Honda Forza 300: Η άλλη ματιά από τον Μάκη Παπαδημητρίου

"Πού είναι το διαστημόπλοιο μπαμπά...;"
22/10/2020

Η ιδέα να δώσουμε ένα Honda Forza 300 για μία εβδομάδα στον ηθοποιό Μάκη Παπαδημητρίου, μόνο "περίεργη" δεν ήταν, καθώς όπως θα διαβάσετε και παρακάτω, ο Μάκης ήταν... ένας από εμάς. Πριν αρχίσει να διαγράφει μια λαμπρή καριέρα στον χώρο της Τέχνης, είχε "θητεύσει" στην Συντακτική Ομάδα του περιοδικού. Τώρα, με τις υποχρεώσεις να τον κυνηγούν χειρότερα κι από... τύψεις, ήταν η ιδανική ευκαιρία για να δούμε μια διαφορετική ματιά από αυτή της δικής μας δοκιμής, με το Forza 300 στο πεδίο του καθημερινού "τρεξίματος", των παραστάσεων, των σχολείων και της βόλτας. Απολαύστε το!

 

Εκτός από το Typhoon 80, το πρώτο μου μηχανάκι το μακρινό 1996, δεν είχα ποτέ ξανά scooter. Ανέβηκα λοιπόν στο Honda Forza 300 και έκανα στο μυαλό μου μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα ένα αστραπιαίο ταξίδι εξέλιξης είκοσι και πλέον ετών σε ένα είδος μοτοσυκλετών που σχεδόν αγνοούσα. Η εξέλιξη των scooter και δη των μεγάλων scooter, είναι τόσο έντονη σε όλους σχεδόν τους τομείς, που μπορείς να πεις ότι το είδος κυριολεκτικά αναδημιουργήθηκε.

Όλα επάνω στο Forza είναι προσανατολισμένα προς την άνεση του αναβάτη και του συνεπιβάτη. Η θέση οδήγησης είναι όρθια φέρνοντας το σώμα σε όρθια στάση, αποφορτίζοντας έτσι σε μεγάλο βαθμό την ένταση στους ραχιαίους, ακόμα και μετά από αρκετή ώρα οδήγησης. Εδώ συνεισφέρει και η εξαιρετική σέλα, που αν και για το ύψος μου είναι λίγο φαρδιά, παραμένει πολύ αναπαυτική. Τα χέρια έρχονται μπροστά σε φυσική θέση και το άνοιγμα του τιμονιού είναι ακριβώς όσο πρέπει (τουλάχιστον για τις διαστάσεις μου... ευχαριστώ Honda).

Ο γνωστός από το SH  αξιόπιστος κινητήρας, κάνει πολύ διακριτικά τη δουλειά του και συμβάλλει με τρόπο που αντανακλάται και στη συνολική ποιότητα κίνησης. Ούτε ξεσπάσματα, ούτε μηχανικοί θόρυβοι, ούτε κραδασμοί. Και κατανάλωση μόλις 4,2lt/100km σε συνθήκες πόλης (και μάλιστα το όργανο του Forza έδειχνε ελαφρώς μεγαλύτερη κατανάλωση, στα 4,5lt/100km!). Σίγουρα πέφτει και κάτω από τα τέσσερα λίτρα σε μεγαλύτερες διαδρομές.
Μετά από τόσα χρόνια και τόσα διαφορετικά μηχανάκια, καταλήγω να μην ενδιαφέρομαι τόσο για ιπποδυνάμεις και επιδόσεις, αλλά για ποιότητα μετακίνησης. Και στο Forza 300, η συνολική φιλοσοφία με βρίσκει απολύτως σύμφωνο. Δεν είναι το πιο γρήγορο ή το πιο δυνατό, αλλά θέλεις να το καβαλάς συνέχεια.


Αν και μικροί οι τροχοί του, στρίβει με ασφάλεια και τα φρένα με το ABS κάνουν εξαιρετική δουλειά σε όλα τα είδη ασφάλτου. Κι εδώ είναι κάτι που δεν μου λείπει, το αντίθετο μάλιστα. Το μπροστινό φρένο δεν έχει αυτό που λέμε δυνατό αρχικό δάγκωμα, επιβραδύνει προοδευτικά και σε φρενάρισμα διαρκείας από πολλά χιλιόμετρα ίσως θέλει λίγη δύναμη παραπάνω. Αλλά! Καλά κάνει και δεν έχει. Μου αρέσει που δεν με ταράζει. Θέλει να με πάει από εδώ εκεί και να μην καταλάβω ούτε το παραμικρό. Δεν θέλω απόδοση supersport σε scooter. Ηρεμήστε με τα άλογα και τις επιδόσεις, τα "στρίβει σαν ξυράφι" και "φρενάρει πετώντας άγκυρες".
Έχει και traction control που απενεργοποιείται κιόλας με κουμπί στο αριστερά χειριστήρια. Μπαίνει μόνο στις εκκινήσεις με τέρμα γκάζι και άσφαλτο "γυαλί". Κατά τ' άλλα, απλώς το ξεχνάς.


Στο Forza 300 υπάρχει άπλετος χώρος. Είναι χαρακτηριστική η άνεση και η ευκολία με την οποία το μεταφέρει αναβάτη και συνεπιβάτη (και με αποσκευές) και νομίζω ότι τον χώρο κάτω από τη σέλα θα τον εκτιμήσουν όσοι έχουν παιδί στο δημοτικό, όταν θα ανοίξουν για να βάλουν την τσάντα της έκτης με όλα τα βιβλία και θα ανακαλύψουν ότι την χωράει!
Η ζελατίνα είναι ηλεκτρική και έχει διαδρομή 14 εκατοστών από το ναδίρ στο ζενίθ (καλο;). Ψαρώνουν οι "αυτοκινητισταί" στα φαναρια. Τώρα γιατί λέγεται ζελατίνα...; Ας πούμε ο ανεμοθώραξ!
Πλησιάζεις το Forza, με το κλειδί στην τσάντα (είναι keyless). Καβαλάς, γυρνάς τον διακόπτη, πατάς τη μίζα κι έφυγες. Έτσι απλά. Ήσυχα. Ξεκούραστα. Με ποιότητα. Με ασφάλεια.

Όταν το επέστρεψα στο περιοδικό, πήγα να πάρω το γιο μου από το σχολείο με τη δική μου μοτοσυκλέτα. "Που είναι το διαστημόπλοιο;", με ρώτησε. "Το έδωσα αγόρι μου, δεν ήταν δικό μου"... απαντώ. "Γιατί ρε μπαμπά;" αποκρίθηκε.

Του Μάκη Παπαδημητρίου

Φωτό: του ιδίου

* Ο Μάκης Παπαδημητρίου είναι ένας από τους πλέον ταλαντούχους ηθοποιούς της νέας… κοπής. Πριν αποφασίσει να ασχοληθεί με την δραματική τέχνη, ο Μάκης φοιτούσε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στο τμήμα Φυσικής, αλλά τελικά τον κέρδισε η τέχνη εις βάρος της επιστήμης καθώς αποφοίτησε από την δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Στο ενεργητικό του έχει πολλές επιτυχίες και διακρίσεις στην τηλεόραση, στο θέατρο και στον κινηματογράφο, ενώ το 2009 τιμήθηκε με το βραβείο Χορν. Είναι ένας από τους ταχύτερους στην Ελλάδα στο να λύνει τον κύβο του Rubik, ενώ το σημαντικότερο στοιχείο στο βιογραφικό του (για εμάς τουλάχιστον…) είναι το ότι ανήκε στην συντακτική ομάδα του περιοδικού πριν από 21 χρόνια!

Ετικέτες

Οδηγούμε στην Ιταλία Moto Guzzi V7 850 2021: Οι πρώτες εντυπώσεις

Δύο εκδόσεις για διαφορετικούς αναβάτες
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

15/2/2021

Αν ρωτήσεις τους φανατικούς οπαδούς της Moto Guzzi που κρατάνε με θρησκευτική ευλάβεια αρχεία με τις διαφορές κάθε μοντέλου, θα σου πουν πως αυτή εδώ είναι η τέταρτη αναβάθμιση του “σύγχρονου” V7. Όμως για εκείνους που δεν ασχολούνται με κάθε λεπτομέρεια, το μοντέλο του 2021 αποτελεί την δεύτερη γενιά του μοντέλου καθώς έχουμε αλλαγή κυβισμού στα 850cc, αλλαγή πλαισίου και όπως θα δούμε παρακάτω, έχουμε στην πράξη και αλλαγή φιλοσοφίας.

Κι αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από την επιλογή της Moto Guzzi να διαχωρίσει εντελώς τον χαρακτήρα της έκδοσης Stone σε σχέση με την έκδοση Special.

Έως τώρα η Stone ήταν η βασική έκδοση με τον πιο λιτό εξοπλισμό. Όμως για το 2021 η Stone αποκτά δική της προσωπικότητα και γίνεται η έκδοση που απευθύνεται στο πιο νεανικό κοινό, με full-led προβολέα, ψηφιακά όργανα με Bluetooth και σπορ εμφάνιση που υπογραμμίζεται από την μικρότερου μήκους σέλα και το μαύρο ματ χρώμα όλων των μηχανικών μερών.

Οι τρεις χρωματικές επιλογές της έκδοσης Stone είναι ματ και πέρα από την μαύρη, υπάρχει μια πορτοκαλί ματ και μόνο για φέτος η επετειακή έκδοση των 100 χρόνων στο χαρακτηριστικό πράσινο/ασημί αγωνιστικό χρώμα του θρυλικού V8 500 Moto Guzzi των Grand Prix.

Από την άλλη μεριά, η Special γυαλίζει απ’ όποια μεριά κι αν την κοιτάξεις, είτε πρόκειται για την ασημί/γκρι, είτε για την μπλε/άσπρη. Εδώ το χρώμιο είναι παντού, οι τροχοί έχουν την παραδοσιακή σχεδίαση με στεφάνια και ακτίνες, ο προβολέας παραμένει αλογόνου, όπως και τα όργανα είναι δύο πανέμορφα κλασσικά αναλογικά.

Επίσης η σέλα του Special έχει μεγαλύτερο μήκος και ειδικά στο τμήμα που κάθεται ο συνεπιβάτης έχει περισσότερο αφρώδες, είναι πιο επίπεδη και έχει μεγαλύτερη απόσταση από τα μαρσπιέ. Αυτό σημαίνει πως ο συνεπιβάτης κάθεται πιο αναπαυτικά και άνετα στην Special, όμως και οι δύο εκδόσεις έχουν κάνει άλμα προόδους σε επίπεδο άνεσης, χάρη στις νέες αναρτήσεις με την πολύ μεγαλύτερη διαδρομή πίσω, αλλά και στον νέο άξονα μετάδοσης που έρχεται κατευθείαν από το V85TT… όπως και ο κινητήρας άλλωστε!

Περισσότερα κυβικά, καλύτερος συμπλέκτης, επανασχεδιασμένο κιβώτιο ταχυτήτων και 10% αύξηση της ακαμψίας του πλαισίου είναι οι βασικές αλλαγές σε αυτή τη νέα γενιά των V7 που πραγματικά αλλάζουν επίπεδο στους τομείς της άνεσης, της ευκολίας οδήγησης αλλά και των δυναμικών χαρακτηριστικών. Ακόμα και η πίσω ζάντα έχει αυξήσει το πλάτος της για να βάλουν σύγχρονα σπορ ελαστικά της Dunlop με πλάτος 150mm, που χάρη στον ισχυρό σκελετό τους βελτίωσαν τη σταθερότητα της μοτοσυκλέτας στις υψηλές ταχύτητες και κυρίως στις στροφές.

Γενικά τα δυναμικά χαρακτηριστικά του νέου V7 έχουν αναβαθμιστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό, όπως επίσης πολύ καλύτερα είναι το ABS και το Traction Control, τα οποία αντιδρούν πλέον με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια και ταχύτητα.

Τα ευχάριστα νέα είναι πως όλη αυτή η αναβάθμιση στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του νέου V7 δεν αλλοίωσε τον ξεχωριστό χαρακτήρα των Moto Guzzi. Για να το πούμε πιο απλά, οι Ιταλοί έφτιαξαν μια σύγχρονη γυμνή μοτοσυκλέτα, αλλά την ίδια στιγμή όταν την οδηγάς νοιώθεις πως είναι 100% Moto Guzzi και τίποτε άλλο.