Οδηγούμε Yamaha MT-09 2021: Πλήρης παρουσίαση – [VIDEO]

Το MT-09 στην τρίτη του και καλύτερη έκδοση!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

24/2/2021

Το 2013 η Yamaha έβαλε το πόδι της σε μία πόρτα που έκλεινε ολοένα και περισσότερο και την κράτησε ανοικτή, αναζωπυρώνοντας με το MT-09 το ενδιαφέρον για ολόκληρη την κατηγορία των γυμνών μοτοσυκλετών. Μινιμαλιστικό, αρκετά δυνατό και με εκείνα τα θέματα της απότομης απόκρισης του γκαζιού που έχουν πλέον επιλύσει οριστικά, όπως τόνισαν οι άνθρωποι της Yamaha εδώ στην Ισπανία λίγο πριν μας παραδώσουν την νέα έκδοση προς δοκιμή.

Η Yamaha έχει καταφέρει να φτιάξει μία σειρά 8 γυμνών μοντέλων από 125 έως 1000 κυβικά, να έχει δηλαδή την πιο πλούσια γκάμα σε αυτή την κατηγορία και δικαιωματικά να οδηγεί τις εξελίξεις. Το MT-09, όπως και όλες οι hyper-naked και streetfighter μοτοσυκλέτες, αποτελούν μία καθαρά Ευρωπαϊκή υπόθεση. Έχουν σχεδιαστεί με γνώμονα την Ευρωπαϊκή αγορά και έτσι πολύ φυσιολογικά εδώ σε εμάς γνωρίζουν και μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία, με το MT-09 να συμπληρώνει περισσότερες από 63.000 πωλήσεις από το 2013 που έχει βγει στην παραγωγή.

Η μοντέρνα αλλά με κλασσικές γραμμές εμφάνιση, ο ροπάτος και εξαιρετικά εύστροφος τρικύλινδρος, αξιόπιστος κινητήρας και η ευελιξία με δεδομένη και την σταθερότητα, είναι τα βασικά συστατικά που επέτρεψαν στο MT-09 την παραπάνω επιτυχία. Το πρώτο από αυτά η Yamaha το άλλαξε πλήρως. Η νέα εμφάνιση είναι σχεδιασμένη για να προκαλέσει και αυτό σημαίνει πως θα βρει υποστηρικτές αλλά ταυτόχρονα και πολέμιους που επιζητούν μία πιο κλασσική γραμμή, ιδιαίτερα ανάμεσα στην ρομποτική, ολότελα ξεχωριστή μάσκα. Όπως έχουμε πει πολλές φορές άλλωστε, το κοινό της μοτοσυκλέτας είναι εξαιρετικά συντηρητικό στην εμφάνιση των μοτοσυκλετών. Κι ενώ οι σχεδιαστικές γραμμές που έχει επιλέξει η Yamaha ανάγονται στο τέλος στις προσωπικές προτιμήσεις του κάθε ενός και είναι μία ξεκάθαρα υποκειμενική υπόθεση, ο ήχος και η αποδοχή του είναι ένα τελείως διαφορετικό στοιχείο που εμπίπτει σε πλαίσια με περισσότερο αντικειμενικά κριτήρια.

Η Yamaha έπαιξε πολύ έξυπνα με την συγκεκριμένη αίσθηση και δεν περιορίστηκε μόνο στην ροή του αέρα στο φιλτροκούτι που πάνω από μία πενταετία τώρα, είναι το αγαπημένο μουσικό παιχνίδι των Ιαπώνων με την Kawasaki στην οικογένεια των SX να διεκδικεί τα εγκαίνια αυτής της μόδας. Η Yamaha επίσης φρόντισε η ροή του αέρα στην εισαγωγή να ενισχύεται ηχητικά, αλλά εστίασε περισσότερο στον ήχο της εργοστασιακής εξάτμισης με έναν συλλέκτη που λειτουργεί σαν κανονικό ηχείο! Το αποτέλεσμα φαίνεται και στο teaser VIDEO που ανεβάσαμε στις σελίδες μας στα κοινωνικά δίκτυα και είναι μία ευχάριστη πρώτη έκπληξη όταν κάθεσαι στην μοτοσυκλέτα και βάζεις μπροστά. Μιας και το σώμα δεν αντιλαμβάνεται τον ήχο μονάχα με τους ακουστικούς πόρους, αλλά και με τις δονήσεις σε ολόκληρο το σώμα, ο ήχος του MT-09 ταξιδεύει από το τελικό της εξάτμισης και τον νιώθεις σε κάθε άνοιγμα και κλείσιμο του γκαζιού!

Ο κινητήρας έχει όσες αλλαγές χρειάζεται για να χαρακτηριστεί νέος, παρόλο που μιλάμε για έναν τρικύλινδρο crossplane με ίδια αρχιτεκτονική όπως ακριβώς έγινε αγαπητό αυτό το μοντέλο το 2013 αρχικά κι έπειτα το 2017 με την δεύτερη ανανέωσή του και τις Euro4 προδιαγραφές. Πριν φτάσουμε σήμερα να έχει αυτός ο κινητήρας περισσότερα κυβικά, να βγάζει περισσότερα άλογα και ροπή αλλά να είναι ελαφρύτερος και κατά 1,7 κιλά. Η αύξηση του κυβισμού ήταν μονόδρομος για την Yamaha στην συγκεκριμένη περίπτωση για να καλυφθούν οι Euro5 προδιαγραφές και ταυτόχρονα να αυξηθεί και η ιπποδύναμη.

Προστέθηκαν 42 κυβικά και η νέα ιπποδύναμη που δίνει η Yamaha είναι αυξημένη κατά 4 ίππους φτάνοντας τους 119 στις 10.000 στροφές. Η ροπή όμως έρχεται 1.500 στροφές νωρίτερα από πριν, μόλις στις 7.000 στροφές για τα 9,5Kg.m που είναι η μέγιστη τιμή. Συνδυάστε το αυτό με μία ευστροφία που έτσι κι αλλιώς έχουν οι τρικύλινδροι κινητήρες και ειδικά ο CP3 crossplane της Yamaha και μία απόκριση αρκετά ομαλή σε κάθε μία από τις συνολικά τέσσερις χαρτογραφήσεις και έχουμε μία μοτοσυκλέτα που εκτοξεύεται σε κάθε έξοδο, στους επαρχιακούς δρόμους που είναι και το αγαπημένο της πεδίο δράσης. Για επικάλυψη βάλτε όσα λέγαμε παραπάνω για τον ήχο, μιας και το μυαλό αντιλαμβάνεται την δύναμη της μοτοσυκλέτας πολύ περισσότερη με τον κατάλληλο ήχο. Είναι κάτι θεμελιώδες που δεν απαιτεί εξήγηση, φαίνεται και θα φαίνεται ακόμη περισσότερο στο μέλλον, όταν και θα είναι ευκολότερη υπόθεση ένα test ride σε ηλεκτρική μοτοσυκλέτα νιώθοντας αμέσως τι είναι αυτό που σου λείπει.

Γραμμική απόκριση λοιπόν, διαθέσιμη από χαμηλές στροφές και η μοτοσυκλέτα αυτή έχει το πρώτο βασικό στοιχείο για να γίνει ένα διασκεδαστικό παιχνίδι στις αγαπημένες σου διαδρομές. Το άλλο είναι μία ομοιογένεια στις αναρτήσεις που αν θυμάστε καλά από την δοκιμή μας στις Σέρρες, είναι κάτι που έλλειπε ακόμη και στην έκδοση SP του προηγούμενο μοντέλου όπου χρειαζόταν αναζήτηση των ρυθμίσεων για να αρχίσεις να φτάνεις σε ικανοποιητικό επίπεδο. Με την ευκαιρία η έκδοση SP και για το νέο MT-09 θα εμφανιστεί επίσης σε λίγο καιρό με όλα αυτά που περιμένεις να έχει, τις αναρτήσεις της Ohlins δηλαδή. Προς το παρόν ξεκινάμε με ένα πιρούνι που είναι καλό στην γρήγορη οδήγηση με γραμμικότητα στις αποσβέσεις και επαναφορά τόσο γρήγορη όσο απαιτεί ο σπορ προσανατολισμός χωρίς να φαινόμενα νευρικότητας που έχουν οι απόλυτες λύσεις, στις ατελείωτες ατέλειες ενός δημόσιου δρόμου. Πίσω το αμορτισέρ και το ψαλίδι συνεργάζονται αρκετά καλά μέχρι ένα ορισμένο όριο το οποίο βρίσκεται ψηλότερα του μέσου όρου του υποψήφιου αναβάτη. Σε πολύ γρήγορο ρυθμό όμως ο πίσω τροχός ξεκολλά ξεκινώντας τα χωρευτικά αλλά σε κάθε περίπτωση με τον αναβάτη να μπορεί εύκολα να επιβάλλει τον έλεγχο. Ακόμη και τα γλιστρήματα που μπορούν να έρθουν σε μία τέτοια συνθήκη εξαιρετικού δρόμου και των άψογων Bridgestone S22 που διαθέτει ως ελαστικά πρώτης τοποθέτησης, γίνονται με τρόπο προοδευτικό δίνοντας αρκετό χρόνο για διορθώσεις.

Είναι ευχάριστο να βλέπουμε σε ιαπωνική μοτοσυκλέτα ένα σωστό ελαστικό πρώτης τοποθέτησης που ανταποκρίνεται στο χαρακτήρα της. Γιατί δεν ξεχνάμε πως η Yamaha έβαζε στο Tracer μία σειρά της Dunlop που έχουν μόνο το όνομα της εταιρείας, κατασκευάζονται από άλλο εργοστάσιο  στην Ιαπωνία που έχει απλά τα δικαιώματα χρήσης του ονόματος για συγκεκριμένες χώρες και ουδεμία σχέση υπάρχει με τα κανονικά Dunlop που γνωρίζουμε εμείς εδώ. Το αποτέλεσμα είναι να έχεις μία μοτοσυκλέτα που δεν οδηγείται γρήγορα αν δεν αλλάξεις λάστιχα, κυρίως εδώ στην Ελλάδα με την πολύ συγκεκριμένη ποιότητα ασφάλτου, και επιπρόσθετα να καταλήξει ο νέος αναβάτης να διαπιστώνει ανακολουθία με αυτά που ακούει για τα ελαστικά του, κι αυτά που βλέπει στην πραγματικότητα. Μέχρι να τα αλλάξει φυσικά. Στην περίπτωση του MT-09 τα πράγματα είναι διαφορετικά και ιδιαίτερα τώρα με τα S22!

H Yamaha δηλώνει 9% αποδοτικότερη λειτουργία του κινητήρα που μπορεί να ακούγεται μεγάλο νούμερο αλλά τεχνικά είναι και απόλυτα εφικτό. Είναι όμως από τα πράγματα που χρειάζονται επαλήθευση κατά την δοκιμή στην Ελλάδα καθώς είδαμε μία αυτονομία κάτω από διακόσια χιλιόμετρα σε γρήγορο ρυθμό από τα 14 λίτρα του ρεζερβουάρ που μας φέρνει κοντά στα προηγούμενα δεδομένα. Η Yamaha λέει 5λίτρα/100χμ σε μέση οδήγηση. Μένει να το μετρήσουμε σωστά στην Ελλάδα σε κάθε ρυθμό οδήγησης. Από εκεί και πέρα έχουμε σίγουρα μικρότερο βάρος και χωρίς να το ζυγίσουμε στις ζυγαριές του περιοδικού ή/και καλύτερο ζύγισμα γιατί όσο ανεβάζεις ρυθμό η διαταγή αλλαγής κατεύθυνσης εξακολουθεί να εκτελείται με απόλυτη αμεσότητα, την στιγμή που στην ευθεία το MT-09 είναι πολύ σταθερό.

Το quickshifter χαλά λίγο την εικόνα των πληρωμένων υποσχέσεων που πιστά έχει δώσει η Yamaha στο νέο MT-09. Το quickshifter κάνει αυτά που υπόσχεται σε μεγάλο βαθμό εκτός κι αν πρόκειται για ανεβάσματα στον κόφτη για την πρώτη-δευτέρα, ενώ στα κατεβάσματα η συμπεριφορά του είναι ιδανική από ρυθμό κανονικής οδήγησης έως και σβέλτα, από εκεί και πάνω δεν θα δώσει την απαραίτητη κλωτσιά από το ηλεκτρονικό γκάζι για το απροβλημάτιστο κατέβασμα αρχίζει να παρουσιάζεται ανομοιογένεια συμπεριφοράς. Το λεγόμενο Auto-blip λοιπόν δουλεύει καλά σε συγκεκριμένο εύρος χρήσης. Με δεδομένο όμως πως όλα αυτά φαίνονται κοντά στην υπερβολή, το quickshifter δεν θα προβληματίσει.

Έτσι κι αλλιώς ο λόγος των πρώτων δύο σχέσεων έχει αλλάξει, ακριβώς για να απλωθεί καλύτερα η περισσότερη δύναμη και να γίνει σωστή εκμετάλλευση της ευστροφίας. Ο μονόδρομος και υποβοηθούμενος συμπλέκτης απέκτησε νέους δίσκους ακριβώς για αυτούς τους λόγους.

Νέο είναι και το χυτό αλουμουνένιο Deltabox πλαίσιο το οποίο η Yamaha κατασκευάζει έχοντας εξελίξει στην λειτουργία της έκχυσης του αλουμινίου σε καλούπι, σε βιομηχανικό μέγεθος παραγωγής. Ισχύει αντίστοιχα και για τους τροχούς. Η λύση που ακολουθείται είναι παλιά και δοκιμασμένη αλλά όχι σε βιομηχανική παραγωγή και σε αυτό το επίπεδο μοτοσυκλετών. Πρόκειται για σημαντική εξέλιξη, καταδικασμένη να περάσει στα ψηλά γράμματα γιατί δυστυχώς δεν απασχολούνται πολλοί με ποιο τρόπο φτιάχνεται το κάθε τι, παρά μόνο για την δουλειά που κάνει. Στην προκειμένη περίπτωση ο τρόπος κατασκευής είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την λειτουργία καθώς τόσο το πλαίσιο όσο και το ψαλίδι απαλλάσσονται από κολλήσεις και μπορούν να σχεδιαστούν με πολύ λεπτά τοιχώματα χωρίς να χαθεί η απαραίτητη ακαμψία. Το σύνολο πλαισίου, υποπλαισίου και ψαλιδιού είναι τώρα 2,3 κιλά ελαφρύτερο από πριν ενώ η στρεπτική ακαμψία ενισχύθηκε κατά 50% με εσωτερικά νεύρα, πράγμα που αποκαλύπτει το μυστικό της εξαιρετικής ευστάθειας που λέγαμε αρχικά.

Η γεωμετρία του πλαισίου έχει αλλάξει πλήρως, με σημαντικές αλλαγές ξεκινώντας από τον λαιμό και καταλήγοντας στις διαδρομές κατεβάζοντας το κέντρο βάρους χαμηλά. Το προηγούμενο τύπου «μπανάνα» ψαλίδι έχει δώσει την θέση του σε ένα πιο ίσιο που είναι 250 γραμμάρια ελαφρύτερο από πριν με τα αποτελέσματα που λέγαμε πιο πάνω μέσα από την συνεργασία του με το αμορτισέρ. Η έδραση του ψαλιδιού είναι τώρα μέσα από πλαίσιο αντί για την εξωτερική πλευρά που ήταν πριν και το κέρδος φαίνεται, για ακόμη μία φορά, στην γρήγορη οδήγηση.

Η μινιμαλιστική σχεδίαση και η στροφή προς την πρακτικότητα αφήνει ακάλυπτα πράγματα που μία άλλη σχολή σχεδιασμού δεν θα σκεφτόταν να μην καλύψει με κάποιο καπάκι, με αναδιάταξη, με οποιοδήποτε τρόπο. Ο ανορθωτής σωστά είναι τοποθετημένος εκεί που μπήκε τώρα, για καλύτερη απαγωγή της θερμότητας ωστόσο βρίσκεται σε κοινή θέα σε καίριο σημείο. Μπορείς να το δεις σαν λεπτομέρεια, μπορείς και όχι. Το κενό πίσω από το μπλοκ του κινητήρα μία άλλη εποχή θα ήταν προτέρημα. Οι μοτοσυκλέτες που «περνά το φως» ήταν μία κατηγορία από μόνες τους, στην εποχή μας αυτά δεν έχουν την ίδια σημασία. Και τέλος είναι αυτή η κόρνα, μπροστά στην μάσκα με τις μεταλλικές επαφές σε κοινή θέα. Το συγκεκριμένο θέμα δεν έχει να κάνει με αντικειμενικά ή υποκειμενικά κριτήρια για την εμφάνιση, η κόρνα έπρεπε να πάει αλλού, έλα όμως που η μάσκα είναι τόσο μικρή που χωρά μόλις τον εξαιρετικό νέο LED προβολέα και τα LED φώτα θέσης και δεν μένει χώρος για τίποτα άλλο. Στον αντίποδα η Yamaha ανακοινώνει 189 κιλά βάρους όταν είναι γεμάτο, κι αυτό αμέσως μας δίνει μία εικόνα και για το πρακτικό όφελος αυτής της μινιμαλιστικής σχεδίασης.

Η θέση οδήγησης είναι εξαιρετική, όπως και γενικά στα MT-09 με την διαφορά πως τώρα είναι ακόμη πιο εύκολο να βγάλεις το σώμα σου έξω και να κινηθείς γρήγορα αλλάζοντας κατεύθυνση. Έτσι κι αλλιώς οι δυνατότητες ρύθμισης είναι αρκετά αυξημένες αφού μπορείς να μετακινήσεις το τιμόνι 9mm εμπρός και 4mm προς τα επάνω και τα μαρσπιέ 14mm και 4mm αντίστοιχα. Τα νέα ηλεκτρονικά επωφελούνται από την κάποτε ακριβή, τώρα πλέον προσιτή, μονάδα IMU 6 αξόνων που τροφοδοτεί με πληροφορίες το traction control, το slide control, τον έλεγχο της σούζας (LIF control) καθώς και το συνδυασμένο ABS. Τυπική κατάσταση σε Yamaha, οι ρυθμίσεις όλων αυτών είναι πανεύκολες! Όπως και άμεσες! Διαλέγεις χαρτογράφηση και επίπεδο traction control με ένα συνδυασμό τριών πλήκτρων από τα αριστερά που χωρίς να σου δείξει κανείς το παραμικρό καταλαβαίνεις την λειτουργίας τους στα πρώτα τρία δευτερόλεπτα. Αν επιλέξεις την κατάσταση λειτουργίας “Manual” οι υπόλοιπες ρυθμίσεις γίνονται από μία ροδέλα στα δεξιά που σε 3 από τις 5 μοτοσυκλέτες που είδα στην δοκιμή κολλούσε όταν την πατούσες και ελπίζω να είναι κάτι που θα διορθωθεί πριν φτάσει στα καταστήματα. Γενικά όμως η συναρμογή είναι σε ανώτερο επίπεδο, απουσιάζει κάθε τριγμός πλαστικών, η βαφή είναι σωστή με βάθος και όλα πάνω του φωνάζουν “japan” με την έννοια που αντιλαμβάνεται ο περισσότερος κόσμος.

Παρακάτω αναλυτικά οι ρυθμίσεις που έχεις για τα ηλεκτρονικά και οι συνδυασμοί τους:

Mode
TCS
SCS
LIF
PresetMode 1
1
1
1
PresetMode 2
2
2
2
Manual Mode
1, 2, 3
1, 2, 3, OFF
1, 2, 3, OFF
OFF
OFF
OFF
OFF

 

Οι 4 χαρτογραφήσεις:
Mode 1: Η πιο απότομη απόκριση (μέγιστη ιπποδύναμη)

Mode 2: Στάνταρ οδήγηση (μέγιστη ιπποδύναμη)

Mode 3: Ήπια απόκριση (μέγιστη ιπποδύναμη)

Mode 4: Επιλογή για βρεγμένο και γλιστερό οδόστρωμα (Περιορισμένη ιπποδύναμη)

Η έγχρωμη TFT οθόνη 3,5 ιντσών είναι καθαρά τυπική σε αυτά που προσφέρει και απέχει από αυτά που λέμε στο τεύχος που κυκλοφορεί την Παρασκευή για τις οθόνες, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει διαφορετικό επίπεδο σε αυτή την κατηγορία. Το καλό είναι πως είναι ευανάγνωστη και με εύκολο μενού που προλαβαίνεις στην διάρκεια ενός φαναριού να κάνεις ό,τι αλλαγές θέλεις. Κι αυτό αρχίζει και γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να το πετύχεις στις μέρες μας!

Προσπάθησα να έχω την ευκαιρία μίας σύντομη δοκιμής και του πακέτου εξοπλισμού για «το Σαββατοκύριακο» όπως το αποκαλεί η Yamaha με μεγαλύτερο χαρακτηριστικό την μικρή ολότελα διαφανή ζελατίνα. Ναι, δεν καλύπτει το κράνος αλλά δεν είναι αυτός ο στόχος ούτε και θα το ήθελε κανείς σε μία γυμνή μοτοσυκλέτα να τοποθετήσει ψηλότερη ζελατίνα. Το κλειδί είναι στην ανακατεύθυνση του αέρα που σε συνδυασμό με ένα σωστό αεροδυναμικό κράνος μπορούν να κάνουν πιο εύκολα τα μακρινά ταξίδια με το νέο MT-09!

Πριν πούμε ακόμη περισσότερα σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, η πρώτη αυτή επαφή με το νέο MT-09 αποκαλύπτει μία καλοσχεδιασμένη μοτοσυκλέτα, ασχέτως αν αρέσει οπτικά σε κάποιον ή όχι, εξαιρετικά διασκεδαστική στην οδήγηση που σου δίνει την δυνατότητα για ασφαλές παιχνίδι μεγαλώνοντας τα περιθώρια που έχεις!

Ετικέτες

Honda CBR1000RR & CBR1000RR SP

Οδηγούμε στην Πορτογαλία!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/2/2017

Στον δικό του δρόμο

Επιστρέψαμε από την παρουσίαση των νέων Honda CBR1000RR και Honda CBR1000RR SP - MY 2017 αφήνοντας πίσω μας το Portimao της Πορτογαλίας, να προσπαθεί να στεγνώσει. Από τα τερτίπια της τύχης και του καιρού, είμασταν ανάμεσα στους ελάχιστους που πραγματοποίησαν την δοκιμή στο βρεγμένο, καθώς πέσαμε στην αρχή μία κακοκαιρίας, την στιγμή που άλλοι ξένοι δημοσιογράφοι είχαν την εμπειρία της οδήγησής του στην ηλιόλουστη πίστα του παγκοσμίου WSBK. Αυτό αφαιρεί πολλούς πόντους από την ευχαρίστηση της δοκιμής, δεν μας δίνει την ευκαιρία να δούμε πώς συμπεριφέρεται σε πολύ γρήγορο ρυθμό, όμως από την άλλη μας αποκαλύπτει τα ηλεκτρονικά βοηθήματα στις πιο δύσκολες συνθήκες… και τα ηλεκτρονικά βοηθήματα στο Fireblade είναι από τις βασικότερες των αλλαγών, συγκριτικά με το προηγούμενο μοντέλο.

Μαζί μας στην οδήγηση ήταν ο Freddie “Fast” Spencer και ο Nicky Hayden -που μόλις είχε επιστρέψει από την Jerez και την δοκιμή του SP2- κι έτσι με την δική τους παρουσία η εμπειρία της οδήγησης στην καταρρακτώδη βροχή, έγινε σημαντικά πιο ανώδυνη. Έχοντας μπροστά σου τον Freddie Spencer να οδηγεί δεκάδες φορές πιο ομαλά από όλους τους υπόλοιπους, κρατώντας τις ιδανικές γραμμές και καταβάλλοντας ελάχιστη προσπάθεια, σε έκανε να ξεχνάς τον κόπο αλλά και τον θυμό που η δοκιμή δεν θα ήταν τόσο διασκεδαστική όσο την περίμενες. Η πίστα του Portimao αποτελεί παράδεισο για δοκιμές μοτοσυκλέτων και απόλαυση οδήγησης, αλλά όχι τόσο για αγώνες σύμφωνα με τον Fast Freddie, κι ας φιλοξενείται εκεί το WSBK… Όπως και να ‘χει είναι απολαυστική και έχοντας οδηγήσει εκεί BMW S1000RR, Kawasaki Ninja ZX-10R, Ducati Panigale αλλά και supersport μοτοσυκλέτες, ανυπομονούσα να αντιπαραβάλλω την εμπειρία τους με εκείνη του νέου Fireblade. Αντί αυτού, βρεθήκαμε όσοι είμασταν εκεί να υποβάλλουμε τα νέα ηλεκτρονικά στις δυσκολότερες των συνθηκών, με μόνη βοήθεια προς όφελός τους, τα αγωνιστικά βρόχινα ελαστικά της Bridgestone. Η απόδοση των ελαστικών στο βρεγμένο σου δίνει μία εντύπωση για τα περιθώρια πρόσφυσης που απολαμβάνουν οι αναβάτες στα παγκόσμια πρωταθλήματα, αλλά δεν παύουν να υπάρχουν και όρια. Μπορεί να παρουσιάζουν κορυφαία συμπεριφορά στην βρεγμένη άσφαλτο, αλλά δεν γίνονται και θαύματα όταν το νερό καλύπτει στην άσφαλτο και δημιουργεί ρυάκια.

Πρώτη μεγάλη προσθήκη, είναι η χρήση Ride by Wire και μπορεί να ακουστεί περίεργο, όμως αυτή είναι η πρώτη φορά που η Honda χρησιμοποιεί RbW σε τετρακύλινδρο εν σειρά. Κάτι τέτοιο περνά ως λιγότερα σημαντικό μπροστά στα υπόλοιπα ηλεκτρονικά βοηθήματα που φέρνει η Honda στην οικογένεια Fireblade, όμως αν γνωρίζει κανείς την εμμονή της Honda με το RbW θα καταλάβει τον λόγο που δίνουμε έκταση. Στο Africa Twin δεν τοποθέτησαν RbW λέγοντας ότι δεν είχαν τρόπο να το κάνει να συμπεριφέρεται σαν να υπάρχει κανονική γκαζιέρα, πράγμα σημαντικό για την οδήγηση στο χώμα. Αντίστοιχα σημαντικό είναι και για την οδήγηση στην πίστα, καθώς όταν ανοίγεις το γκάζι στην έξοδο με την μοτοσυκλέτα πλαγιασμένη, χρειάζεται να έχεις πολύ καλό έλεγχο του γκαζιού. Εδώ είναι που έρχεται η εμμονή της Honda, που λέει ότι για να χρησιμοποιήσει RbW θα πρέπει αυτό να ανταποκρίνεται με την αίσθηση που σου δίνει μία κανονική γκαζιέρα, αλλιώς δεν βλέπει τον λόγο να το κάνει. Για να είναι λοιπόν παρόν το RbW στο νέο Fireblade, σημαίνει ότι η Honda κατάφερε να προσαρμόσει την λειτουργία του, και να την φέρει πολύ κοντά στο συνηθισμένο. Πράγματι, η αίσθηση από το γκάζι είναι εκπληκτική και δεν σ’ αφήνει να παραπονεθείς για κανένα από τα μειονεκτήματα που έχει η ηλεκτρονική διαχείριση του γκαζιού σε άλλες μοτοσυκλέτες.

Πέρα όμως από τα ηλεκτρονικά, το σημαντικότερο για εμένα είναι η μείωση της ακαμψίας του πλαισίου κατά 10% και η αύξηση της ακαμψίας του ψαλιδιού κατά ίδιο ποσοστό. Μεταφέροντας ένα μέρος των στρεβλώσεων στο πλαίσιο, από το ψαλίδι που ήταν μέχρι τώρα, το Fireblade μετατρέπεται αρκετά σε συμπεριφορά. Αυξάνεται σημαντικά η ευελιξία και οι αλλαγές κατεύθυνσης γίνονται πιο άμεσα από πριν. Σε επόμενο τεύχος θα αναλύσουμε πλήρως τι έχουν κάνει με πλαίσιο και ψαλίδι οι Ιάπωνες της Honda, και πώς μεταφράζεται αυτό στην οδήγηση της μοτοσυκλέτας. Προς το παρόν ας κρατήσουμε το σχόλιο του “Fast” Freddie: «Οι αλλαγές σε ακαμψία που ήθελα από το 2008, είναι τώρα εδώ! Η μοτοσυκλέτα είναι πολύ πιο εύκολο να μετατοπίσει το βάρος εμπρός, ώστε να ελαφρύνεις τον πίσω τροχό στην είσοδο και να τον κατευθύνεις προς το εξωτερικό της στροφής στο σημείο ακριβώς που θέλεις»

Πέρα όμως από τα ηλεκτρονικά, το σημαντικότερο για εμένα είναι η μείωση της ακαμψίας του πλαισίου κατά 10% και η αύξηση της ακαμψίας του ψαλιδιού κατά ίδιο ποσοστό

Το ABS και το traction control είχαν άψογη συμπεριφορά στις δύσκολες δικές μας συνθήκες. Είναι τελείως διαφορετικό να δοκιμάζεις το ABS με slick ελαστικά κρατώντας τα φρένα μέχρι το εσωτερικό της στροφής σε μεγάλη κλίση, από το να φρενάρεις οριακά με βρόχινα αγωνιστικά ελαστικά, πριν αφήσεις τα φρένα για να στρίψεις με πολύ μικρότερη κλίση. Στις δύο αυτές περιπτώσεις έχεις την ευκαιρία να καταλάβεις τα πάντα για την λειτουργία του, αλλά χρειάζεται να το γνωρίσεις και στις δύο περιπτώσεις κι όχι σε μία από τις δύο. Αντίστοιχα είναι τα πράγματα και για το traction control με την διαφορά ότι στο βρεγμένο αντιλαμβάνεσαι πολύ καλύτερα την προοδευτικότητα του συστήματος και τον βαθμό παρέμβασης. Δεν περίμενα η Honda να πράξει κάτι λιγότερο, από το να κυνηγήσει τα υψηλότερα των στάνταρ αυτή την στιγμή. Δεν είχε και επιλογή άλλωστε. Όταν μπαίνεις τελευταίος στον χορό των ηλεκτρονικών δεν υπάρχουν περιθώρια για αναθεωρήσεις. Θα πρέπει κατευθείαν να βρεθείς στο ίδιο σκαλί με τους υπόλοιπους, αν όχι στο πιο πάνω.
Όταν βρίσκεσαι σε μία τέτοια παρουσίαση, τόσο σημαντική, η χαρά της οδήγησης είναι μονάχα μία πτυχή της δουλειάς. Η συζήτηση με τους ανθρώπους του εργοστασίου έχει σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα. Το «σημαντική παρουσίαση» στην αρχή της παραγράφου, χαρακτηρίζει την τεχνολογική πολυπλοκότητα του μοντέλου και τον βαθμό κατάρτισης όσων έδωσαν το παρόν. Δεν έχει να κάνει με το αγοραστικό ενδιαφέρον του κόσμου, ή την εμπορικότητα του μοντέλου. Οι μηχανικοί του CBR1000RR είναι από τους καλύτερους στην Honda και μαζί τους έφεραν τους καλύτερους από Bridgestone και Ohlins. Είχα την ευκαιρία να απευθύνω τις ερωτήσεις απευθείας στα αυτιά εκείνου που ήταν σε θέση να απαντήσει… Μαθαίοντας για παράδειγμα για τις χιλιάδες γραμμές κώδικα που χρειάζονται οι αναρτήσεις του SP, τον λόγο που λειτουργούν με προκαθορισμένα βήματα και όχι ελεύθερα ανάμεσα σε πλαίσια, όπως της Aprilia, και εκείνος να εκθέσει τα υπέρ και τα κατά κάθε επιλογής. Μιλάμε για μία σπάνια ευκαιρία. Οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις του SP έχουν ένα πολύπλοκο τρόπο λειτουργίας, για τον οποίο μπορείς –αν βαριέσαι- να μην μάθεις καμία λεπτομέρεια και να τις διαχειριστείς με εύκολο τρόπο που δεν μαρτυρά τι γίνεται παρακάτω.

Τα εθνικά πρωταθλήματα έχουν φτάσει σε σημείο που μονάχα με πολλά λεφτά και προετοιμασία, μπορείς να τα κυνηγήσεις. Υπάρχουν αγώνες που μπορείς να συμμετέχεις με πολύ μικρότερο κόστος, όμως σε γενικές γραμμές τα πρωταθλήματα έχουν ξεφύγει πλήρως από τότε που αγόραζες μία μοτοσυκλέτα από τον αντιπρόσωπο και την επόμενη μέρα την έτρεχες με σκοπό το κύπελλο. Πολλές δεκαετίες και τεράστια βήματα εξέλιξης έχουν γίνει από τότε, και τώρα έρχονται τα ηλεκτρονικά να μας φέρουν πιο κοντά σε αυτή την εξαιρετική περίπτωση: Να αγοράζουμε κάτι ανταγωνιστικό με αυτό που ο πρωταθλητής της χώρας κερδίζει το κύπελλο!

Είχαμε αυτή την συζήτηση με τον Freddie Spencer, τον άνθρωπο που το μυαλό του και το χέρι του, ήταν το software και το hardware ενός traction control που διαχειριζόταν σε αγωνιστικές συνθήκες περισσότερα άλογα σε λιγότερα κιλά. Και το έκανε αλάνθαστα πατώντας στα χειρότερα ελαστικά. Λέγοντας πως τα ηλεκτρονικά θα μας δώσουν ή μας δίνουν, την ευκαιρία να είμαστε κοντά στην κορυφή ενός εθνικού πρωταθλήματος, απλά περνώντας την πόρτα του αντιπροσώπου, σηματοδοτεί μία νέα εποχή για αυτό το σπορ. Υπό λογικά πλαίσια μπορείς να πεις ότι είναι και προσιτή μία τέτοια μοτοσυκλέτα. Όχι για την δική μας οικονομική κατάσταση, όχι για την εποχή μας, όμως και τότε που κέρδιζε κανείς - απλά αγοράζοντας την superbike της εποχής, χρειαζόταν ένα τεράστιο ποσό συγκριτικά με τον μέσο μισθό της εποχής. Αντί να υποστηρίζεσαι από μία ομάδα μηχανικών για να τρέχεις έναν αγώνα, έρχεται η Ohlins και σου λέει ότι θα το κάνεις μόνος σου - και μάλιστα θα σε βοηθήσει ξεμπλέκοντας τις διαφορετικές καταστάσεις λειτουργίας και απλοποιώντας τις ρυθμίσεις. Εννοείται ότι θέλεις έναν χάρτη στην αρχή για να πλοηγηθείς στο μενού, αφού δεν χωράνε συγκεντρωμένα όλα αυτά στην έγχρωμη, πανέμορφη οθόνη, όμως αμέσως θα το συνηθίσεις και θα αποστηθίσεις τις διαδικασίες.

Είχα επίσης πολύ περισσότερο χρόνο παρέα με τον κ. Masatoshi Sato, υπεύθυνο εξέλιξης του νέου CBR, από την αρχική μας συνομιλία στην EICMA, όταν τον ρωτούσα για τις αλλαγές στο σύστημα ψύξης του CBR και την σχεδιαστική λεπτομέρεια στην ψύξη του τέταρτου και τρίτου κυλίνδρου, που στο προηγούμενο επέφερε διαφορά στην δυνατότητα αποβολής θερμότητας. Τα είχαμε γράψει αυτά στο ρεπορτάζ από την EICMA στο τεύχος 565… Επειδή τέτοιες ερωτήσεις δεν είχε συνηθίσει να ακούει από δημοσιογράφους, θυμόταν το όνομα και τώρα ρωτούσε ο ίδιος πώς ήταν η μοτοσυκλέτα, αν μου άρεσε το design κτλ… Του μετέφερα εκτός από την δική μας άποψη, κι όσα έγραφαν στο Facebook του MOTO συμφωνώντας οι περισσότεροι πως δεν τους αρέσει το τελικό της εξάτμισης και διαφωνώντας για την συνολική εικόνα της μοτοσυκλέτας, που στους περισσότερους άρεσε και μάλιστα αρκετά…

Στο τεύχος Μαρτίου λοιπόν, στο επόμενο τεύχος του MOTΟ, θα δώσουμε μία εκτεταμένη ανάλυση σε όλα τα παραπάνω, όπως ακριβώς χρειάζεται, στην έκταση που τους αξίζει και μπορούν να πάρουν στην έντυπη έκδοση. Θα σχολιάσουμε επίσης και το «πρέπει να ακούς το κοινό σου» που είπε ο αρχιμηχανικός του CBR, την στιγμή που μάλλον τους πήρε πολύ καιρό από τότε που άκουσαν μέχρι τότε που έπραξαν… έμαθαν όμως το μάθημα – μου τόνισε κλείνοντας το μάτι. Οι Ιάπωνες έχουν αλλάξει: Κανονικά δεν μιλούν για τον ανταγωνισμό, δεν είναι διαχυτικοί για όσα φτιάχνουν και προπαντός δεν «κλείνουν το μάτι», ενώ γενικότερα οι γκριμάτσες περιορίζονται ανάμεσα σε φίλους… οπότε αυτά είναι νέα δεδομένα και φανερώνουν αλλαγές και στον τρόπο σκέψης.

Ο John McGuinness όπως είναι κάθε φορά όταν πρόκειται να οδηγήσει...
 
 
Δείτε περισσότερες φωτογραφίες από την παρουσίαση των Honda CBR1000RR και CBR1000RR SP: