TRIUMPH TIGER 1200 2022: Το οδηγήσαμε σε όλες τις συνθήκες και εκδόσεις στην Πορτογαλία

Τεχνική Ανάλυση: Δέκα χρόνια μπροστά από τον περσινό προκάτοχό του
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

16/3/2022

Η Triumph κράτησε μόνο το όνομα του Tiger 1200 και ξεκινώντας με έναν ολοκαίνουριο κινητήρα, σχεδίασε από το μηδέν μία μοτοσυκλέτα με βάση έναν πολύ συγκεκριμένο στόχο: Την αποκαθήλωση του πρώτου στην κατηγορία. Αυτός βέβαια ήταν και ο στόχος του προηγούμενου τον οποίο, εκ των πραγμάτων πλέον, δεν τον πέτυχε. Επιπλέον, η πρώτη θέση στην κατηγορία έχει διασπαστεί σε παρακλάδια ανάλογα με την σχέση χώματος/ ασφάλτου και πλέον ο στόχος δεν μπορεί να είναι και τόσο απόλυτος, είναι πιο σύνθετα τα πράγματα.

Καταρχάς, το MOTO ήταν το μόνο ελληνικό μέσο που δεν είχε εκθειάσει το προηγούμενο μοντέλο, είμασταν οι μόνοι που γράφαμε πως η Triumph είχε αποτύχει στον τότε στόχο της να αποκαθηλώσει το GS και τεκμηριώναμε το γιατί με ανάλυση σε όλους τους τομείς και ξεκάθαρες αναφορές, από τα ηλεκτρονικά μέχρι την κατανομή βάρους. Για να μην είμαστε ισοπεδωτικοί, το προηγούμενο μοντέλο έκανε κάτι πάρα πολύ καλά κι αυτό ήταν τα ταξίδια σε εθνική και μεγάλους δρόμους, ωστόσο δεν κερδίζεις έτσι την κατηγορία, παρόλο που στην πράξη οι μοτοσυκλέτες αυτές θα αναλωθούν λιγότερο σε στενούς επαρχιακούς, πόσο μάλλον σε χώμα.

Γι' αυτό και όταν άρχισα και πάλι να ακούω για το GS από τους ανθρώπους της Triumph μόλις πάτησα το πόδι μου στην Πορτογαλία, τους θύμισα το προηγούμενο και πως καλύτερα να μην επικεντρώνεσαι στον πρώτο, αλλά να φέρεις κάτι νέο στην κατηγορία. Κι επειδή έχουμε χτίσει μία οικειότητα και αντιλαμβάνονται πως η κριτική μου είναι καλοπροαίρετη, μου έκλεισαν το μάτι και μου είπαν πως αυτή την φορά θα πω ότι το κατάφεραν. Για να μην σας κρατώ σε αγωνία και δίνοντας από την αρχή την απάντηση, ναι φέρνουν κάτι απόλυτα νέο σε μία κατηγορία που νόμιζες πως τα έχει όλα, ναι είναι τελείως διαφορετικό από το προηγούμενο και άπειρες φορές καλύτερο, ενώ σε ορισμένους τομείς το τοποθετώ και ψηλότερα από το GS. Ωστόσο για το τελευταίο θα πρέπει να έρθει στην Ελλάδα, να γίνουν περισσότερες δοκιμές, κι αν πράγματι είναι τελικά έτσι, αυτό να τεκμηριωθεί σε μία αναλυτική συγκριτική δοκιμή, αλλά και μέσα από την απόλυτη διαδικασία του MEGA TEST. Ας δούμε πώς και γιατί το Tiger 1200 2022 είναι ολότελα νέο και καμία σχέση δεν έχει με τον προκάτοχο:

Το καλύτερο νούμερο για να τραβήξει το μάτι, είναι τα 25 κιλά που έχει χάσει. Αυτό ενισχύεται από μία μελέτη για την κατανομή βάρους που είναι από τις πιο καθοριστικές που έχω δει. Σε αυτό το σημείο να τονίσω πως στην τεχνική ανάλυση που θα έχει το επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, θα βρείτε μερικές ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΕΣ πληροφορίες για τον κινητήρα και για το θέμα της κατανομής βάρους που θα σας δώσουν να καταλάβετε πόσο δύσκολη δουλειά ήταν και ταυτόχρονα πόσο σημαντικές είναι ορισμένες πολύ μικρές λεπτομέρειες, που ακόμη και ένας κάτοχος μπορεί να μην τις δει αν δεν τους τις δείξεις.

Το άλλο νούμερο είναι τα 148 άλογα που αποδίδει ο κινητήρας αυτός, που θυμίζουμε πως δεν είναι ένας υπερκυβισμένος τρικύλινδρος από το Tiger 900, αλλά ο κινητήρας που έχει μπει στο νέο Speed Triple και που εκεί αποδίδει -εύκολα- 180 άλογα.

Το Speed Triple αποτελεί για το MOTO άλλο ένα παράδειγμα για τον τρόπο που δρα η Triumph, κρατώντας το όνομα αλλά σβήνοντας κάθε σύνδεση με το παρελθόν. Προσπερνώντας στάδια εξέλιξης, πηγαίνοντας δηλαδή κατευθείαν τέσσερα χρόνια μετά ή και δέκα ακόμη, όπως είναι η περίπτωση του Tiger 1200, είναι κάτι που κανείς κατασκευαστής δεν κάνει. Πουθενά. Επιχειρηματικά είναι πιο σωστό να μοιράζεις το κόστος σε περισσότερες πωλήσεις. Από την άλλη η ιστορία μας έχεις δείξει πως οι καλύτερες μοτοσυκλέτες που έχουν βγει στην παραγωγή είναι εκείνες που βασίστηκαν στο πάθος μερικών στελεχών και λιγότερο σε επιχειρηματικά κριτήρια.

Έτσι λοιπόν το Speed Triple έχει πρακτικά αλλάξει κατηγορία, αν διαβάζετε το ΜΟΤΟ το ξέρετε εδώ και καιρό, και αυτός είναι ο κινητήρας που πήρε η Triumph για το Tiger. Μόνο που και εκεί κράτησε απλά το κάρτερ και μόνο! Η σειρά ανάφλεξης δεν είναι ίδια και το Tiger 1200 ακολουθεί την T-Plane διάταξη που μας συστήθηκε στο Tiger 900, το κιβώτιο έχει διαφορετικές σχέσεις, όχι όλες, η κεφαλή είναι νέα αν και η συμπίεση είναι ίδια και τελικά η σχέση με το Speed Triple καταλήγει μικρή στα χαρτιά, μεγάλη όμως στην πράξη. Διότι δεν μιλάμε για προσαρμογές αλλά για εξέλιξη από την αρχή της ζωής αυτού του κινητήρα σε διαφορετικά κλαδιά, όπως τόνισε στο ΜΟΤΟ στέλεχος του εργοστασίου σε μία αποκλειστική συνεδρία που είχαμε μαζί του.

Ο κινητήρας λοιπόν είναι νέος, φτιαγμένος να υπηρετήσει την κατηγορία των μεγάλων Adventure με μπόλικη δύναμη και χαρακτηριστική ευστροφία και το πλαίσιο είναι νέο. Ή καλύτερα τα πλαίσια. Μάλιστα ναι, είναι διαφορετικά, κάτι που επίσης εδώ θα το διαβάσετε. Το ΜΟΤΟ έχει τα στοιχεία γεωμετρίας για όλες τις εκδόσεις και σε συνέντευξη με τον υπεύθυνο εξέλιξης του πλαισίου, την πιο άμεση πηγή στην πληροφορία δηλαδή, οι εκδόσεις με 21 ιντσών εμπρός τροχό προσαρμόστηκαν στον λαιμό για τα δεδομένα που φέρνει η μεγαλύτερη διάμετρος. Ζητούμενο, πάντα, η σωστή κατανομή βάρους, που σε ορισμένες περιπτώσεις παίζει μεγαλύτερο ρόλο από το ίδιο το νούμερο των κιλών. Προς επίρρωση αυτού το παράδειγμα του προηγούμενου μοντέλου. Κι ακόμη καλύτερα, για να φέρω κι ένα παράδειγμα εκτός Αγγλίας, το Honda Crosstourer η μοτοσυκλέτα που στις χαμηλές ταχύτητες είχε την ευελιξία κακοφορτωμένου εμπορικού πλοίου κατηγορίας suezmax. Αν άνοιγες το γκάζι, μετά γινόταν και μπαλαρίνα ακόμη κι αυτή την διαφορά κάνει η σωστή κατανομή βάρους.

Δεν έγινε απλώς δίαιτα λοιπόν, σχεδιάστηκε από την αρχή κάτι νέο με τελείως διαφορετικές διαδικασίες από πριν και με τελείως διαφορετική εμπειρία. Ας μην ξεχνάμε πως πλέον η Triumph έχει κάτι που δεν διέθετε παλιά, μία ομάδα αποκλειστικά για το Off-Road με αναβάτες όπως ο Ivan Cervantes, που επίσης ήταν μαζί μας και για το Tiger 1200.

Ο νέος κινητήρας και το πλαίσιο -πλαίσια καλύτερα- συνεργάζονται με επίσης νέες ημι-ενεργητικές αναρτήσεις της Showa και διαδρομές 200mm στα μοντέλα με 19άρι εμπρός και 220mm σε εκείνα με 21''. Παρένθεση εδώ πως ο πίσω τροχός είναι κοινός για όλες τις εκδόσεις, στις 18 ίντσες. Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται κάτι τέτοιο στον χώρο της μοτοσυκλέτας γενικά και είναι πολύ συνηθισμένος και ο τροχός 18 ιντσών πίσω, αλλά ο συνδυασμός 19-18 για την συγκεκριμένη κατηγορία είναι επίσης άλλο ένα νέο που εισάγει η Triumph. Ευνοείται εδώ από την εξέλιξη των ελαστικών και μάλιστα οι κατασκευαστές τους απορούν πως και δεν το έκανε κανείς μέχρι τώρα.

Αυτό δεν το λέω τυχαία αλλά αποτελεί σημερινό (16/3/2022) σχόλιο από μεγάλο στέλεχος της Dunlop κατά την παρουσίαση του Roadsmart IV στην Γαλλία, μόλις μία ημέρα μετά την οδήγηση του Tiger 1200. Κλειδί σε αυτό το σημείο το γεγονός πως η κοινή διάμετρος του πίσω τροχού για όλες τις εκδόσεις δεν αποφασίστηκε παρά μόνο σε τελικό στάδιο στην πορεία της μοτοσυκλέτας, έχοντας δει την νεότερη πορεία των ελαστικών όπως δήλωσε στο ΜΟΤΟ ο υπεύθυνος παραγωγής και στην έντυπη έκδοση θα έχουμε και το ακριβές χρονοδιάγραμμα.

Οπότε οι αναρτήσεις έχουν ίδιο πίσω τροχό, με διαφορετική διαδρομή ανάλογα της έκδοσης και διαφορετικό εμπρός, με πιο σημαντικό από όλα όμως το γεγονός πως πρέπει να συμπεριφέρονται κι αντίστοιχα, αλλά και να προσαρμόζουν την συμπεριφορά τους ανάλογα του δρόμου στον οποίο κινούνται.

Για τον λόγο αυτό η Triumph δεν πάτησε στους αλγόριθμους της Showa. Για να έχετε εικόνα, κάθε προμηθευτής αναρτήσεων έχει ένα πολύ βασικό συνοδευτικό πρόγραμμα για την λειτουργία τους που ουσιαστικά δεν είναι τίποτα άλλο από ψηφιακά σκαλοπάτια. Αν ο ρυθμός συμπίεσης είναι Α, η απόσβεση να γίνει Β κτλ. Ο κατασκευαστής μπορεί να πατήσει πάνω σε αυτό ή να γράψει το δικό του. Το πόσο καλά θα το κάνει είναι εκείνο που θα δημιουργήσει διαφορά, γιατί στο hardware είναι ικανότατο πλέον. Οπότε όλη η μαγεία κρύβεται σε μερικές γραμμές κώδικά. Η Triumph εδώ ακολουθήσε έναν πολύ ενδιαφέρον δρόμο με πρακτικές δοκιμές και επιτόπου αλλαγές από πρώιμο στάδιο και όχι μόνο με προσομοιωτές. Κρύβεται τεράστια εξέλιξη και πάρα πολύ κόπος στο πώς κατάφεραν να πετύχουν αυτή την απόδοση, όμως την παράσταση κλέβει ο άξονας και το ψαλίδι. Όσο και να θέλω να το αποφύγω, δεν γίνεται να μην θυμηθώ το προηγούμενο μοντέλο σε αυτό το σημείο. Όπως επίσης δεν γίνεται να προσπεράσει κανείς εύκολα όλα τα μοντέλα με άξονα και τα μειονεκτήματα που αυτός φέρνει, ιδιαίτερα στην εκτός δρόμου οδήγηση.

Κι εδώ όμως έχουμε να κάνουμε με κάτι ολότελα νέο και τελείως διαφορετικό από αυτό που έχουμε συνηθίσει! Την ύπαρξη του άξονα δεν την καταλαβαίνεις στο χώμα, ούτε στο κλείσιμο του γκαζιού σε λάσπη, από εκείνη που έχει ένα λεπτό στρώμα πάνω σε σκληρό έδαφος, την γλίτσα δηλαδή και όχι τον πηχτό πηλό για οικοδομικές εργασίες. Ακόμη κι εκεί ξεχνάς την ύπαρξή του, όπως επίσης δεν υπάρχει μειονέκτημα στο άνοιγμα του γκαζιού. Δεν ανασηκώνεται η μοτοσυκλέτα σαν καμήλα, δεν χάνεται δύναμη, ούτε επιστρέφει κιόλας εκεί που δεν το θέλεις. Την διαφορά του άξονα θα την καταλάβεις -λογικά- σε πολυήμερα ταξίδια που δεν θα χρειάζεται να τεντώσεις και να λαδώσεις αλυσίδα, αλλά αυτό είναι από τα πράγματα που θα δούμε στο μέλλον όταν έρθει στην Ελλάδα.

Από εκεί και πέρα, η Triumph δεν ήθελε ένα μονόμπρατσο ψαλίδι γιατί αυτό αυξάνει το βάρος, και δεν το μειώνει. Η αφαίρεση είναι οπτική και μόνο. Επίσης οι εκτός δρόμου δυνατότητες περιορίζονται όπως επίσης και η κατανομή την οποία και επαναφέρουν με το τελικό της εξάτμισης. Όλα αυτά είναι στο παρελθόν, το Tiger 1200 φέρνει μία λύση από το μέλλον και δεν γίνεται να μην θαυμάσεις τον βαθμό ενασχόλησης των μηχανικών, όταν παρατηρήσεις από κοντά την λύση που σκέφτηκαν για τον συνδυασμό ψαλιδιού – άξονα.

Εννέα στάδια απόσβεσης και αυτόματης προφόρτισης, που εύκολα μπορείς να επιλέξεις και να προσαρμόσεις από το τρισδιάστατο μενού, φέρνουν τις αναρτήσεις στα μέτρα σου, ενώ για πρώτη φορά υπάρχει και επιλογή επιστροφής στις προηγούμενες ρυθμίσεις αν σβήσεις την μοτοσυκλέτα. Οι κατασκευαστές αρχίζουν να αντιλαμβάνονται πως όταν πατάς το κουμπί, γιατί το Tiger 1200 είναι keyless και στο ρεζερβουάρ ακόμη, το μόνο που θέλεις είναι να κουμπώσεις πρώτη και να φύγεις. Είναι εκνευριστικό να ξεκινάς και λίγο πιο κάτω να ασχολείσαι με ρυθμίσεις, οπότε το Tiger 1200 σε ρωτά μόλις το ανοίξεις αν θέλεις να γυρίσεις στο πρόγραμμα που είχες επιλέξει. Αν απλά βάλεις μπροστά μπαίνει στις βασικές λειτουργίες, τόσο απλά και γρήγορα. Το μενού περιλαμβάνει, Road, Rain, Sport Off-road και εκδόσεις Pro με όλες να αυτοπροσδιορίζονται από το όνομα. Ωστόσο μόνο η Rain έχει περιορισμό ιπποδύναμης, ο οποίος μπαίνει για όλες τις σχέσεις του κιβωτίου και δεν αναιρείται από τρίτη σχέση και πάνω, όπως σε μερικές άλλες μοτοσυκλέτες.

Οι εκδόσεις με το ρεζερβουάρ των 30 λίτρων, από τα μεγαλύτερα που μπορεί να βρει κανείς στην κατηγορία, έχουν το καλό να μην το δηλώνουν τόσο οπτικά και κυρίως να μην επηρεάζονται ιδιαίτερα από τον πρόσθετο όγκο. Το αλουμινένιο ρεζερβουάρ κερδίζει λίτρα μεγαλώνοντας λίγο σε κάθε πλευρά και περισσότερο προς τα πάνω, μοιράζοντας τα δέκα αυτά περισσότερα λίτρα σε μεγάλη επιφάνεια, οπότε οι αλλαγή δεν είναι δραματική. Σε καμία από τις μοτοσυκλέτες δεν είναι δύσκολο να βρουν τα πόδια κάτω, ακόμη και στις ψηλότερες, καθώς όλες οι εκδόσεις έχουν φροντίσει για μικρό πλάτος στο εμπρός τμήμα της σέλας.

Η εργονομία της θέσης οδήγησης έχει μελετηθεί ώστε να είσαι άνετος στα ταξίδια αλλά τα γόνατα να κλειδώνουν σε σωστή θέση αν σηκωθείς όρθιος να οδηγήσεις στα μαρσπιέ. Πρόκειται για δύσκολο στοίχημα και η Triumph το έχει πετύχει στον μέγιστο βαθμό, ενώ προσφέρει και ρυθμίσεις για να την φέρει ο κάθε αναβάτης στα δικά του μέτρα. Στο τιμόνι μεταφέρονται κραδασμοί, αν και όχι ενοχλητικοί, οι οποίοι απουσιάζουν από κάθε άλλο σημείο, ακόμη κι από τα μαρσπιέ, οπότε η άνεση δεν επηρεάζεται. Η ζελατίνα ρυθμίζεται με το χέρι, εύκολα ακόμη κι ενώ κινείσαι και η κάλυψη από τον αέρα είναι σε κορυφαίο επίπεδο, ενώ από την νέα οθόνη, με το ενσωματωμένο γυαλί για μείωση των αντανακλάσεων, ελέγχεις τα πάντα, από την μοτοσυκλέτα μέχρι το κινητό σου. Για πρώτη φορά επίσης υπάρχει κανονικό ψηφιακό πληκτρολόγιο το οποίο είναι λειτουργικό όταν κινείσαι! Αυτό σημαίνει πως μπορείς να πραγματοποιείς κλήσεις ακόμη και σε αριθμούς που δεν είναι αποθηκευμένοι από τα κουμπιά της μοτοσυκλέτας, χωρίς να παίρνεις τα χέρια σου από το τιμόνι και με το κινητό τηλέφωνο κλεισμένο στην τσέπη! Με βασικό εξοπλισμό που στον μεγάλο του ανταγωνιστή πρέπει να προσθέσεις από δύο έως τέσσερα πακέτα για να τον φτάσεις, το Tiger 1200 ταξιδεύει παραδειγματικά και είναι βράχος και σε υψηλές ταχύτητες. Η πρώτη μου εμπειρία με προσπάθεια αποσταθεροποίησης στα πολλά χιλιόμετρα έδειξε πως το Tiger 1200 είναι ακλόνητο και δεν αναμένω να αλλάξει αυτό κατά την πιο σύνθετη δοκιμή σε ελληνικό έδαφος.

Στο χώμα όμως είναι πάντα μία καλή ευκαιρία για να βρει κανείς ατέλειες που στην άσφαλτο φαίνονται δύσκολα. Αντιθέτως όμως η πρώτη χωμάτινη εντύπωση έδωσε περισσότερα ακόμη θετικά στοιχεία! Καταρχάς η Triumph είχε ετοιμάσει μία ημέρα αφοσιωμένη μόνο στο χώμα και αντίστοιχα απαιτητική με αυτές των KTM. Το γκρουπ των advanced αναβατών είχαμε στην διάθεσή μας μία σειρά από διάφορους χωματόδρομους, μέχρι κακοτράχαλες αντιπυρικές. Το πρώτο πράγμα που κάνει την διαφορά και φυσικά δημιουργεί θετική εντύπωση, δεν είναι η συμπεριφορά του άξονα που λέγαμε νωρίτερα, αλλά η εμπιστοσύνη στον εμπρός τροχό σε συνθήκες μειωμένης πρόσφυσης. Σε μεγάλες μοτοσυκλέτες, ακόμη κι αυτές με 21 ιντσών τροχό, ξέρεις πως δεν πρέπει να κλείνεις το γκάζι σε παχύ χαλίκι. Ακόμη και σε αυτή την συνθήκη όμως, το 1200 ενεργεί με χαρακτηριστική ευκολία που όμοιά της δεν υπάρχει στην κατηγορία. Λάσπη και γλίτσα με μοτοσυκλέτα κοντά στα 250 κιλά είναι το πρώτο πράγμα που αποφεύγεις και είναι, κυριολεκτικά, το πρώτο πράγμα που πατήσαμε ανεβαίνοντας στην σέλα του. Από τα πρώτα μέτρα γνωριμίας με το Tiger 1200 ήταν το χώμα στις χειρότερες συνθήκες για μία τέτοια μοτοσυκλέτα, γιατί μεταφερθήκαμε σε ειδικό χώρο για την δοκιμή και βρήκαμε τις μοτοσυκλέτες να μας περιμένουν. Την επόμενη ημέρα θα οδηγούσαμε στην άσφαλτο, οπότε η πρώτη γνωριμία ήταν και στις χειρότερες συνθήκες, εκεί που κανονικά μπαίνεις όταν έχεις αποκτήσει μία μικρή εξοικείωση με την μοτοσυκλέτα. Δεν χρειάστηκε κάτι τέτοιο με το Tiger όμως και από τα πρώτα μέτρα ο εμπρός τροχός έδειξε πως θα κάνει αυτό που θα του ζητήσεις, όχι αυτό που θέλει εκείνος.

Η κατανομή βάρους, το καλό ζύγισμα και η ακρίβεια στην απόκριση της γκαζιέρας είναι τα βασικά υλικά για μία πετυχημένη συνταγή οδήγησης στο χώμα. Από εκεί και πέρα η ευχαρίστηση με τέτοιες μοτοσυκλέτες δεν είναι ούτε τα μονοπάτια, ούτε το τεχνικά κομμάτια. Αυτά καλό είναι να γίνονται σε δοκιμές για να βρίσκουμε εμείς τα όρια ώστε εσείς να τα ξέρετε, αλλά για τον ιδιοκτήτη δεν υπάρχει λόγος να γίνεται κάτι τέτοιο. Το ωραίο με αυτές τις μοτοσυκλέτες είναι να διασχίζεις ολόκληρα βουνά και να καλύπτεις μεγάλες αποστάσεις που συνδυάζουν χώμα και επαρχιακούς και το Tiger 1200 το κάνει αυτό να γίνεται πολύ εύκολα και απόλυτα ξεκούραστα. Τουλάχιστον αυτό φάνηκε από την πρώτη αυτή επαφή μαζί του.

Σε γρήγορο ρυθμό οδήγησης, σε διαδρομές αντίστοιχες του Tiger 660, δεν παλεύεις και δεν κουράζεσαι, ούτε εσύ, ούτε και η μοτοσυκλέτα. Τα φρένα δεν χάνουν απόδοση και η ροπή του κινητήρα είναι στην διάθεσή σου από χαμηλά για να μην χρειάζεται να αλλάζεις συνέχεια. Στο μεταξύ μιλάμε για ένα κιβώτιο που σπάει κάθε στερεότυπο για Triumph, κουμπώνει ήρεμα χωρίς θορύβους και χτύπους και συνοδεύεται και από ένα quickshifter που κερδίζει στον άτυπο πόλεμο για την μοτοσυκλέτα με το καλύτερο τέτοιο σύστημα. Έχω γράψει για του GS, οι αναγνώστες του ΜΟΤΟ θα το θυμάστε, πως είναι ντροπή να το χρεώνουν όταν δεν κάνει αυτό που υπόσχεται, θα έπρεπε να το δίνουν τσάμπα. Να ένα σημείο που σίγουρα υπερτερεί η Triumph, μπορεί και από την Ducati ακόμη που μέχρι τώρα είχε το καλύτερο.

Αντίστοιχα δουλεύουν και τα φρένα και είναι η πρώτη φορά που βλέπω σύστημα της Contintental να πλησιάζει τον τρομερό βαθμό εξέλιξης που έχει φτάσει η Bosh, φτιάχνοντας ABS που δουλεύει εξαιρετικά και στο χώμα. Είναι βέβαια και ένα σημείο που πρέπει να μελετηθεί πολύ πιο εκτεταμένα στην Ελλάδα, όμως η πρώτη εντύπωση δεν είναι απλά θετική αλλά ολότελα αναθεωρητική για το πόσο πίσω από την Bosch είναι η Contintental! Όπως καταλαβαίνετε η μονάδα ABS είναι της Conti, όπως αντίστοιχα από εκεί προέρχεται και το ραντάρ για εκείνους που ακολουθούν. Δεν έχει μπροστά, ώστε να χρησιμοποιηθεί σε adaptive cruise control αλλά πίσω, ανάβοντας LED στους καθρέφτες για να σου δείξει αν υπάρχει κάποιος σε κρυφή γωνία. Πρώτη φορά το είδαμε αυτό από το Multistrada V4 και οι άνθρωποι της Triumph άφησαν στο ΜΟΤΟ να εννοηθεί πως θα έχουμε και άλλα να περιμένουμε με την συνεργασία με την Conti, εννοώντας -προφανώς- το adaptive cruise control.

Πλούσια εξοπλισμένο και με πολλές διαφορετικές εκδόσεις για να καλύψει όλους τους αναβάτες, το Tiger 1200 είναι η τρικύλινδρη μοτοσυκλέτα που έλειπε από την κατηγορία και ταυτόχρονα η μοτοσυκλέτα που φέρνει νέα πράγματα που δεν υπήρχαν καθόλου. Συνδυάζει την υψηλή απόδοση συντηρώντας τον πόλεμο ιπποδύναμης, πλούσιο βασικό εξοπλισμό και περίπου 50 πρόσθετα εξαρτήματα, που όμως όλα έχουν εξελιχθεί παράλληλα με την μοτοσυκλέτα και έχουν δοκιμαστεί αντίστοιχα, και όλα αυτά ενώ δεν παλεύεις μαζί της στο χώμα και διασκεδάζεις στην άσφαλτο. Γι' αυτό και είναι μία από τις σημαντικότερες μοτοσυκλέτες του 2022, πριν ή και χωρίς να ανακηρυχθεί και η καλύτερη μεγάλη on-off. Τα συγχαρητήρια στην Triumph αξίζουν πριν από όλα αυτά όμως, από τον πρωτόγνωρο βαθμό ενασχόλησης κατά την εξέλιξή της, έτσι όπως μας περιεγράφηκε από τους ανθρώπους της εταιρίας και που ξεφεύγει από τα σημερινά δεδομένα. Δέκα χρόνια μπροστά με μία κίνηση!

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ       Triumph Tiger 1200 GT Pro

Κινητήρας

Υγρόψυκτος, τετράχρονος, τρικύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Χωρητικότητα

1.160cc

Διάμετρος x Διαδρομή

90 x 60,7mm

Συμπίεση

13,2:1

Μεγ. Ισχύς

148hp/9.000rpm

Μεγ. Ροπή

13,2kgm/7.000rpm

Τροφοδοσία

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής

3 σε 1

Τελική μετάδοση

Άξονας

Συμπλέκτης

Υγρός πολύδισκος, μονόδρομος

Κιβώτιο

6 σχέσεων

Πλαίσιο

Ατσάλινο σωληνωτό με αλουμινένιο υποπλαίσιο

Εμπρός ζάντα

Χυτή αλουμινένια 3.0 x 19 (Ακτινωτή 2.15 x 21 Rally Pro & Rally Explorer)

Πίσω ζάντα

Χυτή αλουμινένια 4.25 x 18 (Ακτινωτή 4.25 x 18 Rally Pro & Rally Explorer)

Εμπρός ελαστικό

Metzeler Tourance 120/70R19 (Metzeler Karoo Street 90/90-21 Rally Pro & Rally Explorer)

Πίσω ελαστικό

Metzeler Tourance 150/70R18 (Metzeler Karoo Street 150/70R18 Rally Pro & Rally Explorer)

Εμπρός ανάρτηση

Ημι-ενεργητικό USD πιρούνι 49mm με 200mm διαδρομή (220mm Rally Pro & Rally Explorer)

Πίσω ανάρτηση

Ημι-ενεργητικό αμορτισέρ Showa με διαδρομή 200mm (220mm Rally Pro & Rally Explorer)

Εμπρός φρένο

Δύο δίσκοι 320mm με ακτινικές δαγκάνες Stylema M4.30 της Brembo

Πίσω φρένο

Δίσκος 282mm με δαγκάνα δύο εμβόλων Brembo

Μήκος

2.245mm (2.256mm GT Explorer, 2.270mm Rally Pro, 2.296mm Rally Explorer)

Πλάτος

849mm

Ύψος

1.436-1.497mm (1.487-1.547mm Rally Pro & Rally Explorer)

Ύψος σέλας

850-870mm (875-895mm Rally Pro & Rally Explorer)

Μεταξόνιο

1.560mm

Γωνία κάστερ

24,1° (23,7° Rally Pro & Rally Explorer)

Ίχνος

120mm (112mm Rally Pro & Rally Explorer)

Βάρος γεμάτη

245kg (240 kg GT, 255kg GT Explorer, 249kg Rally Pro, 261kg Rally Explorer)

Ρεζερβουάρ

20lt (30lt GT Explorer & Rally Explorer)

 

Συγκριτική δοκιμή Ducati Panigale V4S vs Aprilia RSV4 Factory: Μονομαχία στις πίστες και τους δρόμους της Ελλάδας

MotoGP στους δρόμους!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

29/12/2021

Η Ducati πήρε τελικά την απόφαση να φτιάξει μοτοσυκλέτες ευρείας παραγωγής με V4 κινητήρα (είχαν προηγηθεί στο παρελθόν τα περιορισμένης παραγωγής Desmosedici RR και ακόμα πιο παλιά τα Apollo) ξεκινώντας φυσικά από την τεχνολογική ναυαρχίδα της, το Panigale V4S. Μαζί με αυτή την ιστορική απόφαση για την ιταλική εταιρεία, είχαμε και την επιστροφή της φιλοσοφίας αποδέσμευσης του μοντέλου για το ευρύ κοινό από τους περιορισμούς των κανονισμών του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Superbike, όπως είχε κάνει το 1992 η Honda με το Fireblade 900. Για να δούμε τί διαφορετικό φέρνει στη ζωή μας η Panigale V4S των “παράνομων” 1100 κυβικών την συγκρίνουμε την Aprilia RSV4 Factory των “νόμιμων” 1000 κυβικών στις πίστες των Μεγάρων και των Σερρών:

 

 

Aprilia RSV4RF vs Ducati Panigale V4S

(Συνεργάστηκε ο πρωταθλητής Ελλάδας Κώστας Πολίτης)

 

MotoGP στους δρόμους!

 

Η παραγωγή μιας μοτοσυκλέτας εμπνευσμένης από των αγώνες των GranPrix δεν είναι καινούρια ιδέα. Έχουμε δει τα Suzuki RG500Γ και Yamaha RD500 την εποχή των δίχρονων και τα Ducati Desmosedici RR και Honda RCV213S στην πρόσφατη εποχή των τετράχρονων MotoGP. Όμως για πρώτη φορά έχουμε δύο MotoGPreplica που είναι κορυφαίες στα δυναμικά χαρακτηριστικά τους και όχι μόνο στα τεχνικά

Η πικρή αλήθεια για όλες τις GPreplicaπου έχουν βγει στην παραγωγή μέχρι σήμερα είναι ότι ήταν πανάκριβες και εξωτικές, αλλά από την πλευρά των δυναμικών χαρακτηριστικών καμία τους δεν κατάφερε να προσφέρει στους ιδιοκτήτες της τις επιδόσεις και τα δυναμικά χαρακτηριστικά μιας αγωνιστικής μοτοσυκλέτας. Ακούγεται οξύμωρο για μοτοσυκλέτες που φτιάχτηκαν χωρίς περιορισμούς στο κόστος και με τα καλύτερα υλικά της εποχής τους, όμως αν ψάξεις στις λεπτομέρειες είναι εύκολο να καταλάβεις γιατί. Τόσο τα δίχρονα GP 500,όσο και τα σύγχρονα τετράχρονα MotoGP είναι χειροποίητα πρωτότυπα που έχουν σχεδιαστεί με βάσει τους κανονισμούς της FIM που ισχύουν την συγκεκριμένη εποχή που συμμετέχουν στο πρωτάθλημα. Όταν παίρνεις αυτές τις μοτοσυκλέτες και προσπαθήσεις να τις προσαρμόσεις στις προδιαγραφές της Ε.Ε. ή των ΗΠΑ, είναι σαν να τις περνάς μέσα από την μηχανή του κιμά. Αντίθετα, μια σπορ μοτοσυκλέτα που έχει σχεδιαστεί από την αρχή για να κυκλοφορεί στους δρόμους, είναι ευκολότερο να δουλεύει σωστά στις συνθήκες που θα τη χρησιμοποιήσει ο ιδιοκτήτης τους.

Για παράδειγμα ο κινητήρας. Σε μια αγωνιστική μοτοσυκλέτα δεν σε ενδιαφέρουν τα διαστήματα και το κόστος των service, οπότε μπορείς να βάλεις ελαφρύ κάρτερ από μαγνήσιο, το οποίο φυσικά θέλει αλλαγή μετά από μερικούς αγώνες διότι πετσικάρει. Το ίδιο ισχύει για τις πνευματικές βαλβίδες, που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις και εργαλεία ή τις ακραίες συμπιέσεις στο θάλαμο καύσης που απαιτούν σταθερή ποιότητα βενζίνης. Σαν να μην έφταναν αυτά, θα πρέπει να του προσθέσεις καταλύτη, βαλβίδα ροής καυσαερίων και αισθητήρες στην εξάτμιση. Μετά πρέπει να βάλεις μεγαλύτερη μπαταρία, περίπλοκη καλωδίωση, πιο ήσυχο φιλτροκούτικαι τον υπόλοιπο εξοπλισμό δρόμου. Αυτές οι αλλαγές δεν προσθέτουν μόνο βάρος, αλλά κυρίως απαιτούν επιπλέον χώρο.

Εδώ αρχίζουν τα πραγματικά προβλήματα, διότι για να χωρέσουν όλα αυτά μέσα στο φαίρινγκ, πρέπει να αλλάξει το σχήμα του πλαισίου, να τοποθετηθεί ο βαρύτερος κινητήρας σε διαφορετική θέση και ουσιαστικά να αλλάξει εντελώς η κατανομή των μαζών. Έτσι πέρα από τις αναμενόμενα υποδεέστερες επιδόσεις, οι GPreplica έχουν επιπλέον βάρος σε εντελώς διαφορετικά σημεία από τις αγωνιστικές, οπότε συμπεριφέρονται και διαφορετικά.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση της Ducati. Αν έχεις οδηγήσεις την Desmosedici RR και μετά οδηγήσεις την Panigale V4S, θα καταλάβεις αμέσως ότι η μετατροπή μιας αγωνιστικής μοτοσυκλέτας των MotoGP, δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση όσο ο εξ αρχής σχεδιασμός μιας μοτοσυκλέτας για χρήση στο δρόμο. Μπορεί η Ducatiνα θέλει να συνδέσει όσο περισσότερο γίνεται την Panigale V4 με την μοτοσυκλέτα του Andrea Dovizioso,όμως το φαίρινγκ της δεν έχει σχεδιαστεί μόνο για την επίτευξη της μέγιστης τελικής ταχύτητας, ούτε ο κινητήρας της έχει “μόνο” 1000 κυβικά.Αντιθέτως η DesmosediciRR που είχε σχεδιαστεί για να μοιάζει όσο γίνεται με τη μοτοσυκλέτα του Capirossi, είχε μια θέση οδήγησης που σου έκοβε τα χέρια, τεράστιο μεταξόνιο και έναν πίσω τροχό 16 ιντσών που την έκανεδύστροπη στην οδήγηση.

Η PanigaleV4S είναι απαλλαγμένη από τα δεσμά των κανονισμών των MotoGP, οπότε και οι σχεδιαστές της ήταν απαλλαγμένοι από το άγχος να φτιάξουν μια μοτοσυκλέτα γεμάτη περιορισμούς. Τα 1100 κυβικά δίνουν ροπή στις χαμηλές και μεσαίες στροφές, που κανένα superbike ή race replica με 1.000 κυβικά δεν έχει. Για τη συμμετοχή τους στο παγκόσμιο πρωτάθλημα SBK θα φτιάξουν την έκδοση R, με χίλια κυβικά, που πιθανότατα θα έχει μπιέλες τιτανίου όπως όλα τα R μέχρι σήμερα και θα ανεβάζει περισσότερες στροφές για να βγάζει τα ίδια ή και περισσότερα άλογα με την έκδοση των 1.100 κυβικών, αλλά σίγουρα με λιγότερη ροπή στις μεσαίες και με ένα κιβώτιο ταχυτήτων με κλιμάκωση μόνο για χρήση σε πίστα. Θα κάνει φυσικά και ένα σκασμό λεφτά, που ελάχιστοι θα μπορούν να πληρώσουν. Όχι ότι η PanigaleV4S είναι φτηνή, αλλά στα 31.700 ευρώ, παίρνεις σχεδόν 200 ίππους στον τροχό και τεχνολογία διαστημόπλοιου. Τόσο περίπου θα σου κοστίσει ένα οποιοδήποτε superbikeσήμερα, αν του βάλεις ολόκληρη εξάτμιση, power commanter, ζάντες Marchesini και ό,τι άλλο χρειαστεί για να βγάλει κοντά στα 200 άλογα στον τροχό και για να έχει το πραγματικό βάρος της PanigaleV4S. Σε αυτό το σημείο βρίσκεται η απάντηση σε όσους αναρωτιούνται αν αξίζει η διαφορά τιμής των 10.050 ευρώ που χωρίζει τις μοτοσυκλέτες αυτού του συγκριτικού τεστ. Ναι αξίζει, διότι για να φτιάξεις ένα RSV4RF (ή ένα GSX-R 1000Rκ.τ.λ.) με 200 ίππους στον τροχό θα ξεπεράσεις συνολικά τα 28.000 ευρώ. Το πραγματικό ερώτημα είναι αν αξίζει να έχεις μια μοτοσυκλέτα 200 ίππων.

 

Όταν περισσεύει η δύναμη

Ναι, ναι, ξέρουμε… Το γκάζι δεν είναι ποτέ αρκετό και όσα περισσότερα άλογα έχεις τόσο το καλύτερο. Μόνο που οι νόμοι της φυσικής βάζουν τα δικά τους όρια και τα τελευταία χρόνια στο παιχνίδι έχουν μπει και τα ηλεκτρονικά. Μια επιπόλαιη ματιά στο αρχείο με τις μετρήσεις επιδόσεων του ΜΟΤΟμπορεί εύκολα να σε οδηγήσει στην… παράνοια.

Ποια μοτοσυκλέτα έχει την καλύτερη επίδοση στο φρενάρισμα από τα 120km/h έως τα 40km/h;Το BMW R1200RT των 272 κιλών (πάνω από 350 κιλά με έναν μεσαίου αναστήματος αναβάτη) με τις φτηνότερες χυτές ακτινικές δαγκάνες της Brembo χρειάστηκε μόλις 52,37 μέτρα. Το DucatiPanigaleV4S των 200,5 κιλών (270 κιλά με αντίστοιχο αναβάτη) και τα τεράστια δισκόφρενα των 330mm και τις πανάκριβες monoblock δαγκάνες Stylema χρειάστηκε 58,05 μέτρα (το BMWS1000RR είχε κάνει 63 μέτρα…). Τι στο διάβολο γίνεται εδώ πέρα! Πολύ απλά, σε αυτά τα χιλιόμετρα (120km/h) το ABS (corneringABS και στις δύο μοτοσυκλέτες) έχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Το βάρος του R1200RT, το μακρύ μεταξόνιο και το teleleverπου δεν βυθίζεται, αποτρέπουν τον πίσω τροχό να σηκωθεί από το έδαφος. Έτσι το ABS δεν επεμβαίνει και αφήνει όλη την δύναμη των φρένων να φτάσει έως την άκρη του εμπρός ελαστικού. Στα superbikeόμως που ο πίσω τροχός σηκώνεται εύκολα στον αέρα αν γραπώσεις με δύναμη τα εμπρός φρένα (ακόμα και στα 200km/h…) η επέμβαση του ABS είναι αναπόφευκτη. Όση δύναμη κι αν έχουν τα δισκόφρενα δεν έχει καμία σημασία. Από την στιγμή που ο πίσω τροχός σηκωθεί απότομα από το έδαφος, αμέσως αναλαμβάνει το ABS το ποσοστό επιβράδυνσης.

Τόσο το Ducati, όσο και το Aprilia, έχουν το ολοκαίνουριο, υπερσύγχρονο cornering ABS της Bosch (με αισθητήρες επιτάχυνσης έξι κατευθύνσεων), που ελέγχει δίσκους 330mm και δαγκάνες της Brembo (monoblock M430 στο RSV4RF και Stylema στο PanigaleV4S). Ρυθμίζονται σε δύο επίπεδα ευαισθησίας και έχεις επιπλέον τη δυνατότητα να απενεργοποιήσεις το ABS στο πίσω τροχό και να ρυθμίσεις μέχρι ποιο ύψος θέλεις να σηκώνεται ο πίσω τροχόςόταν φρενάρεις δυνατά (RearWheelanti-lift). Δυστυχώς όμως, λόγω νομοθεσίας Euro4 απαγορεύεται η πλήρης απενεργοποίηση του ABS, ενώ στα προηγούμενα μοντέλα των ABS της Bosch είχες αυτή τη δυνατότητα. Ακόμα όμως κι έτσι, οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν διαφορά στον τρόπο που φρενάρουν λόγω διαφορετικής ρύθμισης του λογισμικού του ABS από τους μηχανικούς/δοκιμαστές της κάθε εταιρείας. Τα φρένα της Ducati έχουν το χαρακτηριστικό αρχικό δάγκωμα των Brembo, αλλά αμέσως μετά η κεντρική μονάδα του corneringABSαναλαμβάνει δράση. Όταν φρενάρεις φυσιολογικά και από ταχύτητες κάτω από τα 200km/h δεν είναι τόσο εμφανής αυτή η μετάβαση. Σε αυτό συμβάλει και το γεγονός ότι τα corneringABS δεν δημιουργούν ανάδραση στη μανέτα του φρένου, όπως κάνουν τα συμβατικά ABS. Όμως όταν είσαι μέσα στην πίστα ή φρενάρεις απότομα από υψηλές ταχύτητες, καταλαβαίνεις πιο εύκολα ότι τον έλεγχο του ρυθμού επιβράδυνσης τον καθορίζει η IMU όταν διαπιστώσει ότι η πίεση που βάζεις στη μανέτα είναι μεγαλύτερη από το όριο που την έχουν ρυθμίσει. Στην RSV4RF δεν υπάρχει καν το αρχικό δάγκωμα και σου δίνει την αίσθηση ότι το corneringABS είναι διαρκώς ενεργοποιημένο. Αυτό όμως το βοήθησε να κάνει 53 μέτρα αντί για τα 58 μέτρα του Panigale, στην μέτρηση φρεναρίσματος 120-40km/h, διότι η απουσία του αρχικού δαγκώματος κράτησε τον πίσω τροχό στο έδαφος στα πρώτα μέτρα. Βλέπουμε δηλαδή ότι λόγω σχεδιασμού των μοτοσυκλετών αυτών (ελαφριές πίσω και με κοντό μεταξόνιο) η επιπλέον δύναμη πέδησης των φρένων τους έρχεται αντιμέτωπη με το όριο που θέτουν οι νόμοι της φυσικής.

Ακριβώς τα ίδια συμβαίνουν και με τις μετρήσεις επιτάχυνσης από στάση. Το είχαμε γράψει και στο τεστ του BMW S1000XR (240 κιλά) που με μόλις 145,6 ίππους στον τροχό είχε κάνει 0-400 μέτρα σε 10’’, ενώ το S1000RR (203,5 κιλά) με 186,3 ίππους στον τροχό έχει κάνει 10,4’’ στα 0-400 μέτρα. Κι εδώ η απάντηση βρίσκεται στους νόμους της φυσικής. Το μόνο που κάνουν τα 40 επιπλέον άλογα είναι να σηκώνουν τον εμπρός τροχό στον αέρα και να προκαλούν την επέμβαση του wheelie control. Τόσο το Aprilia RSV4RF, όσο και το Ducati Panigale V4S, έχουν σύστημα launch control. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα κι ο πιο άσχετος αναβάτης, μπορεί να χουφτώσει τέρμα το γκάζι, να αφήσει απότομα τον συμπλέκτη χωρίς φόβο και να κάνει τα 0-400 μέτρα σε 10,4’’ βρέξει-χιονίσει. Το launch control δουλεύει φανταστικά και στις δύο μοτοσυκλέτες, κρατώντας τον εμπρός τροχό μόλις 2-3 εκατοστά πάνω από την άσφαλτο την ώρα που εσύ έχεις άφοβα τέρμα ανοιχτό το γκάζι. Τέλεια επιτάχυνση από στάση, που κανένας αναβάτης δεν μπορεί να πετύχει δεύτερη φορά με τέτοια ακρίβεια. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι μοτοσυκλέτες των MotoGP και WSBK έχουν launch control. Οπότε όποιος βιαστεί να αναθεματίσει τα ηλεκτρονικά, θα κάνει μεγάλο λάθος. Γιατί όμως κάνουν και οι δύο μοτοσυκλέτες τον ίδιο χρόνο ενώ τις χωρίζουν περίπου 19 ίπποι; Μα φυσικά για τον ίδιο λόγο που στο αρχείο μας όλα τα καινούρια superbike έχουν 0-400 ανάμεσα στο 10,37’’ και στο 10,46’’ ανεξαρτήτως αν έβγαλαν 170, 180 ή 190+ ίππους στο δυναμόμετρο.Το μεταξόνιο, το βάρος και η κατανομή του βάζουν το όριο, που εμπειρικά πλέον μπορούμε να πούμε ότι είναι τα 150 άλογα. Αν έχεις πάνω από 150 άλογα χρειάζεσαι περισσότερο βάρος εμπρός για να δεις τους χρόνους να πέφτουν κάτω από το 10,3’’ και γι’ αυτό στα dragster βάζουν μακριά ψαλίδια και χαμηλώνουν όσο μπορούν την απόσταση της μοτοσυκλέτας από το έδαφος. Οπότε γιατί λέμε ότι αξίζει τα επιπλέον 10.000 ευρώ το PanigaleV4S, αφού τα παραπάνω άλογα δεν φαίνονται στις μετρήσεις; Διότι η διαφορά βρίσκεται στις υψηλές ταχύτητες και κυρίως στις ρεπρίζ, που με τη σειρά τους έχουν μεγάλο αντίκτυπο στην ευκολία που έρχονται οι χρόνοι μέσα και έξω από την πίστα. Στην μέτρηση επιτάχυνσης 160-200km/h με 6η η RSV4RF έκανε 3,59’’, το S1000RR3,13’’ και η PanigaleV4S έκανε 2,85’’. Εδώ τα άλογα και η ροπή των κινητήρων βρίσκουν τη δικαίωσή τους, αφού τα ηλεκτρονικά δεν έχουν λόγο να επέμβουν.

Το γκάζι φαίνεται στην πίστα

Με το Panigale V4S θα βελτιώσεις τον προσωπικό σου ταχύτερο γύρο στις Σέρρες από δύο δέκατα έως και ένα δευτερόλεπτο, χωρίς να κάνεις τίποτα παραπάνω. Απλά μπες στην πίστα και κάνε ό,τι έκανες πάντα. Καθώς τα ελαστικά της Panigaleήταν ελαφρώς πιο φαγωμένα σε σχέση με της RSV4RF, είπαμε στο Κώστα Πολίτη ότι θα χρονομετρήσουμε μόνο τον τρίτο γύρο που θα κάνει με κάθε μοτοσυκλέτα. Δηλαδή ο πρώτος γύρος ήταν για γνωριμία και “ζέσταμα” με την μοτοσυκλέτα, ο δεύτερος γύρος για να βρει ρυθμό και για να πάρει φόρα και στον τρίτο γύρο θα οδηγούσε όσο πιο γρήγορα μπορούσε, με την βασική προϋπόθεση βέβαια, του μηδενικού ρίσκου. Να επαναλάβουμε για άλλη μια φορά, ότι οι χρόνοι των τεστ δεν είναι χρονομετρημένα δοκιμαστικά αγώνα και δεν μας ενδιαφέρει να εντυπωσιάσουμε κανέναν. Σκοπός είναι να έχουμε μια ένδειξη για τις δυνατότητες της μοτοσυκλέτας και αυτό ακριβώς ζητάμε πάντα από τους πρωταθλητές που έχουμε μαζί μας. Ο Κώστας έκανε 1:25,070 στον τρίτο μόλις γύρο από την στιγμή που έκαστε πάνω στη σέλα της Ducati. Ακολουθώντας ακριβώς την ίδια διαδικασίαμε την Aprilia, η RSV4RF έκανε 1:25,700.

Θυμίζουμε ότι φοράγανε τα ίδιου τύπου ελαστικά (Pirelli Diablo Supercorsa) και η χρονομέτρηση αυτή έγινε με διαφορά μερικών λεπτών. Γιατί έχει σημασία αυτό; Πρώτον, διότι το πρωί η πίστα γλίστραγε κι αν κάναμε τότε τη χρονομέτρηση οι μοτοσυκλέτες θα γύριζαν μεταξύ 1:27 και 1:29. Δεύτερον, διότι για το Aprilia είχαμε μαζί μας και δεύτερο ζευγάρι ελαστικά, οπότε στο τέλος της πρώτης ημέρας ο Κώστας έκανε μερικούς γύρους παραπάνω πετυχαίνοντας χρόνο στο 1:24,7 με την RSV4RF. Όμως αυτός ο χρόνος δεν είναι άμεσα συγκρίσιμος με το 1:25 της Panigale διότι μεσολάβησαν αρκετοί γύροι εξοικείωσης του Κώστα Πολίτη με την RSV4RF. Γενικά πρέπει να είσαι πολύ προσεκτικός όταν συγκρίνεις χρόνους με μοτοσυκλέτες που έχουν μικρές διαφορές μεταξύ τους, διότι οι συνθήκες μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα. Επίσης, άλλο πράγμα η διαφορά του ενός δευτερολέπτου όταν το γυρολόγιο είναι πάνω από το 1:30 και άλλο πράγμα όταν είναι στο 1:25, όπου το κάθε δέκατο ισοδυναμεί με ολόκληρο… αιώνα.

Η RSV4RF έχει τις συμβατικές αναρτήσεις της Ohlins και ομαλή παροχή δύναμης που κορυφώνεται ψηλά. Αυτό σημαίνει ότι εξοικειώνεσαι αμέσως μαζί της και πιάνεις εύκολα γρήγορο ρυθμό. Η θέση οδήγησης είναι καθαρόαιμη αγωνιστική, αλλά της κλασσικής ιταλικής σχολής, με ψηλή σέλα και χαμηλά τοποθετημένα στενά κλιπ-ον. Κουμπώνεις πάνω στην RSV4RF και σε κάνει πολύ γρήγορα να καταλάβεις ότι με αυτή τη μοτοσυκλέτα πρέπει να στρίβεις με φόρα σαν να οδηγείς supersport 600. Η Ducati Panigale V4S είναι πιο ευρύχωρη, έχει πιο χαμηλή σέλα και ανοιχά κλιπόν. Είσαι σαφώς πιο χαλαρός πάνω στη σέλα της και σε αντίθεση με όλες τις υπόλοιπες superbike, δεν βαραίνει στα χέρια σου όσο αυξάνεται η ταχύτητα και πέφτουν οι χρόνοι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τρόπος που περνάνε από το τριπλό εσάκι οι μοτοσυκλέτες αυτές όταν κατέβεις κάτω από το 1:30. Η Aprilia θέλει να την βοηθήσεις με το γκάζι για να σηκωθεί γρήγορα από την μία μεριά στην άλλη, ενώ η Ducati περνάει με σταθερό γκάζι και ταυτόχρονα δείχνει έως 10 κιλά ελαφρύτερη στα χέρια σου.

Ποια αγοράζω;

Η Aprilia RSV4RF είναι το καλύτερο superbike αυτή τη στιγμή. Είτε το δεις σαν μπακάλης υπολογίζοντας τι παίρνεις με τα λεφτά που δίνεις, είτε το δεις με την καρδιά ενός μηχανόβιου, η RSV4RF απλά δεν παίζεται!  Ήχος, αίσθηση, στήσιμο πλαισίου, ηλεκτρονικά που σε συναρπάζουν και τώρα πια έχει και την ιπποδύναμη για να σταθεί στις ευθείες δίπλα στα υπόλοιπα τετρακύλινδρα superbike. Η Ducati Panigale V4S δεν είναι superbike, αλλά μια κατηγορία πάνω από αυτού του είδους τις μοτοσυκλέτες. Τα 10.000 ευρώ που την χωρίζουν από την RSV4RF και τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες της κατηγορίας φαίνονται υπερβολικά, αλλά αυτά που σου προσφέρει παραπάνω τόσο αξίζουν. Η Ducati σου ανοίγει την πόρτα στις επιδόσεις των υπερμοτοσυκλετών της επόμενης γενιάς, όπου το όριο το καθορίζει ο ίδιος ο αναβάτης της και κανένας άλλος. Τα 31.700 της έκδοσης S σαφώς και την βγάζουν έξω από την λίστα αγορών της πλειοψηφίας. Όμως κάτι μας λέει ότι η βασική έκδοση που κοστίζει 25.800 ευρώ δεν θα έχει μεγάλη διαφορά σε συμπεριφορά σε σχέση με την S. Ανυπομονούμε να έρθει η στιγμή που θα οδηγήσουμε την βασική έκδοση της Panigale V4, διότι πιθανότατα είναι η φτηνότερη και καλύτερη υπερμοτοσυκλέτα της αγοράς αυτή τη στιγμή.

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ            RSV4                      

Αντιπρόσωπος:

Piaggio Hellas

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

 

Ύψος (mm):

 

Μεταξόνιο (mm):

 

Απόσταση από το έδαφος (mm):

 

Ύψος σέλας (mm):

 

Ίχνος (mm):

 

Γωνία κάστερ (˚):

 

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

690

Απόσταση σέλας -μαρσπιέ (mm):

460

Απόσταση μαρσπιέ- τιμονιού (mm):

790

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

360

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

208

(χωρίς καύσιμο:194,2)

Πίσω

48,3%

Εμπρός

51,7%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

 

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Αλουμινίου δύο δοκών

Πλάτος (mm):

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

180/-

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, τετρακύλινδρος διάταξης V4 65ο, Υγρόψυκτος με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

78Χ52,3

Χωρητικότητα (cc):

999.6

Σχέση συμπίεσης:

13,6:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

201/13000

Ροπή (kg.m/rpm):

11.7/10500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

201

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ribe by wire με μεταβλήτου μήκους εισαγωγής 48mm

Σύστημα εξαγωγής:

4 σε 2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκός, μονόδρομος, υποβοηθούμενος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

1,659 (73/44)

Τελική μετάδοση / σχέση:

2,562 (41/16)

 

Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

1η

2,600

2α

2,063

3η

1,700

4η

1,476

5η

1,348

6η

1,259

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

 

Αλλαγή λαδιού (km):

 

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

 

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,73

13,35

0-100

3,31

46,17

0-150

5,34

117,08

0-200

7,69

225,77

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

10,45

234,8

0-1.000

17,89

280,75

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

2,21

68,9

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

2,79/47,2

3,43/56,15

-

80-120

2,54/70,16

2,95/81,44

3,62/100,02

120-160

2,3/89,42

2,66/103,13

3,20/124,39

160-200

2,3/115,15

2,85/142,64

3,59/179,61

200-240

-

-

-

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,38

53,03

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

0,89

-

Πραγματικά

1,09

1,17

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μονό αμορτισέρ ÖhlinsΤΤΧ

Διαδρομή (mm):

130

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση, απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς (αργό/γρήγορο)

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

6Χ17

Ελαστικό:

200/55-17 (ή εναλλακτικά 190/55-17 )

Πίεση:

 

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 220mm με δαγκάνα Bremboδύο εμβόλων 32mm με corneringABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνιUpsideDownÖhlins με αντιτριβική επίστρωση.

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

120/43

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5Χ17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

 

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 320mm πλευστοί. 4πίστονες Δαγκάνες Brembo M430 και cornering ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

177.4/13600

Ροπή (kg.m/rpm):

10.3/11100

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΑΝΑ ΣΧΕΣΗ

Κόφτης:

13600

Μέγιστη ισχύς:

177.4

 

 

1η

151

2α

191

3η

231

4η

266

5η

292

6η

312

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

8

Ελάχιστη

7

Μέγιστη

12,2

Αυτονομία(km):

231,25

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

50

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

18,5/4

         

 

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ            DUCATI PANIGALE V4S

Αντιπρόσωπος:

Kosmocar A.E.

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

-

Ύψος (mm):

-

Μεταξόνιο (mm):

1.469

Απόσταση από το έδαφος (mm):

-

Ύψος σέλας (mm):

830

Ίχνος (mm):

100

Γωνία κάστερ (˚):

24,5

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

720

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

450

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

820

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

-

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

200,5kg (χωρίς καύσιμο: 188,4kg)

Πίσω

46%

Εμπρός

54%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

+1,25%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Αλουμινένιο “Front frame” με τον κινητήρα ενεργό τμήμα του και αφαιρούμενο υποπλαίσιο

Πλάτος (mm):

-

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/198

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετρακύλινδρος V 90⁰, με δεσμοδρομικό σύστημα κίνησης βαλβίδων 2ΕΕΚ και 4Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

81 Χ 53,5

Χωρητικότητα (cc):

1103

Σχέση συμπίεσης:

14:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

214/13.000

Ροπή (kg.m/rpm):

12,6/10.000

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

194

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire με μεταβλητού μήκους αυλούς εισαγωγής και 2 μπεκ ανά κύλινδρο

Σύστημα εξαγωγής:

4 σε 2

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκός, μονόδρομος, υποβοηθούμενος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια / 1,800

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα / 2,562

 

Σχέσεις

1η

2,714

2α

2,117

3η

1,736

4η

1,523

5η

1,363

6η

1,250

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

Κάθε 12.000

Αλλαγή λαδιού (km):

Κάθε 12.000

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

Φυσιγγίου / Κάθε 12.000

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,61

9,09

0-100

3,2

42,2

0-150

5,23

110,1

0-200

7,78

235,6

0-250

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

10,4

238,4

0-1.000

-

-

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

2,39

75,93

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

80-120

-

-

-

120-160

-

-

2,65/73,65

160-200

-

-

2,79/108,76

200-240

-

7,04/213,88

2,86/142,66

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,6

58,05

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

0,92

Πραγματικά

0,96

1,02

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ημί-ενεργητική μοχλισμού με μονό αμορτισέρ Ohlins

Διαδρομή (mm):

130

Ρυθμίσεις:

Απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς, προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

6 Χ 17

Ελαστικό:

200/60-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 330mm Brembo με ακτινικές δαγκάνες M4.30 Stylema και corneringABSBosch

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

ΟθόνηTFT 5” έγχρωμη με προεγκατάσταση τηλεμετρία ςGPS, Riding Modes, ρυθμιζόμενο traction control, wheelie control, cornering ABS, launch control, φρένο κινητήρα

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Ημί-ενεργητικό τηλεσκοπικό πιρούνι upside/downτης Ohlins

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

120/43

Ρυθμίσεις:

Απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς, προφόρτιση ελατηρίου

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 X 17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 245mm Brembo με δαγκάνα δύο εμβόλων και corneringABSBosch

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

196,01/13.200

Ροπή (kg.m/rpm):

11,37/10.400

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

8

Ελάχιστη

7,2

Μέγιστη

12,9

Αυτονομία (km):

200

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

16/-