Σύντομη δοκιμή: Harley Davidson Forty Eight

Ατίθασα νιάτα
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

10/7/2018

Αν είσαι άνω των εικοσιπέντε χρονών και ακόμα σου διαλέγει τα ρούχα η μανούλα σου, τότε έχεις κάνει κλικ σε λάθος post, διότι αυτό το κείμενο αφορά νέους ανθρώπους που γράφουν μόνοι τους το βιβλίο της προσωπικής ζωής τους και αναζητούν μια μοτοσυκλέτα που έχει φτιαχτεί για τα ατίθασα νιάτα

Δύο τεράστιοι αερόψυκτοι κύλινδροι με πάνω από 1200 κυβικά, χοντρό ατσάλι παντού συνολικού βάρους άνω των 250 κιλών, σκληρές αναρτήσεις με μικρή διαδρομή, πόδια τεντωμένα, χέρια τεντωμένα και μία λεπτή σέλα που ίσα-ίσα αποτρέπει το σώμα σου να έρθει σε άμεση επαφή με το πλαίσιο. Αυτή είναι μια ακριβής περιγραφή για το Harley Davidson Forty Eight από κάποιον που δεν αποδέχεται τίποτα διαφορετικό πέραν των προσωπικών πεποιθήσεών του. Σε κανέναν μας δεν αρέσει να του φτύνουν στα μούτρα τον μικρόκοσμο που έχουμε κτίσει για να νιώθουμε μέσα του ασφαλείς και η Harley με το Forty Eight κάνει ακριβώς αυτό. Πρόκειται για μια μοτοσυκλέτα που προορίζεται κυρίως για αστική χρήση, αλλά όλα τα βασικά χαρακτηριστικά της είναι αντίθετα με εκείνα που έχουμε στο μυαλό μας ως απόλυτες προτεραιότητες για αυτή την κατηγορία.

H αντισυμβατική και ανατρεπτική προσέγγιση είναι αυτό που κάνει το Forty Eight τόσο ξεχωριστό και εν τέλει τόσο… υπέροχο!

Άκου, μύρισε, νοιώσε

Ζούμε πλέον σε έναν ψηφιακό κόσμο, περιτριγυρισμένοι από οθόνες αφής, ασύρματα ακουστικά, τηλεχειριστήρια και κλιματιστικά. Αν πέσει το internet ή κοπεί το ρεύμα, χάνουμε την επαφή μας με τον υπόλοιπο κόσμο, κρυώνουμε, ζεσταινόμαστε και μας πιάνει πανικός και δυσφορία. Ούτε ένα λεπτό δεν μπορούμε να ζήσουμε έξω από αυτό το απόλυτο virtual reality.

Το Forty Eight σου συνθλίβει αυτόν τον digital κόσμο από το πρώτο λεπτό που θα κάτσεις στη σέλα του. Εδώ δεν χαϊδεύεις επίπεδες οθόνες με το δάκτυλο, αλλά θα πρέπει να δραστηριοποιήσεις τους μυς σου που έχουν ατροφήσει από το πολύ καθισιό. Εδώ δεν ακούς ψεύτικους ήχους, σχεδιασμένους σε υπολογιστή από έναν πιτσιρικά στη Silicon Valley με σπυράκια ακμής σε όλο το πρόσωπο.   Ούτε “μπλινκ”, ούτε “ντινκ”, “τινκ”…

Στο Forty Eight ακούς τον πραγματικό ήχο που κάνει ένα κομμάτι ατσάλι όταν χτυπάει με δύναμη ένα άλλο κομμάτι ατσάλι κάθε φορά που αλλάζεις ταχύτητα. Στο Forty Eight η έκρηξη της βενζίνης στον θάλαμο καύσης των κυλίνδρων παράγει ωστικό κύμα που εκτονώνεται μέσα στο δικό σου σώμα.

Θυμηθείτε: Αποκλειστικά στην Κροατία: Original Flat Track μαθήματα με H-D! Με δάσκαλο τον Ruben Xaus!

Στο Forty Eight οι αναρτήσεις δεν σε αποκόπτουν από την επιφάνεια της γης, αλλά σε συνδέουν με αυτή. Με λίγα λόγια, πάνω στη σέλα του Forty Eight θα επαναδραστηριοποιήσεις όλες τις αισθήσεις που σου έχει αδρανοποιήσει ο σύγχρονος τρόπος ζωής των μεγαλουπόλεων. Γι΄αυτό σε συναρπάζει η οδήγησή του από το πρώτο μέτρο. Διαδρομές που κάνεις κάθε μέρα αποκτούν διαφορετική μορφή όταν οδηγάς το Forty Eight. Στην πρόσφατη δημοσιογραφική παρουσίαση της Harley Davidson στην Κροατία είχαμε οδηγήσει τα Iron 1200 και Forty Eight Special, όπου το μεν πρώτο είχε μια χαλαρωτική θέση οδήγησης και λάτρευε τις ήρεμες βόλτες μέσα στην πόλη, ενώ το δεύτερο ήταν σαφώς πιο σκληρό και άμεσο στις εντολές που του έδινες, προκαλώντας μια ατμόσφαιρα αλητείας. Τα ίδια συναισθήματα σου προκαλεί και η οδήγηση του “απλού” Forty Eight, κάτι αναμενόμενο αφού η μόνη διαφορά σε σχέση με το Special είναι στα χρώματα του ρεζερβουάρ, στον μαύρο κινητήρα και στο χαμηλότερο τιμόνι. Όμως αυτό το χαμηλό τιμόνι του Forty Eight είναι που τονίζει ακόμα περισσότερο την νεανική πλευρά του.

Το πάνω μέρος του σώματός σου έχει μεγαλύτερη κλίση προς τα εμπρός, κάτι που σε προδιαθέτει να ανοίξεις το γκάζι περισσότερο. Παρά το βάρος και τα αργά γεωμετρικά χαρακτηριστικά του πλαισίου, το Forty Eight είναι αναπάντεχα πολύ ευέλικτο μέσα στην κίνηση της πόλης, κυρίως χάρη στο μικρό του πλάτος και το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού. Αν πραγματικά το θέλεις, μπορείς πολύ εύκολα να κυνηγάς από πίσω τους ντελιβεράδες με τα παπιά και να σπας πλάκα με τα γουρλωμένα μάτια τους και την γεμάτη απορία φάτσα τους όταν σταματάτε δίπλα-δίπλα στο φανάρι. Ένα βασικό στοιχείο της εντυπωσιακής ικανότητας του Forty Eight να κινείται με τόση άνεση ανάμεσα από τα αυτοκίνητα, είναι και οι καθρέπτες του. Η Harley τους έχει τοποθετήσει κάτω από το τιμόνι. Έτσι το συνολικό πλάτος του τιμονιού είναι όσο ενός παπιού και ταυτόχρονα δεν εξέχουν οι καθρέπτες, οπότε δεν συναντιούνται ποτέ με εκείνους των αυτοκινήτων.

Συνήθως οι καθρέπτες που δεν έχουν μεγάλα μπράτσα σπάνια προσφέρουν καλή ορατότητα προς τα πίσω, όμως οι καθρέπτες του Forty Eight έχουν μακράν το μεγαλύτερο φάσμα κάλυψης και βλέπεις τα πάντα πίσω σου!

Wild boys

Το Forty Eight είναι ξεκάθαρα μια μοτοσυκλέτα που ανήκει στην κατηγορία Love it or hate it. Η εμφάνιση Bobber με τα χοντρά ελαστικά το διαφοροποιούν εμφανισιακά από τα υπόλοιπα Sportster, όμως η πραγματική διαφορά του δεν είναι μόνο στο στιλ. Το Iron 1200 με την χαλαρωτική προσωπικότητά του είναι πιο κοντά σε αυτό που φαντάζεται ο περισσότερος κόσμος ότι είναι μια μοτοσυκλέτα της Harley.

Το Roadster 1200 έχει μια ευρωπαϊκή αύρα μέσα του και με τα μεγάλα περιθώρια κλίσης, του αρέσει να το πηγαίνεις τακτικά σε ορεινά στροφιλίκια. Οι δύο εκδόσεις του Forty Eight όμως είναι τα “άγρια παιδιά” της οικογένειας και τους αρέσει να αμφισβητούν τα πάντα, ακόμα και την παραδοσιακή εικόνα της ίδιας της Harley Davidson. Ως εκ τούτου, το Forty Eight είναι η τέλεια μοτοσυκλέτα για όσους αρνούνται να παραδώσουν ολοκληρωτικά την ψυχή και το σώμα τους στην virtual ηλεκτρονική εποχή. Για όλους τους υπόλοιπους, αυτή η μοτοσυκλέτα είναι ένας ενοχλητικός παρείσακτος σκύλος, που τους κατουράει κάθε πρωί τον φράκτη του προσωπικού τους comfort zone.  

Αντιπρόσωπος: Harley Davidson Athena

 

Το Forty Eight Special έχει πιο ψηλό τιμόνι και ειδικά χρώματα στο ρεζερβουάρ

Οδηγούμε τα νέα ελαστικά Bridgestone T32/GT

Άμεση "σύνδεση" με το δρόμο!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/5/2021

Τα Bridgestone Τ31 είναι από τα πιο επιτυχημένα και πιο ολοκληρωμένα sport touring ελαστικά της αγοράς, γι' αυτό και το επόμενο βήμα της εξέλιξής τους ήταν ένα πολύ δύσκολο και απαιτητικό καθήκον. Έχουμε ξαναπεί ότι το να ανεβάσεις επίπεδο σε κάτι που ήδη έχει τον πήχυ ψηλά, είναι πολύ πιο δύσκολο από το να εξελίξεις μια μετριότητα σε κάτι εξαιρετικό. Με τα Τ31 είχαμε γράψει χιλιάδες χιλιόμετρα και γνωρίζαμε από πρώτο χέρι ότι αποτελούν ένα σημείο αναφοράς για την συγκεκριμένη κατηγορία. Αυτομάτως, λοιπόν, οι προσδοκίες για την διάδοχη κατάσταση, τα ολοκαίνουργια Τ32 και T32 GT, έβαλαν με το "καλημέρα" δύσκολα στους ανθρώπους της Bridgestone.

Η αποδοχή αυτής της πρόκλησης όμως, έγινε με τον πιο πειστικό τρόπο. Ο μοναδικός τρόπος για να επιβεβαιωθεί στην πράξη το αν πέτυχαν τον υψηλό στόχο που οι ίδιοι είχαν θέσει, ήταν η απόδειξη στην πράξη, στο πεδίο των πραγματικών συνθηκών. Γι' αυτό και η παρουσίαση των νέων Τ32 ήταν ένα εντελώς ιδιαίτερο και ξεχωριστό event που μετά από… 3.000 χιλιόμετρα, δύο εβδομάδες και την διάσχιση μιας ολόκληρης χώρας, δεν άφησε κανένα ερώτημα ή απορία αναπάντητη.

Πιο συγκεκριμένα, η Bridgestone οργάνωσε ένα κανονικό road trip με την μορφή… σκυταλοδρομίας, με το κάθε γκρουπ των δημοσιογράφων να οδηγεί διαδοχικά τις μοτοσυκλέτες από εκεί που σταμάτησε το προηγούμενο. Το όλο ταξίδι ξεκίνησε από την Κατάνια της Σικελίας και τερμάτισε λίγο έξω από την Φλωρεντία, με το δικό μας γκρουπ να είναι αυτό που θα οδηγούσε τις μοτοσυκλέτες στον τερματισμό, έχοντας οδηγήσει πάνω από 800 χιλιόμετρα από την Ρώμη που παραλάβαμε τις μοτοσυκλέτες, μέχρι την Τοσκάνη, όπως θα διαβάσετε αναλυτικά στην παρουσίαση που θα φιλοξενηθεί στο τεύχος Ιουλίου του ΜΟΤΟ.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με το τι καινούργιο ή διαφορετικό φέρνει το Τ32 σε σχέση με τον προκάτοχό του. Η πρώτη διαφορά είναι κάτι που φαίνεται με το μάτι και αφορά φυσικά τη νέα χάραξη στο πέλμα που οι άνθρωποι της Bridgestone ονομάζουν "Pulse Groove" η οποία έχει ως στόχο τον κύριο άξονα της εξέλιξης: την βελτίωση της συμπεριφορά στο βρεγμένο. Επιπλέον, έχει αλλάξει το σχήμα του πίσω ελαστικού, ενώ έχει αυξηθεί η επιφάνεια επαφής με την άσφαλτο και έχει γίνει ξεχωριστή μελέτη για την τοποθέτηση των αυλακώσεων έτσι ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις δυνάμεις που ασκούνται στο ελαστικό. Το "Pulse Groove" αποτυπώνει λεκτικά το κυματοειδές σχήμα των αυλακώσεων, το οποίο εκμεταλλεύεται τους φυσικούς νόμους για την ροή των υγρών, έτσι ώστε να επιταχύνει την απομάκρυνση του νερού.

Επιπλέον μέσα στις αυλακώσεις υπάρχει μικρά εξογκώματα που λειτουργούν επίσης υπέρ της αύξησης της ταχύτητας της ροής, ενώ χάρη σ' αυτή την χάραξη έχει αυξηθεί κατά 3% μπροστά και κατά 6% πίσω η επιφάνεια των αυλακώσεων. Βάσει των εργαστηριακών μετρήσεων και των δοκιμών του εργοστασίου επιτυγχάνεται τοπ εντυπωσιακό νούμερο της μείωσης κατά 7% της απόστασης φρεναρίσματος στο βρεγμένο οδόστρωμα, σε σχέση με το Τ31, ενώ ταυτόχρονα το πίσω ελαστικό αρχίζει να γλιστράει πιο αργά και σε μικρότερη αναλογία. Το ιδιαίτερο όμως όλης αυτής της κατασκευής που έρχεται και σε αντίθεση με αυτό που προδιαθέτουν τα δεδομένα, είναι ότι αυξήθηκε η επιφάνεια επαφής κατά 13% στο πίσω ελαστικό παρά την μεγαλύτερη αναλογία των αυλακώσεων.

Φυσικά, τα Τ32 διαθέτουν την τεχνολογία 3LC για την γόμα του πίσω ελαστικού, με διαφορετική σύνθεση για τα πλαϊνά τμήματα που επεκτείνεται και στο κάτω τμήμα των πλαϊνών τμημάτων και διαφορετική για το πάνω μέρος στο κέντρο του πέλματος, ενώ στο μπροστινό η σύνθεση της γόμας είναι ενιαία. Ο σκελετός τόσο μπροστά όσο και πίσω είναι κατασκευασμένος με τεχνολογία MS-Belt, είναι δηλαδή μονοσπιράλ με το ατσάλινο "κορδόνι" να διαθέτει ανεξάρτητη ελαστική γέμιση, έτσι ώστε να μεταφέρεται ομοιόμορφα η θερμοκρασία που αναπτύσσεται σε όλη την επιφάνεια του ελαστικού, ενώ αποτρέπεται και το φαινόμενο της οξείδωσης. Ταυτόχρονα όμως επιτρέπει την ελεγχόμενη παραμόρφωση του ελαστικού, έτσι ώστε να μεταφέρεται με ακρίβεια η πληροφορία στον αναβάτη για το επίπεδο πρόσφυσης. Η σύνθεση της γόμας είναι πλούσια σε πυρίτιο χάρη στην τεχνολογία "Silica Rich Ex" και "Silica Rich", επιτυγχάνοντας έτσι καλύτερη απόδοση στο βρεγμένο. Αντίστοιχα είναι και τα χαρακτηριστικά για την έκδοση GT των Τ32 η οποία προορίζεται για μοτοσυκλέτες με μεγαλύτερο βάρος, με μικρότερη όμως αναλογία στις αυλακώσεις της χάραξης και κατά συνέπεια μικρότερη απόκλιση σε όλα τα επίπεδα απόδοσης από το αντίστοιχο Τ31 GT.

Κι αν όλα αυτά στα χαρτιά και την θεωρία δείχνουν πολλά υποσχόμενα, τα 800 χιλιόμετρα που διανύσαμε με πολλές και διαφορετικές μοτοσυκλέτες, σε όλα τα είδη των δρόμων, από autostrada και γρήγορους επαρχιακούς, μέχρι φιδωτά στενά ορεινά δρομάκια, αλλά και σε όλες τις συνθήκες (καθώς η δεύτερη μέρα οδήγησης ήταν σχεδόν εξ ολοκλήρου υπό βροχή) επιβεβαίωσαν πως η απόσταση από την θεωρία στην πράξη είναι… μισή γκαζιά δρόμος!

Για να μην σας κουράσουμε με αναλύσεις και πιο εξειδικευμένη κριτική πάνω σε κάθε συνθήκη ξεχωριστά, όπως θα μπορέσετε να διαβάσετε στο άρθρο της παρουσίασης στο τεύχος Ιουλίου, θα σας πούμε αυτό που έχει ίσως την μεγαλύτερη βαρύτητα επί του πρακτέου. Με τα Bridgestone Τ32 μαθαίνεις να οδηγείς με εμπιστοσύνη, που ως γνωστόν αυτό είναι κάτι που αποκτάται πάρα πολύ δύσκολα και εξανεμίζεται πάρα πολύ εύκολα. Ειδικά στην βρεγμένη άσφαλτο, η συμπεριφορά του ελαστικού ήταν πραγματικά μια ανεκτίμητη εμπειρία, ενώ αυτό που επίσης μας εντυπωσίασε από τα πρώτα κιόλας χιλιόμετρα στο στεγνό, ήταν –πέρα από το πόσο γρήγορα έρχεται σε θερμοκρασία λειτουργίας για τα δεδομένα της Bridgestone- και το πόσο μεγάλο ποσοστό πληροφόρησης παρέχεται στον αναβάτη από το μπροστινό. Είναι ένα λάστιχο που "μιλάς" μαζί του και –το κυριότερο- μπορείς να βασιστείς σε αυτά που σου "λέει". Με τα συγκεκριμένα ελαστικά, το σίγουρο είναι ότι μένεις πάντα… "διασυνδεδεμένος" με το δρόμο!

Ετικέτες