Κορωνοϊός: Σταματά και η MV Agusta την παραγωγή

Από αύριο 26 Μαρτίου
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

25/3/2020

Τελευταία ημέρα σήμερα για το παραλίμνιο εργοστάσιο της MV Agusta που αναστέλλει την παραγωγή του, ακολουθώντας τα νέα αυστηρότερα μέτρα.

Η MV Agusta έχει γραμμές παραγωγής στις όχθες της λίμνης Varese στην Λομβαρδία, την περιοχή που έχει πληγεί περισσότερο από κάθε άλλη. Έως τώρα λειτουργούσε με προσωπικό ασφαλείας και μειωμένες βάρδιες, διατηρώντας κινητικότητα στις γραμμές παραγωγής.

Από αύριο όμως οι πόρτες κλείνουν, οι μηχανικοί παίρνουν υποχρεωτική άδεια και εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς των εργαζομένων που αναστέλλεται η σύμβασή τους προσωρινά, ενώ τα υπόλοιπα τμήματα θα συνεχίσουν να εργάζονται απομακρυσμένα από το σπίτι, στο μέτρο που αυτό είναι δυνατό.

Κάτω από το βουνό που είναι μνημείο της Unesco, στις όχθες μίας λίμνης 60 χιλιόμετρα βόρεια του Μιλάνο, το εργοστάσιο της MV Agusta θυμίζει resort τόσο από ψηλά, όσο και πλησιάζοντας στο σημείο μιας και για γείτονες έχει ξενώνες και ξενοδοχεία που εδώ και μέρες είναι έρημα. Η απομόνωση αυτή επέτρεπε την λειτουργία χωρίς μεγάλο κίνδυνο επαφών με το προσωπικό να έχει συμφωνήσει πως θα τηρεί ευλαβικά τα μέτρα ακόμη κι όταν δεν εργάζονται. Από αύριο όμως, τα πάντα στην MV Agusta πρέπει να σταματήσουν, χωρίς να υπάρχει αυτή την στιγμή ακριβής ημερομηνία επιστροφής στην εργασία.

Η Ιταλία έχει ανακοινώσει πως θα παραμείνει σε καθεστώς έκτακτης ανάγκης έως και τον Ιούλιο.

Ο κ.Timur Sardarov CEO της MV Agusta SpA δήλωσε πως αυτή την στιγμή προτεραιότητα αποτελεί η υγεία και η ασφάλεια των εργαζομένων και η εναρμόνιση με τους κανονισμούς της κυβέρνησης. «Είμαστε σε επιφυλακή παρατηρώντας και επιβλέποντας τις συνθήκες για όλο το προσωπικό, για την ασφάλεια όλων. Κοιτάμε το μέλλον με αυτοπεποίθηση και είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε και πάλι δυναμικά, μόλις περάσει η κρίσιμη αυτή κατάσταση».

BOAK: Νέα αποζημίωση στην κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ

Καθυστερήσεις στις απαλλοτριώσεις οδηγούν σε νέα οικονομική επιβάρυνση του Δημοσίου
ΒΟΑΚ
Από τον

Φίλιππο Σταυριδόπουλο

10/10/2025

Μετά την πρόσφατη αποζημίωση των 21 εκατ. ευρώ για το τμήμα Νεάπολη–Άγιος Νικόλαος, ο ανάδοχος (ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ) του έργου Χερσόνησος–Νεάπολη ζητά πλέον 124 εκατ. ευρώ, επικαλούμενος καθυστερήσεις λόγω έλλειψης ωριμότητας των απαλλοτριώσεων

Η υπόθεση αφορά το τμήμα του Βόρειου Οδικού Άξονα Κρήτης (ΒΟΑΚ) από Χερσόνησο έως Νεάπολη, που υλοποιείται από την κοινοπραξία ΑΚΤΩΡ – ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ. Το έργο, μήκους 22,44 χιλιομέτρων, λαμβάνει παράταση 16,3 μηνών καθώς οι καθυστερήσεις στην παράδοση των απαλλοτριωμένων χώρων εμπόδισαν την πρόοδο των εργασιών.

Η αρχική ημερομηνία ολοκλήρωσης, του κυβερνητικά πολυδιαφημισμένου έργου, είχε οριστεί για τις 21 Απριλίου 2027, ωστόσο, όπως σημειώνεται στην απόφαση του Υπουργείου Υποδομών, “δεν διαπιστώθηκαν εργασίες που θα μπορούσε να εκτελέσει ο ανάδοχος για να περιορίσει τις καθυστερήσεις”, αναλαμβάνοντας εμμέσως την ευθύνη. Έτσι, το υπουργείο αποδέχτηκε το δικαίωμα του αναδόχου να ζητήσει αποζημίωση, το ακριβές ύψος της οποίας παραμένει άγνωστο, καθώς “θα οριστικοποιηθεί μετά την υποβολή όλων των απαιτούμενων δικαιολογητικών και την εξέτασή τους από την Αναθέτουσα Αρχή”.

Η εξέλιξη αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει το υψηλό κόστος που προκαλούν οι ελλείψεις ωριμότητας στα μεγάλα έργα υποδομής. Οι καθυστερήσεις στις απαλλοτριώσεις, που δεν αποτελούν ευθύνη του αναδόχου, μεταφράζονται σε σημαντικές αποζημιώσεις προς τις εταιρείες, τις οποίες τελικά επωμίζεται το Δημόσιο.

Το έργο Χερσόνησος–Νεάπολη περιλαμβάνει:

  • 22,44 χλμ. αυτοκινητόδρομου με πλάτος οδοστρώματος 21,5 μ.
  • 9,65 χλμ. παράπλευρου και κάθετου δικτύου
  • 12 γέφυρες μονού κλάδου (1,7 χλμ.)
  • 5 σήραγγες συνολικού μήκους 6,75 χλμ.
  • 5 ανισόπεδους κόμβους

Το τμήμα αυτό αποτελεί το δεύτερο εργοτάξιο του ΒΟΑΚ που έχει ξεκινήσει κατασκευές, μετά το Νεάπολη–Άγιος Νικόλαος, όπου οι εργασίες προχωρούν. Το έργο των 14,5 χιλιομέτρων, με κόστος 186 εκατ. ευρώ, υλοποιείται επίσης από την ΤΕΡΝΑ και την ΑΚΤΩΡ και έχει ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης.

Η νέα διεκδίκηση των 124 εκατ. ευρώ επαναφέρει στο προσκήνιο το ζήτημα της επαρκούς προετοιμασίας των μεγάλων έργων πριν από τη δημοπράτησή τους, ένα θέμα που, όπως φαίνεται, κοστίζει ακριβά στην πολιτεία και κατ’ επέκταση στους πολίτες.