Ακήρυχτος πόλεμος στις τιμές μοτοσυκλετών παγκοσμίως: Πλοία-Κοντέινερ-Πετρέλαιο-Euro5! Τι συμβαίνει στην Ελληνική αγορά

Προστίθενται σε αυξημένη φορολογία και δασμούς!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

6/4/2021

Το κόστος μεταφορικών από την Κίνα στην Ευρώπη έχει τετραπλασιαστεί από τον περασμένο Νοέμβριο και δυστυχώς παραμένει σε αυτό το επίπεδο δίχως καμία ένδειξη πως στο σύντομο διάστημα θα επιστρέψει στα εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα που υπήρχαν πριν. Αυτό είναι το τελευταίο χτύπημα σε έναν ακήρυχτο πόλεμο που επηρεάζει κάθε τομέα της οικονομίας, σε μία γωνία της οποίας είναι φυσικά και η μοτοσυκλέτα. Το πρώτο χτύπημα ήρθε από την αύξηση στο κόστος των πρώτων υλών, που είναι ραγδαία τους τελευταίους μήνες με κορυφαίο παράδειγμα το λίθιο. Εκεί παρουσιάζεται αύξηση μεγαλύτερη του 80% (αυτή την στιγμή 82,8% έφτασε και το 85% από πέρσι). Το ατσάλι είναι 20% ακριβότερο, το αλουμίνιο 14% και η λίστα μακραίνει για κάθε τι που χρησιμοποιείται στην παραγωγή μοτοσυκλετών. Προφανώς η τεράστια αύξηση του λιθίου επηρεάζει κυρίως τα ηλεκτρικά οχήματα, αλλά η κατάσταση είναι γενικευμένη σε όλες τις πρώτες ύλες. Κομμάτι των αιτιών για την αύξηση των πρώτων υλών είναι και τα μεταφορικά και η έλλειψη που παρουσιάζεται αυτή την στιγμή παγκοσμίως σε κοντέινερ, πράγμα που επηρεάζει το κόστος των μοτοσυκλετών διπλά γιατί εκτός από την παραγωγή πρέπει να γίνει και η μεταφορά τους στην αγορά, αμέσως μετά.

Για να καταλάβετε την τεράστια διαφορά, ένα κοντέινερ που μπορούσε να μεταφέρει 25-30 μοτοσυκλέτες με κόστος έως $2.000 έφτασε έως και τις $9.500! Υπάρχουν μάλιστα αυξήσεις που πλησιάζουν και τις $12.000 όπως σημειώνουν στελέχη της αγοράς, καθιστώντας πρακτικά απαγορευτική την εισαγωγή αγαθών. Το πρόβλημα είναι τεράστιο και είναι παγκόσμιο καθώς επηρεάζει όλες τις μοτοσυκλέτες στο σύνολο, όχι μόνο αυτές που έρχονται από την Κίνα.

Διαβάζοντας το περιοδικό ΜΟΤΟ μαθαίνετε -για παράδειγμα- πως το πίσω κρύσταλλο στο φανάρι της νέας Ducati Multistrada V4 παράγεται στην Κίνα. Υπάρχουν πάρα πολλά εξαρτήματα κι ανταλλακτικά που κατασκευάζονται στην Κίνα σε όλες τις γραμμές παραγωγής, όλων των μοτοσυκλετών, Ευρωπαϊκών, Ιαπωνικών κτλ. Οι Ασιάτες προμηθευτές για αυτά τα εξαρτήματα, τα πλαστικά, και τα ανταλλακτικά, είχαν επιλεχθεί με βάση την τιμή τους. Στην πορεία μάλιστα, κι ακριβώς επειδή συρρικνώθηκαν οι εκάστοτε εγχώριοι προμηθευτές ορισμένοι Ασιάτες έμειναν και οι μόνοι που μπορούσαν να στηρίξουν μία αντίστοιχη παραγωγή για το συγκεκριμένο εξάρτημα ή ανταλλακτικό: Η παγκοσμιοποίηση στην τροφοδοσία των γραμμών παραγωγής, υφίσταται ένα γενναίο χτύπημα, κι αυτό που πήρε δεκαετίες για να φτιαχτεί δεν μπορεί να αλλάξει μέσα σε μήνες. Παλαιότερα οι προμηθευτές βρίσκονταν κοντά στο εργοστάσιο, στο σύνολό τους. Σήμερα είναι πραγματικά αξιόλογο που το 60% της Ducati Multistrada V4 (συνεχίζοντας το παράδειγμα) επέστρεψε πίσω και προμηθεύεται από μία ακτίνα 150 χιλιομέτρων γύρω από το εργοστάσιο. Η βελτίωση των μεταφορών είχε επιτρέψει όλα αυτά τα χρόνια την ψαλίδα αυτή να μεγαλώσει κι αυτό είναι καλό για όλους, μιας και συντηρούνται βιοτεχνίες και σε άλλες χώρες: Αντλώντας το παράδειγμα από το τρέχον τεύχος του ΜΟΤΟ, υπάρχουν και Ελληνικές εταιρείες που προμηθεύουν γραμμές παραγωγής σε ευρωπαϊκά εργοστάσια, ένα παράδειγμα είναι βιοτεχνία στην Β.Ελλάδα που έφτιαχνε ένα μικρό ανταλλακτικό για την VW, την στιγμή που στην Bologna είναι εκατοντάδες τα αντίστοιχα παραδείγματα.

Οι τιμές ενός κοντέινερ 40 ποδιών είχαν παραμείνει σταθερές για πάρα πολλά χρόνια παρόλο που στηρίζονταν σε πολύ λεπτή ισορροπία. Ένα πρώτο χτύπημα στις μεταφορές δόθηκε στις αρχές του 2018 όταν η Κίνα αποφάσισε να σταματήσει τις εισαγωγές μίας μακράς λίστας πλαστικών απορριμμάτων. Πέρα από παραγωγός, η Κίνα είχε καταλήξει και η μεγαλύτερη χωματερή και σε αυτό βοηθούσε το γεγονός πως υπήρχε υπερπληθώρα κοντέινερ που επέστρεφαν πίσω άδεια. Ένα μέρος των πλαστικών αυτών διοχετεύθηκε σταδιακά σε άλλες ασιατικές χώρες, όπου δημιουργεί νέα τεράστια προβλήματα σε ανοιχτές χωματερές. Η Κίνα ίσως δώσει σύντομα λύση στο πρόβλημα των πλαστικών απορριμμάτων αλλά αυτό δεν πρέπει να μας απασχολήσει αυτή την στιγμή. Το τελικό χτύπημα που δίνεται αυτή την στιγμή στις τιμές ξεκίνησε από την πανδημία:

Στο πρώτο μισό του 2020 χιλιάδες κοντέινερ έμειναν εγκλωβισμένα σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Έφτασαν ακόμη και να χρησιμοποιούνται ως αποθηκευτικοί χώροι, και παρόλο που είναι πολύ μικρό το ποσοστό αυτό, είναι ωστόσο χαρακτηριστικό των πολλών πλευρών που έχει το ζήτημα της έλλειψης κοντέινερ. Όταν η αγορά άρχισε να ζητά ξανά ασιατικά προϊόντα άρχισε να δίνει μάχη για τα κοντέινερ που είχαν μείνει. Θα σκεφτόταν κανείς πως αυτό είναι ένα εύκολο πρόβλημα, απλά φτιάχνουμε περισσότερα κοντέινερ, ωστόσο οι ναυτιλιακές εταιρείες το παρουσιάζουν ως πολύ πιο σύνθετο.

Παράγοντες της ελληνικής αγοράς σχολιάζουν πως αύξηση στα μεταφορικά συμβαίνει κάθε χρόνο πριν τα Χριστούγεννα, χωρίς όμως να ξεπερνά το 20%. Αυτό που έγινε τον Νοέμβριο δεν έχει προηγούμενο και δεν δείχνει σημάδια πως θα ομαλοποιηθεί σύντομα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στο ΜΟΤΟ ο κος Διογένης Χιωτάκης, Διευθύνων Σύμβουλος της εισαγωγικής MOTO TREND S.A., μία από τις εταιρείες που δεν έχει μετακυλήσει ούτε ένα Ευρώ από τις τεράστιες αυτές αυξήσεις, στον τελικό πελάτη.

Ο κος Χιωτάκης τόνισε επίσης πως αυτή την στιγμή μπορεί να ξεκινήσεις μία μεταφορά με πλοίο της EVERGREEN αλλά να σου έρθει με COSTCO (παραδείγματα) γεγονός που συμπίπτει με το ρεπορτάζ του MOTO για την μείωση των διαθέσιμων πλοίων που έρχονται από την Κίνα στην Μεσόγειο. Οι ναυτιλιακές εταιρείες συνεργάζονται με τρόπο αντίστοιχο των αεροπορικών και κρατούν λιγότερα πλοία σε κυκλοφορία. Αυτή την στιγμή η μέση τιμή για ένα κοντέινερ 40ποδιών είναι στα $8.000 όταν τον περασμένο Οκτώβριο βρισκόταν στα $2.000 πράγμα που επηρεάζει ακόμη περισσότερο τα ογκώδη αντικείμενα.

Η κατάσταση αυτή απλώνεται σε όλους τους τομείς, όχι μόνο στις μοτοσυκλέτες που όπως είπαμε το πρόβλημα ξεκινά από την γραμμή παραγωγής και μετά φαίνεται στην μεταφορά τους. Το ίδιο αντιμετωπίζει και ο εξοπλισμός, όπως τα κράνη για παράδειγμα.

Τα πράγματα στην Ελληνική αγορά είναι ιδιαίτερα δύσκολα γιατί παράλληλα με όλα αυτά έχουμε να αντιμετωπίσουμε αυξημένη φορολογία και δασμούς. Μία μοτοσυκλέτα στην Γερμανία για παράδειγμα, θα είναι πάντοτε πιο φθηνή από την αντίστοιχη στην Ελλάδα αν το Κράτος δεν σταματήσει να βλέπει με κακό μάτι εκείνον που θέλει να αγοράσει κάτι καινούριο. Ο ΦΠΑ και οι δασμοί στην Ελλάδα είναι σημαντικά αυξημένοι. Προφανώς τα βέλη όλων μας είναι πιο εύκολο να στραφούν αλλού και όχι στην Πολιτεία, γιατί εκεί ξέρουμε πως τα αυτιά είναι κλειστά, το Κράτος όμως πρέπει κάποια στιγμή να αναθεωρήσει πλήρως την πολιτική με την οποία αντιμετωπίζει τα οχήματα.

Αυτή την στιγμή οι κατασκευαστές έχουν προσπαθήσει να απορροφήσουν ένα μέρος από την μεγάλη αυτή αύξηση στα μεταφορικά και το υπόλοιπο οι εισαγωγείς. Μιλάμε προφανώς μόνο για την μοτοσυκλέτα, καθώς σε άλλους τομείς αγαθών οι αυξήσεις έχουν αρχίσει να γίνονται αισθητές. Ακόμη και στην ελληνική αγορά μοτοσυκλέτας βέβαια υπάρχουν μεμονωμένα παραδείγματα αλλαγών προς τα επάνω, και θα γίνουν πολύ περισσότερα στο μέλλον αν η κατάσταση δεν ομαλοποιηθεί.

Οι αλλαγές των Euro5 έχουν άλλωστε αυξήσει το κόστος ακόμη περισσότερο για ορισμένα μοντέλα που χρησιμοποιούν ακόμη έναν καταλύτη κι έτσι ακόμη κι αν απορροφήσει ο κατασκευαστής το κόστος της εξέλιξης, παραμένει το τελικό κόστος των ανταλλακτικών. Όλοι οι κατασκευαστές ενσωμάτωσαν το κόστος της εξέλιξης των Euro5 προδιαγραφών με την ανάπτυξη μίας νέας γενιάς κάθε μοντέλου, ακόμη και καθυστερώντας την αναμενόμενη έλευσή του στην αγορά. Κορυφαίο παράδειγμα η Hayabusa της Suzuki που έφτασε σε σημείο να σταματήσει να έρχεται στην Ευρώπη για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ συνέχιζε κανονικά την παραγωγή σε άλλες χώρες.

Η πρόβλεψη είναι πως σταδιακά κάποιες από αυτές τις αυξήσεις θα περάσουν τελικά και στην ελληνική αγορά, ωστόσο η κατασκευή περισσότερων κοντέινερ που έχει ήδη ξεκινήσει αλλά δεν φτάνει για να καλύψει το τεράστιο κενό, σύμφωνα με πρόσφατη δήλωση στελέχους της ING, και η ομαλοποίηση της ασιατικής παραγωγής στις αρχές του 2022 με το νέο -εκεί- έτος, αναμένεται πως θα ανακάμψουν ως ένα βαθμό τις όποιες αυξήσεις.

Από την στιγμή που το τελικό χτύπημα έχει δοθεί από την πανδημία, ιδιαίτερα εδώ στην Ελλάδα που οι δασμοί καθιστούν τοξικό το περιβάλλον, θα πρέπει η Πολιτεία να δράσει έγκαιρα από τώρα προς αποσυμφόρηση, πριν αρχίσουμε να βλέπουμε τις τιμές να ανεβαίνουν…

Αφιέρωμα ΜΟΤΟ: H Ιστορία των Yamaha Ténéré

Από τους δρόμους στους αμμόλοφους και αντίστροφα!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

2/9/2020

Η Yamaha ανέκαθεν είχε συνδέσει το όνομά της με τους αγώνες Rally, αλλά και τους χωμάτινους αγώνες εν γένει, κατέχοντας έναν ηγετικό ρόλο με καινοτομίες και πρωτοπορίες, όπως είχε συμβεί και με την περίπτωση του DT-1. Ήταν η μοτοσυκλέτα που έδωσε τα ηνία του motocross στην Yamaha εκείνη την εποχή, χάρη στην επαναστατική –για τα δεδομένα της εποχής- monocross πίσω ανάρτηση, αλλά και το εφαλτήριο για την εξέλιξη δύο μοτοσυκλετών-ορόσημο για την Ιστορία του εργοστασίου και της μοτοσυκλέτας γενικότερα: το enduro ΤΤ500 που παρουσιάστηκε το 1975 και το on-off XT500 που παρουσιάστηκε το 1976. Και οι δύο αυτές τετράχρονες μοτοσυκλέτες ήταν η απάντηση στις "προσευχές" των απανταχού χωματερών που ήθελαν μια μοτοσυκλέτα με δυνατότητα να ταξιδέψει στην άσφαλτο, στο χώμα, αλλά και στις αμερικάνικες ερήμους της Δυτικής Ακτής, της σημαντικότερης ίσως αγοράς για την Yamaha.

Ο γενάρχης, το ΧΤ500 του 1976

 

Η αξιοπιστία του κινητήρα, η ροπή από τις χαμηλές στροφές και το ελαφρύ και άκαμπτο πλαίσιο, ήταν τα στοιχεία που χαρακτήρισαν τις δημιουργίες της Yamaha. Όπως ήταν φυσικό, αυτό μεταφράστηκε πολύ γρήγορα, όχι μόνο σε εμπορικές αλλά και σε αγωνιστικές επιτυχίες.

Παράλληλα όμως, το μέγεθος της επιτυχίας που γνώρισε το ΧΤ500 στην Ευρώπη ήταν απείρως μεγαλύτερο και σε τελείως διαφορετικό πεδίο απ' ό,τι στην Αμερική, χάρη σε έναν συγκεκριμένο Γάλλο αναβάτη, ο οποίος έγινε αργότερα γνωστός ως ο "Mr. Yamaha" μέσα στην εταιρεία, που μετέτρεψε το ΧΤ500 ως βάση εξέλιξης μιας εντελώς νέας κατηγορίας από την Yamaha. Ο λόγος για τον Jean-Claude Olivier, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν ένας απλώς υπάλληλος στον Γάλλο εισαγωγέα της Yamaha, την Sonauto, αλλά αργότερα έγινε Πρόεδρος της Yamaha Motor France, ενώ άνοιξε και το μονοπάτι γι' αυτό που αποκαλούμε σήμερα Adventure κατηγορία.

Ο Jean Claud Olivier ήταν ο άνθρωπος που ουσιαστικά δημιούργησε τον θρύλο των Ténéré

 

Ο Olivier δεν άργησε να διακρίνει τις τεράστιες δυνατότητες του μεγάλου μονοκύλινδρου 500 στις αφρικανικές ερήμους, δηλώνοντας πως "έφτασε το πλήρωμα του χρόνου για να γίνει η μοτοσυκλέτα ένα όχημα περιπέτειας". Το 1977 ήταν η πρώτη χρονιά που ο Γάλλος συμμετείχε στο Rallye Côte d'Ivoire σε μια διαδρομή 10.000 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα της Ακτής Ελεφαντοστού Abidjan μέχρι τη Νίκαια της Γαλλίας. Το 1979 συμμετείχε μαζί με τρεις ακόμη αναβάτες στο πρώτο Paris-Dakar (που τότε λεγόταν Oasis Rally) ως ομάδα της "Sonauto Yamaha", πάνω σε ΧΤ500. Εκείνη την εποχή οι υπόλοιποι μεγάλοι κατασκευαστές μοτοσυκλετών, δεν έδειχναν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γι' αυτό το νέο είδος αγώνων, αλλά ο ίδιος ο Olivier είχε δηλώσει ότι η φιλοσοφία κατασκευής του ΧΤ500 ταίριαζε ακριβώς με την συμμετοχή σε έναν τέτοιο αγώνα.

Στην πρώτη, ιστορική, διοργάνωση του Paris-Dakar, οι μοτοσυκλέτες και τα αυτοκίνητα δεν αγωνιζόντουσαν σε ξεχωριστές κατηγορίες, αλλά ανταγωνιζόντουσαν για την συνολική νίκη. Ο Cyril Neveu και ο Gilles Comte με τα ΧΤ500 τους κατάφεραν να αφήσουν πίσω τους όλους τους οδηγούς των Range Rover και Renault, κάνοντας το 1-2 για την Yamaha. Την επόμενη χρονιά ο Neveu κέρδισε ξανά με τέσσερις αναβάτες ΧΤ500 να κερδίζουν αντίστοιχα τις τέσσερις πρώτες θέσεις! Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι εκείνη την χρονιά από τις 25 μοτοσυκλέτες που τερμάτισαν, οι 11 ήταν ΧΤ500…

Από την επόμενη χρονιά (το 1981) το Paris-Dakar εντάχθηκε στην αιγίδα των FIM και FIA, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να συμμετέχουν εργοστασιακές ομάδες στον αγώνα. Αυτή της BMW αποδείχθηκε ένας πολύ δύσκολος αντίπαλος για τους αναβάτες των ΧΤ500, οι οποίοι έτρωγαν τη σκόνη των Γερμανών. Η απάντηση της Yamaha ήταν η αναβάθμιση του XT500 σε XT550, με την τοποθέτηση του YDIS (Yamaha Dual Intake System), αλλά όσο ανέβαιναν οι επιδόσεις και οι ταχύτητες στο Dakar, ήταν όλο και πιο δύσκολο να παραμείνουν ανταγωνιστικοί.

Αυτό οδήγησε τον Olivier και την Sonauto να ζητήσουν από την Yamaha Motor στην Ιαπωνία να εξελίξουν τα ΧΤ παραγωγής, έτσι ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στο υψηλότερο επίπεδο ανταγωνισμού. Οι μηχανολόγοι στο Iwata έπιασαν αμέσως δουλειά και το αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους ήταν το ΧΤ 600 Ténéré. Ο κινητήρας διατήρησε το σύστημα YDIS, αλλά είχε αυξημένη χωρητικότητα στα 600 κυβικά, διέθετε μεγάλο ρεζερβουάρ 30 λίτρων, ήταν η πρώτη off-road μοτοσυκλέτα της Yamaha με δισκόφρενο μπροστά, με monocross πίσω ανάρτηση, αλουμινένιο ψαλίδι και πολλές άλλες τεχνολογίες αιχμής για την εποχή. Η εξέλιξη του Ténéré 600 μάλιστα, έγινε ταυτόχρονα με του ΤΤ600, την enduro εκδοχή για την αγορά της Β. Αμερικής. Όταν η μοτοσυκλέτα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Σαλόνι του Παρισιού το 1982, δημιούργησε ένα σαρωτικό ρεύμα που πολύ γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο με τεράστιο εμπορικό αντίκτυπο, κρίνοντας κι από προσωπική εμπειρία μιας και τρεις από τις 23 μοτοσυκλέτες που είχα μέχρι τώρα στην κατοχή μου, ανήκαν στην οικογένεια των Ténéré

Το πρώτο Ténéré του 1983 που ήταν ουσιαστικά ένα υπερκυβισμένο ΧΤ550 με ένα ρεζερβουάρ 30 λίτρων, ως ρέπλικα της μοτοσυκλέτας του Cyril Neveu

 

Σύντομα το Ténéré αποτέλεσε την επιλογή πάρα πολλών αναβατών που έτρεχαν στο Paris-Dakar, αλλά και για πολλούς απλούς αναβάτες που θαύμαζαν το πνεύμα της περιπέτειας που συμβόλιζε η μοτοσυκλέτα. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ήταν η μοτοσυκλέτα που δημιούργησε την τάση κατασκευής των Dakar ρέπλικα. Μέσα στην επόμενη δεκαετία πουλήθηκαν 61.000 ΧΤ600 Tenere, ενώ λίγο μετά έγινε και η πρώτη μεγάλη αναβάθμιση, το 1991, με την γέννηση του ΧΤΖ660 Tenere το οποίο είχε πενταβάλβιδη κεφαλή για τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 660 –πλέον- κυβικών εκατοστών. Το 1994 έγινε μια  αισθητική ανανέωση, με την μοτοσυκλέτα να αποκτά δίδυμους προβολείς μπροστά.

Η πρώτη ανανέωση έφερε μικρότερο ρεζερβουάρ στα 21 λίτρα και αύξηση της ιπποδύναμης στους 46 ίππους

 

Παρόλο όμως που το Ténéré ήταν η μοτοσυκλέτα που ουσιαστικά "γέννησε" την adventure κατηγορία, εμπνέοντας πολλούς αναβάτες –ιδιώτες και εργοστασιακούς- να τρέξουν στο θρυλικό Paris-Dakar, η Yamaha δεν μπόρεσε να γευτεί τη χαρά της νίκης μετά από το 1980. Ο Olivier "έφτασε πολύ κοντά στην πηγή" το 1985 με ένα XT600 Ténéré ειδικά προετοιμασμένο για τον αγώνα, το οποίο αν και έφερε το ίδιο όνομα με το μοντέλο παραγωγής, ήταν ουσιαστικά η πρώτη μοτοσυκλέτα που είχε φτιάξει το εργοστάσιο ειδικά και αποκλειστικά για το Dakar Rally. Με αυτή την μοτοσυκλέτα ο Γάλλος τερμάτισε στην δεύτερη θέση, ενώ πίσω του στην τρίτη και τέταρτη θέση τερμάτισαν επίσης αναβάτες με την ίδια μοτοσυκλέτα.

Το 1988 έγινε ολοκληρωτική ανβάθμιση, με δύο προβολείς μπροστά, σταθερό φαίρινγκ, δισκόφρενο εμπρός πίσω και ρεζερβουάρ 23  λίτρων

 

Με το πέρασμα των χρόνων, δυσκολία και ο ανταγωνισμός μεγάλωνε, με τις νίκες να συσσωρεύονται στο παλμαρές των boxer κινητήρων της BMW. Για να το αντιμετωπίσει αυτό το γεγονός ο Olivier τοποθέτησε στην αγωνιστική μοτοσυκλέτα του 1986 έναν τετρακύλινδρο εν σειρά κινητήρα από FZ750. Εξαιτίας όμως του μεγάλου βάρους, δεν κατάφερε κάτι καλύτερο από την 12η θέση. Η αφοσίωσή του στον σκοπό τον έφερε άλλη μια φορά στο αρχηγείο της Yamaha και το 1987 το αγωνιστικό τμήμα του εργοστασίου άρχισε να δουλεύει πάνω στο project του 1988. Ήταν το YZE750 Ténéré με τον μονοκύλινδρο, πενταβάλβιδο κινητήρα, με το οποίο έτρεξε και ο νεαρός –τότε- Stephane Peterhansel. Εκείνη τη χρονιά, η μοτοσυκλέτα τερμάτισε στην δεύτερη θέση με τον Franco Picco, μετά από τις ατυχίες των Olivier και Peterhansel, αλλά και μετά από σκληρή μάχη με το Honda NXR750 του Edi Orioli.

Το ΥΖΕ750 με τον κινητήρα του FZ750 δεν είχε ιδιαίτερη τύχη στους αμμόλοφους του Dakar

 

Στα τέλη του 1987, η Yamaha ξεκίνησε και την δημιουργία της επόμενης γενιάς των Ténéré παραγωγής, του δικύλινδρου εν σειρά XTZ750 Super Ténéré. Οι άξονες πάνω στους οποίους κινήθηκαν για την κατασκευή του ήταν οι εξής τέσσερις: η άνεση στο πολύωρο ταξίδι, το ικανοποιητικό ποσοστό δύναμης για να πετυχαίνει υψηλές μουαγιέν, να διαθέτει την δυνατότητα για οδήγηση εκτός δρόμου και τέλος, να έχει ό,τι και όσα χρειάζεται για να μπορεί να οδηγείται καθημερινά στον δρόμο. Το πρώτο πράγμα που έκαναν, ήταν να αποφασίσουν τις διαστάσεις της μοτοσυκλέτας βάσει του αγωνιστικού πρωτότυπου του Picco, με κυριότερο το μεταξόνιο των 1.515mm. Το διπλό σωληνωτό πλαίσιο επιλέχθηκε για την ακαμψία του, ενώ ο κινητήρας διέθετε στρόφαλο 360 μοιρών και 10 βαλβίδες για να διατηρήσει όσο το δυνατόν περισσότερο την αίσθηση του μεγάλου μονοκύλινδρου Ténéré.

Το 1991, το Ténéré άλλαξε εντελώς, με κινητήρα 660 κυβικών και πενταβάλβιδη κεφαλή, αλλά και ριζικά επανσχεδιασμένη εμφάνιση

 

Όπως ήταν φυσικό, το μοντέλο παραγωγής (που παρουσιάστηκε το 1988) αποτέλεσε την βάση για το αγωνιστικά rally, το YZE750T Super Tenere των 802,5cc, με το οποίο ήρθε η πολυπόθητη νίκη στο Dakar μετά από 10 ολόκληρα χρόνια, το 1991, με αναβάτη τον Peterhansel. Από εκεί κι έπειτα ο δρόμος ήταν στρωμένος με επιτυχίες, ενώ το 1997 και το 1998 ο Γάλλος αναβάτης πήρε δύο ακόμη σερί καρό σημαίες, με τον κινητήρα που είχε στρόφαλο 270 μοιρών.

Το πρώτο Super Ténéré με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα των 750 κυβικών

 

Αυτή η τεχνογνωσία που κερδήθηκε μέσα από τους αγώνες, πέρασε στα ΧΤΖ660 Ténéré και ΧΤΖ1200 Super Ténéré παραγωγής που καθιέρωσαν το λογότυπο των Ténéré ως ένα ορόσημο της μοτοσυκλετιστικής Ιστορίας. Η παραγωγή των μονοκύλινδρων όσο και των δικύλινδρων Ténéré και Super Ténéré σταμάτησε από το 1996 μέχρι το 2008 όταν παρουσιάστηκε το μονοκύλινδρο με την τετραβάλβιδη –πλέον- κεφαλή XT660Z Ténéré. Η επαναφορά του θρυλικού λογοτύπου δεν σημείωσε την αναμενόμενη εμπορική επιτυχία για την Yamaha, παρά το γεγονός ότι ήταν ένα πραγματικό on-of παντός δρόμου, με πολύ καλές δυνατότητες στις εκτός δρόμου διαδρομές.

Το 2008 η Yamaha επανέφερε το λογότυπο του Ténéré με μια μια μοτοσυκλέτα που ήταν βασισμένη στον κινητήρα των ΧΤ660

 

Με τον κινητήρα του XT660, το Ténéré του 2008 παρέμεινε στην παραγωγή μέχρι το 2016, έχοντας δεχθεί μικρές, ααισθητικές κυρίως, επεμβάσεις. Παράλληλα, το 2010 η Yamaha επανέφερε στο προσκήνιο το όνομα του Super Ténéré με έναν δικύλινδρο εν σειρά 1200 κυβικών.

To Super Ténéré των 1200cc, δεν έφερε την αναμενόμενη εμπορική απήχηση που περίμενε η Yamaha στον σκληρό ανταγωνισμό των mega on-off, παρά τα συγκεκριμένα καλά στοιχεία που διέθετε

 

Η εμπορική πορεία του ήταν αντίστοιχα χαμηλότερη των προσδοκιών και παρά τον εξοπλισμό του με ηλεκτρονικά βοηθήματα (όταν παρουσιάστηκε είχε ένα από τα καλύτερα traction control για το χώμα) και τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (στην τελευταία του έκδοση) το μεγάλο βάρος του, η όχι και τόσο ορθή κατανομή του και το σετάρισμα των αναρτήσεων, αποτέλεσαν αποτρεπτικό παράγοντας για αρκετούς adventure tourer αναβάτες.

Το 2019 όμως η Yamaha έκανε την μεγάλη επιστροφή με το Ténéré 700, με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα της οικογένειας ΜΤ και με πραγματικές δυνατότητες για οδήγηση σε εκτός δρόμου διαδρομές. Ήταν μια πολυαναμενόμενη επιστροφή η οποία μετά από πολύ καιρό κατάφερε να ανταποκριθεί στο βάρος του ονόματος που φέρει.

Το όνομα "Ténéré" στην διάλεκτο των Tuareg σημαίνει "έρημος" ή "μοναξιά" αλλά είναι και το όνομα μιας από τις πιο αφιλόξενες περιοχές της Β. Αφρικής και δεν θα μπορούσε να περιγράψει καλύτερα την πρόκληση που δέχτηκε η Yamaha πριν από τέσσερις δεκαετίες, συνυφαίνοντας το όνομά της με την περιπέτεια.