Δοκιμή ελαστικών Dunlop Sportsmart mk3

Τα ελαστικά με τις ιδανικές αναλογίες
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

18/5/2021

Δεν υπάρχουν κανόνες

 

Η Dunlop διαθέτει στην κατηγορία των Hypersport ελαστικών το Sportsmart mk3 με ποσοστό χρήσης 90% δρόμου και 10% πίστα. Το πρόβλημα είναι πως οι Έλληνες δεν καταλαβαίνουν ότι τα ποσοστά στα ελαστικά είναι σαν το αλάτι στην σούπα. Αν ρίξεις πολύ δεν τρώγεται και αντίστοιχα το 100% πίστα δεν κάνει για δρόμο! Πρέπει τώρα να καταλάβουμε αν αυτό το 10% είναι ανάλατο ή όσο χρειάζεται!

 

Συναίσθημα και λάστιχο παραπέμπει σε κάτι άλλο, για τα περισσότερα μεγάλα παιδιά μεταξύ μας και σίγουρα δεν είναι κάτι που περιμένεις να ακούσεις ψάχνοντας να βρεις το επόμενο ελαστικό που θα βάλεις στην μοτοσυκλέτα σου. Τι κάνεις όταν στρίβεις όμως; Απλά ενώνεις τις ευθείες; Γιατί αν είναι έτσι βρίσκεσαι ήδη σε λάθος κατηγορία ελαστικών. Υπάρχουν ελαστικά για street μοτοσυκλέτες που θα σε γυρίζουν τα βράδια στις πίστες της νυκτερινής ζωής και άλλα για να γυρίζεις σε πίστες σε κάθε ελεύθερο track day. Ο καθένας κάνει τις επιλογές του και δεν τον κρίνει κανένας, αλλά είμαστε εδώ για την δεύτερη περίπτωση. Αν είσαι ο τύπος που στις στροφές του δρόμου αναζητάς την αδρεναλίνη, σημαίνει πως πηγαίνεις για το συναίσθημα όταν οδηγείς κι άρα είσαι στο κατάλληλο σημείο κοιτώντας ελαστικά για street μοτοσυκλέτες στην κατηγορία που πρέπει, την Hypersport. Το πρόβλημα με την Hypersport κατηγορία είναι πως δεν έχει σαφή όρια και επιπρόσθετα καμία εταιρεία δεν έχει απευθείας συγκρίσιμα ελαστικά. Η Dunlop για παράδειγμα έχει πολλές επιλογές εδώ, συνολικά τέσσερις, και το Sportsmart mk3 είναι η νεότερη που έρχεται για να μπει στην βάση της κατηγορίας αυτής. Ένα ελαστικό δρόμου που σου επιτρέπει να μπεις και στην πίστα.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα βέβαια όταν έχεις μία μεγάλη σπορ γκάμα, είναι να εξηγήσεις στον Έλληνα ποιο ακριβώς είναι κατάλληλο για εκείνον. Διότι ζούμε στην χώρα της αμάθειας και της απλοποιημένης σκέψης. Βάζει ο άλλος ελαστικά κατάλληλα μόνο για πίστα που δίχως κουβέρτες δεν δουλεύουν σωστά και τα ξεροψήνει στον ελληνικό ήλιο οδηγώντας στο τέλος πάνω σε φλούδες δέντρου σαν τους Φλίνστοουνς. Γιατί αν είναι καλά για τον αγωνιζόμενο, είναι καλά και για εκείνον που πάει γρήγορα στο δρόμο. Τεράστιο ψέμα αυτό, αλλά είναι γνώστης εκείνος που το υποστηρίζει μιας και κάνει σούζες με την παρέα να τον αποθεώνει. Αυτό είναι το ένα άκρο και με αυτόν που νομίζει πως τα ξέρει όλα, δεν πρέπει να ασχολείται κανείς περισσότερο. Τα ασαφή όρια της Hypersport κατηγορίας είναι τελικά καλό που υπάρχουν, γιατί μπορεί καθένας να βρει το ελαστικό που του ταιριάζει περισσότερο είτε στην μία εταιρεία, είτε στην άλλη. Η Dunlop έχει αναγάγει την επιλογή του ελαστικού σε επιστήμη διαθέτοντας το mk3 στην γκάμα κι απαιτεί από εσένα να κάνεις την αυτοκριτική σου πριν αποφασίσεις. Δεν θα πάρεις το πιο σπορ ελαστικό που υπάρχει, μόνο και μόνο για να πας πιο γρήγορα στις στροφές. Πρέπει πλέον τα ελαστικά να τα επιλέγεις με βάση την μοτοσυκλέτα και τον δικό σου ρυθμό οδήγησης αυστηρά, κι όχι με βάση εκείνο που κάνουν οι άλλοι. Οι άλλοι έχουν τον δικό τους ρυθμό, έχουν άλλες μοτοσυκλέτες. Θα έλεγες πως το Yamaha MT-07 είναι στην ίδια κατηγορία με το Kawasaki Z650; Κι άρα ότι είναι καλό στο ένα, είναι και στο άλλο; Αν ναι, έχεις απαντήσει λάθος.

Και δρόμος και πίστα

Οι παρουσιάσεις νέων ελαστικών της Dunlop χαρακτηρίζονται πάντοτε από πάρα πολύ οδήγηση και σε δρόμο και σε πίστα. Ξεκινάμε με BMW S1000R και μία πληθώρα street μοτοσυκλετών για να καταλήξουμε σε μία πολύ γνώριμη για εμάς πίστα, έξω από την Βαρκελώνη. Ωστόσο έχουν καταφέρει να βρουν μία ολοκαίνουρια διαδρομή από την οποία δεν έχουμε περάσει ξανά και δεν είναι τυχαίο αυτό. Οι δρόμοι δεν είναι οι πλέον κατάλληλοι για δοκιμή μοτοσυκλέτας, έχουν λακκούβες, τυφλές στροφές με ακανόνιστη καμπή, ρίζες που φουσκώνουν την άσφαλτο λες και είμαστε στην Ελλάδα, σκόνες και πετραδάκια. Με λίγα λόγια είναι εξαιρετική περίπτωση για να δοκιμάσεις ελαστικά, από εκείνες που διαλέγουμε όταν είμαστε μόνοι μας και κάνουμε δοκιμές στο περιοδικό ανεξάρτητα. Σε παρουσίαση εταιρείας, που αναμφίβολα στοχεύει στην ωραία πλευρά του ελαστικού που θέλει να αναδείξει, η διαδρομή αυτή ήταν ένα μεγάλο ρίσκο. Πρέπει να είσαι σίγουρος πολύ για αυτό που προτείνεις, αυτή είναι η πρώτη εικόνα! Το S1000R μου είναι πολύ γνώριμη μοτοσυκλέτα κι αυτό βοηθά να επικεντρωθώ στην απόδοση του ελαστικού μιας και μπορώ να εκτιμήσω πότε έρχεται η απώλεια πρόσφυσης από το πίσω ελαστικό στο γενναίο άνοιγμα του γκαζιού. Για ελαστικό δρόμου, το mk3 έχει εξαιρετική αντίσταση στην κτηνωδία που σου επιτρέπει να διαπράξεις ο τετρακύλινδρος superbike κινητήρας του. Η χαρακτηριστικότατη προειδοποίηση της Dunlop είναι επίσης παρούσα. Μόλις το παρακάνεις, πρώτα θα νιώσεις ένα απειροελάχιστο γλίστρημα πίσω το οποίο θα έρθει μαλακά, όχι απότομα και κοφτά κι αν επιμείνεις θα νιώσεις και το δεύτερο καμπανάκι ασφαλείας. Πάντα η Dunlop φροντίζει η πρόσφυση να χάνεται πίσω και προοδευτικά, ώστε να ξέρεις τι περιθώρια υπάρχουν μπροστά. Στα δύο καμπανάκια, σημαίνει πως έχουμε γόνατο κάτω με το S1000R και ο δρόμος είναι από τους χειρότερους ισπανικούς, δηλαδή από τους καλύτερους ελληνικούς, ανοίγοντας το γκάζι ενώ ξύνουμε την άσφαλτο. Εκεί θα έρθει η προειδοποίηση που περιγράφω, για τέτοια ικανότητα του ελαστικού μιλάμε. Ήδη το γκρουπ έχει χωριστεί στα δύο, παρόλο που οι έμπειροι άνθρωποι της Dunlop μας είχαν από το πρωί χωρίσει σε υποομάδες των 5-6 ατόμων για να μπορέσουμε να οδηγήσουμε γρήγορα με την ευελιξία ενός μικρότερου γκρουπ. Προοδευτικό γλίστρημα πίσω, μηδενικό εμπρός μέχρι στιγμής, με λακκούβες, σαμαράκια και ρίζες να μην ταλαιπωρούν το ελαστικό, μέχρι να φτάσουμε στην όμορφη πίστα.

Χωμένη μέσα σε λόφους χωρίς καμία κερκίδα, η πίστα αυτή δεν φτιάχτηκε για αγώνες, παρόλο που οι Ισπανοί με την πληθώρα διαθέσιμων χώρων, βάζουν κάποια πρωταθλήματα να περνούν κι από εκεί. Οι εταιρείες αυτοκινήτων την χρησιμοποιούν συνέχεια για πεδίο δοκιμών, με την πίστα να έχει τοποθετήσει κεραίες τηλεμετρίας σε κάθε τυφλό σημείο και ταχεία δορυφορική σύνδεση, στέλνοντας τα δεδομένα απευθείας στο εργοστάσιο, ακόμη κι αν αυτό είναι στην Γερμανία! Εκεί έχουν φτάσει. Η πίστα είναι γεμάτη σαμαράκια, έχει στρωθεί από μία πρασινίλα γύρης από το πυκνό πευκοδάσος μέσα στο οποίο είναι χωμένη και η πρόσφυση δεν είναι σταθερή. Για άλλη μία φορά τα πράγματα είναι ιδανικά για δοκιμή ελαστικού, από εκείνες που θα κάναμε μόνοι μας, άλλη μία στιγμή γενναιότητας από την Dunlop. Για την πίστα θα οδηγήσουμε σε γκρουπ με Kawasaki Ninja 650 και το γυμνό Z900.

Το κόκκινο μίγμα της γόμας που είναι το κεντρικό, εκτείνεται και κάτω από το διαφορετικής σύνθεσης πλαϊνό, σε μία συνηθισμένη τακτική. Ξανά εδώ το νέο είναι πως αυτό συνδυάζεται με έναν σκελετό που προσφέρει διαφορετική ανταπόκριση στις στροφές από ότι στις ευθείες

 

Διαμετρικά αντίθετες μοτοσυκλέτες, ενώ οι πιο street κι όχι racing αναρτήσεις που φορούν, θα κάνουν την απόσβεση στα σαμαράκια να διαρκεί περισσότερο. Συμβαίνει κάτι πολύ ενδιαφέρον στην πίστα και το μετράμε με την βοήθεια της Dunlop. Μόλις μερικούς γρήγορους γύρους και η πίεση έχει αυξηθεί αρκετά. Τα έντονα φρένα και η καταπόνηση στα σαμαράκια αυξάνουν την πίεση στο ελαστικό, παρόλο που την είχαμε μειώσει πριν μπούμε. Καθώς είναι ελαστικό δρόμου και μάλιστα πλούσιο σε πυρίτιο, δεν πρέπει να μειώνεις πολύ την πίεση. Μετρημένο κρύο το ελάχιστο εμπρός είναι 2.2bar και 2.5 πίσω αντίστοιχα και δεν πρέπει να πέφτεις κάτω από αυτό το όριο. Κι αυτοί οι περιορισμοί συμβαίνουν σε όλα τα ελαστικά δρόμου που είναι φτιαγμένα για να ζεσταίνονται πολύ γρήγορα και να λειτουργούν στο βρεγμένο και σε όλες τις θερμοκρασίες. Ωστόσο το εμπρός Sportsmart mk3 παραμένει κι έτσι βιδωμένο στην σκονισμένη άσφαλτο της τεχνικής πίστας.

Υπάρχει μία παρατεταμένη αριστερή στην οποία πηγαίνεις τέρμα γκάζι φτάνει να μην είσαι κοντά στα κερμπ που καραδοκεί η σκόνη. Από τον δυνατό αέρα η πίστα θυμίζει το Losail στο Κατάρ, τόσο πολύ σκόνη έχει γεμίσει, συμφωνώντας πλήρως στον παραλληλισμό αυτό με τους Άγγλους συναδέλφους. Για αντιστάθμιση, οι άνθρωποι της Dunlop έχουν τοποθετήσει μεγάλες ντυμένες αχυρόμπαλες στα κερμπ προσπαθώντας να μειώσουν την σκόνη που μπαίνει στην πίστα, κάτι που είναι πρακτικά αδύνατο. Ακόμη κι έτσι όμως η ευχαρίστηση δεν κόβεται καθόλου και το εμπρός ελαστικό στο οποίο βασίζεσαι είναι ένας βράχος ακλόνητος. Γρήγορη εναλλαγή κλίσεων με ομοιομορφία συμπεριφοράς, χωρίς να υπάρχουν σκαλοπάτια, χωρίς να χρειάζεται να πιέσεις δυνατά με γυροσκοπικό για να σηκωθεί η μοτοσυκλέτα και να πέσει από την άλλη μεριά. Το εμπρός ελαστικό είναι ξεκάθαρα σπορ και το εμπιστεύεσαι πλήρως. Πίσω ήρθαν μερικά γλιστρήματα, όλα τους όμως προοδευτικά. Το αποκορύφωμα ήταν στην κατηφορική αριστερή με τα σαμαράκια και την σκόνη, που στο άνοιγμα του γκαζιού με τα μαρσπιέ να ξύνουν στο Ζ900, το μόνο που έκανε το πίσω ελαστικό ήταν να διώξει τον πίσω τροχό στην έξοδο κατά μία γραμμή του πλάτος του. Έχασε λίγο την πρόσφυση και την ξαναβρήκε αμέσως λοιπόν. Αυτό δεν μεταφράζεται μόνο σε 10% ικανότητας πίστας αλλά σε πολύ παραπάνω! Το συμπέρασμα είναι πως το ποσοστό δεν ανταποκρίνεται στην μέγιστη ικανότητα του ελαστικού στην γρήγορη οδήγηση, αλλά στον χρόνο που μπορεί να κρατήσει την απόδοση αυτή. Αν είσαι γρήγορος αναβάτης μετά από δέκα λεπτά θα τα ζεστάνεις πολύ και θα αρχίσουν να χάνουν απόδοση. Το πρόβλημα είναι στην μετάφραση που κάνει ο καθένας μας στο "γρήγορος" γιατί είμαστε όλοι παρά πολύ γρήγοροι, όπως είναι γνωστό. Το Sportsmart mk3 θα ανταποκριθεί άψογα στα πρώτα βήματα στην πίστα, δίνοντας την δυνατότητα σε κάποιον να μην κάνει πολλά έξοδα και να έχει ένα ελαστικό που θα το φορά και στην βροχή με πολύ καλή απόδοση στο βρεγμένο.

Για όλες τις ώρες…

Βροχή δεν είχαμε, όπως επίσης και την ειδική πίστα της Goodyear που συνήθως η Dunlop μας την γεμίζει με νερό για να δοκιμάσουμε εκεί την απόδοση των ελαστικών της. Είχαμε όμως μία υδροφόρα κι ένα σαλιγκάρι με κορύνες που μπορούσαμε να κάνουμε ασκήσεις τύπου Gymkhana, πράγμα που δεν το λες δοκιμή στο βρεγμένο αλλά σίγουρα μπορείς να φρενάρεις δυνατά και να ανοίξεις απότομα το γκάζι μετρώντας αντιδράσεις. Η αρχική εντύπωση είναι πολύ θετική, βλέποντας τον πίδακα του νερού που εκτοξεύεται μακριά, από την νέα χάραξη που κάνει εξαιρετικά την δουλειά της!

Για να πετύχει αυτό τον συνδυασμό, η Dunlop άπλωσε στο σχεδιαστικό τραπέζι ολόκληρη την φαρέτρα της με τεχνολογίες και επιτεύγματα και προσπάθησε να μην αφήσει την γκιλοτίνα του προϋπολογισμού να κόψει πολύ από το τραπεζομάντιλο. Το Sportsmart mk3 ενσωματώνει πράγματα που δεν τα έχουμε ξανά δει σε ελαστικό της κατηγορίας του, από τον JLB σκελετό με συνεχόμενο νήμα αραμιδίου, πράγμα που ναι δεν είναι καινούριο, αλλά εδώ το βλέπουμε να συνδυάζεται με την τεχνολογία CTCS, που σημαίνει πως ο σκελετός αντιδρά διαφορετικά στο κέντρο από ότι στο πλάι του ελαστικού. Ταυτόχρονα το DFF εμπρός ελαστικό -Dynamic Front Formula- έχει γρήγορη γεωμετρία που σταδιακά προσφέρει αυξημένη επιφάνεια όσο η γωνία μεγαλώνει κι αυτό το καταφέρνει τόσο με την επιτηδευμένη σχεδίαση του ελαστικού, τόσο σε σχήμα όσο και σε υλικό. Ένα στάδιο τεχνογνωσίας που στην Dunlop έχει έρθει από την αγωνιστική εμπειρία. Πιο συγκεκριμένα: Αναπτύσσοντας το δικό τους λογισμικό προσομοιώσεων και τροφοδοτώντας το με τις δικές τους μετρήσεις, έχουν ένα από τα καλύτερα εργαλεία για να σχεδιάσουν ελαστικά και σε αυτό στήριξαν και την εξέλιξη της νεότερης πρότασής τους στην Hypersport κατηγορία.

Δεν ισχύουν παλιοί κανόνες

Χρόνια τώρα η Dunlop έχει καταφέρει επίσης να χρησιμοποιήσει το πυρίτιο με τρόπους που μέχρι πριν λίγα χρόνια δεν ήταν εφικτό, αφαιρώντας πολλά από τα μειονεκτήματα. Το πυρίτιο το θέλεις για να ζεσταίνεται γρήγορα το ελαστικό και να έχεις καλή απόδοση στο βρεγμένο και μέχρι πριν από λίγα χρόνια δεν μπορούσε να ελέγξεις με ακρίβεια την θερμοκρασία ενός ελαστικού πλούσιο σε πυρίτιο. Με τελείως διαφορετική χημική σύσταση των ενώσεων όμως, μετά από μία μακρά πορεία έχουμε φέτος ένα ελαστικό με τον καλύτερο δυνατό συνδυασμό!

Το Sportsmart mk3 σπάει εύκολα τα καθιερωμένα στα σπορ ελαστικά δρόμου, καθώς δεν υπακούει στους μέχρι τώρα κανόνες για τον συνδυασμό που μπορούσες να έχεις. Η απόδοση στο βρεγμένο θυσιαζόταν έναντι της σπορ συμπεριφοράς και της αντοχής στις υψηλές θερμοκρασίες με την χρήση που μπορεί να οδηγήσει σε αυτές, όπως είναι η πίστα. Τέτοιοι περιορισμοί πλέον δεν ισχύουν. Το Sportsmart mk3 ήρθε για να σπάσει τους κανόνες και το καταφέρνει γιατί η Dunlop το έχει λούσει σε ακριβή τεχνολογία που ξεχρεώθηκε από τα ακριβότερα ελαστικά της. Τα όρια για άλλη μία φορά, έχουν μετακινηθεί.

Εξαιτίας της νέας γόμας το σχήμα των αυλακώσεων μπορεί να αποκτήσει εγκοπές με πολλές γωνίες που παλιότερα θα έφερναν μείωση του ορίου ζωής. Είναι κι αυτός ένας από τους κανόνες που πλέον δεν ισχύει
 

BMW Motorrad Boxer Days 2025: Οδηγήσαμε ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ - R 1300 R, R 1300 RT και R 12 G/S

Σε μία παρουσίαση - ωδή στον κινητήρα boxer
BMW
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

19/8/2025

Ήμασταν οι μοναδικοί Έλληνες που βρεθήκαμε στο σπίτι της BMW στη Βαυαρία, για την πρώτη μας επαφή με τα νέα R 1300 R, R 1300 RT και R 12 GS, τα οποία ολοκληρώνουν με τον ερχομό τους την γκάμα boxer μοτοσυκλετών της εταιρείας.

Ακόμη και αν αφήσεις έξω τα αυτοκίνητα και κοιτάξεις μόνο την εταιρεία των δύο τροχών η Bayerische Motoren Werke είναι από εκείνες που ξεχωρίζουν στον τομέα των κινητήρων, ειδικά τα τελευταία χρόνια, με απόδειξη τόσο τον εν σειρά εξακύλινδρο των 1.600 κ.εκ. που βρίσκεται ακόμη στην παραγωγή όσο και τον “πασπαρτού” 1.000άρη 4κύλινδρο που εντυπωσιάζει με την απόδοσή του από την πιο αδύναμη -αν μπορεί να το πει κανείς αυτό- έως και την ισχυρότερη έκδοσή του. Ωστόσο αφού μιλάμε μόνο για τις μοτοσυκλέτες ο δικύλινδρος boxer είναι εκείνος που έχει συνδεθεί περισσότερο με τους Βαυαρούς και δεν υπάρχει άνθρωπος που να ακούει BMW και να μην φέρνει υποσυνείδητα στο μυαλό του το μοτέρ με τα πιστόνια που κοιτάζουν σε διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση. Έτσι ξεκίνησε άλλωστε η ιστορία με την R32 πριν από 102 χρόνια. Boxer σημαίνει BMW και BMW σημαίνει boxer και αυτό η εταιρεία μας το υπενθύμισε μία ακόμη φορά στο ταξίδι μας στη Βαυαρία για το BMW Motorrad Boxer Days 2025, ένα τριήμερο event που είχε οδήγηση από το “guten morgen” μέχρι και το “auf wiedersehen”, με τρεις μοτοσυκλέτες που εξυπηρετούν διαφορετικό σκοπό η καθεμιά έχουν όμως και οι τρεις καρδιά boxer.

BMW

BMW R 1300 RT

Next level τουρισμός

Το ολοκαίνουργιο RT έρχεται να συνεχίσει στο δρόμο που χάραξαν οι πρόγονοί του παίζοντας επί της ουσίας εκτός συναγωνισμού με την BMW να ανεβάζει τον πήχη μία ακόμη φορά όχι γιατί απειλείται από κάποιον αλλά γιατί μπορεί.

 

Ο τουρισμός κυλά στο αίμα των Βαυαρών που έχουν μια παράδοση δεκαετιών στη δημιουργία μοτοσυκλετών που τρέφονται με χιλιόμετρα προσφέροντας κορυφαία άνεση και προστασία αλλά και χώρους για δύο. Έχουν μάλιστα τόσες κορυφαίες μοτοσυκλέτες μεγάλου κυβισμού στην γκάμα τους για αυτόν τον ρόλο που είναι αδύνατο να μην βρεις εκείνη που ταιριάζει στις δικές σου ανάγκες, εκτός και αν είσαι κολλημένος και βλέπεις τον κόσμο μέσα από παρωπίδες άλλης εταιρείας. Θες για παράδειγμα να ταξιδέψεις ως την άκρη του κόσμου κάνοντας τον Indiana Jones των δύο τροχών; Πάρε ένα 1300 GS. Δεν σου φτάνει αυτό; Το έχουμε και σε Adventure. Είσαι του κλασικού; Το R 18 Transcontinental σε καλεί. Βράζει το αίμα σου και η προστασία δεν είναι απόλυτη προτεραιότητα, είναι όμως οι επιδόσεις; Το XR είναι ο ταξιδιώτης hooligan που ψάχνεις. Κάτι πιο χλιδάτο και μοναδικό; Το εξαιρετικό εξακύλινδρο Κ 1600 πώς σου φαίνεται; Τι; Θα το ήθελες σε boxer και πιο σπορ; Εντάξει, δεν τρώγεσαι, αλλά επειδή σαν και εσένα υπάρχουν και άλλοι και είναι πολλοί έχουμε το R 1000 RT.

Χωρίς ανταγωνισμό

Στην Ελλάδα τουλάχιστον το RT είναι η πιο αδικημένη μοτοσυκλέτα της BMW, ως μέλος της σειράς Tour και βρισκόμενο στη σκιά του GS, με το οποίο και μοιράζεται τα περισσότερα μηχανικά του μέρη. Ας όψεται η μόδα των adventure για αυτό αφού οι κάτοχοι του best seller GS, εκείνοι που κάνουν ελάχιστο χώμα -η πλειοψηφία δηλαδή- δυστυχώς δεν γνωρίζουν ότι θα ήταν πολύ πιο χαρούμενοι στη σέλα του RT, αν χρησιμοποιούσαν αυτό στην καθημερινότητά τους. Αυτό ακριβώς κάνουν άλλωστε και οι Γάλλοι, που επέλεγαν το προηγούμενο RT ως commuter χωρίς καμία ενοχή και έπειτα το Σαββατοκύριακο εκμεταλλεύονταν τα τουριστικά του χαρίσματα και χαίρονταν ταυτόχρονα και συμπεριφορά που ξεφεύγει ευχάριστα πολύ από αυτό που φαντάζεται κανείς όταν σκέφτεται μια μοτοσυκλέτα τουρισμού. Η συμπεριφορά του RT κάνει τη διαφορά και το κατατάσσει ως κάτι μοναδικό στην αγορά, με τους υπόλοιπους κατασκευαστές να έχουν σηκώσει τα χέρια ψηλά αφού δεν υπάρχουν πλέον αντίπαλοι, όπως ήταν για παράδειγμα το FJR1300, που να συγκεντρώνουν έστω τα περισσότερα από τα χαρακτηριστικά (όλα δεν τα είχε κανένα) που προσφέρει απλόχερα και σε ένα πακέτο η μοτοσυκλέτα των Βαυαρών.

Νέα βάση, νέα δεδομένα

Με τον ανταγωνισμό να είναι ανύπαρκτος, το προηγούμενο R 1250 RT θα μπορούσε κάλλιστα να συνεχίσει την εμπορική του πορεία δεχόμενο απλά ένα συνολικό update. Όμως το πέρασμα στη νέα πλατφόρμα, που έχει στο επίκεντρο τον υγρόψυκτο 1300άρη boxer των 145 ίππων, έφεραν μαζί μια ολοκαίνουργια γενιά που βελτιώνει μια ήδη επιτυχημένη συνταγή δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στη συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας.

Κορυφαία προστασία και “hi-tech” σχεδίαση

Η αρχή γίνεται από τη σχεδίαση του R 1300 RT, η οποία δεν κρύβω ότι μου αρέσει, με τον μόνο σχεδιαστικό δεσμό με πριν να εντοπίζεται στη γενική σιλουέτα της μοτοσυκλέτας. Το νέο RT δείχνει πιο μοντέρνο και “hi-tech” από το 1250 -είναι άλλωστε- και μου φέρνει εικόνες από sci-fi ταινίες και μεγάλα, εμπορικά διαστημόπλοια! Οι Βαυαροί άκουσαν προσεκτικά εκείνους που δεν αγόραζαν το RT για… ψυχολογικούς λόγους, γιατί τους φαινόταν ογκώδες και δύσκολο στον χειρισμό, ενώ είναι το ακριβώς αντίθετο και έτσι το ελάφρυναν οπτικά κάνοντας το νέο φαίρινγκ πιο μικρό σε μέγεθος. Βρήκαν παράλληλα την ευκαιρία να βελτιώσουν περαιτέρω την προστασία και την άνεση χτίζοντας ένα πραγματικό τείχος μπροστά από τον αναβάτη.

BMW

Η νέα ζελατίνα, με δίοδο αέρα μεταξύ αυτής και του φαίρινγκ, όπως και ο αέρας που περνά κάτω από τα φώτα και φτάνει στο “cockpit” (!), εξάλειψαν το φαινόμενο της υποπίεσης που δημιουργούνταν στο προηγούμενο και πίεζε τον αναβάτη προς τα εμπρός. Παράλληλα, η BMW ενσωμάτωσε στο φαίρινγκ και μια καινοτομία στις μοτοσυκλέτες τουρισμού, παρόμοια με του Moto Guzzi V100 Mandello, αλλά η εκτέλεση είναι διαφορετική. Ενώ το V100 έχει μικρά πτερύγια που ανεβοκατεβαίνουν ηλεκτρικά δίπλα από τη ζελατίνα, ως έξτρα στο R 1300 RT -θα έπρεπε να είναι στάνταρ δεδομένης της τιμής του- έχουμε μεγάλα, χειροκίνητα κινούμενα πλαϊνά τμήματα, που τραβώντας τα προς τα πάνω με το χέρι προσφέρουν έξτρα προστασία ή περισσότερη παροχή αέρα στα πόδια -στάνταρ κάτω θέση- αν χρειάζεσαι έξτρα δροσιά. Οι ίδιοι οι κύλινδροι του boxer προστατεύουν επίσης από τα στοιχεία της φύσης, ενώ κάτω από αυτούς υπάρχουν στάνταρ πλαστικοί εκτροπείς αέρα και carbon προαιρετικά παίζοντας σε αυτή την περίπτωση και τον ρόλο των crash bars.

Διηπειρωτικό κουκούλι

Την αποτελεσματικότητα του φαίρινγκ τη διαπίστωσα στη γερμανική autobahn κινούμενος με 240 χλμ./ώρα στο κοντέρ χωρίς να φοβάμαι ότι θα καταλήξω στο αυτόφωρο. Με τη ζελατίνα τέρμα πάνω και ανεβασμένα τα κινούμενα τμήματα του φαίρινγκ το RΤ δημιουργεί ένα εντυπωσιακό προστατευτικό κουκούλι γύρω από τον αναβάτη. Τα τμήματα μάλιστα κάνουν τρομερή διαφορά στην προστασία των ποδιών όταν βρίσκονται πάνω, με το συνολικό αποτέλεσμα να ανταγωνίζεται cabrio αυτοκίνητο! Πλήρως προστατευμένος σε αυτές τις ταχύτητες νιώθω και μια ελαφριά ταλάντωση από το εμπρός μέρος που ξεκινά από τα 200 περίπου χλμ./ώρα. Ταλάντωση που δεν σε ανησυχεί ποτέ, καθώς δεν κλιμακώνεται και δεν επηρεάζει ούτε την ευθυβολία και την κατευθυντικότητα του RT. Είναι ωστόσο κάτι που δεν περιμένεις να νιώσεις από το τελευταίο τουριστικό καμάρι της BMW, παρόλο που ελάχιστοι είναι αυτοί που θα το πάρουν για να πηγαίνουν τέρμα γκάζι.

Για να διανύσεις μεγαλύτερες αποστάσεις “μονοκοπανιά” μέσα σε μια μέρα καλό είναι να κλείσεις το γκάζι και να εκμεταλλευτείς την εξαιρετικά άνετη σέλα και ένα ακόμη δυνατό σημείο του πανίσχυρου boxer: την χαμηλή κατανάλωση που περιορίζεται ακόμη και στα 5,7 λτ./100 χλμ. χωρίς να σέρνεσαι. Έτσι κάνεις χωρίς στάση σχεδόν 400 χλμ. με ένα ρεζερβουάρ έχοντας την αίσθηση ότι θα κάνεις άλλα τόσα την ίδια ημέρα και θα φτάσεις στον προορισμό σου ατσαλάκωτος.

Χαμηλό GS = Ακόμη καλύτερο στον δρόμο RT

Μέχρι στιγμής αναφέρω πράγματα που περίμενα από το νέο RT, πράγματα που πρέπει να θεωρούν δεδομένα όσοι το καλοβλέπουν και τα έκανε και το προηγούμενο. Μόνο που το καινούργιο τα κάνει καλύτερα, ταλάντωσης εξαιρουμένης. Συνεχίζω με τη δυναμική συμπεριφορά της νέας γενιάς που είναι ακόμη καλύτερη από του προηγούμενου και θα αποτελέσει έκπληξη για όσους δεν έχουν οδηγήσει προηγούμενο RT ή το νέο GS που ανέβηκε πραγματικά επίπεδο στη συμπεριφορά του έναντι του προηγούμενου.

Η μοτοσυκλέτα που οδηγήσαμε ήταν η τρίτη χρωματική έκδοση “Impulse”, με την δεύτερη να είναι η “Triple Black”, ενώ η “βασική” είναι η Alpine White. Στην κορυφή βρίσκεται η “Option 719 Carmargue” και όλες τους έχουν διαφορές, εκτός από τα χρώματα-γραφικά και στα φινιρίσματα των μεταλλικών τους επιφανειών. Το λευκό της βασικής έκδοσης δεν αποτελεί τυχαία επιλογή. Οι Βαυαροί διαθέτουν την RT και στα σώματα ασφαλείας και με το λευκό ως βάση είναι σαφώς πιο εύκολο να βάλεις τα αυτοκόλλητα που απαιτούνται. Είχαμε μάλιστα “συνοδεία” και ένα πλήρως λειτουργικό RT της γερμανικής Αστυνομίας που είχε όλον τον απαραίτητο εξοπλισμό για να επιτελέσει το έργο του!

BMW

Η έκδοση της μοτοσυκλέτας που οδηγήσαμε είχε όλα τα καλούδια που θα έβαζε κανείς στο RT. Στα στοιχεία που ξεχωρίζουν είναι το ενεργό cruise control (ACC) που χρησιμοποιεί το εμπρός ραντάρ για να ρυθμίσει την απόστασή του από το προπορευόμενο όχημα και αυτό το κάνει αξιοποιώντας και τα φρένα, ενώ το ραντάρ χρησιμεύει και για το σύστημα προειδοποίησης σύγκρουσης, το οποίο επεμβαίνει ελαφρώς και στα φρένα για να σε “ξυπνήσει” αν εντοπίσει επικείμενη σύγκρουση. Προειδοποίηση για σύγκρουση υπάρχει και για τα οχήματα που ακολουθούν το RT αφού υπάρχει και στο πίσω μέρος ραντάρ, με τη μοτοσυκλέτα να προειδοποιεί τον αναβάτη και για ακούσια αλλαγή λωρίδας όπως και για τα οχήματα που πλησιάζουν για προσπέραση. Ο κατάλογος των έξτρα αξεσουάρ είναι μακρύς, αλλά και ο στάνταρ εξοπλισμός είναι πλούσιος αφού περιλαμβάνει επίσης την εξαιρετική TFT των 10,25 ιντσών που προσφέρει πλήρη συνδεσιμότητα και πλοήγηση με χάρτες όσο και ηχοσύστημα. Υπάρχουν και άλλα δύο με ακόμη πιο ποιοτικά ηχεία και sub woofer αλλά και επιπλέον μόνωση στο φαίρινγκ για υψηλότερη πιστότητα ήχου.

Η τοποθέτηση του κιβωτίου κάτω από τον κινητήρα στη νέα πλατφόρμα συγκέντρωσε ακόμη περισσότερο τις μάζες και κάνει το RT να συμπεριφέρεται ακόμη πιο ανάλαφρα με πολύ χαμηλές ταχύτητες αλλά και όταν το κυνηγάς στις στροφές. Στο λίγο δηλαδή που μας επιτράπηκε γιατί οι πλοηγοί μας ήταν εκνευριστικά νομότυποι. Όλα τα χιλιόμετρα τα κάναμε με απλά σβέλτο ρυθμό σε λίγες περιπτώσεις έχοντας την τήρηση των ορίων ταχύτητας και την καθωσπρέπει συμπεριφορά ως προτεραιότητα. Στην ευχάριστη αίσθηση που μου δίνει το RT, για μια μοτοσυκλέτα  281 επίσημων κιλών, συμβάλλει και η αναθεωρημένη θέση οδήγησης. Οι Βαυαροί άφησαν στο ίδιο σημείο τα μαρσπιέ φέρνοντας τη ρυθμιζόμενη σε ύψος και κλίση σέλα λίγο πιο μπροστά. Πιο μπροστά βρίσκεται και το τιμόνι που είναι φαρδύτερο και με πιο ανοιχτή γωνία, με τη συνολική εργονομία της θέσης οδήγησης να σε εμπλέκει πιο ενεργά στην οδήγηση και να σου δίνει περισσότερο έλεγχο και μεγαλύτερη ακρίβεια.

Σύμμαχοι στο να κινηθείς γρήγορα είναι ο 1300άρης boxer που δεν χαμπαριάζει από κιλά και σχέση στο κιβώτιο και έχει πολύ καλή απόκριση στο γκάζι, αλλά και τα πολύ δυνατά φρένα που συνδυάζονται μεταξύ τους, είτε χρησιμοποιείς το ποδόφρενο είτε τη μανέτα. Η αίσθηση που δίνουν αποτελεί μία ακόμη ευχάριστη έκπληξη αφού πιέζοντας με ένα μόνο δάκτυλο πάντα παίρνεις όσο ζητάς. Το έξτρα αυτόματο κιβώτιο της BMW δουλεύει και εδώ όπως στο GS μπερδεύοντας λίγο τις αλλαγές σχέσεων στις χαμηλές ταχύτητες ως πλήρως αυτόματο, ενώ είναι άψογο στην manual επιλογή.

Βέβαια όπως και στο νέο GS έτσι και στο RT τη μεγάλη διαφορά σε σχέση με πριν την κάνει η νέα ανάρτηση, και στα δύο άκρα, με το μακρύτερο ψαλίδι-άξονα να παίζει εδώ τον δικό του σημαντικό ρόλο και ακόμη περισσότερο το νέο Telelever Evo μπροστά. Τα είχαμε πει για το GS ότι πραγματικά ανέβηκε επίπεδο έναντι του προηγούμενου 1250 και αυτό ισχύει και στην περίπτωση του RT με τη νέα εμπρός ανάρτηση να δίνει αίσθηση σχεδόν όπως και ένα συμβατικό πιρούνι και να κάνει εδώ ακόμη περισσότερα. Το R 1300 RT έρχεται στάνταρ με την ηλεκτρική ανάρτηση DCA έναντι της συμβατικής στο προηγούμενο και δίνει τη δυνατότητα να αλλάξεις και τη γεωμετρία! Πολύ απλά με το πάτημα ενός κουμπιού και την επιλογή των προγραμμάτων Dynamic/Dynamic Pro, το RT ανασηκώνεται μπροστά και ακόμη περισσότερο πίσω αυξάνοντας την απόσταση από το έδαφος και το περιθώριο κλίσης.

Το πιρούνι έρχεται πιο κάθετα στον δρόμο και αυτό δίνει και πιο “γρήγορο” τιμόνι. Και τα δύο τα προσέχεις αμέσως στο σβέλτο ρυθμό με το RT να σου δείχνει ότι και μπορεί αλλά και έχει τη διάθεση για να κινηθεί πολύ γρήγορα αγνοώντας το πραγματικό του βάρος και όγκο. Από την άλλη αν θέλεις περισσότερη σταθερότητα το “Road” είναι και εκείνο που θα προτιμήσεις στον αυτοκινητόδρομο και όταν δεν θέλεις να πηγαίνεις στις στροφές με την ταυτότητα στο στόμα. Ο Γερμανός Τουρίστας της BMW έχει πλέον ακόμη πιο ξεκάθαρη άποψη για τον διηπειρωτικό τουρισμό καθώς βάζει στο μενού και την διασκέδαση στις στροφές και κάτι μου λέει ότι θα κάνει πλάκα σε πολλούς αναβάτες που θα το υποτιμήσουν σε ένα ορεινό στροφιλίκι.

 

BMW R 1300 R

 

Το πιο σπορ boxer

Η νέα boxer πλατφόρμα της BMW είναι παρούσα και στο ολοκαίνουργιο R 1300 R, μια μοτοσυκλέτα πιο fun από εκείνη που αντικαθιστά και με πιο δυναμική παρουσία στον δρόμο

BMW

 

Δύσκολο να μην προσέξεις ότι το R 1300 R άλλαξε σε σχέση με το μοντέλο που αντικαθιστά στην γκάμα της BMW με τη νέα μοτοσυκλέτα να δείχνει σαφώς πιο επιθετική σε σχέση με πριν και ακόμη πιο μυώδης. Οι γραμμές της έχουν και περισσότερη ροή σε σχέση με πριν και τονισμένους “ώμους” στην περιοχή του ρεζερβουάρ, σα να πλακώθηκε η μοτοσυκλέτα στο γυμναστήριο μερικούς μήνες πριν από την παρουσίασή της, με την ουρά να είναι πιο μαζεμένη σε διαστάσεις και τον αιχμηρό προβολέα να έχει τοποθετηθεί χαμηλότερα, όπως και το τιμόνι.

Η πιο επιθετική σχεδίαση ακολουθείται και από μία πιο σπορ, αλλά σχεδόν εξίσου άνετη θέση οδήγησης, με τιμόνι πιο χαμηλά και πιο μακριά από τον κορμό και τα μαρσπιέ στο ίδιο ύψος με πριν αλλά λίγο πιο πίσω, ενώ η θέση του αναβάτη στη σέλα έχει μείνει στο ίδιο σημείο. Το τιμόνι που είναι πιο ίσιο σε σχέση με πριν μπορεί παράλληλα να απομακρυνθεί κατά 10 χλστ. από τον κορμό με την περιστροφή των καβαλέτων κατά 180 μοίρες και να μεταφερθεί έτσι περισσότερο βάρος στον εμπρός τροχό με τη θέση οδήγησης να είναι ευρύχωρη και να προσφέρει και εδώ περισσότερο έλεγχο αλλά και καλύτερη αίσθηση από τον εμπρός τροχό. Και εδώ πλαίσιο, μοτέρ και ψαλίδι είναι ίδια με των GS/RT όμως μπροστά έχουμε “συμβατικό” ανεστραμμένο πιρούνι και όχι Telelever, το οποίο στην έκδοση με την ηλεκτρονικά ελεγχόμενη ανάρτηση DSA μπορεί να μεταβάλλει τη σκληρότητα των ελατηρίων του, όχι απλά την προφόρτιση, με την BMW να είναι ο πρώτος κατασκευαστής που το φέρνει αυτό στην παραγωγή.

BMW



Και σπορ και ταξιδιάρικο
Το R 1300 R δεν είναι το πιο μικρό και ελαφρύ naked που μπορείς να αγοράσεις και αν τα θέλεις όλα η BMW έχει στην γκάμα της τον δαίμονα που ακούει στο όνομα S 1000 R. Αν όμως θέλεις να έχεις boxer μοτέρ ανάμεσα στα πόδια σου τότε αυτή είναι η επιλογή που σου δίνεται με τους Βαυαρούς να τηρούν τον λόγο τους για το πιο σπορ γυμνό με αυτό το μοτέρ που μπορείς να αποκτήσεις. Στα 200 και πλέον χιλιόμετρα που έκανα στη σέλα του σε διάστημα δύο ημερών το R 1300 R παρουσίασε έναν καθόλα φιλικό χαρακτήρα με τα προγράμματα οδήγησης να προσαρμόζουν ηλεκτρονικά συστήματα και ανάρτηση στις επιθυμίες μου. Η μοτοσυκλέτα, παρά τη γύμνια της έδειξε ότι μπορεί να αποτελέσει και σύντροφο στο ταξίδι, αφού έχει την άνεση που απαιτείται για αυτό και μια ζελατίνα μπορεί να ολοκληρώσει την κάλυψη που προσφέρει ήδη ο boxer κινητήρας από τη μέση και κάτω. Ακόμη καλύτερα, έδειξε τι θα προσφέρει σε αυτό το πεδίο το R 1300 RS, το οποίο δεν οδηγήσαμε, αλλά με το μπικίνι φαίριγκ του, εκτός από ιδιαίτερα ελκυστικό, παρουσιάζεται ως η μοτοσυκλέτα που θα κλέψει πωλήσεις από το R λόγω της έξτρα προστασίας από τα στοιχεία της φύσης.
Το R 1300 R μπορεί και κινείται πολύ σβέλτα στον επαρχιακό αλλάζοντας κατεύθυνση εξαιρετικά γρήγορα με τον αναβάτη να έχει μπόλικη ελευθερία στη σέλα για να τοποθετήσει το σώμα του όπως επιθυμεί. Στην γρήγορη εναλλαγή βοηθούν και οι νέες ζάντες, οι οποίες εκτός από πολύ όμορφες αφαιρούν συνολικά 1,4 κιλά σε σχέση με του προηγούμενου μοντέλου, μειώνοντας ανάλογα και την αδράνεια.
Ο κινητήρας έχει εδώ σαφώς μικρότερο βάρος να διαχειριστεί και αποκαλύπτει έτσι το πιο διασκεδαστικό πρόσωπό του με πολύ δυνατές επιταχύνσεις στην έξοδο της στροφής ακόμη και αν δεν έχει επιλεχθεί η σωστή ταχύτητα στο σωστά κλιμακωμένο κιβώτιο, ενώ το quickshifter παρουσιάζεται λίγο νευρικό στα ανεβάσματα στις τρεις πρώτες ταχύτητες αν το γκάζι δεν είναι τέρμα ανοιχτό. Και εδώ το συνδυαζόμενο σύστημα πέδησης κάνει πολύ καλά τη δουλειά του και δεν δυσκολεύεται να μειώσει δραστικά την ταχύτητα προσφέροντας παράλληλα αίσθηση, ενώ τόσο το cornering ABS όσο και το ευαίσθητο στις κλίσεις traction control κάνουν πολύ καλά τη δουλειά τους.
Το R 1300 R προτάσσει τη δυναμική του σχεδίαση και παρουσιάζεται σαν μια ολοκληρωμένη εναλλακτική στην κατηγορία των γυμνών με καλό στάνταρ εξοπλισμό και πάρα πολλές επιλογές στα έξτρα, οι οποίες, αναλογικά, δεν απέχουν πολύ από εκείνες που προσφέρει η BMW στο RT . Και εδώ έχουμε τέσσερεις χρωματικές επιλογές με την “τρικολόρ” των φωτογραφιών να είναι και η πιο εντυπωσιακή και εκείνη που μάλλον θα κάνει τη διαφορά στις πωλήσεις παρόλο που είναι και η πιο ακριβή.

 

BMW R 12 G/S

Γνήσιο ρετρό, γνήσιο on-off!

Οι Βαυαροί κράτησαν τον λόγο τους και με το R 12 G/S δημιούργησαν μια μοτοσυκλέτα φόρο τιμής στο R 80 G/S, μια πραγματική “50:50” on-off που εκπλήσσει ευχάριστα τόσο στην άσφαλτο όσο και στο χώμα με την ακαταμάχητη ρετρό εμφάνιση να είναι το κερασάκι στην τούρτα.

BMW

Το R 12 G/S έρχεται να ολοκληρώσει τη σειρά R 12 με την BMW να έχει τώρα μια ρετρό εμφάνισης μοτοσυκλέτα για κάθε γούστο. Παρουσιάστηκε τελευταίο, ίσως γιατί είναι το πιο σημαντικό αερελαιόψυκτο boxer για την γερμανική εταιρεία, μια άμεση αναφορά  στο R 80 G/S, τον γενάρχη των σύγχρονων μεγάλου κυβισμού adventure. Οι Βαυαροί είναι πολύ περήφανοι για τη νέα μοτοσυκλέτα τους που τούς πήρε σχεδόν τέσσερα χρόνια για να την εξελίξουν αποφεύγοντας στην πορεία όλους τους περιορισμούς που έθετε το R nineT Urban G/S, ειδικά στην κίνηση στο χώμα.

Σαν αποτέλεσμα το R 12 G/S είναι εντυπωσιακό και δεν μιλάμε μόνο για τη σχεδίαση που σαγηνεύει τους fans της BMW αλλά και γενικότερα τους φίλους των ρετρό μοτοσυκλετών. Είναι εντυπωσιακό γιατί επί της ουσίας έχει ίδιο πλαίσιο και κινητήρα με τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες της σειράς R 12, όμως έχει δεχτεί όλες τις απαραίτητες αλλαγές και καταφέρνει εξίσου καλά στην άσφαλτο και το χώμα.

 

Σε προσκαλεί στη σέλα του

Σε διαστάσεις το R 12 G/S απέχει ελάχιστα από το R 80 G/S και αυτό το είδα από πρώτο χέρι αφού η BMW είχε στην παρουσίαση της νέας μοτοσυκλέτας και τον πρόγονό της. Οι μαζεμένες διαστάσεις του G/S με το σωστό όνομα, που σημαίνει Gelante/Strasse (εκτός δρόμου/άσφαλτος), σε προσκαλούν να κάτσεις στη σέλα του και να το περιεργαστείς έχοντας στο μυαλό και τα χαρακτηριστικά του. Τα πιο σημαντικά από αυτά είναι η απόσταση από το έδαφος που βρίσκεται στα 240 χλστ. με τις αναρτήσεις να έχουν διαδρομές στα 210 και 200 χλστ. εμπρός πίσω αντίστοιχα και τη σέλα να απέχει από το έδαφος 860 χλστ. Είναι λιγότερο ψηλή από όσο φαντάζεσαι γιατί η μοτοσυκλέτα είναι στενή πίσω από ρεζερβουάρ με τα πόδια να μην ανοίγουν πολύ. Πατάω με αυτοπεποίθηση με enduro μπότα -1,85 μ. το ύψος μου- και η μοτοσυκλέτα μου δίνει ανάλαφρη αίσθηση. Τόσο το ανεστραμμένο πιρούνι όσο και το αμορτισέρ είναι πλήρως ρυθμιζόμενα με τον εμπρός τροχό να βρίσκεται στις 21 ίντσες και τον πίσω στις 17. Για εκείνους που θέλουν ακόμη περισσότερα η BMW προσφέρει το πακέτο Enduro Pro που αναβαθμίζει τον πίσω τροχό στις 18 ίντσες και κατεβάζει τα καλάμια του πιρουνιού στις πλάκες με την απόσταση από το έδαφος να αυξάνεται κατά 15 χλστ. Προσθέτει επίσης αποστάτες στο τιμόνι και προστατευτικά στον κινητήρα, ελαστικά με τακούνι όπως και το πρόγραμμα λειτουργίας Enduro Pro (απενεργοποιεί το ABS πίσω), επιπλέον των στάνταρ Rain, Road και Enduro.

 

Φιλικό και ικανότατο εντός και εκτός

Οι άνθρωποι της BMW ήθελαν να αποκτήσουμε μια πολύ καλή εικόνα για τις δυνατότητες του R 12 G/S και για αυτόν τον λόγο φρόντισαν να το οδηγήσουμε με και χωρίς το πακέτο Enduro Pro τόσο στην άσφαλτο όσο και στο χώμα. Η μέρα ξεκίνησε με προορισμό το BMW Motorrad Enduro Park στο Hechlingen στη σέλα του στάνταρ μοντέλου με τον πανέμορφο όμως ματ χρωματικό συνδυασμό στο κόκκινο για το πλαίσιο και στο χρώμα της άμμου για πλαστικά και ρεζερβουάρ με το πιρούνι βαμμένο μαύρο. Αυτός ο συνδυασμός θα φέρει σε δύσκολη θέση όλους εκείνους που ήδη τους τρέχουν τα σάλια αφού απέναντί του υπάρχει και ο κλασικός “τρικολόρ” με κόκκινη σέλα και λευκά πλαστικά και ρεζερβουάρ -“χρυσό” πιρούνι εδώ- στον οποίο δεν μπορείς να αντισταθείς, ενώ στάνταρ η μοτοσυκλέτα είναι διαθέσιμη ως μαύρη ματ με χρυσό πιρούνι, χωρίς γραφικά.

Από την αρχή το R 12 G/S παρουσιάζει ένα άκρως φιλικό πρόσωπο που ξαφνιάζει ακόμη περισσότερο από όσο περίμενες. Οι αναρτήσεις δείχνουν αμέσως την ποιοτική τους λειτουργία στην γερμανική άσφαλτο, στην οποία βέβαια κυνηγάς πραγματικά για να βρεις ψεγάδι και να κάνεις το πιρούνι και το αμορτισέρ να δουλέψουν. Η θέση οδήγησης σε βάζει υπό πλήρη έλεγχο και στα φρένα το μαλακό πιρούνι βουτάει ελεγχόμενα και λογικά για τη διαδρομή, ενώ όσο ο ρυθμός ανεβαίνει το 12άρι G/S αποκαλύπτει τα πρώτα του χαρίσματα. Παρά τον τροχό των 21 ιντσών είναι καθόλα ικανό στην άσφαλτο και θα σε αφήσει να κινηθείς με πολύ γρήγορο ρυθμό. Προσπάθησα να το κάνω μόνο στη φωτογράφιση αφού όπως είπα και νωρίτερα οι πλοηγοί επέλεξαν να μείνουν μακριά από τα όρια των μοτοσυκλετών σε δημόσιο δρόμο παρά την “ψυχολογική πίεση” που τους άσκησα και κάτω από εκείνα του νόμου. Ωστόσο το G/S εντυπωσιάζει στην άψογη γερμανική άσφαλτο με την ταχύτητα που μπορεί να κουβαλήσει μέσα στη στροφή και με την ισορροπία που το διακρίνει. Παραμένει απόλυτα φιλικό και προβλέψιμο και στον λιγοστό χρόνο που το πίεσα πραγματικά μου έδειξε ότι μπορώ να το εμπιστευτώ αλλάζοντας πολύ γρήγορα κατεύθυνση και να πάρω μεγάλη κλίση.

 

Έχοντας περάσει από πανέμορφα χωριουδάκια, πεντακάθαρα και άψογα τακτοποιημένα φτάσαμε στο Enduro Park της BMW όπου έπειτα από τη σχετική ανασυγκρότηση και διάλειμμα για μεσημεριανό έφτασε η ώρα να οδηγήσουμε τη μοτοσυκλέτα εντός του τεράστιου πάρκου που χάνεται μέσα στο δάσος και έχει ένα σκασμό εμπόδια για να δοκιμάσεις τις δυνατότητες της μοτοσυκλέτας σου. Εδώ η BMW πραγματοποιεί φυσικά και σεμινάρια για όσους θέλουν να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους στο χώμα και αυτή είναι μια μοναδική ευκαιρία που δεν πρέπει να χάσει κανείς που έχει βλέψεις να βγει εκτός δρόμου με μεγάλη ή μικρή adventure μοτοσυκλέτα. Και στο πάρκο είχαμε πλοηγό, ο οποίος μας πέρασε από κάθε τύπο εμποδίου που μπορεί να συναντήσει κανείς κινούμενος εκδρομικά με το μεγάλο του adventure και το R 12 G/S, αναμενόμενα ίσως, δεν μάσησε πουθενά. Δεν μάσησα ούτε και εγώ και η αλήθεια είναι ότι η μοτοσυκλέτα της BMW μου έκανε τη ζωή εύκολη, με την αέρινη αίσθηση που δίνει και την πολύ καλή θέση οδήγησης και στην όρθια στάση. Είναι σύμμαχος στις εκτός δρόμου αναζητήσεις σου και όχι “αντίπαλος” που πρέπει να παλέψεις μαζί του. Σε αφήνει να ξεθαρρέψεις και να οδηγήσεις συγκεντρωμένα και θα σταθεί αρωγός σε ό,τι και αν δοκιμάσεις, ενώ το νιώθεις σα να “προσαρμόζεται” στο επίπεδο και την εμπειρία σου χωρίς να αποτελεί εμπόδιο στον ρυθμό που θέλεις να ακολουθήσεις. Ο αερελαιόψυκτος κινητήρας παίζει εδώ σημαντικό ρόλο με την απόδοση του, με τους 107 ίππους να ελέγχονται πλήρως από το δεξί γκριπ και την τροφοδοσία να είναι άψογη σε όλα τα προγράμματα.

BMW

Εκτός από την εμπειρία στο πάρκο της BMW οδηγήσαμε το R 12 G/S  και σε γερμανικούς χωματόδρομους που είναι καλύτεροι από… ελληνική άσφαλτο αφού λακκούβες και λοιπές ανωμαλίες λάμπουν δια της απουσίας τους, ενώ περάσαμε και μέσα από μικρά δάση. Αυτό το κομμάτι θα μπορούσαμε να το είχαμε αποφύγει είναι η αλήθεια αφού οδηγήσαμε εκεί κατόπιν σχετικής άδειας από τις τοπικές κοινότητες -δεν επιτρέπεται να οδηγήσεις πουθενά εκτός δρόμου στη Γερμανία- και με την παράκληση να μην κάνουμε κανενός είδους καγκουριά που θα χαλούσε έστω και λίγο τους χωματόδρομους που χρησιμοποιούν οι αγρότες για να φτάσουν στα χωράφια τους. Η βόλτα ωστόσο στη γερμανική ύπαιθρο ήταν μια όμορφη εμπειρία αφού και εκεί επικρατεί απόλυτη ευταξία και καθαριότητα, σε σημείο που απογοητεύεσαι που δεν βρίσκεις έστω και ένα μικρό σκουπιδάκι στην άκρη του δρόμου ή μέσα στα δάση, μια “ατέλεια” ρε παιδί μου που να δείχνει ότι εδώ κατοικούν άνθρωποι και όχι ρομπότ…

 

Το σωστό “on-off” δίλημμα

Το R 12 G/S δεν αποτελεί άμεσο αντίπαλο των υγρόψυκτων GS. Όμως με τις εξαιρετικές του δυνατότητες εντός και εκτός δρόμου και την ρετρολάγνα εμφάνισή του δεν αποκλείεται να βάλει πολλούς σε δεύτερες σκέψεις και ας μην έχει την προστασία και τις επιδόσεις που προσφέρουν τα 1300άρια. Είναι εξαιρετικά φτιαγμένο, συμπεριφέρεται άψογα παντού και έχει λογικό βάρος που δεν εμφανίζεται πουθενά και αποτελεί αναμφίβολα μια μοτοσυκλέτα ανώτερη έναντι των άλλων δύο για καθημερινή συμβίωση, ειδικά στο αστικό τοπίο.