικά πρότυπα (οδηγούν ανάποδα), τις τεράστιες αποστάσεις ανάμεσα στα αστικά κέντρα (καταραμένη μοναξιά) και την αυστηρή αστυνόμευση του οδικού δικτύου, κυρίως στις ανατολικές και νοτιοανατολικές περιοχές της χώρας.

Κι ενώ μια τεράστια λαχτάρα οδηγούσε την ανυπόμονη ψυχή μου στα μονοπάτια αυτού του νέου ταξιδιού στην Αυστραλία, ο λογισμός μου έτρεχε πίσω, στις επτά μέρες που έμεινα στο Sydney, περιμένοντας την άφιξη και τον εκτελωνισμό της μοτοσυκλέτας, η οποία ήρθε ατμοπλοϊκώς από την Ελλάδα μετά από 45 θαλασσοδαρμένες μέρες.

Τι να πρωτοθυμηθώ! Βίωσα συγκινησιακά φορτισμένες στιγμές όταν "χάθηκα" στις αγκαλιές και στα φιλιά των αγαπημένων μου συγγενικών προσώπων - θείοι, ξαδέλφια, κουμπάροι, ανήψια, αλλά και πολλοί γνωστοί. Ανταλλαγές δώρων, απανωτά τραπεζώματα, γέλια, αναμνήσεις και ατελείωτες συζητήσεις γύρω από τα τεκταινόμενα στην μητέρα Ελλάδα (για το επερχόμενο μνημόνιο Νο 3 και το αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα).

Τι άλλο έκανα; Δεν παρέλειψα να περπατήσω για πολλοστή φορά στους δρόμους του κοσμοπολίτικου Sydney, του πολυπληθέστερου αστικού κέντρου της Αυστραλίας. Με καταλύτη το υδάτινο στοιχείο του ωκεανού, η πόλη που με μεγάλωσε είναι μια πανέμορφη μητρόπολη που αντανακλά την κυρίαρχη αγγλοσαξωνική κουλτούρα της χώρας και διαθέτει σύγχρονη αισθητική, υψηλή ποιότητα ζωής και μοναδικά τουριστικά αξιοθέατα (Harbour Bridge, Opera House, Darling Harbour).

Το γεγονός πάντως που έμελλε να χαραχτεί ανεξίτηλα στην μνήμη μου ήταν η υποδοχή και η στήριξη (ηθική και υλική) που γνώρισα από τον Παναρκαδικό Σύλλογο Νέας Νότιας Ουαλίας (Panarcadian Association of N.S.W) – καθότι Αρκάς κι εγώ… Ένα ανυπέρβλητο συναίσθημα χαράς πλημμύρισε κάθε κύτταρο του κορμιού μου όταν βρέθηκα ανάμεσα σε Έλληνες μετανάστες πρώτης και δεύτερης γενιάς που ακόμα διατηρούν έντονη την ελληνική συνείδηση και την πολιτισμική τους ταυτότητα.

Μόνο στο Sydney υπάρχουν περίπου 200.000 Έλληνες, σε σύνολο 750.000 που βρίσκονται σκορπισμένοι σ’ όλη την Αυστραλία. Πρόκειται για τους περήφανους ακρίτες και θεματοφύλακες του απόδημου ελληνισμού, που βρέθηκαν στους μακρινούς αντίποδες της γης ορμώμενοι από το σύνδρομο του Οδυσσέα. Όπως άλλωστε και ο πατέρας μου!

Προς μεγάλη μου έκπληξη, το διοικητικό συμβούλιο του Παναρκαδικού Συλλόγου (Κώστας Αργυρόπουλος, Στέλιος Θεοδωρέλος, Φίλιππος Κοΐνης, Κώστας Κούρτης), με επικεφαλή τον πρόεδρο Παναγιώτη Σουλελέ, οργάνωσαν μια μικρή συγκινητική τελετή αναχώρησης μπροστά από τα γραφεία του συλλόγου (Pan-Arcadian House), στο προάστιο Randwick. Έτσι, με τις θερμές ευχές των Ελλήνων Αρκάδων, ξεκίνησε η δίτροχη αυστραλιανή περιπέτεια "Australian Tour 2015". Είχα να διατρέξω περίπου 18.000 χιλιόμετρα στο κορμί της Αυστραλίας και ο χρόνος είχε αρχίσει πλέον να μετρά αντίστροφα…

 

Οι Τρεις Αδελφές

Δυο μέρες αφότου αποχαιρέτησα το Sydney έφτασα στην πόλη Broken Hill (1.130 χλμ. μακριά από το Sydney), κοντά στα νοτιοδυτικά σύνορα της πολιτείας N.S.W. Έχοντας αφήσει πίσω μου την οροσειρά Blue Mountains, με τους αμέτρητους κατάφυτους λόφους, τις μικρές εύφορες κοιλάδες και τις πανομοιότυπες κωμοπόλεις, η περίοδος προσαρμογής στους δρόμους της Αυστραλίας ολοκληρώθηκε δίχως ιδιαίτερα προβλήματα.

Η πιο δυνατή στιγμή της διαδρομής ήταν αναμφίβολα η στάση στην πόλη Katoomba (95 χιλιόμετρα δυτικά του Sydney), για να θαυμάσω τo βραχώδη μνημείο "Three Sisters". Πρόκειται για ένα σχηματισμό τριών βράχων από ψαμμίτη που υψώνονταν θεαματικά πάνω από την κοιλάδα Jamison. Σύμφωνα μ’ έναν τοπικό μύθο των Αβοριγίνων, οι βράχοι "Three Sisters" ήταν τρεις αδελφές (Meehni, Wimlah και Gunnedoo) της τοπικής φυλής Katoomba, που ζούσαν κάποτε στην παρακείμενη κοιλάδα.

Λίγο πριν περάσω τα σύνορα της Ν.S.W και βρεθώ στα γεωγραφικά όρια της πολιτείας South Australia, έγινε η πρώτη επαφή μου με τους τοπικούς άρχοντες του νόμου. Έχοντας περάσει κατά πέντε ολόκληρα χιλιόμετρα το όριο ταχύτητας (115 χλμ/ώρα αντί 110), θεωρήθηκα ένας στυγνός εγκληματίας και ακινητοποιήθηκα στην άκρη του δρόμου από τους άνδρες ενός περιπολικού, οι οποίοι, μόλις διαπίστωσαν το έγκλημα που είχα διατελέσει, έσπευσαν να με καταδιώξουν. Ευτυχώς, η δικαιολογία του νέο-αφιχθέντος στην χώρα τους "Overseas Traveler" που επικαλέστηκα και το περίλυπο –σχεδόν ικετευτικό– ύφος μου (το πρόστιμο για την παράβαση του ορίου ταχύτητας ξεκινά από τα 600 δολάρια Αυστραλίας), τους καλμάρισε και απομάκρυνε το ενδεχόμενο μιας οδυνηρής κλήσης. Μετά τις σχετικές νουθεσίες και τα λεκτικά "μαστιγώματα" που δέχτηκα, συνέχισα τον δρόμο μου σε ρυθμούς χελώνας και με την ψυχολογία στα τάρταρα…

Σχετικά με την αυστηρή αστυνόμευση των δρόμων και την αδιαλλαξία των Αρχών απέναντι στις όποιες παραβατικές συμπεριφορές των Αυστραλών οδηγών, είχε φροντίσει να με ενημερώσει (και να με προειδοποιήσει φυσικά) ο Ελληνο-Αυστραλός δημοσιογράφος και φίλος Δημήτρης Καμετόπουλος. Μόνιμος κάτοικος Sydney και κάτοχος μιας Suzuki GSX-R1000 K8, ο Δημήτρης (όπως και αρκετοί άλλοι συνειδητοποιημένοι ντόπιοι μοτοσυκλετιστές) ήταν αγανακτισμένος με την αυστηρότητα και την παράνοια των νόμων, όσον αφορά την οδήγηση μοτοσυκλέτας στους δρόμους της Αυστραλίας. Πριν ακόμα "βάλω ρόδα" στην Αυστραλία, μέσω της ιστοσελίδας www.trellamotorcycles.blogspot.com.au που διαχειρίζεται ο ίδιος, είχα την ευκαιρία να συλλέξω χρήσιμες οδικές πληροφορίες και να ενημερωθώ για τις δραστηριότητες της πολυπληθέστατης μοτοσυκλετιστικής κοινότητας του Sydney.

Μάλιστα, στα πλαίσια του ταξιδιού μου στην Αυστραλία, ο Δημήτρης (με την ιδιότητα του ραδιοφωνικού παραγωγού-δημοσιογράφου) μου πήρε μια συνέντευξη που μεταδόθηκε ζωντανά από την συχνότητα του Ελληνικού Προγράμματος της Κρατικής Ραδιοφωνίας Αυστραλίας (SBS), μια εβδομάδα πριν την άφιξή μου στο Sydney. Ενώ παράλληλα, μ’ ένα εκτενέστατο ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκε στην ελληνική εφημερίδα "Cosmos" του Sydney, ο αεικίνητος συνάδελφος ενημέρωνε τους ομογενείς για το επικείμενο ταξίδι μου με την μαύρη KTM στο μακρινό νησί της Ωκεανίας.

Μόνο στο Sydney υπάρχουν περίπου 200.000 Έλληνες, σε σύνολο 750.000 που βρίσκονται σκορπισμένοι σ’ όλη την Αυστραλία

 

Καταραμένα capital controls

Είχαν περάσει περίπου δυο βδομάδες από την στιγμή που πάτησα το πόδι μου στην Αυστραλία. Διατρέχοντας την απόσταση των 480 χιλιομέτρων που χώριζαν την πόλη Broken Hill από την Port Augusta (της πολιτείας South Australia), είχα πλέον εγκλιματιστεί στους ρυθμούς της τοπικής καθημερινότητας και όλα φαίνονταν να είναι under control. Μέχρι που εκείνο το αλησμόνητο πρωινό ανακάλυψα έντρομος ότι οι πιστωτικές κάρτες που είχα μαζί δεν δούλευαν, ήταν άχρηστες. Η αιτία; Μα φυσικά, τα περίφημα capital controls των ελληνικών τραπεζών...

Στην αρχή πίστεψα πως επρόκειτο για σενάριο επιστημονικής φαντασίας, σύντομα όμως προσγειώθηκα στην απίστευτη πραγματικότητα. Μια δυσάρεστη, όσο και απρόβλεπτη οικονομική-πολιτική εξέλιξη στην Ελλάδα, είχε ως συνέπεια να ξεμείνω από χρήμα, εδώ, στην άλλη άκρη του κόσμου. Για τις επόμενες τρεις βδομάδες, μέχρι να ξεμπλοκαριστούν οι πιστωτικές κάρτες και να γίνονται ξανά αποδεκτές από το τοπικό τραπεζικό σύστημα (έστω και με μειωμένο πιστωτικό όριο) τα "είδα όλα". Βρέθηκα ξαφνικά με ελάχιστα μετρητά πάνω μου, ενώ δεν είχα καμία αξιόπιστη ενημέρωση (από την Ελλάδα) για το πότε θα άρχιζαν να επαναλειτουργούν οι πιστωτικές κάρτες.

Μπροστά στο ορατό ενδεχόμενο να εγκλωβιστώ επ’ αόριστον στην μέση της Αυστραλίας (μην ξεχνάτε ότι η μοτοσυκλέτα καταναλώνει βενζίνη και ο αναβάτης χρειάζεται τροφή), στράφηκα αναγκαστικά στους συγγενείς μου. Ευτυχώς, η απεγνωσμένη έκκληση για βοήθεια βρήκε αμέσως ανταπόκριση. Έτσι, σε χρόνο dt καταστρώσαμε ένα "Plan B" για να αντιμετωπίσουμε την επερχόμενη χρεωκοπία μου…

Οι συγγενείς μου, όπου είχαν γνωστούς και φίλους πάνω στην ρότα της διαδρομής μου, επικοινώνησαν μαζί τους και ζήτησαν την βοήθειά τους. Έτσι, σύντομα μου στάλθηκε ένα e-mail με ονόματα, διευθύνσεις και τηλέφωνα ανθρώπων στις πόλεις Alice Spring, Darwin, Broome, Perth και Adelaide, όπου μπορούσα να απευθυνθώ για ζεστά, κολλαριστά δολάρια (δανεικά φυσικά). Το μόνο που είχα να κάνω επιστρέφοντας στο Sydney ήταν να αθροίσω τα ποσά που θα είχα δανειστεί και θα τα έδινα στους συγγενείς μου -αυτοί θα φρόντιζαν για τα περαιτέρω.

 

Ζωή κάτω από τη γη

Αποχαιρετώντας την παραθαλάσσια πόλη Port Augusta, έστριψα το τιμόνι της μαύρης ΚΤΜ βόρεια, με κατεύθυνση το εσωτερικό της χώρας –αρχικός προορισμός η υπόσκαφη πόλη Coober Pedy, 530 χλμ. μακριά. Οικοδεσπότης μου ο ευθυτενής οδικός άξονας Stuart Highway που τέμνει την Αυστραλία στην μέση, ενώνοντας τα νότια της χώρας με τον μακρινό βορρά.

Οδοιπορώντας πάνω στο ασφάλτινο ίχνος του Stuart Hwy, θα είχα την ευκαιρία να γνωρίσω ένα διαφορετικό πρόσωπο της αυστραλιανής γης. Εδώ απλώνεται η τεράστια κόκκινη έρημος της αυστραλιανής ενδοχώρας. Μέσα στις επόμενες μέρες θα επισκεπτόμουν τα χαρακτηριστικότερα αστικά κέντρα της Outback (Alice Spring, Tennant Creek, Coober Pedy, Barrow Creek, Katherine, Port Augusta) και θα γνώριζα μερικά από τα πιο θαυμαστά "καπρίτσια" της τοπικής φύσης (Ayers Rock, Kata Tjuta, Devil’s Marbles).

Ο συγκεκριμένος δρόμος (μήκους 2.700 χλμ.) που ξεκινά από την Port Augusta και καταλήγει στην πόλη Darwin, χαράχτηκε πάνω στην πρωτότυπη διαδρομή του πρωτοπόρου Άγγλου εξερευνητή John McDouall Stuart. Ξεκινώντας από την Port Augusta στις 11/2/1861, ο John McDouall Stuart κατάφερε να φτάσει στην περιοχή της σημερινής πόλης Darwin στις 24/7/1862, για να γίνει έτσι ο πρώτος λευκός που διέσχισε επιτυχώς την αυστραλιανή ήπειρο, από το νότο προς το βορρά.

Με αφετηρία λοιπόν την Port Augusta, ξεκίνησα κι εγώ να καταγράφω με την μαύρη ΚΤΜ την επική πορεία του θαρραλέου εξερευνητή. Η παρουσία ενός επίπεδου σεληνιακού τοπίου χαρακτήριζε το μεγαλύτερο μεγάλο μέρος της διαδρομής Port Augusta-Coober Pedy, ενώ η μικρή κωμόπολη Woomera ήταν η μικρή όαση ανεφοδιασμού που τόσο είχα ανάγκη ο δίτροχος ταξιδιώτης του Stuart Hwy.

Η Coober Pedy των 4.000 κατοίκων πήρε το όνομά της από τη λέξη των ιθαγενών Kura-Pit (σημαίνει "λευκός άνθρωπος στην τρύπα") και θεωρείται η παγκόσμια πρωτεύουσα του οπαλίου. Από το 1915 που ανακαλύφθηκαν τυχαία τα πρώτα κοιτάσματα οπαλίου στην περιοχή από τον δεκατετράχρονο Willie Hutchison (το όνομά του έχει δοθεί στον κεντρικό δρόμο της πόλης), πλήθος κόσμου άρχισε να συρρέει εδώ, στο "El Dorado" της Outback, για να συναντήσει το όνειρό του!

Εξαιτίας όμως των ακραίων κλιματολογικών συνθηκών που επικρατούν (μέχρι 50ο C το καλοκαίρι, κάτω του μηδενός τις νύχτες του χειμώνα), οι οπαλορύχοι λάξευσαν στα σπλάχνα της γης σπίτια, αποθήκες, ακόμα και εκκλησίες! Η Coober Pedy αναδείχθηκε σταδιακά σε μια μοναδική υπόγεια πολιτεία, που έχει να επιδείξει σήμερα πάμπολλα υπόγεια ξενοδοχεία, καταστήματα πώλησης οπαλίου, μουσεία οπαλίου, κατακομβικές εκκλησίες, αλλά και τουριστικά ορυχεία.

Ως γνωστόν, όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, Έλληνα θα βρεις από κάτω… Στην περίπτωση πάντως της υπόσκαφης Coober Pedy, τους βρήκα κυριολεκτικά κάτω από την επιφάνεια της γης! Παρόλο που στη δεκαετία του 1960 και του 1970 υπήρχαν εδώ περισσότεροι από 1.500 Έλληνες οπαλορύχοι που έσκαβαν τα σωθικά της άγονης αυστραλιανής γης, η ελληνική κοινότητα του Coober Pedy παραμένει ακόμα δραστήρια με ενεργή παρουσία στην τοπική κοινωνία. Αν κι έχουν παραμείνει στην πόλη περίπου 80-100 ομογενείς, τα μέλη της ελληνικής κοινότητας συνεχίζουν να συναθροίζεται κάθε Πέμπτη στο ιδιόκτητο οίκημα της κοινότητας, που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στον ελληνορθόδοξο ναό του Αγίου Νικολάου.

Ο Λευτέρης Ράικος, ο Γιώργος Σίμος, ο Γιώργος Κοτσής και ο Δημήτρης Σουλεΐδης ήταν μερικοί από τους Έλληνες της Coober Pedy που είχα την τύχη να γνωρίσω. Άνθρωποι ζεστοί και φιλικοί, με τουλάχιστον 3-4 δεκαετίες παρουσίας στην πόλη του οπαλίου, άνοιξαν με χαρά την αγκαλιά τους και με ξενάγησαν στην δική τους Coober Pedy μέσα από τα προσωπικά τους βιώματα. Ειλικρινά τους ευγνωμονώ….

Ως γνωστόν, όποια πέτρα κι αν σηκώσεις, Έλληνα θα βρεις από κάτω…

 

Στην (κόκκινη) καρδιά της Αυστραλίας

Επόμενος προορισμός το πιο διάσημο μνημείο της αυστραλιανής φύσης. Ο μονολιθικός βράχος Uluru–Ayers Rock με περίμενε 730 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Coober Pedy. Με μια μικρή παράκαμψη 240 χιλιομέτρων από την τροχιά του Stuart Hwy, η ΚΤΜ φρενάρισε δυνατά μπροστά στον μεγαλύτερο μονολιθικό βράχο του κόσμου, που δεσπόζει στα όρια του Εθνικού Πάρκου "Uluru–Kata Tjuta National Park".

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η μεγάλη κόκκινη καρδιά της Αυστραλίας είναι ηλικίας 65.000.000 ετών. Έχοντας διάμετρο 9,4 χιλιόμετρα και ύψος 348 μέτρα, ο γρανιτένιος βράχος της Αυστραλίας ξεπροβάλλει κατά τρόπο συναρπαστικό στη μέση του πουθενά και με εντυπωσίασε με τις καφεκόκκινες χρωματικές εναλλαγές του –ειδικά την ώρα του δειλινού, ο βράχος έπαιρνε τις πιο όμορφες αποχρώσεις του. Αυτό πάντως που αντίκριζα εκστασιασμένος αντιπροσώπευε μόλις το 1/3 του συνολικού όγκου του τεράστιου μονόλιθου, αφού τα υπόλοιπα 2/3 βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια της κοκκινωπής γης.

Ευτυχώς που είχα εκ των προτέρων μεριμνήσει να κλείσω (μέσω ιντερνέτ) ένα υποτυπώδες κατάλυμα στον καταυλισμό Yulara, μιας και η πληρότητα εδώ αγγίζει –όλο τον χρόνο– το 100%. Και φυσικά, οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών στα ύψη: για ένα μονό κρεβάτι (dormitory) σε οκτάκλινο δωμάτιο πλήρωσα 40 δολάρια, για την είσοδο στο Εθνικό Πάρκο κατέβαλα 35 δολάρια, η μικρή Coca-Cola κόστιζε 4 δολάρια, πλήρωσα 11 δολάρια για ένα απαράδεκτο πιάτο fish & chips, ενώ αποκορύφωμα της ληστείας ήταν η τιμή των καυσίμων. Στο μοναδικό πρατήριο που υπήρχε εντός του Εθνικού Πάρκου, ένα λίτρο βενζίνης κόστιζε 2,10 δολάρια -στα αστικά κέντρα, η μέση τιμή της βενζίνης ήταν 1,35 δολάρια το λίτρο και στα απομονωμένα roadhouses της Outback άγγιζε τα 1,80.

Τρεις μέρες παρέμεινα στο "Uluru–Kata Tjuta National Park" (το κάμπνιγκ στα όρια του Εθνικού Πάρκου απαγορεύεται αυστηρά). Αν και χειμώνας, οι θερμοκρασίες ήταν ανεκτές για μοτοσυκλέτα (10ο C – 18ο C) και ιδανικές για πεζοπορία. Εδώ είχα πολλά να κάνω. Την πρώτη μέρα, εφοδιασμένος με νερό και πολύ κουράγιο επιχείρησα μια πεντάωρη εξερευνητική πεζοπορία περιμετρικά του μονολιθικού Uluru, ενώ το ίδιο απόγευμα επισκέφθηκα το πολιτιστικό κέντρο των Αβοριγίνων Anangu "Uluru–Kata Tjuta Cultural Centre". Εδώ ενημερώθηκα για την πολιτιστική παράδοση, τη ζωή και τη φιλοσοφία των ιθαγενών Anangu, όπως και για την σημασία που έχει ο κόκκινος ιερός βράχος στις λατρευτικές δοξασίες τους.

Εκτός από τον επιβλητικό μονόλιθο, στα όρια του "Uluru–Kata Tjuta National Park" υπήρχε επίσης μια εντυπωσιακή συνάθροιση μικρότερων βράχων (55 χιλιόμετρα δυτικά του Ayers Rock), τα Olgas. Στην γλώσσα των Αβοριγίνων τα Olgas ονομάζονται Kata Tjuta, που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει "Πολλά Κεφάλια" Πρόκειται για μια περιοχή εξίσου σημαντική και ιερή για τους Αβοριγίνες Anangu (όπως είναι άλλωστε και ο βράχος Uluru), την οποία φυσικά δεν παρέλειψα να επισκεφθώ με την μοτοσυκλέτα –την δεύτερη μέρα της παραμονής μου. Την τρίτη μέρα, μόνο μπύρες και ραστώνη μπροστά στην οθόνη του laptop. Όχι σέλα, όχι χιλιόμετρα…

 

Χωμάτινη περιπέτεια

Το θερμόμετρο της μοτοσυκλέτας έδειχνε μόλις 2ο C όταν αποχαιρετούσα εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό την τεράστια πέτρινη καρδιά της Αυστραλίας. Με νωπή την ανάμνηση του τεράστιου μονολιθικού βράχου, η επιστροφή και πάλι στο Stuart Hwy ήταν επιβεβλημένη, προκειμένου να συνεχίσω το ταξίδι μου. Το κοντέρ της μοτοσυκλέτας είχε πλέον καταγεγραμμένα τα πρώτα 3.500 χιλιόμετρα του "Australian Tour 2015".

Μετά από 240 χιλιόμετρα διαδρομής συνάντησα και πάλι τον οδικό άξονα Stuart Hwy, που ανέλαβε κατόπιν να οδηγήσει την μαύρη ΚΤΜ 1050 και τον σκονισμένο αναβάτη της στον μακρινό βορρά. Με ενδιάμεσους σταθμούς τις πόλεις Alice Springs, Tennant Creek και Katherine, ήθελα μόλις 1.650 χιλιόμετρα για να βάλω ρόδα στην πόλη Darwin.

Οδηγώντας για ακόμα μια μέρα πάνω στον Stuart Hwy, τα χιλιόμετρα στο ταξίδι της αφιλόξενης Outback περνούσαν αργά και βασανιστικά. Οι ασφάλτινες ευθείες που χάνονται στο βάθος του ορίζοντα με τραβούσαν βαθειά μέσα σ’ έναν κόσμο αφόρητης μοναξιάς και απελπιστική απεραντοσύνη, ενώ κατά παράδοξο τρόπο, κάποιες τετριμμένες ταξιδιωτικές συνήθεις είχαν αποκτήσει μια άλλη διάσταση στο μονότονο ταξίδι της αυστραλιανής ενδοχώρας.

Η στάση για μια φωτογραφία, ο ανεφοδιασμός σε βενζίνη, η προσπέραση ενός Road Train (η νταλίκα της Outback που ξεπερνά σε μήκος τα 50 μέτρα), η γουλιά του ζεστού καφέ, η γνωριμία και η συνομιλία με τους άλλους ταξιδιώτες του δρόμου... Όλα τούτα λειτουργούσαν ως μια αναγκαιότητα για να αντέξω στη ψυχολογική πίεση της καταραμένης μοναξιάς. Και τελικά τα κατάφερα… Λίγο πριν πέσω σε βαθειά κατάθλιψη, αντίκρισα με ανακούφιση τα πρώτα σπίτια της πόλης Alice Springs –βρισκόμουν πλέον στα όρια της πολιτείας Northern Territory.

Η πόλη Alice Springs, ένα αναπτυσσόμενο αστικό κέντρο της κεντρικής Αυστραλίας, ιδρύθηκε το 1888 και φιλοξενεί σήμερα περίπου 25.000 κατοίκους. Για την πλειοψηφία των ταξιδιωτών, η Alice Springs αντιπροσωπεύει έναν σταθμό ανασυγκρότησης πριν ή μετά από μια πολυήμερη περιπλάνηση στην αχανή Outback. Αυτό ακριβώς το ρόλο διαδραμάτισε και για μένα η Alice Springs.

Επειδή κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι γνώρισε την Αυστραλία αν δεν περιπλανηθεί και ζήσει για μερικές έστω μέρες στην Outback, θέλησα κι εγώ να βιώσω την απόλυτη περιπέτεια της ερήμου. Έχοντας εφοδιαστεί επαρκώς σε καύσιμα, τρόφιμα και νερό, σχεδίασα και πραγματοποίησα μια εξόρμηση αποκλειστικά σε χώμα, καλύπτοντας μια απόσταση 800 χιλιόμετρα περιμετρικά της Alice Springs.

Με σύμμαχο τις χαμηλές θερμοκρασίες του αυστραλιανού χειμώνα (το καλοκαίρι η θερμοκρασία εδώ ξεπερνά τους 47ο C, καθιστώντας απαγορευτική μια παρόμοια μοτο-εξόμηση), βίωσα την δική μου χωμάτινη περιπέτεια στην καρδιά της Outback. Ξορκίζοντας κάποιες αδιόρατες φοβίες μου, για τρεις μέρες "συνομιλούσα" καθημερινά με την τοπική φύση, διασκέδαζα με τις χωμάτινες δυνατότητες της μαύρης Adventure 1050 και τα βράδια έστηνα την σκηνή μου στην μέση του πουθενά, με μόνη συντροφιά μου τον έναστρο ουρανό της Outback. Ήταν μια πραγματικά ανεπανάληπτη εμπειρία ζωής…

Επιστρέφοντας στην Alice Springs, και πριν συνεχίσω την πορεία μου πάνω στον Stuart Hwy, έπλυνα επειγόντως την μοτοσυκλέτα (που είχε μεταμορφωθεί σε μια κατακόκκινη μάζα με ρόδες) και εγώ μπήκα ολόκληρος στο… πλυντήριο για να ξεβρωμίσω!

 

Ψυχολογικά τραύματα

Κρυφό όνειρο όλων των Αυστραλών οδηγών είναι να οδηγήσουν στην επικράτεια της πολιτείας Northern Territory. Ο λόγος δεν είναι φυσικά το αυξημένο όριο ταχύτητας που έχει θεσπίσει η βόρεια πολιτεία της Αυστραλίας (130 km/h). Το όνειρο έχει όνομα και λέγεται "Open Speed Zone". Σε κάποια επιλεγμένα και σηματοδοτημένα κομμάτια του Stuart Hwy, δεν υπάρχει όριο ταχύτητας και ο κάθε πικραμένος μπορεί να καρφώσει την βελόνα του κοντέρ στο τελευταίο νούμερο του οργάνου… "Open Speed Zone" λοιπόν: μια γερή δόση "πρέζας" για τους στερημένους Αυστραλούς οδηγούς, ένα αδιάφορο μέτρο για μας τους χορτασμένους Ευρωπαίους…

Ο Τροπικός του Αιγόκερου με καρτερούσε λίγα χιλιόμετρα βόρεια της Alice Springs, στην διαδρομή προς την πόλη Tennant Creek –με τη νοητή υπέρβαση του, βρέθηκα από την εύκρατη στη διακεκαυμένη ζώνη. Οι αναμνηστικές φωτογραφίες που τραβήχτηκαν στο συγκεκριμένο γεωγραφικό σημείο είχαν ως κύριο θέμα τη μοτοσυκλέτα και τον αναβάτη της, που πόζαραν όλο καμάρι μπροστά στο σχετικό μνημείο.

Περίπου 80 χιλιόμετρα πριν την Tennant Creek, η επόμενη στάση που πραγματοποίησα αφορούσε την γνωριμία με τον υπέροχο πέτρινο κόσμο των Devil’s Marbles. Μέσα στο ερημικό τοπίο της Outback, αμέτρητοι κόκκινοι γρανιτένιοι ογκόλιθοι σε ακανόνιστους σωρούς απλώνονταν σε μεγάλη έκταση, συνιστώντας ένα εξωπραγματικό θέαμα.

Εδώ συνάντησα και τον σαρανταπεντάχρονο Jerry με το ποδήλατό του, που είχε κατασκηνώνει από το προηγούμενο βράδυ. Με κέρασε καφέ κι εγώ έβαλα την παρέα – "δικυκλιστική" αλληλεγγύη. Δεν ξέρω γιατί, αλλά ο Jerry μου άνοιξε αμέσως την καρδιά του. Ίσως επειδή ο πατέρας του δίδασκε αρχαιοελληνική και ρωμαϊκή Ιστορία στο πανεπιστήμιο του Sydney. Εδώ και δυο χρόνια, ο Jerry ταξίδευε με το ποδήλατό του στην Αυστραλία. Είχε παραιτηθεί από τον αυστραλιανό στρατό (υπηρετούσε ως μόνιμος υπαξιωματικός), αφού δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει το σοκ που υπέστη στο Αφγανιστάν, όταν μπροστά στα μάτια του οι δυο κολλητοί του σκοτώθηκαν από έναν βομβιστή αυτοκτονίας –ο ίδιος γλίτωσε από θαύμα. Παρά την ψυχολογική στήριξη που είχε, ο Jerry προτίμησε να βυθιστεί μέσα στις αναμνήσεις του, παράτησε τελικά τα πάντα και ξεκίνησε να ταξιδεύει με το ποδήλατό για να αναθεωρήσει την ζωή του και να ξεχάσει. Καλή συνέχεια Jerry…

Καθοδόν όμως για την Tennant Creek, δεν ξέρω γιατί, μια μικρή απορία με ταλάνιζε: "Εντάξει Jerry, σε καταλαβαίνω και σέβομαι το πρόβλημα και την προσωπικότητά σου. Όμως, για τα σωματικά και ψυχολογικά τραύματα των άμαχων Αφγανών, που χρόνια τώρα ολόκληρες οικογένειες ξεκληρίζονται από δήθεν λάθη των Συμμαχικών Δυνάμεων, έχει νοιαστεί ποτέ κανείς;"

Στο "Top End" της Αυστραλίας

Ο Νικ Χαλκίτης που καθόταν απέναντί μου και πίναμε τις μπύρες μας, εκτός από αντιπρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας της πόλης Darwin, ήταν επίσης οδηγός αγώνων Sprintcars (το μονοθέσιο όχημα που οδηγεί έχει περίπου 680 ίππους) και λάτρης των δυο τροχών (στο γκαράζ του είχε μια συλλεκτική Ducati 1198 και μια Harley-Davidson Ultra Glide). Ανταποκρινόμενος άμεσα στο τηλεφωνικό μου κάλεσμα, ήρθε να με συναντήσει σε μια παμπ στο κέντρο της πόλης, καθώς ήθελε οπωσδήποτε να με γνωρίσει.

Αυτό που άρεσε υπερβολικά στον Νικ ήταν η ελληνική σημαία που κοσμούσε το κράνος μου –ήθελε κι εκείνος να προβάλλει με τον ίδιο τρόπο (μέσα από τους αγώνες) την εθνική του καταγωγή: "Νικ, όταν με το καλό έρθεις του χρόνου στην Ελλάδα, φέρε μαζί το κράνος σου και θα το κάνουμε έργο τέχνης, ελληνικό…"

Τι άλλο μονοπώλησε την συζήτησή μας, εκτός από το κοινό πάθος για τις ρόδες; Μα φυσικά η παρουσία των Ελλήνων στην Darwin, το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της πολιτείας Northern Territory (γνωστή κι ως "Top End"). Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Νικ, οι πρώτοι Έλληνες έφτασαν εδώ στις αρχές του 20ου αιώνα (προερχόμενοι κυρίως από την Κάλυμνο και το Καστελλόριζο), ήταν έμπειροι δύτες-σφουγγαράδες και ασχολήθηκαν αποκλειστικά με την κερδοφόρα –αλλά αρκετά επικίνδυνη– αλιεία των λευκών μαργαριταριών από τα βάθη του ωκεανού.

Σήμερα περίπου 10.000 ομογενείς διαμένουν στην πρωτεύουσα Darwin, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων κατάγεται από την Κάλυμνο. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που η Darwin και η Κάλυμνος είναι αδελφοποιημένες πόλεις, ενώ το άγαλμα μιας Καλύμνιας κόρης που κοσμεί τον κεντρικό πεζόδρομο της Darwin αποτελεί την απόδειξη των στενών σχέσεων που υπάρχουν μεταξύ των δυο εθνοτήτων.

Ό,τι γλίτωσε από τις βόμβες των ιαπωνικών πολεμικών αεροπλάνων το 1942, το αποτελείωσε ο καταστροφικός κυκλώνας Tracy το 1974. Αναφέρομαι φυσικά στην Darwin, μια αναπτυσσόμενη και ευημερούσα πόλη της Βόρειας Αυστραλίας, που απολαμβάνει ένα ζεστό τροπικό κλίμα όλες τις μέρες του χρόνου και ομορφαίνει με υπέροχα ηλιοβασιλέματα τη ζωή των 110.000 κατοίκων της. Εδώ, το πάλλευκο κτίριο του Κοινοβουλίου, η παραθαλάσσια περιοχή Waterfront με τα μοδάτα καφέ και εστιατόρια, το Συνεδριακό Κέντρο και μια φάρμα κροκοδείλων έγιναν ψηφιακές αναμνήσεις στην κάρτα της φωτογραφικής μηχανής μου.

Προορισμός η Δύση

Με την άφιξή μου στην Darwin, η μοτοσυκλέτα είχε καταγράψει 5.950 χιλιόμετρα από την αρχή του ταξιδιού και ο υδράργυρος είχε πλέον σκαρφαλώσει στους 30ο C. Τέλος τα ισοθερμικά ρούχα, τα γάντια και η κουκούλα. Στην Βόρεια Αυστραλία έχουν αιώνιο καλοκαίρι κι αυτό μου άρεσε πολύ…

Έπρεπε όμως να φύγω, δυτικά… Επόμενος προορισμός η παραθαλάσσια πόλη Broome στις βορειοδυτικές ακτές της Αυστραλίας (2.100 χλμ. μακριά). Με Δούρειο Ίππο την διαδρομή Darwin–Katherine–Kununurra–Broome ξεκίνησα νωρίς εκείνο το πρωινό…

Επιστρέφοντας ξανά στην πόλη Katherine, έριξα "άγκυρα" για δυο μέρες. Ο λόγος ήταν το παρακείμενο Εθνικό Πάρκο "Nitmiluk National Park". Οι καταρράκτες Edith Falls και το φαράγγι Katherine Gorge αποτελούν εδώ τα θεαματικότερα αξιοθέατα της φύσης και προσελκύουν κάθε χρόνο χιλιάδες επισκέπτες. Μου ήταν φυσικά αδιανόητο να μην δηλώσω κι εγώ παρών…

Η διαδρομή Katherine–Kununurra–Broome (1.800 χιλιόμετρα) έγινε κατά το 1/3 πάνω στην χωμάτινη αρτηρία Gibb River Road και τα υπόλοιπα 2/3 στον ασφάλτινο οδικό άξονα Great Northern Hwy. Εξυπακούεται ότι μεγάλο κομμάτι της χωμάτινης διαδρομής ακολουθούσε τις όχθες του ποταμού Gibb River και χρειάστηκα δυο μέρες για να την διατρέξω, έχοντας φυσικά μαζί μου όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις επιβίωσης (τρόφιμα, νερό, βενζίνη, σκηνή).

Αυτό πάντως που δικαιολογημένα προκαλούσε την απορία και τον θαυμασμό μου σ’ όλη την Βόρεια Αυστραλία, ήταν οι ιδιότυπες τερμιτοφωλιές, που τις συναντούσα με απίστευτη συχνότητα και σε μια απίστευτη ποικιλία μεγεθών –σε αρκετές περιπτώσεις ξεπερνούσαν σε ύψος το ανάστημά μου. Με την περιέργεια μικρού παιδιού, ακουμπούσα και εξέταζα έκπληκτος τις παράξενες κατασκευές των τερμιτών, που ήταν έτσι φτιαγμένες για λόγους προστασίας από τις ιδιάζουσες καιρικές συνθήκες και τους εξωτερικούς εισβολείς.

Επρόκειτο για ακόμα μια σπάνια ιδιαιτερότητα του τοπικού οικοσυστήματος, που είχε καταφέρει να παραμείνει παρθένο για χιλιετίες ολόκληρες. Σ’ αυτό βοήθησε το γεγονός ότι πριν από 65.000.000 χρόνια η Αυστραλία αποσπάστηκε από την αρχαία ενιαία ήπειρο (Παγγαία) και απομονώθηκε στο νότιο ημισφαίριο της γης, περικυκλωμένη από τις μεγάλες ωκεάνιες μάζες. Αυτή η εξέλιξη λειτούργησε καθοριστικά στην ανάπτυξη και διατήρηση ενός ξεχωριστού οικοσυστήματος, με μοναδικά στον κόσμο είδη όπως τα αξιολάτρευτα κοάλα και τα άτακτα καγκουρό…

διαβάστε το Μέρος Β'

του Κωνσταντίνου Μητσάκη  φωτό: του ιδίου

Ετικέτες

Yamaha TMax Tech Max 560: Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Αθήνα: 1.100χλμ ΑΥΘΗΜΕΡΟΝ!

Όταν η καθημερινή σου εργασία, απαιτήσει να «πεταχτείς» λίγο πιο μακριά!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

31/5/2022

Τα σκούτερ έχουν φτιαχτεί για να εξυπηρετούν καθημερινές ανάγκες μετακίνησης, ενώ το TMAX αποτελεί μία ξεχωριστή περίπτωση καθώς όταν πρωτοεμφανίστηκε το 2001 ήταν το πρώτο που προσέφερε οδηγική συμπεριφορά μοτοσυκλέτας, όπως και το πρώτο σκούτερ με αμιγώς σπορ συμπεριφορά. Τις δεκαετίες της μεγάλης ανακάλυψης των κατηγοριών, μέχρι και τις αρχές του ’80 δηλαδή, όλα είχαν λίγο-πολύ δοκιμασθεί και πρακτικά τίποτα δεν γίνεται να είναι τελείως καινούριο. Ανάμεσα στα σκούτερ της εποχής όμως, το TMAX ήταν εκείνο που είχε τον κινητήρα στο κέντρο, ένα κανονικό ψαλίδι και σπορ συμπεριφορά που προσέδιδε ενεργητική ασφάλεια και άνοιγε την όρεξη ακόμη και για trackdays και ενιαία πρωταθλήματα όπως και έγινε εκείνη την εποχή. Πάνω από είκοσι χρόνια πριν, το ΜΟΤΟ έγραφε πως το TMAX αξίζει να ξεχωρίσει και να διαγράψει μία μακρά καριέρα γιατί αλλάζει τα δεδομένα ολόκληρης της κατηγορίας, και παρά τις αντιδράσεις που δεχτήκαμε εκείνη την εποχή από τον ανταγωνισμό του κυρίως, η πορεία του όλα τα επόμενα χρόνια μας δικαιώνει.

Τώρα διανύουμε επίσης μία τελείως διαφορετική εποχή που η οδηγική συμπεριφορά γενικώς έχει αποκτήσει, επιτέλους, ένα κάτω όριο αρκετά όμως υψηλό και πλέον το κόστος απόκτησης, το κόστος συντήρησης και η κατανάλωση, υπερτερούν ως ζητούμενα έναντι των επιδόσεων.

Στην πλήρη και αναλυτική δοκιμή του TMAX θα τα εξετάσουμε όλα αυτά, πάμε να δούμε όμως μία πολύ συγκεκριμένη πτυχή του νέου TMAX μέσα από την ευκαιρία ενός ταξιδιού – αστραπής. Ο Κωνσταντίνος Δάλλας εργάζεται στην Aurora Rally Equipment, έχει εργαστεί παλαιότερα στο ΜΟΤΟ και σε άλλα μέσα ως συντάκτης, έχει εργαστεί ως εκπαιδευτής οδήγησης μοτοσυκλέτας στο California Superbike School, έχει υπάρξει προπονητής του Γιάννη Μπούστα, ενώ συμμετέχει ενεργά στην θρυλικότερη Adventure δοκιμασία του Ειδικού Τύπου στην Ευρώπη, δηλαδή το Mega Test του MOTO. Δεν είχαμε προγραμματίσει να εσωκλείσουμε στην αναλυτική δοκιμή του TMAX κι ένα ταξίδι 1.100χλμ αυθημερόν, αλλά εκμεταλλευτήκαμε την ευκαιρία όπως αυτή περιγράφεται στο κείμενο του Κωνσταντίνου Δάλλα που ακολουθεί, με την ευθύτητα στον λόγο για την οποία διακρίνεται όλα αυτά τα χρόνια. Πραγματοποιούμε το Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Σέρρες πολύ συχνά και στην πορεία του ΜΟΤΟ είναι ταξίδι που έχει γίνει ακόμη και με δίκυκλο 50cc, όπως επίσης και με παλαιότερες εκδόσεις του TMAX. Δεν είναι άθλος, είναι απλά μία τεκμηριωμένη εμπειρία με τα περισσότερα μονορούφι χιλιόμετρα σε μία ημέρα με το 2022 TMAX TechMax 560:  

 

Yamaha TMax Tech Max 560 - 1.100km αυθημερόν!

του Κωνσταντίνου Δάλλα

 

Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Αθήνα σε μια μέρα

 

Όταν είσαι 16 το κάνεις και με 6βολτο παπί ρετάλι, που αγόρασες από γύφτο στο Σχιστό, με το καρμπιρατέρ να κρέμεται στο πλάι.

Όταν είσαι 26 δεν δέχεσαι τίποτα λιγότερο από το τελευταίο superbike που κυκλοφόρησε το πολύ έξι μήνες πριν.

Όταν είσαι 36 μάλλον θα το κάνεις με αυτοκίνητο – παλιά αυτό βέβαια, σήμερα με 2,3 το λίτρο και 62 ευρώ διόδια, άστο καλύτερα.

Όταν είσαι 46 καλή μου η ώρα, το μόνο που κοιτάς είναι τη σέλα – ή τέλος πάντων από τη σέλα ξεκινάς, για να έχουμε καλή συνέχεια…

 

Οι επαγγελματικές μου υποχρεώσεις στην Aurora Rally Equipment απαιτούσαν την πραγματοποίηση ενός μονοήμερου ταξιδιού αστραπή μέχρι τη Θεσσαλονίκη και πίσω, το οποίο μας «έσκασε» last minute και δεν έβγαινε χρονικά να γίνει αεροπορικώς. Το αυτοκίνητο μπορείτε να το ξεχάσετε - δεν πάω μόνος μου 10 ώρες στην Εθνική, εύκολα θα με πάρει ο ύπνος και θα με μαζεύουν από τις μπαριέρες. Το δε τρένο ξεχάστε το και αυτό, καθώς το μόνο τρένο στο οποίο θα μπω είναι αυτό της γενικής επιστράτευσης σε περίπτωση 3ου παγκόσμιου – αν και, τώρα που το σκέφτομαι, δεν θα με πάρουν λόγω ηλικίας, οπότε το μόνο τρένο στο οποίο θα μπω είναι το κανένα τρένο.

Για να μην το παραζαλίζουμε, η λύση είναι καθαρά και μόνο η μοτοσυκλέτα, αλλά άντε να βρεις ένα αξιόλογο δίκυκλο τελευταία στιγμή. Τηλέφωνο στον Φελούκα λοιπόν, τον άνθρωπο για τις δύσκολες αποστολές. Ντριιιννν…

  • «Έλα ψηλέ. Σου είπα προχτές, δεν έχω νέα για το Mega Test ακόμα».
  • «Θάνο δεν σε πήρα για το Mega Test. Χρειάζομαι ένα μηχανάκι να πεταχτώ ΑΥΡΙΟ μέχρι τη Θεσσαλονίκη και να γυρίσω το ίδιο βράδυ».
  • «Και δεν το λες τόση ώρα; Σου έχω το κατάλληλο εργαλείο: Yamaha TMax 560, το Tech Max, όχι αστεία».
  • “Α ρε. 130 πάει;»
  • «170 εύκολα».
  • «Άσε ρε».
  • «Αν επιμείνεις πάει και 180».
  • «250 χιλιόμετρα βγάζει με ένα ντεπόζιτο;».
  • «Δεν έχω ιδέα ακόμη γιατί θα ταξιδέψεις πρώτος. Έχει όμως cruise control που «κλειδώνει» μέχρι τα 150».
  • «Γιατί; Μετά κουνάει σαν τράτα;»,
  • «Αυτό φίλε μου θα το ανακαλύψεις μόνος σου».

Και έτσι έγινε. Πρωί καθημερινής προσγειώνομαι στα γραφεία του ΜΟΤΟ, καβαλάω TMax και φεύγω άρον-άρον, καθότι ήδη πίσω στο πρόγραμμα. «Που πας ρε φιλαράκι με δαύτο;», γκαρίζει ο Μέντης από το βάθος. «Θα βρίσκουν τα πόδια σου στο τιμόνι». Ευτυχώς δεν έβρισκαν. Οριακά μεν, αλλά δεν έβρισκαν. Ίσως άμα πατάς ψηλά στα μαρσπιέ να βρίσκουν, όμως δεν έχουν καμιά δουλειά τα πόδια σου εκεί πάνω όταν κάνεις επιτόπιους ελιγμούς, εκτός κι αν ψάχνεις τρόπους να πέσεις και να γελάνε μαζί σου και τα πεζοδρόμια…

Ηλεκτρονικά κόλπα

Λίγο πριν βάλω κράνος, αρχίζω να παίζω με τα ηλεκτρονικά. Πάντα, μα πάντα, το πρώτο πράγμα που κάνω όταν οδηγώ ένα ξένο σε εμένα όχημα είναι να παίζω με τα ηλεκτρονικά. Να δω το μενού, τι επιλογές υπάρχουν, τα πάντα όλα. Πάω να δω συνδεσιμότητα, βρίσκω Bluetooth. Ανοίγω ντουλαπάκι, έχει USB και μια αφαιρούμενη θήκη για το τηλέφωνο, με λάστιχο μάλιστα για να το συγκρατεί και να το προστατεύει από κραδασμούς. Κάνω pair το κινητό, τηλεφωνικός κατάλογος, κλήσεις, όλα οκ. Εφαρμογές; Μπα. Νέκρα. Ούτε ένα τιποτένιο Google Maps. Ένα CarPlay, ένα Android Auto; Τίποτα. Μπαίνεις στο site της Yamaha και διαβάζεις υποσχέσεις για πλοήγηση on screen με Garmin Navigator. Αυτό όμως δεν υπάρχει στο ελληνικό App Store, οπότε τζίφος. Παρατάω την αναζήτηση και σετάρω google maps με ειδοποιήσεις στο ρολόι μου.

Πάμε στα themes του οργάνου. Το μόνο του γούστου μου είναι αυτό με το στροφόμετρο να γεμίζει την ημικυκλική μπάρα. Το άλλο με τη βελόνα με τα στρασάκια είναι λες και το έφτιαξαν για την Έλσα από το Frozen. Το δε τρίτο, μια από τα ίδια: αυτό μάλλον το σχεδίασε η Άννα, η αδερφή της Έλσας.

Κατά τα λοιπά, η πληροφορία στα πέριξ της φωτεινής οθόνης φτάνει και περισσεύει. Δύο trip, στιγμιαία και μέση κατανάλωση, μέση ωριαία, θερμοκρασία περιβάλλοντος και ψυκτικού υγρού, ρολόι, χρονική διάρκεια ταξιδιού. Επίσης έχουμε ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, θερμαινόμενα γκριπ και θερμαινόμενη σέλα – αν και με 36 βαθμούς μέγιστη θερμοκρασία σήμερα, τα δύο τελευταία σίγουρα δεν θα τα χρειαστούμε.

Στο δρόμο για Θεσσαλονίκη – και πίσω

Μέχρι να βγω Εθνική τοποθετώ τη ζελατίνα σε χαμηλό ύψος, έτσι ώστε να φτάνει αρκετός αέρας στο πρόσωπο. Η πρώτη εντύπωση πολύ θετική. Το TMax έχει ένα ολοζώντανο, δυνατό μοτέρ με μπάσο, απόμακρο ήχο και ελάχιστους κραδασμούς. Ανταποκρίνεται άμεσα στο άνοιγμα του γκαζιού και επιταχύνει δυνατά μέχρι τα 160 km/h. Από εκεί και μέχρι τα 182 που μπορείς να δεις στο ταχύμετρο, ο ρυθμός επιτάχυνσης είναι μεν πιο αργός, όμως το TMax παραμένει υποδειγματικά σταθερό, θυμίζοντας μεγάλη τουριστική μοτοσυκλέτα.

Ακόμα και με τη ζελατίνα στην ψηλότερη θέση, το TMax είναι ακλόνητο στις ευθείες. Στις ανοιχτές στροφές της Εθνικής θα χρειαστεί να κάνεις μερικές για να εξοικειωθείς με την αργή γεωμετρία και το χαμηλό κέντρο βάρους. Το TMax θέλει να του δίνεις την εντολή να στρίψει λίγο νωρίτερα απ’ ότι συνηθίζεις, ενώ θα χρειαστεί λίγο μεγαλύτερη κλίση στο κέντρο της στροφής. Μετά από λίγη ώρα, χτίζεις μια σχέση εμπιστοσύνης μαζί του και αρχίζεις να το διασκεδάζεις. Σου μεταφέρει μπόλικη πληροφορία από το δρόμο, φιλτραρισμένη μεν για χάρη της άνεσης, αρκετή δε για να το οδηγήσεις σβέλτα χωρίς ενδοιασμούς.

Περί traction control και sport mode δεν έχω πολλά να σας πω. Το πρώτο το αισθάνθηκα να παρεμβαίνει στους γλιστερούς δρόμους της Θεσσαλονίκης και νομίζω ότι τα κοψίματα που κάνει είναι λίγο μεγάλα σε διάρκεια. Το δεύτερο δεν το χρησιμοποίησα πουθενά, καθώς δεν αισθάνθηκα το μοτέρ να με κρεμάει ή να δουλεύει χαμηλά σε σημεία που δεν θα έπρεπε.

Το Yamaha TMAX Tech Max 560 στο αεροδρ... αντιμετώπο με την Εθνική Όδο:
(φωτό σε σημείο κλειστό στην κυκλοφορία)

149, 150… Αποφάσισε

Σε μια τέτοια διαδρομή, το cruise control είναι ένα μαγικό εργαλείο που σου επιτρέπει να πάρεις διάφορες περίεργες στάσεις με τα χέρια και το σώμα σου, στην προσπάθειά σου να ξεπιαστείς και να κυκλοφορήσει το αίμα λίγο καλύτερα. Καθ’ όλη τη διάρκεια των 10 ωρών ταξιδιού, αμέτρητες ήταν οι φορές που σκαρφάλωσα τα οπίσθιά μου πάνω στο μαξιλαράκι πλάτης για να πάρει ο πισινός μου αέρα. Άλλες τόσες και περισσότερες κράτησα το τιμόνι από τα δοχεία υγρών φρένων και συμπλέκτη, ενώ δεν ήταν λίγες αυτές που ήμουν με το αριστερό χέρι στο τιμόνι και το δεξί να αναπαύεται στα πόδια μου.

Όπως αναφέραμε νωρίτερα, το cruise control μπορεί να ενεργοποιηθεί μέχρι τα 150 km/h. Για την ακρίβεια, μέχρι τα 149, 150, 149, 150, 149, 150… Αυτό γίνεται συνέχεια όταν το «κλειδώνεις» στην ανώτερη ταχύτητα λειτουργίας. Δοκίμασα να το «κλειδώσω» λίγο παρακάτω και άρχισε τα 147, 148, 147, 148, 147, 148. Αγαπητοί τεχνικοί της Yamaha, είναι λίγο εκνευριστικό αυτό, σου τραβά την προσοχή στα όργανα χωρίς να το θέλεις. Πιστεύω ότι είναι εύκολο να λυθεί με μια αναβάθμιση λογισμικού.

Όταν κινείσαι με περισσότερα από 150 km/h, το TMax δεν σε αφήνει να επαναφέρεις το cruise control στην προηγούμενη ταχύτητα που το είχες ορίσει. Θα πρέπει να κόψεις κάτω από τα 150 και μετά να πατήσεις το resume. Αντίθετα, με το cruise control ενεργοποιημένο, μπορείς να επιταχύνεις πάνω από τα 150 για όση ώρα θες, να αφήσεις το γκάζι και να ανακτήσει έλεγχο το cruise, επαναφέροντας το TMax στην προκαθορισμένη ταχύτητα κίνησης. Το όριο των 150 στο cruise control έχει να κάνει με την ασφάλεια του αναβάτη, δεν είναι λίγοι οι κατασκευαστές που το εφαρμόζουν. Ωστόσο το TMax είναι ακλόνητο μέχρι και την τελική του ταχύτητα, στα 182 km/h στο ταχύμετρο, οπότε πολύ εύκολα θα μπορούσε να πηγαίνει με το cruise μέχρι και αυτή την ταχύτητα.

Στην αυτονομία τώρα, με ταχύτητες κίνησης τα 130 με 140 km/h, το TMax θα κάψει γύρω στα 6.5 λίτρα ανά 100km. Με χωρητικότητα ρεζερβουάρ τα 15 λίτρα, αυτό σημαίνει ότι μπορείς να κάνεις λίγο περισσότερα από 210 χιλιόμετρα μεταξύ των στάσεων. Θα χρειαστεί ωστόσο να μην είσαι αγχωτικός τύπος, καθώς το fuel trip ξεκινά κάπως νωρίς, ακυρώνοντας τη χιλιομετρική ένδειξη υπολειπόμενης αυτονομίας (όλο αυτό για να μεταφράσω τη λέξη “range”). Μπήκα για βενζίνη με το fuel trip στα 27 χιλιόμετρα και έβαλα 13 λίτρα. Είχα δηλαδή άλλα 2 λίτρα μέσα, που σημαίνει ότι θα μπορούσα να κάνω άλλα 15-20 χιλιόμετρα, αν φυσικά μπορούσα να διαχειριστώ το άγχος του να βλέπω το fuel trip να σκαρφαλώνει στα 50 και…

Εν κατακλείδι

Τι μου άρεσε περισσότερο στο TMax σε αυτό το μονοήμερο ταξίδι; Η ζελατινάρα, που την είχα τέρμα πάνω όλη την ώρα, εκτός από το βράδυ που την ρύθμιζα κάτω από το ύψος των ματιών για να έχω καλύτερη ορατότητα. Πλήρης ησυχία πίσω της, σε συνδυασμό με τις ωτοασπίδες που πάντα φοράω σε ταξίδι, έκαναν αυτές τις 10 ώρες λιγότερο κουραστικές.

Μετά, το μοτέρ. Δυνατό και ήσυχο, με όμορφη μπάσα νότα όταν ανοίξεις δυνατά το γκάζι. Το αισθάνεσαι μόνο κάπου στις 4 με 5 χιλιάδες στροφές, όπου σου μεταφέρει ένα μικρό γαργαλητό στις πατούσες. Στα 130 με 140 δεν το αισθάνεσαι ούτε το ακούς, λες και το TMax είναι ηλεκτρικό.

Η σέλα φυσικά. Άνεση επιπέδου πολυθρόνας, με μαξιλαράκι στήριξης για τη μέση. Θα την ήθελα λίγο πιο φαρδιά στο μπροστινό κομμάτι, αν και καταλαβαίνω ότι είναι επίτηδες στενή για να πατάνε κάτω οι πιο κοντοί από εμένα.

Και για το τέλος άφησα τα φώτα. Εντυπωσιακά δυνατά για scooter, θα πω μόνο αυτό: ξέρω αρκετές μοτοσυκλέτες που τα χρειάζονται άμεσα για να βελτιώσουν τον ταξιδιωτικό τους χαρακτήρα.

Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Αθήνα με TMax λοιπόν. Όχι μόνο γίνεται, αλλά γίνεται και ευχάριστα. Ένας εξαιρετικός συνδυασμός άνεσης / επιδόσεων με λογική κατανάλωση, ευχάριστη οδική συμπεριφορά, χώρους για τα προσωπικά σου αντικείμενα και ένα δεύτερο μπουφάν για όταν δροσίσει το βράδυ. Παραδόξως, είχε δίκιο ο Φελούκας που το αποκάλεσε το κατάλληλο εργαλείο γι’ αυτή τη δουλειά.

 

Καταναλώσεις:

Έως Λαμία από Αθήνα: 6,3λ/100χλμ

Έως Λάρισα: 6,3λ/100χλμ

Λάρισα Θεσσαλονίκη: 7,4/100χλμ

Θεσσαλονίκη – Λάρισα: 6,9/100χλμ

Λάρισα – Αθήνα: 6,4/100χλμ

 

Ετικέτες