Μοτοσυκλέτα σε ακινησία: Τί κάνω πριν και μετά

Τα προβλήματα και οι λύσεις για να βγει ξανά στους δρόμους
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

15/4/2020

Μετά την επιβολή περιορισμού και ουσιαστικά την απαγόρευσης κυκλοφορίας, λόγω των μέτρων κατά της εξάπλωσης της πανδημίας, αρκετός κόσμος αγχώθηκε για το τι θα συμβεί στην μοτοσυκλέτα του αν μείνει ακίνητη για τόσες πολλές μέρες ή και μήνες. Άραγε είναι δικαιολογημένη αυτή η ανησυχία ή μήπως υπερβάλουμε; Σε αυτό το ερώτημα θα απαντήσουμε εδώ, αναφέροντας ένα-ένα τα προβλήματα μαζί με τις λύσεις τους.

Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να καταλάβουμε πως το τι θα συμβεί σε μια ακίνητη μοτοσυκλέτα εξαρτάται από τρεις βασικούς παράγοντες. Τη χρονική διάρκεια της ακινησίας, τη λειτουργική κατάσταση της μοτοσυκλέτας και την ηλικία της μοτοσυκλέτας. Αυτοί οι τρεις παράμετροι αλληλεπιδρούν ο ένας  με τον άλλον και δημιουργούν διαφορετικά προβλήματα. Οπότε δεν μπορούν να γίνουν απόλυτες γενικεύσεις και να λέμε συμβουλές τύπου: “βγάλε την μπαταρία” ή “βάλε τη μοτοσυκλέτα πάνω σε τάκους” ή “άδειασε τη βενζίνη”.

Για να γίνουμε πιο ξεκάθαροι, μια καινούρια μοτοσυκλέτα σε άριστη κατάσταση που θα μείνει ακίνητη σε κλειστό χώρο για ένα ή και δύο μήνες δεν χρειάζεται την ίδια φροντίδα και προετοιμασία με μια παλιά μοτοσυκλέτα σε μέτρια κατάσταση που θα μείνει ακίνητη για πολλούς μήνες. Γι΄αυτό θα πρέπει να πάρουμε τα σενάρια ένα-ένα και ξεχωριστά.  

Ακινησία 1-2 μηνών

Στο σενάριο που η ακινησία της μοτοσυκλέτας δεν ξεπερνά το χρονικό διάστημα των δύο μηνών, όσα λιγότερα πράγματα πειράξουμε, τόσο το καλύτερο! Ιδιαίτερα αν η μοτοσυκλέτα μας είναι καινούρια και σε άριστη κατάσταση. Ξεκινάμε με ένα καλό πλύσιμο για να φύγουν από πάνω της όλα τα οξέα και τα χημικά που έχει μαζέψει από τον δρόμο με τρεχούμενο νερό και απαλό σαπούνι. Αν χρησιμοποιείτε πιεστικό, μην το παρακάνετε με την πίεση και κυρίως ΜΗΝ προσπαθήστε να καθαρίσετε από τα λιπαρά κατάλοιπα την αλυσίδα, τις αναρτήσεις, τα φρένα και τους άξονες με την πίεση του νερού. ΠΟΤΕ! Θα καταστρέψεις τα τσιμουχάκια, θα μπει νερό στα ρουλεμάν και θα προκαλέσεις σοβαρές και πανάκριβες ζημιές.  Ένα πινελάκι με ειδικό καθαριστικό και τρεχούμενο νερό είναι το μόνο που επιτρέπεται. Αν δεν έχεις ειδικά καθαριστικά, απλώς σκούπισε όσα περισσότερα κατάλοιπα μπορείς με χαρτί ή πανί που δεν μαδάει. Στεγνώνουμε πολύ καλά την μοτοσυκλέτα μας σε όλα τα κρυφά σημεία της. ΑΜΕΣΩΣ μετά βάζουμε σπρέι στην αλυσίδα μας για να την προστατεύσουμε από την οξείδωση. Οι τελειομανείς μπορείτε να ψεκάσετε με ένα σπρέι σιλικόνης στα άβαφα μαύρα πλαστικά και τις εμφανείς καλωδιώσεις. Τα σπρέι για τα ταμπλό των αυτοκινήτων κάνουν κι αυτά καλή δουλειά. ΠΡΟΣΟΧΗ! Το σπρέι πρέπει να είναι σιλικόνης για πλαστικές και ελαστικές επιφάνειες και ΟΧΙ με βάση το πετρέλαιο, διότι θα καταστρέψει αντί να προστατεύσει τα πλαστικά, τις τσιμούχες και τα καλώδια.

Φουσκώνουμε τα ελαστικά μας με περισσότερη πίεση απ’ όση προτείνει ο κατασκευαστής για να μειώσουμε την παραμόρφωση του σκελετού, αλλά και για να αποφύγουμε μεγάλες απώλειες πίεσης από την ακινησία. Το τελευταίο πράγμα που θέλεις όταν πας να πάρεις από υπόγειο γκαράζ μια μοτοσυκλέτα είναι να έχει κλαταρισμένα ελαστικά. Αν έχεις διπλό σταντ βάλε τη σε αυτό. Αν έχεις κάλυμμα, σκέπασέ τη.  Δώσε της ένα φιλάκι και φύγε…

Στο σενάριο που μιλάμε για καινούρια μοτοσυκλέτα και το διάστημα ακινησίας δεν ξεπερνά τις 45-60 ημέρες, η μπαταρία και η βενζίνη δεν θα μας δημιουργήσουν προβλήματα.

Οι βενζίνες, ακόμα και αυτές που έχουν μεγάλη περιεκτικότητα σε αιθανόλη, μένουν σταθερές για 60 ημέρες τουλάχιστον. Εκείνο που έχει σημασία σε μοτοσυκλέτες με μεταλλικό ρεζερβουάρ είναι να τις έχουμε γεμίσει με βενζίνη, ώστε τα μεταλλικά τοιχώματα του ρεζερβουάρ να μην έρχονται σε επαφή με τον αέρα που λόγω οξυγόνου δημιουργεί οξείδωση, δηλαδή σκουριά.

Η μπαταρία δεν χρειάζεται να αποσυνδεθεί, ειδικά στις καινούριες μοτοσυκλέτες με can/bus και περίπλοκα ηλεκτρονικά, διότι σε κάποιες από αυτές ίσως χρειαστεί μετά να την πας με γερανό στην αντιπροσωπεία για να γίνει reset των ηλεκτρονικών της. Σε αυτές τις μοτοσυκλέτες η καλύτερη λύση είναι οι συντηρητές μπαταρίας (προτιμήστε τους εργοστασιακούς με τις μόνιμες πρίζες υποδοχής). Αν δεν έχεις, κάνε μια μεγάλη βόλτα πριν ξεκινήσεις τη διαδικασία ακινητοποίησης για να είναι η μπαταρία γεμάτη. Αν για οποιοδήποτε λόγο αποφασίσεις να αποσυνδέσεις τη μπαταρία, τότε βγάλε τη εντελώς από τη μοτοσυκλέτα και μην ξεβιδώσεις απλά τους πόλους. Το τελευταίο πράγμα που θέλεις είναι να ακουμπήσουν τα καλώδια στους πόλους και να κάνουν σπινθήρα. Οι μόνοι λόγοι για να βγάλουμε τη μπαταρία όταν η ακινησία έχει διάρκεια μικρότερη των 60 ήμερών, είναι στην περίπτωση που υπάρχει κάποιο πρόβλημα διαρροής ρεύματος. Αν π.χ. έχουμε κάνει πρόχειρες μετατροπές στα φώτα, έχουμε προσθέσει κακής ποιότητας after market ηλεκτρικά/ηλεκτρονικά αξεσουάρ ή γενικά έχουμε κάνει παράξενες πατέντες στα καλώδια. Αν τώρα μιλάμε για μοτοσυκλέτες άνω των 10-15 ετών, χωρίς περίπλοκα ηλεκτρονικά και δεν έχετε ασχοληθεί ποτέ με τη μπαταρία της από τότε που την πήρατε, τότε βγάλτε τη. Έτσι κι αλλιώς, μια τόσο ταλαιπωρημένη μπαταρία θα χρειαστεί αντικατάσταση.

 

 

Ακινησία άνω των 60 ημερών

Σε περίπτωση που μιλάμε για ακινησία άνω των δύο μηνών, τότε πριν κάνουμε όλα όσα έχουμε πει έως τώρα, θα χρειαστεί να κάνουμε και ένα καλό service. Όσο παράξενο κι αν ακούγεται, η αλλαγή όλων των υγρών είναι το ίδιο χρήσιμη, είτε οδηγούμε τη μοτοσυκλέτα είτε κάθεται ακίνητη. Τα παλιά λάδια, τα παλιά υγρά φρένων και το παλιό ψυκτικό έχουν μαζέψει υγρασία και διάφορα άλλα κατάλοιπα, που θα αρχίσουν να “τρώνε” και να διαβρώνουν μεταλλικές επιφάνειες και τσιμουχάκια/λαστιχάκια με πολύ πιο γρήγορο ρυθμό απ’ ότι αν η μοτοσυκλέτα ήταν σε κίνηση. Για τον ίδιο λόγο, το ρεζερβουάρ μας πρέπει να είναι γεμάτο με φρέσκια βενζίνη και να προσθέσουμε ένα σταθεροποιητή, αν η βενζίνη περιέχει μεγάλη αναλογία αιθανόλης. Το άδειασμα του ρεζερβουάρ δεν θα κάνει απολύτως τίποτα, παρά μόνο προβλήματα σκουριάς, στα μεταλλικά ρεζερβουάρ. Εκτός κι αν είσαι μηχανικός και αποσυνδέσεις όλο το σύστημα τροφοδοσίας και μετά κάτσεις και καθαρίσεις ένα-ένα τα εξαρτήματά του από τη βενζίνη… σουρεαλισμός!

Οι καινούριες μοτοσυκλέτες δεν έχουν πρόβλημα με τις βενζίνες που περιέχουν αιθανόλη σε ό,τι αφορά το σύστημα τροφοδοσίας τους. Αν όμως έχεις μοτοσυκλέτα άνω των 10 ετών ή με πλαστικό ρεζερβουάρ, θα πρέπει να προσθέσεις σταθεροποιητή σε περίπτωση που η ακινησία διαρκέσει άνω του τριμήνου. Σε ό,τι αφορά τη μπαταρία, ισχύει ακριβώς το ίδιο με την μικρής διάρκειας ακινησία. Στις καινούριες μοτοσυκλέτες χρησιμοποιούμε τους μόνιμους συντηρητές-φορτιστές (έχουν σχεδιαστεί ακριβώς για αυτή τη δουλειά) ή απλώς βάζουμε μια καινούρια και καλά φορτισμένη μπαταρία. Στις παλιές μοτοσυκλέτες μπορείτε να κάνετε το ίδιο ή να αφαιρέσετε τελείως την μπαταρία αν έχεις υποψίες για διαρροές ρεύματος. Το ίδιο και για τα ελαστικά, που αν τα φουσκώσουμε καλά, δεν πρόκειται να χαλάσει μόνιμα ο σκελετός τους, ακόμα κι αν μείνουν ακίνητα για μερικούς μήνες. Στην πρώτη μεγάλη βόλτα θα επανέλθουν στο κανονικό σχήμα τους, όποτε είναι υπερβολή να βάλεις τη μοτοσυκλέτα σε τάκους για να μην ακουμπάνε τα λάστιχα στο έδαφος. Δεν μιλάμε για χρόνια ακινησίας, αλλά για μερικούς μήνες. Εκτός βέβαια αν τα ελαστικά σου είναι ήδη πολύ παλιά, οπότε έτσι κι αλλιώς θα είναι για πέταμα. Εκείνο όμως που έχει σημασία είναι τα ελαστικά να είναι καθαρά, δηλαδή χωρίς χώματα, σκόνη τσιμέντου κ.τ.λ. που θα τα ξεράνουν.

 

Ακινησία άνω του έτους

Ελπίζουμε πως η καραντίνα δεν θα διαρκέσει τόσο πολύ που να χρειαστούμε συμβουλές για ακινητοποίηση μοτοσυκλέτας άνω των 12 μηνών, αλλά αφού πιάσαμε αυτό το θέμα ας το ολοκληρώσουμε. Η διαδικασία ακινητοποίησης μοτοσυκλέτας για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα βασίζεται στην αποφυγή ακριβών προβλημάτων, όταν θα έρθει η ώρα να την οδηγήσουμε ξανά. Το πλήρες service εδώ είναι απαραίτητο, όμως θα χρειαστεί να κάνουμε δύο-τρία επιπλέον πράγματα αν η ακινητοποίηση διαρκέσει 2-3 χρόνια. Στον κινητήρα θα πρέπει να μπει φρέσκο λάδι και αν η μοτοσυκλέτα είναι υγρόψυκτη, τότε το ψυκτικό υγρό πέρα από καινούριο, θα πρέπει να έχει διάρκεια ζωής 5 ετών και όχι τα φτηνά των 2 ετών. Κάνουμε πλήρες service στα φρένα με αλλαγή στα τσιμουχάκια όπου είναι δυνατόν. Κάποιοι συλλέκτες πανάκριβων ιστορικών οχημάτων δεν αδειάζουν τα ρεζερβουάρ από βενζίνη, αλλά τα γεμίζουν με αγωνιστική βενζίνη (σαν αυτή που χρησιμοποιήσαμε στη δυναμομέτρηση του H2R) η οποία κοστίζει βέβαια μια περιουσία, αλλά το ίδιο ακριβό θα είναι να καθαρίσεις όλο το σύστημα τροφοδοσίας αν η συμβατική βενζίνη γίνει σαν μέλι. Πάντως οι σταθεροποιητές έχουν αποδείξει πως κρατάνε σε καλή κατάσταση τη συμβατική βενζίνη πρατηρίου με αιθανόλη για περισσότερο από ένα χρόνο. Αν τώρα μιλάμε για πολύ παλιές μοτοσυκλέτες με καρμπυρατέρ -και ειδικά για δίχρονες- τότε το λύσιμο του συστήματος τροφοδοσίας και ο καθαρισμός του από καύσιμο είναι εύκολη δουλειά και θα σε σώσει από μεγάλους μπελάδες, όταν θα έρθει η ώρα να ξαναχρησιμοποιήσεις τη μοτοσυκλέτα σου.

Για τα ελαστικά, το καλύτερο που έχετε να κάνετε σε αυτή την περίπτωση είναι να βρείτε ένα ζευγάρι άχρηστα μεταχειρισμένα με 10-20 ευρώ ή τσάμπα και να τα βάλετε, αποθηκεύοντας τα καλά ελαστικά σας σε ξηρό, δροσερό περιβάλλον και μακριά από τον ήλιο. Δώστε ιδιαίτερη προσοχή σε σκουριές, γδαρσίματα και γενικά σε γυμνές επιφάνειες μετάλλου. Βάλτε τα ειδικά σπρέι και υγρά για να τα προστατεύσετε από την οξείδωση και το ίδιο κάντε για τις πλαστικές και ελαστικές επιφάνειες. Επαναλαμβάνουμε: ΟΧΙ πετρελαιοειδή και οινοπνευματοειδή χημικά σε πλαστικά και λάστιχα.  

 

Tο μετά

Σε όλες τις περιπτώσεις, πριν την πρώτη βόλτα μετά από μια μεγάλης διάρκειας ακινητοποίηση της μοτοσυκλέτας μας, κάνουμε έναν γενικό και λεπτομερή έλεγχο για να βεβαιωθούμε πως είναι στην ίδια κατάσταση όπως την αφήσαμε. Γάτες, ποντίκια (κανονικά και ανθρωποειδή...) μπορεί να έχουν προκαλέσει κρυφές ζημιές (π.χ. σε καλώδια). Κάνουμε πρώτα μικρών αποστάσεων βόλτες, χωρίς να ζορίζουμε τη μοτοσυκλέτα και την τύχη μας. Ναι, μετά από την κλεισούρα θέλουμε να φύγουμε για εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, όμως αν κάτι έχει πάει στραβά, είναι καλύτερα να το μάθουμε κοντά στην περιοχή μας, που ξέρουμε με ποιον τρόπο θα βρούμε γρήγορα και εύκολα λύση, και όχι με 200km/h κάπου στην μέση του πουθενά.   

    

Πως η Ducati βελτίωσε τα ιαπωνικά πλαίσια

Κατανοώντας την ελεγχόμενη παραμόρφωση
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

20/7/2022

Επί ολόκληρες δεκαετίες το ζητούμενο των ιαπωνικών εργοστασίων μοτοσυκλετών ήταν η ακαμψία του πλαισίου. Χρησιμοποιώντας αποκλειστικά κινητήρες με έναν, δύο, τρεις ή τέσσερεις κυλίνδρους εν σειρά, τα ιαπωνικά εργοστάσια σχεδίαζαν για τις μοτοσυκλέτες παραγωγής ατσάλινα περιμετρικά πλαίσια από σωλήνες στρογγυλής διατομής, όπου το κάτω τμήμα τους ήταν αφαιρούμενο για εύκολη και γρήγορη τοποθέτηση του κινητήρα στις γραμμές παραγωγής.

Σε αυτή την “αδύναμη” αρχιτεκτονική του πλαισίου προς όφελος της ταχύτερης και φτηνότερης παραγωγής, έρχεται να προστεθεί και η “χαλαρή” σύνδεση του κινητήρα με το πλαίσιο λόγω του σχεδιασμού των κάρτερ, τα οποία ήταν οριζόντια χωρισμένα (λεπτομέρειες θα βρεις ΕΔΩ) και οποιαδήποτε ισχυρή σύνδεσή τους με το πλαίσιο θα προκαλούσε την καταστροφική καταπόνησή τους και πιθανότατα την καταστροφή του κινητήρα. Επιπρόσθετα, οι ιαπωνικοί δικύλινδροι εν σειρά και τετρακύλινδροι εν σειρά, έπασχαν από κραδασμούς δεύτερης τάξης λόγω χρονισμού του στροφάλου τους, κάνοντας συχνή τη χρήση ελαστικών βάσεων σύνδεσης του κινητήρα με το πλαίσιο.

Την ίδια εποχή, η Ducati και η Moto Guzzi μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα στενά και ισχυρά κάρτερ των V2 κινητήρων τους ως ενεργό δομικό στοιχείο των πλαισίων τους, τα οποία μάλιστα ήταν κατασκευασμένα από χρωμιομολυβδενιούχο ατσάλι, το οποίο έχει εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά από το κράμα μετάλλου που χρησιμοποιούσαν τα ιαπωνικά εργοστάσια. Μάλιστα οι Ιταλοί είχαν τεράστια πρακτική εμπειρία και εκατοντάδες εξειδικευμένους τεχνίτες που γνώριζαν κάθε μυστικό για την κατασκευή σωληνωτών πλαισίων από χρωμιομολιβδενιούχο ατσάλι, καθώς αυτή την τεχνική που ονόμαζαν Superleggera” (υπερελαφριά) χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή πλαισίων αγωνιστικών αυτοκινήτων επί δεκαετίες. Ακόμα και οι τετρακύλινδρες εν σειρά μοτοσυκλέτες των Ιταλών (Gilera, MV Agusta, Benelli) είχαν πολύ πιο ισχυρά πλαίσια από τις ιαπωνικές μοτοσυκλέτες, διότι ο σχεδιασμός των πλαισίων τους ακολουθούσε κατά γράμμα τη σχεδίαση των αγωνιστικών μοτοσυκλετών τους, αδιαφορώντας για την εύκολη και γρήγορη τοποθέτηση του κινητήρα στις γραμμές παραγωγής και σπανίως είχαν αφαιρούμενα τμήματα. Επίσης οι Ιταλοί αδιαφορούσαν για κάποιες λεπτομέρειες στο σχεδιασμό των πλαισίων τους, όπως ας πούμε η απευθείας σύνδεση του πλαϊνού σταντ πάνω στα κάρτερ του κινητήρα, που είχε ως αποτέλεσμα το βάρος της μοτοσυκλέτας να “ανοίγει” τα ζεστά-μαλακά κάρτερ μετά από κάθε βόλτα και να προκαλεί διαρροές λαδιού…

Οι Ιταλοί σχεδίαζαν και κατασκεύαζαν πλαίσια έχοντας στο μυαλό τους μόνο την συμπεριφορά της μοτοσυκλέτα στη γρήγορη (αγωνιστική) οδήγηση, ενώ οι Ιάπωνες είχαν στο μυαλό τους τη διαδικασία παραγωγής και την πρακτικότητα.

 

Έως τα μέσα της δεκαετίας του ’70, τα ελαστικά των μοτοσυκλετών ήταν στενά και οι πίστες είχαν πολλές ευθείες και λίγες ανοιχτές στροφές. Η ανάγκη να πλαγιάζουν οι μοτοσυκλέτες ήταν μικρή, οπότε η μοναδική δουλειά που είχε να κάνει το πλαίσιο μιας μοτοσυκλέτας έως τότε ήταν η σταθερότητα στην ευθεία με υψηλές ταχύτητες.

Ένα απόλυτα άκαμπτο πλαίσιο και το χαμηλό κέντρο βάρους ήταν το μόνο που χρειαζόσουν, κάτι που βόλευε τα ιαπωνικά εργοστάσια με τους τεράστιους σε όγκο αερόψυκτους τετρακύλινδρους κινητήρες να είναι χαμηλά τοποθετημένοι, ενώ τα μακριά  μεταξόνια και οι μεγάλης διαμέτρου τροχοί βοηθούσαν τον τομέα της σταθερότητας.

Άλλωστε δεν είναι τυχαίο πως τη δεκαετία του ’70 έγιναν τόσο δημοφιλή τα “Monocoque” πλαίσια με την απόλυτη ακαμψία και τις μηδενικές ελαστικότητες.

Τα προβλήματα για τους Ιάπωνες άρχισαν να εμφανίζονται όταν τα ελαστικά των μοτοσυκλετών έγιναν slick στους αγώνες ταχύτητας και ταυτόχρονα άρχισαν να γίνονται όλο και πιο φαρδιά στις μοτοσυκλέτες παραγωγής.

Το ανώτερο επίπεδο κρατήματος των ελαστικών επέτρεψε στις μοτοσυκλέτες να πλαγιάζουν περισσότερο και με μεγαλύτερες ταχύτητες και έβαλε μέσα στο παιχνίδι τη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας στις στροφές.

Τα Ιαπωνικά πλαίσια παραγωγής δεν μπορούσαν πλέον να ανταπεξέλθουν σωστά σε αυτές τις νέες απαιτήσεις. Ήταν η χρυσή εποχή για τις ευρωπαϊκές βιοτεχνίες κατασκευής πλαισίων, που έφτιαχναν ισχυρότερα πλαίσια από χρωμιομολυβδενιούχο ατσάλι, χωρίς τους περιορισμούς που είχαν οι Ιάπωνες από την διαδικασία μαζικής βιομηχανικής παραγωγής. Εταιρείες όπως η ιταλική BIMOTA και η βρετανική HARRIS έβγαλαν περιουσίες έως και το τέλος της δεκαετίας του ’80.

Η πρώτη ιαπωνική εταιρεία που προσπάθησε να σχεδιάσει ένα πλαίσιο παραγωγής για τις ανάγκες της νέας εποχής ήταν η Yamaha με το FZ 750, βάζοντας στο στόμα μας τις λέξεις Genesis και Deltabox. Η φιλοσοφία “Genesis” ήθελε το μπλοκ τον κυλίνδρων να γέρνει εμπρός στις 45⁰ μεταφέροντας το βάρος του κινητήρα κοντά και χαμηλά στον εμπρός τροχό για σταθερότητα στις υψηλές ταχύτητες, ενώ την ίδια στιγμή ο εμπρός τροχός έγινε μόλις 16” από 18-19” για μείωση του γυροσκοπικού φαινομένου, αλλά και για να κρατηθεί η γωνία κάστερ και το μεταξόνιο σε λογικά επίπεδα προς όφελος της ευελιξίας.

Η λέξη Deltabox περιέγραφε το τριγωνικό σχήμα του πλαισίου από σωλήνες τετραγωνικής διατομής και ήταν εμπνευσμένο από τα δίχρονα YZR 500 των GP.

Πρακτικά αυτή η αρχιτεκτονική είχε μεγαλύτερο όφελος στις ευθείες και ελάχιστο στις στροφές, διότι το πολύ χαμηλό κέντρο βάρους δεν βοηθά την ευελιξία και ο τροχός των 16” δεν έχει ομοιογενή συμπεριφορά. Έτσι η τελευταία εξέλιξη των πλαισίων Genesis χρησιμοποιούσε τροχούς 17”, ενώ το 1988 η Kawasaki με το ZXR 750 και το κάθετο μπλοκ κυλίνδρων του κινητήρα της, έγινε το πρότυπο των ιαπωνικών τετρακύλινδρων superbike έως την εμφάνιση της Yamaha R1 με το tri-axes κιβώτιο, που μίκρυνε ακόμα περισσότερο το μήκος του κινητήρα, επιτρέποντας τη χρήση μακρύτερου ψαλιδιού.

Όλα αυτά τα χρόνια που οι Ιάπωνες πειραματίζονταν με δεκάδες διαφορετικά είδη πλαισίων, προσπαθώντας να ακολουθήσουν την εξέλιξη των ελαστικών, οι Ιταλοί συνέχιζαν να κατασκευάζουν πλαίσια με τα ίδια υλικά και την ίδια αρχιτεκτονική που χρησιμοποιούσαν επί δεκαετίες…

Και απ’ ότι κατάλαβε πρώτη η Honda αντιμετωπίζοντας τις Ducati 851/888 και 916 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Superbike, οι “νεροσωλήνες” των Ιταλών ήταν πολύ ανώτεροι από τα εντυπωσιακής εμφάνισης ογκώδη αλουμινένια πλαίσια των εργοστασιακών RC 30 και RC 45. Με τα slick ελαστικά να έχουν πλέον εντυπωσιακού επιπέδου κράτημα και τις μοτοσυκλέτες να πλαγιάζουν συνεχώς πάνω από τις 55⁰ στις στροφές, οι αναβάτες των Honda έβλεπαν μπροστά τους τις Ducati να “κυματίζουν” οριακά πλαγιασμένες μέσα στη στροφή, ακολουθώντας τις ανωμαλίες της ασφάλτου και να ανοίγουν πολύ νωρίτερα το γκάζι στις εξόδους. Την ίδια στιγμή τα εντελώς άκαμπτα αλουμινένια “δοκάρια” των ιαπωνικών μοτοσυκλετών χοροπηδούσαν πάνω από τις ανωμαλίες της ασφάλτου, καταπονώντας υπερβολικά τα ελαστικά τους, κάνοντας εύκολο το σπινάρισμα στο άνοιγμα του γκαζιού και την ίδια στιγμή οι αναβάτες είχαν ελάχιστη αίσθηση για το επίπεδο πρόσφυσή τους.

Ο λόγος που τα πλαίσια των Ducati κατάφερναν να είναι άκαμπτα όταν η μοτοσυκλέτα ήταν όρθια στην ευθεία και να αποκτούν χαρακτηριστικά ανάρτησης όταν η μοτοσυκλέτα πλάγιαζε υπερβολικά, έχει να κάνει κυρίως με την μακροχρόνια τεχνογνωσία των Ιταλών “Μαστόρων” στην κατασκευής πλαισίων από “νεροσωλήνες” χρωμομολυβδένιου.

Το συγκεκριμένο κράμα έχει συγκεκριμένες ιδιότητες “ελαστικότητας” και αν ξέρεις σε ποιο μήκος να κόψεις τον κάθε σωλήνα και πώς να τους ενώσεις μεταξύ τους, τότε μπορείς να επιτύχεις με πολύ μεγάλη ακρίβεια τη συμπεριφορά του στις δυνάμεις που ασκούνται πάνω του από διαφορετικές κατευθύνσεις.

Άλλωστε δεν είναι καθόλου τυχαίο πως όλα τα εργοστάσια κατασκευής πλαισίων για αγωνιστικά go-kart είναι ιταλικά και φυσικά φτιάχνονται από “νεροσωλήνες” ίδιους με των ιταλικών μοτοσυκλετών, διότι τα go-kart δεν έχουν αναρτήσεις και το πλαίσιό τους είναι εκείνο που έχει το ρόλο ανάρτησης.

Επίσης αν ξέρεις πόσο μήκος, πόσο πάχος, πόση διάμετρο και σε πιο σημείο να κολλήσεις τους “νεροσωλήνες” μπορείς να έχεις σε κάθε πίστα ένα ειδικά σχεδιασμένο πλαίσιο ή με μερικές αλλαγές στους σωλήνες τοπικά να επιτύχεις την ακαμψία ή την ελαστικότητα που θέλεις, στο σημείο που θέλεις!

Κι αυτό ακριβώς έκανε τότε η Ducati στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα WSBK, όπου είχε πάντα μαζί της σε κάθε αγώνα έναν “μαστρο-συγκολλητή” για να προσαρμόζει τα πλαίσια στις ανάγκες της συγκεκριμένης πίστας.

Προφανώς η Honda δεν μπορούσε να έχει χυτήριο και πρέσες για να φτιάχνει επί τόπου διαφορετικά αλουμινένια πλαίσια…

Το αποτέλεσμα αυτής της εμπειρίας της Honda από τους αγώνες του WSBK τη δεκαετία του ‘90, ήταν η παρουσίαση του CBR 600 F4, της πρώτης Ιαπωνικής μοτοσυκλέτας με αλουμινένιο πλαίσιο το οποίο είχε “ελεγχόμενες ελαστικότητες” και ταυτόχρονα χρησιμοποιούσε τον κινητήρα ως ενεργό τμήμα του πλαισίου (Pivotless).

Σήμερα, την ίδια ακριβώς φιλοσοφία ακολουθεί η Ducati στα MotoGP σχεδιάζοντας καλάμια πιρουνιού, ψαλίδια και monocoque πλαίσια από carbon - ένα υλικό υψηλής τεχνολογίας, το οποίο σου επιτρέπει να επιτύχεις συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ελαστικότητας σε συγκεκριμένα σημεία του… αν φυσικά ξέρεις πώς να το κάνεις!