Οδηγούμε την νέα BMW R18 First Edition

Το "Battle Cruiser" των Βαυαρών!
7/10/2020

Κάλλιο αργά παρά ποτέ; Μετά από πολλά χρόνια που η BMW απέφευγε επιμελώς την επαναφορά της στην αγορά των crusiers, τώρα "σηκώνει το γάντι" και στοχεύει τον πυρήνα των Harley Davidson και Indian με τα θηριώδη V2, παρουσιάζοντας το boxer R18. Το παιχνίδι ξεκινά και αυτό είναι ο λόγος…

Το 2019 η BMW Motorrad πούλησε 175.162 μοτοσυκλέτες παγκοσμίως, γεγονός που μεταφράζεται σε αύξηση της τάξης του 5,8% σε σχέση με πέρσι. Ήταν η ένατη συνεχής χρονιά επίτευξης ρεκόρ για την νούμερο ένα ευρωπαϊκή εταιρεία (από πλευράς οικονομικών μεγεθών, μιας και η ΚΤΜ πουλάει περισσότερες μοτοσυκλέτες, αλλά με χαμηλότερο κόστος). Πάντως, τα R1250GS/Adventure αποτελούν το ένα τρίτο των πωλήσεων της BMW το 2019, με 59.000 μοτοσυκλέτες να φεύγουν για τις αντιπροσωπείες της σε όλο τον κόσμο.

Εντάξει, ο τομέας των μοτοσυκλετών της γερμανικής εταιρείας δεν είναι μονοδιάστατος, αλλά εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τα κέρδη που έρχονται από τα GS, και το 2019 οι αντιπροσωπείες της στις Η.Π.Α. και τον Καναδά πούλησαν 15.116 κομμάτια. Μόνο στις Η.Π.Α. –την νούμερος ένα αγορά για τον δυτικό κόσμο- πουλήθηκαν 13.000 μοτοσυκλέτες το 2018 που αποτελεί μόλις το 8% της συνολικής παραγωγής της BMW. Αυτό είναι το μοναδικό απογοητευτικό νούμερο στις επιδόσεις της εταιρείας και το οποίο γνώριζε πολύ καλά ο CEO της BMW Motorrad Dr. Markus Schramm.

"Η αμερικάνικη αγορά είναι μεγάλη και το μερίδιο αγοράς μας μικρό", μου είπε σε μια συνέντευξή μας πέρσι. "Γιατί είναι μικρό αυτό το ποσοστό; Διότι η κυρίαρχη κατηγορία σ' αυτή την αγορά είναι τα cruisers, οπότε δεν μένουμε πλέον με σταυρωμένα χέρια και ελέγχουμε το πόσο μεγάλος είναι αυτός ο τομέας! Ερχόμαστε με την δική μας συναισθηματική, ελκυστική και άκρως αυθεντική πρόταση στην κατηγορία. Θεωρώ ότι πρέπει να το κάνουμε με τον δικό μας τρόπο –ποτέ δεν αντιγράψαμε κανέναν κι έτσι θα πορευτούμε και τώρα. Πρέπει να είναι ένα αυθεντικό BMW."

Ως εκ τούτου, το BMW R18 Big Boxer cruiser παρουσιάστηκε τελικά ως μοντέλο προ-παραγωγής πέρσι στην EICMA, ως μέρος ενός προσεκτικά σχεδιασμένου και ελεγχόμενου λανσαρίσματος, που στόχευε στο να μπει η BMW στο υποσυνείδητο των υποψήφιων πελατών ως κάτι αντίστοιχο των Harley-Davidson και Indian. Αυτό βέβαια παρά την ξεκάθαρη πρόθεση από την αρχή, όπως δήλωσε και ο Schramm, να απορρίψει η BMW την επιλογή να μπει στην κατηγορία των cruisers με έναν μεγάλο V-2 κινητήρα, και να παραμείνει πιστή στις ρίζες της εξελίσσοντας τον R18 Big Boxer.

To R1200C του 1997

 

Η BMW είχε ήδη κάνει μια απόπειρα να μπει στην αμερικάνικη αγορά των cruisers πριν από 20 χρόνια με το R1200C, που ήταν στην κατασκευαζόταν από το 1997 ως ο 2004, και το οποίο σταμάτησε μετά από την παραγωγή 40.128 μονάδων. Ο λόγος που έγινε αυτό, ήταν ότι ο boxer κινητήρας ήταν μικρός σε χωρητικότητα για τα γούστα των Αμερικάνων πελατών. Αντί να εξελίξουν κάτι μεγαλύτερο, τα στελέχη της BMW επέλεξαν άλλα μονοπάτια για να αναστήσουν τον τομέα των μοτοσυκλετών που όδευε προς εξαφάνιση, δουλεύοντας πάνω σε άλλες πλατφόρμες, από τα δικύλινδρα εν σειρά F800 μέχρι τα τετρακύλινδρα K1300 και S1000RR.

Τώρα όμως, ο Markus Schramm και οι άνθρωποί του ανέλαβαν το καθήκον μέσα από την εξέλιξη μιας σειράς μοντέλων, τα οποία στοχεύουν να "χτυπήσουν" την αγορά σε τακτά χρονικά διαστήματα, βασισμένα στον μεγαλύτερο boxer κινητήρα που έχει φτιάξει ποτέ το εργοστάσιο. Η BMW έχει ονομάσει αυτή την σειρά που θα διαθέτει τον Big Boxer κινητήρα ως "Cruiser Touring", το οποίο μας δίνει ένα στοιχείο για την γκάμα πολλών  διαφορετικών μοντέλων βασισμένα στην ίδια βασική πλατφόρμα.

 

teaser video από την οδηγική εμπειρία του νέου R18

Περισσότερο από ένα cruiser

Το πρώτο "δείγμα" της λίστας, όμως, είναι το R18 πάνω στο οποίο διένυσα μια διαδρομή 300km στις κοιλάδες και τους λόφους των βαυαρικών άλπεων, στην έδρα της BMW, η οποία αποτελούνταν μερικά γρήγορα κομμάτια στις autobahns, ορεινά στροφιλίκια, οδήγηση στο κέντρο του Μονάχου και κομμάτια του βαυαρικού επαρχιακού δικτύου.

Η BMW παρουσίασε το R18 ως ένα cruiser, αλλά είναι πολλά παραπάνω απ' αυτό. Είναι ένα καλό, παλιομοδίτικο, υπερκυβισμένο roadster, με πολλά βέλη στην φαρέτρα του. Μετά την βόλτα μαζί του, μπορώ να δω πόσο καλά μπορεί να λειτουργήσει ως πλατφόρμα για διαφορετικές μοτοσυκλέτες, που η κάθε μία θα διαθέτει αυτόν τον δυνατό Big Boxer που η ροπή είναι το μεσαίο του όνομα.

Η First Edition που οδηγήσαμε κοστίζει 22.800 ευρώ στην Γερμανία και είναι η μοναδική έκδοση που είναι προς το παρόν διαθέσιμη, εκτός από την Αμερική που διατίθεται και το βασικό μοντέλο. Οι διαφορές τους εντοπίζονται στο βαμμένο στο χέρι λευκό σιρίτι στο ρεζερβουάρ, μαζί με διάφορα λογότυπα και εξοπλισμό. Στην ουσία πληρώνεις λίγα χρήματα παραπάνω για να αποκτήσεις προτεραιότητα και το διατυμπανίζεις σε όλους μέσα από το υπέροχο βάψιμο του ρεζερβουάρ!

Ακόμη όμως και χωρίς αυτή την εικαστική λεπτομέρεια, είναι μια μοτοσυκλέτα με επιβλητική παρουσία, χάρη στον υπέροχο σε εμφάνιση κινητήρα της, στολισμένο με χρώμιο στο καπάκι της κεφαλής των κυλίνδρων και στους σωλήνες της εξάτμισης που διατρέχουν όλο το μήκος της μοτοσυκλέτας, για να καταλήξουν στα υπέροχα και ξεχωριστά τελικά τύπου fishtail. Μόλις βρεθείς πάνω στην εκπληκτικά άνετη και φαρδιά σέλα, αυτό που από μακριά σου φαινόταν σαν μια στριμωγμένη θέση οδήγησης για κάποιον με ύψος 1,80m, είναι το εντελώς αντίθετο.

Η αρχιτεκτονική του boxer κινητήρας, εκ σχεδιασμού εμποδίζει την τοποθέτηση των μαρσπιέ πολύ μπροστά, όπως συνηθίζεται στην κατηγορία των cruisers, αλλά ακόμη και μετά την τοποθέτησή τους ακριβώς κάτω από τη σέλα που απέχει 690mm από το έδαφος, υπάρχει μπόλικος χώρος ώστε να μην διπλώνουν υπερβολικά τα γόνατα. Δεν πιάστηκα ποτέ καθ' όλη την διαδρομή των 300km, ενώ μπορούσα να πατάω και τα δύο μου πόδια σταθερά στις στάσεις. Η μεγάλη λίστα αξεσουάρ από επώνυμους προμηθευτές, όπως οι Vance & Hines, Roland Sands κ.τ.λ. περιλαμβάνουν πολλές διαφορετικές σέλες Mustang, αν και δεν ανακοινώνεται το αν είναι πιο ψηλές για μεγαλόσωμους αναβάτες.

Υπάρχουν όμως έξι διαφορετικά τιμόνια, αν και το στάνταρ που έχει η μοτοσυκλέτα μου άρεσε πολύ. Είναι τόσο φαρδύ όσο και το μήκος ενός Smart, αλλά η άνεση δεν θυσιάζεται για χάρη της εμφάνισης, χάρη στα τραβηγμένα προς τα πίσω γκριπ που δημιουργούν μια άνετη στάση σώματος. Πάντως, μόλις πατήσεις το κουμπί της μίζας το τιμόνι και παίρνουν ζωή οι δύο τεράστιοι κύλινδροι, το τιμόνι τραντάζεται βίαια και πάει πέρα δώθε αν δεν το κρατάς γερά. Είναι κι αυτό μια ένδειξη της τεράστιας αδράνειας που παράγουν τα ογκώδη έμβολα στο ρελαντί των 950rpm. Μόλις όμως ανοίξεις το γκάζι, ως δια μαγείας τα πάντα εξομαλύνονται, αν και όχι εντελώς: Οι μηχανολόγοι της BMW παραδέχονται ότι πειραματίστηκαν αρκετά μέχρι να πετύχουν το κατάλληλο ποσοστό κραδασμών που θέλουν οι αναβάτες των cruisers. Ας δούμε αν έχουν δίκιο!

Τα τριών επιπέδων θερμαινόμενα γκριπ στην μοτοσυκλέτα της δοκιμής ήταν ευπρόσδεκτα στα 1.200 μέτρα υψόμετρο των βαυαρικών άλπεων, αλλά ανήκουν στον προαιρετικό εξοπλισμό R18, όπως είναι και το cruise control που έλειπε από την μοτοσυκλέτα που οδήγησα.

Το R18 είναι πολλά παραπάνω από ένα cruiser

Rock & Roll

Μια απογοήτευση ήταν ότι ο ήχος που απελευθερώνεται από την εξάτμιση του Big Boxer είναι πολύ ήπιος, αν και φαντάζομαι πως τα τελικά της Vance & Hines θα λύσουν αυτό το ζήτημα. Ο κινητήρας όμως τραβάει δυνατά από τις 1.500 στροφές και πάνω, αν και πρέπει να τον κρατήσεις πάνω από τις 2.000 για να επιταχύνεις με τέρμα γκάζι χωρίς σκορτσαρίσματα. Υπάρχουν μερικοί κραδασμοί που περνούν στην σέλα μέχρι τις 2.400 στροφές, αλλά μετά από εκεί εξαφανίζονται και δεν επιστρέφουν πριν το κόκκινο στις 5.750 στροφές –που δεν έχεις κανένα λόγο να φτάσεις εκεί σε ένα κινητήρα με τέτοια ροπή.

Η μέγιστη ισχύς των 91 ίππων έρχεται στις 4.750 στροφές, αλλά η μέγιστη ροπή των 16,1kgm αποδίδεται μόλις στις 3.000 στροφές. Ανάμεσα στις 2.000 και τις 4.000rpm υπάρχουν πάνω από 15 χιλιογραμμόμετρα διαθέσιμα, γι' αυτό και μειώνεται στο ελάχιστο η ανάγκη να αλλάζεις ταχύτητες οδηγώντας το νέο BMW. Κατά κάποιο τρόπο αυτό είναι κρίμα, γιατί ο μηχανισμός αλλαγής σχέσεων στο R18, είναι ο καλύτερος που έχω δει σε κινητήρα boxer. Είναι γρήγορος και ακριβής, χωρίς το χαρακτηριστικό "κλανκ" από πρώτη σε δευτέρα.

Η λειτουργία του συμπλέκτη είναι επίσης ομαλή και ελαφριά, όπως στα περισσότερα boxer της BMW, κάνοντας τις αναστροφές με τα πόδια πάνω παιχνιδάκι, παρά το μακρύ μεταξόνιο των 1.731mm. Χάρη σ' αυτή την ακρίβεια στην λειτουργία του, έχεις απόλυτο έλεγχο, ενώ και η εύρεση της νεκράς είναι πανεύκολη.

Σε αντίθεση με τα δεδομένα της κατηγορίας των cruisers, το R18 διαθέτει τρία riding modes (Rock, Roll και Rain), τα οποία τα επιλέγεις πολύ εύκολα εν κινήσει και συνδυάζουν διαφορετικές ρυθμίσεις για το –απενεργοποιούμενο- traction control και το φρένο του κινητήρα, με διαφορετικά settings για την απόκριση του γκαζιού, τον χρονισμό της ανάφλεξης κ.τ.λ. Το Rain είναι ακριβώς αυτό που λέει το όνομά του –ούτε καν Urban για οδήγηση μέσα στην πόλη- καθώς η απόκριση είναι πολύ αργή. Το Roll είναι το αντίστοιχο των Street/Normal/Touring, αλλά δεν είναι πολύ εξιταριστικό, εξαιτίας κι εδώ της σχετικά ήπιας απόκρισης του γκαζιού. Το Rock είναι το αντίστοιχο Sport -¨η όπως αλλιώς θέλετε να το πείτε- αλλά είναι γενικότερα η πιο χρήσιμη χαρτογράφηση που θα σας επιτρέψει να εκμεταλλευτείτε τον εκπληκτικά δυναμικό χαρακτήρα του υπέροχου κινητήρα και θα σας δώσει την δυνατότητα να διασκεδάσετε στο έπακρο. Προσφέρει άμεση απόκριση αλλά και απόλυτο έλεγχο στο άνοιγμα του γκαζιού από τέρμα κλειστό. Κατέληξα να χρησιμοποιώ μόνο το Rock συνέχεια, εκτός από την οδήγηση μέσα στην πόλη, που άλλαζα σε Roll. Ήρεμα παππού…

 

Η νιρβάνα της ροπής

Αυτή η ευρεία κατανομή της ροπής, συν το γεγονός ότι τόσο η πέμπτη όσο και η έκτη σχέση είναι overdrive γραναζωμένες, σημαίνει ότι θα συνηθίσεις να οδηγείς το R18 με τρίτη και τέταρτη σχέση σχεδόν παντού, σερφάροντας στην τεράστια καμπύλη της ροπής, όπως θα έπρεπε να γίνεται σε κάθε σωστό cruiser. Αν όμως ανεβάσεις ταχύτητες, μπορείς να οδηγείς όλη μέρα στα 120km/h με έκτη, με το στροφόμετρο να είναι κάτω από τα μισά της διαδρομής για το κόκκινο, στις 2.650 στροφές. Μόλις ανοίξεις το γκάζι, τα 160km/h έρχονται στις 3.550rpm, αλλά εκεί έχεις λίγους παραπάνω κραδασμούς στη σέλα.

Ακόμη και με το βάρος (γεμάτη) στα 345 κιλά, το σύστημα των φρένων από την Brembo ανταποκρίνεται άψογα στο να ακινητοποιεί την μοτοσυκλέτα από υψηλές ταχύτητες, αν και πρέπει να χρησιμοποιείς επικουρικά το πίσω δισκόφρενο των 300mm, όπως και στα φρένου πανικού σε χαμηλές ταχύτητες. Σε νορμάλ χρήση όμως αρκεί μόνο η μανέτα του μπροστινού φρένου, μιας και είναι συνδυασμένη η λειτουργία των φρένων. Αν θέλετε έξτρα δύναμη από το πίσω δισκόφρενο, πατήστε το λεβιέ του ποδόφρενου που είναι όμως λίγο άβολα τοποθετημένος, κάτω από τον δεξί κύλινδρο.

Ο μονόδρομος συμπλέκτης επιτελεί μια χαρά το καθήκον του, εκμηδενίζοντας τις αναπηδήσεις του πίσω τροχού στα απότομα κατεβάσματα, ενώ διατηρεί μια καλή ισορροπία με το φρένο του κινητήρα. Ομοίως το traction control που εμπόδισε τον πίσω τροχό του R18 να ντριφτάρει ακόμη και σε δρόμους γεμάτα γλιστερά φύλλα εξαιτίας του βαυαρικού φθινοπώρου, ή σε βρεγμένα κομμάτια της ασφάλτου μετά από μια πεντάλεπτη ψιχάλα.

 

Με χάρη μπαλαρίνας

Άλλος ένας τομέας που ξεχωρίζει το R18 είναι η συμπεριφορά του, η οποία είναι πραγματικά εξαιρετική για τα δεδομένα όλων των κατηγοριών, εκτός από των σπορ μοτοσυκλετών. Αυτό δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι οι αποστάτες στα μαρσπιέ αρχίζουν να ξύνουν την άσφαλτο σε οτιδήποτε παραπάνω από μια μέτρια κλίση.

Παρά το μακρύ μεταξόνιο, η είσοδος στις στροφές γίνεται πολύ εύκολα και ελέγξιμα, καθώς πλαγιάζει ωραία προς την κορυφή της στροφής εντελώς αβίαστα –δεν χρειάζεται να παλεύεις με την μοτοσυκλέτα για να πλαγιάζει από την μια πλευρά στην άλλη σε στριφτερούς δρόμους. Είναι μια πραγματική επιτυχία των μηχανολόγων πλαισίων της BMW, και εμπεριέχει μια πολύ έξυπνη γεωμετρία.

Αντίστοιχα και η λειτουργία της ανάρτησης είναι εξαιρετική, παρά την έλλειψη ρυθμίσεων. Το πολύ σωστό σετάρισμα για το πιρούνι που εξέλιξε η Showa, "κατάπινε" τις ανωμαλίες του δρόμου, αν και το μεγάλο βάρος συνολικά το βοηθά να αντιμετωπίζει τα σαμαράκια. Το αμορτισέρ πίσω από της ZF είναι λιγότερο ενδοτικό και πέρα από το γεγονός ότι θυμίζει hardtail, λίγη παραπάνω διαδρομή από τα 90mm θα ήταν καλοδεχούμενη.

Το R18 στρίβει πολύ καλά, χωρίς να επηρεάζεται και πάλι από το μακρύ μεταξόνιο, αλλά προτιμά να το οδηγείς στις στροφές με το γκάζι –αν έχεις μία πάνω στο κιβώτιο ο 19άρης μπροστινός τροχός με το ελαστικό της Bridgestone Θα αρχίσει να ανοίγει την τροχιά του, ενώ αν κρατήσεις την ταχύτητα και το γκάζι αισθάνεται πιο πολύ στα νερά του. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα το οδηγείς σαν σπορ μοτοσυκλέτα –που δεν είναι. Όπως είχε δηλώσει ο Schramm, η αποστολή της BMW ήταν να φτιάξει κάτι διαφορετικό από τους άλλους, με τον δικό τους τρόπο. Στην περίπτωση, λοιπόν, του R18 τον πέτυχαν τον στόχο και το αποτέλεσμα είναι ένα αυθεντικό all rounder, ευχάριστο στην οδήγηση, ειδικά χάρη στον υπέροχο κινητήρα του.

 

Μετά το πρώτο βήμα

Η BMW αξίζει τα εύσημα για την σύλληψη αυτής της εξαιρετικής πλατφόρμας για την πολυαναμενόμενη είσοδό της στην αγορά των cruisers. Είναι μια μοτοσυκλέτα διασκεδαστική και με μεγάλες δυνατότητες στις πραγματικές συνθήκες, αν και το πλάτος των τεράστιων κυλίνδρων καθιστά απαγορευτικές τις σφήνες και τους ελιγμούς ανάμεσα στα αυτοκίνητα. Τώρα όμως η προσοχή στρέφεται στο τι έπεται με αυτόν τον κινητήρα των 1.802cc –το αντίστοιχο της BMW με τον Indian Thunder Stroke 111 των 1.819cc που εξοπλίζει την γκάμα των Chief, με custom και touring εκδόσεις. Το ακόμη πιο ενδιαφέρον όμως, θα είναι το να δούμε αν η BMW θα ακολουθήσει το παράδειγμα της Indian, που έφτιαξε το υγρόψυκτο V-2 Scout με τους δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους, τα 1.133cc και τα 94 άλογα, μόλις έναν χρόνο μετά την παρουσίαση των Chief και Chieftrain. Η μεγάλη αποδοχή του Scout δεν χτύπησε μόνο το ευάλωτο Harley Sportster, αλλά έκανε ευτυχισμένους τους αντιπροσώπους της Indian που είχαν ένα entry level μοντέλο για την οικογένεια των μεγάλων δικύλινδρων. Θα ακολουθήσει η BMW αυτό το μονοπάτι με μικρότερα σε κυβικά cruisers για να ανταγωνιστεί τα Scout; Μην ποντάρετε στο αντίθετο, καθώς όπως λέει ο Markus Schramm, το R18 είναι απλώς η αρχή για την εμπλοκή της BMW στην κατηγορία των cruisers. Είναι πράγματι ένα cruiser, αλλά όχι έτσι όπως τα ξέρουμε…!

 

Του Alan Cathcart

Φωτό: BMW Motorrad/Markus Jahn, Daniel Kraus & Bernhard Limberger

Δείτε το πλούσιο φωτογραφικό υλικό από το R18 στο gallery του άρθρου

 
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ        
Αντιπρόσωπος:
BMW Hellas
Τιμή:
Από 26.490
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2.440
Μεταξόνιο (mm):
1.731
Ύψος σέλας (mm):
690
Ίχνος (mm):
150
Γωνία κάστερ (˚):
32,7
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο, διπλό, σωληνωτό
Πλάτος (mm):
964
Βάρος κατασκευαστή, γεμάτη (kg):
345
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
16 / -
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, αερόψυκτος, δικύλινδρος boxer με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
107,1 x 100
Χωρητικότητα (cc):
1.802
Σχέση συμπίεσης:
9,6:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
91/4.750
Ροπή (kg.m/rpm):
16,1/3.000
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
50,5
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 2
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Ξηρός μονόδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με γρανάζια / 1,160
Τελική μετάδοση / σχέση:
Με άξονα / 3,091
 
Σχέσεις
1η
2,438
2α
1,696
3η
1,296
4η
1,065
5η
0,903
6η
0,784
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
-
3,8
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Cantilecer με ένα αμορτισέρ
Διαδρομή (mm):
90
Ρυθμίσεις:
Καμία
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
5 x 16
Ελαστικό:
180/65 B 16
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 300mm με δαγάνα δύο εμβόλων και ABS
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Τηλσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
120 / 49
Ρυθμίσεις:
Καμία
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
3,5 x 19
Ελαστικό:
120/70 R (B) 19
ΦΡΕΝΟ
Δύο δίσκοι 300mm με δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων και ABS
 
 
 
 

 

Ετικέτες

Honda CB500X (2013)

Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

28/9/2017

Είναι το πιο όμορφο, είναι το πιο ολοκληρωμένο, είναι το πιο ελκυστικό. Η έκδοση "Χ" από την νέα οικογένεια των δικύλινδρων CB500 της Honda έχει όλα τα φόντα να αποτελέσει τον πόθο όσων "κατοικοεδρεύουν" στην Α2 των διπλωμάτων και θα μπορούσε άνετα να μετατρέψει το λογότυπό του σε... "ΧΧΧ"

Το συγκεκριμένο άρθρο γράφτηκε το 2013 και δημοσιεύθηκε στο τεύχος 526 του ΜΟΤΟ, και αφορά την πληρέστερη και πιο ολοκληρωμένη δοκιμή του Honda CB500X, έτσι όπως μόνο το ΜΟΤΟ έχει τη δυνατότητα να κάνει

Η ζόρικη οικονομικά εποχή που ζούμε, το τελευταίο που χρειάζεται για να αντιμετωπιστεί είναι μιζέρια και εσωστρέφεια (όπως είχε κατηγορηθεί η Honda, όταν πριν τρία χρόνια είχε μια από τις πιο φτωχές συγκομιδές σε νέα μοντέλα). Αντιθέτως, απαιτείται τόλμη, φαντασία κι έξυπνες λύσεις, όπως ακριβώς πράττει σήμερα η Honda παρουσιάζοντας μια ολοκληρωμένη σειρά νέων μοτοσυκλετών, χρησιμοποιώντας το ιστορικό όνομα των CB σε συνδυασμό με έναν εξαιρετικό δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα. Η νέα οικογένεια διαθέτει όλα τα παραπάνω στοιχεία, και η έκδοση "Χ" έχει το πιο ολοκληρωμένο πακέτο εκ των τριών αδερφών, δίνοντας υπόσταση στο "έξυπνο" με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.


Αυτό δεν είναι ένα εύκολο καθήκον, ακόμη κι αν μιλάμε για ένα εργοστάσιο με το μέγεθος της Big-H. Για να έχεις κάτι έξυπνο να δώσεις στο κοινό -και δη ένα τόσο απαιτητικό κοινό όπως αυτό της μοτοσυκλέτας- χρειάζονται δύσκολοι συνδυασμοί και ευφάνταστα μυαλά. Για να χαρακτηριστεί μια μοτοσυκλέτα έξυπνη θα πρέπει κατ' αρχήν να προσφέρει -τουλάχιστον, αν όχι παραπάνω- αυτό που υπόσχεται. Θα πρέπει να είναι πολυδιάστατη και ταυτόχρονα να είναι φθηνή αλλά όχι φθηνιάρικη. Tricky, που λένε και οι βρετανοί, καθώς πλέον τα χρήματα αξιολογούνται τελείως διαφορετικά και το κόστος σκαρφαλώνει ψηλά στην κλίμακα της ιεραρχίας. Απαιτείται ποιότητα που θα κοστίζει φθηνά με τους λιγότερους, ει δυνατόν μηδενικούς, συμβιβασμούς.

Ο πολυδιάστατος χαρακτήρας απαιτεί επιδόσεις και προσεκτική διαχείριση δύναμης, για να μη μιλήσουμε για την τιτάνια προσπάθεια που επιμερίζεται σε σχεδιαστές και μηχανολόγους σε ό,τι αφορά την εμφάνιση και την συμπεριφορά. Κι όλα αυτά πρέπει να είναι προσιτά και -κυρίως- να μεταφέρονται από τις σκέψεις και τα χαρτιά, στην πράξη και το δρόμο. Παράλληλα, έτσι γιατί από μόνα τους όλα αυτά λες και δεν έχουν έναν αυξημένο βαθμό δυσκολίας, να προσθέσουμε ως κερασάκι και την διαχρονικότητα. Θέλεις να αγοράσεις κάτι που θα είσαι περήφανος ως ιδιοκτήτης του, ακόμη κι όταν τα spread ή οι δείκτες οικονομικού κλίματος θα βρίσκονται ψηλότερα απ' ό,τι είναι σήμερα. Έ, λοιπόν δεν αντέχω να σας κρατήσω την αγωνία μέχρι το τέλος της δοκιμής και δηλώνω ευθαρσώς πως το CB500X τα κάνει ΟΛΑ αυτά! Και αν νομίζετε ότι χάθηκε η μαγεία και το μυστήριο του συμπεράσματος, μη βιάζεστε γιατί το πραγματικό ενδιαφέρον είναι το πώς τα καταφέρνει.

Παίρνεις περισσότερο
Κατ' αρχήν, το CB ξεκινά με ένα μεγάλο αβαντάζ, το οποίο δεν είναι αυτονόητο για όλες τις μοτοσυκλέτες: σε κερδίζει από την πρώτη κιόλας οπτική επαφή. Δεν έχει τον όγκο για τους λάτρεις του μπούγιου, αλλά έχει την ποιότητα για τους φανατικούς της λεπτομέρειας. Το CB500X είναι μια καλοφτιαγμένη μοτοσυκλέτα και φαίνεται παντού. Από τη βαθειά βαφή μέχρι την συναρμογή των πλαστικών, την αίσθηση που αφήνει η σέλα και μόνο στην αφή, την τακτοποιημένη χωροταξία των καλωδίων, τις όμορφες σχεδιαστικά ζάντες, όλα αυτά αφήνουν μια ποιοτική γεύση πριν καν βάλεις το κλειδί στον διακόπτη. Μόλις τον βάλεις, βέβαια, καταλαβαίνεις ότι πρόκειται για Honda, καθώς η παραδοσιακή -πλέον- δυσκολία που προβάλουν οι κεντρικοί διακόπτες της Big-H είναι κι εδώ παρούσα. Μικρό το κακό, αφού μόλις γυρίσεις το κλειδί η αίσθηση της υψηλής ποιότητας συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε. Τα όργανα, αν και πλήρως ψηφιακά, είναι από τα πλέον ευανάγνωστα της κατηγορίας με διακριτικό και καλαίσθητο φωτισμό.


Πετάς το ένα πόδι πάνω από τη σέλα κι είναι σα να φοράς ένα καλοραμμένο κοστούμι. Όλα είναι στα μέτρα σου κι αν δεν υπερβαίνεις το 1,85 σε ύψος τα άκρα σου και ο κορμός σου μόνο σε στρώμα νερού θα νιώσουν πιο άνετα. Το τιμόνι ανοίγει τα χέρια σε φυσιολογικές γωνίες, ενώ τα μαρσπιέ είναι τοποθετημένα ελαφρώς πίσω και χαμηλά προσφέροντας εξαιρετική ευκολία στην μεταφορά βάρους του σώματος μέσα στις στροφές.
Το μυστικό της όλης υπόθεσης είναι η συμμετρία και οι αναλογίες. Αυτά τα δύο στοιχεία είναι προσεκτικά μελετημένα έτσι ώστε τίποτε να μην είναι παράταιρο και να ξεχωρίζει. Γι' αυτό ακριβώς το CB500X δείχνει μεγάλη μοτοσυκλέτα χωρίς να είναι. Ακόμη κι ο κινητήρας του είναι σχεδιασμένος να μοιάζει με τετρακύλινδρο, ενώ το μούτρο και τα πλαστικά χτίζουν άρρηκτους δεσμούς με τα μεγαλύτερα NC700X και Crosstourer. Χωρίς υπερβολές και εξεζητημένες λύσεις, το δικύλινδρο της Honda εκμεταλλεύεται στο έπακρο την πολυτέλεια της απλότητας.
Αντίστοιχο μερίδιο από αυτή την πολυτέλεια, αντιστοιχεί και στον συνεπιβάτη ο οποίος έχει αρκετό χώρο και ικανοποιητικό αφρώδες στη σέλα, αλλά και εξαιρετική στήριξη από τις μεγάλες χειρολαβές στο πλάι.

Πετάς το ένα πόδι πάνω από τη σέλα κι είναι σα να φοράς ένα καλοραμμένο κοστούμι

Ερωτεύσιμος... κινητήρας
Με το που γυρίζει το κλειδί και το κουμπί της μίζας δίνει εντολή σε ρεύματα, σπινθήρες και καύσιμο να συνδυαστούν για να ξεκινήσει το δικύλινδρο γουργουρητό, νιώθεις λες κι ένα φιλικό χέρι σου χτυπάει με κατανόηση την πλάτη. Ο ήχος του δεν τσιτώνει τα επινεφρίδια ούτε σε κάνει να μπαίνεις σε επιθετικές διαδικασίες, αλλά μεταφέρει μια τέτοια αίσθηση οικειότητας και φιλικότητας που νιώθεις πως αυτόν περίμενες όλη σου τη ζωή. Η αίσθηση αυτή ενισχύεται μόλις περιστρέψεις τον δεξιό καρπό. Ο εν σειρά δικύλινδρος ανεβάζει γρήγορα και απόλυτα γραμμικά. Ή μάλλον καλύτερα, είναι ο ορισμός της γραμμικότητας. Από τις 3.000 στροφές και πάνω η δύναμη κατεβαίνει τόσο ισορροπημένα και χρηστικά, που ουσιαστικά δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο ποια σχέση έχεις στο εξάρι κιβώτιο. Χωρίς υπερβολές και ξεσπάσματα, οι 41,8 ίπποι που κατεβαίνουν στον πίσω τροχό του CB500X αρκούν και με το παραπάνω για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα.

Μπορεί να μην είναι αρκετοί για να έχεις μόνιμα τον μπροστινό τροχό στον αέρα ή να βγαίνεις με πλαγιολισθήσεις ισχύος στις εξόδους των στροφών, αλλά παντού και πάντα έχεις μια διαρκή ώθηση που αποτελεί τον κύριο παράγοντα της οδήγησης με ροή.

Αυτό μάλιστα ισχύει σε οποιοδήποτε περιβάλλον κι αν βρίσκεται το "Χ". Μέσα στην πόλη, έξω από την πόλη, γύρω απ' αυτήν, οπουδήποτε και αν κληθεί να πατήσεις τις ρόδες του αποτελεί έναν πραγματικό σύμμαχο.
Οι μόνες ενστάσεις -που αν δεν υπήρχαν κι αυτές θα μιλούσαμε για μια ανησυχητικά... τέλεια επιλογή- αφορούν την λειτουργία του κιβωτίου και το σχετικά μικρό κόψιμο του τιμονιού. Και τα δύο αυτά στοιχεία βγαίνουν στην επιφάνεια μέσα στο αστικό περιβάλλον και φυσικά, όπως επιτάσσει ο νόμος του Μέρφι, εκεί που δεν θέλεις να συμβούν. Η σχετικά σκληρή λειτουργία του κιβωτίου ευθύνεται και για την μικρή ασάφεια στο κούμπωμα της δευτέρας στα κατεβάσματα και την ενοχλητική μερικές φορές δυσκολία στο κούμπωμα της νεκράς στα φανάρια. Από την άλλη, εκεί που το "Χ" κοντράρει μέχρι και "Ζετάκι" σε ελιγμούς ανάμεσα στα αυτοκίνητα χάρη στο εξαιρετικό ζύγισμά του, μπορεί να βρεθείς εγκλωβισμένος ανάμεσα σε δύο προφυλακτήρες αναπνέοντας υπομονετικά τα καυσαέρια του μπροστινού σου, γιατί δεν μπορείς να χωθείς λόγω του μικρού κοψίματος του τιμονιού. Ελάχιστες περιπτώσεις μεν, συμβαίνουν όμως -έστω και σπάνια- σε πραγματικές συνθήκες δε.


Έξω από τα τείχη, ο υποδειγματικός κινητήρας αναλαμβάνει και πάλι τον ρόλο του αγχολυτικού παρέχοντας ό,τι χρειάζεται για να απολαύσεις κάθε διαδρομή. Το άπλωμα της δύναμης σε όλο το φάσμα των στροφών με απόλυτα προοδευτική παροχή, αντισταθμίζει οποιαδήποτε επιθυμία για παραπάνω δύναμη ψηλά. Υψηλή μέση ωριαία στο ταξίδι χάρη -ξανά- στη οδήγηση με ροή που σου επιτρέπει ο κινητήρας, εξαιρετική κατανάλωση (κοντά στα 4,2 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα) και μεγάλη αυτονομία, τόσο για την μοτοσυκλέτα (που φτάνει σε μέση τιμή τα 341 χιλιόμετρα) όσο και για τον αναβάτη λόγω της άνετης και χαλαρής θέσης οδήγησης, είναι οι τρεις συνιστώσες που σε κάνουν να πίνεις νερό στο όνομα του CB500X, κάθε φορά που απομακρύνεται ο προορισμός. Η προστασία επίσης που προσφέρει η κοντή ζελατίνα είναι αντιστρόφως ανάλογη του μεγέθους της, αφού και μέχρι τα 150 χιλιόμετρα καταφέρνει να στέλνει την τυρβώδη ροή του αέρα πάνω από το κράνος (εκτός κι αν έχετε επιλεγεί για τα ντραφτ του NBA...).

Νέα ήθη
Μέχρι πριν λίγο καιρό, όταν γινόταν λόγος για μια μοτοσυκλέτα με ιδιαίτερες χρηστικές προεκτάσεις, ήταν σχεδόν αυτονόητο ότι μιλούσαμε για ένα μαλακό σύνολο προσανατολισμένο αποκλειστικά και μόνο στην άνεση, με αντίστοιχες "θυσίες" σε ό,τι αφορά την σπορ συμπεριφορά. Πόσω δε μάλλον όταν επρόκειτο για μια μοτοσυκλέτα της Honda που ο όρος "προμελετημένες ελαστικότητες" ήταν συνώνυμο της φίρμας.

Έ, λοιπόν το CB500X δεν έχει καμία σχέση με όλα αυτά. Το είχε γράψει ο Θάνος στην παρουσίαση (τ. 523) στην Ισπανία, το επιβεβαιώσαμε και επί ελληνικού εδάφους πως δεν πρόκειται για μια ιδιαιτερότητα των μοντέλων προπαραγωγής. Οι αναρτήσεις του "Χ", τόσο στο πιρούνι όσο και στο αμορτισέρ, πέραν της μεγαλύτερης διαδρομής διαθέτουν και πιο σκληρά ελατήρια. Το αποτέλεσμα είναι ένα εξαιρετικό, σφιχτό σύνολο που σε συνδυασμό με το σχετικά άκαμπτο πλαίσιο μεταφέρουν μια αίσθηση ενός δεμένου και στιβαρού συνόλου που θυμίζει περισσότερο streetfighter παρά χρηστικό commuter.

Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που σε μικρές ταχύτητες οι αναρτήσεις δεν συμπιέζονται ιδιαίτερα σε λακκούβες και σαμαράκια -ειδικά το πιο σκληρό αμορτισέρ- προκαλώντας ένα πολιτισμικό σοκ σε όσους έχουν συνηθίσει την μαλακή αίσθηση των Honda. Αυτό είναι το αντίτιμο για μια απροσδόκητα σπορ συμπεριφορά και την εκπληκτική αίσθηση ασφάλειας που μεταφέρει η μοτοσυκλέτα κάθε φορά που βγαίνουν στην επιφάνεια τα "ανήσυχα" γονίδια του αναβάτη της.

Μπορεί ο κινητήρας να μην προδιαθέτει για τέτοιες καταστάσεις, αλλά όλο το υπόλοιπο σύνολο το κάνει. Κάθε φορά που στρίβεις, είτε σε ανοιχτές παρατεταμένες καμπές, είτε σε κλειστές στροφές με μειωμένη ορατότητα και την πιθανότητα διόρθωσης της γραμμής παρούσα ανά πάσα στιγμή, το μπροστινό μένει βιδωμένο στην άσφαλτο ακολουθώντας πιστά τις εντολές που μεταφέρει ο πίσω τροχός. Αυτό είναι και ένα "παιχνίδι" που το ευχαριστιέσαι ανεξάρτητα κι από το πόσο γρήγορα πηγαίνεις.Είναι τόσο ομοιογενής η συμπεριφορά του CB500X που δεν χρειάζεται ταχύτητες φωτός και επιταχύνσεις τύπου superbike για να νιώσεις το πόσο καλά μελετημένη κατασκευή είναι. Ή για να επανέλθουμε σ' αυτό που λέγαμε στην αρχή, στο πόσο έξυπνη μοτοσυκλέτα είναι.

Σ' αυτό παίζει ρόλο και η τιμή της που εντάσσεται σε άκρως ανταγωνιστικά πλαίσια, αφού είναι μόλις 400 ευρώ πιο ακριβό από το λιγότερο πολυδιάστατο CB500F και σχεδόν 500 ευρώ φθηνότερο από το μονοκύλινδρο ΧΤ660Χ.

Πρόκειται για ένα πραγματικά ολοκληρωμένο πακέτο με ουσία κι όχι για κάτι που... μοιάζει με ολοκληρωμένη πρόταση. Μια μοτοσυκλέτα που σε κάνει να την εκτιμήσεις μέχρι και την τελευταία βίδα της...

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ       Honda CB500X

 

Αντιπρόσωπος:
Αφοι Σαρακάκη ΑΕΒΜΕ
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2.095
Ύψος (mm):
1.290
Μεταξόνιο (mm):
1.421
Απόσταση από το έδαφος (mm):
170
Ύψος σέλας (mm):
810
Ίχνος (mm):
108
Γωνία κάστερ (o):
26,3
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
640
Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):
510
Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):
920
Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):
500
ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ
193
(χωρίς καύσιμο: 180,25)
Πίσω
52%
Εμπρός
48%
Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:
1%
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο τύπου διαμάντι
Ρεζερβουάρ (lt):
17,3
Βάρος κατασκευαστή γεμάτη (kg):
194
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Υγρόψυκτος, δικύλινδρος σε σειρά
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
67x66,8
Χωρητικότητα (cc):
471
Σχέση συμπίεσης:
10,7:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
46,9/8.500
Ροπή (kg.m/rpm):
4,4/7.000
Τροφοδοσία:
PGM-FI
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια/2,029
Τελική μετάδοση / σχέση:
Αλυσίδα, γρανάζια 41/15/ 2,733:1
 
Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm
1η
3,285/6
2α
2,105/10
3η
1,600/13
4η
1,300/16
5η
1,150/18
6η
1,043/20
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθμιση βαλβίδων (km):
Στα 1000 και κάθε 24.000
Αλλαγή λαδιού (km):
Στα 1.000 και κάθε 12.000
Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):
2,5
Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):
Στα 1.000 και κάθε 12.000
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Km/h
Sec
Μέτρα
0-50
2,03
13,92
0-100
5,85
96,10
0-150
14,88
420,91
 
ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ
Μέτρα
Sec
km/h
0-400
14,38
148,22
0-1.000
27,63
172,74
 
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)
Km/h
4η
5η
6η
40-80
5,28/87,86
6,29/72,02
 
80-120
5,73/160,06
6,85/191,8
7,33/204,54
120-160
 
11,08/439,35
13,73/550,64
 
ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ
Km/h
Sec
Μέτρα
120-40
2,35
51,53
 
ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ
 
Κενή
Γεμάτη
Θεωρητικά
-
4,15
Πραγματικά
4,31
4,61
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Pro-Link ένα αμορτισέρ
Διαδρομή (mm):
140
Ρυθμίσεις:
9 θέσεις προφόρτισης
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου 160/60-17
ΦΡΕΝΟ
Δίσκος 240mm
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
LCD οθόνη με στροφόμετρο / ταχύμετρο ,ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ένδειξη θερμοκρασίας κινητήρα, δύο χιλιομετρητές, ρεζέρβα, κατανάλωση καυσίμου,
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
140/41
Ρυθμίσεις:
-
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
Αλουμινίου 120/7--17
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 320mm
 
ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
Μέση
4,6
Ελάχιστη
4,2
Μέγιστη
5,7
Αυτονομία (km):
341
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
17

 

Ετικέτες