Οδηγούμε Daytona T310 - Πρώτες εντυπώσεις

Στο μικροσκόπιο!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

16/4/2019

Με το Daytona Τ310 (made by Zontes, για να μην ξεχνιόμαστε…) είναι αδύνατον να περάσεις απαρατήρητος. Ο χαρακτηρισμός "εντυπωσιακός" για τον σχεδιασμό του είναι τουλάχιστον επιεικής, ενώ αν βάλουμε στην εξίσωση ότι μιλάμε για μια μοτοσυκλέτα –έστω και μονοκύλινδρη με 310cc- που κοστίζει κάτω από 4000 ευρώ (€3.995 για την ακρίβεια), τότε είναι που πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για να κάνετε τα στόματα των γύρων σας να χάσκουν ορθάνοιχτα.
Το συγκεκριμένο μονοκύλινδρο on-off θέλει να ξεφύγει από τα στάνταρ των κινέζικης κατασκευής μοτοσυκλετών, ενώ σε συνδυασμό με τον πλούσιο εξοπλισμό του, που δεν υπάρχει αντίστοιχο επίπεδο στον ανταγωνισμό της κατηγορίας, να δημιουργήσει μία ξεκάθαρη διαφορά. Πράγματι ξεφεύγει από τα δεδομένα της προέλευσής του, πράγμα που δεν σημαίνει αυτομάτως πως είναι αντίστοιχο με τις ποιοτικότερες μοτοσυκλέτες που κυκλόφορουν αυτή την στιγμή. Τον αντίκτυπο που δημιουργεί στον περίγυρο δεν είναι δύσκολο να τον αντιληφθείς, καθώς τις μέρες που το είχαμε στα χέρια μας ξεπερνούσαμε σε δημοτικότητα ακόμη και τους επίκαιρους, υποψήφιους δημοτικούς συμβούλους! Δεν υπήρχε άνθρωπος να μην ρωτήσει για το Daytona και μάλιστα μέσα από ευρύ και ποικίλο ηλικιακό φάσμα. Χάρη στο μέγεθός και την εμφάνισή του, δεν αυτοπεριορίζεται σε μια μερίδα υποψήφιων αναβατών (κυρίως νέων), αλλά "απλώνει τα πλοκάμια του" σε ένα μεγαλύτερο κοινό, ακόμη και σε αυτούς που μέχρι τώρα δεν είχαν σκεφτεί καν τα on-off ως πρώτη τους μοτοσυκλέτα. Όπως θα διαβάσετε στην αναλυτική και πλήρη δοκιμή στο τεύχος Ιουνίου του ΜΟΤΟ, το σύνολο του Τ310 συνιστά έναν πραγματικά ολοκληρωμένο χαρακτήρα, πολυδιάστατο με πολλές πτυχές, που μπορεί να ικανοποιήσει διαφορετικά "θέλω" και ανάγκες, από commuting μέχρι ταξίδι.


Το μεγάλο όμως ερώτημα και η αγωνία, αν θέλετε, όλων όσων προσέγγιζαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το μονοκύλινδρο της Daytona, ήταν το ποιοτικό επίπεδο της κατασκευής και η αντοχή στον χρόνο. Γι' αυτό το λόγο το Τ310, όπως και κάθε άλλη μοτοσυκλέτα φυσικά που δοκιμάζουμε στο περιοδικό, μπήκε κάτω από το μικροσκόπιο του ΜΟΤΟ προκειμένου να το ψάξουμε και να εντοπίσουμε όλα εκείνα τα στοιχεία που μαρτυρούν τόσο το παρελθόν (σε ό,τι αφορά την φιλοσοφία σχεδιασμού και κατασκευής) όσο και το μέλλον του συνολικού πακέτου. Όλα τα… ευρήματα, να υπενθυμίσουμε, ότι θα τα διαβάσετε στο πλήρες τεστ του τεύχους 595 (θα βρίσκεται στα περίπτερα την Παρασκευή 31 Μαΐου), αλλά μπορείτε να πάρετε μια πρώτη γεύση από τώρα, μιας και σας δίνουμε την δυνατότητα να ρίξετε μια μικρή μάτια πίσω από την κουρτίνα του άρθρου που έρχεται.
Να ξεκινήσουμε λέγοντας πως για να βρούμε πράγματα που αξίζει να αναφερθούν, ψάξαμε πολύ κι αυτό συγκαταλέγεται στα συν του μικρού μονοκύλινδρου. Η πρώτη εικόνα μόλις αντικρίζεις το Τ310 αφήνει θετικές εντυπώσεις, κυρίως λόγω της ποιότητας της βαφής πάνω στις πολυεπίπεδες επιφάνειες του φαίρινγκ και των πλαϊνών πλαστικών. Τα ίδια τα πλαστικά μέρη είναι καλοφτιαγμένα με σωστή ευκαμψία, αλλά η συναρμογή τους απέχει από το ιδανικό, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις ακούς τριξίματα, όπως για παράδειγμα στο μούτρο και την ζελατίνα. Επιπλέον, αν και εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι πρόκειται για μοτοσυκλέτα προ-παραγωγής όπως μας ενημέρωσε η αντιπροσωπεία, φαίνεται ότι υπήρξαν μικρά θεματάκια στα καλούπια των πλαστικών, καθώς σε μια-δυο περιπτώσεις διαπιστώσαμε μικρές ατέλειες, κυρίως στην εσωτερική, άβαφη, πλευρά τους. Ομοίως, η εφαρμογή κάποιων πλαστικών καπακιών (κάτω από τα όργανα στη θήκη για το keyless πομπό και κάτω από τη σέλα το κάλυμμα της ασφαλειοθήκης) δεν είναι η καλύτερη δυνατή, με προδιάθεση σε βάθος χρόνου να μην είναι και αποτελεσματική.


Τέτοιες μικρές παραλείψεις υπάρχουν κι αλλού, αλλά πρέπει να προσπαθήσεις αρκετά για να τις βρεις, όπως μερικές βίδες που στηρίζουν διάφορα πλαστικά και βάσεις οι οποίες περισσεύουν (αν σκύψεις για να δεις κάτω από το ρύγχος θα πάρεις μια εικόνα) και οι βίδες στα καπάκια του κινητήρα που έχουν διάφορα μεγέθη και δείχνουν ανοξείδωτες, αλλά αυτό είναι κάτι που θα επιβεβαιωθεί σε βάθος χρόνου. Από την άλλη, δεν χρειάζεται ιδιαίτερο ψάξιμο για να διαπιστώσεις ότι η LCD οθόνη δεν αποδίδει σωστά σε συνθήκες δυνατού φωτισμού, με την ένδειξη της ταχύτητας να είναι έως και δυσανάγνωστη. Περιθώρια επίσης βελτίωσης υπάρχουν και στο φινίρισμα , όπως σε μερικές κολλήσεις του πλαισίου και στην εξάτμιση αλλά και στα βουρτσισμένα μπράτσα στις ζάντες όπου αν ρίξεις μια πιο προσεκτική ματιά, θα διαπιστώσεις το τελείωμα είναι τραχύ κι όχι ομοιόμορφο, δίχως όμως να χαλά ιδιαίτερα το συνολικό αποτέλεσμα. Όμως, ο γενικός κανόνας είναι ότι η συνολική ποιότητα βρίσκεται σε πολύ καλό επίπεδο, ενώ όλα όσα έχουμε να πούμε για το T310, θα αναλυθούν πλήρως στο τεύχος Ιουνίου του MOTO.

Διότι για να είμαστε αντικειμενικοί, υπάρχουν πολλά περισσότερα σημεία πάνω στο Τ310 που αξίζουν και με το παραπάνω τα θετικά σχόλια. Λεπτομέρειες που τονίζουν εμφατικά ότι οι μοτοσυκλέτες της Zontes δημιουργήθηκαν με ιδιαίτερη προσοχή και υψηλά στάνταρτ, από μια εταιρεία που διαφέρει σε φιλοσοφία από όσα γνωρίζουμε για τα κινέζικα εργοστάσια, κάτι άλλωστε που είχαμε διαπιστώσει και από την δοκιμή του R310 προς τα τέλη της περασμένης χρονιάς. Το κουμπί, για παράδειγμα, που "ξυπνάει" την μπαταρία από το rest mode όταν μείνει καιρό η μοτοσυκλέτα ακίνητη, οι ρυθμιζόμενες μανέτες, το αλουμινένιο ψαλίδι με τα ενισχυτικά "νεύρα", η εξαιρετική χωροταξία των καλωδιώσεων και των σωλήνων που δεν μαρτυρούν σε καμία περίπτωση προχειρότητα στην κατασκευή και ο τρόπος που ανοίγει ηλεκτρικά το κάλυμμα της τάπας του ρεζερβουάρ, δεν είναι κάτι που συναντάς ούτε σε αυτή την κατηγορία τιμής, ούτε σε αυτή την κατηγορία μοτοσυκλετών.

Ακόμη και ο εξοπλισμός της, που συμπεριλαμβάνει την βασική μονάδα ABS της Bosch, το σύστημα ψεκασμού της Delphi που χρησιμοποιείται ευρέως σε μικρές μοτοσυκλέτες που κατασκευάζονται στην Ασία και έχει αποδείξει την αξιοπιστία του όλα αυτά τα χρόνια και η ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, αποτελούν ενδείξεις ότι η Zontes δίνει ιδιαίτερο βάρος στα προϊόντα της αλλά και έναν premium χαρακτήρα για τα δεδομένα της κινεζικής μοτοβιομηχανίας.
Το πώς μεταφράζονται όλα αυτά στο δρόμο και αν η συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας συνάδει με το γενικότερο ποιοτικό σύνολο, θα το διαβάσετε όπως είπαμε και πιο πριν, στην πληρέστατη και αναλυτική δοκιμή που θα φιλοξενείται στο τεύχος Ιουνίου του ΜΟΤΟ. Stay tuned!

Δοκιμή SYM Maxsym TL: Ξεκάθαρος στόχος

Στοχευμένο σε συγκεκριμένες απαιτήσεις
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

14/3/2022

Το δικύλινδρο scooter της SYM έχει έναν ξεκάθαρο προσανατολισμό, όσο κι αν το διψασμένο για "κόντρα" και "μάχες" κοινό θέλει να του προσάψει βλέψεις που δεν έχει. Μόλις κατανοήσεις αυτή την αλήθεια, τότε θα εκτιμήσεις στο μέγιστο τις αρετές στις λεπτομέρειες που προσφέρει το νέο Maxsym TL, όπως ανακαλύψαμε κι εμείς στην δοκιμή του που δημοσιεύθηκε στο τεύχος 608 του ΜΟΤΟ

Η συνηθέστερη απορία για όποιον αντικρύζει για πρώτη φορά το TL είναι αν πρόκειται για το αντι-ΤΜΑΧ της Yamaha. Η συνηθέστερη –και σωστή- απάντηση είναι: καμία σχέση. Η SYM άλλωστε το έχει ξεκαθαρίσει από την αρχή ότι στόχος του Maxsym TL είναι να προσφέρει κάτι φρέσκο και νέο στην μεσαία κατηγορία των scooters στα 300-400 κυβικά. Τελεία και παύλα. Ουδέποτε δήλωσαν οι άνθρωποι της SYM ότι έχουν απέναντι τους τα mega scooters όπως το Yamaha ΤΜΑΧ ή το Kymco AK550. Αυτά είναι δυστυχώς βεβιασμένα και αστήρικτα συμπεράσματα, ανθρώπων που προφανώς δεν έχουν κάποια επαφή με την πραγματικότητα της αγοράς. Αυτά, γιατί καλό είναι να ξεκαθαρίσουν κάποια πράγματα από την αρχή και να θέτουμε την εμπεριστατωμένη κριτική μας σε σωστή βάση.

Παίρνοντας εκκίνηση λοιπόν από εκεί, το TL ξεκινά με το καλημέρα έχοντας δυνατά βέλη στην φαρέτρα του. Από το ατσάλινο πλαίσιο χωροδικτύωμα και τον δικύλινδρο κινητήρα του που αποτελεί ενεργό μέρος του, μέχρι την τελική μετάδοση με αλυσίδα και την εξαιρετική του ποιότητα κατασκευής. Το TL καταφέρνει να ξεφύγει από την πεπατημένη των μεσαίων κυβισμού scooter, είτε αυτά κατασκευάζονται στην Ασία είτε στην Ευρώπη, εισάγοντας στην κατηγορία στοιχεία και ουσιαστικά προτερήματα που για να τα βρει κανείς πρέπει να τα αναζητήσει σε ακριβότερα και μεγαλύτερα mega scooters. Είναι μια ορθολογιστική προσέγγιση, αν θέλεις να κάνεις την διαφορά σε μια ιδιαίτερα ανταγωνιστική κατηγορία που το κόστος και οι δυνατότητες που προσφέρονται, έχουν ακριβώς το ίδιο βάρος.

 

Έξω από το κουτί

Οι μηχανολόγοι της SYM δεν ήταν… φειδωλοί με τις ιδέες, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με τον σχεδιασμό και την υλοποίηση του κινητήρα. Η SYM δεν ακολούθησε τον δρόμο της αντιγραφής, αλλά της προσαρμογής των αποδεδειγμένα σωστών λύσεων στο δικό της σχέδιο. Πάνω στο στρόφαλο των 360 μοιρών τα δύο έμβολα ανεβοκατεβαίνουν μαζί, ενώ οι κραδασμοί είναι σχεδόν ανύπαρκτοι χάρη σε ένα τρίτο τυφλό" έμβολο που παλινδρομεί μέσα στον δικό του κύλινδρο εν είδει αντικραδασμικού άξονα. Αυτός ο χρονισμός του στροφάλου είναι κάτι που το αντιλαμβάνονται άμεσα τα αισθητήρια εγκεφαλικά σου κύτταρα, με μια "ψωμωμένη" ηχητικά και ταυτόχρονα πολιτισμένη πρακτικά λειτουργία. Την αίσθηση ενισχύει και ο άκρως επιθετικός ήχος που απελευθερώνει το τελικό της εξάτμισης, το οποίο καθιστά αχρείαστη την αντικατάσταση από κάποιο after market, τουλάχιστον σε ότι αφορά το "soundtrack". Για τον όγκο και το βάρος, είναι άλλο θέμα…

Παρά τον ήχο του όμως, ο κινητήρας αποδίδει ιδιαίτερα γραμμικά χωρίς ξεσπάσματα κατεβάζοντας τη δύναμη στον τροχό όπως πρέπει για να μην σου δημιουργηθεί ποτέ κανένα άγχος. Η σχέση της τελικής μετάδοσης με την αλυσίδα είναι σχετικά κοντή, προσθέτοντας έναν τόνο ζωηράδας σε μια κατά τ' άλλα ήπια και προοδευτική λειτουργία. Ο δικύλινδρος της SYM δεν χαρακτηρίζεται από την εκρηκτικότητα με την οποία παράγει την ισχύ του, και δεν πρόκειται να ξηλώσει χαλίκια από την άσφαλτο στις επιταχύνσεις, ενώ και ψηλά διατηρεί αξιοπρεπώς τη δύναμή του δίχως να εντυπωσιάζει με τα απόλυτα νούμερα. Παρόλα αυτά, το κοντέρ θα δείξει (έστω και με λίγη υπομονή) 160km/h, με ταχύτητες κοντά στα 140km/h να μπορούν να διατηρηθούν για ώρα σε αυτοκινητόδρομους και εθνικές οδούς. Διότι το TL διαθέτει και γενναιόδωρες δόσεις τουριστικών δυνατοτήτων, εξασφαλίζοντας τα δύο απαραίτητα στοιχεία που απαιτούνται: Άνεση και προστασία. Η θέση οδήγησης δημιουργεί ένα απόλυτα εργονομικό τρίγωνο, με φυσικές γωνίες για τα χέρια και τον κορμό τοποθετημένο όρθια στο σωστό σημείο της σέλας, ούτε πολύ μπροστά, ούτε πολύ πίσω. Μοναδική παρατήρηση η θέση για τα πόδια στο πάτωμα της ποδιάς, που περιορίζονται από τον σχεδιασμό της και αναγκαστικά πρέπει να είναι λίγο περισσότερο τεντωμένα απ' όσο θα θέλαμε, χωρίς να έχεις πολλές εναλλακτικές επιλογές.

Η ζελατίνα καλύπτει πλήρως και αποτελεσματικά, χωρίς να είναι ρυθμιζόμενη, αλλά το επάνω μέρος της -σε αναβάτες μετρίου αναστήματος- θα πέσει μέσα στο οπτικό τους πεδίο δημιουργώντας μικρές παραμορφώσεις.

Πέρα απ' αυτό όμως, το TL θα σε αποζημιώσει με μια εκπληκτική σταθερότητα που ακόμη και στα μεγαλύτερα mega scooters είναι δυσεύρετη. Το χαμηλό κέντρο βάρους και η κατανομή του, είναι πραγματικά λυτρωτικό σε ότι έχει να κάνει με την αίσθηση εμπιστοσύνης που σου εμπνέει, με τον κινητήρα να συμβάλλει από τη μεριά του δουλεύοντας ξεκούραστα. Η έλλειψη δύναμης ψηλά δεν θα προβληματίσει ιδιαίτερα, έχοντας ως αντιστάθμισμα την εξαιρετική κατανομή της ισχύος στη μεσαία μπάντα των στροφών, μετατρέποντας την κάθε απόδραση εκτός των τειχών σε μια πραγματικά απολαυστική εμπειρία.

Στη "ζούγκλα" των αστικών κέντρων, το ζύγισμα του TL επιβεβαιώνεται για άλλη μια φορά πανηγυρικά, με κάθε ελιγμό και σφήνα να εκτελείται με χορευτική ακρίβεια. Ο μικρότερος όγκος του από τα mega scooters είναι υπεύθυνος κατά μεγάλο μέρος για την συνολικά ελαφρύτερη αίσθηση που αποκομίζεις, αν και το μπροστινό το νιώθεις πιο βαρύ και ελαφρώς λιγότερο πρόθυμο να ανταποκριθεί. Δεν είναι κάτι που θα σου χαλάσει την ισορροπία της κίνησης, αλλά είναι μια διαφορά που γίνεται αντιληπτή. Το κοντό γρανάζωμα ταιριάζει ακόμη περισσότερο με τις "πολεμικές" συνθήκες της πόλης, ενώ σε αντίθεση με ό,τι θα περίμενε κανείς, δεν επιβαρύνει ιδιαίτερα την μέση κατανάλωση, η οποία κυμαίνεται κοντά στα πέντε λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα.

 

Ομοιογένεια

Το άλλο δυνατό χαρτί στο μανίκι του TL είναι η εμφάνιση και η ποιότητα κατασκευής. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το δικύλινδρο της SYM είναι αρκετά επίπεδα πάνω από τα συνηθισμένα στάνταρ της εταιρείας, που ούτως ή άλλως ήταν αρκετά ψηλά στην κλίμακα του ανταγωνισμού. Σχεδιαστικά, καταφέρνει να υπηρετήσει άψογα τον στόχο των δημιουργών του, συνδυάζοντας την επιθετική και γεμάτη γωνίες εμφάνιση, με την πολυτέλεια και την ποιοτική αύρα. Φαίνεται πως οι άνθρωποι της SYM συνειδητοποίησαν ότι το παιχνίδι κερδίζεται στις λεπτομέρειες και επένδυσαν εκεί. Μπορεί να του λείπει η διασύνδεση μέσω Bluetooth της οθόνης, μπορεί να λείπει η ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, αλλά ο εξοπλισμός που διαθέτει χαρακτηρίζεται από υψηλό ποιοτικό επίπεδο. Όπως για παράδειγμα τα δύο ντουλαπάκια που διαθέτει κάτω από το τιμόνι με το καπάκια τους να είναι σαφώς πιο ποιοτικά από το αντίστοιχο του μεγαλύτερου και ακριβότερου ΤΜΑΧ. Οι διακόπτες, οι διαφορετικές οθόνες προβολής στην TFT οθόνη των 4,5'' (η οποία μάλιστα δεν επηρεάζεται από αντανακλάσεις όταν πέφτει φως πάνω της), οι ρυθμιζόμενες μανέτες, η συναρμογή των πλαστικών, η ενεργοποίηση του πίσω φρένου όταν κατεβαίνει το πλαϊνό σταντ, όλα αποπνέουν μια προσεγμένη μελέτη κατασκευής.

Ο χώρος κάτω από τη σέλα έχει αρκετό βάθος αλλά χωράει μόνο ένα full face κράνος, ενώ διαθέτει και φωτισμό. Η άνεση της σέλας των δύο επιπέδων είναι υπεράνω πάσης κριτικής –και για τους δύο επιβαίνοντες- με μόνη παρατήρηση το ότι αργεί λίγο να στεγνώσει το κάλυμμα της επένδυσης, μετά από πλύσιμο ή βροχή.

Το τρίπτυχο της ομοιογένειας του TL, συμπληρώνεται από την εξαιρετική συμπεριφορά του, που αποτελεί και το καλύτερο εύσημο για τους μηχανολόγους της SYM και τις επιλογές τους. Ακόμη και η έκκεντρη τοποθέτηση του αμορτισέρ αριστερά, που είναι ανάποδα και εδράζεται στο ψαλίδι και στον άξονα μοχλισμού, ο οποίος με τη σειρά του βιδώνει πάνω στο πλαίσιο, που αμφισβητήθηκε αρχικά, στην πράξη αποδείχθηκε άκρως λειτουργική. Το κυριότερο όμως είναι πως το πλαίσιο χωροδικτύωμα, το αλουμινένιο ψαλίδι και το τηλεσκοπικό πιρούνι με το αμορτισέρ, συνεργάζονται και δημιουργούν ένα ομοιογενές σύνολο. Βάλτε στην εξίσωση και την σχεδόν 50/50 κατανομή του βάρους (50,1% μπροστά και 49,9% πίσω για να είμαστε ακριβείς, όπως έδειξαν οι ζυγαριές του ΜΟΤΟ) για να αντιληφθείτε καλύτερα αυτό που περιγράφουμε ως "σίγουρο πάτημα" στην άσφαλτο. Σε κάθε επίπεδο κλίσης, ανεξαρτήτου ταχύτητας, το TL μοιάζει να διαθέτει τεράστια αποθέματα πρόσφυσης και σιγουριάς. Δεν υπάρχει ούτε ως υπόνοια η συνήθης αίσθηση των scooter που σε κάνει να νομίζεις πως οδηγείς δύο ανεξάρτητα μεταξύ τους κομμάτια.

Ο σπορ χαρακτήρας του TL, σε ό,τι αφορά την συμπεριφορά, μπορεί να "εκτοξευθεί" σε πολύ υψηλά επίπεδα, μόλις κερδίσει την εμπιστοσύνη του αναβάτη του, και πιστέψτε μας, αυτό θα συμβεί άμεσα. Ναι, υπάρχει αυτή η λίγο πιο βαριά αίσθηση στο μπροστινό που θα φανεί περισσότερο όταν θα κληθεί να εκτελέσει γρήγορες εναλλαγές κλίσεων, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να "προδώσει" την επιλογή γραμμής που θα του ζητηθεί. Και το καλύτερο απ' όλα, είναι ότι αυτή η ομοιογένεια είναι παρούσα σε όλες τις συνθήκες και όλες τις ταχύτητες. Είτε οδηγείς σβέλτα ανάμεσα στην κίνηση, είτε ακολουθείς μια διασκεδαστική χάραξη σε κάποιο δευτερεύον οδικό δίκτυο. Σίγουρα θα θέλαμε λίγο παραπάνω δύναμη ψηλά, αν και όπως πολύ σωστά είχε παρατηρήσει ο συνάδελφος Μέντης στην παρουσίαση, οι υποτετράγωνες διαστάσεις του κινητήρα υπονοούν ότι υπάρχει η δυνατότητα για αύξηση των κυβικών με μεγαλύτερης διαμέτρου έμβολα, αλλά ακόμη και με τα υφιστάμενα δεδομένα θα λέει ψέματα όποιος πει ότι του έλειψε το fun στον χαρακτήρα του TL λόγω της ιπποδύναμης.

Το ότι καταφέρνει το δικύλινδρο scooter της SYM να πετύχει έναν εξαιρετικό συνδυασμό καινοτομιών και ποιοτικών δυνατοτήτων στην μεσαία κατηγορία των scooters, έχει να κάνει σε πολύ μεγάλο βαθμό με αυτό που αναφέραμε στην αρχή. Στο ότι ήταν δηλαδή ξεκάθαρος ο στόχος και ο προσανατολισμός του, αποφεύγοντας έτσι να πέσει στην παγίδα του να προσπαθήσει να δείχνει κάτι που δεν είναι. Πάνω σε αυτόν τον άξονα καταφέρνει να είναι ανταγωνιστικό, τόσο σε επίπεδο τιμής, όσο και σε επίπεδο ποιότητας, ανεβαίνοντας μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις, ένα σκαλί παραπάνω από τους ανταγωνιστές του.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ SYM Maxsym TL

 

Αντιπρόσωπος:

Γκοργκόλης Α.Ε.

 

Τιμή:

€6.995

 

 

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

 

Μήκος (mm):

2215

 

Ύψος (mm):

1442

 

Μεταξόνιο (mm):

2215

 

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

600

 

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

700

 

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

710

 

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

590

 

 

 

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

 

223,5

 

 

(χωρίς καύσιμο: 214,1)

 

 

Πίσω

50,1%

 

Εμπρός

49,9%

 

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

0,2%

 

 

 

 

 

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

 

Τύπος:

Ατσάλινο χωροδικύωμα

 

Πλάτος (mm):

800

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/223

 

 

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

 

Τύπος:

Δικύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ

 

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

65 x 70

 

Χωρητικότητα (cc):

465cc

 

Σχέση συμπίεσης:

10,8:1

 

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

41/6.750

 

Ροπή (kg.m/rpm):

3,5/6.250

 

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

88,2

 

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

 

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1 σε 2

 

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

 

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

 

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

 

Συμπλέκτης:

Μηχανικός φυγοκεντρικός

 

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Ιμάντας CVT/-

 

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα/-

 

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

 

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

10.000

 

Αλλαγή λαδιού (km):

5.000

 

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

2,9 / 2,7

 

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

Φυσιγγίου / 10.000

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

 

Κενή

Γεμάτη

 

Θεωρητικά

-

5,4

 

 

 

 

ΠΙΣΩ

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ

 

Διαδρομή (mm):

-

 

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

4,5 x 15

 

Ελαστικό:

160/60-15

 

ΦΡΕΝΟ

 

Μονός δίσκος με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

 

 

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Μία έγχρωμη οθόνη TFT με trip master και αυτόματή ρύθμιση της φωτεινότητας, μία μονόχρωμη οθόνη LCD με ταχύμετρο, χιλιομετρητή και δείκτη βενζίνης

 

 

 

ΕΜΠΡΟΣ

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

Τηλεσκοπικό πιρούνι Upside Down

 

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

-/41

 

Ρυθμίσεις:

Καμία

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

3,5 x 15

 

Ελαστικό:

120/70-15

 

Πίεση:

-

 

ΦΡΕΝΟ

 

Δύο ακτινικές δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων με δίσκους 295mm και ABS

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

 

Μέση

5,1

 

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

12,5

 

                 

 

Εξοπλισμός

Κράνος: Bell Star

Μπουφάν: Fovos Attack

Παντελόνι: Held Fame II

Μπότες: Forma Swift Dry