MotoGP: Η KTM διέκοψε ένα σερί 47 ετών! 1973-2020: König 500GP η τελευταία που νίκησε Ιάπωνες και Ιταλούς!

Kim Newcombe το μεγαλύτερο «ΑΝ» της αγωνιστικής ιστορίας
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

14/8/2020

Στον αγώνα του Brno η KTM σταμάτησε ένα σερί που κρατούσε 47 ολόκληρα χρόνια από το 1973: Μία μοτοσυκλέτα που δεν είχε φτιαχτεί από Ιάπωνες ή Ιταλούς κέρδισε την κορυφαία κατηγορία των GP. Τελευταία φορά που συνέβη αυτό, ήταν στην τότε Γιουγκοσλαβία, το 1973, όταν η König 500 GP πήρε την πρώτη της νίκη και βγήκε συνολικά δεύτερη εκείνη την σεζόν μπροστά από την MV Agusta του Giacomo Agostini. Ασχέτως με την υπόλοιπη αγωνιστική πορεία της KTM από εδώ και πέρα, το γεγονός παραμένει πως το σερί αυτό σταμάτησε να μετρά και μηδένισε μετά από 47 ολόκληρα χρόνια.

Ποια ήταν η θρυλική König

Για να πεις την ιστορία της König 500GP, πρέπει να πεις την ιστορία του Kim Newcombe του αναβάτη της. Στην συγκεκριμένη περίπτωση αναβάτης και μοτοσυκλέτα δεν είναι δύο παράλληλες ιστορίες, αλλά μία και μόνο, με τους δυο τους να γεννιούνται και να πεθαίνουν μαζί! Στους αγώνες δεν υπάρχουν «ΑΝ», κανείς δεν εξετάζει τι θα μπορούσε να γίνει παρά μόνο στο μεσοδιάστημα μετά τον αγώνα και πριν αρχίσει ο επόμενος. Από εκεί και πέρα μετρούν οι αριθμοί, οι βαθμοί, η στατιστική και μένει το αποτέλεσμα. Ωστόσο αν δει κανείς την μοτοσυκλετιστική ιστορία ως ένα σύνολο, τότε θα ανακαλύψει πως είναι γεμάτη με «ΑΝ» και η περίπτωση του Kim Newcombe και της König από τα μεγαλύτερα που έχουν υπάρξει ποτέ!

Ευκαιρία να την ξανά θυμηθούμε απολύτως συμπυκνωμένα και περιληπτικά, με αφορμή το σερί που σταμάτησε να μετρά με την πρώτη νίκη της ΚΤΜ στην ιστορία των Grand Prix αγώνων μοτοσυκλέτας.

Το 1944 γεννιέται στην Νέα Ζηλανδία ο Kim Newcombe, παντρεύεται την Janeen, τον πρώτο του έρωτα ενώ είναι ακόμη έφηβοι και οι δύο, και μετακομίζουν στην Αυστραλία, γιατί από εκεί κατάγεται η Janeen και οι ευκαιρίες για τον Kim να γίνει οδηγός αγώνων είναι καλύτερες. Ο Kim κερδίζει συνέχεια στους αγώνες motocross και πάντα με παλιές μοτοσυκλέτες που τις συντηρεί ο ίδιος με μεταχειρισμένα ανταλλακτικά, κάνοντας διάφορες δουλειές για να πραγματοποιήσει το όνειρό του. Ένα από αυτά που κάνει για να φτάσει πιο κοντά στους αγώνες μοτοσυκλέτας, είναι να τρέχει στο νερό και να επισκευάζει αγωνιστικά σκάφη που είναι πιο δημοφιλή από τις μοτοσυκλέτες εκείνη την εποχή. Ένα από αυτά τα ταχύπλοα έχει κινητήρα έναν δίχρονο König που κατασκευάζεται στο Βερολίνο. Είναι οι καλύτεροι δίχρονοι κινητήρες για ταχύπλοα την εποχή με τον Kim να αναγνωρίζει την τεράστια τεχνολογική τους υπεροχή και να ξυπνά μέσα του η επιθυμία να γνωρίσει τον άνθρωπο που τον σχεδίασε. Πιέζοντας τον αντιπρόσωπο της Αυστραλίας καταφέρνει να συναντηθεί με τον ιδιοκτήτη της König, τον Dieter που κι αυτός με την σειρά του αμέσως εκτιμά τον Kim και τον παίρνει μαζί του στην Γερμανία για να αναλάβει ως μηχανικός το πρωτάθλημα ταχυπλόων.

Το επόμενο διάστημα εξελίσσει τους δίχρονους κινητήρες για τα ταχύπλοα και η γερμανική εταιρεία εξαπλώνεται με βασικά χαρακτηριστικά την απόδοση και την αξιοπιστία, μέχρι που ο Kim ανακαλύπτει στις αποθήκες έναν δικό τους κινητήρα τοποθετημένο σε πλαίσιο μοτοσυκλέτας που είχε κατασκευάσει ειδικά, ένας Γερμανός αναβάτης, παρατώντας το εγχείρημα έπειτα από ατύχημα. Στην König υπάρχει και άλλος μηχανικός με αγάπη στις μοτοσυκλέτες συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του Dieter και αποφασίζουν να συνεχίσουν το εγχείρημα με βασικό κίνητρο την αγάπη του Kim για τους αγώνες. Ο Kim θα αναλάμβανε να είναι ο μηχανικός και βρίσκουν και έναν νεαρό Γερμανό αναβάτη για να κατέβουν στα GP. Τα προβλήματα που έχουν να λύσουν για να κάνουν έναν κινητήρα για βάρκες να δουλέψει σε μοτοσυκλέτα είναι άπειρα. Καταρχήν μιλάμε για έναν τετρακύλινδρο κινητήρα τύπου Boxer που αποφάσισαν να τοποθετήσουν κατά μήκος της μοτοσυκλέτας για να έχουν το ελάχιστο πλάτος αυξάνοντας το μήκος. Για τον ψηλό Νεοζηλανδό και τον εξίσου ψηλό Γερμανό αναβάτη τους, αυτό δεν ήταν μειονέκτημα. Από εκεί και πέρα ο κινητήρας αυτός χρησιμοποιούσε το άφθονο νερό της θάλασσας για να ψύχεται, το οποίο του παρέχεται συνέχεια σε χαμηλή θερμοκρασία, σε αντίθεση με ένα σύστημα ψύξης που δεν γινόταν να κατέβει σε τόσο χαμηλή θερμοκρασία. Κάθε ένας «πιόνερος αγώνων της εποχής» αντιμετώπιζε τέτοια προβλήματα όταν έβαζε κινητήρα από βάρκα σε μοτοσυκλέτα, η König δεν ήταν η πρώτη που το είχε δοκιμάσει, αλλά ήταν σίγουρα η πιο αποφασισμένη.

Τα τεράστια τεχνικά προβλήματα στο τέλος της δεκαετίας του ’60 οδηγούν τον Γερμανό αναβάτη να εγκαταλείψει την ομάδα για να πάρει μία θέση στη Yamaha. Η μοτοσυκλέτα τους είναι εξαιρετικά δυνατή, έχει περισσότερη δύναμη από κάθε άλλη, αλλά τα τεχνικά προβλήματα μοιάζουν ανυπέρβλητα. Ο Kim που είχε πρακτικά γεννήσει την König δεν ήθελε να σταματήσει και αποφάσισε να συνεχίσει μόνος του ως αναβάτης ΚΑΙ μηχανικός ταυτόχρονα! Δεν είχε αγωνιστική λισάνς, δεν είχε καμία εμπειρία στους αγώνες δρόμου, παρά μόνο την φήμη πως ήταν ο ταχύτερος σε οτιδήποτε δίτροχο τον άφηναν να κάτσει και του έδειχναν κάποιον να προσπεράσει. Η μεγάλη του εμπειρία στο motocross στην Αυστραλία ήταν μία εξαιρετική εκκίνηση για την μετέπειτα καριέρα του και πολύ γρήγορα άρχισε να κερδίζει τον έναν αγώνα μετά τον άλλο στην Γερμανία.

Το 1972 κατεβαίνει στα GP και γίνεται ο καλύτερος πρωτοεμφάνιζομενος αναβάτης και πολύ ψηλά στην κατάταξη με μόλις τους μισούς αγώνες καθώς έπεσε και έσπασε την κλείδα του.

Η επόμενη χρονιά, το 1973, ήταν μία από τις χειρότερες στην ιστορία των GP με δύο περιστατικά που σημάδεψαν για πάντα τους αγώνες και άλλαξαν τον τρόπο που οι διοργανωτές άκουγαν τους αναβάτες. Στην Monza στον αγώνα των 250 οι αναβάτες παραπονέθηκαν για λάδια στην πίστα, μαζί και ο Γερμανός που κάποτε αγωνιζόταν με την König και ζήτησαν παύση για να καθαριστούν. Τους απείλησαν ανοικτά και παρουσία όλων, πως αν δεν τρέξουν αμέσως δεν θα έτρεχαν ποτέ ξανά. Που να είχαν και τηλεοπτικό χρόνο να σκεφτούν… Το αποτέλεσμα ήταν ένα από τα χειρότερα δυστυχήματα με τον Renzo Pasolini και Jarno Saarinen να σκοτώνονται και πολλούς άλλους να τραυματίζονται.

Στον αγώνα της Γιουγκοσλαβίας ο Kim κερδίζει τις φοβερές MV Agusta και τον Agostini και προηγείται του πρωταθλήματος! Ήδη οι παραγγελίες πέφτουν βροχή για την König και η BMW φτιάχνει και δύο πρωτότυπα ερευνώντας την πιθανότητα να μπει στα δίχρονα με κινητήρες της König. Καλεσμένος στην Αγγλία για αγώνα εκτός πρωταθλήματος που θα τον πλήρωναν για να τρέξει, ο Kim βλέπει μία καλή ευκαιρία να συμπληρώσει εισόδημα, αποδεχόμενος την πρόσκληση σκεπτόμενος πως θα μπορούσε να βρεθεί να μιλά για κάποια συνεργασία με την Norton ως πρόσθετο όφελος του ταξιδιού. Πριν τον αγώνα και περπατώντας την πίστα αναγνωρίζει μία ατέλεια στην είσοδο της στροφής που δεν έχει ασφαλή διαφυγή και υπάρχει τοίχος κανονικός να σταματήσει τον αναβάτη αν βγει έξω. Ζητά να τοποθετηθούν αχυρόμπαλες και ο διοργανωτής, ένας από τους πλέον μισητούς ανθρώπους με το όνομα Vernon Cooper τον απειλεί με αποβολή αν μιλήσει.

Ο Kim παίρνει μέρος στον αγώνα, στην συγκεκριμένη στροφή βγαίνει έξω και πέφτει στον τοίχο… Δεν θα ανακάμψει ποτέ και μερικές ημέρες μετά η σύζυγός του θα σταματήσει την μηχανική υποστήριξη δωρίζοντας τα όργανά του. Όπως ακριβώς στην Monza, όπως ακριβώς ο Λάουντα, ο Kim ήταν θύμα των διοργανωτών και ταυτόχρονα και η König.

Μετά θάνατον και έχοντας τρέξει στο μισό πρωτάθλημα ο Kim βγήκε δεύτερος. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως αν δεν τον είχε σκοτώσει ο διοργανωτής του Silvestrone θα είχε κερδίσει εκείνο το πρωτάθλημα. Ο δίχρονος κινητήρας της König ήταν έτη φωτός μπροστά από τους υπόλοιπους και ο πρώτος δίχρονος στην ιστορία που είχε την σημερινή μορφή των δίχρονων και δεν ήταν μία κανονική λαδιέρα όπως ακριβώς κατηγορούσε η Honda την εποχή εκείνη τα δίχρονα. Όλα όσα έκανε η König στην μοτοσυκλέτα της, όλες οι τεχνολογικές λύσεις θα τις βλέπαμε τις επόμενες χρονιές στις Yamaha μέχρι που σιγά – σιγά φτάσαμε να αναγνωρίζεται η υπεροχή τους (για τότε) και να τρέχουν με διαφορετικού κυβισμού τετράχρονες μοτοσυκλέτες. Ο Dieter επηρεάστηκε πάρα πολύ από τον θάνατο του Kim και εγκατέλειψε κάθε προσπάθεια στις μοτοσυκλέτες. Δεν υπήρχε αντικαταστάτης για τον Kim, ήταν από τις αναντικατάστατες περιπτώσεις και η μοτοσυκλετιστική πλευρά της König πέθανε μαζί του.

Από τότε κανείς άλλος κατασκευαστής εκτός από Ιάπωνα και Ιταλό, δεν θα ξανακέρδιζε στα GP, μέχρι το 2020 και τον αγώνα της Τσεχίας που η KTM πήρε την πρώτη της νίκη έπειτα από τέσσερις αγωνιστικές σεζόν στα MotoGP.

Ετικέτες

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!

Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ
Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/10/2025

Στις 23 Οκτωβρίου 2011 ο κόσμος του MotoGP πάγωσε. Ο Marco Simoncelli το όνομα που όλοι μας πιστεύαμε πως θα είναι ο επόμενος απόλυτος διεκδικητής των MotoGP, ο νεαρός αναβάτης που ο Rossi έβλεπε ως συνεχιστή του, έχοντας προλάβει να γίνει ήδη ένας από του πιο αναγνωρίσιμους αναβάτες της σύγχρονης εποχής, έχασε τη ζωή του στη διάρκεια του Grand Prix της Μαλαισίας, αφήνοντας πίσω του ένα κενό που παραμένει αισθητό ακόμη και σήμερα. Ο “Super Sic”, όπως τον γνώριζε όλος ο κόσμος, δεν υπήρξε απλώς ένας εξαιρετικός αναβάτης ήταν μια προσωπικότητα που οι αγώνες μοτοσυκλέτας χρειαζόντουσαν και μάλιστα χρειάζονται ακόμη. Είχε τεράστιο πάθος και ανεπιτήδευτη αγάπη για τους αγώνες, με μία πρέζα χιούμορ που έλκυε ακόμη και τους οπαδούς άλλων αναβατών!

Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η μνήμη του συνεχίζει να ζει δυνατά χωρίς να έχει προλάβει να γεμίσει με ρεκόρ ή να φορτώσει τα στατιστικά, τέτοια ήταν η αγάπη του κόσμου και η καθολική του αποδοχή από όλους, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο όχι μόνο στα MotoGP αλλά και γενικά στον μηχανοκίνητο αθλητισμό!

Ο Simoncelli ήταν φτιαγμένος από υλικό που δεν μετριέται σε τίτλους και στατιστικά. Το ανέμελο μαλί κάτω από το κράνος, το σπινθηροβόλο βλέμμα και εκείνο το απίστευτο πάθος για μάχη, που έκανε κάθε γύρο του MotoGP να θυμίζει κάτι από άλλες εποχές. Ήταν αγνός αγωνιστής, με μια ιταλική τρέλα που δεν μπορούσε, ούτε ήθελε, να κρύψει.

Super Sic 58 – The Legacy
Ονοματεπώνυμο: Marco Simoncelli
Ημερομηνία γέννησης: 20 Ιανουαρίου 1987, Cattolica, Ιταλία
Θάνατος: 23 Οκτωβρίου 2011, Sepang, Μαλαισία
Αριθμός αγώνων GP: 151 (125cc, 250cc, MotoGP)
Νίκες: 14 (12 στο 250cc, 2 στο 125cc)
Παγκόσμιοι τίτλοι: 1 (250
cc, 2008 – Gilera)
Ομάδες:
Matteoni Racing, Metis Gilera, San Carlo Honda Gresini}
Νούμερο: 58 (αποσυρμένο επίσημα από το MotoGP το 2016)

Κληρονομιά:
• Το Misano World Circuit Marco Simoncelli φέρει το όνομά του από το 2012.
• Το Fondazione Marco Simoncelli στηρίζει νέους και οικογένειες σε ανάγκη, συνεχίζοντας το φιλανθρωπικό έργο της οικογένειας.
• Κάθε χρόνο, οι φίλοι του διοργανώνουν στο Misano το “Sic Day”, ένα φεστιβάλ χαράς και μοτοσυκλέτας, όπως το ήθελε εκείνος.
• Το #58 παραμένει σύμβολο πάθους και αυθεντικότητας, ένα νούμερο που θα θυμίζει για πάντα τι σημαίνει να ζεις ως αγωνιζόμενος στην κορυφή της μοτοσυκλέτας

Η καριέρα του εκτοξεύθηκε το 2008, όταν κατέκτησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα 250cc με τη Gilera, χαρίζοντας στην παραπαίουσα τότε Ιταλική μάρκα το τελευταίο της σπουδαίο τρόπαιο. Από τότε, το όνομα “Simoncelli” έγινε συνώνυμο με τον επιθετικό και θεαματικό τρόπο οδήγησης. Ήταν ένα ιδιαίτερο επιθετικό στιλ, από εκείνα που ακόμη και οι αντίπαλοί του δεν χρησιμοποιούσαν αργότερα εναντίον του, ήταν όμως μοιραία και εκείνο που έδωσε το άδοξο τέλος. Όταν ανέβηκε στο MotoGP με τη Honda της ομάδας Gresini, όλοι ήξεραν πως μπροστά τους είχαν έναν από εκείνους τους αναβάτες που ή θα έγραφαν ιστορία ή θα την πλήρωναν ακριβά.

Γνώρισα προσωπικά τον Simoncelli με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο. Είχε μόλις κερδίσει τον πρώτο του παγκόσμιο τίτλο και βρισκόμασταν στην πίστα δοκιμών της Goodyear-Dunlop, μία μαγευτική τοποθεσία με μία εκπληκτική πίστα όπου φυσικά δεν υπάρχουν κερκίδες, ούτε μπορεί να μπει κανείς άλλος πέρα από τους αναβάτες δοκιμών και τους δημοσιογράφους, στις λίγες φορές που έχει φιλοξενήσει παρουσιάσεις ελαστικών.

Ήμουν για ακόμη μία φορά ο μόνος Έλληνας προσκεκλημένος και είχα μπει να οδηγήσω μαζί με τους Άγγλους δημοσιογράφους που τότε ήταν μία πολυπληθή ομάδα χωρίς Youtubers και Influencers, όλοι τους εξαιρετικά έμπειροι και επίσης όλοι τους, μηδενός εξαιρουμένου, με αγωνιστικές περγαμηνές που έφταναν για δύο από αυτούς μέχρι και το BSB! Μπήκαμε με superbike στο session εκείνο και ο Simoncelli με ένα Dorsoduro 750. Αυτό που περισσότερο το έχετε δει να κυκλοφορεί με την ομάδα ΔΙΑΣ, σπάνια δικάβαλο παρότι η ομάδα αυτή έτσι έχει στηθεί και αν θυμάστε από την δοκιμή στο MOTO, δεν ήταν και μία μοτοσυκλέτα που μπορούσε εύκολα να ξεχωρίσει.

Ο Simoncelli ξεκίνησε τελευταίος, πίσω μας και σε λίγους γύρους μας είχε μαζέψει. Εγώ βρισκόμουν τότε σχετικά μπροστά στο γκρουπ, τρίτος κατά σειρά όταν με πέτυχε στο πιο αργό κομμάτι της πίστας, αργό για εμάς. Ανηφορικό εσάκι με θετική κλίση στην μεσαία του στροφή. Ήξερα ότι ήταν πίσω μου και είχα υπολογίσει να κρατηθώ στην έξοδο για να μην τον κόψω και να ανοίξω το γκάζι του GSXR1000R μόλις με περάσει. Μόνος μου στόχος να μείνω πίσω του για λίγο καθώς αμέσως μετά είχαμε άλλες δύο στροφές που μας οδηγούσαν στην ευθεία, οπότε θα προλάβαινα να οδηγήσω τουλάχιστον μισό γύρο πίσω του. Ότι και να έκανε δεν θα μπορούσε να ξεφύγει στην ευθεία με το Dorsoduro 750 από το GSXR1000R!

ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ!

Την ώρα που έστριβα την δεύτερη στροφή από το εσάκι, εκείνη την αριστερή με την θετική κλίση, είδα ένα Dorsoduro να πετάγεται πλαγιασμένο μέσα από κερμπ πέρνοντας μαζί του χώματα, πετραδάκια και χόρτα και να προσγειώνεται μπροστά μου με το γόνατο. Πίστεψα ότι απλά έπεφτε μπροστά μου, άφησα το γκάζι και προσευχήθηκα στην Dunlop να κρατήσει το εμπρός ελαστικό που εκείνη την στιγμή του ζητούσες να κάνει κάτι δύσκολο. Μόνο που ο Simoncelli δεν είχε πέσει, ντριφτάρισε στην προσγείωση μέχρι το εξωτερικό κερμπ, εκτός δηλαδή αγωνιστικής γραμμής και πάνω του ακριβώς άνοιξε το γκάζι και με τρόπο που δεν πίστευα πως μπορούσε να γίνει το Dorsoduro 750 σηκώθηκε με το γκάζι, πλάγιασε στην επόμενη δεξιά ξύνοντας τα πάντα και εξαφανίστηκε στα 150 μέτρα της ευθείας πριν τα φρένα της επόμενης αριστερής. Όταν βγήκα στην ευθεία ήταν ήδη περίπου στην μέση και δεν τον έφτασα ποτέ στα φρένα της σπαστής δεξιάς, μίας πολύ ύπουλης στροφής που όταν μάθαινες την πίστα μπορούσες να την πουλήσεις πηγαίνοντας διαγώνια προς την κατηφορική ευθεία πριν από μία απότομη δεξιά όπου είχαν σημειωθεί και αρκετές πτώσεις.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
Έχουν περάσει 16 χρόνια από εκείνη την ημέρα, ήμουν τότε ένας νέος συντάκτης, συνομιλώντας με τον επόμενο Valentino Rossi (όπως τον λέγαμε με τον πατέρα του)

Δεν οδηγήσαμε ποτέ μαζί για μισή πίστα, ενώ αμέσως μετά ήμασταν μόνοι μας για τους λίγους γύρους που έμεναν για το υπόλοιπο session. ΌΛΟΙ οι Άγγλοι συνάδελφοι είχαν βγει έξω νωρίτερα ζητώντας από την Dunlop να βγάλει τον Simoncelli γιατί δεν ήθελαν να σκοτωθούν δοκιμάζοντας λάστιχα. Μέχρι εκείνη την στιγμή δεν το είχα δει ως απερισκεψία, ήμουν ακόμη εντυπωσιασμένος από το πώς κατάφερε να προσγειωθεί πλαγιασμένος και κυρίως με την λογική ακολουθία της σκέψης του. Πώς δηλαδή πήρε την απόφαση να βγει εκτός πίστας, μέσα από τα κέρμπ! Στο πλαίσιο της συνέντευξης που είχαμε μετά, ξεκίνησα από εκεί: «Πώς το σκέφτηκες αυτό και κυρίως γιατί; Ποιος ο λόγος;» - «Δεν το σκέφτηκα, μου είπε ο Simoncelli, δεν ήταν δηλαδή μία μελετημένη από πριν απόφαση, είχατε πολύ πιο γρήγορες μοτοσυκλέτες οπότε έπρεπε να μην φρενάρω πουθενά για να σας περάσω, ότι ήρθαν οι στροφές και είδα ότι θα έπρεπε να κόψω πολύ για να μείνω πίσω από το GSXR και μετά στην ευθεία να μην μπορώ να προσπεράσω, σκέφτηκα την προσπέραση στην επόμενη στροφή και μου ήρθε πολύ μακριά. Οπότε εκεί που έστριβα την πρώτη δεξιά, το σήκωσα και έκανα την αριστερή εκτός πίστας.

Στην συνέχεια εκείνης της συνέντευξης τον ρώτησα αν οδηγεί στον δρόμο και μου είπε πως όχι γιατί είναι επικίνδυνο και γελάσαμε έπειτα μαζί.

Μπορούσες να το δεις όπως οι Άγγλοι, ως επιθετικό και απερίσκεπτο ή να τον θαυμάσεις ως κάτι εξωπραγματικό και μοναδικό. Διότι αυτό ήταν. Απίστευτα πράος και μαζεμένος όλες τις στιγμές, εκτός από εκείνες που οδηγούσε. Ήμουν τυχερός που τον γνώρισα και μου για λίγο, πολύ λίγο, οδηγήσαμε και μαζί.

Το 2011, με τον αριθμό 58 πάνω στο λευκό fairing, ο Marco έδειχνε πως το μεγάλο του ξέσπασμα ήταν θέμα χρόνου. Πάλευε με τους καλύτερους τότε, με Lorenzo, Stoner, Pedrosa, Rossi κι αν κάποιες φορές οι κινήσεις του ήταν υπερβολικά τολμηρές, είχαν εκείνο το στοιχείο του “πραγματικού αγώνα” που σήμερα θα ξεσήκωνε αντιδράσεις. Δεν υπολόγιζε τίποτα. Οδήγησε πάντα σαν να μην υπήρχε αύριο, και ίσως τελικά γι’ αυτό να έγινε αθάνατος.

Marco Simoncelli 1987-2011: Σαν σήμερα πριν από 14 χρόνια - Αιώνια ζωντανός “Super Sic”!
στιγμιότυπο από την ίδια εκείνη ημέρα

Η μοίρα στάθηκε άδικη στη Sepang. Μια πτώση στην πρώτη κιόλας στροφή, ένα ατυχές σημείο επαφής και το όνειρο σταμάτησε απότομα. Ο θάνατός του σε ζωντανή μετάδοση καθώς όλοι οι θεατές κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί βλέποντας το κράνος του να φεύγει, έμεινε για πάντα χαραγμένος στην ιστορία και κανείς, δεν θέλει να το αναπαράγει. Είχε έντονα στοιχεία αρχαιοελληνικής τραγωδίας μάλιστα από την στιγμή που πάνω του έπεσαν οι καλύτεροί του φίλοι εκτός πίστας και ταυτόχρονα ανταγωνιστές την ώρα του αγώνα. Ένας από τους καλύτερους θα σβήσει άδοξα. Όμως εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε κάτι άλλο, ένας θρύλος που κανένας χρόνος δεν μπορεί να σβήσει. Από τότε, το νούμερο 58 έγινε σύμβολο: όχι μόνο του Simoncelli, αλλά κάθε αναβάτη που τρέχει με την καρδιά του.

Η Honda Gresini διατήρησε τη μνήμη του, το Misano World Circuit φέρει πλέον το όνομά του, και κάθε φορά που βλέπεις εκείνη τη λευκοκόκκινη σημαία με τον αριθμό 58, νιώθεις ότι ο “Super Sic” δεν έφυγε ποτέ στ’ αλήθεια. Ζει σε κάθε νέο αναβάτη που ανεβαίνει με πάθος πάνω στη μοτοσυκλέτα, σε κάθε θεατή που ανατριχιάζει όταν ακούει τον κινητήρα να ανεβάζει στροφές.

Ο Simoncelli ήταν ένας από εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που δεν χρειάζονται χρόνο για να αφήσουν το αποτύπωμά τους. Αρκούσαν λίγες σεζόν για να αλλάξει την ψυχή των GP, για να θυμίσει σε όλους μας πως οι αγώνες δεν είναι μόνο νίκες, είναι άνθρωποι, πάθος, είναι συναίσθημα.

Και αν σήμερα κοιτάξεις τον ουρανό πάνω από το Misano, κάπου ανάμεσα στις στροφές της ιστορίας θα δεις τον Marco να γελά, με εκείνο το ανέμελο βλέμμα που λέει:

“Corri forte, ma divertiti – τρέξε δυνατά, αλλά απόλαυσέ το.”