Editorial 573 - Μια στιγμή, έξι ώρες

x
Από το

motomag

1/8/2017

Ακόμα κι από τα πιο ωραία ταξίδια, λίγες στιγμές είναι αυτές που θα μείνουν για πάντα. Όταν στις παρέες λένε ιστορίες, φάσεις που κράτησαν δευτερόλεπτα γίνονται ολόκληρες αφηγήσεις. Όταν ρωτήσεις κάποιον, πες μου την καλύτερη φάση που έχεις ζήσει με μοτοσυκλέτα, το πιο πιθανό είναι να ξεκινήσει από κάτι πολύ γενικό, “είχαμε πάει ένα ταξίδι…”, αλλά μόλις αρχίσει να λέει γιατί θυμάται αυτό το ταξίδι, θα περιγράψει ένα σκηνικό εξαιρετικά σύντομο σε διάρκεια, ή δυό-τρία αντίστοιχα σύντομα περιστατικά. Αυτά είναι που καθορίζουν και το πώς θα θυμάσαι όλη την βόλτα, την εκδρομή, το ταξίδι. Αυτά είναι που μένουν, κι όχι τα χιλιόμετρα όπου απλώς κινείσαι χωρίς να συμβαίνει κάτι το ιδιαίτερο.

 

Γι’ αυτές τις στιγμές οδηγούμε μοτοσυκλέτα. Γι’ αυτά τα μικρά κομματάκια του τώρα, όταν ήμαστε τυχεροί να τα ζήσουμε. Γιατί υπάρχει και μια μεγάλη παγίδα, που δεν μας αφήνει να ζήσουμε στο παρόν: Να ασχολούμαστε με το παρελθόν ή το μέλλον, κι οι στιγμές της πραγματικής ζωής να περνάνε απαρατήρητες. Όταν έρχονται όμως, όταν καταφέρνουμε να τις ζήσουμε και να τις απολαύσουμε, η ανάμνησή τους μένει για πάντα, κι εκείνη την ώρα, άντε και για λίγο ακόμα, είμαστε ευτυχείς, είμαστε ελεύθεροι. Τι μ’ έπιασε τώρα καλοκαιριάτικα και τα σκέφτομαι αυτά; Διάβασα μια δήλωση του Rossi, που αποκαλύπτει γιατί κάνει αυτό που κάνει, γιατί συνεχίζει να τρέχει, γιατί τελικά κι εμείς οδηγούμε μοτοσυκλέτα. Και δεν είναι το προφανές. Δεν συνεχίζει να τρέχει ούτε για να κάνει τα πρωταθλήματά του δέκα, ούτε για να μαζέψει τις πιο πολλές νίκες, ούτε για να βγάλει κι άλλα λεφτά. Το κάνει με στόχο να ζήσει ακόμα μια φορά εκείνη την στιγμή που τον φτιάχνει περισσότερο απ’ ο,τιδήποτε άλλο:

 

“Tο παρελθόν και τα ρεκόρ δεν μετράνε και τόσο πολύ. Ζω το τώρα, ζω τη στιγμή. Ο λόγος που δουλεύω κάθε μέρα και που αγωνίζομαι είναι για να γευτώ αυτές τις 5-6 ώρες μετά την νίκη. Είναι δύσκολο να περιγράψω την έκρηξη των συναισθημάτων όταν περνάω πρώτος την γραμμή του τερματισμού. Είναι ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί. Κι αυτό το συναίσθημα συνεχίζει να υπάρχει μέχρι που να πας στο κρεβάτι ευτυχισμένος. Την Δευτέρα το πρωί ξυπνάς κι είναι μια καινούργια μέρα.”

 

Μετά από εννιά τίτλους, 115 νίκες και 225 θέσεις στο βάθρο μέσα σε 20 χρόνια και 313 μέρες στα GP, ο Rossi κέρδισε στο Assen, κι είχε ένα χρόνο να γευτεί αυτό το συναίσθημα. Η πρώτη του νίκη σε GP ήταν στις 18 Αυγούστου του ’96 στο Brno με Aprilia RS125R, αν μετράμε μόνο αυτές σε κορυφαίο επίπεδο, κι όχι όλες της καριέρας του. Γεννημένος Φεβρουάριο του ’79, με πατέρα αγωνιζόμενο και μάνα που φοβόταν για το γιό της, δεν ξεκίνησε με μηχανάκια, αλλά με καρτ. Πήρε το τοπικό πρωτάθλημα καρτ το ’90, και την επόμενη χρονιά ξεκίνησε να οδηγεί minimoto, κερδίζοντας κι εκεί αγώνες. Φανταστείτε τώρα ένα παιδάκι, να προσπαθεί, να παλεύει, να κερδίζει, πέντε χρονών. Η νίκη είναι η ανταμοιβή του, αυτή που τον δικαιώνει, αυτή που τον ανεβάζει. Και με την λαμπρή πορεία της καριέρας του, είχε όλο το χρόνο για να εθιστεί στην νίκη. Συγκεκριμένα, πάνω από 33 χρόνια! Kι όμως, ακόμα κι όταν παίρνει την δόση του, ακόμα κι όταν κερδίζει τους πολύ νεότερους αντιπάλους του, η ψυχική ανάτασή του κρατάει λίγες ώρες μόνο. Μια στιγμή, λίγες ώρες ευτυχίας. Και για να τις ζήσει ξανά, πέρασε ένας χρόνος, πολύς κόπος, σκληρή δουλειά, απογοητεύσεις, νίκες που έχασε τελευταία στιγμή, πισωγυρίσματα, προσπάθειες για το ιδανικό στήσιμο, ένα σωρό αντίπαλοι ικανοί για νίκη. Στο επίπεδο του Rossi, μόνο η νίκη μπορεί να τον κάνει ευτυχισμένο.

 

Ευτυχώς, για μας τους κοινούς θνητούς τα πράγματα είναι πιο απλά. Φυσικά, οι στιγμές που χαρίζουν ευτυχία δεν έρχονται και σε μας πιο εύκολα, κι ίσως ούτε πιο συχνά. Βοηθάει, αν δημιουργείς ευκαιρίες για να τις ζήσεις. Αν δεν μένεις ακίνητος, αν ζεις. Για έναν μοτοσυκλετιστή, που οδηγώντας την μοτοσυκλέτα του ζει και τέτοιες στιγμές, είναι όση ανταμοιβή χρειάζεται για να συνεχίσει να το κάνει. Αφαιρετικά, μια μοτοσυκλέτα δεν διαφέρει και πολύ από έναν άνθρωπο. Υπάρχουν τα μηχανικά μέρη (μύες, κόκκαλα, όργανα), υπάρχει η χημεία του καυσίμου (και η αντίστοιχη του ανθρώπινου σώματος, από την κατανάλωση ενέργειας ως τις ορμόνες και όποια άλλη χημική ένωση έχει), υπάρχει το ηλεκτρικό σύστημα (και το ανθρώπινο είναι απείρως πιο πολύπλοκο) και η ηλεκτρονική, η κεντρική μονάδα που τα ρυθμίζει όλα (ο εγκέφαλός μας).

Τα συναισθήματά μας ρυθμίζονται από ένα σύνθετο μίγμα χημικών και ηλεκτρισμού. Η ηλεκτρονική μας είναι κάπως βαριά, πάνω από ένα κιλό, κι έχει κάπου 86 δισεκατομμύρια νευρώνες, που μεταφέρουν ηλεκτρικά σήματα. Κάθε νευρώνας κάνει εκατοντάδεις συνάψεις με άλλους γύρω του, και συνολικά υπολογίζεται πως υπάρχουν πάνω από 300 τρισεκατομμύρια συνάψεις. Αυτό το απίστευτο ηλεκτροχημικό δίκτυο μας κάνει ικανούς να νιώθουμε, να έχουμε συναισθήματα. Έξι χημικά είναι κυρίως υπεύθυνα για τις καλές στιγμές που ζούμε: Η ντοπαμίνη (συνδέεται με την ανταμοιβή, την ευχαρίστηση αλλά και τον εθισμό, στις νίκες ας πούμε!) που αν έχεις πολλή χάνεις την επαφή με την πραγματικότητα, αν έχεις λίγη ρισκάρεις χωρίς λόγο. Η νοραδρεναλίνη (ή νορεπινεφρίνη, συνδέεται με το stress και την λήψη αποφάσεων, ανεβάζει την πίεση και τους σφυγμούς, ενισχύει την εγρήγορση του εγκεφάλου και την λήψη αποφάσεων.  Το αμινοβουτυρικό οξύ γάμμα, που είναι ανασταλτικός παράγοντας, μειώνει τις μεταδόσεις των νευροδιαβιβαστών αφήνοντάς τους χρόνο να ανακάμψουν, μειώνοντας το άγχος.  Η σεροτονίνη, που ονομάζεται και ορμόνη της ευτυχίας, είναι το καλύτερο και πιο φυσικό αντικαταθλιπτικό. Η βήτα ενδορφίνη, που παράγεται όταν πονάμε ή ακόμα κι όταν αθλούμαστε ή οδηγούμε μοτοσυκλέτα, ένα φυσικό οπιοειδές με δράση παρόμοια με της μορφίνης, δίνει μια αίσθηση ευτυχίας. Η οξυτοκίνη, η ορμόνη της εμπιστοσύνης ή και της αγάπης, υπάρχει μόνο στα θηλαστικά, συνδέεται με τις ανθρώπινες σχέσεις και την σεξουαλική διέγερση. Αυτά είναι τα βασικά “χημικά” που καθορίζουν το πώς αισθανόμαστε, σ’ αυτά οφείλεται και το χαϊ της νίκης του Rossi αλλά και η απόλαυση των δικών μας μοναδικών στιγμών όταν οδηγούμε την μοτοσυκλέτα μας.

 

Οι περισσότεροι, αν τους ρωτήσεις τι αντιπροσωπεύει η μοτοσυκλέτα γι’ αυτούς, θα απαντήσουν “ελευθερία”, κάτι μάλλον ασαφές που πιθανόν εννοεί την δυνατότητα να κάνεις τις δικές σου επιλογές και να πάρεις τις δικές σου αποφάσεις για το πώς θα ζήσεις την ζωή σου.  Οδηγώντας, βιώνεις μια αίσθηση ελέγχου για την ζωή σου, μέσα σε έναν χαοτικό κόσμο. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να συμβεί ο,τιδήποτε... Τάξη και χάος μαζί – κι εσύ καταφέρνεις να τα ισορροπείς, τις περισσότερες φορές τουλάχιστον, ένας μικρός θεός για λίγες στιγμές, με ανταμοιβή αυτά τα λίγα χημικά των ευτυχισμένων στιγμών. Κι αυτές οι στιγμές είναι ό,τι καλύτερο συμβαίνει στην ζωή μας. Τουλάχιστον σ’ αυτό, είμαστε ίδιοι με τον Rossi.

 

 

 

 

 

editorial 520 - χωματερές ψυχές

Από το

Μαύρο Σκύλο

28/2/2013

Η είδηση έσκασε σαν βόμβα: Η ΚΤΜ αγόρασε την Husqvarna από την ΒΜW. Αλλά ήταν λάθος. Το σωστό είναι πως ο Stefan Pierer, CEO της ΚΤΜ, αγόρασε την Husqvarna μέσω μιας δικής του εταιρίας, της Pierer Industrie AG. H αγορά μένει να επικυρωθεί από την Αυστριακή Επιτροπή Ανταγωνισμού, αν και δεν βλέπω να υπάρξει κάποιο πρόβλημα από κει. Τα προηγούμενα χρόνια, στόχος του Pierer και της ΚΤΜ ήταν σαφώς η BMW, και το πέτυχε: Το 2012 οι πωλήσεις της ΚΤΜ ήταν μεγαλύτερες από της ΒΜW. Οι Γερμανοί είχαν αγοράσει την Husqvarna για να χτυπήσουν την ΚΤΜ και με τα ίδια της τα όπλα, τις χωματερές μοτοσυκλέτες. Ξόδεψαν πολλά χρήματα και τεχνογνωσία, εξελίσσοντας μοτοσυκλέτες enduro, δρόμου και on-off με κινητήρες που ήδη είχαν, βελτιώνοντας την σειρά ΜΧ & enduro X-Lite και εκσυγχρονίζοντας το εργοστάσιο της Husqvarna στο Varese. Αυτό που δεν μπόρεσαν να καταλάβουν αρχικά, είναι πως το κοινό της Husqvarna είναι εντελώς διαφορετικό από της BMW, και πως δεν θα ήταν αρκετό να τα βάλουν δίπλα-δίπλα στις εκθέσεις. Κάπως έτσι, η BMW έδωσε προτεραιότητα σε Husqvarna δρόμου, αντί να ολοκληρώσει την χωματερή γκάμα της Husqvarna με τα ψεκαστά δίχρονα που ήδη ήταν σε εξέλιξη, κι έτσι έφτιαξε μια εταιρία που εν μέρει την ανταγωνιζόταν μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Μπέρδεμα, μέχρι που ο Αυστριακός εχθρός αγόρασε τον αντίπαλο.

Η πρώτη σκέψη ενός ρομαντικού σαν κι εμένα, μόλις έμαθα πως την αγόρασε με την προσωπική του εταιρία, ήταν πως να, θα πουλήσει στην Ινδική Bajaj το πάνω από 50% της ΚΤΜ που έχει, και θα κάνει την Husqvarna άξιο αντίπαλο της ΚΤΜ! Την δουλειά την ξέρει, και οι Ινδοί έχουν ήδη το 47,5% της ΚΤΜ. Ο Pierer όμως μπορεί να αγαπάει τις μοτοσυκλέτες, αλλά δεν είναι ρομαντικός, είναι businessman. Mέχρι τώρα έχει δώσει δύο συνεντεύξεις, τη μία σε Ολλανδικό site και την άλλη σε Ινδικό τηλεοπτικό κανάλι. Οι δηλώσεις του έχουν ενδιαφέρον: "Με την ΚΤΜ να είναι ήδη παγκόσμιος ηγέτης στο enduro και το ΜΧ, η περαιτέρω ανάπτυξη είναι δύσκολη. Γι' αυτό, όπως ήδη έχουν κάνει πολλές αυτοκινητοβιομηχανίες, χρειαζόμαστε περισσότερες μάρκες κάτω από την ίδια στέγη, που θα συνεργάζονται στην εξέλιξη, στις αγορές εξαρτημάτων, σε κοινούς κινητήρες και πλαίσια. Η Husqvarna πρέπει να επιστρέψει στις ρίζες της, είχε ξεφύγει πολύ. Έχουμε και την Husaberg, αλλά πιστεύω πως η Husqvarna έχει την δική της θέση στο χώρο, και με αυτή θέλουμε να ανταγωνιστούμε την Yamaha, την Suzuki και την Kawasaki. Έχει μια υπέροχη ιστορία, αλλά εντελώς λάθος γκάμα μοντέλων και πορεία. Θα επιστρέψει σύντομα εκεί που κυριαρχούσε, στο motocross και το supermoto, ενώ μέσα στη χρονιά θα φτιάξουμε την κατάλληλη μοτοσυκλέτα, με τις προδιαγραφές και τον χαρακτήρα που της ταιριάζει. ΚΤΜ και Husqvarna θα έχουν ξεχωριστή εικόνα, μοντέλα και δίκτυα πωλήσεων. Δεν ξέρω ακόμα αν η παραγωγή θα μείνει στο Varese ή θα μεταφερθεί στο Mattighofen. Aγόρασα την Husqvarna με την προσωπική μου εταιρία, αλλά αυτό στο μέλλον μπορεί να αλλάξει, και να συμπεριλάβει την Bajaj. Η τιμή ήταν λογική και για μένα και για την BMW, κι ήταν αυτονόητο να απευθυνθούν σε μας, από την στιγμή που ήθελαν να αφήσουν τον τομέα του off-road."

Τις αμέσως επόμενες μέρες, ο Pierer ανακοίνωσε σε Ινδικό κανάλι τα σχέδιά του για την Husqvarna, σε σχέση με την Bajaj: "Σε δύο χρόνια τα πρώτα Husqvarna θα βγουν από τις γραμμές παραγωγής της Bajaj στο Chakan, αρχικά με βάση την κοινή πλατφόρμα κινητήρων-πλαισίων στα 125 και 200 κυβικά, για την Ινδική αγορά και τις αναπτυσσόμενες χώρες." Προφανώς αυτό αφορά κλώνους των Duke 125 και 200, πιθανώς αργότερα και του Duke 390 που θα αρχίσει σύντομα να πωλείται. Όταν όμως τα πρώτα σχέδια που ανακοινώνεις αφορούν μοτοσυκλέτες δρόμου, πως λες "επιστροφή στις ρίζες" και "λάθος γκάμα"; Ίσως η επιστροφή να είναι σε μακρινές ρίζες, αφού οι μοτοσυκλέτες Husqvarna ξεκίνησαν να παράγονται το 1903, από μια εταιρία που υπήρχε με το ίδιο όνομα από τον 18ο αιώνα, και φέτος γιορτάζουν τα 110 τους χρόνια. Στην πορεία της είχε και δικύλινδρες αγωνιστικές μοτοσυκλέτες δρόμου, αλλά εμείς έχουμε περισσότερο στο μυαλό μας την ιστορική χωματερή της εποχή που ξεκίνησε την δεκαετία του '60. Και γιατί "ΜΧ και supermoto", τη στιγμή που η Husqvarna έχει περισσότερους παγκόσμιους τίτλους enduro παρά ΜΧ; Ίσως γιατί η Husaberg, επίσης πρώην Σουηδική και ιδιοκτησίας ΚΤΜ, έχει μόνο γκάμα enduro. Το παράδειγμα της Husaberg ίσως είναι ενδεικτικό: Αγοράστηκε από την ΚΤΜ, αλλά σύντομα μεταφέρθηκε στην Αυστρία και ξεκίνησε ένα δικό της project με τον αντεστραμμένο κινητήρα των 70 μοιρών και πολλά κοινά εξαρτήματα με τα KTM. Είχε όμως την δική της άποψη και ξεχωριστή ταυτότητα, δικό της κινητήρα, δικό της πλαίσιο. Η διαφορετικότητα αυτή εγκαταλείφθηκε όμως εντελώς στα μοντέλα του 2013, που όπως έγινε και με την προσθήκη των δίχρονων της γκάμας τους, είναι τόσο διαφορετικά από τα ΚΤΜ όσο τους επιτρέπουν τα δικά τους πλαστικά και χρώματα, μαζί με κάποια στοιχεία εξοπλισμού και ρυθμίσεις στις αναρτήσεις.

Κάπου εκεί, άρχισε να προβάλλει το worst case scenario: Θες μια χωματερή μοτοσυκλέτα. Πηγαίνεις στον έμπορο, και βλέπεις στο μαγαζί μοτοσυκλέτες γυμνές, χωρίς πλαστικά και ρεζερβουάρ. Έρχεται ο πωλητής : "Πως θα επιθυμούσε την μοτοσυκλέτα του ο κύριος; Σε πορτοκαλί, μπλε-κίτρινο, ή άσπρο-κόκκινο; Να δούμε και την λίστα του εξοπλισμού;". Το φανταστικό χειρότερο σενάριο δεν απέχει πολύ από αυτό που γίνεται ήδη σε κάποιες από τις μάρκες του VW Group, εταιρίας που ο Pierer έχει δηλώσει πως θαυμάζει πολύ. Audi, Volkswagen και Seat χρησιμοποιούν κοινά πλαίσια, κινητήρες και εξαρτήματα, σε τέτοιο βαθμό που και όσοι τα δοκιμάζουν απορούν με την διαφοροποίηση της τιμής τους. Παρακολούθησα πρόσφατα μια εκπομπή της Deutsche Welle, όπου ο δοκιμαστής ενός νέου Skoda Octavia προσπαθούσε να καταλάβει γιατί είναι 1.300 ευρώ φθηνότερο (στην Γερμανία) από ένα Golf με ίδιο κινητήρα και εξοπλισμό. Έψαξε τα πάντα, από τα διάκενα του αμαξώματος μέχρι τα υλικά του εσωτερικού, τον κινητήρα, τις επιδόσεις, τα πάντα, και η μόνη διαφορά που βρήκε ήταν λιγότερη ηχομόνωση, που δεν δικαιολογούσε την διαφορά τιμής. Φτάνουμε έτσι στο περίφημο "positioning" της κάθε μάρκας, την προσλαμβάνουσα εικόνα της στην αγορά, που μαζί με το όνομα και τα λογότυπα "διαφοροποιεί" τις επιμέρους μάρκες. Ο Pierer δεν έχει κάνει σαφές ποια θα είναι η Audi, ποια η VW και ποια η Skoda της ΚΤΜ.

Η αποτυχία της συνεργασίας Suzuki – Kawasaki, που ήθελαν να πουλάνε τις ίδιες μοτοσυκλέτες με άλλα χρώματα και λογότυπα, είναι ένα κακό προηγούμενο, που δείχνει όμως πως οι μοτοσυκλετιστές δεν είναι αδαείς, και που απέδειξε πως το να έχουν οι έμποροι "περισσότερα μοντέλα να πουλάνε" δεν εγγυάται καμία επιτυχία. Είχαμε ακούσει βέβαια τότε έναν κάτοχο Kawasaki KLV 1000 να επιμένει πως το μηχανάκι του είναι πιο γρήγορο από V-Strom 1000. Ίσως ήταν το πορτοκαλί του χρώμα που του έδινε παραπάνω χιλιόμετρα. Στην Ιταλία η πρακτική "αλλαγής αυτοκόλλητων" είχε εφαρμοστεί παλιότερα και μεταξύ Moto Guzzi και Benelli, αλλά και στην ίδια την Husqvarna όταν την είχαν αποκτήσει οι Castiglioni και την μετέφεραν στην Ιταλία, όταν βάφτισαν Husqvarna τα δίχρονα Cagiva, εγκαταλείποντας τους κινητήρες και τα πλαίσια των Σουηδών. Επί της ουσίας όμως μια χαρά μοτοσυκλέτες ήταν, και είναι ακόμα μαζί μας ως WR250/300, με φανατικούς οπαδούς. Πωλούνταν και παράλληλα για ένα διάστημα, ως Husqvarna τα enduro και ως Cagiva τα ΜΧ. Άλλο παράδειγμα εταιριών που να μοιράζονταν κινητήρες και πλαίσια δεν έχουμε, αν δεν θέλουμε να πάμε πίσω στην υπό κατάρρευση Βρετανική βιομηχανία μοτοσυκλετών, και να θυμηθούμε πανομοιότυπα Triumph – ΒSA και AJS – Matchless.

To πώς θα διαχειριστεί ο Pierer το νέο του απόκτημα μένει να αποδειχθεί. Και σίγουρα, όπως και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν πως η Husqvarna είναι Σουηδική ενώ αυτό έχει αλλάξει από το 1987, έτσι και σε είκοσι χρόνια οι σημερινοί πιτσιρικάδες θα νομίζουν πως ήταν πάντα Αυστριακή. Η χώρα προέλευσης είχε μεγάλη σημασία, γιατί ήταν αυτονόητο πως μεταφερόταν στις μοτοσυκλέτες που κατασκευάζονταν εκεί η νοοτροπία, οι ιδιοσυγκρασίες, η ψυχοσύνθεση και η τεχνολογικές δεξιότητες των ανθρώπων που τις εξέλισσαν και τις κατασκεύαζαν. Έτσι τις φαντάζονταν, έτσι τις ήθελαν, έτσι τις έφτιαχναν. Άλλο οι Ισπανοί, άλλο οι Άγγλοι, άλλο οι Γάλλοι, άλλο οι Ιταλοί, άλλο οι Γερμανοί, άλλο οι Αμερικάνοι κι άλλο οι Ιάπωνες. Ξεχώριζαν η μια από την άλλη με την πρώτη ματιά, με την πρώτη βόλτα. Τώρα όλα αυτά έχουν θολώσει, και γυρισμός δεν υπάρχει. Οι δε εταιρίες, πηγαίνουν την παραγωγή τους εκεί που περιμένουν να πουλήσουν, κι εκεί που θα φτιάξουν τις μοτοσυκλέτες τους φθηνότερα. Αυτές τις κινήσεις τις καθορίζει προς το παρόν η νοτιοανατολική Ασία. Ήδη οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές αυτοκινήτων έχουν εργοστάσια εκεί, ήδη οι μεγαλύτεροι ευρωπαίοι κατασκευαστές μοτοσυκλετών έχουν ή θα αποκτήσουν. Κι εντάξει, ας πούμε πως δεν μας απασχολεί το πού φτιάχνονται, αφού αν είναι σωστά φτιαγμένα και ταυτόχρονα φθηνότερα, μας συμφέρει.

Η ΚΤΜ, που έχει φτιάξει καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη εταιρία το συνδυασμό μοτοσυκλέτα - αξεσουάρ - αγώνες - πάντα κοντά στον αναβάτη, έχοντας καταλάβει πως το after sales είναι ό,τι πιο σημαντικό, φιλοδοξεί να κυριαρχήσει παγκόσμια στο χωματερό χώρο, και θεωρώντας πως έχει αφήσει πίσω της τους Ευρωπαίους, να ξεπεράσει και τους τρεις Ιάπωνες μαζί (αίνιγμα των δηλώσεων του Pierer η απουσία αναφοράς στην Honda). Ο κίνδυνος, για όσους υποστηρίζουν την... βιοποικιλότητα στην μοτοσυκλέτα, είναι να ασχολείται μία ομάδα εξέλιξης και με τις τρεις εταιρίες, κάνοντας και τα Husqvarna τόσο όμοια με τα ΚΤΜ και Husaberg όσο είναι κι αυτά μεταξύ τους. Κι εδώ οικονομία κλίμακας, με το μεγάλο μέρος του R&D της ΚΤΜ ελεύθερο να ασχολείται με μοτοσυκλέτες για τις "αναπτυσσόμενες χώρες", για εκεί δηλαδή που είναι και το ζουμί, αν μιλάμε για business κι όχι για ρομαντικές ιδέες. Μόνο στην Ινδία, μόνο τον Ιανουάριο του 2013, πουλήθηκαν πάνω από ένα εκατομμύριο τριακόσιες χιλιάδες μοτοσυκλέτες.

Εν τω μεταξύ, οι αθεράπευτα ρομαντικοί ας αναλογιστούν πως η Σουηδική ψυχή της Husqvarna χάθηκε το 1987, με τα τελευταία ίχνη Σουηδικού DNA να ανιχνεύονται στα 630, χωρίς αυτό να επηρεάσει αρνητικά τα σημερινά της μηχανάκια, που παραμένουν και ακλόνητα και πολεμικά και ευέλικτα. Μένει να δούμε τι ψυχή θα τους εμφυσήσουν οι Aυστριακοί, κι αν θα συνεχίσουν την παράδοση του Σουηδικού ατσαλιού, όπως άξια έκαναν οι Ιταλοί και συνέχισαν οι Γερμανοί. Γιατί δεν είναι πια θέμα εθνικότητας, αλλά άποψης για τις μοτοσυκλέτες, και η ΚΤΜ έχει τώρα την ευκαιρία να ενισχυθεί, αν κάτσει να κατανοήσει γιατί τα Husqvarna είναι Husqvarna.