Όταν τα superbikes γύριζαν τον πλανήτη: Οι απίστευτες ιστορίες των Sjaak Lucassen και Nick Sanders

Δύο άνθρωποι που ταξίδεψαν με superbikes έως τα πέρατα της γης
Lucassen Sanders
Από τον

Φίλιππο Σταυριδόπουλο

26/11/2025

Από Αρκτική με Yamaha R1, μέχρι τους γύρους του κόσμου-αστραπή πάνω σε superbikes, οι Lucassen και Sanders μετέτρεψαν superbike μοτοσυκλέτες σε εργαλεία περιπέτειας, αποδεικνύοντας ότι τα όρια τα βάζει μόνο ο αναβάτης.

Ο Sjaak Lucassen, γεννημένος στην Ολλανδία, με σπουδές μηχανολογίας και τεχνική κατάρτιση, ξεκίνησε τα ταξίδια μεγάλων αποστάσεων από νωρίς. Η πρώτη του μεγάλη διαδρομή ήταν στην Αυστραλία με μια Honda CBR 900 RR Fireblade που έστειλε σε κιβώτιο, ενώ από το 1995 έως το 1998 διέγραψε περίπου 160.000 χιλιόμετρα σε περίπου 40 χώρες με την ίδια μοτοσυκλέτα.

Η διασημότερη ίσως περιπέτεια του είναι το επικό ταξίδι από το 2001 έως 2006 με μια Yamaha YZF-R1, μοτοσυκλέτα που δεν έχει κατασκευαστεί για αυτή την δουλειά. Με την R1, την οποία ονόμασε “Florentina”, εξοπλισμένη με custom και αρκετά ογκώδεις βαλίτσες, διένυσε περίπου 250.000 χιλιόμετρα σε 77 χώρες, πολλές φορές με όπλα την επιμονή και την ευρηματικότητά του.

Ο Lucassen έχει επιχειρήσει και ακραίες αποστολές εντός του αρκτικού κύκλου. Το 2009 ταξίδεψε από τη Φλόριντα έως την Αλάσκα σε συνθήκες πολύ κάτω από το μηδέν, χρησιμοποιώντας ακόμη και έλκηθρο για να μεταφέρει εφόδια.

Το 2013 διέσχισε τη διαδρομή από το Point Barrow της Αλάσκας έως το Key West, οδηγώντας σε παγωμένη τούνδρα και θαλάσσιο πάγο. Για την απόπειρά του να φτάσει στον Βόρειο Πόλο κατασκεύασε μια ειδικά τροποποιημένη έκδοση της R1, την οποία ονόμασε aRctic1, με custom συστήματα αεροανάρτησης και ενσωματωμένο κομπρεσέρ για την ρύθμισης πίεσης των ελαστικών στις εξαιρετικά χαμηλές θερμοκρασίες.

Lucassen

Πέρα από τα ταξίδια του, έχει εκδώσει βιβλίο με τίτλο “Life on 2 Wheels” και έχει αποτελέσει θέμα του ντοκιμαντέρ "Sjaak the World", ενώ σε συνεντεύξεις αναφέρει ότι έχει περάσει περίπου δέκα χρόνια της ζωής του συνεχώς πάνω σε μοτοσυκλέτα παραμένoντας πιστός στη φιλοσοφία ότι δεν χρειάζεται η “ ιδανική” μοτοσυκλέτα για ταξίδια. αρκεί να αγαπάς τη μοτοσυκλέτα που οδηγείς.

Lucassen

Ο Nick Sanders, από το Birmingham της Αγγλίας, είναι άλλος ένας από τους πιο διάσημους μοτο-ταξιδευτές, γνωστός για τα ρεκόρ ταχύτητας σε γύρους του πλανήτη.

Οι αναγνώστες του MOTO έχουν έρθει πιο κοντά στις περιπέτειες του Sanders καθότι τις έχουν παρακολουθήσει πιο αναλυτικά, ενώ έχουμε συναντηθεί αρκετές φορές μαζί του, για συνεντεύξεις σε διαφορετικές φάσεις της περιπέτειας της ζωής του. Ξεκίνησε την καριέρα του ως αθλητής σε ποδήλατο μεγάλων αποστάσεων κάνοντας το 1984 τον γύρο του κόσμου με ποδήλατο σε μόλις 79 ημέρες, θέτοντας τότε νέο ρεκόρ.

Στο χώρο των μοτοσυκλετών έγινε γνωστός όταν το 1992 ολοκλήρωσε έναν από τους ταχύτερους γύρους του κόσμου με μοτοσυκλέτα επάνω σε μια Royal Enfield Bullet 500, ενώ το 1997 επανέλαβε το εγχείρημα με Yamaha TDM 850. Το 2005 έκανε παγκόσμια αίσθηση όταν ολοκλήρωσε γύρο του κόσμου με Yamaha R1 σε περίπου 19 ημέρες, ένα από τα πιο εντυπωσιακά εγχειρήματα του. 

Πέρα από τα ρεκόρ, ο Sanders έχει πραγματοποιήσει πολυάριθμες αποστολές σε Βόρεια και Νότια Αμερική, Αφρική και Ασία, συχνά σε πολύ σύντομους χρόνους και με μινιμαλιστική προσέγγιση. Έχει γράψει πέντε ταξιδιωτικά βιβλία όπου περιγράφει τις περιπέτειες του, για τις οποίες έχει γυρίσει και ντοκιμαντέρ, καταγράφοντας με προσωπικό ύφος τις δυσκολίες, την ταχύτητα και τη μοναξιά των μεγάλων ταξιδιών.

Nick Sanders

Πλέον διατηρεί το Nick Sanders Expedition Centre στην Ουαλία, όπου οργανώνει ταξίδια ως ξεναγός και καθοδηγεί αναβάτες σε ταξιδιωτικές αποστολές. Η φιλοσοφία του βασίζεται στην ιδέα ότι η περιπέτεια πρέπει να είναι άμεση και απλή, λίγες αποσκευές, πολλή αποφασιστικότητα και η θέληση να προχωράς καθημερινά όσο πιο μακριά μπορείς.

 

Ταξίδι “Amazonas 2021” – B' Ανταπόκριση

Στο βασίλειο της Αμαζονίας
4/10/2021

Του Κωνσταντίνου Μητσάκη

 

Η αποστειρωμένη Brazilia σε καμία περίπτωση δεν θύμιζε βραζιλιάνικο αστικό κέντρο! Τριγυρνώντας με την μαύρη Honda XRE 300 RALLY στους δρόμους της διοικητικής πρωτεύουσας της Βραζιλίας αντίκρισα με σκεπτικισμό μια πόλη τετραγωνισμένη, βγαλμένη κυριολεκτικά από αρχιτεκτονική μακέτα.

Ήταν μια αναμενόμενη άλλωστε εικόνα, αφού η Brazilia σχεδιάστηκε και ανεγέρθηκε από τους αρχιτέκτονες Lucio Costa και Oscar Niemeyer μέσα σε μόλις 41 μήνες (1956–1960). Έκτοτε, η κυβερνητική “καρδιά” της χώρας κτυπά δυνατά στην Brazilia, η οποία μού συστήθηκε μέσα από τα κυριότερα αξιοθέατα–μνημεία της: την προεδρική κατοικία Planalto Palace, τον Καθεδρικό ναό, το Εθνικό Κοινοβούλιο, το Υπουργείο Εξωτερικών και το ναό Dom Bosco Sanctuary.

Η Brazilia ήταν το τελευταίο μεγάλο αστικό κέντρο της διαδρομής. Στα επόμενα 2.450 χλμ. που χώριζαν την βραζιλιάνικη πρωτεύουσα από την παραποτάμια Santarem (πόλη κτισμένη στις όχθες του Αμαζονίου ποταμού), θα συναντούσα μόνο μικρές πολιτείες και αναρίθμητους γραφικούς οικισμούς. Χρειάστηκα πέντε ημέρες πολύωρης οδήγησης μέχρι να φτάσω στην Santarem και να ανταμώσω τον υδάτινο γίγαντα της Νότιας Αμερικής, ενώ το ταλαίπωρο κορμί μου ανέλαβαν να “κοιμίσουν” οι πόλεις Gurupi, Araguaina, Maraba, Altamira και Ruropolis.

Περίπου 1.000 χλμ. βόρεια της Brazilia, η τροπική βλάστηση ξεκίνησε να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο τοπικό οικοσύστημα, η ζέστη και η υγρασία σκαρφάλωναν όλο και πιο ψηλά, η κατάσταση του οδικού άξονα άρχισε να προβληματίζει σοβαρά τις αναρτήσεις της Honda XRE 300 RALLY και οι χωματόδρομοι εμφανίζονται όλο και συχνότερα κάτω από τις ρόδες της μοτοσυκλέτας. Βρισκόμουν πλέον στα γεωγραφικά όρια της Αμαζονίας.

Δυο πράγματα με προβλημάτισαν καθοδόν για την Santarem. Το πρώτο σχετιζόταν με την εκτεταμένη αποψίλωση των τροπικών δασών που αντίκριζα σε όλο το μήκος της διαδρομής. Ήταν ένα θλιβερό θέαμα που αποτελούσε την αδιάψευστη απόδειξη της τεράστιας οικολογικής καταστροφής που επιχειρείται –χρόνια τώρα– στην ευρύτερη περιοχή της Αμαζονίας.

Το δεύτερο είχε να κάνει με τους δυσκολοδιάβατους χωματόδρομους και τα πυκνά σύννεφα σκόνης που κλήθηκα να αντιμετωπίσω, οδηγώντας πάνω στον οδικό άξονα BR 230 /Transamazonica. Ειδικά στην χωμάτινη διαδρομή Altamira – Ruropolis, ήταν σαν να ταξίδευα σ’ ένα απέραντο βασίλειο κόκκινης σκόνης. Κάθε βράδυ, κάτω από τη ντουζιέρα του ξενοδοχείου, ξέπλενα από πάνω μου όλη την σκόνη της Αμαζονίας!

Ήταν το 1661 όταν οι αποικιοκράτες Πορτογάλοι έβαλαν το θεμέλιο λίθο της Santarem. Τριάμισι αιώνες μετά, η παραποτάμια πολιτεία της Αμαζονίας στεγάζει περίπου 300.000 κατοίκους κι έχει εξελιχθεί σ’ ένα από τα σημαντικότερα αστικά κέντρα του Αμαζονίου ποταμού.

Στην ατμοσφαιρική Santarem, αφού ξαπόστασα για λίγο δίπλα στις καταπράσινες όχθες του Αμαζονίου, συνέχισα κατόπιν το δίτροχο ταξίδι μου μέσω της πλωτής οδού. Με οδικό άξονα τον Αμαζόνιο ποταμό και μέσον μεταφοράς ένα ταχύπλοο σκάφος, έβαλα πλώρη για την παραποτάμια Manaus, την πρωτεύουσα της Αμαζονίας.

Δείτε το gallery με πλούσιο φωτογραφικό υλικό από το ταξίδι!