Ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα με το εξακύλινδρο Honda CBX1000!

Σαράντα ετών Γιαπωνέζικη στους Γερμανικούς δρόμους
1.000.000χμ με Honda CBX1000
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

27/12/2022

Ο Γερμανός Jürgen Hereth συμπλήρωσε ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα στο CBX1000 του 1983 το οποίο έχει στην κατοχή του από το 1986 και αποτελεί το κατεξοχήν όχημά του συμπληρώνοντας ο ένας τον άλλο με κάθε τρόπο, συμπεριλαμβανομένων των συγκυριών: Έχουν τώρα μαζί γενέθλια, εκείνος κλείνει σε λίγες μέρες τα 60 και η μοτοσυκλέτα συμπληρώνει τα 40, οπότε μαζί στρογγυλοποιούν το νούμερο στα 100, που με πολλά ακόμη μηδενικά μας κάνουν τα χιλιόμετρα που έχουν διανύσει σε όλη την Ευρώπη καθώς όσα ταξίδια έχει κάνει ο Jürgen, είναι με την εξακύλινδρη CBX.

Πρόκειται για μία ιστορία που αποτελεί το cover-story του Γερμανικού περιοδικού MOTORRAD CLassic, μία έκδοση με πάρα πολλούς αναγνώστες για τους μοτοσυκλετιστές και φίλους της ανάγνωσης, όπως άλλωστε είναι στο σύνολό τους οι Γερμανόφωνοι. Στο πλούσιο κείμενο που έχουν οι Γερμανοί συνάδελφοι ξεδιπλώνεται η ιστορία του Jürgen και του CBX με όλα τα καλά αλλά και τα στραβά της που για ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα δεν είναι πολλά, δεν είναι όμως και αμελητέα.

Γεννημένος το 1963 στο Stein στα περίχωρα της Νυρεμβέργης, ο Jürgen μπήκε στον κόσμο των δύο τροχών με τα μοτοποδήλατα, όπως είναι η σειρά για πλήθος Γερμανών ακόμη και σήμερα εξαιτίας του ξεκάθαρου νομικού πλαισίου για τους δεκαεξάχρονους αλλά και της οδικής εκπαίδευσης που λαμβάνουν. Από εκεί μεταπήδησε σε Hercules K50 RL κι έπειτα με την σειρά σε Honda CB 400 NC, CB 750 K2 και MTX 200 R. Είχε ξεκινήσει ήδη να κάνει όνειρα για ένα Honda CBX 1000 Pro-Link, την εξακύλινδρη μοτοσυκλέτα της εποχής εκείνης που ακόμη και τώρα και περισσότερο τότε, ενέπνεε τα όνειρα του κόσμου. Τελικά τα Χριστούγεννα του 1986 κατάφερε να κάνει μία δική του, ακριβώς όπως την ήθελε με το φαίρινγκ για τα ταξίδια που ονειρευόταν.

1.000.000χμ σε Honda CBX1000
Μαζί με τον ήχο, το πιο χαρακτηριστικό σημείο αυτής της μοτοσυκλέτας!

Ήταν ελαφρώς μεταχειρισμένη με 6.000 χιλιόμετρα και από εκείνη την ημέρα δεν θα έβλεπε ποτέ ξανά το συνεργείο. Ο Jürgen είναι ξεκάθαρος, δεν είχε κανένα σκοπό να την κρατήσει για το υπόλοιπο της ζωής του, δεν σκεφτόταν με αυτό τον τρόπο όπως συχνά βλέπουμε ορισμένους να εκφράζονται για την μοτοσυκλέτα των ονείρων τους: «αυτή να καταφέρω να πάρω και δεν θα φύγει από πάνω μου». Ο Jürgen δεν σκεφτόταν επίσης την εμπορική αξία της μοτοσυκλέτας αυτής και τις στερήσεις που έκανε για να την αποκτήσει. Διότι δυστυχώς το έχουμε δει και αυτό, να αποκτά κάποιος την μοτοσυκλέτα που ονειρευόταν αλλά να την τοποθετεί σε ένα σταντ και απλά να την κοιτά όσο περνούν τα χρόνια. Γνωστός σε μοτοσυκλετιστικές λέσχες της Γερμανίας με διάφορα ψευδώνυμα, ένα από αυτά ήταν ο «Άη Βασίλης» γιατί τέτοιες μέρες ντύνεται πάντα στα κόκκινα και ηγείται των υπολοίπων μελών μοιράζοντας δώρα. Το "χιλιομετροφάγος" είναι ένα άλλο παρατσούκλι με το οποίο είναι γνωστός, όπως και το "άφθαρτος" το οποίο το κέρδισε με άσχημο τρόπο.

1.000.000χμ σε Honda CBX1000
Φωτογραφημένος από το MOTORRAD CLassic δείχνει σαν να έχει 1.000 και όχι 1.000.000 στην πλάτη

Κάθε χρόνο κάνει κατά μέσο όρο 40.000 χιλιόμετρα και καταναλώνει 4 ζευγάρια ελαστικά, στην Γερμανία τα αλλάζουν και στο όριο που πρέπει, ενώ η μέγιστη κατανάλωση φτάνει τα 7 λίτρα που δεν είναι πολύ για μία τέτοια μοτοσυκλέτα. Ο Jürgen φτιάχνει τα πάντα μόνος του στην μοτοσυκλέτα χωρίς να είναι μηχανικός μοτοσυκλετών, δουλεύει όμως στην MAN από τότε που ήταν 16 ετών έχοντας αποκτήσει μεγάλη εμπειρία με τα μέταλλα και εκπαιδεύτηκε και στις CNC εργαλειομηχανές. Η δουλειά του, του έχει εξασφαλίσει τις γνώσεις αλλά και τα «μέσα» για να κάνει την ζωή που θέλει ταξιδεύοντας σε διάφορες χώρες όπως Σουηδία, Γαλλία, Ισπανία, Ολλανδία, Νορβηγία, και Πορτογαλία από όπου γύρισε αεροπορικώς:

Ήταν το 2016 στο χειρότερο ατύχημα των 1.000.000 χιλιομέτρων όπου σώθηκε εξαιτίας της άμεσης παρέμβασης των περαστικών και της ταχείας επέμβασης του ασθενοφόρου. Άλλη μία φορά έχει κινδυνέψει, στην Γερμανική Autobahn όπου στο CBX1000 καταστράφηκαν τα πάντα εκτός από τον κινητήρα. Το ξανά έφτιαξε από το μηδέν και αργότερα το 2016 όταν κέρδισε το παρατσούκλι «άφθαρτος» είχε να κάνει μόνο με τον ίδιο, το CBX1000 είχε μείνει σχεδόν ανέπαφο. Έχει πάει και στο Isle of Man τρεις φορές, το 1996, 1997 και το 2000, ενώ δεν έχει έρθει στα Βαλκάνια και την Ελλάδα…

Στα χρόνια αυτά δεν έχει κρατήσει το CBX τελείως εργοστασιακό γιατί ευτυχώς για τον ίδιο δεν πάσχει από κάποια ψευτολαγνεία και μπορεί να καταλάβει πως αναρτήσεις και πλαίσιο ήταν επιεικώς απαράδεκτα, ακόμη και για μία μοτοσυκλέτα φτιαγμένη για τα όνειρα όπως το CBX1000. Για αυτό και το πλαίσιο είναι ενός Γερμανού κατασκευαστή ο οποίος ειδικεύεται σε παλαιές μοτοσυκλέτες που γίνονται ανακατασκευή για να κυκλοφορούν και δεν είναι για το σαλόνι. Στην γκάμα του έχει μία σειρά από πλαίσια για παλαιότερα μοντέλα, αλλαγμένα και ενισχυμένα στα σημεία που πρέπει.

1.000.000χμ σε Honda CBX1000
Μια πιο αυθεντική φωτογραφία του Jürgen με την "ασφαλτίλα" του ταξιδιού​​​​​

Από εκεί και πέρα το CBX1000 έχει νέες αναρτήσεις και ρυθμιζόμενο πίσω αμορτισέρ. Ένα ZX-9R έχει γίνει ο δότης για διάφορα ηλεκτρονικά στο CBX, η ανάφλεξη είναι σύγχρονη τελείως και για αυτό έχει βάλει και μπουζί Ιριδίου, νέες και φυσικά σύγχρονες αλλαγές στην κεφαλή, φώτα LED και ορισμένα ακόμη χωρίς ωστόσο να πειράξει ο Jürgen το παραμικρό τόσο στον χρονισμό, όσο και στον κινητήρα από εκεί και κάτω. Οι 105 ονομαστικοί ίπποι δεν του φτάνουν, όπως λέει ο ίδιος, ιδιαίτερα στις χαμηλές στροφές αλλά δεν θέλει να πειράξει τίποτα περισσότερο καθώς είναι βέβαιο πως από εκεί και πέρα ξεκινούν τα μηχανικά προβλήματα τα οποία και φυσικά θέλει να αποφύγει.

Ο Jürgen έχει μία αυθεντικότητα όπως ακριβώς συμβαίνει με όλους αυτούς τους ανθρώπους που ξεκινά από την φιλοσοφία ζωής και δεν αντανακλάται μονάχα στην μοτοσυκλέτα του. Θα φορά τα ίδια δερμάτινα χειμώνα – καλοκαίρι (κυκλοφορεί με το CBX1000 όλους τους μήνες που αν υπάρχουν εδώ λίγοι που αφήνουν τις μοτοσυκλέτες τον χειμώνα, στην Γερμανία είναι πολλοί περισσότεροι) και είναι της άποψης «αν βραχώ θα στεγνώσω». Δερμάτινο καπέλο που το χειμώνα διπλώνει και γίνεται ένα windstopper για το κρύο στο στήθος μέσα από το μπουφάν και μόνιμα ένα αντίσκηνο, δεν ταξιδεύει ποτέ σε ξενοδοχεία. Το διαμέρισμά του είναι γεμάτο από ανταλλακτικά του CBX, καθώς σε τέτοιες μοτοσυκλέτες δεν τα ψάχνεις όταν τα χρειαστείς αλλά τα αγοράζεις όταν τα βρίσκεις. Για αυτό τον λόγο κάτω από το κρεβάτι του έχει μία ολόσωμη εξάτμιση και σε διάφορα ντουλάπια μέσα στο σπίτι θα βρεις τα πάντα για το CBX.

1.000.000χμ σε Honda CBX1000
Το εργοστασιακό οδόμετρο αλλάχτηκε στις 100.000χμ από έναν Γερμανό τεχνίτη που του έδωσε την σημερινή του μορφή...

Την τελευταία φορά που χρειάστηκε κάτι, ήταν σχετικά πρόσφατα όταν χτύπησε ένα ελάφι στην έξοδο μίας στροφής και δυστυχώς το πρώτο πράγμα που πάσχει σε αυτή την μοτοσυκλέτα, είναι και το πρώτο πράγμα που καταλαβαίνει κάποιος αν δεν είναι αυθεντικό και αποτελεί και το πιο όμορφο σημείο της: Οι λαιμοί της εξάτμισης! Δεν χρειάζεται να πέσεις με πολλά, ακόμη και από το σταντ να πέσει αυτή η μοτοσυκλέτα, αμέσως η ζημιά είναι μεγάλη. Ακόμη μία δικαιολογία για όλους εκείνους που δεν θα την φόρτωναν ποτέ με χιλιόμετρα, πόσο μάλλον με ένα εκατομμύριο.

Για ανθρώπους όπως ο Jürgen όμως ανοίγεται η ευκαιρία μίας μεγάλης οικογένειας που εκτείνεται σε Γαλλία και Ολλανδία όπου κατασκευάζουν πλέον μόνοι τους τα ανταλλακτικά, πολλά από αυτά σε CNC με ποιότητα ανώτερη της αρχικής και έτσι είναι δύσκολο να ξεμείνει ποτέ. Παρόλο που το CBX δεν σταματά να κυκλοφορεί, υπάρχουν περίοδοι που το χιόνι είναι περισσότερο από μία λευκή φλούδα στον δρόμο και τότε παίρνει ένα XR250RF που το αποκαλεί «χειμερινή μοτοσυκλέτα» καθώς όχι μόνο δεν διαθέτει αυτοκίνητο αλλά δεν έχει και δίπλωμα αυτοκινήτου. Την ερχόμενη Άνοιξη θα ξανά πάει στην Νορβηγία, δεν δέχεται να έρθει από την εδώ πλευρά του Νότου -κάτι ξέρει- ενώ σε κάθε συνέντευξη δηλώνει εργένης αλλά όχι από άποψη, καθώς καμία γυναίκα δεν έχει βρεθεί τα 60 αυτά χρόνια που να μπορεί να ακολουθήσει τον τρόπο ζωής του και κατά επέκταση καταλαβαίνει και ο ίδιος πως αυτό ήταν μάλλον δύσκολο. Αυτός και το CBX θα επιστρέψουν λοιπόν στο Βόρειο Ακρωτήρι αμέσως μόλις ο καιρός το επιτρέψει, γιατί την πρώτη φορά η ομίχλη δεν τους άφησε να τραβήξουν την φωτογραφία που ήθελαν. Επίσης και εδώ κατανοεί πως οι πιθανότητες να μην τα καταφέρει ούτε την δεύτερη, είναι εξίσου μεγάλες εκεί πάνω…

1.000.000χμ σε Honda CBX1000

Άλλη μία αυθεντική φωτογραφία αναβάτη και μοτοσυκλέτας, όπως συνήθως περνάνε τις ημέρες τους την καλοκαιρινή περίοδο:

1.000.000χμ σε Honda CBX1000

sk_motorium

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!

Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ
Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/10/2025

Στις 23 Οκτωβρίου 2011 ο κόσμος του MotoGP πάγωσε. Ο Marco Simoncelli το όνομα που όλοι μας πιστεύαμε πως θα είναι ο επόμενος απόλυτος διεκδικητής των MotoGP, ο νεαρός αναβάτης που ο Rossi έβλεπε ως συνεχιστή του, έχοντας προλάβει να γίνει ήδη ένας από του πιο αναγνωρίσιμους αναβάτες της σύγχρονης εποχής, έχασε τη ζωή του στη διάρκεια του Grand Prix της Μαλαισίας, αφήνοντας πίσω του ένα κενό που παραμένει αισθητό ακόμη και σήμερα. Ο “Super Sic”, όπως τον γνώριζε όλος ο κόσμος, δεν υπήρξε απλώς ένας εξαιρετικός αναβάτης ήταν μια προσωπικότητα που οι αγώνες μοτοσυκλέτας χρειαζόντουσαν και μάλιστα χρειάζονται ακόμη. Είχε τεράστιο πάθος και ανεπιτήδευτη αγάπη για τους αγώνες, με μία πρέζα χιούμορ που έλκυε ακόμη και τους οπαδούς άλλων αναβατών!

Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η μνήμη του συνεχίζει να ζει δυνατά χωρίς να έχει προλάβει να γεμίσει με ρεκόρ ή να φορτώσει τα στατιστικά, τέτοια ήταν η αγάπη του κόσμου και η καθολική του αποδοχή από όλους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο όχι μόνο στα MotoGP αλλά και γενικά στον μηχανοκίνητο αθλητισμό!

Ο Simoncelli ήταν φτιαγμένος από υλικό που δεν μετριέται σε τίτλους και στατιστικά. Το ανέμελο μαλί κάτω από το κράνος, το σπινθηροβόλο βλέμμα και εκείνο το απίστευτο πάθος για μάχη, που έκανε κάθε γύρο του MotoGP να θυμίζει κάτι από άλλες εποχές. Ήταν αγνός αγωνιστής, με μια ιταλική τρέλα που δεν μπορούσε, ούτε ήθελε, να κρύψει.

Super Sic 58 – The Legacy
Ονοματεπώνυμο: Marco Simoncelli
Ημερομηνία γέννησης: 20 Ιανουαρίου 1987, Cattolica, Ιταλία
Θάνατος: 23 Οκτωβρίου 2011, Sepang, Μαλαισία
Αριθμός αγώνων GP: 151 (125cc, 250cc, MotoGP)
Νίκες: 14 (12 στο 250cc, 2 στο 125cc)
Παγκόσμιοι τίτλοι: 1 (250
cc, 2008 – Gilera)
Ομάδες:
Matteoni Racing, Metis Gilera, San Carlo Honda Gresini}
Νούμερο: 58 (αποσυρμένο επίσημα από το MotoGP το 2016)

Κληρονομιά:
• Το Misano World Circuit Marco Simoncelli φέρει το όνομά του από το 2012.
• Το Fondazione Marco Simoncelli στηρίζει νέους και οικογένειες σε ανάγκη, συνεχίζοντας το φιλανθρωπικό έργο της οικογένειας.
• Κάθε χρόνο, οι φίλοι του διοργανώνουν στο Misano το “Sic Day”, ένα φεστιβάλ χαράς και μοτοσυκλέτας, όπως το ήθελε εκείνος.
• Το #58 παραμένει σύμβολο πάθους και αυθεντικότητας, ένα νούμερο που θα θυμίζει για πάντα τι σημαίνει να ζεις ως αγωνιζόμενος στην κορυφή της μοτοσυκλέτας

Η καριέρα του εκτοξεύθηκε το 2008, όταν κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα 250cc με τη Gilera, χαρίζοντας στην παραπαίουσα τότε Ιταλική μάρκα το τελευταίο της σπουδαίο τρόπαιο. Από τότε, το όνομα “Simoncelli” έγινε συνώνυμο με τον επιθετικό και θεαματικό τρόπο οδήγησης. Ήταν ένα ιδιαίτερο επιθετικό στιλ, από εκείνα που ακόμη και οι αντίπαλοί του δεν χρησιμοποιούσαν αργότερα εναντίον του, ήταν όμως μοιραία και εκείνο που έδωσε το άδοξο τέλος. Όταν ανέβηκε στο MotoGP με τη Honda της ομάδας Gresini, όλοι ήξεραν πως μπροστά τους είχαν έναν από εκείνους τους αναβάτες που ή θα έγραφαν ιστορία ή θα την πλήρωναν ακριβά.

Γνώρισα προσωπικά τον Simoncelli με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο. Είχε μόλις κερδίσει τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο και βρισκόμασταν στην πίστα δοκιμών της Goodyear-Dunlop, μία μαγευτική τοποθεσία με μία εκπληκτική πίστα όπου φυσικά δεν υπάρχουν κερκίδες, ούτε μπορεί να μπει κανείς άλλος πέρα από τους αναβάτες δοκιμών και τους δημοσιογράφους, στις λίγες φορές που έχει φιλοξενήσει παρουσιάσεις ελαστικών.

Ήμουν για ακόμη μία φορά ο μόνος Έλληνας προσκεκλημένος και είχα μπει να οδηγήσω μαζί με τους Άγγλους δημοσιογράφους που τότε ήταν μία πολυπληθή ομάδα χωρίς Youtubers και Influencers, όλοι τους εξαιρετικά έμπειροι και επίσης όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, με αγωνιστικές περγαμηνές που έφταναν για δύο από αυτούς μέχρι και το BSB! Μπήκαμε με superbike στο session εκείνο και ο Simoncelli με ένα Dorsoduro 750. Αυτό που περισσότερο το έχετε δει να κυκλοφορεί με την ομάδα ΔΙΑΣ, σπάνια δικάβαλο παρότι η ομάδα αυτή έτσι έχει στηθεί και αν θυμάστε από την δοκιμή στο MOTO, δεν ήταν και μία μοτοσυκλέτα που μπορούσε εύκολα να ξεχωρίσει.

Ο Simoncelli ξεκίνησε τελευταίος, πίσω μας και σε λίγους γύρους μας είχε μαζέψει. Εγώ βρισκόμουν τότε σχετικά μπροστά στο γκρουπ, τρίτος κατά σειρά όταν με πέτυχε στο πιο αργό κομμάτι της πίστας, αργό για εμάς. Ανηφορικό εσάκι με θετική κλίση στην μεσαία του στροφή. Ήξερα ότι ήταν πίσω μου και είχα υπολογίσει να κρατηθώ στην έξοδο για να μην τον κόψω και να ανοίξω το γκάζι του GSXR1000R μόλις με περάσει. Μόνος μου στόχος να μείνω πίσω του για λίγο καθώς αμέσως μετά είχαμε άλλες δύο στροφές που μας οδηγούσαν στην ευθεία, οπότε θα προλάβαινα να οδηγήσω τουλάχιστον μισό γύρο πίσω του. Ότι και να έκανε δεν θα μπορούσε να ξεφύγει στην ευθεία με το Dorsoduro 750 από το GSXR1000R!

ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ!

Την ώρα που έστριβα την δεύτερη στροφή από το εσάκι, εκείνη την αριστερή με την θετική κλίση, είδα ένα Dorsoduro να πετάγεται πλαγιασμένο μέσα από κερμπ πέρνοντας μαζί του χώματα, πετραδάκια και χόρτα και να προσγειώνεται μπροστά μου με το γόνατο. Πίστεψα ότι απλά έπεφτε μπροστά μου, άφησα το γκάζι και προσευχήθηκα στην Dunlop να κρατήσει το εμπρός ελαστικό που εκείνη την στιγμή του ζητούσες να κάνει κάτι δύσκολο. Μόνο που ο Simoncelli δεν είχε πέσει, ντριφτάρισε στην προσγείωση μέχρι το εξωτερικό κερμπ, εκτός δηλαδή αγωνιστικής γραμμής και πάνω του ακριβώς άνοιξε το γκάζι και με τρόπο που δεν πίστευα πως μπορούσε να γίνει το Dorsoduro 750 σηκώθηκε με το γκάζι, πλάγιασε στην επόμενη δεξιά ξύνοντας τα πάντα και εξαφανίστηκε στα 150 μέτρα της ευθείας πριν τα φρένα της επόμενης αριστερής. Όταν βγήκα στην ευθεία ήταν ήδη περίπου στην μέση και δεν τον έφτασα ποτέ στα φρένα της σπαστής δεξιάς, μίας πολύ ύπουλης στροφής που όταν μάθαινες την πίστα μπορούσες να την πουλήσεις πηγαίνοντας διαγώνια προς την κατηφορική ευθεία πριν από μία απότομη δεξιά όπου είχαν σημειωθεί και αρκετές πτώσεις.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Έχουν περάσει 16 χρόνια από εκείνη την ημέρα, ήμουν τότε ένας νέος συντάκτης, συνομιλώντας με τον επόμενο Valentino Rossi (όπως τον λέγαμε με τον πατέρα του)

Δεν οδηγήσαμε ποτέ μαζί για μισή πίστα, ενώ αμέσως μετά ήμασταν μόνοι μας για τους λίγους γύρους που έμεναν για το υπόλοιπο session. ΌΛΟΙ οι Άγγλοι συνάδελφοι είχαν βγει έξω νωρίτερα ζητώντας από την Dunlop να βγάλει τον Simoncelli γιατί δεν ήθελαν να σκοτωθούν δοκιμάζοντας λάστιχα. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν το είχα δει ως απερισκεψία, ήμουν ακόμη εντυπωσιασμένος από το πώς κατάφερε να προσγειωθεί πλαγιασμένος και κυρίως με την λογική ακολουθία της σκέψης του. Πώς δηλαδή πήρε την απόφαση να βγει εκτός πίστας, μέσα από τα κέρμπ! Στο πλαίσιο της συνέντευξης που είχαμε μετά, ξεκίνησα από εκεί: «Πώς το σκέφτηκες αυτό και κυρίως γιατί; Ποιος ο λόγος;» - «Δεν το σκέφτηκα, μου είπε ο Simoncelli, δεν ήταν δηλαδή μία μελετημένη από πριν απόφαση, είχατε πολύ πιο γρήγορες μοτοσυκλέτες οπότε έπρεπε να μην φρενάρω πουθενά για να σας περάσω, ότι ήρθαν οι στροφές και είδα ότι θα έπρεπε να κόψω πολύ για να μείνω πίσω από το GSXR και μετά στην ευθεία να μην μπορώ να προσπεράσω, σκέφτηκα την προσπέραση στην επόμενη στροφή και μου ήρθε πολύ μακριά. Οπότε εκεί που έστριβα την πρώτη δεξιά, το σήκωσα και έκανα την αριστερή εκτός πίστας.

Στην συνέχεια εκείνης της συνέντευξης τον ρώτησα αν οδηγεί στον δρόμο και μου είπε πως όχι γιατί είναι επικίνδυνο και γελάσαμε έπειτα μαζί.

Μπορούσες να το δεις όπως οι Άγγλοι, ως επιθετικό και απερίσκεπτο ή να τον θαυμάσεις ως κάτι εξωπραγματικό και μοναδικό. Διότι αυτό ήταν. Απίστευτα πράος και μαζεμένος όλες τις στιγμές, εκτός από εκείνες που οδηγούσε. Ήμουν τυχερός που τον γνώρισα και μου για λίγο, πολύ λίγο, οδηγήσαμε και μαζί.

Το 2011, με τον αριθμό 58 πάνω στο λευκό fairing, ο Marco έδειχνε πως το μεγάλο του ξέσπασμα ήταν θέμα χρόνου. Πάλευε με τους καλύτερους τότε, με Lorenzo, Stoner, Pedrosa, Rossi κι αν κάποιες φορές οι κινήσεις του ήταν υπερβολικά τολμηρές, είχαν εκείνο το στοιχείο του “πραγματικού αγώνα” που σήμερα θα ξεσήκωνε αντιδράσεις. Δεν υπολόγιζε τίποτα. Οδήγησε πάντα σαν να μην υπήρχε αύριο, και ίσως τελικά γι’ αυτό να έγινε αθάνατος.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
στιγμιότυπο από την ίδια εκείνη ημέρα

Η μοίρα στάθηκε άδικη στη Sepang. Μια πτώση στην πρώτη κιόλας στροφή, ένα ατυχές σημείο επαφής και το όνειρο σταμάτησε απότομα. Ο θάνατός του σε ζωντανή μετάδοση καθώς όλοι οι θεατές κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί βλέποντας το κράνος του να φεύγει, έμεινε για πάντα χαραγμένος στην ιστορία και κανείς, δεν θέλει να το αναπαράγει. Είχε έντονα στοιχεία αρχαιοελληνικής τραγωδίας μάλιστα από την στιγμή που πάνω του έπεσαν οι καλύτεροί του φίλοι εκτός πίστας και ταυτόχρονα ανταγωνιστές την ώρα του αγώνα. Ένας από τους καλύτερους θα σβήσει άδοξα. Όμως εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε κάτι άλλο, ένας θρύλος που κανένας χρόνος δεν μπορεί να σβήσει. Από τότε, το νούμερο 58 έγινε σύμβολο: όχι μόνο του Simoncelli, αλλά κάθε αναβάτη που τρέχει με την καρδιά του.

Η Honda Gresini διατήρησε τη μνήμη του, το Misano World Circuit φέρει πλέον το όνομά του, και κάθε φορά που βλέπεις εκείνη τη λευκοκόκκινη σημαία με τον αριθμό 58, νιώθεις ότι ο “Super Sic” δεν έφυγε ποτέ στ’ αλήθεια. Ζει σε κάθε νέο αναβάτη που ανεβαίνει με πάθος πάνω στη μοτοσυκλέτα, σε κάθε θεατή που ανατριχιάζει όταν ακούει τον κινητήρα να ανεβάζει στροφές.

Ο Simoncelli ήταν ένας από εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που δεν χρειάζονται χρόνο για να αφήσουν το αποτύπωμά τους. Αρκούσαν λίγες σεζόν για να αλλάξει την ψυχή των GP, για να θυμίσει σε όλους μας πως οι αγώνες δεν είναι μόνο νίκες, είναι άνθρωποι, πάθος, είναι συναίσθημα.

Και αν σήμερα κοιτάξεις τον ουρανό πάνω από το Misano, κάπου ανάμεσα στις στροφές της ιστορίας θα δεις τον Marco να γελά, με εκείνο το ανέμελο βλέμμα που λέει:

“Corri forte, ma divertiti – τρέξε δυνατά, αλλά απόλαυσέ το.”