Οδηγούμε Triumph Tiger Sport 660 2022 – Αποστολή στην Πορτογαλία

Αληθινά sport - Αναβαθμίζει την κατηγορία
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

13/12/2021

Περιμέναμε να το οδηγήσουμε από την ώρα που βγήκε το Trident και αρχίσαμε να ανυπομονούμε για αυτό μετά τα πρώτα χιλιόμετρα με το Trident και την πρώτη εμπειρία με αυτόν κινητήρα. Οι αναγνώστες του ΜΟΤΟ ξέρετε άλλωστε πως πρόκειται για τριλογία, ακόμη μία μοτοσυκλέτα ετοιμάζεται με τον ίδιο κινητήρα και κοιτάτε προς on-off μεριά για να ξέρετε τι να περιμένετε ή απλά δείτε τις επιλογές στην γκάμα της Yamaha που η Triumph απόλυτα στοχεύει να παρουσιάσει αντίστοιχες προτάσεις.

To Trident μπήκε απέναντι από το MT-07 και τώρα το Tiger 660 απέναντι από το Tracer 700 όπως ξεκάθαρα και επανειλημμένως τοποθετήθηκαν στην παρουσίασή τους οι Άγγλοι, αναφέροντας και την Yamaha και τα μοντέλα της, όταν μίλησαν για ανταγωνισμό.

Παρέα με τους Άγγλους και Αμερικανούς συναδέλφους και λοιπούς καλεσμένους, βγήκα αμέσως μετά σε γνώριμους δρόμους της νότιας Πορτογαλίας για να πάρουμε μία πρώτη γεύση από τον τρόπο που επέλεξε η Triumph να τοποθετηθεί απέναντι στον ανταγωνισμό, κι ευτυχώς δεν διάλεξε την αντιγραφή, ούτε έβαλε πρωταρχικό στόχο την τιμή πώλησης.

Αυτό φαινόταν ήδη από τα τεχνικά χαρακτηριστικά με επώνυμες αναρτήσεις, διαφορετικές επιλέξιμες χαρτογραφήσεις και ένα βασικό αλλά πλήρες πακέτο ηλεκτρονικών που έκαναν την διαφορά στο χαρτί. Η εφαρμογή απέχει πολύ από την θεωρία βέβαια και στα πρώτα χιλιόμετρα τα πράγματα δεν είχαν ξεκαθαρίσει ως προς πια κατεύθυνση πήρε τελικά η Triumph, καθώς κινούμασταν μέσα σε πολυσύχναστους συνδετικούς δρόμους. Κατευθυνόμαστε βόρεια, αφήνοντας την τουριστική παραλία μέχρι να φτάσουμε στο κέντρο μίας περιοχής με έντονο ανάγλυφο που αποτελεί τον τοπικό παράδεισο των μοτοσυκλετιστών. Πολλές παρουσιάσεις έχουν γίνει στο ίδιο σημείο, η Triumph παρουσίασε στους ίδιους δρόμους το Scrambler 1200 λιώνοντας σχεδόν όλα τα μαρσπιέ στην επαφή τους με την άσφαλτο και την Κυριακή που οδηγούμε εμείς, υπάρχουν πολλές ομάδες που έχουν βγει να κάνουν το ίδιο. Μαζί με την νότια Σαρδηνία οι διαδρομές αυτές είναι από τις πιο γεμάτες σε στροφές που υπάρχουν στην Μεσόγειο και δεν είναι τυχαίο που η Triumph επέλεξε αυτό ακριβώς το κομμάτι για το 660, το Sport των Tiger. Έχει κάνει αρκετή δουλειά για να το εξοπλίσει κατάλληλα, έχει βάλει ένα πιρούνι που αξίζει τα λεφτά του, ένα ψαλίδι που όχι και τόσο αλλά κάνει ωστόσο την δουλειά του και έφτιαξε μία μοτοσυκλέτα που μπορεί να οδηγηθεί πάρα πολύ γρήγορα, χωρίς σοβαρές παραχωρήσεις και πολλές προϋποθέσεις. Ξέρετε πόσες τέτοιες υπάρχουν στην ευρύτερη κατηγορία, τσεκάροντας ακριβώς αυτά τα κουτάκια; Ελάχιστες κι αυτό αν ανοίξεις την ψαλίδα και αρχίσεις να περιλαμβάνεις κι άλλα μοντέλα που ξεφεύγουν σε κυβισμό.

Βέβαια ακόμη εκείνη την στιγμή ζούσαμε με τις υποσχέσεις, δεν είχαμε δει κάτι στην πράξη για αυτό και στην πρώτη στάση έγιναν οι απαραίτητες διατυπώσεις. Ο πλοηγός είναι ένας τύπος που τα τελευταία είκοσι χρόνια εργάζεται σε μία εταιρεία που ελέγχει 6 πίστες στην Αγγλία, ανάμεσά τους το Cadwell Park και η δουλειά του είναι να προετοιμάζει αναβάτες για τους αγώνες, του BSB συμπεριλαμβανομένου. Την προηγούμενη εικοσαετία έτρεχε και ο ίδιος και είναι ένας τοπικός θρύλος εκεί πάνω, μετρώντας κάτι παραπάνω από 40 χρόνια μέσα στις πίστες. Πήρε πολύ πατριωτικά λοιπόν το «πάμε πολύ χαλαρά» και το «πιο σιγά πηγαίνω με Versys 300» και έσπασε αμέσως το ήδη μικρό μας γκρουπ στην μέση. Είχε έρθει η ώρα να διαπιστώσουμε πόσο καλά είχε προετοιμάσει η Triumph το μικρός της Tiger, πριν του πετάξει επάνω τα αυτοκόλλητα γράμματα “Sport”, και μάλιστα σε έντονο κόκκινο χρώμα να τα τονίσει κιόλας.

Θα σας πάω αμέσως στο τέλος για ένα πολύ σημαντικό συμπέρασμα και επιστρέφουμε για να δούμε την λογική πορεία της διεξαγωγής του, όπως και των υπολοίπων. Ξοδεύεις 17 λίτρα βενζίνης πηγαίνοντας μόνο σε στροφές, αν θυμάστε από το Trident ο κινητήρας είναι ιδιαίτερα οικονομικός, γράφεις εκατοντάδες χιλιομέτρων με αμέτρητες αλλαγές κατεύθυνσης πηγαίνοντας συνεχώς δεξιά κι αριστερά και βουτώντας από το ένα μαρσπιέ στο άλλο, κατεβαίνεις να γεμίσεις και δεν υπάρχει ούτε ένας μυς που να έχει πιαστεί, δεν αισθάνεσαι κούραση, δεν έχεις ταλαιπωρηθεί έχεις απλά διασκεδάσει. Αυτό είναι κάτι πολύτιμο. Είναι πραγματικό αγαθό και ήταν ακριβώς εκείνο που συζητούσαμε στο τέλος της ημέρας.

Πάμε στην αρχή λοιπόν, όπου ο γρηγορότερος εξηντάρης αποφασίζει να δείξει πώς οδηγούνται τα supersport 600άρια στον απίστευτο Cadwell Park κρατώντας την τρίτη σχέση στο κιβώτιο και κάνοντας αφρενάριστες εισόδους με τριψήφιο αριθμό χιλιομέτρων σε στροφές με κλειστές καμπές. Ανάμεσα στους πολλούς Πορτογάλους μοτοσυκλετιστές που κάνουν την βόλτα τους, είναι και καινούρια streetfighter, όπως 1290 Super Duke R, Yamaha MT10 κτλ, και σχολιάζουμε πως το Tiger 660 μέσα στον δρόμο που έχει κουλουριαστεί σαν το φίδι μετά από ένα καλό γεύμα πηγαίνει το ίδιο γρήγορα, έως και καλύτερα και σίγουρα πιο ξεκούραστα. Το πιρούνι τα δουλεύει τα χρήματά του, δεν παίζει παιχνίδια και μπορείς να το εμπιστευτείς ακόμη και όταν χρησιμοποιείς τα φρένα μέσα στην στροφή. Βέβαια για να μπεις με μία σχέση επάνω κουβαλώντας μπόλικη ταχύτητα στην είσοδο απαιτεί ένα βαθμό εξοικείωσης και εμπειρίας σε πίστα που απόλυτα ξεφεύγει από τον μέσο αναβάτη που στοχεύει το Tiger. Εκείνο το ξέσπασμα στις χαμηλές στροφές που έχει ένας δικύλινδρος είναι ένα ωραίο βοήθημα σε σφιχτό στροφιλίκι ώστε να κερδίσεις έδαφος στην έξοδο της στροφής, όταν οδηγείς γρήγορα σε άδειο, κλειστό δρόμο. Ο τρικύλινδρος της Triumph το αντισταθμίζει αυτό με την χαρακτηριστική του ευστροφία κι ένα γρανάζωμα που κάνει τις δύο πρώτες σχέσεις να θέλουν γρήγορα να δώσουν την θέση τους στην τρίτη, αντίστοιχα βέβαια επηρεάζει και τις σούζες για όποιον ενδιαφέρεται, καθώς το Tiger 660 θα σηκωθεί σε πολύ συγκεκριμένο φάσμα στροφών και ταχύτητας.

Το ζήτημα της sport οδήγησης δεν είναι πρωταρχικής σημασίας για μία μοτοσυκλέτα που προορίζεται για καθημερινή χρήση και για ταξίδια. Ωστόσο εκτός από την ίδια την Triumph που στην διάρκεια της παρουσίασης το έφερε στο προσκήνιο, το γεγονός πως φρόντισε με τον εξοπλισμό να τονίσει τα sport χαρακτηριστικά και δεν περιορίστηκε σε ένα αυτοκόλλητο απλά, μας δίνει και στοιχεία για τα πραγματικά όρια της μοτοσυκλέτας και τις αντιδράσεις της σε ακραίες καταστάσεις, όπως το φρενάρισμα πανικού. Υπάρχουν λοιπόν ορισμένα γκρίζα σημεία που θα αναφερθούν στο επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, σημειώνοντας πάντα πως στις παρουσιάσεις το βασικό είναι να έχουμε μία πρώτη γεύση της μοτοσυκλέτας και κυρίως να δούμε την φιλοσοφία της εταιρείας πίσω από την δημιουργία της, ώστε να ξέρουμε και αν έχει πετύχει εκείνο που ήθελε. Η δοκιμή στην Ελλάδα θα δώσει την πλήρη εικόνα, ιδιαίτερα στον τομέα των αναρτήσεων και είτε θα βάψει διαφορετικά είτε θα γκριζάρει περισσότερο κάποια μελανά σημεία με πρώτο παράδειγμα τα φρένα. Στο επόμενο τεύχος θα έχουμε εκείνα που χρειάζονται περισσότερη διερεύνηση.

Σε κάθε περίπτωση όμως, το 660 βάζει σοβαρή υποψηφιότητα αυτή την στιγμή να είναι η ταχύτερη μοτοσυκλέτα αυτής της κατηγορίας και μάλιστα με διαφορά, χωρίς ακόμη να φτάσουμε να μιλάμε για ιπποδυνάμεις ή να μετράμε επιδόσεις και επιταχύνσεις, αλλά μένοντας στον τρόπο που συμπεριφέρεται όταν ανέβει ο ρυθμός. Ο εμπρός τροχός βιδώνει κάτω και μπορείς να αγνοήσεις την αναπόφευκτη αποσταθεροποίηση του πίσω τροχού από την αλλαγή της γεωμετρίας όταν συμπιέζεις την ανάρτηση στο δυνατό φρενάρισμα. Τον διατάζεις μέσα από τα φαρδύ τιμόνι με τον άψογο μοχλό και με τα χέρια σου τοποθετημένα σε σωστή γωνία να αλλάξει κατεύθυνση, ξανά και ξανά σε διαδοχικές στροφές χωρίς ενδιάμεσες ευθείες και εκείνος εκτελεί με σαφήνεια. Το πλαίσιο από εκεί και πέρα φροντίζει να σβήσει τα υπόλοιπα και να ακολουθήσει και η υπόλοιπη μοτοσυκλέτα ως ένα σύνολο που τα πάντα συνεργάζονται εξαιρετικά. Είπαμε, τα όποια μελανά σημεία κατά την συγκεκριμένη συμπεριφορά του αναβάτη θα τα δούμε στο επόμενο τεύχος, δεν είναι όλα ρόδινα. Οι αναρτήσεις ανήκουν στην Showa, μπροστά και πίσω με 150mm διαδρομής και οι δύο και το πιρούνι είναι SFF, έχει τις ρυθμίσεις ξεχωριστά στα καλάμια. Το αμορτισέρ διαθέτει και τηλεπροφόρτιση που είναι έξυπνα καλυμμένη από την βάση των πίσω αριστερά μαρσπιέ.

Σταθερότητα υπάρχει και στα πολλά χιλιόμετρα, σε σημείο να γίνεται αξιοζήλευτη και από μεγαλύτερες μάλιστα μοτοσυκλέτες την ίδια στιγμή που η προστασία από τον αέρα είναι σε καλά επίπεδα πριν ακόμη σηκώσεις την ζελατίνα που ρυθμίζεται σε πέντε θέσεις. Χωρίς να έχεις όγκο μπροστά σου, χωρίς να χάνεις σημεία του δρόμου που κρύβονται από την μοτοσυκλέτα, απολαμβάνεις την σωστή ανακατεύθυνση του αέρα που με την σειρά της συνηγορεί σε αυτό που λέγαμε αρκετά πιο πάνω, να αδειάσεις το ρεζερβουάρ οδηγώντας και να το γεμίσεις ξανά και ξανά χωρίς να χρειάζονται μεγάλες στάσεις. Εξαρχής η Triumph είχε βάλει στόχο να έχει αυξημένες ταξιδιωτικές ικανότητες το 660, από την πρώτη στιγμή που σχεδίαζε το Trident δηλαδή, έχοντας προνοήσει ώστε να υπάρχουν όλες οι βάσεις και απρόσκοπτη αλλαγή του υποπλαισίου. Στην εξελικτική αυτή διαδρομή αυτή φρόντισε να το προετοιμάσει και με έτοιμες βάσεις για τις βαλίτσες, ώστε να μην προεξέχει τίποτα όταν τις βγάζεις και η τοποθέτησή τους να γίνειται πανεύκολα. Διαθέτουν πλαϊνές βαλίτσες 57 λίτρων συνολικά που μπορούν να έχουν το χρώμα της μοτοσυκλέτας και κεντρική βαλίτσα 47 λίτρων που χωρά δύο full face κράνη. Ας σημειώσουμε πως η μοτοσυκλέτα έρχεται με Michelin Road 5 ως πρώτη τοποθέτηση, ένα καλό ελαστικό που ανεβάζει την αρχική τιμή πώλησης, αλλά είναι και απαραίτητο ταυτόχρονα.

Κραδασμοί δεν υπάρχουν, σε οποιοδήποτε φάσμα στροφών οδηγείς απαλλαγμένος από την επιρροή τους και η σέλα εκτός από το σωστό αφρώδες υλικό για να είναι άνετη, έχει και την απόσταση από το έδαφος που χρειάζεται για να μην βρίσκουν κάτω εύκολα τα μαρσπιέ, δίχως να λυγίζουν ταυτόχρονα υπερβολικά τα γόνατα. Μικρές λεπτομέρειες που κάνουν όμως τεράστια διαφορά αν δεν τις πετύχουν και στο 660 έχουν εργαστεί λες και ράβουν κουστούμι. Θα ήθελα τα μαρσπιέ λίγο πιο φαρδιά γιατί μία Νο 45 μπότα μετά βίας χωράει και όταν αρχίσεις να τα ξύνεις στην άσφαλτο, ξύνεις μαζί και την μπότα ή ακόμη χειρότερα αν διπλώσουν, γιατί δεν έχουν και κανένα μεγάλο αποστάτη, τρως κλωτσιά από τον δρόμο στο κουντεπιέ. Μεγαλύτερα νούμερα θα έχουν και μεγαλύτερο πρόβλημα.

Για να περιοριστεί το κόστος τα όργανα είναι ίδια με του Trident απλά έχουν αλλάξει το πλαίσιο και έχουν κάνει μικρές αλλαγές προσαρμόζοντας τα στα δεδομένα του 660. Προέρχονται από Ασιάτη κατασκευαστή, σε αντίθεση με του Tiger 900 που φτιάχνονται στην Ευρώπη, αλλά έχουν την ίδια υψηλή τεχνική κατασκευής, που σημαίνει πως η οθόνη είναι ένα σώμα με το gorilla glass και έτσι δεν δημιουργούνται αντανακλάσεις στον ήλιο. Και είχαμε τελείως καλοκαιρινές συνθήκες στην δοκιμή για να το δούμε αυτό, μπαινοβγαίνοντας μάλιστα κάτω από το παχύ φύλλωμα των δέντρων, αλλάζοντας συνεχώς συνθήκες φωτισμού.

Οι σχέσεις στο κιβώτιο κουμπώνουν με σαφήνεια και απουσιάζει το δυνατό «κλανκ» στην πρώτη, ένα από τα παλιά χαρακτηριστικά των Triumph που τείνουν να το αποβάλλουν τελείως. Ο συμπλέκτης είναι μονόδρομος και υποβοηθούμενος και μπορεί εύκολα να διαχειριστεί όλη την ροπή και την δύναμη του κινητήρα, που σημαίνει πως δεν θα ξεκολλήσεις τον πίσω τροχό κατεβάζοντας, ακόμη κι αν θέλεις να το κάνεις εσκεμμένα πριν από κάποια είσοδο σε στροφή. Στον πρόσθετο εξοπλισμό υπάρχει quickshifter που πολύ θα ήθελα να δω αν αξίζει τα λεφτά που το χρεώνουν, αλλά κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατό γιατί καμία από τις μοτοσυκλέτες της παρουσίασης δεν το διέθετε εκείνη την στιγμή. Η Triumph έχει ετοιμάσει έναν κατάλογο από 40 αξεσουάρ στον πρόσθετο εξοπλισμό τα οποία εξελίσσονται παράλληλα με την μοτοσυκλέτα και εσωτερικά από την ίδια την Triumph, αυτό σημαίνει πως καλύπτονται και από την ίδια, διετή εγγύηση. Η Triumph έχει αναπτύξει ξεχωριστή ομάδα για αυτό τον σκοπό, καθώς ήταν και η πρώτη από τους μεγάλους κατασκευαστές που όταν η μόδα του customizing μεσουρανούσε ανέπτυξε γκάμα με πάνω από 150 αξεσουάρ για αντίστοιχα μοντέλα της, στοχεύοντας στην επένδυση της εξατομίκευσης που επιζητούσαν οι αγοραστές.

Το Tiger έχει δύο χάρτες, που πλήρως επεξηγούν τον εαυτό τους, Road και Rain. Άλλη μία προσθήκη απέναντι στον ανταγωνισμό αν και στην πράξη είναι κάτι που ελάχιστα θα χρειαστείς. Η λειτουργία του ηλεκτρονικού γκαζιού είναι εξαιρετική, όσο γκάζι ζητήσεις, τόσο ακριβώς παίρνεις, μία τεχνολογία που οι κατασκευαστές χρειάστηκαν αρκετό καιρό να την καταφέρουν να δουλεύει απροβλημάτιστα και που πλέον ο ένας μετά τον άλλο έρχονται στο ίδιο σημείο. Το traction control δουλεύει πάρα πολύ καλά στην γρήγορη οδήγηση ώστε να ανοίξεις το γκάζι άφοβα σε μέγιστη κλίση για να πάρεις την περισσότερη δύναμη που μπορείς κατά την επιτάχυνση, με την επέμβασή του να είναι ομαλή χωρίς να γονατίζει την μοτοσυκλέτα σαν καμήλα σε άρνηση να αφήσει την όαση. Πόσα έτη φωτός μπροστά από την πρώτη γενιά του μεγάλου Tiger είναι όλα αυτά; Βέβαια για να το απενεργοποιήσεις χρειάζεται να μπεις στο κεντρικό menu και να κάνεις μία σειρά από κινήσεις εκεί μέσα, πράγμα όχι δύσκολο αλλά σίγουρα όχι άμεσο.

Απεναντίας τα φλας απενεργοποιούνται μόνα τους, ενώ ο εξοπλισμός περιλαμβάνει και immobiliser καθώς και προετοιμασία για σύνδεση των οργάνων με το κινητό του αναβάτη μέσα από το ανανεωμένο Triumph Connectivity. Στο μέλλον θα γίνουν διαθέσιμα κι αρκετά από αυτά που διαθέτει ήδη η Triumph στις μεγαλύτερου κυβισμού μοτοσυκλέτες, όπως η σύνδεση και η λειτουργία της GoPro από τα όργανα.

Η Triumph αφουγκράστηκε το κοινό της και για την σχεδίαση της μοτοσυκλέτας, ακολουθώντας τις κατευθυντήριες γραμμές που πήρε από το ερωτηματολόγιο και έκαναν λόγο για μοτοσυκλέτα που πρέπει να είναι μοντέρνα, επιθετική και να ξεχωρίζει, αλλά όχι έντονα.

Με το νέο Tiger 660 η μεσαία κατηγορία αποκτά τον πρώτο τρικύλινδρο εκπρόσωπό της και ο ανταγωνισμός αναβαθμίζεται και μπαίνει στο κόκκινο από την στιγμή που το Tiger αποδίδει 81 ίππους στις 10.250 στροφές και 6,6kg.m ροπής στις 6.250 στροφές, ενώ είναι -φυσικά- Euro5. Μαζεύοντας τιμές ανταλλακτικών και εργασίας στην Αγγλία, η Triumph διατείνεται πως έχοντας μειώσει τις εργατοώρες σε μόλις 8 για τα πρώτα τρία χρόνια υπολογίζοντας πως είναι 30% φθηνότερη από τον ανταγωνισμό, ενώ για αναλώσιμα και ανταλλακτικά για την ίδια περίοδο είναι 17% φθηνότερη, πράμα που χρειάζεται την δική μας επαλήθευση όπως καταλαβαίνετε.

Εξαιρετικά ισορροπημένη μοτοσυκλέτα, ειλικρινής σε όσα λέει πως προσφέρει καθώς το κάνει και με το παραπάνω και με πλούσιο εξοπλισμό. Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες προτάσεις του 2022, έρχεται σε απόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, ακόμη πιο αναλυτικά!

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ              

Αντιπρόσωπος:

ΗΛΙΟΦΙΛ Α.Ε.

Τιμή:

9.290

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.071

Ύψος (mm):

1.315-1.398

Μεταξόνιο (mm):

1.418

Ύψος σέλας (mm):

835

Ίχνος (mm):

97,1

Γωνία κάστερ (˚):

23,1

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο, περιμετρικό, σωληνωτό

Πλάτος (mm):

834

Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):

206

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

17,2 / -

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τρικύλινδρος εν σειρά, με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

74,04 x 51,1

Χωρητικότητα (cc):

660

Σχέση συμπίεσης:

11,95:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

80 / 10.250

Ροπή (kg.m/rpm):

6,5 / 6.250

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

121,2

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

3 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Με γρανάζια / -

Τελική μετάδοση / σχέση:

Με αλυσίδα / -

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

2,5

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ένα αμορτισέρ Showa

Διαδρομή (mm):

150

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 x 17

Ελαστικό:

180/55 ZR 17

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 255mm με δαγκάνα ενός εμβόλου και ABS

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι της Showa

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

150 / 41

Ρυθμίσεις:

-

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 x 17

Ελαστικό:

120/70 ZR 17

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 310mm με δαγκάνες δύο εμβόλων και  ABS

 

 

 

 

 

 

Ετικέτες

Διπλή Δοκιμή Kawasaki ZX-6R 636 2019 Jerez & Castelloli ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ

Γι΄αυτό αγαπάμε τα 600
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

5/4/2019

Φορτώσαμε πλούσια εμπειρία οδηγώντας το νέο Kawasaki Ninja 636 και εξαιτίας αυτής της η πρώτη προσέγγιση είναι απαραίτητα φιλοσοφική: Από τη στιγμή που μπήκαν τα ηλεκτρονικά στη μοτοσυκλετιστική ζωή μας, άλλαξαν πολλά. Κυρίως άλλαξε το δόγμα πως οι μεγάλου κυβισμού μοτοσυκλέτες είναι για έμπειρους αναβάτες και οι μικρότερου κυβισμού είναι κατάλληλες για τους πιο άπειρους.

Κάτι τέτοιο δεν ισχύει πια. Η τεχνολογία που έχουν οι μεγάλες μοτοσυκλέτες τις κάνουν πολύ πιο ασφαλείς και εύκολες σε όλες τις συνθήκες. Αντιθέτως οι μικρού κυβισμού μοτοσυκλέτες, λόγω της ανάγκης για περιορισμό του κόστους κατασκευής και της τιμής πώλησης, έχουν λιγότερα και υποδεέστερης απόδοσης ηλεκτρονικά βοηθήματα ενεργητικής ασφάλειας, χειρότερες αναρτήσεις, χειρότερα φρένα και φτηνότερα υλικά, με αποτέλεσμα να έχουν σχεδόν το ίδιο βάρος με τις μεγάλες. Έτσι το μόνο που αλλάζει είναι οι επιδόσεις -κυρίως- στην ευθεία, όμως και πάλι τα περισσότερα άλογα και η μεγαλύτερη ροπή είναι πλεονέκτημα για έναν άπειρο αναβάτη, γιατί μπορεί να κερδίσει εύκολα και με ασφάλεια χρόνο στην ευθεία, αντί να προσπαθεί να πάει γρήγορα στις στροφές, αυξάνοντας τις πιθανότητες να φέρει στο όριο της πρόσφυσης τα ελαστικά του.

τέρμα γκάζι στις εξόδους...

Συναντήσαμε το νέο Kawasaki 636 σε δύο διαφορετικές φάσεις με μικρή χρονική απόσταση μεταξύ τους, όπως και χιλιομετρική, σε ξεχωριστές πίστες με διαφορετικά ελαστικά. Αυτό μετέτρεψε την προσέγγισή μας απέναντί του σε μία μεγάλη βεντάλια, καθώς φορτώσαμε μπόλικη εμπειρία σε περιβάλλον πίστας. Το οδηγήσαμε στην τεχνική, κλειστή για το ευρύ κοινό πίστα του Castelloli στην Βαρκελώνη με τα νέα Dunlop Sportsmart mk3 και έπειτα στην εξόχως μοτοσυκλετιστική πίστα της Jerez με Bridgestone S22.

Η εμπειρία μας από την παρουσίαση των νέων ελαστικών S22 της Bridgestone στην πίστα της Jerez, όπου οδηγήσαμε το ZX-10R και το ZX-6R 636 μαζί, είναι μια καλή απόδειξη για όλα όσα λέγαμε παραπάνω στην αρχή. Εδώ να πούμε πως η πίστα της Jerez έχει μοτοσυκλετάδικη χάραξη, με παρατεταμένες στροφές και μόλις μία μεγάλη ευθεία. Καμία σχέση δηλαδή με τις περισσότερες καινούριες πίστες, που έχουν σχεδιαστεί για αγώνες αυτοκινήτων και έχουν πολλές ευθείες και κλειστές στροφές για να μπορούν τα αυτοκίνητα να κάνουν προσπεράσεις στα φρένα. Ξεκινώντας με την μεγάλη ZX-10R ήταν εύκολο να κάνουμε προσπεράσεις στους πιο αργούς αναβάτες στις μικρές ευθείες της Jerez και με την βοήθεια των ηλεκτρονικών, να κρατήσουμε υπό έλεγχο τα 200 άλογα μέσα στις στροφές. Ειδικά με αυτά τα λάστιχα που έχουν σχεδιαστεί κυρίως για χρήση στο δρόμο και ζεσταίνονται αμέσως, πρέπει να αποφεύγεις να ανοίγεις τέρμα το γκάζι με τη μοτοσυκλέτα υπερβολικά πλαγιασμένη, ώστε να μην τα υπερθερμάνεις. Τα μεγάλα superbike των 1000 κυβικών είναι τέλεια για να γράφεις γρήγορα γυρολόγια, πλαγιάζοντας όσο λιγότερο γίνεται στις στροφές.

Δεν χρειάζεται να ρισκάρεις με πρόωρα χουφτώματα του γκαζιού μέσα στη στροφή. Όμως ακόμα κι αν το κάνεις, τα εξελιγμένα traction control που παίρνουν εντολές από την IMU θα μεταφέρουν ομαλά τη δύναμη, ρυθμίζοντας την τροφοδοσία του ψεκασμού ride by wire.

Πρόσθεσε τώρα τα quick shifter Up/Down, τα wheelie control, το ρυθμιζόμενο φρένο κινητήρα και το επίσης ρυθμιζόμενο cornering ABS και θα καταλάβεις γιατί τα καινούρια superbike είναι ταχύτερα και ασφαλέστερα για έναν αναβάτη με μικρή εμπειρία από οδήγηση σε πίστα.

Αν ακόμα δεν έχεις πειστεί, τότε κατέβα από τη σέλα του ZX-10R και αμέσως μετά ανέβα στου ZX-6R 636. Το αναβαθμισμένο για το 2019 supersport μοντέλο της Kawasaki έχει στα χαρτιά περίπου τα ίδια ηλεκτρονικά με τη μεγάλη της αδερφή. Έχει ρυθμιζόμενο Traction Control, έχει ABS φυσικά και έχει και Quick Shifter. Η διαφορά είναι στη λέξη “περίπου”. Το quick-shifter είναι μόνο για τα ανεβάσματα, κόβοντας απλώς το ρεύμα χωρίς να επεμβαίνει στον ψεκασμό. Το ABS δεν είναι cornering και οι δαγκάνες είναι Nissin και όχι monoblock M50 της Brembo. Φυσικά η κεντρική μονάδα δεν έχει αισθητήρες G-Force όπως η IMU της ZX-10R, οπότε το traction control επεμβαίνει βάσει του εγκατεστημένου λογισμικού και δεν παίρνει real-time δεδομένα. Ουσιαστικά έχει τα ηλεκτρονικά που είχε η ZX-10R το 2010.

Βγάλε τώρα 50 άλογα από τον κινητήρα και μάλλον θα έχεις καταλάβει γιατί με το ZX-6R θα πρέπει να προσπαθήσεις περισσότερο για να πας γρήγορα στην πίστα.

Όταν όμως το κάνεις, τότε θα θυμηθείς γιατί γουστάρεις να οδηγάς τα supersport 600.

Γουστάρεις να τα οδηγάς γιατί… πραγματικά τα οδηγάς ΕΣΥ και δεν είσαι ΕΠΙΒΑΤΗΣ όπως με τα 1000. Τα στύβεις, τους πίνεις το αίμα, ορμάς στις εισόδους των στροφών και ελέγχεις την πορεία σου μέσα στη στροφή με το γκάζι. Στις ευθείες δεν κρατιέσαι απλώς από το τιμόνι προσπαθώντας να μείνεις πάνω στη σέλα όπως κάνεις με τα 1000. Με το ZX-6R σκύβεις, ψάχνεις για την μικρότερη δυνατή αεροδυναμική αντίσταση και κοιτάς το στροφόμετρο για να ανεβάσεις ταχύτητα την σωστή στιγμή.

Φρενάρεις όσο πιο αργά μπορείς και στα κατεβάσματα ρυθμίζεις με το γκάζι τις στροφές του κινητήρα ελέγχοντας το ντριφτ του πίσω τροχού που ελαφρώνει. Αν φρενάρεις παραπάνω απ’ όσο πρέπει ή κατεβάσεις μία λιγότερη ή μία περισσότερη ταχύτητα θα κολλήσεις μέσα στη στροφή. Ο κινητήρας έχει δύναμη από τις 8.000 στροφές και πάνω. Αυτόν τον αριθμό ακριβώς θα πρέπει να δείχνει η βελόνα του στροφόμετρου όταν μπαίνεις στη στροφή. Με λιγότερες στροφές δεν θα μπορέσεις να βγεις δυνατά στην έξοδο.

Μόλις όμως τα κάνεις σωστά όλα αυτά, το ZX-6R θα σου δώσει τέτοια ικανοποίηση και χαρά, που κανένα μεγάλο Superbike 1000 δεν μπορεί να κάνει. Λυσσάς, ιδρώνεις και γουστάρεις. Διαλέγεις γραμμές, σκέφτεσαι την επόμενη κίνηση, καταστρώνεις σχέδια δράσης για να προσπεράσεις. Νοιώθεις αυτή τη μοναδική ικανοποίηση πως εσύ ελέγχεις πλήρως την κατάσταση. Ο κινητήρας ουρλιάζει στον κόφτη διαρκώς, του πίνεις το αίμα!

Για να μην παρεξηγηθούμε όμως, να είμαστε σαφείς: Το ZX-6R γυρνούσε διαολεμένα γρήγορα στην πίστα της Jerez. Είναι πραγματικά πολύ γρήγορη μοτοσυκλέτα και μόνο στην πίσω μεγάλη ευθεία τα superbike είχαν πιθανότητες να το προσπεράσουν. Αν δεν σε έφταναν εκεί, τότε τους χαιρετούσες και δεν σε ξαναέβλεπαν μπροστά τους. Κι όσο περνούσαν οι γύροι, τόσο αυξανόταν η διαφορά, καθώς με τα 1000 μόνο οι πολύ γυμνασμένοι μπορούσαν να κρατήσουν σταθερό γυρολόγιο. Όλα αυτά ως εδώ εμπίπτουν στην πλειοψηφία των αναβατών. Το πρόβλημα με εμάς -τους Έλληνες- είναι πως όλοι μας θεωρούμε τον εαυτό μας εκτός πλειοψηφίας. Ένας αγωνιζόμενος θα έκανε ελικοπτεράκι το 600άρι βουτώντας με το 1000άρι παντού και πάντα με ορμή και αίμα στα μάτια. Ακόμη και στους αγωνιζόμενους βέβαια, αυτοί είναι ελάχιστοι, ας μην μείνουμε λοιπόν σε όσα ισχύουν για τους ελάχιστους! Όσα λέμε ισχύουν για γρήγορους αναβάτες στην πίστα, και είναι ήδη μειοψηφικό το πακέτο αυτό. Με το ZX-6R δεν χρειάζεσαι μπράτσα, αλλά εμπειρία, πάθος και μυαλό. Γι΄αυτό και είναι μια μοτοσυκλέτα που θα ευχαριστηθούν περισσότερο οι αναβάτες μεγαλύτερης ηλικίας. Όσοι δηλαδή έχουν χορτάσει από το ωμό γκάζι των superbike και ζητούν την απόλαυση της οδήγησης στην πίστα. Όταν απολαμβάνεις την οδήγηση του ZX-6R, ενώ μόλις πριν λίγα λεπτά έχεις οδηγήσει την αφρόκρεμα των superbike του 2019 σε μια από τις καλύτερες πίστες των MotoGP, νομίζουμε πως αυτό αποτελεί το μεγαλύτερο κομπλιμέντο που μπορείς να κάνεις για ένα supersport 600 σήμερα.

Στην ολότελα τεχνική, κρυμμένη και σκονισμένη πίστα στο Castelloli της Βαρκελώνης, οι συσχετισμοί ήταν διαφορετικοί, κι αυτό γιατί το 636 ήταν το γρηγορότερο που υπήρχε εκεί! Να δημιουργήσουμε καταρχήν την εικόνα, γιατί έτσι πολλά πράγματα θα είναι πολύ πιο ξεκάθαρα. Η πίστα αυτή έχει φτιαχτεί εξ αρχής ως πεδίο δοκιμών για τις εταιρίες αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών και όχι για αγώνες. Μπορεί να γίνονται track days, μπορεί να διοργανώνονται και κάποιοι γύροι τοπικών πρωταθλημάτων –η Ισπανία είναι παράδεισος του μηχανοκίνητου αθλητισμού- αλλά ο σκοπός της δημιουργίας της ήταν να γίνει ένα πεδίο δοκιμών και το έχει καταφέρει απόλυτα, αποτελώντας μία εξαιρετικά επικερδή επιχείρηση. Αυτό είναι κι ένα έμμεσο μήνυμα σε όποιον ονειρεύεται πίστες F1 και λοιπά στην Ελλάδα. Η Ισπανία έχει καμιά 60αριά πίστες και «πιστούλες» όχι μία για όλες τις δουλειές. Στην συγκεκριμένη, που έχει χωθεί μέσα στις κορυφές και διαθέτει και γέφυρα περνώντας πάνω από τον εαυτό της, έχουν τοποθετήσει ένα εξελιγμένο σύστημα κεραιών με την τηλεμετρία να μην χάνεται ούτε σε ένα χιλιοστό της πίστας με την εντονότατη μορφολογία εδάφους και ταυτόχρονα ένα απίστευτα ταχύ δίκτυο που υποστηρίζεται και με δορυφορική σύνδεση. Έτσι, όταν η BMW κλείνει μερικές εβδομάδες δοκιμών τον χρόνο στην πίστα πληρώνοντας ένα σεβαστό ποσό σε ετήσια βάση, επωφελείται από το πρόσθετο γεγονός πως τα δεδομένα φτάνουν σε πραγματικό χρόνο απευθείας στην Γερμανία. Μάλιστα, τόσο απλά και φοβερά.

Στην πίστα αυτή η Dunlop παρουσίασε το νέο Sportsmart MK3 σε μία γενναία απόφαση καθώς αυτή την εποχή δεν μαστίζεται από σκόνη και γύρη από το παρακείμενο δάσος. Γύρη σε ποσότητες που την σηκώνεις με το φτυάρι όμως, ένα πρόβλημα τόσο σοβαρό που είχαν τοποθετήσει πριν τις πινακίδες για τα φρένα, μεγάλα μπλοκ από ντυμένες σε πανί αχυρόμπαλες για να καταφέρουν να κρατήσουν την σκόνη μακριά. Έτσι και πατούσες εκτός γραμμής φλερτάριζες με το γλίστρημα, ενώ και η γραμμή δεν ήταν κάτι σταθερό και απόλυτο στην διάρκεια των γύρων. Να προσθέσουμε τώρα τα έντονα σαμαράκια στην είσοδο, και με το επίθετο «έντονα» εννοούμε πως εξαιτίας τους οδηγούσαν μέχρι και σε αύξηση πίεσης 0,6bar στα ελαστικά, που είναι σημαντικό νούμερο για τέτοια επίδραση, αλλά θα τα εξηγήσουμε αυτά στην δοκιμή των ελαστικών.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ιδανικό για άμεσα συμπεράσματα σε ελαστικά και σπαστικό αν δοκιμάζεις μοτοσυκλέτες, το 636 κατάφερε να είναι ένα εξαιρετικό παιχνίδι που σου επέτρεπε να διασκεδάσεις μαζί του και να αισθανθείς τεράστια εμπιστοσύνη αψηφώντας σκόνες, σαμαράκια κι άλλους δημοσιογράφους που έφευγαν ευθεία, μιας κι αυτό συνέβη μερικές φορές. Μελλοντικά στο τεύχος θα αναλύσουμε πλήρως τι συμβαίνει με αναρτήσεις, κυρίως την πίσω που θέλει περισσότερο ψάξιμο, κι ας μείνουμε τώρα στο πόσο φιλική είναι αυτή η μοτοσυκλέτα μόλις φεύγεις από τον παράδεισο της Jerez και μπαίνεις μαζί της σε καταστάσεις που θυμίζουν περισσότερο την χώρα μας. Σαμαράκια και σκόνες, πάνω στις οποίες το εμπρός φρένο αρχίζει και χάνει στα μάτια σου –και στο χέρι σου- αλλά όχι σε σημείο που να γίνεται πρόβλημα. Η θέση οδήγησης παραμένει καλά μελετημένη και εδώ στις νέες συνθήκες, ενώ βολεύεσαι είτε είσαι Pedrosa, είτε Rossi –για το ύψος πάντα μιλάμε, κάθε άλλος συσχετισμός ανήκει στα πλαίσια νοσηρής φαντασίας.

Η απόκριση του γκαζιού είναι άμεση και η γκαζιέρα δουλεύει σωστά και προοδευτικά, ενώ το σαφές κιβώτιο δεν σου κάνει την χάρη στα κατεβάσματα, ακόμη κι αν προσπαθήσεις να του κάνεις «μπλιπ» όπως λένε χαρακτηριστικά οι Αμερικανοί που χαίρονται καιρό την νέα αυτή έκδοση του 636 που στην χώρα τους πήγε πριν από την Ευρώπη. Με λίγο γκάζι και παίξιμο στην γκαζιέρα και πάλι τα κατεβάσματα –καρφωτά- είναι ένα ζήτημα, ενώ το quick shifter είναι «απλώς ΟΚ» στα ανεβάσματα για χρήση σε track days κτλ, όχι σε κάτι περισσότερο από αυτό.

Το κυνήγι που έριχνες παλιότερα στα 600άρια για να πας γρήγορα, απαιτώντας την διατήρηση της ορμής και της έντονης σωματικής καταπόνησης, όπως εξηγούμε παραπάνω, έχουν έρθει τα ηλεκτρονικά να το αλλάξουν. Τώρα μπορείς να στρίψεις αδιανόητα γρήγορα με τα 1000άρια και αν δεν είσαι εξαιρετικά γυμνασμένος δεν τα εκμεταλλεύεσαι και στο έπακρο. Με το 636 κυριαρχείς στο παιχνίδι, γιατί η οδήγηση στην πίστα πρέπει να είναι στο τέλος της ημέρας ένα παιχνίδι, ούτε να αισθάνεσαι πως έχεις ριψοκινδυνέψει, ούτε να σε έχει κουράσει η υπερβολή.

Θα επανέλθουμε με αναλυτική, επί μέρους, ανάλυση του 636!

 

Ετικέτες