Παρουσίαση Benelli TRK502X

Ακόμη καλύτερο!
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

24/7/2018

Πριν από ένα χρόνο, τον Ιούνιο του 2017 η Benelli QJ, όπως ονομάζεται πλέον η παλαιότερη ιταλική εταιρεία μοτοσυκλετών μετά την εξαγορά της το 2005 από τον δεύτερο μεγαλύτερο κατασκευαστή στην Κίνα, την Qianjiang/QJ, παρουσίασε το TRK502 –την πρώτη της μοτοσυκλέτα εφοδιασμένη με ABS και τον Euro4 δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα των 500cc που παράγεται στο 670.000 τ.μ. εργοστάσιο της QJ στο Wenling, 500 χιλιόμετρα έξω από την Σαγκάη.

 

Ο Alan Cathcart είναι ένας από τους παλαιότερους και πιο έμπειρους δημοσιογράφους στο χώρο της μοτοσυκλέτας παγκοσμίως και αποκλειστικός συνεργάτης του ΜΟΤΟ για την Ελλάδα εδώ και πολλές δεκαετίες. Η αναγνώρισή του σε όλο τον κόσμο, του έχει δώσει την δυνατότητα αποκλειστικών δοκιμών, από πρωτότυπες κατασκευές, μέχρι μοτοσυκλέτες MotoGP, ενώ είναι από τους ελάχιστους –και πολλές φορές ο μοναδικός- που του δίνεται η δυνατότητα από τα εργοστάσια να οδηγήσει πρώτος κατ' αποκλειστικότητα κάποιο καινούργιο μοντέλο, πριν καν γίνει η επίσημη παρουσίασή του.

 

Η τεράστια δύναμη του κολοσσού φαίνεται και στα νούμερα, με την QJ να απασχολεί 14.000 υπαλλήλους έχοντας τη δυνατότητα παραγωγής 1,2 εκατομμυρίων μοτοσυκλετών και σκούτερ ετησίως. Το να πούμε ότι η TRK502 ήταν απλά μια εμπορική επιτυχία… θα ήταν λίγο. Η Benelli σημείωσε μια παγκόσμια επιτυχία καθώς το μοντέλο πούλησε 7.000 κομμάτια στην Ευρώπη το τελευταίο χρόνο, όπως επίσης 15.000 ακόμα σε Αυστραλία, Ασία και Νότια Αμερική ενώ δεν έχει μπει ακόμα στην αμερικάνικη αγορά. Όντας πλούσια εξοπλισμένο, με καλή ποιότητα κατασκευής και σε συνάρτηση με τα θετικά σχόλια που υπάρχουν στα social media από τους ιδιοκτήτες του, η κινέζικη adventure tourer προσφέρει πολλά περισσότερα βάσει του κόστους αγοράς της, που ανέρχεται στα 6.800 ευρώ. Συγκρίνοντας τη με τον μοναδικό ανταγωνιστή της, τη CB500X της Honda που είναι εξοπλισμένη με κινητήρα 471cc και κατασκευασμένη στη Ταϊλάνδη, έχοντας κόστος αγοράς 7.150 ευρώ είναι εύκολο να καταλάβεις πως το Benelli αποτελεί μια πραγματικά σπάνια ευκαιρία. Εξελιγμένη από κοινού στην Ιταλία και Κίνα, με τη συνεργασία των τεχνικών της Benelli και της QJ, κατασκευάζεται στην Κίνα για να επιτευχθεί ένα χαμηλό κόστος παραγωγής. Μια κίνηση η οποία αποδεικνύει το πόσο επιτυχημένη ήταν η απόφαση της QJ να αγοράσει μια εταιρεία κατασκευής από τη δύση και να εκμεταλλευτεί το τμήμα έρευνας και εξέλιξης που είχε, ώστε να δημιουργήσει μια πιο τεχνικά και στιλιστικά εξελιγμένη γκάμα μοτοσυκλετών για λογαριασμό της. Κίνηση σαφώς προτιμότερη από το να παράξουν κάτι λιγότερο ικανοποιητικό μόνοι τους, γεγονός που θα αποτελούσε παράλληλα και ένα μεγάλο βήμα από μηχανολογικής άποψης για την QJ καθώς δεν είχε παράξει κάτι αντίστοιχο στο παρελθόν.

Με την καλοπουλημένη TRK502 να είναι περισσότερο προσανατολισμένη στη χρήση δρόμου η QJ πρόσθεσε στη γκάμα της την TRK502X, με πιο ανθεκτικό εξοπλισμό ώστε να είναι μια πραγματική on-off, την οποία είχαμε δει πρώτη φορά στην EICMA το περασμένο Νοέμβριο. Το νέο μοντέλο βγαίνει σε λευκό, μαύρο και κόκκινο και τα πρώτα κομμάτια έχουν ήδη φτάσει στην Ευρώπη, έτοιμα να ξεπουληθούν με τον ίδιο καταιγιστικό ρυθμό. Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης είχα την ευκαιρία να την οδηγήσω σε μια παρόμοια διαδρομή με αυτή που είχα δοκιμάσει και πέρυσι την TRK502, καταφέρνοντας έτσι να τις συγκρίνω. Η διαδρομή των 120 χιλιομέτρων ξεκινούσε από το Pesaro στην Αδριατική θάλασσα έως τους πρόποδες των Απέννινων, ενώ είχε συμπεριληφθεί και ένα μικρό μεν αλλά προκλητικό δε χωμάτινο κομμάτι με λευκό χώμα ανάλογο με τους κόκκινους χωματόδρομους της Αυστραλίας.

Ακόμη πιο γραμμικό

Το Leoncino 502 και τα δύο TRK502 αποτελούν τη μεσαία κατηγορία της Benelli ενώ μοιράζονται τον ίδιο κινητήρα. Σύμφωνα με τον υπεύθυνο του τμήματος εξέλιξης της Benelli Stefano Michelloti, η μοναδική αλλαγή που υπάρχει στην Χ αφορά την εξάτμιση με τους μακρύτερους σωλήνες που έχει μεταφερθεί πιο ψηλά με νέας σχεδίασης τελικό ώστε να επιτευχθεί μεγαλύτερη απόσταση από το έδαφος. Εκτός αυτού η εξάτμιση της TRK502X στοχεύει στο να διευρύνει το ωφέλιμο φάσμα της ροπής μαζί με τη βοήθεια της νέας χαρτογράφησης της ECU της Bosch. Το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο όσον αφορά τα απόλυτα νούμερα της ιπποδύναμης, αλλά όχι μόνο αποδίδεται διαφορετικά, με περισσότερη γραμμικότητα και περισσότερη ροή στη δύναμη, αλλά η μέγιστη ροπή έχει μειωθεί ελάχιστα (4,6kgm στις 5.000 στροφές αντί για 4,7kgm στις 6.000 στροφές της στάνταρ έκδοσης), με αποτέλεσμα να είναι ευκολότερη η οδήγηση της στο χώμα.

Ο BN502 κινητήρας έχει στρόφαλο 360 μοιρών, έτσι τα έμβολα ανεβοκατεβαίνουν ταυτόχρονα, όπως στα κλασσικά μοντέλα των Norton και Triumph. “Αρχικά έπρεπε να αποφασίσουμε το προφίλ της οικογένειας των δικύλινδρων κινητήρων, έτσι έπρεπε να επιλέξουμε μεταξύ της εν σειρά διάταξης και της V” δήλωσε ο Michelotti. “Επιλέξαμε την εν σειρά διάταξη ώστε να εκμεταλλευτούμε τη κοινή τεχνολογία που μοιράζεται με το BN600R, τον τετρακύλινδρο εν σειρά κινητήρα που έχουμε ήδη εξελίξει. Όμως έπρεπε να αποφασίσουμε και ποιος στρόφαλος θα ήταν καταλληλότερος, 180ο ή 270ο ή 360ο. Επιλέξαμε των 360 μοιρών ώστε να δώσουμε μεγαλύτερη ελαστικότητα και καλύτερη απόδοση χαμηλά, καθώς και έναν πιο χαρακτηριστικό ήχο”. Το αποτέλεσμα της σχεδίασης δίνει έναν κοντό, μικρό σε διαστάσεις, υγρόψυκτο κινητήρα με έναν αντικραδασμικό άξονα που παίρνει κίνηση με γρανάζια και υγρό κάρτερ.

Το να πούμε ότι η TRK502 ήταν απλά μια εμπορική επιτυχία… θα ήταν λίγο

Οι κύλινδροι έχουν μια ελαφριά κλίση προς τα εμπρός κατά 20ο πάνω από τα στιβαρά καπάκια του στροφάλου, με το κιβώτιο ταχυτήτων και τον συμπλέκτη να βρίσκονται κολλητά στο στρόφαλο. Οι δύο επικεφαλής εκκεντροφόροι παίρνουν κίνηση από τη καδένα που βρίσκεται στην αριστερή πλευρά του κινητήρα, με τις βαλβίδες εισαγωγής και εξαγωγής να έχουν διάμετρο 25mm και 22mm αντίστοιχα, τοποθετημένες με μια σχετικά μεγάλη περιεχόμενη γωνία 28.8ο. Ο λόγος της συμπίεσης είναι 11.5:1 και επιτυγχάνεται μέσω των τριών ελατηρίων που έχει κάθε έμβολο και του μικρού θάλαμού καύσης. Με την απουσία του ride by wire έρχεται και η απουσία της χαρτογράφησης καθώς και οποιουδήποτε άλλου ηλεκτρονικού βοηθήματος, εκτός του ABS που είναι κατασκευασμένο από τη Bosch και αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση στις Euro4 προδιαγραφές. Εξοπλισμένος με δύο αισθητήρες λάμδα στο σύστημα εξαγωγής που βελτιστοποιούν την τροφοδοσία καυσίμου μεταφέροντας πληροφορίες στον εγκέφαλο της Bosch και ένα διπλό σώμα ψεκασμού 37mm κατασκευασμένο από την QJ, ολοκληρώνεται το πακέτο των Euro4 προδιαγραφών. Τέλος το συνολικό βάρος του κινητήρα χωρίς το σύστημα ψεκασμού ανέρχεται στα 65 κιλά. Το απλό είναι καλύτερο, αυτό είναι το μότο της QJ και με το χαμηλό κόστος αγοράς είναι σίγουρα αποδεκτό.

 

Smooth riding

Όλα αυτά προσφέρουν έναν κινητήρα διαμάντι με απροσδόκητα ομαλή λειτουργία μόλις τον βάλεις μπροστά. Το ρελαντί του είναι σχετικά υψηλό στις 1.400 στροφές δίνοντας μια ξεχωριστή χροιά στη λειτουργία του, η οποία απελευθερώνεται φιμωμένη από την εξάτμιση ακριβώς πίσω σου. Έτσι η Benelli προσφέρει έναν κινητήρα βρετανικής φιλοσοφίας με στρόφαλο 360ο, σε μια ιταλική εκτέλεση, κατασκευασμένο στην Κίνα. Αποτέλεσμα το οποίο πλέον δεν παρέχουν ούτε τα τωρινά Triumph Bonneville, ούτε τα Norton Commando με τους δικύλινδρους σε σειρά κινητήρες τους, που έχουν στρόφαλο 270ο θυμίζοντας δικύλινδρο V στη λειτουργία τους. Ο αντικραδρασμικός άξονας συμβάλλει ενεργά στην απουσία των κραδασμών στο τιμόνι, στα μαρσπιέ και τη σέλα σε όλο το φάσμα της λειτουργίας του. Χάρη στα λάστιχα που υπάρχουν στα μαρσπιέ, τα οποία αφαιρούνται εύκολα όταν πρόκειται για off road χρήση, δεν εμφανίζεται ούτε το παραμικρό γαργαλητό στα πόδια μετά τις 7.000 στροφές, κάτι που συμβαίνει στο TRK502.

Η αρχική επιτάχυνση στο TRK502Χ είναι ακόμα καλύτερη χαμηλά σε σύγκριση με το αρχικό μοντέλο, όχι μόνο λόγω της νέας χαρτογράφησης αλλά και λόγω του ότι προστέθηκαν δύο παραπάνω δόντια στο πίσω γρανάζι φτάνοντας τα 44 από τα 42 ενώ το μπροστά παρέμεινε με 14 δόντια. Το βάρος της μοτοσυκλέτας παραμένει το ίδιο στα 235 κιλά γεμάτο (213 στεγνό) και την κατανομή βάρους να γέρνει λίγο προς τα πίσω με λόγο 49%-51%, ενώ η εταιρεία υπόσχεται με το εικοσάλιτρο ρεζερβουάρ αυτονομία μέχρι 500 χιλιόμετρα! Τέλος, ο λόγος που παραμένει το βάρος του νέου μοντέλου ίδιο με το TRK502, παρά τη βαρύτερη εξάτμιση, οφείλεται στην απουσία των βάσεων για βαλίτσες που είναι στάνταρ στο TRK502.

Το νέο μοντέλο είναι πισώβαρο και αυτό οφείλεται στην αντικατάσταση του μπροστινού τροχού, με έναν μεγαλύτερο ακτινωτό των 19 ιντσών, ενώ ο πίσω παρέμεινε ίδιων διαστάσεων, με αποτέλεσμα τα λάστιχα να μην είναι πια tubeless. Επίσης, με την αλλαγή του τροχού επήλθε και η αλλαγή της γεωμετρίας, με τη γωνία κάστερ να αυξάνεται κατά μια μοίρα, φτάνοντας έτσι τις 26 ενώ παράλληλα το ίχνος έφτασε τα 125mm από 95mm που ήταν πριν. Η συντηρητική γεωμετρία προσφέρει σταθερότητα σε γρήγορους ρυθμούς στην άσφαλτο, χωρίς να θυσιάζει καθόλου την ευκινησία σε κλειστές στροφές ή σε εκτός δρόμου χρήση, παρά το μακρύ μεταξόνιο των 1505mm που είναι κοντύτερο κατά 20mm σε σύγκριση με το TRK502. Η αλουμινένια ζάντα των τριών ιντσών που φέρει το λογότυπο Henley Racing είναι καθαρά για λόγους μάρκετινγκ, καθώς δεν μπορούσε να το αιτιολογήσει διαφορετικά ο Michelotti. Τα πρώτα ελαστικά τοποθέτησης έχουν αλλαχτεί και πλέον τοποθετούνται τα Metzeler Tourance αντί των Pirelli Angel GT, ενώ έχουν αλλάξει και οι διαστάσεις τους, με το μπροστά να είναι 110/80-19 και του πίσω 150/70-17.

Το κιβώτιο με την εξαιρετικά γλυκιά λειτουργία του και την ιαπωνική ποιότητά του έχει μελετηθεί σωστά, με τη κλιμάκωση των σχέσεων να είναι κοντή και τα 100 χιλιόμετρα την ώρα με έκτη στο κιβώτιο, έρχονται στις 5.500 στροφές, ενώ η άνετη ταχύτητα ταξιδιού των 120 χιλιομέτρων έρχεται στις 6.500 στροφές και τα 160 στις 9.000. Οι επιταχύνσεις είναι σχετικά αδύναμες γεγονός που οφείλεται στο μεγάλο βάρος της μοτοσυκλέτας, συνεπώς στις προσπεράσεις χρειάζεται να κατεβάσεις μια ή και δύο ταχύτητες, ανοίγοντας τέρμα το γκάζι. Τραβάει όμως καλά από τις 3.000 με έκτη χωρίς σκορτσαρίσματα, ενώ δουλεύει ευχάριστα στο φάσμα από τις 4.500 ως τις 6.500 στροφές. Με τη ροπή του να κορυφώνεται στις 5.000 είναι προτιμότερο να χρησιμοποιείς το κιβώτιο ώστε να οδηγείς πάνω στη καμπύλη της, παρά να κυνηγάς τα άλογα. Ο κινητήρας δυσκολεύεται λίγο να αναπνεύσει αποτελεσματικά μετά τις 7.000, αδυνατώντας να ανεβάσει στροφές γρήγορα, ενώ με τη μέγιστη ιπποδύναμη να κορυφώνεται στις 8.500 είναι καλύτερο να αλλάζεις χαμηλά και να εκμεταλλεύεσαι όση ροπή προσφέρει. Όμως το μοτέρ του TRK502X είναι τρομερά ελαστικό και συγχωρεί, καθιστώντας έτσι μικρής σημασίας το τι ταχύτητα έχεις στο κιβώτιο. Αν επιδιώξει κανείς να τεστάρει την ελαστικότητα του, θα ανακαλύψει ότι επιταχύνει με έκτη από τις 2.000 στροφές έως το κόφτη στις 10.400, άλλα θα φτάσει στο κόφτη με πολύ προσπάθεια, πράγμα που δεν θα κάνεις στη καθημερινότητα και πόσο μάλλον σε on-off. Ο δικύλινδρος κινητήρας είναι πραγματικά ελαστικός και με μια απλή περιστροφή του γκαζιού ελαχιστοποιεί τη χρήση του κιβωτίου, ενώ ο συμπλέκτης είναι ελαφρύς και ακριβής και σου δίνει τη δυνατότητα να ευχαριστηθείς την οδήγηση εντός πόλης και εκτός δρόμου, κάνοντας το αριστερό χέρι να ξεχάσει τις κράμπες μέσα στη κίνηση.

Πλήρη, ευανάγνωστα και με καλή ποιότητα κατασκευής τα όργανα του TRK502X

 

Καίριες αλλαγές

Το πλαίσιό της είναι ένα ανοιχτού τύπου ατσάλινο χωροδικτύωμα παρόμοιο με της Ducati, που έχει τον κινητήρα ως ενεργό μέρος. Ο κύριος λόγος που η Benelli είναι 20 κιλά βαρύτερη από τη CB500X που ζυγίζει 193 κιλά γεμάτη, οφείλεται στην ανώτερη προστασία που προσφέρει στον αναβάτη έναντι της Honda. Έχει μεγαλύτερο φαίρινγκ και ζελατίνα, η οποία δεν είναι ρυθμιζόμενη, όμως υπάρχει η δυνατότητα επιλογής μιας 100mm ψηλότερης. Στον στάνταρ εξοπλισμό υπάρχουν και ξεχωριστοί ανεμοθραύστες χαμηλότερα και στις δύο πλευρές. Το ύψος σέλας έφτασε τα 850mm, μεγαλώνοντας κατά 50mm σε σύγκριση με το TRK502, προσφέροντας έτσι μια πιο ευρύχωρη θέση που σε τοποθετεί πάνω στη μοτοσυκλέτα, παρά το γεγονός ότι αισθάνεσαι πως κάθεσαι μέσα. Αυτό ωφελεί τους ψηλούς αναβάτες καθώς κάθονται πιο άνετα, με την απόσταση σέλας μαρσπιέ να μεγαλώνει και αυτή, τοποθετώντας έτσι τα πόδια σε μια πιο φυσική γωνία χωρίς να υποφέρουν από κράμπες. Η στάνταρ ζελατίνα είναι ιδανική για αναβάτες του αναστήματος μου (1.80m) και δεν μεταφέρει χτυπήματα του αέρα στο κράνος.

Όπως ανέφερε ο Michelotti, η Benelli διατήρησε το ίδιο πιρούνι των 50mm του TRK502, αλλάζοντας μόνο τα ελατήρια με ελαφρώς μαλακότερα και μειώνοντας την συμπίεση απόσβεσης, στοχεύοντας σε μια πιο μαλακή αίσθηση σε off-road χρήση. Με την απόσβεση να είναι πολύ καλή, η πληροφόρηση του μπροστινού τροχού ήταν εξαιρετική και δεν κοπανούσε ακόμα και σε κακοτράχηλους δρόμους στα βουνά. Παρά τον δεκαεννιάρι τροχό μπροστά η αίσθηση του μπροστινού είναι ελαφριά και προβλέψιμη, γεγονός που οφείλεται στο μικρότερης διάστασης ελαστικό όπως υποστηρίζει ο Michelotti. Όσο για πίσω, το ατσάλινο σωληνωτό ψαλίδι παρέμεινε ίδιο, που με το μήκος του στοχεύει στη καλύτερη πρόσφυση, ενώ το πίσω αμορτισέρ προσφέρει μεγαλύτερη διαδρομή τροχού φτάνοντας τα 172mm. H προφόρτηση ρυθμίζεται με εργαλεία ενώ για την απόσβεση συμπίεσης υπάρχει ένας περιστροφικός διακόπτης που τη ρυθμίζει με εύρος 40 κλικ. Έτσι η ανάρτηση είναι αισθητά πιο ενδοτική συγκριτικά με το TRK502, έχοντας καλύτερη συμπεριφορά εντός και εκτός δρόμου, χωρίς ίχνος συντονισμού ακόμα και σε δρόμους χαμηλής πρόσφυσης, όπως συμβαίνει με την στάνταρ έκδοση της μοτοσυκλέτας. Οδηγώντας εκτός δρόμου η αίσθηση παραμένει βελούδινη, με το ελαστικό να κρατάει καλά στους χωματόδρομους. Το πρόβλημα διορθώθηκε και μπράβο στη Benelli. Η καλή απόδοση του καινούργιου αμορτισέρ στην απορρόφηση των ανωμαλιών και η καλή πρόσφυση που προσφέρει στο χώμα, συνεισφέρει αρκετά στην σιγουριά που απορρέει η μοτοσυκλέτα συνολικά.

Οι δύο πλευστοί δίσκοι των 320mm και οι διπίστονες δαγκάνες (έναντι των τετραπίστονων του TRK502) έχουν κατασκευαστεί από την Wenling της QJ και αποδίδουν εξαιρετικά με βάση τις δυνατότητες της μοτοσυκλέτας. Τα φρένα είναι αποτελεσματικά σε όλες τις περιστάσεις χωρίς να χρειάζεται ιδιαίτερη δύναμη η μανέτα, ενώ τα προβλήματα που αντιμετώπισα παλιότερα με το TRK502 στο πίσω που υπολειτουργούσε, λύθηκαν με την διπίστονη δαγκάνα και τον δίσκο των 260mm που δουλεύουν αποτελεσματικότατα. Το ABS της Bosch China δεν είναι τόσο ενοχλητικό όταν επεμβαίνει στους σκονισμένους δρόμους της Ιταλίας, κατά τη διάρκεια του ξηρότερου καλοκαιριού τα τελευταία χρόνια, ενώ έχει τη δυνατότητα απενεργοποίησης για τη off road χρήση.

Mια πραγματική μοτοσυκλέτα παντός δρόμου, της οποίας η πολυχρηστικότητα ταιριάζει με το ότι είναι κατάλληλη για κάθε αναβάτη οποιουδήποτε επιπέδου εμπειρίας

Το φαρδύ τιμόνι εδράζεται πάνω σε ψηλότερα κατά 80mm καβαλέτα με τα γκριπ να έρχονται πιο πίσω, προσφέροντας μια όρθια και άνετη θέση, ενώ στο στάνταρ εξοπλισμό παρέχονται οι χούφτες. Η μανέτα του μπροστινού είναι ρυθμιζόμενη τεσσάρων θέσεων, ενώ του συμπλέκτη όχι, σε συνδυασμό όμως με την ελαφριά αίσθηση και την προοδευτική διαδρομή του, διευκολύνει τους λιγότερο έμπειρους αναβάτες. Παρά το γεγονός ότι κάθεσαι αρκετά ψηλά για να βλέπεις πάνω από τον ουρανό τον αυτοκινήτων μες τη κίνηση, συνεχίζεις να αισθάνεσαι ότι κάθεσαι μέσα στη μοτοσυκλέτα, αποτελώντας τμήμα του συνόλου με τα πόδια να κουμπώνουν καλά στο ρεζερβουάρ. Η θέση οδήγησης είναι εξαιρετική και προσφέρει αυτοπεποίθηση στον αναβάτη, ιδίως στους αρχάριους. Έτσι αισθάνεσαι ένα με τη Benelli και παρά την ψηλότερη σέλα τα πόδια πατάνε σταθερά στο έδαφος στα φανάρια. Οι καθρέπτες έχουν καλή οπτική και προσφέρουν ένα εξαιρετικό πεδίο πίσω σου. Το όργανο είναι ευανάγνωστο και βάσει της τιμής του είναι καλοσχεδιασμένο, εξοπλισμένο με αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακό κοντέρ, θερμοκρασία νερού, στάθμη βενζίνης, ρολόι, έναν ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές και την ένδειξη σχέσης. Τα μπροστινά φώτα, το πίσω φανάρι καθώς και τα φλας είναι LED, ενώ θαρρείς πως οι σχεδιαστές έχουν αντλήσει την έμπνευσή τους από το κατάλογο της Rizoma! Εκτός του πλαϊνού σταντ, στο στάνταρ εξοπλισμό προστέθηκε και το κεντρικό που απουσιάζει από το TRK502 και είναι πολύ εύκολο να βρει στην άσφαλτο και απ’ τις δύο πλευρές χάρη στο καλό κράτημα των ελαστικών της Metzeler. Η επόμενη παρτίδα μοτοσυκλετών θα έχει τροποποιηθεί ώστε να λυθεί το θέμα όπως ανέφερε ο Michelotti. Εν τω μεταξύ τα προστατευτικά κάγκελα που προσφέρονται στον στάνταρ εξοπλισμό, πιθανότατα είναι επαρκή στη προστασία της μοτοσυκλέτας σε περίπτωση πτώσης.

 

 

 

 

 

 

 

Κατάλληλη για όλους!

Η ποιότητα κατασκευής της μοτοσυκλέτας είναι σε υψηλά επίπεδα αναλογικά με τη τιμή της, ενώ το φινίρισμα της κινέζικης κατασκευής είναι εξαιρετικό και πλέον ισάξιο να συγκριθεί με οτιδήποτε κατασκευάζεται στην Ευρώπη ή στην Ταϊλάνδη. Η βαφή είναι καλή, και η ποιότητα των πλαστικών καθώς και των διακοπτών έχουν διατηρηθεί όπως πέρυσι. Επίσης η διώροφη σέλα με πολύ χώρο για τον συνεπιβάτη και τις δύο καλοσχεδιασμένες χειρολαβές που είναι  ενσωματωμένες με τη βάση της πίσω βαλίτσας που αντέχει έως πέντε κιλά, και εκτελούν διπλό ρόλο ως σημεία δεσίματος αποσκευών, είναι ιδιαίτερα μαλακή και άνετη για πολύωρη παραμονή. Όπως το TRK502 και το Leoncino 502 έτσι και η TRK502Χ δεν δείχνει να έχει δεχτεί εκπτώσεις στη ποιότητα κατασκευής της.

Πράγματι, όπως η παλαιότερη αδερφή της έτσι και η TRK502X προσφέρει πολλή μοτοσυκλέτα για τα λεφτά της. Με τον ελαστικό κινητήρα της να την καθιστά ευκολοδήγητη, αποτελεί μια εξαιρετική αναβάθμιση για τους νέους αναβάτες της Α2 κατηγορίας που κατατάσσεται βάσει των 47,6 αλόγων της. Αποτελεί έτσι μια οικονομικά προσιτή και φιλική adventure μοτοσυκλέτα, κατάλληλη για όλους τους αναβάτες, άντρες και γυναίκες, ανεξαρτήτου εμπειρίας. Αποτελεί μια καλή επιλογή και για αυτούς που επιστρέφουν στο κόσμο της μοτοσυκλέτας μετά από καιρό, μέχρι και αυτούς που σκέφτονται να πάνε για πρώτη φορά σε μια περιπέτεια ή σε αυτούς που αισθάνονται απογοητευμένοι από το τεράστιο μέγεθος και την πολυπλοκότητα των μοτοσυκλετών που υπάρχουν σήμερα. Με τον περιορισμένης ιπποδύναμης κινητήρα αλλά τις επαρκείς επιδόσεις της, είναι έξυπνα σχεδιασμένη και διασκεδαστική στην οδήγηση σε όλα τα τερέν. Η ποιότητα κατασκευής είναι στο επίπεδο των ιαπωνικών ανταγωνιστών, ενώ η θετική άποψη των τωρινών ιδιοκτητών της TRK502 επιβεβαιώνει την αξιοπιστία της και το χαμηλό κόστος συντήρησης. Σε καμία περίπτωση δεν ανήκει στη κατηγορία των κινέζικων μοτοσυκλετών που έβγαιναν στη παραγωγή πριν από λιγότερο μια δεκαετία, τις οποίες πετούσες δύο χρόνια μετά την αγορά τους -αν άντεχαν τόσο. Είναι μια μοτοσυκλέτα με προσωπικότητα και δυναμική παρουσία –μια πραγματική μοτοσυκλέτα παντός δρόμου, της οποίας η πολυχρηστικότητα ταιριάζει με το ότι είναι κατάλληλη για κάθε αναβάτη οποιουδήποτε επιπέδου εμπειρίας.

Η Benelli πλέον έχει επιστρέψει για τα καλά στην αγορά, κάνοντάς μας να αναρωτηθούμε τι θα ακολουθήσει μετά. Σειρά λοιπόν έχει μια η νέα γκάμα μοτοσυκλετών που είδαμε στην EICMA τον περασμένο Νοέμβρη, εφοδιασμένη με δικύλινδρο σε σειρά κινητήρα 750cc που αποδίδει 81,5 άλογα και 6,8 κιλά ροπής, ενώ η παραγωγή του θα ξεκινήσει λίγο πριν το τέλος του χρόνου. Με τη διαφορά των 250cc μεταξύ των δύο κινητήρων να τις τοποθετεί σε διαφορετικές κατηγορίες, είναι σχεδόν απίθανο η παραγωγή της νέας σειράς να επιφέρει κάποιο αντίκτυπο στις πωλήσεις της μικρής κατηγορίας, η οποία δεν έχει κάποιον σοβαρό ανταγωνιστή στην αγορά, καθώς αποτελεί μια πραγματική ευκαιρία.

 

Ποια είναι η Geely

Η Benelli QJ (όπως είναι πλέον γνώστη η ιταλική εταιρεία που εδρεύει στο Pesaro) δέχτηκε μια μεγάλη ώθηση στις μελλοντικές της προοπτικές, μετά την πρόσφατη αγορά των μετοχών της Qianjiang στην οποία ανήκει, από τη γιγαντιαία αυτοκινητοβιομηχανία Geely. Ο κολοσσός είναι ευρέως γνωστός εκτός της Κίνας από το 2010 που αγόρασε τη σουηδική Volvo και πλέον από τις 27 Φεβρουαρίου έχει στην κατοχή του το 9.7% της Daimler Benz, θυγατρική του γερμανικού γίγαντα Mercedes-Benz και της AMG.

Μετά την αγορά της Benelli το Δεκέμβριο του 2005, ο πρόεδρος της QJ Lin Hua Zhong, έκανε φιλόδοξα σχέδια για την αναστήλωση της ιταλικής μάρκας μέσω μιας γκάμας νέων μοτοσυκλετών, εξελιγμένη από τους τεχνικούς της Benelli και της QJ. Με την παραγωγή να πραγματοποιείται στη Κίνα για τη μείωση του κόστους, στόχευε σε μια ανταγωνιστή τιμή. Τα σχέδια όμως καθυστέρησαν να τεθούν σε εφαρμογή, με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης το 2008 να βάζει φρένο στην παραγωγή της γκάμας. Το γεγονός αυτό οδήγησε τη QJ να κρατηθεί πριν προβεί στην επένδυση της ιταλικής θυγατρικής, περιμένοντας τη παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη πριν ξεκινήσει τη παραγωγή των νέων μοντέλων της Benelli.

Τα σχέδια υλοποιήθηκαν το 2014, με το ντεμπούτο της τετρακύλινδρης Benelli BN600 να αποτελεί τη πρώτη σοδειά από τα στρατηγικά σχέδια του Lin, που σκοπό είχαν να προσθέσουν τη Benelli στον ανταγωνισμό της παγκόσμιας αγοράς. Η εμπορική επιτυχία της BN600 στη κινέζικη αγορά όσο και το εξωτερικό, έδωσε το θάρρος στην διοίκηση της QJ να προβεί στην παραγωγή περισσότερων μοντέλων. Μοτοσυκλέτες οι οποίες θα εξελίσσονταν στην Ιταλία και θα κατασκευάζονταν στο εργοστάσιο της QJ στην Κίνα, με το μεγάλο δυναμικό 14.000 εργατών και τη δυνατότητα παραγωγής 1,2 εκατομμυρίων μοτοσυκλετών και σκούτερ ετησίως.

Η δημιουργία της αυτοκρατορίας Geely αποτελεί μια τυπική ιστορία εξέλιξης που βοηθήθηκε από την ραγδαία αναπτυσσόμενη οικονομία της Κίνας

Τώρα αποκαλύπτεται πως λόγω αυτής της επιτυχίας, σύμφωνα με της πηγές της βιομηχανίας, η QJ έγινε η δεύτερη μεγαλύτερη κατασκευάστρια μοτοσυκλετών, με αποτέλεσμα η μεγαλύτερη κατασκευάστρια αυτοκίνητων Geely να αγοράζει το 29.77% των μετοχών της. Η Geely (που σημαίνει τυχερός στη κινέζικη διάλεκτο), ανήκει στον δισεκατομμυριούχο Li Shufu που εδρεύει στο Hangzhou, 170 χιλιόμετρα νότια της Shanghai, το οποίο είναι και η έδρα του βασικότερου κινέζου ανταγωνιστή της QJ στις εξαγωγές, τον συνεργάτη της ΚΤΜ, CFMoto. Ο Li αγόρασε το 29.77% της QJ έναντι 166 εκατομμυρίων δολαρίων, αποκτώντας αρκετό έλεγχο στην φίρμα. Λαμβάνοντας υπόψιν το ιστορικό του Li, είναι μαγευτικό να βλέπεις τα σχέδια που έχει για την εταιρεία, ιδίως τώρα που επιβεβαιώθηκε η επίσκεψή του στο εργοστάσιο της Benelli στο Pesaro την πρώτη βδομάδα του Νοεμβρίου, πριν την επίσκεψη του στην EICMA στο Μιλάνο στις 7 Νοέμβρη.

Η Geely βρέθηκε στο προσκήνιο το 2010 όταν αγόρασε τη Volvo από τη Ford έναντι 1,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων (ενώ η Ford την είχε εξαγοράσει έναντι 6,5 δισεκατομμυρίων το 1999!). Η Volvo είχε πουλήσει 350.000 αυτοκίνητα το 2009, ενώ έκτοτε κάτω από την αιγίδα της Geely τα έσοδα τριπλασιάστηκαν στα 776 εκατομμύρια δολάρια. Το 2015 η Volvo παρήγαγε 503.000 οχήματα, σημειώνοντας ρεκόρ πωλήσεων στα 89 χρόνια της ιστορίας της, πουλώντας για πρώτη φορά πάνω από μισό εκατομμύριο μονάδες σε ένα χρόνο. Υπογραμμίζοντας πόσο διορατικός είναι ο Li Shufu, δεν φοβάται να ρίξει μια ζαριά, ανακοινώνοντας τον Ιούλιο του 2017 πως όλα τα νέα μοντέλα της Volvo από το 2019 και έπειτα θα είναι είτε υβριδικά είτε ηλεκτροκίνητα, τερματίζοντας έτσι την παραγωγή των κινητήρων εσωτερικής καύσης για τη Volvo. Με σκοπό να αποκτήσει όσες περισσότερες εταιρείες μπορεί που κατασκευάζουν οχήματα προσωπικής μετακίνησης για το μέλλον, τον Ιούλιο του 2017 ο Li έσπευσε αγοράσει την Terrafugia. Μια αμερικάνικη εταιρεία που δημιουργήθηκε το 2006 με σκοπό να κάνει τα ιπτάμενα αυτοκίνητα πραγματικότητα, υποσχόμενη πως θα έχει τη παγκόσμια πρωτοπορία στη ανάπτυξη του πρώτου ιπτάμενου αυτοκινήτου.

Μια ακόμα μεγαλύτερη ανοδική πορεία των πωλήσεων και των κερδών έρχεται από τις κινέζικες επιχειρήσεις του Li, που ξεκίνησαν να κατασκευάζουν αυτοκίνητα το 1998. Το 2016 η Geely πούλησε 766.000 αυτοκίνητα, κατασκευασμένα όλα στην Κίνα, σημειώνοντας αύξηση 50% σε ετήσια βάση από το 2008, με αποτέλεσμα να υπερδιπλασιαστεί το καθαρό κέρδος στα 741 εκατομμύρια δολάρια. Όμως ο Li Shufu αποφάσισε από νωρίς να εκμεταλλευτεί τα εγχώρια κέρδη του και να επεκταθεί στο εξωτερικό μέσω εξαγορών, συνήθως σε εξειδικευμένους τομείς. Μετά την αγορά της Volvo το 2010, η Geely ολοκλήρωσε την εξαγορά της βρετανικής κατασκευάστριας ταξί της The London Taxi Company το 2012, ενώ το Μάιο του 2017 αγόρασε το 51% των μετοχών της ιστορικής βρετανικής κατασκευάστριας σπορ αυτοκινήτων, της Lotus Cars. Ένα μήνα αργότερα αγόρασε το 49.9% των μετοχών της μαλαισιανής κατασκευάστριας Proton, θεωρώντας το κομβικό βήμα για την κινέζικη κατασκευάστρια και την επέκτασή της στην επικερδής Ασιατική αγορά. Παλαιότερα το 2009, αγόρασε τη Drivetrain Systems International στην Αυστραλία, μια κατασκευάστρια κιβωτίων ταχυτήτων που στο παρελθόν ονομαζότανε Borg Warner. Το 2012 μπήκε στη λίστα των Fortune 500 του ομώνυμου περιοδικού, όντας ένας από τους 500 δυνατότερους όμιλούς επιχειρήσεων παγκοσμίως. Το Φεβρουάριο που μας πέρασε έγινε ο μεγαλύτερος ατομικός μέτοχος της αυτοκινητοβιομηχανίας Daimler AG, με τον Li Shufu να αγοράζει το 9.7% των μετοχών της γερμανικής εταιρίας έναντι των 7,3 δισεκατομμυρίων ευρώ (9 δισεκατομμύρια δολάρια). Η Geely επιδίωκε τη συνεργασία με τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία για κάμποσο διάστημα, ειδικά για την τεχνογνωσία της στην αυτόνομη οδήγηση και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Όμως οι βιομηχανικές πηγές προβλέπουν πως το κυρίως ενδιαφέρον του Li, είναι να έχει πρόσβαση στη τεχνολογία των επαγγελματικών οχημάτων της Daimler, όπως και το να περιλάβει την κατασκευή των φορτηγών της Mercedes-Benz στη Κίνα. Κοιτώντας τις πωλήσεις της Dailmer, έρχεται 13η παγκοσμίως σαν κατασκευαστής αυτοκινήτων, όμως είναι ο μεγαλύτερος κατασκευαστής φορτηγών στο κόσμο.

Η δημιουργία της αυτοκρατορίας Geely αποτελεί μια τυπική ιστορία εξέλιξης που βοηθήθηκε από την ραγδαία αναπτυσσόμενη οικονομία της Κίνας. Ο Li Shufu ξεκίνησε τη Geely ως μια επιχείρηση που πουλούσε ψυγεία το 1984, έχοντας πάρει δάνειο 2.000 yuan (300 δολάρια) από το πατέρα του, έναν αγρότη, ενώ στις αρχές του '90 ξεκίνησε να κατασκευάζει μοτοσυκλέτες (σε συνεργασία με τον οραματιστή Αυστραλό σχεδιαστή Ian Drysdale) και στα τέλη της δεκαετίας του '90 κατασκεύασε το πρώτο αυτοκίνητο. Η Geely πλέον απασχολεί 60.000 υπαλλήλους παγκοσμίως που εργάζονται σε δώδεκα εργοστάσια παραγωγής αυτοκινήτων, έξι εργοστάσια παραγωγής κινητήρων και τέσσερα εργοστάσια επαγγελματικών οχημάτων ανά την υφήλιο. Με τις ρίζες του στη μοτοσυκλέτα, η απόκτηση ενός μεριδίου των μετοχών της Qianjiang από τον Li, προμηνύει μια πολύ θετική εξέλιξη για την ιταλική μάρκα.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

 

Αντιπρόσωπος:
MOTOWAY Γ. ΚΑΜΠΡΑΝΗΣ Α.Ε.
Τιμή:
6.800
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος (mm):
2.200
Ύψος (mm):
1.480
Μεταξόνιο (mm):
1.505
Απόσταση από το έδαφος (mm):
167
Ύψος σέλας (mm):
850
Ίχνος (mm):
125
Γωνία κάστερ (˚):
26ο
Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):
730
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό χωροδικτύωμα
Πλάτος (mm):
915
Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):
213/235
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
20/3
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος υγρόψυκτος δικύλινδρος εν σειρά, με 4Β/Κ και 2ΕΕΚ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
69 x 66,8
Χωρητικότητα (cc):
500
Σχέση συμπίεσης:
11,5:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
47,6/8500
Ροπή (kg.m/rpm):
4,6/5000
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
95,2
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Εξαναγκασμένη λίπανση
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια/-
Τελική μετάδοση / σχέση:
Αλυσίδα/-
 
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ένα αμορτισέρ με προοδευτικό μοχλικό
Διαδρομή (mm):
172
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση και απόσβεση συμπίεσης
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
17 x 4.25
Ελαστικό:
150/70-17
ΦΡΕΝΟ
Ένας πλευστός δίσκος 260mm με διπίστονη δαγκάνα και ABS
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακό κοντέρ, θερμοκρασία νερού, στάθμη βενζίνης, ρολόι, έναν ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές και την ένδειξη σχέσης
 
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
145/50
Ρυθμίσεις:
Καμία
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
19 x 3.00
Ελαστικό:
110/80-19
ΦΡΕΝΟ
Δύο πλευστοί δίσκοι 320mm με διπίστονες δαγκάνες και ABS
 
 
 
 
 
 
 
 

 

 

Δοκιμή BMW F750 GS: Όταν έγινε αλλαγή πορείας

Μεγάλωσε και σοβάρεψε
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

27/12/2021

Το 2018 η BMW παρουσίασε την εντελώς νέα γενιά των δικύλινδρων εν σειρά GS, ακολουθώντας την ίδια λογική ως προς τον τρόπο ονομασίας τους, δηλαδή όλες οι εκδόσεις έχουν τον ίδια κυβισμό στα 853cc αλλά το 750 είναι εκείνη με την πιο ήπια ρύθμιση απόδοσης του κινητήρα και τον πιο ασφάλτινο χαρακτήρα. Όμως ως συνολική φιλοσοφία σχεδιασμού, η νέα γενιά των “μεσαίων” GS άλλαξε ριζικά και αυτή την ριζική αλλαγή αποκρυπτογραφούμε στη δοκιμή του τεύχους 585 του περιοδικού ΜΟΤΟ που αναδημοσιεύουμε εδώ:  

 

BMW F750 GS - Μεγάλωσε και σοβάρεψε

Με την ολοκληρωτικά ανασχεδιασμένη νέα γενιά της σειράς F, η 750GS μεγάλωσε σε μέγεθος και σοβάρεψε σε χαρακτήρα, απευθυνόμενη πλέον σε ένα διαφορετικό κοινό από την προκάτοχό της

 

Η δοκιμή της νέα F750GS επί ελληνικού εδάφους και η συμβίωση μαζί της για δέκα ημέρες, επιφύλασσε μερικές εκπλήξεις για εμάς, παρά το γεγονός ότι είχαμε πάρει μια χορταστική πρώτη γεύση από την παρουσίασή της στο εξωτερικό. Αυτό βέβαια δεν είναι κάτι παράξενο, αφού η πολυήμερη συμβίωση με μια μοτοσυκλέτα στα πάτρια εδάφη, σε βοηθάει να δεις πράγματα που είναι δύσκολο να ανακαλύψεις σε μια μόνο ημέρα στους δρόμους μια ξένης χώρας. Οπότε όσο σημαντικό είναι να βρεθείς σε μια διεθνή δημοσιογραφική παρουσίαση και να μιλήσεις με τους ανθρώπους που σχεδίασαν την μοτοσυκλέτα, άλλο τόσο σημαντικό είναι να ζήσεις μαζί της στους δρόμους της Ελλάδας. Κι αυτό ακριβώς κάναμε με την νέα F750GS, που έρχεται να αντικαταστήσει την F700GS, μια από τις αγαπημένες μας all around μοτοσυκλέτες της ελληνικής αγοράς.

Όπως συνέβαινε και με την προκάτοχό της, ο πραγματικός κυβισμός της F750GS δεν ταυτίζεται με αυτόν που γράφει το αυτοκόλλητο στο φαίρινγκ της. Οπότε και εδώ έχουμε τον ολοκαίνουριο δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα του F850GS με τα 853 κυβικά, μόνο που στην F 750 GS η BMW έχει αλλάξει την χαρτογράφηση της ηλεκτρονικής, περιορίζοντας την μέγιστη ιπποδύναμη στους 77 ονομαστικούς ίππους στις 7.500 στροφές. Τα μηχανικά μέρη είναι απολύτως ίδια με της F850GS και θεωρητικά θα μπορούσες να τον κάνεις να βγάλει 95 ίππους με απλή αλλαγή της χαρτογράφησης, αλλά η BMW έχει “τριπλοκλειδώσει” τα ηλεκτρονικά της F750GS για να μην είναι εύκολο να το κάνεις, ούτε αν αντικαταστήσεις την ηλεκτρονική. Αν ρίξετε μια ματιά στην καμπύλη της δυναμομέτρησης, φαίνεται ξεκάθαρα σε ποιο σημείο ο κινητήρας συνεχίζει να ανεβάζει στροφές χωρίς να παράγει επιπλέον δύναμη λόγω χαρτογράφησης.

Το παράξενο της υπόθεσης είναι ότι ο νέος και μεγαλύτερου κυβισμού κινητήρας βγάζει την ίδια ροπή με τον παλιό και μάλιστα σε πολύ υψηλότερο φάσμα στροφών. Δεδομένου ότι και ο παλιός κινητήρας ήταν προδιαγραφών Euro4, μας δημιουργεί απορία που η BMW επέλεξε να περιορίσει την απόδοση του καινούριου στα ίδια επίπεδα με τον προηγούμενο. Όμως εδώ σταματά και οποιαδήποτε άλλη ομοιότητα της F750GS με την παλιά F700GS. Ο ήχος του νέου κινητήρα είναι ο συμβατικός που έχουν όλοι οι δικύλινδροι με στρόφαλο 270⁰ και θυμίζει V2. Οπότε δεν έχουμε πια έναν δικύλινδρο σε σειρά που ακούγεται σαν boxer. Παρά τις αυστηρές προδιαγραφές Euro4, οι Γερμανοί έχουν κάνει φιλότιμη προσπάθεια να δώσουν λίγο χρώμα στη χροιά του νέου κινητήρα και πράγματι η εξάτμιση μπουμπουνίζει λίγο παραπάνω όταν κλείνεις το γκάζι απότομα και όταν αλλάζεις ταχύτητες πάνω/κάτω με το quick shifter.

Η νέα F750GS έχει “φουσκώσει” το σώμα της προς όλες τις διαστάσεις και αυτό φαίνεται με την πρώτη ματιά. Μόλις τη δεις από κοντά, θα καταλάβεις αμέσως γιατί στη ζυγαριά μας ήταν 17,5 κιλά πιο βαριά από την F700GS και μόλις την καβαλήσεις θα καταλάβεις αμέσως ότι τα πάντα έχουν αλλάξει πάνω της. Η σέλα έχει διαφορετικό σχήμα εμπρός, έχει ψηλώσει και έχει γεμίσει με ποιοτικό αφρώδες υλικό. Έτσι το βασικό εργονομικό μειονέκτημα του παλιού F700GS, όπου η σέλα έκανε γωνία στις άκρες και σε ενοχλούσε όποτε κατέβαζες τα πόδια στο έδαφος, δεν υπάρχει πια. Εξακολουθείς να πατάς με σιγουριά στο έδαφος, ακόμα κι αν είσαι κοντός, όμως στην F750GS αισθάνεσαι ότι κάθεσαι πιο πάνω και πιο μπροστά στη μοτοσυκλέτα.

Η συνολική εργονομία της θέσης οδήγησης είναι σαφώς πιο φιλική για τους μεγαλόσωμους αναβάτες, προσφέροντας περισσότερο χώρο για τα πόδια όταν τα έχεις πάνω στα μαρσπιέ. Από την άλλη μεριά όμως, το επιπλέον βάρος και ο επιπλέον όγκος αφαιρούν από το νέο F750GS το βασικό πλεονέκτημα που είχε το παλιό F700GS έναντι των ανταγωνιστών του, δηλαδή την φιλικότητα προς τους μικρόσωμους αναβάτες. Σε βάρος, μέγεθος και αίσθηση χειρισμών είναι πλέον πολύ κοντά στο Triumph Tiger 800 XR, κάτι που προφανώς ήταν συνειδητή επιλογή της BMW. Θα μας λείψει ο φιλικός χαρακτήρας του F700GS, αλλά αφού ο κόσμος θέλει να παίρνει όσο μεγαλύτερη (άρα και βαρύτερη… ) μοτοσυκλέτα γίνεται για τα λεφτά που δίνει, κατανοούμε την αλλαγή κατεύθυνσης της BMW, έστω κι αν διαφωνούμε με την επιλογή αυτή.

Σαν να έχεις το Adventure

Όσο περισσότερο οδηγούσαμε την F750GS, τόσο περισσότερο αρχίζαμε να πιστεύουμε ότι στόχος της BMW σε αυτό το νέο μοντέλο ήταν να δώσει στους ιδιοκτήτες της ένα είδος προλόγου ή αν θέλετε μια πρόγευση για το πώς περίπου είναι να ζεις με ένα R1200GS Adventure. Αντί δηλαδή να φτιάξει μια μοτοσυκλέτα που να είναι οδηγικά προσιτή στους νέους αναβάτες, έφτιαξε μια μοτοσυκλέτα που είναι οικονομικά προσιτή στους νέους… πελάτες. Σε αυτόν τον τομέα πραγματικά τα κατάφεραν θαυμάσια, αφού το F750GS είναι η πιο φτηνή μοτοσυκλέτα που μπορεί να εξοπλιστεί με όλα τα αξεσουάρ άνεσης που έχουν οι μεγάλες boxer και εξακύλινδρες BMW των €25.000. Ημιενεργητική ανάρτηση πίσω, αυτόματα full LED φώτα με ρυθμιζόμενη χρονοκαθυστέρηση, τεράστια TFT έγχρωμη οθόνη με Bluetooth και πλήρη συμβατότητα με το σύστημα Connectivity, cruise control, θερμαινόμενα γκριπ, θερμαινόμενη σέλα, quick shifter up/down, αισθητήρα πίεσης ελαστικών, σύστημα keyless και… της Παναγιάς τα μάτια.

Όλα αυτά βέβαια είναι έξτρα εξοπλισμός και ανεβάζουν την τελική τιμή του F750GS στο επίπεδο ενός Ducati Multistrada 950 ή ενός Honda Africa Twin, αλλά μόλις ζήσεις και τα χρησιμοποιήσεις δυο-τρεις μέρες, μετά δεν κοιτάς άλλη μοτοσυκλέτα που δεν τα έχει. Το μυστικό με τον εξοπλισμό άνεσης της BMW είναι η ευκολία και η αμεσότητα που μπορείς να τον χρησιμοποιείς και να τον χειρίζεσαι, αλλά κυρίως η πληρότητά του. Θα βρεις και σε άλλες μοτοσυκλέτες κάποια από αυτά τα στοιχεία εξοπλισμού, αλλά μέχρι στιγμής μόνο η BMW έχει καταφέρει να τα σχεδιάσει με τέτοιο τρόπο που να είναι χρήσιμα στην καθημερινότητά σου και όχι απλά για να γεμίζουν τις σελίδες των press kit ή με κουμπάκια τα χειριστήρια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η οθόνη TFT των οργάνων που μόνο η BMW έχει βάλει γυαλί με επίστρωση antireflective και έτσι δεν υπάρχουν καθόλου αντανακλάσεις, όπως κι αν πέφτει ο ήλιος πάνω τους. Επίσης το περιστροφικό joystick κάνει πανεύκολη την πλοήγηση μέσα στα μενού, ενώ για τις άμεσες ρυθμίσεις εν κινήσει υπάρχουν ξεχωριστά κουμπιά για το ABS, την πίσω ανάρτηση, τα θερμαινόμενα γκριπ και την σέλα. Μέσα σε λίγα λεπτά έχεις μάθει να ρυθμίζεις τα πάντα, χωρίς να χρειάζεται να αποστηθίσεις στο μυαλό σου 500 σελίδες οδηγιών χρήσης και κυρίως χωρίς να σου αποσπάται η προσοχή από την οδήγηση όταν παίζεις με τα κουμπάκια. Οπότε με τα €14.115 που κοστίζει η F750GS αυτού του τεστ, έχεις ακριβώς τον ίδιο εξοπλισμό άνεσης, πολυτέλειας και τεχνολογίας με την R 1200 GS Adventure που είχαμε στο mega test και κόστιζε €24.717.

Όχι ακριβώς η ίδια, αλλά παρόμοια και πολύ κοντά σε αίσθηση είναι η οδήγηση της F 750 GS στην άσφαλτο. Η BMW πάντα έχει μια τάση να το παρακάνει στο τομέα της σταθερότητας (ειδικά στα μοντέλα που έχουν συμβατικό πιρούνι αντί για Telelever), όμως στην περίπτωση του νέου F750GS έχει κάνει πραγματικό overkill στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του πλαισίου. Το ίχνος έχει φτάσει στα 104,5mm από 93mm και η γωνία κάστερ έγινε 27⁰ από 26⁰. Μαζί με το μακρύ μεταξόνιο των 1559mm, την προσθήκη σταμπιλιζατέρ και τα επιπλέον 17,5 κιλά να την πιέζουν στο έδαφος, η F750GS είναι βράχος στις ευθείες και πρακτικά αδύνατον για οποιονδήποτε εξωγενή παράγοντα να της αλλάξει πορεία.

Επίτηδες έβαλα το cruise control στα 140km/h, έβγαλα τελείως τα χέρια από το τιμόνι στην εθνική και παρά τους ισχυρούς πλάγιους ανέμους, η F750GS δεν μετατοπίστηκε ούτε χιλιοστό. Έκανα πάνω από δύο χιλιόμετρα χωρίς να χρειαστεί να αγγίξω το τιμόνι! Προσθέστε στη συνολικά ακραία αργή γεωμετρία και την σταθερότητα που προσφέρει η πίσω ημιενεργητική ανάρτηση όταν πέφτεις σε λακκούβες και θα καταλάβεις γιατί η F750GS είναι τρένο πάνω σε ράγες όταν ταξιδεύει στην εθνική, ανεξάρτητα από τις συνθήκες. Οπότε έχεις τον ίδιο εξοπλισμό άνεσης και πολυτέλειας με την R1200GS, τους ίδιους χώρους για δύο άτομα και το ίδιο επίπεδο σταθερότητας και ασφάλειας στο ταξίδι, έχοντας πληρώσει €10.000 λιγότερα. Πραγματική ευκαιρία δηλαδή. Μόνο που με την F750GS το τίμημα αυτής της σταθερότητας δεν το πληρώνεις με χρήματα.

 

Η πίσω πλευρά του φεγγαριού

Δυστυχώς η BMW δεν βρήκε κάποια μαγική συνταγή, ώστε να εξαφανίσει τα μειονεκτήματα της αργής γεωμετρίας και του επιπλέον βάρους. Η F750GS είναι σαφώς πιο δυσκίνητη στις χαμηλές ταχύτητες της πόλης και το τιμόνι είναι μονίμως βαρύ στα χέρια σου. Ειδικά όταν κάνεις ελιγμούς στις πολύ χαμηλές ταχύτητες (π.χ. ανάμεσα σε ακινητοποιημένα αυτοκίνητα) νοιώθεις το σταμπιλιζατέρ και την μεγάλη γωνία κάστερ να “φρενάρουν” το τιμόνι να αλλάξει γρήγορα κατεύθυνση. Για να μην τα δραματοποιούμε τα πράγματα, στην άσφαλτο δεν έχεις πρόβλημα ουσίας από αυτή τη συμπεριφορά και σε κάποιους από εσάς πιθανόν να αρέσει αυτή η αίσθηση “μεγάλου κυβισμού” μοτοσυκλέτας που απέκτησε η F750GS και έλειπε από την προηγούμενη F700GS. Μάλιστα στα στροφιλίκια, η F 750 GS έχει σαφέστατα πιο σπορ συμπεριφορά από πριν και κρατά υψηλότερο ρυθμό. Μπορείς να το οδηγήσεις επιθετικά ορμώντας στις στροφές και σου δημιουργεί αίσθηση εμπιστοσύνης, ακόμα και σε δρόμους που γλιστράνε.

Εκεί που η F750GS μας απογοήτευσε πραγματικά ήταν στο χώμα. Σε καμία περίπτωση δεν είχαμε την απαίτηση από την F 750 GS να είναι οδοστρωτήρας σαν το R 1200 GS, ούτε πιστεύουμε ότι η οδήγηση στο χώμα θα έπρεπε να είναι η μεγάλη προτεραιότητα της BMW. Άλλωστε γι' αυτό στο mega test πήραμε την F850GS και όχι την F750GS.

Όμως η δυνατότητα να μπορεί ο ιδιοκτήτης της να διασχίσει ευχάριστα μερικά χιλιόμετρα χωματόδρομου στις καλοκαιρινές διακοπές του, θεωρούμε ότι είναι βασική προϋπόθεση για μια μοτοσυκλέτα που έχει τα γράμματα GS στο ρεζερβουάρ της. Δυστυχώς όμως η F750GS είναι κακή για βόλτες στο χώμα. Το τιμόνι τραβάει είτε δεξιά είτε αριστερά, όποτε ο εμπρός τροχός συναντηθεί με κάποια πέτρα, λούκι κ.τ.λ. και εσύ πρέπει να έχεις σφιγμένα τα χέρια σου πάνω του για να το επαναφέρεις στον ίσιο δρόμο. Αν πάρεις φόρα και οδηγάς όρθιος στα μαρσπιέ σαν να σε κυνηγάνε τσοπανόσκυλα να σε φάνε ζωντανό, συμπεριφέρεται με τιμιότητα, είναι προβλέψιμη στις αντιδράσεις της και γενικά είναι όσο καλή μπορεί να είναι μια on-off που ζυγίζει 240 κιλά. Όμως για αυτή τη δουλειά υπάρχει η F850GS, σωστά; Από την F750GS θέλαμε να σου δίνει το θάρρος να μπεις στο χωματόδρομο με την κοπελιά σου στην πίσω σέλα και να εξερευνήσεις όλο το νησί. Αντί όμως να σε χαλαρώνει, κάνει ακριβώς το αντίθετο και σε κρατάει στην τσίτα χωρίς να υπάρχει λόγος. Ποιο είναι το τελικό συμπέρασμα απ’ όλα αυτά; Μα φυσικά ότι η νέα F750GS θα έχει σίγουρα καλύτερη εμπορική πορεία από τον προκάτοχό της!

Έχει πάνω της όλα όσα έκαναν την μεγάλη R1200GS best seller στα mega on-off και κοστίζει σχεδόν τα μισά λεφτά. Μεγάλωσε και βάρυνε, αλλά όπως λένε και οι αμερικάνοι "Bigger is Better".

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           

Αντιπρόσωπος:

BMW Hellas

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

2.255

Ύψος (mm):

1.225

Μεταξόνιο (mm):

1.559

Απόσταση από το έδαφος (mm):

-

Ύψος σέλας (mm):

770/790/815/830 (ανάλογα την επιλογή σέλας και αναρτήσεων)

Ίχνος (mm):

104,5

Γωνία κάστερ (˚):

27

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

660

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

550

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

910

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

550

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

237,5kg (χωρίς καύσιμο: 226kg)

Πίσω

49,9%

Εμπρός

50,1%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

+4,9

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο, χυτό με τον κινητήρα ενεργό τμήμα

Πλάτος (mm):

922

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/224

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Δικύλινδρος εν σειρά, με 2 ΕΕΚ και 4 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

84 x 77

Χωρητικότητα (cc):

853

Σχέση συμπίεσης:

12,7:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

77/7.500

Ροπή (kg.m/rpm):

8,5/6.000

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

90,2

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός ride by wire

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός πολύδισκος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια/ 1,821

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα/2,588

 

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

 

Αλλαγή λαδιού (km):

 

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

 

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

2,26

15,8

0-100

5,41

78,6

0-150

10,03

252,7

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

14,6

165,76

0-1.000

26,7

187,89

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

4,9

146,0

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

3,89/62

5,89/91

6,7/105,9

80-120

3,69/93

5,7/152

5,9/156

120-160

5,1/163

6,4/153

7,2/265

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,42

50,9

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

2,9

Πραγματικά

3,41

3,58

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μονό αμορτισέρ Sachs (ZF)

Διαδρομή (mm):

157 (προαιρετικά 131mm)

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου (προαιρετικά ημί ενεργητική)

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

4,25 x 17

Ελαστικό:

150/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Μονός δίσκος Brembo 265mm και ρυθμιζόμενο cornering ABS Bosch

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Ταχύμετρο, στροφόμετρο, trip master, cornering ABS, traction control. Προαιρετικά: έγχρωμη οθόνη TFT, Connectivity, ημί ενεργητικό αμορτισέρ πίσω, led φώτα με αισθητήρα, key less

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

177 (Προαιρετικά 155) / 41

Ρυθμίσεις:

Καμία

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 / 19

Ελαστικό:

120/70-19

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι Brembo 305mm με cornering ABS Bosch

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

66,2/8.800

Ροπή (kg.m/rpm):

6,45/7.100

 

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

5,3

Ελάχιστη

4,9

Μέγιστη

8

Αυτονομία (km):

283

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

56

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

15/3