MotoGP: Οδοιπορικό στο MOTUL TT ASSEN!

Η εμπειρία της χρονιάς...Από μέσα!
5/7/2018

Για ακόμη μια χρόνια η Motul μας έδωσε την ευκαιρία να μοιραστούμε την εμπειρία ενός MotoGP αγώνα με έναν τυχερό αναγνώστη, κι αυτή τη φορά στην Ολλανδία, όπου θα λάμβανε μέρος ένας από τους καλύτερους αγώνες της σεζόν!

Ο Γιώργος Λουβερδής ήταν ο μεγάλος τυχερός του διαγωνισμού, κι όπως περιγράφει και ο ίδιος, αρκετά δύσπιστος στο πρώτο τηλεφώνημα για το αν είναι αλήθεια ή κάποιος του κάνει πλάκα. Στην πράξη ο Γιώργος ήταν εκείνος που κατάλαβε γρηγορότερα από κάθε άλλο πιο πριν στην θέση του, πως είχε πράγματι κερδίσει:

Μεγάλος Διαγωνισμός MOTO & MOTUL: Ταξίδι στο MotoGP του Assen 2018!

Πάντα περιμένουμε κάποιο βαθμό δυσπιστίας, κι ας έχει το MOTO πραγματοποιήσει εκατοντάδες διαγωνισμούς ενώ είμαστε πλέον στην 5η συνεχή χρονιά που μαζί με την MOTUL στέλνουμε έναν τυχερό στα MotoGP! Ο αναγνώστης και φίλος -πλέον- Γιώργος, προστέθηκε στην μακρά λίστα όλων εκείνων που ξέρουν πραγματικά πώς λειτουργεί το MOTO από μέσα, και μάλιστα με τρόπο που θα του μείνει αξέχαστος: Κερδίζοντας έναν εκπληκτικό δώρο, ταξιδεύοντας στον καλύτερο αγώνα!

Ο καιρός στην Ολλανδία ήταν εξαιρετικός για τα δεδομένα της χώρας, ιδιαίτερα από την στιγμή που τα προηγούμενα χρόνια είχε παίξει δραματικό ρόλο στην έκβαση του αγώνα. Ποιος άλλωστε μπορεί να ξεχάσει τις δύο κόκκινες σημαίες το ’16 και την νίκη του Miller στο βρεγμένο. Η εκπληκτική λιακάδα που πετύχαμε όμως θύμιζε έντονα άνοιξη στην Ελλάδα, και την οικεία αυτή αίσθηση ενδυνάμωνε η εξαιρετική φιλοξενία της Μotul καθώς και οι υπόλοιποι Έλληνες προσκεκλημένοι, που μαζί με την πρόγευση από τα δοκιμαστικά του Σαββάτου συνηγορούσαν στο ότι θα ζήσουμε μια μοναδική εμπειρία! Και η εξέλιξη δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερη, καθώς είχαμε την τύχη να είμαστε παρόντες σε έναν  συγκλονιστικό αγώνα από αυτούς που διαφημίζουν το άθλημα, γεμίζουν με εναλλαγές συναισθημάτων τους θεατές και γίνονται σημείο αναφοράς!

Βέβαια το ρεπορτάζ του αγώνα που πλέον έχει καταγράφει στην ιστορία ως ένας από τους πλέον θεαματικούς και αμφίρροπους στη διάρκεια των ετών, σας τον μεταφέραμε άμεσα στο motomag.gr

MotoGP-Assen Ολλανδία: Ιστορικός αγώνας με κιλά θεάματος! Marquez σε δύσκολη νίκη

Ωστόσο η παρακολούθηση του αγώνα, ακόμα κι αυτού του επιπέδου που σε αφήνει γεμάτο συναισθήματα μόλις πέσει η καρό σημαία, αποτελεί μια μόνο παράμετρο σε ένα ευρύτερο πλαίσιο που απλώνεται σε μέρες και σε πράγματα που αξίζει κανείς να δει και να ζήσει.

Από την πρώτη στιγμή που φτάνει κανείς στον περιβάλλοντα χώρο της πίστας γεμίζει από εικόνες που χαράσσονται βαθιά στη μνήμη από έκπληξη αλλά καμία φορά κι απογοήτευση, αν μπει στην διαδικασία να συγκρίνει το επίπεδο με την ελληνική σκληρή πραγματικότητα.

Τα πάντα είναι μία γιορτή της μοτοσυκλέτας και συμβαίνουν πολλά και διαφορετικά ταυτόχρονα, εκδηλώσεις και δρώμενα κάτω από τις κερκίδες, μουσικές, ήχοι από εξατμίσεις αλλά και οι ενθουσιώδεις αντιδράσεις του κόσμου συνθέτουν ένα μοναδικό σκηνικό. Και φυσικά το κίτρινο πλήθος: Συγκλονιστική στιγμή η αντίδραση των οπαδών του, όταν ο Rossi πέρασε στην πρώτη θέση, η λατρεία του κοινού για το γιατρό είναι απερίγραπτη.    

Εμείς είχαμε την τύχη να έχουμε στον καρπό μας το μαγικό βραχιολάκι των vip  προσκεκλημένων της ΜΟTUL και χάρη σε αυτό να περάσουμε δυο ολόκληρες μέρες στη σουίτα  της MOTUL, να περπατήσουμε μέσα στα paddocks να ζήσουμε από κοντά την ένταση των ομάδων αλλά και να επισκεφτούμε το box της Monster Yamaha Tech3.

H MOTUL έχει προσέξει ιδιαίτερα τις μεταγραφές της

Η σουίτα της ΜΟTUL που είναι και κεντρικός χορηγός στην πίστα του ΑSSEN βρίσκεται σε ένα από τα καλυτέρα σημεία καθώς κοιτά την αρχή της ευθείας, αλλά διαγώνια προς το εσάκι, εκεί που έγιναν μερικά από τα εντυπωσιακότερα περάσματα, που ο συγκεκριμένος αγώνας μας χάρισε πλουσιοπάροχα, κόβοντάς μας την ανάσα κάθε στιγμή! Από τις οθόνες βλέπαμε την ροή του αγώνα, και περιμέναμε την στιγμή που το γκρουπ των πρώτων θα ξαναπερνούσε από το φοβερό εσάκι, με τον Rossi να χαρίζει αλλεπάλληλα στιγμιότυπα!

Παρακολουθώντας έναν αγώνα MotoGP από κοντά, είναι αυτή η κλιμάκωση που ζεις μέχρι τον αγώνα της Κυριακής, που σε κάνει να νιώσεις σε όλο της το μεγαλείο, την μαγεία των MotoGP. Και η MOTUL φρόντισε για τον αναγνώστη μας να το ζήσει αυτό σε υπερθετικό βαθμό: Το απόγευμα του Σαββάτου μετά το τέλος των χρονομετρημένων ανάμεσα μας βρεθήκαν οι αναβάτες της Monster Yamaha Tech 3, ο Johann ZARCO και ο Hafizh SYAHRIN, καθώς και της Suzuki Ecstar, ο Alex RINS ( που την επόμενη μέρα ήταν ένας από τους μεγάλους πρωταγωνιστές του αγώνα ) και ο Antrea IANNONE! Υπέγραψαν καπέλα και αυτόγραφα, φωτογραφήθηκαν και συνομίλησαν με όλους, αποδεικνύοντας πως έχουν τεράστια υπομονή και φοβερό επαγγελματισμό, μέσα στην ένταση των δοκιμών και της παραμονής του αγώνα.

Ας δούμε όμως πώς έζησε όλη αυτή την μαγεία, με την δική του μαρτυρία, ο Γιώργος Λουβερδής, νικητής του διαγωνισμού:

Μια ανεπανάληπτη και ανέλπιστη εμπειρία.....…. του Γιώργου Λουβερδή

Ήταν μια ζεστή απογευματινή μέρα του Μαΐου, όπου κάθομαι αραχτός στο καναπέ και scroll-αρω στο facebook και πετυχαίνω ένα διαγωνισμό του περιοδικού MOTO, o οποίος έστελνε ΕΝΑ ΤΥΧΕΡΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ στο MOTOGP του ASSEN, το διήμερο 29/06/18 - 01/07/18,

Ξέρετε πως πάνε αυτά, βάζεις τα στοιχεία σου, σκέφτεσαι πως είναι ανώφελο «μήπως κληρωθεί ο ξάδελφος κανενός συντάκτη;». Παρόλες τις αρχικές μου σκέψεις, σκέφτηκα ότι δεν χάνω και τίποτα, απλή η διαδικασία (1-2 λεπτά), οπότε και δήλωσα συμμετοχή….

Αρκετές μέρες μετά και έχοντας ξεχάσει την ίδια μου την συμμετοχή, μια ωραία πρωία στις 23-05-2018, χτυπά το κινητό μου και αφού με ρωτάει ο συνομιλητής μου τα στοιχεία μου, μου συστήνεται ως Θάνος Φελούκας από το περιοδικό MOTO… και ξεκίνα το happy story…

H πρώτη μου αντίδραση ήταν τουλάχιστον παθητική, μιας και σκέφτηκα όση ώρα μου μίλαγε ο «Θάνος» πως κάποιος γνωστός μου με δουλεύει και προσπαθούσα ταυτόχρονα, να σκεφτώ σε ποιόν φίλο από την παρέα είχα αναφέρει την συμμετοχή μου. Η πραγματικότητα ήταν ότι δεν το είχα πει σε κανένα! Εν τέλει δεν άντεξα και του λέω … «βρε μου κάνεις πλάκα…?», «όχι» μου απαντάει γελώντας, «κάτσε να σου στείλω αίτημα φιλίας στο FB να δεις το προφίλ μου» συμπληρώνει….

Εν τέλει αφού πείστηκα σαν τον άπιστο Θώμα, ο Θάνος με ρωτάει «σε ενδιαφέρει το ταξίδι?» και ότι «πρέπει να δώσω μια απάντηση εδώ και τώρα», … του απαντάω: «ρε φίλε μας κοροϊδεύεις φυσικά και ΝΑΙ ΝΑΙ ΝΑΙ» χωρίς δεύτερη σκέψη. Το κλείνουμε γελώντας και μου αναφέρει πως θα με καλέσουν από την ΜΟΤUL GREECE για τα διαδικαστικά των εισιτηρίων, του προγράμματος κλπ….

ΕΠΛΕΑ ΣΕ ΠΕΛΑΓΗ ΕΥΤΥΧΙΑΣ….

Δεν ήξερα τι να πρωτοσκεφτώ μιας και δεν είχα μέχρι στιγμής πάει σε κανένα MotoGP!

Για όλη την διαδικασία δεν έκανα τίποτα περισσότερο από το να μιλήσω δυο φορές με την MOTUL, που αξίζει να σημειωθεί πως για την εταιρεία το grand prix του ASSEN έχει βαρύνουσα σημασία, μιας και η πίστα φέρει το όνομα της. Για φέτος λοιπόν το 2018, Motul TT Assen 88th Edition - TT Circuit Assen  σου ερχόμαστε!!!!

Η πολυπόθητη μέρα φτάνει…. Παρασκευή πρωί 29-06-2018, έχουμε συνάντηση η ελληνική αποστολή στο Ελ. Βενιζέλος, λίγο νωρίτερα, να γνωριστούμε από κοντά με τον απεσταλμένο του περιοδικού ΜΟΤΟ, τον πολύ κουλ και χαμογελαστό Γιώργο Κριμπένη, Διευθυντή Εμπορικού τμήματος, τον εκπρόσωπο της MOTUL τον εκπληκτικό Θοδωρή Τσέλιο, τον έτερο κωλόφαρδο της κλήρωσης από κλήρωση της ίδιας εταιρείας, και τους υπόλοιπους προσκεκλημένους … Αφού τα λέμε, όλη η ομάδα είναι έτοιμη να πετάξει για το  Άμστερνταμ! Μετά από τρεις ώρες πτήση, μας περιμένει πούλμαν όπου συναντιόμαστε και με άλλες ευρωπαϊκές ομάδες της MOTUL (Κροατική, Γαλλική κλπ) και φεύγουμε για το ξενοδοχείο Fletcher, που βρίσκεται στην καταπράσινη και όμορφη τοποθεσία, στο Paterswolde, λίγο έξω από το Assen.

Φτάνουμε νωρίς το απόγευμα και βολευόμαστε στα δωμάτιά μας μέχρι να έρθει η στιγμή που το βραδάκι θα συναντηθούμε ξανά για δείπνο. Ήπιαμε και τα μπυρακια μας τα ντόπια, γνωριστήκαμε ακόμα καλύτερα, ήμασταν έτοιμοι για την επόμενη μεγάλη μέρα στην πίστα και τα Free Practice 3-4 και τα Qualifying 1 & 2 και των τριών κατηγοριών!

Το συναίσθημα απίστευτο, μοναδικό, οι Ολλανδοί λατρεύουν αυτό τον αγώνα των MotoGP: 120.000 κόσμου, καιρός ΑΠΙΣΤΕΥΤΟΣ για τα δεδομένα της εποχής και της χώρας, συνήθως τέτοια εποχή έχει σύντομες βροχές και άστατο καιρό… εμείς κωλόφαρδοι γαρ, λες και κάποιος έχει συνωμοτήσει υπέρ μας, απολαμβάνουμε ελληνικό ήλιο και καιρό 26 βαθμούς κελσίου… Κόσμος πολύς, μικροί μεγάλοι με μπλουζάκια και καπέλα από όλους τους οδηγούς και τις εταιρείες (κυρίως όμως στα χρώματα της Yamaha και του Βαλεντίνο). Περπατάμε εξωτερικά της πίστας και οδεύουμε προς το οργανωμένο VIP χώρο, το hospitality της ΜΟΤUL, πάνω στο γνωστό S-ακι της πίστας πριν την ευθεία και την γραμμή του τερματισμού, μια ανάσα από την είσοδο στην γραμμή των pits, εκεί που θα βλέπαμε επικά προσπεράσματα την επόμενη μέρα! 

Φυσικά έξω από την πίστα έχει πολλά μαγαζιά / περίπτερα με επίσημο εμπόρευμα από όλες τις ομάδες, με μεγάλες ουρές αναμονής για να ψωνίσουν οι οπαδοί και φίλαθλοι των MotoGP.

Έχοντας ήδη εφοδιαστεί από την προηγούμενη μέρα με τα ειδικά VIP καρτελάκια της MOTUL, ο επικεφαλής της αποστολής μας προτείνει να μπούμε στην πίστα να κάνουμε μια βόλτα στην γραμμή εκκίνησης πηγαίνοντας στο vip χώρο / μπαλκόνι της motul

 

Η αίσθηση στην πίστα είναι μοναδική… Ο ήχος, η ένταση, η κάψα και δίψα του κόσμου, όλο αυτό μαζί αποτελεί ένα ζωντανό οργανισμό! Ειδικά εμείς που θα απολαμβάναμε τρομερά προνόμια σε σχέση με ένα απλό θεατή λόγω του χορηγού. Αφού είδαμε τις ελεύθερες δοκιμές 3 και 4 και τις κατατακτήριες με αμείωτο ενδιαφέρον μέχρι και τον τελευταίο γύρο, όπου αλλάξανε τα πάντα στην γραμμή εκκίνησης για την επόμενη μέρα, και πριν ακόμα συνέλθουμε από την συγκίνηση των κατατακτηρίων, μπορέσαμε να πάρουμε πίσω μέρος των δυνάμεών μας: Οι άνθρωποι της MOTUL μας ταΐσαν και μας πότισαν πλουσιοπάροχα μέχρι τελικής πτώσης στο VIP χώρο (μπύρες, κρασί, αναψυκτικά, σάντουιτς, μπεργκερ, πιττάκια με αλλαντικά, τόνο κλπ πλούσια εδέσματα από οργανωμένο catering για όλα τα γούστα) κι έτσι ήρθε η ώρα της πρώτης βόλτας στο Paddock, όπου θαυμάσαμε τα περίπτερα και τα φορτηγά των ομάδων, τον χώρο της Michelin όπου προετοιμάζει τα ελαστικά τους και φυσικά τα… paddock girls! Όπου και φωτογραφηθήκαμε μαζί τους!

Εδώ το ζεις από μέσα! Περνάνε κυριολεκτικά από δίπλα σου οι αναβάτες που βλέπεις στην τηλεόραση από όλες τις κατηγορίες ΜΟΤΟ 2, MOTO 3 και MotoGP! Μηχανικοί από τις ομάδες, τρέχουν δεξιά κι αριστερά, τα ελαστικά πάνε και έρχονται, κορνάρουν οι οδηγοί με τα σκούτερ να περάσουν.. όλα μοναδικά που δεν περιγράφονται σε 10 γραμμές!

Γυρίσαμε κακήν κακώς, τρέχοντας στο VIP χώρο να προλάβουμε την στιγμή που υπογράφονταν αυτόγραφα, ενώ μετά τις κατατακτήριες θα έρχονταν οι εργοστασιακοί οδηγοί της SUZUKI ECSTAR (Ianonne – Rins) και της δορυφορικής ομάδας της Monster Yamaha Tech3 (Zarco – Syahrin), να τους γνωρίσουμε από κοντά και να υπογράψουν αυτόγραφα, καπέλα και αφίσες, μιας και οι ομάδες τους χορηγούνται επίσημα από την Motul… Άλλη φοβερή εμπειρία αυτή να βλέπεις από κοντά μερικούς από τους ταχύτερους αναβάτες στον κόσμο!!!!

Μετά από αυτήν την ανεπανάληπτη εμπειρία, και αρκετή αλήθεια κούραση, γυρίσαμε στο ξενοδοχείο όπου το βράδυ μας είχε οργανώσει η MOTUL βραδιά μπάρμπεκιου με κρέατα και ψαρικά, σε ένα πανέμορφο χώρο πάνω στην λίμνη, στο εστιατόριο Paviljoen van de Dame, για όλους τους καλεσμένους της MOTUL!

Αποκαμωμένοι από την κούραση, πήγαμε για ύπνο γιατί την άλλη μέρα θα φεύγαμε πολύ πρωί να μπούμε στην πίστα για το ζέσταμα και το κυρίως μενού που ήταν οι τρεις αγώνες της μικρής, μεσαίας και μεγάλης κατηγορίας! Εκεί μας περίμενε μια έκπληξη: O Θοδωρής, επικεφαλής της ελληνικής αποστολής μας ενημέρωσε ότι μετά το ζέσταμα και κυριολεκτικά μια ώρα πριν τον αγώνα, θα πάμε στα ενδότερα (πιο ενδότερα ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ) της  ομάδας Monster Yamaha Tech3, να φωτογραφηθούμε με τα μηχανάκια των Zarco – Syahrin, είδαμε και τον Lin Jarvis 3 μέτρα μακριά μας, την ώρα που οι μηχανικοί της ομάδας έκαναν τις τελευταίες ρυθμίσεις πάνω στις μηχανές!

Ήρθαμε εκεί ακριβώς που διαδραματίζονται τα πάντα, κι αποχαιρετίσαμε την ομάδα και όλο των χώρο τον paddocks πηγαίνοντας στην εξέδρα να δούμε τον αγώνα. Τα συναισθήματα ήταν μοναδικά, εικόνες που θα μείνουν χαραγμένες για πάντα στο μυαλό και ιστορίες που θα λέω μέχρι να πάω πάλι!

Θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στο περιοδικό MOTO και στην MOTUL που μου έδωσε την μοναδική ευκαιρία να τα ζήσω όλα αυτά από κοντά!

Γιώργος Λουβερδής

 

Κλείνοντας την αποτίμηση μιας πραγματικά μοναδικής εμπειρίας, θέλουμε κι εμείς να ευχαριστήσουμε τους ανθρώπους της ΜΟTUL, και προσωπικά τον κο Θοδωρή Τσέλιο Business Development Manager Motul για την εξαιρετική φιλοξενία αλλά και τους Γ. Παρασκευά ιδιοκτήτη της wolf racing, τo συνάδελφο Nίκο Βιτσιλάκη και τον έτερο υπερτυχερό από το διαγωνισμό που διενέργησε η ΜOTUL  κο Θάνο Δημόπουλο για την εξαιρετική  παρέα …εις το επανιδείν!

 

Ετικέτες

Αφιέρωμα ΜΟΤΟ: Η ιστορία των V4 κινητήρων της Honda και η εξέλιξή τους

Η πορεία προς την εδραίωση των τετράχρονων V4
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

31/8/2020

Η σχέση της Honda με τους V4 κινητήρες χαρακτηρίζεται άνετα ως μία σχέση ερωτική που κρατάει πολλά χρόνια. Ξεκίνησε με πείσμα κόντρα στις προβλέψεις και τις προκαταλήψεις, κι όπως κάθε έντονο πάθος είχε στην αρχή του πολλές περιπέτειες, χωρισμούς και επανασυνδέσεις. Καρπός αυτού του έρωτα είναι μερικές μοτοσυκλέτες που έπαιξαν ενεργό ρόλο για την εξέλιξη ολόκληρου του είδους και ενέπνευσαν άλλους κατασκευαστές, τόσο μηχανολογικά όσο και με την εξωτερική τους εμφάνιση, όπως η θρυλική NR 750.

Εδώ και χρόνια οι V4 κινητήρες επικρατούν στα MotoGP και η Honda έχει σημαντικό μερίδιο για την αγωνιστική τους καταξίωση. Και είτε το εναποθέσεις αυτό ολότελα στην πλάτες του Marquez, είτε απλά του δώσεις την βαρύτητα που έχει στην πράξη, το γεγονός παραμένει πως οι V4 κινητήρες της Honda έχουν μία αξιοσημείωτη παρουσία που γεννήθηκε πρώτα στους αγώνες και μόνο μέσα από τους αγώνες εξελίσσονται!

Η αγωνιστική αυτή εξέλιξη των V4 κινητήρων της Honda είναι ο λόγος που πριν ακόμη παρουσιαστούν τα VF μοντέλα, σε μία εποχή που δεν υπήρχε internet και η πληροφορία διακινούνταν με άλλους ρυθμούς, είχαν ήδη χτίσει έναν μύθο που ακόμα και σήμερα συντροφεύει όλα τα VFR!

Το 1977 η Honda ανακοινώνει ότι θα επιστρέψει στο παγκόσμιο GP σε δύο χρόνια, σταματώντας τα δεκαετή "μούτρα" στην διοργάνωση, που ξεκίνησαν το 1968 όταν και αποχώρησε από τους αγώνες. Το ‘68 οι κανονισμοί άλλαξαν περιορίζοντας τους κυλίνδρους σε τέσσερις, δίνοντας έτσι ένα σοβαρό πλεονέκτημα στις δίχρονες μοτοσυκλέτες. Οπότε η Honda, ως παραδοσιακός υποστηρικτής των τετράχρονων κινητήρων, αποφάσισε να αποχωρήσει διαμαρτυρόμενη.

Σχέδιο: «New Racing»

Δεν ήταν άλλωστε και λίγο αυτό για τον Soichiro Honda, που είχε αποκαλέσει τις δίχρονες μοτοσυκλέτες "βρώμικες" και είχε εστιάσει στην εξέλιξη των τετράχρονων κινητήρων, κυρίως για την καλύτερη ενεργειακή τους απόδοση. Από την άλλη αυτή η χαμένη δεκαετία στέρησε από τη Honda ένα τεράστιο πεδίο δοκιμών, κινδυνεύοντας να γίνει η αιτία της αποκαθήλωσης από το βωμό του τεχνολογικά πιο προηγμένου κατασκευαστή. Η εταιρία βλέποντας τον κίνδυνο αυτό, κατέφυγε σ’ ένα μάλλον απλοϊκό πλάνο. Έδωσαν τρία δισεκατομμύρια Γεν στον κ. Koichi Yanase, έναν από τους manager του εργοστασίου της Suzuka, και μια άδεια να οργανώσει από το μηδέν μια εκατονταμελή ομάδα με σκοπό να κερδίσει τον πρώτο τίτλο μέσα σε τρία χρόνια.

Ο Yanase ονόμασε το project "κερδίζω τίτλο σε τρία χρόνια" με την κωδική ονομασία NR, συντομογραφία του "New Racing", και αποφάσισε επίσης να μην αντιμετωπίσει με ίσους όρους τα δίχρονα των υπόλοιπων κατασκευαστών. Πιστός στους λόγους που έκαναν την Honda να αποχωρήσει πριν από δέκα χρόνια, διάλεξε να φτιάξει έναν τετράχρονο κινητήρα, και ξεκίνησε συγκρίνοντας τα όρια των τετράχρονων και των δίχρονων. Γρήγορα υπολόγισε ότι για να είναι ανταγωνιστικός χρειαζόταν έναν κινητήρα που θα ανέβαζε 23.000 στροφές, με απόδοση περίπου 130 ίππων. Κι αυτό για έναν τετράχρονο με τα δεδομένα της εποχής, σήμαινε τεράστιες ανάγκες σε τροφοδοσία καυσίμου και αέρα, κατά συνέπεια περισσότερες βαλβίδες, κάτι όμως πρακτικά αδύνατο χωροταξικά σε έναν τετρακύλινδρο, ιδιαίτερα για μια κεφαλή σε κινητήρα πεντακοσίων κυβικών. Στα χαρτιά όλα αυτά φαινόντουσαν εύκολη υπόθεση για έναν V8, ωστόσο ίσχυε ακόμη ο περιορισμός των τεσσάρων κυλίνδρων. Η διάταξη V κέρδιζε εκείνη την εποχή ολοένα και περισσότερο έδαφος και χρόνια μετά, το 1982, άφησε εποχή το δίχρονο YZR500 της Yamaha που κέρδιζε τα πρωταθλήματα. Ίσως εξαιτίας αυτής της φήμης του, να διαβάζετε λανθασμένα στην Wikipedia ότι υπήρξε γενικώς το πρώτο V στα GP...

Τα οβάλ πιστόνια!

Η ομάδα λοιπόν σκαρφίστηκε την ιδιοφυή λύση να φτιάξει πράγματι κάτι σαν V8, με 32 βαλβίδες και οκτώ μπιέλες, και απλά να "ενώσει" τα πιστόνια, ώστε να είναι εντός του κανονισμού για αυστηρά τετρακύλινδρο κινητήρα, φτιάχνοντας έτσι την πρώτη μοτοσυκλέτα με οβάλ πιστόνια. Έχοντας να λύσουν άπειρα κατασκευαστικά θέματα σ’ έναν τέτοιο κινητήρα που απαιτούσε πρωτόγνωρη μηχανολογική ακρίβεια, όταν παράλληλα ο όγκος και το βάρος του έπρεπε να είναι τα ελάχιστα δυνατά, οι μηχανικοί της Honda δούλευαν χωρίς ωράριο και με την γκιλοτίνα της έναρξης του πρωταθλήματος να γυαλίζει πάνω από το λαιμό τους. Τελικά πρόλαβαν με το ζόρι το πρωτάθλημα του ΄79 αντιμετωπίζοντας όμως πολλά προβλήματα, τα οποία και συνεχίστηκαν αμείωτα τις επόμενες χρονιές χωρίς να καταφέρνουν κάποια νίκη στα GP. Όμως αυτό δεν οφειλόταν τόσο στην NR500 που είχε καταφέρει την τρίτη χρονιά να φτάσει την απόδοση και το επίπεδο αξιοπιστίας που χρειαζόταν, όσο στην απειρία της ομάδας που τότε αποκτούσε στρατηγική πρωταθλήματος και αγωνιστική εμπειρία. Η απουσία μιας δεκαετίας είχε σημαντικό αντίκτυπο, ένα καλό παράδειγμα είναι ότι αρχικά είχαν την λανθασμένη εντύπωση πως το έντονο φρένο κινητήρα της NR500, σε σχέση με τους δίχρονους ανταγωνιστές της, θα προσφέρει αυξημένο έλεγχο στην είσοδο των στροφών!

Επειδή όμως πέρα από τις όποιες τεχνικές δυσκολίες, έπρεπε ταυτόχρονα να μείνουν πιστοί στο αρχικό πλάνο: "πρωτάθλημα σε τρία χρόνια", το νεοδημιούργητο τότε HRC, αποφάσισε να παρατήσει τα πρωτοποριακά προγράμματα και να ακολουθήσει τους υπόλοιπους. Μέσα σε σχεδόν μίση σεζόν, έφτιαξε μια ολοκαίνουρια δίχρονη μοτοσυκλέτα, την NS500, με τον V3 κινητήρα (και όχι το V3 δεν είναι ορθογραφικό λάθος) πετυχαίνοντας τελικά το στόχο στα πέντε, αντί για τα τρία χρόνια. Οπότε η διάταξη V δεν έφυγε ποτέ, η NS500 έδωσε τη θέση της στο θρύλο της Honda, την NSR500 με τον δίχρονο V4, ακολούθησαν τα πρώτα MotoGP με την RC211V αρχικά που είχε V5 990 κυβικών, ενώ με την μείωση του κυβισμού επέστρεψε και εκεί ο V4.

Ο πρώτος εκείνος τετράχρονος V4 με τα οβάλ πιστόνια δεν πέτυχε τον στόχο του να επικρατήσει των δίχρονων διότι και η ομάδα η ίδια δεν ήταν έτοιμη ακόμη να το πετύχει. Ούτε υπήρχε αναβάτης τότε που να έχει προσαρμόσει το αγωνιστικό του στυλ σε έναν κινητήρα με οβάλ πιστόνια. Επιπρόσθετα οι αγώνες εκείνη την εποχή χρειαζόντουσαν κατασκευαστική απλότητα, το ακριβώς αντίθετο από αυτό που ισχύει τώρα με τα seamless κιβώτια και τα οργανωμένα τμήματα μηχανικών στην Ιαπωνία να περιμένουν παραγγελία για να κατασκευάσουν κατά παραγγελία κάποιο νέο εξωτικό κομμάτι που έχει προκύψει από αμέτρητες ώρες δοκιμών ενός αναβάτη που όλη του την ζωή οδηγεί. Δεν το κάνει ως δεύτερη εργασία, αλλά είναι στην διάθεση των μηχανικών καθημερινά.

Η επιστροφή στα δίχρονα

Οι αγώνες τότε ήταν ο λόγος που ένας κατασκευαστής πουλούσε μοτοσυκλέτες στο κοινό και κάποιος άλλος όχι, οπότε για τον μεγαλύτερο και πιο προηγμένο κατασκευαστή του κόσμου, την μοναδική Honda, δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί κάτι λιγότερο από την πρώτη θέση. Είχαν κατασκευάσει κάτι απίστευτο, κάτι μοναδικό στην ιστορία της μοτοσυκλέτας που το μόνο που χρειαζόταν ήταν να «ψηθεί» στους αγώνες και να δέσει η ομάδα, μηχανικοί και αναβάτες με τον τρόπο που χρειάζεται να οδηγηθεί. Τα όποια προβλήματα αντιμετώπιζε θα πρέπει να θεωρηθούν μικρά με βάση αυτά που βλέπουμε σήμερα να συμβαίνουν, κι απόλυτα λογικό να παρουσιάζονται στην αγωνιστική χρήση. Η εποχή όμως δεν έδινε την πολυτέλεια του χρόνου, ώστε να συνεχίσει η Honda να επενδύει σε κάτι κατασκευαστικά ριζοσπαστικό και ιδιότροπο. Ο Mick Grand και ο Katazumi Katayama είχαν μόλις έναν πόντο ολόκληρο το ’79. Το 1980 ήταν μία χρονιά που ξεκίνησε καλύτερα αλλά πολύ μακριά από την κορυφή για να καταφέρουν να συντηρήσουν το αυστηρό όριο χρόνου που τους είχαν δώσει. Ο Fast Freddie κατάφερε μία πέμπτη θέση στο βρετανικό πρωτάθλημα το ΄81 αλλά δεν ήταν αρκετό για να δώσει παράταση στον τετράχρονο V4. Ο V3 δίχρονος κινητήρας ετοιμάστηκε σε χρόνο ρεκόρ και με την εμπειρία που είχε ήδη αποκτήσει η ομάδα απέφερε αμέσως αποτέλεσμα.

Το 1984 η Honda επέστρεψε στην διάταξη V4 και κυριάρχησε με την NSR ως μία από τις κορυφαίες δίχρονες μοτοσυκλέτες της ιστορίας των δύο τροχών. Από το 1994 έως το 1999 κέρδισε έξι συνεχόμενους τίτλους και συνολικά δέκα έως και το 2002 που εξαφανίστηκαν τα δίχρονα. Πήρε και τον τελευταίο δίχρονο τίτλο με τον έναν και μοναδικό -ποιον άλλο- Valentino Rossi. Η απόδοσή της ήταν κορυφαία σε σημείο που η χωρητικότητα των MotoGP έπρεπε τότε να φτάσει τα 990 κυβικά για να καταφέρει να αποδώσει όπως οι δίχρονες, κορυφαίο παράδειγμα των οποίων ήταν η NSR. Η μετάβαση από την τρικύλινδρη NS500 δεν ήταν εύκολη γιατί εκείνη η μοτοσυκλέτα ήταν το ακριβώς αντίθετο από το συμβατικό σχεδιασμό με μία μίξη πλαισίου δύο δοκών με χωροδικτύωμα και ένα ρεζερβουάρ πολύ χαμηλά τοποθετημένο. Η Honda γρήγορα άλλαξε σκεπτικό για την κατανομή βάρους στις superbike και από πολύ χαμηλά το ανέβασε στα τωρινά επίπεδα που εξυπηρετούν καλύτερα τις ακραίες κλίσεις.

Αρχικά ο V4 ήταν μάλιστα ελαφρύτερος από τον V3 και είχε μικρότερη αδράνεια παρά τον ένα πρόσθετο κύλινδρο γιατί η κίνηση στο κιβώτιο μεταφερόταν πιο άμεσα. Η γωνία των κυλίνδρων έφτασε το 1987 τις 112 μοίρες ώστε να χωρούν τέσσερα Keihin των 36mm και τους κατάλληλους αυλούς εισαγωγής, με καλύτερη απορροή των καυσαερίων. Στο αποκορύφωμά της η μοτοσυκλέτα αυτή ήταν τρομακτικά δυνατή, ακόμη και για τα σημερινά δεδομένα, και σύμφωνα με την Honda αδύνατο να οδηγηθεί. Θα αναγκαζόντουσαν σε πισωγύρισμα, αν δεν ήταν ο Mick Doohan να δαμάσει το τέρας κερδίζοντας! Η NSR δέχτηκε τεράστια εξέλιξη και κάθε χρόνο ήταν διαφορετική κερδίζοντας τους τίτλους, όπως δεν είχε καταφέρει ο τετράχρονος πρόγονος.

Η NR του κόσμου

Ωστόσο δεν πήγε άδοξα όλη η προγενέστερη πορεία για το εργοστάσιο, από την στιγμή που την εκμεταλλεύτηκε εμπορικά, και δεν μιλάμε μόνο για την μοναδική NR 750, κάποτε την πιο ακριβή μοτοσυκλέτα παραγωγής που το MOTO ως περιοδικό έχει κομμάτι της ιστορίας της για δικό του. Να θυμίσουμε στους νεότερους πως η πρώτη NR 750 που ήρθε στην Ευρώπη ήταν του περιοδικού ΜΟΤΟ, τοποθετώντας μας έτσι στον χάρτη εκείνη την εποχή, και δείχνοντας στους ξένους την δυναμική μίας ανεξάρτητης ομάδας παθιασμένων μοτοσυκλετών που «κάνουν τα πράγματα να συμβαίνουν», κι ας βρίσκεται σε μία χώρα με μικρές δυνατότητες στην μηχανοκίνηση! Η δυναμομέτρηση που κάναμε στην NR με αριθμό πλαισίου 0044 ήταν η πρώτη ανεξάρτητη κι αφού την δοκιμάσαμε και την κυκλοφορήσαμε, βγήκε σε πλειστηριασμό στην Αγγλία. Η NR750 έκανε το ντεπούτο της στο Le Man το 1987, και τον Μάιο του 1992, έχοντας λύσει τα προβλήματα που απαιτεί η μαζική παραγωγή, η NR "βγήκε στις αγορές", με την πρώτη ευρωπαϊκή να είναι η δική μας…

Η Honda αξιοποίησε πιο μαζικά εμπορικά την δυναμική που απέκτησε με τους V4 στην σειρά VFR, που τώρα βρισκόμαστε στην έβδομη γενιά της. Η ιστορία των VFR ξεκινά το 1986 μ’ ένα μοντέλο που εισάγει σε καθημερινή μοτοσυκλέτα, την οδήγηση των εκκεντροφόρων με γρανάζια και την τεχνολογία TRAC (Torque Reactive Anti-dive Control) στο πιρούνι, και γίνεται έτσι απευθείας μια από τις σημαντικότερες μοτοσυκλέτες της εποχής. Η αναφορά στις ημερομηνίες, προς αποφυγή παρεξηγήσεως των απανταχού "βηεφερόφιλων" είναι αυτή των παγκόσμιων παρουσιάσων. Το πότε ήρθε στην Ελλάδα, δεν έχει ιστορική σημασία... Επίσης πολλοί μπορούν να βλέπουν στο μοντέλο του ’86 μια συνέχεια από το VF750 του 1982. Πράγματι η Honda έχοντας αρχίσει να εξαργυρώνει τεχνογνωσία από τα GP, όχι και φήμη όμως αφού απουσίαζε ακόμα από το βάθρο, παρουσίασε το 1982 μια σειρά V4 μοτοσυκλετών με έναν κινητήρα που αργότερα βρέθηκε στις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες των WSBK. Είναι όμως ο νεότερος V4 κινητήρας και ένα καινούριο αλουμινένιο πλαίσιο που αποτέλεσαν τη βάση για το πρώτο VFR του 1986. Μπορεί λοιπόν να υπάρχει μια μικρή διαφορά στην ονομασία από το VF750 του 1982 (το R έρχεται από το Road), και να έχουν και οι δύο V4 κινητήρα, αλλά στην πράξη μιλάμε για τελείως διαφορετικές μοτοσυκλέτες. Το VFR750 ξεχώριζε επίσης από τη σειρά VF, γιατί καθιέρωσε ότι τα VFR θα είναι η πλατφόρμα της Honda για την εισαγωγή νέων τεχνολογιών. Αυτή η πρακτική ακολουθούταν έως και πρόσφατα με παράδειγμα το VFR1200 που μας συνέστησε για πρώτη φορά το DCT, το αυτόματο κιβώτιο διπλού συμπλέκτη. Το οποίο μάλιστα γιορτάζει τώρα την πρώτη δεκαετία της ζωής του, όπως σας θυμίσαμε τον Αύγουστο, πριν από τον υπόλοιπο ελληνικό Τύπο.

Τα VFR, ο ζωντανός θρύλος

Η επόμενη γενιά VFR έρχεται το 1990 με κινητήρα που έχει ως βάση τον αγωνιστικό της RC30, μονόμπρατσο ψαλίδι και ram air. Ωστόσο τέσσερα χρόνια μετά, το 1994, η τρίτη γενιά του VFR, έκανε την μεγαλύτερη αίσθηση στο κοινό γιατί υιοθέτησε την εμφάνιση της NR, της ακριβότερης μοτοσυκλέτας παραγωγής. Πέρα όμως από το χαμηλότερο βάρος και την εμφάνιση, δεν την διαφοροποιούσε τίποτα το σημαντικό από την δεύτερη γενιά. Αυτό έγινε στην τέταρτη γενιά, το 1998, για πολλούς το πιο όμορφο VFR και ένα από τα καλύτερα σε συμπεριφορά. Εκείνο το VFR εισήγαγε το pivotless πλαίσιο, είχε τον κινητήρα των 781 κυβικών της RC-45, ψεκασμό και συνδυαζόμενο ABS. Παράλληλα άλλαξε ελάχιστα σε εμφάνιση, παραμένοντας πιστό στην NR και κράτησε το μονόμπρατσο ψαλίδι. Με ποιότητα κατασκευής πρωτόγνωρη σε μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής και κουβαλώντας όλη αυτή την ιστορία, έγινε εμπορική επιτυχία στην Ευρώπη σε μια εποχή που όλα αυτά έχαναν ως προτεραιότητες στην επιλογή νέας μοτοσυκλέτας, και βασικό ρόλο έπαιζε η ιπποδύναμη.

Άλλη μία ανανέωση ήρθε το 2002, και από τότε έσπασε η αλυσίδα των ανανεώσεων ανά τετραετία. Το VFR800 άλλαξε τελευταία φορά το 2014 φέρνοντας μάλιστα βελτιώσεις και όχι ριζικές αλλαγές. Το 2002 ήταν εμπορικά η καλύτερη χρονιά των VFR, και ο βασικότερος λόγος για αυτό ήταν η εισαγωγή της τεχνολογίας VTEC. Συνεχίζοντας να χρησιμοποιεί τα VFR ως την πλατφόρμα παρουσίασης νέων τεχνολογιών, η Honda έφερε στη μοτοσυκλέτα τον μεταβλητό χρονισμό βαλβίδων, απευθείας από τον κλάδο των αυτοκινήτων. Είχε ξεκινήσει να ασχολείται μ’ αυτό το 1984 μ’ ένα πρόγραμμα που το ονόμασε NCE (New Concept Engine) κατασκευάζοντας το 1985 μια σειρά Civic και Integra, ωστόσο ο κόσμος γνώρισε πραγματικά το VTEC στο Integra του 1989. Για άλλη μια φορά λοιπόν τα VFR κέρδιζαν τη φήμη τους, επάξια όμως, μέσα από ήδη γνωστά και αναγνωρίσιμα ακρωνύμια πρωτοποριακών τεχνολογιών. Ανάμεσα σε εκείνο το VFR και το τελευταίο μπορεί να έχουν μεσολαβήσει δώδεκα χρόνια, αλλά στην πράξη δεν υπήρξε στασιμότητα. Παρουσιάστηκε το Crossrunner, ένα VFR με ψηλό τιμόνι και όρθια θέση οδήγησης, που προέκυψε ως μοντέλο έπειτα από την τρέλα που έπιασε τους Ιάπωνες με τις μοτοσυκλέτες της αστυνομίας τους. Αυτές ήταν αρχικά κανονικά VFR που οι αστυνομικοί άρχισαν να τους προσαρμόζουν ψηλά τιμόνια για να κερδίσουν σε ευελιξία μέσα στην πόλη. Ήρθε στη συνέχεια μια σειρά από επιτυχίες σε τοπικά πρωταθλήματα Gymkhana, κάποια video έγιναν "viral" σε Ιαπωνικά site αντίστοιχα του Youtube και ουσιαστικά η Honda αναγκάστηκε να ακούσει, και όχι να δημιουργήσει τον παλμό της αγοράς, αναπαράγωντας αυτό που ήδη κυκλοφορούσε σαν «customια» στους δρόμους. Ίσως και για πρώτη φορά στην σύγχρονη ιστορία της, από τότε το κάνει πιο συχνά. Το Crossruner είναι επίσης η αιτία που στον πρόσθετο εξοπλισμό του VFR800 μπορείτε να βρείτε ένα νέο ψηλότερο τιμόνι. Στο Crossruner επίσης έγινε και η πρώτη προσπάθεια εξομάλυνσης της ενεργοποίησης του VTEC, και βελτίωσης της κατανάλωσης. Ο αντίκτυπος που έκανε η επεισοδιακή αυτή γέννηση του V4 της Honda στην αγωνιστική σειρά, συνόδευε τα VFR που τα κάλυπτε πάντα η αύρα της μοτοσυκλέτας με τα οβάλ πιστόνια, στη συνείδηση του κόσμου. Η πραγματική εξαργύρωση για τη Honda έρχεται όμως το 1994 στην τρίτη γενιά του VFR, το οποίο αντέγραψε το στυλ και την εμφάνιση της NR, και έγινε ούτε λίγο ούτε πολύ, η εξωτική μοτοσυκλέτα που ο καθένας μπορούσε να αποκτήσει!

V ForeVer

Από την αρχή της δεύτερης περιόδου ενασχόλησης της Honda με τα GP, σχεδόν 35 χρόνια τώρα, η διάταξη V δεν εγκαταλείφτηκε ποτέ, εξαιτίας των χωροταξικών πλεονεκτημάτων που προσφέρει και του συνδυασμού αποθεμάτων ροπής και ευστροφίας. Από το 2002 έως και το 2006 η Honda είχε έναν V5 κινητήρα με περιεχόμενη γωνία 75,5ο και είκοσι βαλβίδες στα 990 κυβικά με τον οποίο κέρδισε σχεδόν το 60% των αγώνων που συμμετείχε και τρία πρωταθλήματα, δύο με τον Rossi και ένα με τον Hayden.

Το 2007 οι κανονισμοί αλλάζουν, τα κυβικά περιορίζονται στα 800σια και η Honda επιστρέφει χωρίς δεύτερη σκέψη στην V4 διάταξη κρατώντας μάλιστα την περιεχόμενη γωνία στις 75,5ο με τις στροφές να φτάνουν την επόμενη χρονιά, τις 19.000!

Το 2011 έρχεται η μεγάλη αλλαγή, το seamless κιβώτιο που μειώνει δραματικά τον χρόνο των αλλαγών σε μόλις -κρατηθείτε- 0.009 δευτερόλεπτα από τα -εξίσου μόλις- 0,04 που είχα φτάσει τα αγωνιστικά κιβώτια! Το seamless κιβώτιο έφερε μία ριζική αλλαγή στους αγώνες και συγκέντρωσε επάνω του ένα σημαντικό μερίδιο από τον απαιτούμενο χρόνο εξέλιξης για πολλά χρόνια καθώς συμπαρέσυρε και τους υπόλοιπους κατασκευαστές! Συνομιλώντας με τον άνθρωπο που υπέγραψε τον αρχικό σχεδιασμό μου είπε -πριν από χρόνια- πως ένα τέτοιο κιβώτιο κοστίζει στην Honda κάτι παραπάνω από €120.000 σαν κατασκευή, χωρίς όμως να υπολογίζεται η αναλογία του κόστους εξέλιξης. Στις μοτοσυκλέτες παραγωγής για παράδειγμα, το κόστος εξέλιξης διαιρείται με τον αριθμό των πωλήσεων κι έτσι μερικές φορές ακόμη και οι πιο κοστοβόρες διαδικασίες μπορούν να δικαιολογηθούν, όταν παρουσιάζονται στα στελέχη που θα πάρουν την απόφαση της υλοποίησης. Αν διαιρούσαμε το κόστος εξέλιξης με τον αριθμό των seamless κιβωτίων που έχουν κατασκευαστεί, τότε το κάθε ένα θα κόστιζε εκατομμύρια, πράγμα που αντιπροσωπεύει καλύτερα και το πραγματικό κόστος αυτής της τεχνολογικής λύσης που ανέπτυξε η Honda. Η τεχνογνωσία -σύμφωνα με τον ίδιο άνθρωπο- που έχει κερδηθεί από αυτή την διαδικασία είναι πολύτιμη και έχει επενδυθεί κατάλληλα, όμως τότε το πρώτο βήμα ήταν εξαιρετικά δαπανηρό…

Το 2012 οι κανονισμοί των MotoGP αλλάζουν και πάλι, επιτρέποντας 1.000 κυβικά και μέγιστο τους τέσσερις κυλίνδρους. Η Honda αλλάζει τον κινητήρας της ολοκληρωτικά και φτιάχνει έναν V4 με 90ο περιεχόμενη γωνία, συγκεντρώνοντας το βάρος κοντά στο γεωμετρικό κέντρο και διατηρώντας το κέντρο βάρους χαμηλά, όπως το ήθελε πάντα στις τετράχρονες… Ο κινητήρας είναι screamer και την επόμενη χρονιά βρίσκει τον άνθρωπο που θα τον αξιοποιούσε όπως κανείς άλλος, ο Marquez ξεκινά την κοινή του πορεία με την Honda. Από τότε η βασική αλλαγή έρχεται το 2017 που ο κινητήρας επιστρέφει στην ανάφλεξη big bang που έδωσε στην Honda την επιτάχυνση που ήθελε στις εξόδους καθώς και το φρένο κινητήρα που χρειάζεται στην είσοδο. Η ιπποδύναμη φτάνει τους 250 ίππους και η εξέλιξη των ελαστικών είναι ένας βασικός λόγος που η Honda κατάφερε να επιστρέψει στην big bang ανάφλεξη.

Όλα αυτά τα χρόνια, η πορεία των V4 που εδώ καλύψαμε περισσότερο από την ιστορική και χρονολογική της πλευρά, βασίζεται στην αγωνιστική ενασχόληση και βρίσκει κυρίως εκεί εφαρμογή. Η ακριβή RC213V-S, μία πολιτική πανάκριβη MotoGP μοτοσυκλέτα που έβγαλε η Honda σε περιορισμένη παραγωγή το 2015, δεν φτιάχτηκε για να εξαργυρώσει εμπορικά το τεράστιο κόστος της επένδυσης σε όλη αυτή την πορεία, αλλά για να ικανοποιήσει το κοινό που ζητούσε επίμονα μία εξωτική μοτοσυκλέτα με τον θαυμαστό V4 κινητήρα. Από τότε η αναμονή για μία εμπορική V4 καλά κρατεί…

Η V4 πλευρά της Honda στην νέα εποχή θα είναι και μία από τις καλύτερες της ιστορίας της και αναμένεται να την δούμε στο μέλλον…

 

Ετικέτες