Ducati Multistrada V4: Έφτασε τις 5.000 πωλήσεις μέσα σε έξι μήνες
Άλλο ένα best seller της οικογένειας των ιταλικών V4
Από τον
Μπάμπη Μέντη
17/6/2021
Από τη στιγμή που η Ducati άρχισε να παρουσιάζει τα νέα μοντέλα της V4 πλατφόρμας, διαρκώς χτυπά φλέβα χρυσού στον τομέα των πωλήσεων. Το Panigale V4 έγινε το best sellerτων superbikeτης παγκόσμιας αγοράς και το Streetfighter V4 ξεπούλησε από την πρώτη χρονιά. Οπότε δεν προκαλεί έκπληξη που η νέα Multistrada V4 κατάφερε σε μόλις έξι μήνες από την εμφάνισή της στις αγορές να αγγίξει τις 5.000 πωλήσεις, παρά το γεγονός πως πρόκειται για μια hi-end μοτοσυκλέτα, όχι μόνο σε τεχνολογία και επιδόσεις αλλά φυσικά και σε τιμή. Η μοτοσυκλέτα Νο 5000, παραδόθηκε στη Γερμανία και ο ιδιοκτήτης της την παρέλαβε από το κατάστημα της Ducatiστο Ingolstadt, που είναι ταυτόχρονα και η πόλη-έδρα της Audi. Ακολουθεί το σχετικό δελτίο τύπου της ελληνικής αντιπροσωπείας:
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Αργυρούπολη, 16 Ιουνίου 2021
H νέα DucatiMultistrada ξεπέρασε το φράγμα των 5.000 πωλήσεων παγκοσμίως
Οι φίλοι των δύο τροχών έχουν υποδεχθεί με ενθουσιασμό τη νέα Ducati Multistrada, με το νέο μοντέλο να ξεπερνάει τις 5.000 πωλήσεις σε όλο τον κόσμο, σε λιγότερο από έξι μήνες
Η Multistrada “No. 5.000” παραδόθηκε στον τυχερό κάτοχό της, συνοδευόμενη από σχετικό πιστοποιητικό, σε μία εκδήλωση στο Ingolstadt της Γερμανίας
Έξι μήνες μετά το λανσάρισμά της, η DucatiMultistradaV4 ξεπέρασε το ορόσημο των 5.000 πωλήσεων, σε παγκόσμιο επίπεδο. Η μοτοσυκλέτα “Νο. 5.000” είχε παραγγελθεί από έναν Ducatista στη Γερμανία. Η Multistrada V4 S Sport με πλήρη εξοπλισμό, παραδόθηκε με κάθε επισημότητα στον κ. Karl-Heinz Lebensieg, τον τυχερό πελάτη, από τον αντιπρόσωπο της Ducati στο Ingolstadt. Παράλληλα, η Ducati Motor Deutschland παρέδωσε στον κ. Lebensieg ένα αναμνηστικό γλυπτό που απεικονίζει τη Multistrada V4, μαζί με ένα πιστοποιητικό που βεβαιώνει τον σειριακό αριθμό αυτής της ιδιαίτερης μοτοσυκλέτας.
Η νέα Multistrada V4, που είχε παρουσιαστεί το τελευταίο τρίμηνο του περασμένου έτους στην εκδήλωση 2021 DucatiWorldPremière, είναι μια μοτοσυκλέτα στην οποία οι επιδόσεις και ο σπορ χαρακτήρας της Ducati συνδυάζονται με άνευ προηγουμένου άνεση οδήγησης και ευελιξία. Ως αποτέλεσμα, είναι ιδανική για χρήση σε όλους τους δρόμους και όλες τις συνθήκες. Εξοπλισμένη με τον κινητήρα V4 Granturismo, η Multistrada V4 έχει διαστήματα συντήρησης (έλεγχος βαλβίδων) κάθε 60.000 χλμ., προσφέρει ένα ολοκληρωμένο σύστημα πλοήγησης πλήρους απεικόνισης, με χάρτες που μπορούν να προβληθούν απευθείας στον πίνακα οργάνων και είναι η πρώτη μοτοσυκλέτα στον κόσμο που είναι εξοπλισμένη με μπροστινό και πίσω ραντάρ, για επιπλέον ασφάλεια.
Για να καλύψει τις ποικίλες ανάγκες των πελατών της, η Ducati δημιούργησε διαφορετικές διαμορφώσεις για τις εκδόσεις που απαρτίζουν την γκάμα της νέας Multistrada. Ο διαδικτυακός Ducati Configurator, διαθέσιμος στο site της μάρκας στο Ducati.com, επιτρέπει στον υποψήφιο πελάτη την πλήρη διαμόρφωση της μοτοσυκλέτας του σύμφωνα με το προσωπικό του γούστο, με επιλογή πακέτων αξεσουάρ που ταιριάζουν καλύτερα στις ανάγκες του, προκειμένου στη συνέχεια να επισκεφθεί για το τελικό στάδιο και την παραγγελία, τον dealer της περιοχής του.
Η νέα Multistrada είναι διαθέσιμη σε όλες τις διαθέσιμες εκδόσεις και στην Ελλάδα, στο Ducati Athens και το δίκτυο εξουσιοδοτημένων συνεργατών Ducati.
H Phelon & Moore έρχεται Ελλάδα - Μέσω της TEOREN MOTORS Α.Ε.
Η ελληνική εισαγωγική ενισχύει την παρουσία της στους δύο τροχούς - Πότε έρχονται
Από τον
Θοδωρή Ξύδη
10/11/2025
Η TEOREN MOTORS Α.Ε. ανέλαβε την εισαγωγή των μοτοσυκλετών και σκούτερ της αναγεννημένης Phelon & Moore στην ελληνική αγορά.
Γνωρίζαμε από πέρσι τις συζητήσεις μεταξύ των δύο πλευρών, συζητήσεις που κατέληξαν τελικά σε συμφωνία μεταξύ της TEOREN MOTORS Α.Ε. και της Phelon & Moore με την ελληνική εισαγωγική να ενισχύει έτσι σημαντικά τη δίτροχη παρουσία της στην Ελλάδα έχοντας και την UM Motorcycles.
Η Phelon & Moore ιδρύθηκε στο Yorkshire της Αγγλίας το 1904, από τον Joah Phelon και τον μηχανικό Richard Moore. Ο Moore μπήκε στην εταιρεία έπειτα από τον θάνατο του ανιψιού του Phelon, Harry Rayner, σε τροχαίο δυστύχημα με την εταιρεία να ονομάζεται αρχικά Phelon & Rayner.
Αυτό που χαρακτήριζε τις Phelon & Moore ήταν οι καινοτομίες που τις έκαναν να ξεχωρίζουν αλλά και η φήμη που απέκτησαν ως πολύ ποιοτικές και αξιόπιστες μεταξύ των δύο πολέμων, ενώ ήταν δημοφιλείς και με side car.
Οι P&M χρησιμοποιούσαν μετάδοση με αλυσίδα από το 1902, λίγο αργότερα ήρθαν και τα κιβώτια ταχυτήτων (δύο στην αρχή και έπειτα τέσσερεις) ενώ σήμα κατατεθέν τους ήταν ο μονοκύλινδρος κινητήρας που αποτελούσε ενεργό μέρος του πλαισίου και είχε περιστραφεί ολόκληρος μέσα στο πλαίσιο κατά 40 μοίρες (κινητήρας sloper). Το πρώτο πρωτότυπο έκανε την εμφάνισή του το 1900 με τα χειροποίητα μοντέλα να κατασκευάζονται και να πωλούνται μεταξύ 1901 και 1903.
Η προσπάθεια για την αναβίωση της Phelon & Moore ξεκίνησε πριν από τέσσερα χρόνια από μια ομάδα επενδυτών, με την αναγεννημένη εταιρεία να κάνει επίσημο ντεμπούτο στην περσινή EICMA με δύο μοτοσυκλέτες και δύο σκούτερ (διαβάστε περισσότερα εδώ).
Μεταξύ των επενδυτών είναι και η οικογένεια Villegas της UM Motorcycles με συνιδρυτή τον Diego Villegas. Η εγγραφή της εταιρείας έχει γίνει στο Λονδίνο με την Phelon & Moore να έχει γραφεία και στο Τορίνο της Ιταλίας.
Σύμφωνα και με σχετικές αναφορές κάποιοι πιστεύουν ότι η P&M, ενσωματώνοντας όλα τα παραπάνω, ήταν η πρώτη που ξέφυγε από τα ποδήλατα με κινητήρα και δημιούργησε την πρώτη πραγματική μοτοσυκλέτα. Αυτό το χαρακτηριστικό παρέμεινε μέχρι και το οριστικό κλείσιμο της εταιρείας το 1966, με την P&M να βρίσκεται ήδη σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης από το 1962. Τα οικονομικά προβλήματα ξεκίνησαν τον 'B ΠΠ γιατί σε αντίθεση με τον 'A ΠΠ, η P&M δεν ήταν ανάμεσα στις εταιρείες που κατασκεύασαν μοτοσυκλέτες μαζικά για τον στρατό.
Η Phelon & Moore βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε διαδικασία "χτισίματος" της γκάμας της, η οποία απαριθμεί μέχρι στιγμής δύο μοτοσυκλέτες και δύο scooter, τα οποία κατασκευάζονται στην Κίνα.
Η πρώτη μοτοσυκλέτα, στην οποία οι άνθρωποι της εταιρείας ποντάρουν πολλά ειδικά για τις ευρωπαϊκές αγορές, είναι η crossover Capetown 7 με το όνομά της να αποτίνει φόρο τιμής στον τελικό προορισμό των Theresa Wallach και Florence Blenkiron, την πρωτεύουσα της Ν. Αφρικής, με τους Βρετανούς να έχουν ξεκινήσει από το Λονδίνο για να διασχίσουν την Αφρική στη σέλα μιας Panther.
Η Capetown 7 είναι διαθέσιμη σε δύο εκδόσεις, μία με χυτές αλουμινένιες ζάντες και μία με ακτινωτούς τροχούς. Και στις δύο εκδόσεις η εμπρός ζάντα είναι 19 ιντσών -17 η πίσω- με τις διαδρομές των αναρτήσεων και στα δύο άκρα να βρίσκονται στα 170 χλστ., ενώ αυτό που την κάνει να ξεχωρίζει είναι το αλουμινένιο μονόμπρατσο ψαλίδι της, με την υπόλοιπη αισθητική της μοτοσυκλέτας να είναι εύπεπτη και να μην μοιάζει με άλλο μοντέλο της κατηγορίας.
Ο κινητήρας της crossover είναι εν σειρά δικύλινδρος στα 693 κ.εκ. με την ισχύ του να ανακοινώνεται στους 74 ίππους και τη μέγιστη τιμή της ροπής στα 6,94 χιλιογραμμόμετρα ροπής στις 8.500 και 6.500 σ.α.λ. αντίστοιχα. Η Capetown 7 φέρει TFT οθόνη που συνδέεται με κινητό και προσφέρει λειτουργία mirroring, ενώ στον εξοπλισμό της περιλαμβάνονται ρυθμιζόμενη οθόνη, χούφτες traction control, σύστημα παρακολούθησης πίεσης ελαστικών, ABS που απενεργοποιείται και full LED φώτα.
Στις αναρτήσεις, τέλος, έχουμε πλήρης ρυθμίσεις για το πιρούνι των 43 χλστ. και υδραυλική προφόρτιση για το αμορτισέρ, ενώ στα φρένα βλέπουμε δίσκους 320 χλστ. και ακτινικής τοποθέτησης δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων. Το ύψος της σέλας είναι 810 χλστ. (830 για την ), το μεταξόνιο βρίσκεται στα 1.550 χλστ. και το βάρος στα 249 κιλά πλήρης υγρών για την "Χ" και στα 240 κιλά για την "S".
Επόμενη μοτοσυκλέτα είναι η Panther, η cruiser που παράγεται επίσης σε δύο εκδόσεις τη C και την S που ξεχωρίζουν μεταξύ τους επίσης στις λεπτομέρειες: η C έχει πιο κλασική αισθητική και όρθια θέση οδήγησης με μπόλικη δόση χρωμίου σε εξάτμισης και άλλα σημεία της, ενώ η S είναι η πιο σπορ με λεπτομέρειες και εξάτμιση -διαφορετική- σε μαύρο χρώμα, τιμόνι πιο χαμηλά τοποθετημένο, διαφορετική, μονή σέλα και κανονικά μαρσπιέ αντί για floor boards. Διαφορετική είναι επίσης η θέση της στρογγυλής TFT οθόνης των 4,5 ιντσών με την C να την έχει στο ρεζερβουάρ και την S στο τιμόνι.
Η Panther έχει V2 κινητήρα στα 573 κ.εκ. με τη ισχύ και την ροπή του να βρίσκεται στους 54 ίππους και τα 4,95 χιλιογραμμόμετρα στις 8.500 και 6.500 σ.α.λ. αντίστοιχα, με μεταξόνιο στα 1.600 χλστ. και βάρος στα 249 κιλά πλήρης υγρών -246 για την S-, ενώ το ύψος της σέλας βρίσκεται στα χαμηλά 700 χλστ.
Το Panthette X είναι το crossover σκούτερ της Phellon & Moore και θα είναι διαθέσιμο σε δύο εκδόσεις, μία με μοτέρ στα 125 κ.εκ. για δίπλωμα κατηγορίας Α1 και μία στα 300 κ.εκ. Στην πρώτη περίπτωση η ισχύς βρίσκεται στους 12 ίππους και τα 1,19 kg.m, ενώ ο μεγαλύτερος κινητήρας αποδίδει 31,5 ίππους και 2,55 kg.m στις 8.000 και 5.000 σ.α.λ. αντίστοιχα.
Υπάρχει και έκδοση στα 250 κυβικά που πληροί επίσης της Euro 5+ προδιαγραφές, με μικρή απόκλιση προς τα κάτω αναφορικά με την απόδοσή της και δεν γνωρίζουμε ακόμη αν θα εισαχθούν και οι δύο. Ο εξοπλισμός είναι σε υψηλό επίπεδο με φωτιζόμενους διακόπτες, θερμαινόμενα γκριπ, χούφτες αλλά και TFT οθόνη επτά ιντσών με λειτουργία mirroring, ενώ η τελική μετάδοση γίνεται με ιμάντα.
Για εκείνους που θέλουν περισσότερη κομψότητα η Phelon &Moore διαθέτει το Panthette S, ένα σκούτερ που ξεχωρίζει από τον μεγάλο, σχεδόν στρογγυλό προβολέα του, με τον εμπρός τροχό να έχει ζάντα 16 ιντσών -14 πίσω-, ενω ξεχωριστή είναι και η κάθετα τοποθετημένη TFT των επτά ιντσών. Κάτω από τη σέλα χωρά ένα demi-jet κράνος, ενώ στον εξοπλισμό του Panthette S περιλαμβάνεται TPMS σύστημα παρακολούθησης πίεσης των ελαστικών, σύστημα start & stop και ABS και θα είναι διαθέσιμο με τρεις διαφορετικούς κινητήρες. Και σε αυτή την περίπτωση δεν γνωρίζουμε αν θα εισαχθούν όλες οι εκδόσεις, με την πρώτη να έχει αερόψυκτο κινητήρα 125 κ.εκ. με απόδοση στους 9,1 ίππους, την δεύτερη να φέρει υγρόψυκτο 125άρη 12 ίππων και την τρίτη 200άρη κινητήρα με 17 ίππους και 1,53 kg.m ροπής.
Στη φετινή EICMA η P&M παρουσίασε και την roadster Brighton 6 με εν σειρά δικύλινδρο 550 κ.εκ. που αποδίδει 59 ίππους -διαβάστε περισσότερα εδώ.
Το Capetown 7 αναμένεται στην ελληνική αγορά στα τέλη του ερχόμενου Ιανουαρίου, ενώ τα υπόλοιπα στα τέλη του Φεβρουαρίου 2026.