Σύντομη δοκιμή: SYM VF185 - Δυναμομέτρηση του 6ταχυτου παπιού!

Πρώτη δυναμομέτρηση και μετρήσεις επιδόσεων!
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

8/2/2019

Όπως όλοι οι υπόλοιποι Έλληνες δημοσιογράφοι, έτσι κι εμείς είχαμε στα χέρια μας το νέο υπερπαπί  της SYM για περίπου μία ώρα. Φυσικά σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα δεν μπορείς να κάνεις σοβαρό και αναλυτικό τεστ. Ολοκληρωμένο  τεστ επιπέδου ΜΟΤΟ θα δημοσιεύσουμε, αφού πρώτα ζήσουμε μαζί του για μία εβδομάδα και κάψουμε πολλά-πολλά ρεζερβουάρ βενζίνης. Θεωρούμε πως δεν χρειάζεται να αναλύσουμε για ποιο λόγο δεν θα πρέπει κανείς να δημοσιεύει απόψεις μετά από μία σύντομη βόλτα, παρόλο που εκεί έξω υπάρχουν θεωρείες που βασίστηκαν σε ελάχιστη οδηγική εμπειρία. Στον χρόνο αυτό προλαβαίνει κανείς ίσα να το φωτογραφίσει... Αν όμως είσαι το ΜΟΤΟ, μπορείς (και το οφείλεις στους αναγνώστες σου…) να κάνεις κάτι περισσότερο απ’ όλους τους άλλους, ακόμα κι αν έχεις μόλις μία ώρα στη διάθεσή σου (και παίξεις και με τις καθυστερήσεις). Θα γράψουμε φυσικά μερικά πράγματα για την συμπεριφορά του και τις πρώτες εντυπώσεις που αποκομίσαμε από τα συνολικά 80 χιλιόμετρα που κάναμε οδηγώντας το, όμως υπό αυτές τις συνθήκες είναι καλύτερα να μιλήσουν οι αριθμοί. Έτσι αποφασίσαμε να αφιερώσουμε το χρόνο που είχαμε στα χέρια μας το SYM VF185 στις μετρήσεις επιδόσεων και τη δυναμομέτρησή του. Πριν όμως συνεχίσετε την ανάγνωση να ξεκαθαρίσουμε, πως το συγκεκριμένο VF185 είναι ΠΡΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ και έχει μερικές μικροδιαφορές σε κάποια σημεία σε σύγκριση με όσα θα πωλούνται κανονικά σε λίγο καιρό από τα καταστήματα της SYM. Οπότε είναι πιθανόν να υπάρξουν και ορισμένες διαφοροποιήσεις και στις επιδόσεις μεταξύ αυτού το VF 185 που δοκιμάσαμε τώρα και του VF 185 που θα πάρουμε για πλήρες τεστ. Πότε θα γίνει αυτό; Σε πλαίσιο ημερών τοποθετείται το επίσημο λανσάρισμα καθώς η Ελληνική αντιπροσωπεία, Γκοργκόλης Α.Ε. θα πραγματοποιήσει στις αρχές Μαρτίου μία παρουσίαση στις κεντρικές εγκαταστάσεις στα Τρίκαλα, όπου εκεί θα υπάρχουν κι άλλα μοντέλα από τις εταιρίες που εισάγει στην ελληνική αγορά. Αμέσως μετά θα ξεκινήσει και η διάθεση των μοντέλων προς πλήρη δοκιμή...

Στα πρώτα χιλιόμετρα από το κατάστημα της SYM στην παραλία της Καλλιθέας, έως το δυναμόμετρο του Άκη Γεωργόπουλου που για χρόνια συνεργάζεται με το MOTO, ο κινητήρας του VF 185 σε εντυπωσιάζει με την απουσία κραδασμών και την ακρίβεια που έχει το κιβώτιο ταχυτήτων του. Ο κινητήρας VF 185 έχει το κλασσικό σχήμα που έχουν οι κινητήρες των μοτοσυκλετών, με τον κύλινδρό του σε κάθετη θέση και όχι οριζόντια, που έχουν συνήθως τα παπιά. Οπότε και το πλαίσιό του έχει αρχιτεκτονική που θυμίζει μοτοσυκλέτα. Οι ομοιότητες με τις μοτοσυκλέτες συνεχίζονται και στο κιβώτιο ταχυτήτων, αφού έχει κανονικό συμπλέκτη και έξι σχέσεις. Κάποιοι λατρεύουν τα ημι-αυτόματα 3τάχυτα ή 4τάχυτα κιβώτια των παπιών, όμως κάποιοι άλλοι (όπως ο υπογράφων… ) τα βρίσκουν εκνευριστικά στη γρήγορη οδήγηση και κυρίως όταν έχεις συνεπιβάτη στη σέλα, όπου του πατάς το πόδι σε κάθε κατέβασμα ταχύτητας. Ο λόγος ύπαρξης των παπιών από την πρώτη στιγμή της σπουδαίας καριέρας του, ήταν βέβαια η ευκολία οδήγησης με το ένα χέρι, ώστε να μεταφέρονται τα νουντλς στον πελάτη που έθετε την παραγγελία, και στην Ελλάδα όλων των ειδών οι μεταφορές. Αυτός ήταν ο πρώτος λόγος και παραμένει κυρίαρχος σε όλη την ιστορική πορεία του παπιού, κι ένας συμπλέκτης αντιτίθεται φυσικά ακριβώς σε αυτόν τον λόγο... Το VF 185 βέβαια δεν στοχεύει μονάχα σε όσους δουλεύουν στην διανομή, πόσο μάλιστα τα τελευταία χρόνια που οι έλεγχοι γίνονται ολοένα πιο συχνοί κι ακριβείς με τον ΚΟΚ να απαγορεύει την οδήγηση με το ένα χέρι, αν κι ακόμη δεν έχουμε ακούσει να έχει επιδοθεί αντίστοιχη κλίση. Σε κάθε περίπτωση η ευκολία της χρήσης με μόνο ένα χέρι είναι επιθυμητή για ένα εργαλίο δουλειάς, όπως είναι τα παπιά, αλλά όχι απαραίτητη. Αναμένουμε την πλήρη και λεπτομερή δοκιμή του για να δούμε ακριβώς πόσο κοντά είναι στον όρο μοτοσυκλέτα, αλλά ακριβώς αυτό είναι αυτή την στιγμή το κοινό του καθώς οι περισσότεροι που πραγματοποιούν test ride με πρόθεση αγοράς, είναι άνθρωποι που έχουν ήδη μοτοσυκλέτα και θέλουν κάτι πολύ κοντά σε αυτή, περιορίζοντας όμως το κόστος χρήσης και συντήρησης. Ο συμπλέκτης είναι λοιπόν μία ιδιαίτερα ευχάριστη για αυτούς προσθήκη. Όπως είπαμε άλλωστε, το κιβώτιο ταχυτήτων του VF 185 έχει ακρίβεια στις αλλαγές και δεν μας μάγκωσε ούτε μια φορά κατά τη διάρκεια των μετρήσεων. Επίσης χάρη στη ροπή (λόγω παραπάνω κυβικών σε σχέση με τα υπόλοιπα παπιά) και το μεγάλο εύρος στροφών του κινητήρα δεν χρειάζεται να αλλάζεις συχνά ταχύτητες.

Με αυτή την ευχάριστη πρώτη εντύπωση, το VF 185 ανέβηκε πάνω στο δυναμόμετρο για να δούμε πόσο κοντά στους 18 ίππους που ανακοινώνει το εργοστάσιο είναι η πραγματική του ιπποδύναμη. Τι έδειξε; Ταρατατζούμ-ταρατατζούμ! Κυρίες και κύριοι… έχουμε 17,48 υγιέστατα αλογάκια στις 8.600 στροφές! Πραγματικά είναι σπάνιο να δούμε στο δυναμόμετρο πραγματικές ιπποδυνάμεις τόσο κοντά σε αυτές που ανακοινώνει το εργοστάσιο. Τίμια η SYM!

Πίσω στην σέλα του VF 185 και βουρρρρ στην εθνική για τις μετρήσεις επιδόσεων. Χωρίς σκύψιμο, έπιανε κόφτη στροφών με έκτη στα ελαφρώς κατηφορικά σημεία, δείχνοντας πάνω από 143km/h στο ψηφιακό κοντέρ του. Όμως η πραγματική τελική του σύμφωνα με το V-Box ήταν 133.97 km/h η οποία όμως χρειάστηκε 1.675 μέτρα για να επιτευχθεί. Για να έχετε μια σύγκριση μεγεθών, το δικύλινδρο Suzuki V-Strom 250 των 23,8 ίππων στον τροχό έχει πραγματική τελική 124,34km/h. Στις επιταχύνσεις από στάση, το VF 185 έκανε για το 0-100km/h 12,7 (V-Strom 250: 11,82sec), για τα 0-400μ έκανε 18,17  (V-Strom 250: 17,8sec) και για τα 0-1000μ έκανε 37,27 (V-Strom 250: 35,75sec). Επιτρέψτε μας να υπενθυμίσουμε στους νέους αναγνώστες πως το V-Box της RaceLogic δεν είναι ένα τυχαίο επαγγελματικό όργανο μετρήσεων, κοστίζει σχεδόν τα διπλάσια από το ίδιο το VF185 (!) και φυσικά τα νούμερα που αποδίδει δεν έχουν καμία σχέση με όλα όσα μπορεί να δει κανείς με κάποια εφαρμογή στο κινητό του τηλέφωνο. Η ίδια η διαδικασία των μετρήσεων είναι αρκετά χρονοβόρα, ακόμη και για ένα παπί, ενώ με τον ίδιο τρόπο έχουμε καταγράψει τις μετρήσεις όλων των μοντέλων που κυκλόφορούν στην ελληνική αγορά, όπως επίσης έχουμε κάνει την δυναμομέτρησή τους στο ίδιο δυναμόμετρο από τον ίδιο άνθρωπο που εδώ και δεκαετίες συνεργάζεται με το περιοδικό. Αυτό σημαίνει πως υπάρχουν απευθείας συνδέσεις στις μεταξύ τους συγκρίσεις και προστιθέμενη αξία στο αποτέλεσμα...

Φυσικά μετρήσαμε και την απόδοση των φρένων του. Το VF 185 έχει δισκόφρενα εμπρός και πίσω, όμως το ABS επεμβαίνει ΜΟΝΟ στο εμπρός τροχό. Κάτι σαν το Supermoto Mode που έχουν τα ABS της KTM δηλαδή, κι αυτό συμβαίνει εξαιτίας των ελάχιστων κανονισμών που έχει επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση, με τις εταιρίες που κατασκευάζουν μονάδες, όπως η Bosch και η Continental, να έχουν από καιρό προετοιμαστεί με αντίστοιχες μονάδες ABS, τις οποίες έχουμε από καιρό αναλύσει στο περιοδικό. Θέλει πολύ ακόμη δουλειά σε δοκιμές φρεναρίσματος για ένα τελικό συμπέρασμα, αλλά για αρχή κρατήστε πως μπορείς ακόμη και τώρα να ντριφτάρεις τον πίσω τροχό με κατεβάσματα ταχυτήτων και το φρένο, όπως στα supermoto… Αυτό που δεν μπορείς να κάνεις είναι Endo με την ίδια ευκολία όπως πριν, αλλά εδώ που τα λέμε δεν έχουμε και καμιά φοβερή άσφαλτο στην Ελλάδα για να πεις πως τα endo είναι η καθημερινή σου διασκέδαση. Αντιθέτως, οι δρόμοι μας γλιστράνε τόσο πολύ, που το ABS στον εμπρός τροχό είναι σωτήριο για κάθε αναβάτη, ανεξαρτήτως εμπειρίας και ικανοτήτων. Η μέτρησή μας στο φρενάρισμα πανικού, δηλαδή μέγιστη δύναμη στην μανέτα επιβραδύνοντας από τα 120km/h στα 40km/h ήταν 70,9μέτρα, (ενώ για το V-Strom 250 που εδώ χρεισιμοποιούμε ως σημείο αναφοράς ήταν 55,06 μέτρα).

Η αίσθηση και η απόδοση των φρένων είναι κορυφαία για τα δεδομένα των παπιών αν και το VF 185 δεν είναι το πρώτο και το μόνο απ’ όσα έχουμε δοκιμάσει που διαθέτει ABS, καθώς λίγες μέρες πριν οδηγούσαμε το Super Cub της Honda, ενώ σύντομα θα ακολουθήσουν και άλλα μοντέλα παπιών με ABS. Προς το παρόν εστιάζουμε στο γεγονός πως η πρώτη επαφή με το παπί της SYM μας έβαλε να αναθεωρήσουμε τα όρια για ολόκληρη την κατηγορία, και μπορεί ως νούμερο να είναι μεγαλύτερο από μικρές μοτοσυκλέτες, αλλά σίγουρα η πρώτη εντύπωση είναι πάρα πολύ καλή!

Στο πρακτικό κομμάτι δεν μπορούμε φυσικά να πούμε πολλά πράγματα μετά από μόνο μία ώρα οδήγησης. Θα περιοριστούμε στα βασικά, δηλαδή στην γενική αίσθηση. Το VF 185 είναι σαφώς ένα σπορ παπί, με ό,τι συνοδεύει την λέξη σπορ. Η σέλα είναι μακριά σε μήκος και χωράει εύκολα δύο άτομα μεν, αλλά είναι στενή για τον συνεπιβάτη και με σφιχτό αφρώδες. Όπως στενή είναι και η ποδιά, οπότε δεν προστατεύει τα γόνατα από τον κρύο αέρα. Εξίσου σπορ είναι και οι αναρτήσεις, με το πίσω μονό αμορτισέρ να δείχνει πως έχει ρυθμιστεί για να έχει δύο άτομα στη σέλα χωρίς να τερματίζει στις βαθιές λακκούβες. Γενικά η άνεση έχει παραχωρήσει λίγο περισσότερο χώρο στην σπορ πλευρά του χαρακτήρα του VF 185.  

Σπάνια το δυναμόμετρο δείχνει ιπποδυνάμεις τόσο κοντά σε εκείνες που ανακοινώνει το εργοστάσιο. Στην περίπτωση του VF 185 όμως βρεθήκαμε σε αυτή την σπάνια συγκυρία.

Με 17,48 ίππους στις 8.600 στροφές και 1,63kg/m ροπής στις 7.200, το VF 185 μας θύμισε τις ένδοξες εποχές του δίχρονου Yamaha Z 125. Δώστε γκάζι στο λαό!  

 

Ανανεώνουμε το ραντεβού μας με το SYM VF185 σε σύντομο χρονικό διάστημα από τώρα, με την πλήρη δοκιμή του και όχι μόνο....

Θα επαναλάβουμε όλες τις μετρήσεις, καθώς και την δυναμομέτρηση, με το μοντέλο που θα παραλάβουμε για πλήρη δοκιμή

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΙΚΑ

Τιμή: 2.695€

Κινητήρας: Υγρόψυκτος, τετραβάλβιδος με 1ΕΕΚ 185cc

Κιβώτιο ταχυτήτων: 6 σχέσεων

Συμπλέκτης: Υγρός πολύδισκος

Ιπποδύναμη: 18hp (εργοστασίου)

Ρεζερβουάρ: 6 λίτρα

Φρένα: Δύο αεριζόμενοι δίσκοι τύπου “Μαργαρίτα” με ABS στον εμπρός τροχό

 

 

 

Οδηγούμε την Suzuki SV 650 custom by C-Racer

Μια διαφορετική πρόταση
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

26/6/2019

Το SV 650 της Suzuki δεν χρειάζεται συστάσεις. Κυκλοφορεί εδώ και 20 χρόνια στην παγκόσμια αγορά και σημείωσε μεγάλη εμπορική επιτυχία, κυρίως στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης που έχουν καλύτερο οδικό δίκτυο κι έτσι μπορούν να ευχαριστηθούν περισσότερο τις μοτοσυκλέτες δρόμου σε αντίθεση με εμάς, ενώ και η φιλοσοφία των naked είναι πιο βαθιά ριζωμένη στην κουλτούρα τους. Η μοναδική... "παράκαμψη" στην ιστορία του SV, είναι απ’ το 2009 έως το 2016. Τότε είχε μετονομαστεί σε Gladius και είχε χάσει τις σπορ καταβολές που προσέφερε το αλουμινένιο πλαίσιο και ψαλίδι, καθώς έγιναν ατσάλινα με στόχο τη μείωση του κόστους. Το 2016 το SV 650 επανήλθε δριμύτερο στην παραγωγή, αποτελώντας μια απ’ τις καλύτερες προτάσεις της κατηγορίας.

Η Suzuki έκανε μια αξιέπαινη προσπάθεια εκείνη τη χρονιά όταν το ανανέωσε και το πλαίσιό του βελτιώθηκε σε πάνω από 70 σημεία, με αποτέλεσμα να έχει καλύτερη συμπεριφορά απ’ ότι το Gladius. Φέτος δέχτηκε μια υποτυπώδη αλλά αναγκαία αλλαγή στο τομέα των φρένων, με την προσθήκη των τετραέμβολων δαγκανών της Tokico. Ακόμη, το τελικό της εξάτμισης μεταφέρθηκε ελαφρώς πιο ψηλά, ώστε να μην βρίσκει εύκολα στις μεγάλες κλίσεις και παράλληλα το προστατευτικό κάλυμμά του έχει νέα σχεδίαση. Στο αισθητικό κομμάτι η Suzuki φρόντισε να χρησιμοποιήσει περισσότερα χρώματα απ’ την παλέτα και να δημιουργήσει –όπως συνηθίζει τα τελευταία χρόνια- νέους χρωματικούς συνδυασμούς.

Η Suzuki έχει αποδείξει όλα αυτά τα χρόνια, πως το σχεδιαστικό της τμήμα δεν είναι το καλύτερό της. Το κοινό έχει δηλώσει την δυσαρέσκειά του αρκετές φορές στο παρελθόν για διάφορα μοντέλα, όπως με την ναυαρχίδα των sport touring της, το GSX-1300R Hayabusa, που οι περισσότεροι το προτιμούσαν καθαρά για την κτηνώδη ιπποδύναμή του και την συμπεριφορά του, παρά για την εμφάνισή του. Μάλιστα, πολλές φορές όταν μιλούσαν για το σχεδιασμό του έλεγαν πως όταν την οδηγείς δεν τη βλέπεις… Στην περίπτωση του SV 650 όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο τραγικά.

Παρ’ όλα αυτά μοιάζει λες και ο σχεδιασμός του να αποτελείται από δύο διαφορετικές προσεγγίσεις, σε ότι αφορά το μούτρο και την ουρά. Ως εκ τούτου, το SV από μπροστά εκπέμπει μια πιο κλασσική αύρα λόγω του στρογγυλού προβολέα, ενώ το πίσω μέρος θυμίζει έντονα την ουρά του GSX-1000R K9 χωρίς τα φλας. Απ’ την άλλη όμως, πέτυχε διάνα με το να αφήνει την καρδιά της μοτοσυκλέτας της σε κοινή θέα και τον τρόπο που την πλαισιώνει σαν φλεβικό σύστημα το χωροδικτύωμά της.

Χωρίς αμφισβήτηση όμως, το SV αποτελεί μια εξαιρετική βάση για customizing, όπως επιβεβαιώνεται κι από τα πολλά δείγματα που έχουμε δει όλα αυτά τα χρόνια, όπου έχει χρησιμοποιηθεί ως πεδίο πειραματισμού στο συγκεκριμένο θέμα. Η C-Racer είναι μια ελληνική εταιρεία που είναι λίγο μεγαλύτερη σε ηλικία από το πρώτο SV και απ’ τα γεννοφάσκια της ασχολείται με το customizing. Είναι ιδιαίτερα γνωστή στην Ευρώπη, διότι παράγει μια πλούσια γκάμα after market αξεσουάρ για πολλές μοτοσυκλέτες. Μάλιστα, στην Motor Bike Expo (MBE), που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Ιανουάριο και στο τεύχος 591 είχαμε το αναλυτικό ρεπορτάζ της, η C-Racer είχε ένα από τα πιο εντυπωσιακά project της, μια Flat Track βασισμένη στο Yamaha XSR 700 σε περίοπτη θέση στο περίπτερο της Parts Europe, με την οποία διατηρεί και αποκλειστική συνεργασία. Τα αξεσουάρ που κατασκευάζει είναι bolt-on και δεν χρειάζονται κάποια επιμέρους δουλειά απ’ την πλευρά του αναβάτη, πέρα απ’ την απλή τοποθέτηση. Αυτό οφείλεται στη τεχνογνωσία της C-Racer και την εμπειρία της, που χρόνο με το χρόνο μεγαλώνει και παράλληλα χρησιμοποιεί τελευταίας τεχνολογίας εργαλειομηχανές, εκμηδενίζοντας την πιθανότητα αποκλίσεων και αστοχιών.

 

Ουσιαστικές βελτιώσεις

Η πιο πρόσφατη custom μοτοσυκλέτα που δημιούργησε η C-Racer βασίστηκε στο SV 650. Μάλιστα, δεν είναι η πρώτη φορά που η εταιρεία ασχολείται με το συγκεκριμένο μοντέλο, αφού στο παρελθόν είχε δημιουργήσει ένα Café Racer και ένα Scrambler χρησιμοποιώντας το ως βάση, τα οποία είχαμε παρουσιάσει στο τεύχος 574 του ΜΟΤΟ . Τώρα αποφάσισε να ξεφύγει απ’ τις τάσεις της μόδας που έχουν στο επίκεντρο αυτές τις κατηγορίες των μοτοσυκλέτων και δημιούργησε ένα λιγότερο ακραίο custom. Χρησιμοποιώντας όλη την τεχνογνωσία που διαθέτει, η C-Racer μέτρησε με ακρίβεια χιλιοστού τις διαστάσεις του ποσοστού της ενιαίας σέλας που αναλογεί στο συνεπιβάτη και έφτιαξε ένα κάλυμμα, που δένει πάνω της με δύο βίδες. Η αφαίρεσή του γίνεται πανεύκολα, χωρίς τη χρήση κάποιου κλασσικού εργαλείου αλλά με την βοήθεια ενός μικρού κλειδιού, ειδικά κατασκευασμένου, που ο αναβάτης μπορεί είτε να το κρεμάσει στο μπρελόκ με τα κλειδιά του ή να το βάλει μέσα στη θήκη των εργαλείων του SV.

Για το σχεδιασμό των αξεσουάρ της, η C-Racer για χρησιμοποιεί προγράμματα όπως το CAD ώστε να υπάρχει ακρίβεια στην ψηφιακή τους μορφή κι έπειτα δημιουργεί τα καλούπια τους σε CNC εργαλειομηχανή. Συνεπώς μάσκες, καρίνες, καλύμματα σέλας και όλα τα αξεσουάρ που κατασκευάζει, ανεξαρτήτως αριθμού που παράγονται, βασίζονται στις αρχικές μετρήσεις, που όταν γίνονται σωστά δεν υπάρχουν αποκλείσεις. Έτσι έγινε και με τη μάσκα, φτιαγμένη από ABS πλαστικό, η οποία παρά τις μικρές της διαστάσεις έχει ενεργό ρόλο στην προστασία του αναβάτη απ’ τον αέρα, καθώς τον ανακατευθύνει πιο ψηλά προστατεύοντας τον κορμό απ’ τη κοιλιά και κάτω. Η καρίνα είναι πραγματικά εξαιρετική, τόσο ποιοτικά όσο και στο βάψιμό της, καθώς αν δεν σου πουν ότι δεν προέρχεται απ’ τον κατάλογο των αξεσουάρ της Suzuki, θα έβαζες το χέρι στη φωτιά πως πρόκειται για κάποιο εργοστασιακό εξάρτημα. Το πλαστικό τύπου ABS που έχει χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή των αξεσουάρ του SV έχει την απαραίτητη ελαστικότητα κι έτσι η καρίνα δεν θα σπάσει εύκολα αν έρθει σε επαφή με το κράσπεδο όταν κατεβαίνετε από κάποιο ψηλό πεζοδρόμιο. Η ποιότητας της βαφής αντίστοιχα είναι πολύ κοντά στα πρότυπα της Suzuki, καθώς τόσο στο κάλυμμα όσο και στη μάσκα, δεν μπορεί να παρατηρηθεί κάποια διαφορά με το εργοστασιακό χρώμα του ρεζερβουάρ. Το τρίγωνο της εργονομίας του SV έχει αλλάξει και αυτό οφείλεται κυρίως στα καβαλέτα τις Rizoma που φέρνουν το τιμόνι πιο ψηλά.

Το τιμόνι έχει αντικατασταθεί από το πιο φαρδύ της Renthal, που προέρχεται απ’ το Suzuki GSX-S 1000. Συνεπώς, έχει καλύτερο μοχλό που επιτρέπει στον αναβάτη να εκτελεί χειρισμούς ακριβείας σε όλες τις συνθήκες. Αν και οι βάσεις των μαρσπιέ όσο και τα ίδια έχουν αλλάξει, η θέση των ποδιών παραμένει ίδια και φέρνει τα γόνατα σε κλειστή γωνία για τους ψηλούς αναβάτες. Σε αυτό παίζει το ρόλο της και η σέλα, που η Suzuki την έχει κάνει ιδιαίτερα λεπτή ώστε το SV να έχει τη χαμηλότερη απόσταση απ’ το έδαφος. Το κακό είναι πως ενώ πέτυχε το σκοπό της (αφού αναβάτες με ύψος μικρότερο από 1,70μ. μπορούν να πατήσουν τα πόδια τους κάτω χωρίς να είναι στις μύτες) η σέλα δεν είναι καθόλου άνετη και το πιάσιμο έρχεται σχετικά γρήγορα. Τα κυλινδρικά μαρσπιέ της Gilles Tooling με τη σειρά τους δυσχεραίνουν τη κατάσταση περισσότερο αφού αρχίζουν να “κόβουν” το πέλμα των ποδιών πολύ σύντομα. Αυτή η αίσθηση μάλιστα, είναι αντιληπτή ακόμη και με τουριστική μπότα , που έχει σχετικά μαλακή σόλα για να είναι άνετη.

Την προστασία απ’ τις πτώσεις αναλαμβάνουν τα μεγάλα μανιτάρια της Gilles Tooling, που με το μαύρο τους χρώμα κρύβουν αισθητά τις διαστάσεις τους. Για την αποφυγή τραυματισμών του ψυγείου νερού, η C Racer το έχει εξοπλίσει με μια σίτα που η πλέξη της φιλτράρει όλα τα πετραδάκια που μπορούν να το τρυπήσουν, ενώ στο πλάι του ψυγείου υπάρχουν τα προστατευτικά της με το όνομα του μοντέλου χαραγμένο πάνω τους, κάτι που τα κάνει πιο καλαίσθητα. Το προστατευτικό αλυσίδας έχει αλλαχθεί με ένα μεταλλικό της C-Racer, που εμποδίζει το γράσο να φτάσει κάτω απ’ το πίσω μέρος της μοτοσυκλέτας. Η λίστα των αξεσουάρ συμπληρώνεται με τα καπάκια των δοχείων υγρών φρένου της Gilles Tooling, τις paddock stand βίδες για τη χρήση του διπλού σταντ, που εξυπηρετεί στο γρήγορο και εύκολο γρασάρισμα της αλυσίδας. Ακόμη, τα led φλας απ’ τον κατάλογο των αξεσουάρ της Suzuki κοσμούν το SV 650 και του δίνουν μια πολυτελή αίσθηση ανάλογη του κόστους τους… Πίσω, η βάση της πινακίδας είναι και αυτή τέκνο της C-Racer και δένει πάνω στο υποπλαίσιο, ενώ είναι αρκετά μεγάλη ώστε να ακουμπά πάνω της όλη η πινακίδα και όχι ένα μέρος της, μειώνοντας κατά πολύ τις πιθανότητες να κοπεί.

Το custom SV 650 της C-Racer οδηγικά βρίσκεται ένα κλικ πιο πάνω απ’ ότι το στάνταρ μοντέλο, καθώς οι αλλαγές στην εργονομία είναι ουσιαστικές και επιτρέπουν στον αναβάτη να το οδηγήσει με περισσότερη αυτοπεποίθηση. Όμως στο τομέα της άνεσης τα πράγματα είναι λίγο χειρότερα και αυτό λόγω των κυλινδρικών μαρσπιέ. Απ’ την άλλη, το μικρό μασκάκι μπορεί να μην κάνει θαύματα, όμως προσφέρει το λιθαράκι του κάνοντας τις βόλτες και τα ταξίδια λίγο πιο ξεκούραστα. Το πλαίσιο αν και παραμένει ατσάλινο σωληνωτό –όπως του Gladius- είναι βελτιωμένο σε πάνω από 70 σημεία, κάτι που είναι αισθητό στην πράξη καθώς οι σπορ καταβολές της μοτοσυκλέτας που κρύβονταν στο DNA του, έχουν αναδυθεί στην επιφάνεια. Οι δυνατότητες του δικύλινδρου V 90ο είναι υπέραρκετες όχι μόνο για ταξίδια και καθημερινά δρομολόγια,αλλά και για τις βόλτες του σαββατοκύριακου. Η ροπή του, που εμφανίζεται σχεδόν απ’ το ρελαντί κιόλας, μπορεί να εξιτάρει ακόμη και έμπειρους αναβάτες σε μια βόλτα στο επαρχιακό δίκτυο. Η ιπποδύναμή του απ’ την άλλη εμφανίζεται λίγο πριν τον κόφτη, με αποτέλεσμα ο αναβάτης να αισθάνεται πως ο κινητήρας δεν χωλαίνει πουθενά σε όλο το φάσμα του.

Tο SV 650 είναι μια πολυδιάστατη μοτοσυκλέτα. Χάρη στο πλαίσιο χωροδικτύωμά και την απουσία των πλαστικών, μπορεί να αποτελέσει μια εξαιρετική βάση για customizing και ο μόνος περιορισμός που υπάρχει είναι η φαντασία και φυσικά τα χρήματα που θα διαθέσει κάνεις. Παράλληλα όμως είναι ένας ακούραστος σύντροφος που μπορεί να σας συντροφεύει παντού σε όλες σας τις δραστηριότητές σας.

 

 

Τιμές αξεσουάρ C-Racer με Φ.Π.Α.
Καρίνα
Πλαστικό ABS
174
Σίτα ψυγείου
Μεταλλική με ηλεκτροστατική βαφή
64
Προστατευτικά ψυγείου
Μεταλλικά με ηλεκτροστατική βαφή
38
Κάλυμμα σέλας
Πλαστικό ABS
100
Βάση πινακίδας
Μεταλλική με ηλεκτροστατική βαφή
56
Μάσκα φαναριού
Πλαστικό ABS – Plexiglass
142

Εξοπλισμός:

Κράνος: Pilot Snake

Μπουφάν: Fovos Attack

Γάντια: Nordcap

Παντελόνι: Nordcap

Μπότες: Vester