Aprilia Tuono 1100 Factory

Η πιο αδικημένη μοτοσυκλέτα του κόσμου
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

16/10/2017

Την προηγούμενη εβδομάδα είχαμε στα χέρια μας τη Aprilia Tuono 1100 Factory και στο τεύχος του Νοεμβρίου θα υπάρχει το αναλυτικό τεστ της. Αλλά δεν σας κρύβουμε ότι μας τρώνε τα δάκτυλά μας να γράψουμε κάτι για αυτή στο πληκτρολόγιο από τώρα. Η αιτία δεν είναι μόνο ότι πρόκειται για μια εντυπωσιακή μοτοσυκλέτα υψηλών επιδόσεων, ούτε γιατί κουβαλάει πάνω της την τελευταία λέξη της τεχνολογίας.

 

Αιτία είναι η πεποίθηση μας ότι πρόκειται για την πιο αδικημένη εμπορικά μοτοσυκλέτα στην ιστορία. Καταλαβαίνουμε ότι 20.000 ευρώ για μοτοσυκλέτα έχουν μόνο όσοι είναι πάνω από 40 ετών και σε αυτή την ηλικία πας και αγοράζεις on-off και όχι ένα πυραυλοκίνητο, ουσιαστικά μονόσελο, streetfighter.

Όμως ακόμα κι έτσι, το Tuono 1100 Factory έπρεπε να πουλάει πολύ περισσότερο. Αν όχι να πουλάει, τουλάχιστον να έχει από τον κόσμο τον σεβασμό που του αξίζει. Είμαστε απόλυτα σίγουροι ότι αν στο ρεζερβουάρ της είχε το σήμα της Honda ή της Yamaha, θα είχε γίνει μύθος αντίστοιχος του Fireblade και του R1. Τα λάθη της Piaggio στον τομέα της εμπορικής προώθησης των V4 της Aprilia είναι άπειρα! Βασικά έχουν κάνει ό,τι πέρναγε από το χέρι τους για να ΜΗΝ πουλήσουν!

Για το 2017 το Tuono 1100 Factory έχει νέα ηλεκτρονικά, με κεντρική μονάδα IMU με τρεις αισθητήρες επιτάχυνσης και αναβαθμισμένο λογισμικό, την πιο εντυπωσιακή σε δυνατότητες έγχρωμη οθόνη οργάνων, νέους διακόπτες, ρυθμιζόμενο Cornering ABS… της Παναγιάς τα μάτια. Το owner’s manual ζυγίζει ένα κιλό! Ήδη από το προηγούμενο μοντέλο του 2015, οι μπιέλες είναι της αυστριακής Pankl και τα έμβολα της γερμανικής Muhle. Το κόστος του service των 10.000 χιλιoμέτρων είναι αντίστοιχο ενός Beverly.

Παρά τις προδιαγραφές Euro 4 που έχουν φιμώσει  την εξάτμιση, η χροιά του ήχου όταν χουφτώνεις το γκάζι στις 6.000 στροφές εξακολουθεί να σου σηκώνει την τρίχα. Είναι από τις ελάχιστες μοτοσυκλέτες που η τεχνολογική αρτιότητα και οι ψυχροί αριθμοί των επιδόσεων, συνδυάζονται με το συναίσθημα.   

Παρ’ όλα αυτά, απ’ όσους έχουν 20.000 ευρώ για μοτοσυκλέτα, δύσκολα θα σκεφτούν να τα δώσουν για ένα Tuono. Ίσως κάποια στιγμή θα πρέπει η Piaggio να κοιτάξει τον εαυτό της στον καθρέπτη.  

SYM Arctic Route 2025, Μέρος 8ο - Στον αρκτικό κύκλο του Καναδά [Gallery]

Ασταμάτητη βροχή, λάσπη, 4° βαθμοί Κελσίου και πυκνή ομίχλη στον Dempster Highway
SYM Arctic Route 2025, Μέρος 8ο
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

24/7/2025

Στον καναδικό βορρά συνεχίζει το SYM Arctic Route με τον Κωνσταντίνο Μητσάκη και το SYM ADXTG 400 να προσεγγίζουν τον Αρκτικό Κύκλο του Καναδά μέσω της απαιτητικής Dempster Highway. 

Παρά τη συνεχή βροχή, την ομίχλη και τις δυσκολίες του χωμάτινου τερέν, το adventure scooter της SYM κατάφερε να φτάσει σε ακόμα ένα ορόσημο του ταξιδιού, χωρίς να παρουσιάσει κάποιο τεχνικό πρόβλημα.

SYM Arctic Route 2025, Μέρος 8ο

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο του Κωνσταντίνου Μητσάκη:

"Η επόμενη αποστολή του SYM ARCTIC ROUTE 2025 ήταν η προσέγγιση του Αρκτικού κύκλου του Καναδά. Για να επιτευχθεί ο στόχος θα έπρεπε – με αφετηρία την Dawson City – να οδηγήσω περίπου 410 χλμ. πάνω στον χωμάτινο οδικό άξονα Dempster Highway, προκειμένου το απροβλημάτιστο SYM ADXTG 400 να πατήσει τη νοερή γραμμή του καναδέζικου Αρκτικού κύκλου. Πάμε ξανά βορρά…
 Δυστυχώς, οι καιρικές συνθήκες καθοδόν κάθε άλλο παρά ευνοϊκές ήταν! Ασταμάτητη βροχή, τσουχτερό κρύο (4°C) και πυκνή ομίχλη επικρατούσαν σε όλη τη διαδρομή προς τον αρκτικό προορισμό, γεγονός που με υποχρέωσε να διακόψω προσωρινά την πορεία μου (μετά από 8 ώρες οδήγησης και μόλις 280 χλμ.) και να κατασκηνώσω στην άκρη του δρόμου. Όμως, το δυσκολότερο πρόβλημα ήταν ξεκάθαρα η κατάσταση του δρόμου, ο οποίος είχε μετατραπεί σ’ ένα εργοτάξιο λάσπης, δυσχεραίνοντας αφάνταστα την οδήγηση…
Την επόμενη μέρα, επιστρατεύοντας πολύ κουράγιο και επιμονή, κατάφερα να προσεγγίσω εντέλει τον Αρκτικό κύκλο μετά από 130 βασανιστικά χιλιόμετρα και να πανηγυρίσω (κάτω από εκνευριστικό ψιλόβροχο) την ολοκλήρωση άλλου ενός αρκτικού άθλου. Κι όταν σίγησαν οι μοναχικοί πανηγυρισμοί, έκανα αμέσως μεταβολή και κατευθύνθηκα στον κοντινό οικισμό Eagle Plains, όπου και διανυκτέρευσα ξανά στη σκηνή μου. Πάντα με το σπρέι πιπεριού στο προσκέφαλο, υπό τον φόβο των αρκούδων…
Στην Dawson City όπου επέστρεψα με λιακάδα, ξεκουράστηκα και ανασυγκροτήθηκα για την επικείμενη επιστροφή στο μακρινό Montreal – μόλις 6.500 χλμ. με χώριζαν πλέον από το φινάλε του βορειοαμερικανικού οδοιπορικού μου! Ωστόσο, η πιο δυνατή ανάμνηση που μου χάρισε η πόλη των χρυσοθήρων ήταν αναμφίβολα η συνάντησή μου με τον καλοσυνάτο Αντώνη Ντόβα, τον ιδιοκτήτη του ελληνικού εστιατορίου “The Drunken Goat”. Εγκαταστημένος στην Dawson City τα τελευταία 25 χρόνια, ο Αντώνης με καλωσόρισε με περίσσια χαρά και προχώρησε σε μια αυθόρμητη κατάθεση ψυχής για την ζωή του εδώ στον παγωμένο βορρά του Καναδά, η οποία με συγκίνησε αφάνταστα. Φίλε Αντώνη, σε ευχαριστώ πολύ…”