Είδαμε από κοντά: Το πέτρινο Harley που κυκλοφορεί κανονικά!

Κι από ευελιξία; Βράχος σκέτος!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

18/10/2018

Πρόκειται για μία custom που δεν βλέπεις συχνά, και που προσφέρεται για μία σειρά από πολλά, πάρα πολλά ευφυολογήματα, καθώς οδεύει διαμετρικά αντίθετα από όλα όσα πρεσβεύει η μηχανική των μοτοσυκλετών. Κι άλλο βάρος, περισσότερο βάρος, κιλά πολλά ακόμα και στις… ζάντες! Ταυτόχρονα όμως έχει τεράστιο ενδιαφέρον να δούμε με πιο τρόπο ξεπέρασε όλες τις προκλήσεις ο αξιότιμος μηχανικός Chris Zernia που θέλησε να έχει μία λειτουργική μοτοσυκλέτα έτοιμη να κάνει τηλεοπτική καριέρα σε μία σουρεαλιστική εκδοχή των Flintstones. Διότι ναι, αυτό το Harley Davidson κυκλοφορεί κανονικά, αν και κάπως επικίνδυνα, σε κάθε περίπτωση πάντως με τον ίδιο κίνδυνο που είχε και η πρώτη του δημιουργία το πέτρινο Honda CX500!

Ναι, αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που ο Zernia φτιάχνει μία πέτρινη μοτοσυκλέτα, καθώς πέρσι είχε κερδίσει τα φώτα της δημοσιότητας με ένα Honda CX500! Τότε ήταν που είχε υποσχεθεί στον εαυτό του πως το επόμενο –πέτρινο- μηχανάκι, θα ήταν ένα Harley και πως σε κάθε περίπτωση θα είχε μπροστινό φρένο που στο προηγούμενο δεν είχε τοποθετήσει. «είναι ένα λάθος που δεν θα ξανά κάνω» δήλωνε το 2017 ο Zernia σε συνεντεύξεις που τον καλούσαν τη μία μετά την άλλη, μόλις δημοσίευσε φωτογραφίες από το πέτρινο Honda CX500. Κι όπως κάθε μεγάλη δήλωση που ξεκινά με το «εγώ ποτέ» αυτό ακριβώς επανάλαβε και στο Harley, δεν έβαλε εμπρός φρένο..


Πέτυχα τον Zernia στην Intermot 2018 πριν λίγες ημέρες, όπου εκείνος και η μοτοσυκλέτα του ήταν καλεσμένοι του γερμανικού περιοδικού «Motorrad», σε μία ειδική προθήκη μαζί με άλλες υπερβολικές custom φτιαγμένες πρώτα για να τραβούν το μάτι και σίγουρα όχι για να κυκλοφορούν καθημερινά. Μοτοσυκλέτες όπως ο “Red Byron” ή η μεγαλύτερη λειτουργική το «γκανμπους» όπως το προφέρουν…

Κι όμως το πέτρινο Harley ήταν εκείνη η μοτοσυκλέτα που ανάμεσα στις υπόλοιπες κυκλοφορούσε στο δρόμο με την μεγαλύτερη άνεση!

Από πέρσι με το Honda CX500 αλλά και τώρα, με το Harley που έχει ακόμη περισσότερο πέτρα επάνω του, όλος ο κόσμος ρωτά τις ίδιες ερωτήσεις στα social media και λίγο πολύ έχουν τις ίδιες απορίες μετά από την νούμερο ένα που εξακολουθεί να είναι φυσικά το «γιατί». Το οποίο κανονικά είναι και το μόνο που δεν χρειάζεται απάντηση. Το customizing ξεκινά πρώτα ως απόλαυση της διαδικασίας, κι από εκεί και πέρα μπορεί να γίνεται για ένα σωρό λόγους, από οικονομία έναντι μίας καινούριας μοτοσυκλέτας ενώ κυκλοφορείς με κάτι τελείως ξεχωριστό, έως και για την τέχνη την ίδια ή για να παντρέψεις δύο σου αγάπες όπως στην συγκεκριμένη περίπτωση. Κι αυτό γιατί ο Chris δουλεύει στον τομέα της λιθοδομίας και πολύ κοντά στο σπίτι του είναι ένα τεράστιο λατομείο Βασάλτη.

Αυτό απαντά και στα επόμενα πιο κοινά ερωτήματα, αν δηλαδή το Harley αυτό είναι τσιμέντο και μάλιστα με κακό μίγμα γιατί έχει αρκετούς πόρους ή αν είναι απλά κάποια πολυουρεθάνη εμποτισμένη με μία σωρεία από υλικά που μπορούν να την κάνουν πλήρως αδιάβροχη στην βενζίνη και εξαιρετικά σκληρή. Όμως όχι, πρόκειται απλά για κάτι πολύ διαφορετικό, είναι Βασάλτης, ηφαιστιογενές πέτρωμα με μεγάλη αντοχή στην μηχανική πίεση και αρκετά εύκολη κατεργασία, παρόλο που έχει σημαντικό βάρος. Εξαιτίας της προέλευσής του ο Βασάλτης έχει τεράστια ποικιλία, μπορεί λοιπόν να περιέχει και ορυκτά που οξειδώνονται πολύ εύκολα και που σίγουρα θα έδιναν μία τελείως διαφορετική μορφή στις μοτοσυκλέτες του Zernia μέσα σε ελάχιστο διάστημα. Ωστόσο η συγκεκριμένη περιοχή της Γερμανίας εξορύσσει Βασάλτη αρκετά καλής ποιότητας για την δουλειά που το θέλει ο Chris.

Όλα τα διαφορετικά κομμάτια της μοτοσυκλέτας τα σκάλισε από έναν ογκόλιθο μεγέθους 1,5 τόνου με το ρεζερβουάρ να είχε, όπως και το πρώτο που έφτιαξε, την μικρότερη δουλειά. Χωρά μόλις 2.3 λίτρα καυσίμου που ο V2 1.100 του ’87 ρουφά μέχρι να ανοιγοκλείσεις τα βλέφαρα για να επιταχύνει την βαριά μοτοσυκλέτα. Συνολικά ζυγίζει 260 κιλά που είναι μία τεράστια επιτυχία, αν σκεφτεί κανείς πως το CX500 που είχε φτιάξει πρώτο ζύγιζε 355 κιλά και είχε λιγότερη πέτρα!

Τότε είχε σπάσει έναν κινητήρα, είχε ενισχύσει το πλαίσιο και τελικώς δυσκολεύτηκε αρκετά μέχρι να καταφέρει να έχει ένα λειτουργικό αποτέλεσμα. Τώρα όμως, οπλισμένος με την εμπειρία που είχε από πριν, αλλά και με την διασημότητα που απόλαυσε από το Honda, έσπευσαν πολλοί να τον βοηθήσουν. Κι έτσι ενώ ο ίδιος δεν δούλευε το αλουμίνιο τώρα όλες οι ενισχύσεις του πλαισίου, το ψαλίδι, κι ένα σωρό άλλα εξαρτήματα και μηχανικά μέρη, είναι φτιαγμένα στο χέρι από αλουμίνιο.

η πρώτη του πέτρινη μοτοσυκλέτα... Honda CX500

Η ξεραμένη λάβα, ο Βασάλτης, είναι σίγουρα αυτό που τραβά το μάτι και που δεν πρόκειται ποτέ να σε αφήσει να δεις όλα τα παραπάνω. Η σέλα δεν έχει καμία ενίσχυση για τα μαλακά μέρη, αλλά δεν την χρειάζεσαι κιόλας καθώς το θηρίο δεν πρόκειται να σε πάει μακριά με σχεδόν δύο λίτρα ωφέλιμης χωρητικότητας, πριν αρχίσει να κάνει διακοπές και να σβήσει. Πάντως συγκριτικά με το Honda CX500 που είχε κάνει και μικρά ταξίδια μαζί του, η νέα σέλα που έφτιαξε είναι εξίσου άνετη και ας μην της φαίνεται. Όπως επίσης άνετο είναι και το πέτρινο κράνος, το οποίο δεν έχει καμία έννοια χρήσης πέρα από της φωτογράφισης.

Η «Μαύρη Πέτρα» όπως λέγεται η μοτοσυκλέτα, έχει απίστευτο θόρυβο, εκκωφαντικό, και κραδασμούς που σου τινάζουν ακόμη και την πιτυρίδα από τα μαλλιά.. Αν ήταν τσιμέντο, λέει ο Chris, -και μάλιστα με αυτή την εμφάνιση- θα είχε ανοίξει ρωγμές στην πρώτη βόλτα αλλά ο Βασάλτης αυτός αντέχει. Σχηματίστηκε πριν από 330.000 χρόνια και η περιοχή παραμένει ενεργή, όμως είναι το θέμα των προσμίξεων εκείνο που βοηθά την περίπτωσή του κι αυτό δεν θα πρέπει να του το αμφισβητήσουμε από την στιγμή που μια ζωή αυτό ακριβώς κάνει, με αυτό ακριβώς ασχολείται…

Ο 50χρονος Zernia θα ξεκινούσε αμέσως μετά την Intermot την κατασκευή ενός side car, από Βασάλτη φυσικά –τι άλλο- ώστε να συντροφεύσει την «Μαύρη Πέτρα» πριν επιστρέψει στα Honda. Αποδεικνύεται για εκείνον πως αυτή η ασχολία θα είναι ένα πάρεργο που δεν θα σταματήσει εύκολα.

 

Ετικέτες

Με Africa Twin στο Nordkapp – Η επόμενη μέρα

Επιστροφή στην ζέστη και.. την νύχτα!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

12/7/2017

Κανείς δεν έχει επιστρέψει από το Nordkapp και πήγε την επόμενη ημέρα στη δουλειά με απόλυτη αυτοσυγκέντρωση. Έχουμε ακούσει - κι έχουμε δει, να χρειάζεται από μερικές μέρες μέχρι και βδομάδες, για να επανέλθουν οι φυσιολογικοί ρυθμοί και να μην ταξιδεύει συνέχεια το μυαλό, ή να μην ονειρεύεται κανείς με ανοιχτά τα μάτια. Για τον Γιώργο Πυρπασόπουλο δεν ήταν διαφορετικά τα πράγματα, καθώς μέρες μετά την επιστροφή του θα πιάσει τον εαυτό του να ξεφεύγει από την ασχολία που έχει μπροστά του, και να ταξιδεύει πάνω σε έναν παγετώνα ή να παρατηρεί νοητά τους καθρεφτισμούς των μυτερών κορυφών, σε κάποια από τις αναρίθμητες λίμνες...

Κάθε ταξίδι με μοτοσυκλέτα είναι έτσι ακριβώς, χρειάζεται χρόνος για να σβήσεις τα χιλιόμετρα από επάνω σου. Είναι πιο απαιτητική η επόμενη μέρα όταν ταξιδεύεις με μοτοσυκλέτα, γιατί εκτός από την αγνή εμπειρία του ταξιδιού, έχεις πλέον και την ανάγκη να ξαναβρεθείς στην σέλα, παθαίνεις μία μοτοσυκλετιστική στέρηση, που κανείς άλλος οδηγός δεν πρόκειται να την καταλάβει. Είναι κάτι μοναδικό στους μοτοσυκλετιστές, σαν την νόσο των ναυτικών όταν πατούν στην στεριά ένα πράγμα, και θέλεις να ξανά βρεθείς στην σέλα..

Στην περίπτωση του Nordkapp υπάρχει και τρίτο στοιχείο. Μετά από τόσες μέρες –αυτή την εποχή- έχεις συνηθίσει να λούζεσαι από τον ήλιο που δεν δύει ποτέ, παρά μονάχα ακουμπά στην θάλασσα και ανεβαίνει ξανά. Είχες επίσης συνηθίσει να ταξιδεύεις είτε με μπόλικο κρύο, είτε σε ιδανική θερμοκρασία με 23 βαθμούς Κελσίου, συχνά παρά κάτω, ποτέ παραπάνω. Η απότομη επάνοδος αποτελεί ένα μικρό σοκ, απέναντι στην ευκολία της ρουτίνας που αγαπά ο εγκέφαλος. Ακόμα περισσότερο αν η επιστροφή έγινε στιγμιαία σχεδόν, χρησιμοποιώντας αεροπλάνο και δεν συνέχισες να οδηγείς από το Nordkapp μέχρι πίσω. Σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει ο χρόνος της αποφόρτισης, και η σταδιακή επάνοδος στο κλίμα και την αναλογία ημέρας και νύχτας.

μετά από ένα τέτοιο ταξίδι, οι μοτοσυκλετιστές πάσχουν από στέρηση χιλιομέτρων!

Ο Γιώργος είχε όλα τα παραπάνω, όμορφα προβλήματα, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό. Πρώτο και καλύτερο ήταν το σύνδρομο στέρησης της μοτοσυκλέτας. Ξαφνικά δεν του έφταναν οι καθημερινές αποστάσεις, ήθελε να κάνει πολύ περισσότερα χιλιόμετρα από εκείνα που ήταν ο προορισμός του πριν ξανά κατέβει από την σέλα. Διαλέγει διαδρομές που είναι μακρύτερες και συχνά δίνει το παρόν με φυσική παρουσία, αντί για μηνύματα! Την ζέστη και την διάρκεια της ημέρας είναι θέματα που γρήγορα τα συνηθίζεις, η έλλειψη οδήγησης σε ταλαιπωρεί για πολύ καιρό!

Το άψογα οργανωμένο ταξίδι που ετοίμασε η Honda για τις σαράντα Africa Twin, με τους ετερόκλητους αναβάτες που είχαν από αγωνιστική έως ελάχιστη εμπειρία οδήγησης, δημιούργησε μία σειρά από πολλές διαφορετικές ιστορίες. Εμείς παρακολουθούσαμε με καθημερινή ανταπόκριση και ζωντανές αναμεταδόσεις, την πορεία του ταξιδιού από την οπτική του Γιώργου Πυρπασόπουλου, κι αυτό ήταν μονάχα ένα από τα θετικά της υπόθεσης. Γιατί όπως είχαμε πει και στην αρχή, όταν τον ξεπροβοδούσαμε, το Nordkapp είναι ένας προορισμός που πηγαίνουν χιλιάδες μοτοσυκλετιστές, εκατοντάδες από τους αναγνώστες μας το έχουν ήδη πραγματοποιήσει κι άλλοι το προετοιμάζουν. Όμως κάθε φορά η ιστορία αυτού του ταξιδιού είναι διαφορετική, αφού σημασία έχει η διαδρομή και όσα θα προκύψουν εκεί, οι άνθρωποι που ταξιδεύουν και λιγότερο ο ίδιος ο προορισμός. Παρακολουθώντας καθημερινά τον Γιώργο Πυρπασόπουλο είχαμε την ευκαιρία να δούμε το Nordkapp να αποκαλύπτεται κομμάτι – κομμάτι σε έναν άνθρωπο που πρώτη φορά ταξίδευε με μοτοσυκλέτα εκτός συνόρων. Αυτό και μόνο καθιστά την ιστορία: «Μοτοσυκλέτα στο Βόρειο Ακρωτήρι» τελείως διαφορετική από την αρχή! Αν μάλιστα ταξιδεύεις με μία μεγάλη παρέα που δεν ήξερες κανέναν πιο πριν, τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο πρωτόγνωρα!

Η πιο σικέ ερώτηση μετά από αυτό το ταξίδι, είναι να θέλεις να μάθεις πιο ήταν εκείνο που θυμάται πιο έντονα, όμως ο Γιώργος μπαίνει στην διαδικασία να απαντήσει:

«Πολύ δύσκολο να ξεχωρίσω ένα πράγμα, ωστόσο μένει μία χαρακτηριστική γεύση, μία απόχρωση αν θέλεις. Είναι αυτό το πράσινο τοπίο, οι άπειρες λίμνες που περνάς και βλέπεις τον ορίζοντα διπλό, να συνεχίζει προς τα κάτω σ’ ένα τέλειο αντίγραφο. Κι έπειτα είναι και η στιγμή που φτάνεις στο Nordkapp, αυτή η αίσθηση της ολοκλήρωσης. Έχεις προσδώσει στο σημείο σχεδόν μεταφυσικές ιδιότητες όλες αυτές τις μέρες, όσο ταξιδεύεις παράλληλα με τον Βόρειο Ατλαντικό για να το προσεγγίσεις. Εκείνη την στιγμή μετουσιώνονται σε ένα χειροπιαστό πράγμα όλα τα χιλιόμετρα που διένυσες, αγγίζεις το μνημείο στην άκρη και νιώθεις τον δρόμο που διέσχισες για να φτάσεις εκεί. Είναι από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές!»

Στην Νορβηγία υπάρχουν περισσότερες από 450.000 λίμνες, χωρίς να υπολογίζεις τις «Jávrásj» εκείνες δηλαδή που το μέγεθός τους είναι σαν πισίνα. Με αυτές το νούμερο διπλασιάζεται, και καθίσταται έτσι λογικό πως υπάρχουν τουλάχιστον δέκα διαφορετικές λέξεις στα νορβηγικά για την «λίμνη» χωρίς σε αυτές να προσθέτεις άλλες τόσες από την λαπωνική διάλεκτο. Ανάμεσά τους είναι οι πέντε πιο βαθιές στην Ευρώπη, οι παλαιότερες σε σχηματισμό και οι καθαρότερες σε νερό. Καμία δεν ξεχωρίζει για το μέγεθός της, αλλά όλες μαζί σαν σύνολο, μαζί με τα άπειρα φιόρδ, διαμορφώνουν αυτό το μοναδικό τοπίο, που είναι λες και η στεριά φιλοξενείται ανάμεσα στα στήλες νερού. Οι Νορβηγοί έχουν μάθει να ζουν με το νερό και για μία μεγάλη περίοδο του χρόνου και με το σκοτάδι. Από τους πιο χαρακτηριστικούς ντόπιους που γνώρισε ο Γιώργος, ήταν ο Foldvik ένας Νορβηγός ταβερνιάρης στο Gratangen, στον τελευταίο σταθμό φαλαινοθηρικών:

«Ολόκληρη η κοινότητα συνεργάστηκε για να διατηρήσει αναλλοίωτο τον τελευταίο σταθμό των φαλαινοθηρικών, μετά την πλήρη και καθολική απαγόρευση του κυνηγιού. Οι φάλαινες ήταν κομμάτι της ζωής των ντόπιων και το ψάρεμα γενικά η βασικότερη πηγή εσόδων ακόμα και τώρα. Οι Νορβηγοί είναι δεμένοι μεταξύ τους, ανάγκη των απομονωμένων οικισμών και των σκληρών συνθηκών, είναι μία ανάγκη απέναντι στην επιβίωση. Στο Gratangen ολόκληρη η κοινότητα βοήθησε στην διατήρηση του σταθμού και την μετατροπή του σε ένα ζωντανό μουσείο και ταβέρνα, που την ανέλαβε ο πενηνταπεντάχρονος κύριος που είμαστε μαζί στην φωτογραφία και η σύζυγός του. Είναι οι ιδιοκτήτες του σταθμού, που η κοινότητα τους βοήθησε να τον κρατήσουν ανοικτό αλλάζοντας την χρήση του και στηρίζοντας οικονομικά όταν δεν υπάρχει ο τουρισμός. Εκεί ήταν που έφαγα ελάφι με διάφορα χορταρικά, που ήταν εξαιρετικό, μία απίστευτη ομορφιά. Αν με ρωτάς για το πιο χαρακτηριστικό φαγητό, τότε αυτό το ελάφι ήταν ένα από τα πιάτα που δεν θα ξεχάσω και το άλλο ήταν ο σολομός. Φάγαμε σολομό άγριο, ψαρεμένο στη θάλασσα και η γεύση ήταν τόσο έντονη και τόσο διαφορετική που ειλικρινά οτιδήποτε παρεμφερές φτάνει σε εμάς εδώ, θα έπρεπε να είναι και με άλλο όνομα».

Εκτός από τον Τούρκο –που ξέρουμε ότι ταιριάξατε- υπάρχει άλλος/άλλοι από τους σαράντα συνταξιδιώτες με τον οποίο αισθάνεσαι πιο φίλος σε σχέση με τους υπόλοιπους;

«Ω ναι… είναι ο Γερμανός cameraman, ο Stefan Klabunde που έχουμε πει για αυτόν. Κατανάλωνε τεράστιες ποσότητες μπύρας και δεν μπορούσα να τον πάω κόντρα εκεί, δεν ήθελα την επόμενη ημέρα να μην είμαι απόλυτα συγκεντρωμένος στο ταξίδι και για αυτό απέφευγα το ξενύχτι, αλλά με έβαζε σε πειρασμό. Είχε συνεργαστεί με την Touratech για έναν κατάλογο που τον φωτογράφισαν στην Ελλάδα και είχε ταξιδέψει πολύ στα μέρη μας, οπότε είχαμε πολλά να συζητήσουμε, όπως και με την υπόλοιπη παρέα των Γερμανών που ήταν πολύ ενθουσιώδεις και αγαπούσαν την Ελλάδα. Ο πλοηγός μας ο Eric Courly ήταν… «κουρλός» τελείως, μιλάμε για απίστευτο πηγαίο χιούμορ, έκανε συνέχεια γκριμάτσες και αστεία τύπου Louis de Funès, που είναι χαρακτηριστικό των Γάλλων και πραγματικά έδινε απίστευτη χροιά σε κάθε στάση! Είχε τρέλα με την αγωνιστική οδήγηση από μικρός αλλά η μητέρα του είπε το χαρακτηριστικό «κάνε ότι θες, φτάνει να πάρεις πρώτα πτυχίο». Πήρε λοιπόν το πτυχίο, το καρφίτσωσε και μετά άρχισε να τρέχει σε Rally, στο Dakar και αλλού, ήταν άρρωστος με την ταχύτητα και το έκοψε γιατί αισθανόταν πως θα είχε άσχημη κατάληξη! Γνωρίστηκα και έμαθα πολλά για την Ινδονησία από τους συμμετέχοντες Eka Budhiansyah και Antonius Yulianto, απίθανοι τύποι και οι δύο, όπως και ο Σουηδός που οδηγούσε πολύ γρήγορα ή ο Πορτογάλος ο Hugo Ramos. Από την πρώτη στιγμή επίσης ξεχώρισα και τον υπεύθυνο όλης της διοργάνωσης εξαιτίας μία συγκυρίας, ο Antoine Valla είναι ίδιος με τον αδερφό μου! (σσ. Είναι φαλακρός με μούσι και δεν έχει καμία σχέση με τον Πυρπασόπουλο). Όχι μάλλον δεν το τόνισα σωστά, είναι ΙΔΙΟΙ! Σε σημείο που έστειλα φωτογραφίες στον αδερφό μου και τον τρέλανα, μου είπε μοιάζει αφύσικη τόσο μεγάλη ομοιότητα! Στο τέλος βέβαια ήταν όλοι δικά μου αδέρφια, είχα και κάτι παστέλια μαζί μου από την Ελλάδα, τα έδωσα στον «Κουρλό» γιατί μας είχε τεντώσει από το γέλιο και μέσα από το ταξίδι γεννήθηκαν φιλίες το ίδιο δυνατές με τις αναμνήσεις!».

με τους Eka Budhiansyah και Antonius Yulianto από Ινδονησία:

 

Η συνολική εμπειρία μου με την Africa Twin, είναι αυτή που σου μετέφερα και τις τελευταίες μέρες του ταξιδιού, δεν έχει αλλάξει ίσα – ίσα που ενισχύθηκε. Δεν έχω ξανά νιώσει τόσο μεγάλη ασφάλεια με μοτοσυκλέτα. Υπέροχα άνετη, εξαιρετική προστασία από τον αέρα, πολύ γκάζι -για τα δικά μου δεδομένα- χωρίς στιγμή να κουραστώ στην σέλα της. Το ξανά είπα, θέλω να μία Africa Twin και να την αλλάξω ποτέ μοτοσυκλέτα, εκτός από όταν γίνουν ηλεκτρικοί οι κινητήρες, καθώς το βλέπω από οικολογική άποψη…

Οι όποιες δυσκολίες του ταξιδιού, όπως τις μεταφέραμε καθημερινά τις προηγούμενες μέρες, εξανεμίζονταν μπροστά στην οργάνωση της Honda, της καλής παρέας και των μαγευτικών τοπίων που αντικρύζανε. Η επίδραση του ταξιδιού δεν έχει περάσει ακόμα στον Πυρπασόπουλο και το Transalp μπήκε σε αγγελία για να το αποχωριστεί θέλοντας να πάρει το Africa Twin! Κυριευμένος, ακόμα, από στέρηση χιλιομέτρων έχει πάρει ήδη αποφάσεις για μετά, καθώς συζητά με έναν ξένο παραγωγό την διοργάνωση ενός μεγάλου ταξιδιού, τον Δρόμο του Μεταξιού, με μοτοσυκλέτα! Η φράση «του άνοιξε η όρεξη» είναι λοιπόν λίγη, για να περιγράψει την νέα διάθεση του Γιώργου Πυρπασόπουλου για ταξίδια, και για την απόκτηση της δικής του Africa Twin!

 

Διαβάστε επίσης:

Εκκίνηση

Μέρα 1η

Μέρα 2η

Μέρα 3η

Μέρα 4η

Μέρα 5η

Μέρα 6η

Μέρα 7η

Μέρα 8η

 

 
Με τον υπεύθυνο της διοργάνωσης, Antoine Valla, τον "δίδυμο αδερφό" του.. αδερφού του Γιώργου!
 
 
με τον Πορτογάλο Hugo Ramos:

 

με τον Ελβετό Key Brem