Dunlop Roadsmart IV: Το δοκιμάζουμε σε όλες τις συνθήκες

Η νέα γενιά Roadsmart εξισώνει τις συνθήκες του δρόμου

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/4/2022

Συνομιλώντας κατά καιρούς με τα στελέχη των μεγαλύτερων κατασκευαστών ελαστικών, έχω καταγράψει ορισμένους κοινούς προβληματισμούς που παραδέχονται όλοι τους πως ισχύουν στον ίδιο βαθμό, κι ένας από αυτούς είναι πως τα ελαστικά που προορίζονται για καθημερινή χρήση δρόμου, έχουν στην πράξη τόσες απαιτήσεις που ο σχεδιασμό και η εξέλιξή καταλήγει δυσκολότερο έργο από την εξέλιξη ενός αγωνιστικού ελαστικού. Διότι το τελευταίο καλείται να κάνει ένα πράγμα, τα ελαστικά αυτής της κατηγορίας πρέπει να είναι σπορ με αξιώσεις, αλλά να έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής, καλή απόδοση στο βρεγμένο, να ζεσταίνονται γρήγορα αλλά να μην υπερθεμαίνονται εύκολα, να απορροφούν ανωμαλίες του δρόμου χωρίς όμως κινητικότητα πέλματος και να αντέχουν και στο φόρτωμα και τέλος, εκείνο που παραβλέπουν όλοι, να διατηρούν αυτά τα χαρακτηριστικά σε αρκετές διαφορετικές διαστάσεις!

Υψηλόβαθμο στέλεχος της Dunlop στην Ευρώπη εξηγούσε στο ΜΟΤΟ, κατά την παρουσίαση του νέου ελαστικού που έχετε ήδη διαβάσει στο τεύχος 629, πως το Roadsmart IV είναι ο κοινός τόπος επαφής της εταιρείας με εκατοντάδες χιλιάδες αναβάτες, που σημαίνει πως η ανάπτυξή του έχει μεγαλύτερη σημασία από τα αγωνιστικά ελαστικά των Moto2 και Moto3 στα MotoGP που τα τελευταία χρόνια η Dunlop είναι αποκλειστικός προμηθευτής.

Η αναφορά δεν ήταν τυχαία, καθώς το Roadsmart IV επωφελείται από την τεράστια αγωνιστική πορεία της Dunlop με τρόπο πολύ άμεσο και πρακτικό και όχι θεωρητικό. Οι αγώνες αποτελούν τον τόπο της εξέλιξης του είδους, χωρίς αυτούς η εξέλιξη όχι μόνο είναι αργή αλλά μπορεί να οδηγηθεί και σε λάθους δρόμους. Μπορείς να πεις πως όλα τα ελαστικά δρόμου κάθε εταιρείας επωφελούνται από την αγωνιστική της πορεία με βάση την εμπειρία που έχει αποκτηθεί, όμως εδώ μιλάμε για κάτι τελείως πρακτικό και όχι θεωρητικό: Πρόσφατα το τμήμα αγωνιστικών ελαστικών της Dunlop, αυτό που κατασκευάζει τα ελαστικά της Moto2 και της Moto3, μετακόμισε από το Birmingham της Αγγλίας όπου βρισκόταν επί δεκαετίας, στο βασικό εργοστάσιο της Dunlop στην Γαλλία, εκεί που κατασκευάζονται και τα Roadsmart IV. Η μεταφορά αυτή προίκισε τις γραμμές παραγωγής των ελαστικών δρόμου με ορισμένες πολύ ενδιαφέρουσες εργαλειομηχανές βουλκανισμού και επέτρεψε στην Dunlop να χρησιμοποιήσει ορισμένες τεχνικές κατασκευής που μέχρι στιγμής υπήρχαν μόνο στους αγώνες και στα αγωνιστικά ελαστικά που μπορούσαν να καλύψουν το υψηλότερο κόστος παραγωγής. Η ενοποίηση αυτή όμως, έδωσε πρόσβαση σε εργαλεία που μέχρι πριν δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί η ανάπτυξή τους χωρίς να αυξηθεί και το κόστος, κι έτσι από την απλή μεταφορά τεχνογνωσίας και εμπειρίας που γινόταν μέχρι πριν άμεσα και απρόσκοπτα στην κοινωνία της πληροφορίας που ζούμε, πλέον άνοιξε ο δρόμος και για την φυσική χρήση του εξοπλισμού!

Κι έτσι το Roadsmart IV γίνεται πλέον το πρώτο ελαστικό της κατηγορίας που κάνει χρήση της τεχνολογίας Jointless Tread. Η ονομασία περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο τοποθετείται η γόμα πάνω στον σκελετό. Όπως ακριβώς και με την Jointless Belt τεχνολογία για την κατασκευή του σκελετού που είτε με αυτή την ονομασία είτε με διαφορετική, όλοι οι μεγάλοι κατασκευαστές χρησιμοποιούν, αντίστοιχα και με την Jointless Tread η εξωτερική γόμα απλώνεται σε λωρίδες σε μορφή μαστίχης τυλιγμένη πάνω στον σκελετό και γίνεται ένα σώμα κατά την διαδικασία του βουλκανισμού στην νέα εργαλειομηχανή που μέχρι πριν είχαν πρόσβαση μονάχα τα αγωνιστικά ελαστικά. Μέχρι τώρα η γόμα των ελαστικών αυτής της κατηγορίας ήταν ένα φύλλο που τύλιγε τον σκελετό και επικολλιούνταν επάνω του και ο βουλκανισμός, μεταξύ άλλων, εξαφάνιζε και το σημείο της ένωσης.

Η άλλη βασική διαφορά που έχει το νέο ελαστικό με τον προκάτοχό του, είναι στην εξέλιξη της ίδιας της Jointless Belt τεχνολογίας καθώς τώρα το νήμα που αποτελεί τον σκελετό είναι ένα και ενιαίο, εφαρμόζεται απευθείας στο εσωτερικό πέλμα και περιμένει την γόμα σε μορφή μαστίχης για να επικολληθεί. Μέχρι τώρα η κατασκευή του σκελετού ξεκινούσε φτιάχνοντας μία πλακέ ζώνη από τρεις χορδές που εμποτίζονταν στο ίδιο μίγμα της γόμας, κι έπειτα αυτή η ζώνη τυλιγόταν πάνω στο εσωτερικό πέλμα με την Jointless Belt τεχνολογία. Ο εμποτισμός σε γόμα και η δημιουργία ζώνης ήταν ο μόνος τρόπος συγκόλλησης όλων των διαφορετικών στρωμάτων πριν ξεκινήσει ο βουλκανισμός. Τώρα μπορεί και αυτή η διαδικασία να αλλάξει κι έτσι ένα ενιαίο νήμα, χωρίς κάποιον εμποτισμό, τυλίγεται πάνω στο εσωτερικό πλέγμα και απευθείας εφαρμόζεται το μίγμα της γόμας με Jointless Tread τρόπο. Το βασικό κέρδος αυτής της αλλαγής είναι το μικρότερο βάρος του ελαστικού και η καλύτερη απαγωγή θερμότητας, καθώς ο σκελετός παίζει τον μεγαλύτερη ρόλο στην διατήρηση θερμότητας του ελαστικού και πλέον είναι σε αμεσότερη επαφή με το εσωτερικό πλέγμα και την εξωτερική γόμα.

Φυσικά, η κυριότερη αλλαγή που αντιλαμβάνεται κανείς κοιτώντας το ελαστικό δεν είναι τίποτα από τα παραπάνω, αλλά η νέα χάραξη. Στο προηγούμενο μοντέλο που θα εξακολουθήσει για πολύ καιρό να παράγεται αλλά σε νέα τιμή αποτελώντας μία πιο προσιτή λύση, η Dunlop είχε εφαρμόσει μία τεχνική σχεδιασμού που την αποκαλεί «νησίδες» καθώς τα αυλάκια είναι χωρισμένα σε ομάδες που καλύπτουν το ελαστικό αφήνοντας κενά αχάρακτης γόμας ανάμεσά τους. Αφήνει πίσω της την τεχνική των ομάδων αυλακιών, των «νησίδων» και φτιάχνει τώρα μία νέα χάραξη παρόλο που ο τρόπος αυτός αποδείχτηκε αποτελεσματικός στο Roadsmart III. Βάζοντας όμως στόχο να αναβαθμίσει την απόδοση στο βρεγμένο και ταυτόχρονα την σπορ συμπεριφορά, χρειάστηκε κάτι νέο καθώς αποδείχτηκε πως οι νησίδες προσέδιδαν κινητικότητα πέλματος σε ακραία σπορ, ρυθμό οδήγησης. Παράλληλα τα νέα αυλάκια βελτιώνουν την διάρκεια ζωής, κάτι που αυτή την στιγμή αποτελεί δήλωση της Dunlop χωρίς να επαληθεύεται από εμάς, από την στιγμή που δεν έχουμε γράψει χιλιάδες χιλιόμετρα με τα νέα Roadsmart IV.

Εκείνο που με βεβαιότητα επαληθεύτηκε, ήταν τα δυναμικά χαρακτηριστικά του σε μία αρχική διαδρομή τριακοσίων χιλιομέτρων χωρίς στάσεις, πριν μπούμε μαζί τους στην ιδιωτική πίστα δοκιμών της Dunlop. Εκτός από μία κανονική πίστα με έντονες υψομετρικές διακυμάνσεις στην μορφολογία της, η Goodyear, στην ομπρέλα της οποίας είναι και η Dunlop, διαθέτει και μία σειρά εξεζητημένων πεδίων δοκιμών για δοκιμές στο βρεγμένο και για δοκιμές ελιγμών και ευελιξίας. Η πίστα εξομοίωσης βροχής γεμίζει νερό και μάλιστα δημιουργεί και αυλάκια με περισσότερη ροή ώστε να έρχεται πολύ κοντά σε συνθήκες καταιγίδας σε δημόσιο δρόμο και την περνάς μονάχα με αδιάβροχα καθώς είναι σαν να βρέχει εκεί μέρα από τους πίδακες που δημιουργούν τα ελαστικά, τόσο πολύ νερό που υπάρχει στην επιφάνειά της.

Είναι ένας εξεζητημένος μηχανισμός που διακινεί τεράστιες ποσότητες νερού αλλά σε απόλυτο σεβασμό του περιβάλλοντος. Η πίστα είναι κατασκευασμένη σε πλαγιά και δεν χρησιμοποιεί μπεκ για την κατάβρεξή της αλλά διατρέχεται από την αριστερή της μεριά από υπόγειο αυλάκι που στην ουσία είναι η υπερχείλιση διαφορετικών, συγκοινωνούντων δεξαμενών. Το νερό που ξεχειλίζει και διατρέχει την πίστα, συλλέγεται από υπόγεια υδρορροή που διατρέχει την πίστα από την δεξιά της μεριά κι αφότου φιλτραριστεί, επαναπροωθείται στις δεξαμενές. Το αποτέλεσμα είναι μία πίστα που μόνιμα την διατρέχει το νερό με ακανόνιστα σημεία όπου έχει περισσότερη ή λιγότερη ροή, ανάλογα με την υπερχείλιση. Είναι ένα εξαιρετικό πεδίο δοκιμών για να δεις την απόδοση σε βρεγμένο οδόστρωμα σε συνθήκες που μόνιμα προσομοιάζουν μία καταρρακτώδη βροχή.

Η αρχή βέβαια της ημέρας έγινε κυνηγώντας τον Peter Hickman μαζί με έναν Αυστριακό και δύο Γερμανούς συναδέλφους, σχηματίζοντας ένα ξεχωριστό γκρουπ πέντε αναβατών και δύο πλοηγών που πήραν οδηγίες από το μεγάλο αφεντικό της Dunlop για ακραία σπορ οδήγηση όπου οι συνθήκες το επέτρεπαν, «και μην τολμήσουν να πουν πως βαρέθηκαν». Το αποτέλεσμα ήταν να κάνει λόγο ο Peter Hickman, συνέντευξη του οποίου θα διαβάσετε σύντομα στο ΜΟΤΟ, για οδήγηση που ξεφεύγει από τα δικά του πρότυπα για ελαστικά δρόμου και αγνώστους συνοδοιπόρους, κι ας μην πλησιάσαμε ούτε στο ελάχιστο μία ημέρα του στο Isle of Man. Ήταν όμως η πλέον γρήγορη οδήγηση που επέτρεπε ο δρόμος και οι συνθήκες, με στάσεις μονάχα για να αλλάξουμε μοτοσυκλέτες, δοκιμάζοντας τα νέα ελαστικά από Suzuki GSX-S 1000GT, μέχρι Honda NT1000!

Η καλή η ημέρα φάνηκε από την πρώτη κιόλας στροφή, όταν ο πλοηγός χρειάστηκε να βγάλει το πόδι από τα μαρσπιέ του Versys 1000 που είχαν διπλώσει ξύνοντας την άσφαλτο με όλο τους πλέον το μήκος και όχι μονάχα τον αποστάστη. Βασικό μέλημα της Dunlop είναι να σχεδιάζει τα ελαστικά έτσι ώστε το πίσω να χάνει πρώτο την πρόσφυση, δίνοντάς σου χρόνο αντίδρασης. Πρόκειται για μία φιλοσοφία σχεδιασμού που ξεκινά από την γεωμετρία του ελαστικού αλλά δεν περιορίζεται μόνο εκεί και φυσικά ο λόγος είναι για σταθερή πρόσφυση του δρόμου και όχι για τις στιγμές που το εμπρός ελαστικό θα περάσει πρώτο από σημείο μειωμένης πρόσφυσης. Οπότε όταν πατήσεις χαλίκια ή βρεγμένο κομμάτι του δρόμου χάνοντας στιγμιαία πρόσφυση εμπρός, βασίζεσαι να σε ακολουθήσει το ελαστικό στην γρήγορη αντίδραση και να ανακτήσει άμεσα όπως φυσικά και υπήρξε τέτοια περίπτωση και μάλιστα σε ένα από τα ταχύτερα κομμάτια της διαδρομής, εκεί όπου συμβαίνουν αυτές οι περιπτώσεις.

Κρατώντας βαθιά τα φρένα μέσα στις στροφές για να διατηρηθεί ο υψηλός ρυθμός οδήγησης που επιβάλλει ο πλοηγός και με τον Peter Hickman να ακολουθεί, δίχως να αφήνει περιθώριο, η εμπιστοσύνη στο Roadsmart IV χτίζεται πολύ γρήγορα κι ανεβαίνει πολλούς ορόφους. Το ελαστικό διατηρεί την κατευθυντικότητά του και τα περιθώριά του βρίσκονται πολύ ψηλά, όπως διαπιστώσαμε αμέσως μετά στην πίστα αυτή την φορά με πλοηγό τώρα τον Hickman. Δίχως πλέον περιορισμούς και στην ασφάλεια που προσφέρει η ιδιαίτερη και άκρως τεχνική ιδιωτική πίστα της Goodyear-Dunlop και κρατώντας τις ίδιες street μοτοσυκλέτες, το Roadsmart IV μας αποκαλύπτεται πλήρως. Υψηλός βαθμός κλίσης που έρχεται αβίαστα και δεν προκύπτει από υπερ-προσπάθεια, ακριβώς το αντίθετο. Εμπιστοσύνη στο εμπρός ελαστικό που έχει ομοιογένεια στην συμπεριφορά του σε όλες τις μοίρες που συναντά την άσφαλτο και ταχύτητα προσαρμογής στις αλλαγές κλίσης σε ρυθμό που ξεφεύγει από την σπορ οδήγηση στον δρόμο, είναι το συμπέρασμα μετά από αρκετούς γύρους στην πίστα, φανερώνοντας τα υψηλά όρια που έχει το Roadsmart IV.

Στην πίστα – λίμνη, ο στόχος της Dunlop ήταν να βελτιώσει την απόδοση μεταξύ 7ο και 30ο κλίσης που θεωρεί πως είναι το μέσο εύρος κλίσης των αναβατών σε βρεγμένους δημόσιους δρόμους. Βασικό σημείο αναφοράς όμως για τους περισσότερους όταν οδηγούν σε καταρρακτώδη βροχή είναι οι 20ο κλίσης, κι εκεί το ελαστικό έχει 46 τετραγωνικά εκατοστά επαφής με την άσφαλτο, δηλαδή τρία περισσότερα από το Roadsmart III. Την έκδοση αυτή είχαμε δοκιμάσει στην ίδια ακριβώς πίστα έναντι όμως του ανταγωνισμού που βγήκε τότε καλύτερο ελαστικό και τώρα το δοκιμάζαμε έναντι της νέας του έκδοσης. Βέβαια και ο ανταγωνισμός έχει βελτιωθεί από τότε και μάλιστα αρκετά, είναι όμως χαρακτηριστικό πως το Roadsmart IV είχε βελτιωθεί αρκετά έναντι του III που τα οδηγούσαμε εναλλάξ σε ίδιο μοντέλο μοτοσυκλέτας. Να σημειωθεί πως στο παραπάνω εμβαδό ελαστικού αντιστοιχεί ποσοστό αυλακώσεων που αγγίζει το 12,6% έναντι 10,3% στο προηγούμενο μοντέλο που δεν είναι μικρή διαφορά. Ακόμη περισσότερα για το βρεγμένο αλλά και για τα δυναμικά χαρακτηριστικά του Roadsmart IV, διαβάζετε στο τεύχος #629 του ΜΟΤΟ.

Με διάφορες εκδόσεις για να προσαρμόζεται το ελαστικό σε βαρύτερες και πιο τουριστικές μοτοσυκλέτες, καθώς και πλήθος διαστάσεων το Roadsmart IV είναι ένα από τα πιο σημαντικά ελαστικά στην τεράστια γκάμα της Dunlop γιατί την φέρνει κοντά σε εκατοντάδες χιλιάδες αναβάτες. Ενώ οι sport-touring μοτοσυκλέτες έχουν πρακτικά εξαφανιστεί, τα sport-touring ελαστικά μονοπωλούν εδώ και χρόνια τις πωλήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο και όχι μόνο στην Ευρώπη και χρησιμοποιούνται σε καθημερινή βάση από μεγάλο εύρος των street μοτοσυκλετών. Για αυτό ακριβώς τον λόγο, η Dunlop επένδυσε αρκετά στην εξέλιξή του και του έδωσε δυναμικά στοιχεία για να είναι σύντροφος όλες τις ώρες, σε όλες τις καιρικές συνθήκες αλλά και σε κάθε ρυθμό οδήγησης.

 

Δοκιμή Honda SH 150i Top Box: Επίκαιρο σημείο αναφοράς

Η τέχνη της ισορροπίας
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

22/2/2022

Πλήρως αναβαθμισμένο το 2020 και με αισθητικές επεμβάσεις για το 2022,  με νέα χρώματα Mat Pearl Cool White Sporty, Mat Rock Gray Sporty, Pearl Nightstar Black, Timeless Gray Metallic και Pearl Splendor Red το Honda SH 150i παραμένει για άλλη μια χρονιά το σημείο αναφοράς στην κατηγορία έχοντας ως βασικό του όπλο την “μαγική ισορροπία” της προσωπικότητάς του, όπως και το επίσης νέο μικρότερο μέλος SH 125i το οποίο μπορεί να οδηγηθεί με δίπλωμα αυτοκινήτου μετά την αλλαγή της σχετικής νομοθεσίας. Αυτή την “μαγεία” αποκρυπτογραφούμε στην δοκιμή του επί ελληνικού εδάφους στο τεύχος 610 του περιοδικού ΜΟΤΟ:

 

Καλύτερο παντού!

 

Το SH 150i είναι αναμφίβολα ένα σημείο αναφοράς για τη κατηγορία του, όπως συμβαίνει με κάθε μέλος της οικογένειας SH. Για το 2020 ο στόχος είναι να γίνει ακόμη πιο… απρόσιτο για τον ανταγωνισμό, ανεβάζοντας τον πήχυ σε δυσθεώρητα ύψη!

 

Το έχουμε πει, και θα το ξαναπούμε. Το να προσπαθήσεις να βελτιώσεις ή να εξελίξεις ένα "πακέτο" που θεωρείται σημείο αναφοράς, είναι και δύσκολο, αλλά και επικίνδυνο. Δεν θέλει πολύ για να χαλάσει η "συνταγή", όσο καλές κι αν είναι οι προθέσεις. Όταν όμως το όνομά σου είναι Honda, τότε κατέχεις και την τέχνη και τον τρόπο για να αποφύγεις τις κακοτοπιές και τις παγίδες. Έχεις αναγάγει σε επιστήμη το να κάνεις το καλό καλύτερο και η έκβαση του αποτελέσματος μοιάζει με το χρονικό μιας προαναγγελθείσας επιτυχίας.

 

Δυναμική πολυτέλεια

Για να γίνει κάτι τέτοιο, προϋποθέτει πρώτα απ' όλα να έχεις ξεκάθαρο στο μυαλό το στόχο σου, εκεί που θέλεις να φτάσεις. Οι μηχανολόγοι και οι σχεδιαστές της Honda είχαν ήδη χαράξει τη ρότα τους για το νέο SH 150i: Περισσότερη δύναμη, περισσότερη ροπή, και καλύτερη κατανάλωση για τον κινητήρα. Αυξημένη πρακτικότητα, μεγαλύτερη άνεση σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμένο, αλλά κι ένα επιπλέον ηλεκτρονικό βοήθημα, θα ήταν το μπόνους για τη νέα γενιά. Ψιλοπράγματα δηλαδή…

Ξεκινώντας από τον σχεδιασμό, οι δύο άξονες που βασίστηκαν οι σχεδιαστές του, ήταν απαλές γραμμές και η στιβαρή εμφάνιση. Τα νέα πλαστικά κρατούν την οικογενειακή ταυτότητα αλλά δίνουν μια πιο δυναμική και σύγχρονη όψη, με τα LED φώτα ενσωματωμένα στην ποδιά που δημιουργούν νοητά το γράμμα "Η". Φυσικά το επίπεδο πάτωμα –εκ των ουκ άνευ για την οικογένεια των SH- έχει διατηρηθεί, καθώς αποτελεί ένα από τα πιο χρηστικά χαρακτηριστικά στοιχεία του, αλλά αυτό που δεν γίνεται αντιληπτό οπτικά από την πρώτη ματιά, είναι ο αυξημένος κατά 10 λίτρα αποθηκευτικός χώρος κάτω από τη σέλα, ο οποίος φτάνει πλέον συνολικά τα 18 λίτρα. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να φιλοξενήσει ένα full face κράνος, ενώ διαθέτει και θύρα USB για φόρτιση του κινητού τηλεφώνου του αναβάτη.

Η θέση οδήγησης παραμένει ως μία από τις καλύτερες και πιο άνετες θέσεις στην κατηγορία των scooter και παρά την αλλαγή στον σχεδιασμό των πλαστικών, αλλά και του πλαισίου όπως θα δούμε παρακάτω, οι άνθρωποι της Honda κατάφεραν να διατηρήσουν τα εργονομικά χαρακτηριστικά της. Αντίστοιχα επίπεδα άνεσης και χώρου αντιστοιχούν και για τον συνεπιβάτη, με την σωστή απόσταση μεταξύ σέλας και των αναδιπλούμενων μαρσπιέ να του παρέχει ικανοποιητική στήριξη.

Το πίσω φωτιστικό σώμα είναι κι αυτό με τεχνολογία LED, ενώ διαφορετική –σε σχέση με την προηγούμενη γενιά- είναι και η LCD οθόνη που παρέχει όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται ο αναβάτης. Μάλιστα η πλοήγηση και η εναλλαγή στις ενδείξεις, γίνεται πλέον πανεύκολα μέσω ενός διακόπτη στα αριστερά χειριστήρια. Όπως το προηγούμενο SH έτσι και το μοντέλο του 2020 διαθέτει keyless τεχνολογία, με την λειτουργία "answer back" να μεταφέρεται επίσης αυτούσια, σε περίπτωση που δεν μπορείτε να ξεχωρίσετε ποιο απ' όλα τα παρκαρισμένα SH είναι το δικό σας και θέλετε να σας κάνει… νόημα με τα φλας για να πάτε κοντά του. Η φιλοσοφία του περιστροφικού κεντρικού διακόπτη δεν έχει αλλάξει, κάνοντας εξαιρετικά απλό τον χειρισμό του.

Τετραβάλβιδη… εποχή σε νέο πλαίσιο!

Ο μονοκύλινδρος υγρόψυκτος κινητήρας είναι σχεδιασμένος από την αρχή και δεν μια απλή εξέλιξη του προηγούμενου και είναι ο τετραβάλβιδος eSP+ που πέρα όλων των άλλων, κάνει συμβατό το SH 150i με τις Euro5 προδιαγραφές. Σε σύγκριση με τον διβάλβιδο κινητήρα που αντικαθιστά, ο νέος κινητήρας προσφέρει πιο ζωηρή επιτάχυνση και υψηλότερη τελική, ενώ βελτιώνει παράλληλα και τα επίπεδα της κατανάλωσης. Οι σαφώς πιο υπερτετράγωνες διαστάσεις του χαρίζουν μεγαλύτερη ευστροφία και η μέγιστη ιπποδύναμη των 16,6 ίππων (από 15 του προηγούμενου μοντέλου) αποδίδεται 250 στροφές πιο ψηλά (στις 8.500), ενώ η ροπή των 1,5 χιλιογραμμόμετρων (από 1,4kgm) κορυφώνεται 500 στροφές νωρίτερα. Παράλληλα, με τις πιο υπερτετράγωνες διαστάσεις που προτιμήθηκαν για να δημιουργηθεί και χώρος για τις τέσσερις βαλβίδες, έχει αυξηθεί και ο λόγος συμπίεσης, με τον συγκεκριμένο κινητήρα να αποτελεί υπόδειγμα συγκέντρωσης των μαζών. Το ψυγείο δεν είναι τοποθετημένο μπροστά από τον κινητήρα, αλλά είναι ουσιαστικά ενσωματωμένο πάνω του, δημιουργώντας έτσι ένα απλό και με μικρές διαστάσεις σύνολο.

Μία από τις σημαντικές προσθήκες είναι το HSTC (το traction control της Honda, που πλέον αναβαθμίζει σημαντικά τον ηλεκτρονικό του εξοπλισμό. Προφανώς δεν έχει προστεθεί για να τιθασεύσει την κτηνώδη ροπή του SH, αλλά αυξάνει δραματικά τα επίπεδα ασφάλειας κατά την οδήγηση στο βρεγμένο, ειδικά αν προσθέσετε στην εξίσωση και την ποιότητα της ελληνικής ασφάλτου μέσα στις μεγαλουπόλεις. Το Idling Stop έχει διατηρηθεί και στη νέα γενιά του SH 150i, με ακριβώς την ίδια φιλοσοφία κατασκευής του προηγούμενου μοντέλου, με την μίζα να παίζει και το ρόλο του βολάν.

Σε ό,τι αφορά το πλαίσιο, ο κύριος παράγοντας που επηρέασε τον επανασχεδιασμό του ήταν η αύξηση του αποθηκευτικού χώρου και του επιπέδου της άνεσης. Στο νέο SH150i το ρεζερβουάρ των 7 λίτρων είναι πλέον τοποθετημένο κάτω από το πάτωμα κι όχι κάτω από τη σέλα που βρισκόταν μέχρι τώρα, με αποτέλεσμα να αυξηθεί γενναία ο αποθηκευτικός χώρος. Το νέο πλαίσιο δίνει και μεγαλύτερο μεταξόνιο κατά 10mm, επηρεάζοντας θετικά την σταθερότητα του SH, ενώ η σέλα παρέμεινε στο εύκολα προσβάσιμο ύψος των 799 χιλιοστών.

Αλλαγή έγινε όμως τόσο στο μοχλικό του κινητήρα με το πλαίσιο όσο και στην γωνία τοποθέτησης των δύο αμορτισέρ, με αποτέλεσμα να γίνεται πολύ καλύτερο φιλτράρισμα των ανωμαλιών και των δυνάμεων στρέψης που ασκούνται στην πίσω ανάρτηση, παρά την μικρή σχετικά διαδρομή των 83 χιλιοστών.

Πολυτελής χρηστικότητα

Το πρώτο πράγμα που πραγματικά κλέβει τις εντυπώσεις όταν αντικρύζεις για πρώτη φόρα το SH 150i, είναι η ποιότητα κατασκευής. Όσο κι αν η Honda μας έχει συνηθίσει σε ένα υψηλό ποιοτικό επίπεδο, δεν μπορείς να μην εντυπωσιαστείς από την κατασκευή του μικρού SH. Τα πλαστικά, η συναρμογή τους, η πέρλα στην βαθιά βαφή το κάνουν να ξεχωρίζει από οποιοδήποτε άλλο σκούτερ της κατηγορίας. Από την στιγμή που θα κάτσεις στη σέλα του, νιώθεις αυτό το overdose ποιότητας να καλύπτει κάθε τετραγωνικό εκατοστό του κορμιού σου. Η θέση οδήγησης κινείται κι αυτή στα γνωστά υψηλά επίπεδα των προηγούμενων μοντέλων, με την εργονομία να παίζει βασικό ρόλο. Σωστές γωνίες, άνετη στάση σώματος και τα χειριστήρια με τους διακόπτες να βρίσκονται εκεί ακριβώς που πρέπει. Το επίπεδο πάτωμα –σήμα κατατεθέν των SH- μαζί με τον γάντζο στο πίσω μέρος της ποδιάς, είναι η "χρηστική σημαία" του μονοκύλινδρου σκούτερ. Ο χώρος κάτω από τη σέλα έχει μεν μεγαλώσει δραστικά, αλλά χωρά ένα full face κράνος, ενώ έχει δημιουργηθεί χώρος για ένα μικρό τσαντάκι ή τα αδιάβροχα του αναβάτη που σε συνδυασμό με το Top Case της συγκεκριμένης έκδοσης, αυξάνει ακόμη περισσότερο τις δυνατότητες φόρτωσης. Το SH 150i είναι από τα πιο ακριβά σκούτερ στην κατηγορία, αλλά και μόνο από την πολυτέλεια που ξεχειλίζει δικαιολογεί το μεγαλύτερο μέρος της διαφοράς του. Το μικρό ποσοστό που απομένει, αναλαμβάνει να το δικαιολογήσει η συμπεριφορά και η απόδοσή του.

Το πάτημα της μίζας σηματοδοτεί μία από τις ποιοτικότερες λειτουργίες σε κινητήρα σκούτερ, με ένα διακριτικό ήχο να απελευθερώνεται από το τελικό της εξάτμισης. Αυτό το χαρακτηριστικό και η παντελής απουσίας οποιασδήποτε υποψίας κραδασμού, άνετα θα μπορούσαν να πείσουν κάποιον ότι το SH 150i είναι… ηλεκτρικό! Ακόμη κι όταν περιστρέψεις το γκάζι, η εντύπωση αυτή παραμένει, χάρη στην εξαιρετικά γραμμική λειτουργία του eSP+ κινητήρα. Ο τετραβάλβιδος κινητήρας έχει προσθέσει μια μεστή ζωντάνια στις επιταχύνσεις και το πάντρεμα με την προοδευτικότητα στην απόδοση σε βάζει σε μια διαδικασία νιρβάνας. Δεν είναι τόσο η αύξηση σε απόλυτα νούμερα της δύναμης που κάνει εντύπωση, όσο το ότι το "χτίσιμο" της δύναμης στη χαμηλή και μεσαία μπάντα των στροφών, είναι όσο και όπως πρέπει. Το SH σου δίνει ό,τι ακριβώς χρειάζεσαι για να κινηθείς σβέλτα μέσα στο αστικό χάος, πολλά περισσότερα απ' όσα θα περίμενες από έναν κινητήρα σχεδόν 157 κυβικών μόνο. Ακόμη κι όταν βρεθείς σε κάποια ανοιχτή λεωφόρο η δύναμη ψηλά είναι αρκετή για να γράψει το ψηφιακό κοντέρ ταχύτητες πάνω από 120Km/h. Από πλευράς επιδόσεων, το SΗ 150i διαθέτει την ικανότητα να σου καθιστά περιττή την επιλογή μεγαλύτερων κυβισμών. Η λειτουργία idle stop παραμένει υποδειγματική με το συγκεκριμένο σύστημα της Honda να αποτελεί case study για τον ανταγωνισμό. Χωρίς καμία υστέρηση, χωρίς καμία απότομη αντίδραση, μόλις περιστρέψεις το γκάζι από σταματημένος και με τον κινητήρα σβηστό, ξεκινά κι επιταχύνει σαν να μην είχε σταματήσει να λειτουργεί ποτέ!

Κι αν ο κινητήρας είναι αυτός που "κλέβει" τα εύσημα, το πακέτο των αναρτήσεων και του πλαισίου είναι ο κρυφός άσος του SH. Η σφιχτή, αλλά ταυτόχρονα ποιοτική λειτουργία του πιρουνιού και των δύο αμορτισέρ, συνεργάζεται άριστα με το πλαίσιο για να σου μεταφέρουν μια συμπαγή και ενιαία αίσθηση, ανεξάρτητα από την ποιότητα της ασφάλτου που πατούν οι ρόδες του SH150i. Αυτό βέβαια ανέκαθεν αποτελούσε χαρακτηριστικό ολόκληρης της οικογένειας των SH, αλλά κάθε φορά που το βιώνουμε σε δοκιμή, αντιλαμβανόμαστε με τον καλύτερο τρόπο την σημαντική διαφορά μεταξύ μιας απλώς σφιχτής λειτουργίας των αναρτήσεων και των σωστά μελετημένων αποσβέσεων που εμπνέουν την εμπιστοσύνη που χρειάζεσαι. Μπορεί να αφαιρεί μερικούς πόντους από την άνεση, αλλά σε καμία περίπτωση δεν φτάνει στο σημείο να ταλαιπωρεί την σπονδυλική σου στήλη. Και επειδή για την Honda το "πολύ" δεν είναι ποτέ αρκετό, για να φτάσει το επίπεδο της ασφάλειας σε δυσθεώρητα ύψη για την κατηγορία, έχει προσθέσει και traction control στον ηλεκτρονικό εξοπλισμό, πέρα από το ABS. Θα μπει σπάνια σε λειτουργία και σε περιπτώσεις που θα το παρακάνει ο αναβάτης σε πολύ γλιστερό ή βρεγμένο δρόμο, αλλά ακόμη και τότε, θα επέμβει διακριτικά στο σωστό timing.

Με το SH 150i η Honda προτάσσει για άλλη μια φορά, μια άσκηση σχεδιαστική, κατασκευαστικής και ποιοτικής υπεροχής. Επιβεβαιώνει και πάλι ότι ανεξαρτήτως κατηγορίας, οι εκπτώσεις στην ποιότητα, στην φιλικότητα και στην λειτουργικότητα, είναι κάτι που δεν αφορούν την φιλοσοφία της Big-H…

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Honda SH 150i Top Box

Αντιπρόσωπος:

Αδελφοί Σαρακάκη Α.Ε.Β.Μ.Ε.

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.090

Ύψος (mm):

1.130

Μεταξόνιο (mm):

1.350

Απόσταση από το έδαφος (mm):

145

Ύψος σέλας (mm):

799

Ίχνος (mm):

85,2

Γωνία κάστερ (˚):

26

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

600

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

600

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

770

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

650

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

143

(χωρίς καύσιμο: 137,75)

Πίσω

61,9%

Εμπρός

38,1%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

6,6%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό

Πλάτος (mm):

730

Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):

134,1

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος με 1ΕΕΚ και 4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

60 x 55,5

Χωρητικότητα (cc):

156,9

Σχέση συμπίεσης:

12,0:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

16,6 / 8.500

Ροπή (kg.m/rpm):

1,5 / 6.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

105,8

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

1 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Αυτόματος φυγοκεντρικός

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

8,07

Πραγματικά

 

 

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Δύο αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

83

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίων

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

16M/C x MT2.75

Ελαστικό:

120/80-16

ΦΡΕΝΟ

Δισκόφρενο με δικάναλο ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

89 / 33

Ρυθμίσεις:

Καμία

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

16M/C x MT2.50

Ελαστικό:

100/80-16

ΦΡΕΝΟ

Δισκόφρενο με δικάναλο ABS

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

 

Αυτονομία (km):

 

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

7 / -