Ο Pierre Terblanche στην Norton !

Από το

Μαύρο Σκύλο

20/1/2011

Με μια αναπάντεχη κίνηση που σηματοδοτεί την εμφάνιση ενός σημαντικού νέου παίκτη στον όλο και πιο δραστήριο ευρωπαϊκό κλάδο της μοτοσυκλέτας, ο Pierre Terblanche μετακόμισε πλέον στην Βρετανία –από τις 4 Ιανουαρίου– αναλαμβάνοντας να διευθύνει την ανάπτυξη των μελλοντικών μοντέλων της αναγεννημένης ιστορικής φίρμας που εδρεύει στο Donington Park. Ο Terblance, που γεννήθηκε στην Νότια Αφρική, είναι 54 ετών και τα τελευταία είκοσι χρόνια έχει δημιουργήσει μια σειρά από μοτοσυκλέτες που επάνω τους έχει εκφραστεί το ταλέντο του και ο καινοτόμος σχεδιασμός του. Έχοντας εργαστεί για την Ducati, την Cagiva και πιο πρόσφατα για την Moto Guzzi, η παρουσία του πλέον στην Norton δείχνει ότι ο δρόμος που άρχισε ο ιδιοκτήτης της Stuart Garner για να την φέρει πάλι στην παγκόσμια αγορά, θα σημαδευτεί από τις σχεδιαστικές ικανότητες του Pierre, για την ανάπτυξη νέας σειράς μοντέλων της Norton με σύγχρονους υγρόψυκτους κινητήρες με επικεφαλής εκκεντροφόρους. Μοντέλα που θα προστεθούν στη σειρά των “ρετρό” Commando 961 που παράγονται τώρα με τον αερόψυκτο δικύλινδρο με τα ωστήρια. "Η εμπειρία του Pierre να φέρνει καινοτόμα προϊόντα στην αγορά θα αποτελέσει παράγοντα ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη μοντέλων της Norton, δίνοντας παράλληλα τον δέοντα σεβασμό προς τις παράδοσή της”, λέει ο Garner και συνεχίζει, “η αποδεδειγμένη ικανότητά του να σκέφτεται έξω από τα συνηθισμένα, σεβόμενος την εικόνα της μάρκας με γεμίζει ενθουσιασμό που έχει έρθει να δουλέψει μαζί μας. Συνδυάζοντας την κλίση του να σχεδιάζει μοναδικές μοτοσυκλέτες, με την αγωνιστική ιστορία της Norton, θα μας επιτρέψει να δημιουργήσουμε μια σειρά μοτοσυκλετών που δεν θα μοιάζουν με καμιά άλλη μοτοσυκλέτα που είναι στην αγορά."
Αυτή είναι μια πρόκληση την οποία Pierre Terblanche απολαμβάνει. "Η Norton είναι ένα από τα μεγάλα ονόματα της μοτοσυκλέτας, και ήταν πάρα πολύ καλή ευκαιρία να συμμετέχω στην προσπάθεια να αποκτήσει τη παλιά της αίγλη, δημιουργώντας κάτι φρέσκο, αντλώντας από την ιστορία της και εκφράζοντάς σε σύγχρονο πλαίσιο”, λέει και συνεχίζει, “πολλές από τις μοτοσυκλέτες που θαύμαζα έχουν φτιαχτεί από τη Norton. Η John Player Norton με το αυτοφερόμενο πλαίσιο είναι από τις αγαπημένες μου όλων των εποχών όπως και η Norton Manx, η απόλυτη αγωνιστική μονοκύλινδρη όλων των εποχών. Μου αρέσει επίσης και η αρχική Commando ενώ ανυπομονώ αν οδηγήσω την καινούρια. Aκόμη το ότι ο άνθρωπος που παίρνει τις αποφάσεις και πληρώνει, ο Stuart, έχει το γραφείο του στην άλλη άκρη του εργοστασίου – και το οποίο δεν είναι πολύ μεγάλο – με κάνει να πιστεύω ότι μπορούμε να κάνουμε καλά πράγματα για την Norton και μάλιστα παίρνοντας πιο γρήγορα τις αποφάσεις από ότι στα μεγάλα εργοστάσια όπως της Ducati και Piaggio”. Απόφοιτος του Royal College of Art του Λονδίνου, εργάστηκε για την VW από το 1986 έως το 1989. Ήταν ήδη κάτοχος Ducati όταν ικανοποίησε την φιλοδοξία τους και μεταπήδησε στην Cagiva και μάλιστα δίπλα στον Massimo Tamburini στο κέντρο σχεδιασμού του, το CRC, αρχικά στο Ρίμινι και αργότερα στο Σαν Μαρίνο. Εκεί, εργάστηκε παράλληλα με τον Tamburini, αρχικά στην Paso 907, στην συνέχεια στην 888 Superbike, και τελικά στην αντικαταστάτριά της, την 916. Το 1992, ο Terblanche μετακόμισε στο κέντρο Morazzone της CRC , όπου δημιούργησε το περίφημο αγωνιστικό Ducati Supermonο, το Cagiva Canyon 600, και το Grand Canyon 900. Στην δημιουργία του Supermono συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τον νεαρό τότε μηχανικό Claudio Domenicali που ήταν υπεύθυνος γι' αυτό. Μετά την εξαγορά της Ducati από την TPG ο Terblance έφτιαξε το 1998 την 900 Supersport ενώ στην Intermot της ίδιας χρονιάς έδειξε το καινοτόμο και περιορισμένης παραγωγής MH900 Evoluzione, την πρώτη μοτοσυκλέτα που πουλήθηκε αποκλειστικά από το διαδίκτυο. Για την παραγωγή της έπρεπε να πείσει ο ίδιος την διοίκηση, όπως έκανε και στην περίπτωση της Multistrada που μπήκε στην παραγωγή το 2003. Μια μοτοσυκλέτα που βοήθησε πολύ στην αύξηση των πωλήσεων της εταιρείας και ήταν αποκλειστικά δική του σύλληψη.
Στο τέλος του ίδιου έτους, στο Tokyo Motor Show, έδειξε τις τρεις Sportclassic οδηγώντας την Ducati να τις βάλει σε παραγωγή. Στο τέλος του 2004 παρουσίασε το Hypermotard κάνοντας ιδιαίτερη εντύπωση στον κόσμο που την αντίκρισε στο Μιλάνο. Η μόνη από της δημιουργίες του Terblanche που δεν ενθουσίασε όταν εμφανίστηκε ήταν η 999, το 2003. Παρά του ότι ήταν καλύτερη και ευκολότερη μοτοσυκλέτα από την 916 δεν έπεισε τελικά ούτε κερδίζοντας τρεις παγκόσμιους τίτλους.
Μετά την αναχώρηση από τη Ducati το Δεκέμβριο του 2007, ο Terblanche εργάσθηκε ως σύμβουλος σχεδιασμού για διάφορες εταιρείες, κυρίως στην ναυπηγική βιομηχανία. Ένα χρόνο αργότερα ξαναγύρισε στις μοτοσυκλέτες και από τον Νοέμβριο του 2008 μέχρι τώρα, εργάστηκε ως σύμβουλος με πλήρη απασχόληση για την Piaggio, σε ποικιλία σχεδίων, συμπεριλαμβανομένων σκούτερ και μοτοσυκλετών, κυρίως μελλοντικά μοντέλα της Aprilia και Moto Guzzi. Χαρακτηριστικές δημιουργίες του ήταν και τα τρία πρωτότυπα μοντέλα που παρουσίασε η Μοτο Guzzi με τον κλασικό της κινητήρα στο Μιλάνο τo 2009, όπου έλαμψαν σαν αστέρια, και ίσως δούμε στο μέλλον κάποιο από αυτά να μπαίνει στη παραγωγή. Αλλά τώρα ο Pierre Terblanche είναι στη Μεγάλη Βρετανία, με την πρόκληση της αναζωογόνησης της Norton. Θα είναι συναρπαστικό να δούμε τι νέες ιδέες θα βγουν από το στούντιο σχεδίασης που είναι ήδη εγκατεστημένο γι 'αυτόν μέσα στο εργοστάσιο της Norton στο Donington Park - και το πιο πιθανό είναι ότι δεν θα χρειαστεί να περιμένουμε πολύ καιρό για να μάθουμε...
Pierre

Ρεπορτάζ Royal Enfield: Πανευρωπαϊκή Παρουσίαση εξοπλισμού αναβάτη στην Ελλάδα!

Βρεθήκαμε στη Βραυρώνα για την παρουσίαση των προϊόντων της RE στο δίκτυο των dealers της
Royal
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

31/7/2025

Την τελευταία τριετία υπάρχει πληθώρα νέου κόσμου που έμαθαν το όνομα της μάρκας μοτοσυκλετών με την μεγαλύτερη συνεχόμενη παρουσία, της Royal Enfield. Αυτό που φάνηκε την τελευταία τριετία είναι η εξωστρέφια με νέα μοντέλα που έκαναν την εμφάνισή τους την τελευταία πενταετία που σημαίνει πως η εξέλιξη αυτή που τώρα βλέπουμε έχει ξεκινήσει την τελευταία δεκαετία, με τον σχεδιασμό της στρατηγικής και την ανάπτυξη των νέων κινητήρων και των νέων μοντέλων. Κομμάτι αυτής της στρατηγικής είναι και ο εξοπλισμός αναβάτη.

Η ραγδαία επέκταση της Royal Enfield δεν σταματά στους δύο τροχούς αλλά συνεχίζει και στα προϊόντα προστατευτικού εξοπλισμού και lifestyle με την ινδική εταιρεία να επιλέγει την Ελλάδα για να παρουσιάσει τις νέες συλλογές στους dealers της στην Ευρώπη.

Στηριζόμενη στην παράδοση και την βρετανική κληρονομιά της η Royal Enfield έχει καταφέρει να πετύχει κάτι το ιδιαίτερα αξιόλογο αφού μέσα σε δυόμιση περίπου 10ετίες έφτασε να γίνει ένας πραγματικός γίγαντας ως κατασκευαστής μοτοσυκλετών, ενώ πριν από αυτό ήταν ένα ιστορικό όνομα με παραγωγή που δεν ξεπερνούσε τις μερικές δεκάδες χιλιάδες μοτοσυκλέτες ετησίως.

Σήμερα η RE, είναι μια εταιρεία με διεθνή παρουσία που κατασκευάζει περισσότερες από ένα εκατομμύριο μοτοσυκλέτες ετησίως. Προσέξτε, όχι δίκυκλα γενικά αλλά μοτοσυκλέτες. Ούτε σκούτερ, ούτε παπιά υπαρχουν στην γκάμα της Royal Enfield, ενώ ακόμη πιο σημαντικό ίσως είναι το γεγονός ότι η μικρότερη σε κυβισμό μοτοσυκλέτα της ξεκινά από τα 350 κ.εκ.

Εμείς σας είχαμε γράψει για το ιστορικό ρεκόρ της Royal Enfield πριν ακόμη συμβεί αυτό, μαζί με όλα εκείνα που συντέλεσαν στο να φτάσει σε αυτό το σημείο η ινδική εταιρεία με τις βρετανικές ρίζες (διαβάστε περισσότερα εδώ).

Royal Enfield 2025 ρουχισμός βραυρώνα

Βέβαια, η RE δεν έχει καμία πρόθεση να παραμείνει σε αυτό το ορόσημο και έχει ήδη καταστρώσει το σχέδιό της για να επεκταθεί περαιτέρω και εκτός της αχανούς ινδικής αγοράς στην οποία και έχει πάνω από το 90% του μεριδίου στην premium κατηγορία μοτοσυκλετών. Εκεί βέβαια premium θεωρείται το Hunter, το οποίο έχει αρχίσει να γίνεται σουξέ και στην Ευρώπη, για διαφορετικούς φυσικά λόγους, αφού εδώ ξεχωρίζει για το ιστορικό όνομα που φέρει στο ρεζερβουάρ του και την προσιτή του τιμή, όπως και την αξιοπιστία του. Την αξιοπιστία του την διαπιστώσαμε από πρώτο χέρι, όσο ο "Κυνηγός" της Royal Enfield βρισκόταν στον στόλο των δοκιμών μακράς διαρκείας του ΜΟΤΟ ξεπερνώντας τα 20.000 χλμ. στο οδόμετρό του χωρίς να πάθει το παραμικρό. 

Επέκταση λοιπόν για την Royal Enfield που ετοιμάζει και άλλες μοτοσυκλέτες που έρχονται να διευρύνουν την γκάμα της και να προσφέρουν ακόμη περισσότερες επιλογές στο κοινό, με την ρετρό αισθητική να βρίσκεται βέβαια στο προσκήνιο, όπως και η απλότητα των μηχανικών μερών και φυσικά το στιλ. 

Στο στιλ η Royal Enfield επενδύει και παράπλευρά με τη σειρά προϊόντων ρουχισμού lifestyle που έχει δημιουργήσει αλλά και τον προστατευτικό εξοπλισμό που φέρει το σήμα της και είναι σήμερα πιο πλήρης από ποτέ αναφορικά με τις επιλογές που έχει ο αναβάτης. 

Οι άνθρωποι της RE επέλεξαν την Ελλάδα για την πανευρωπαϊκή παρουσίαση του ρουχισμού τους στους εμπόρους της Γηραιάς Ηπείρου -και τους ντίλερ τους φυσικά στην Ελλάδα- και παράλληλα έκαναν και μία μίνι παρουσίαση της ιστορίας της εταιρείας αλλά και των σχεδίων τους σε αυτό το κομμάτι των δύο τροχών και στον ελληνικό Ειδικό Τύπο.

Αυτό που πρέπει να γνωρίζετε σε αυτό το σημείο είναι ότι η RE επενδύει τα τελευταία χρόνια δυναμικά και σε αυτό το κομμάτι σχεδιάζοντας και δοκιμάζοντας προστατευτικό εξοπλισμό αναβάτη που έχει τις απαραίτητες εγκρίσεις και παράγεται σε συνεργασία με κορυφαίους κατασκευαστές όπως είναι η Alpinesstars, η Revit και η D3O.

Η Royal Enfield ξεκίνησε τη δική της σειρά ρουχισμού το 2014, τότε που είχε μόνο T-Shirts με το όνομά της, όμως, όπως μας εξήγησε ο Sangeet Kishore, ο επικεφαλής παγκοσμίως για τον ρουχισμό και τα αξεσουάρ της RE, η σοβαρή επένδυση από την πλευρά της εταιρείας εχει ξεκινήσει τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ενώ ο τζίρος της εταιρείας από αυτόν τον τομέα, που είναι ακόμη πολύ μικρός, έχει 8πλασιαστεί σε μια περίπου 10ετία! Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά άλλωστε αφού την τελευταία 10ετία ήταν που εκτοξεύτηκαν και οι πωλήσεις της εταιρείας στην Ινδία αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Σκεφτείτε ότι η RE πούλησε πέρσι στην Ευρώπη πολύ περισσότερες μοτοσυκλέτες από όσες κατασκεύαζε συνολικά πριν από 30 περίπου χρόνια!

Οι άνθρωποι της RE μας έδειξαν μόνο την υπάρχουσα σειρά ρουχισμού και όχι την επόμενη που ήταν και αυτή στον χώρο της παρουσίασης αλλά ήταν μόνο για τα μάτια των εμπόρων της. Την υπάρχουσα βλέπετε και εσείς συνολικά στις σχετικές φωτογραφίες με την συλλογή ρουχισμού να χωρίζεται σε τρεις θεματικές ενότητες  "Urban" "Cruising" "Adventure", όπως θα μπορούσαν άλλωστε να χωρίζονται και οι μοτοσυκλέτες που βρίσκονται στην γκάμα της. Η συλλογή ρουχισμού χωρίζεται φυσικά και εποχιακά σε "Άνοιξη-Καλοκαίρι" και "Φθινόπωρο-Χειμώνα".

Royal Enfield 2025 ρουχισμός βραυρώνα

Η RE κατάστρωσε την στρατηγική που θα ακολουθήσει με τον ρουχισμό μόλις το 2023, αφού βελτίωσε πρώτα σημαντικά την ποιότητά τους, δίνοντας παράλληλα βάση τόσο στο lifestyle όσο και στον προστατευτικό εξοπλισμό θέλοντας να προσφέρει μια πλήρη γκάμα στο κοινό: από μπότα μέχρι και κράνος. Μετά τη φάση του σχεδιασμού κάθε μέρος του εξοπλισμού (π.χ. ποιότητα υφάσματος, φερμουάρ, κουμπιά κτλ.) δοκιμάζεται ξεχωριστά για την αντοχή και τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά και έπειτα δοκιμάζεται και ως ολόκληρο προϊόν.

Η Royal Enfield, μάλιστα, εκτός από τους συνεργάτες που έχει διαλέξει με προσοχή δίνει έμφαση και τους παραγωγούς των υλικών που χρησιμοποιούνται στον ρουχισμό της. Για παράδειγμα είναι υποστηρικτής της πρωτοβουλίας "Better Cotton", η οποία εξασφαλίζει ότι οι προμηθευτές βαμβακιού για τα προϊόντα της εναρμονίζονται με συγκεκριμένες περιβαλλοντικές προδιαγραφές, φέρονται δίκαια στο εργατικό τους δυναμικό, δίνουν δίκαιους μισθούς κ.α. Στην γκάμα ρουχισμού της εταιρείας υπάρχει μάλιστα και αντιανεμικό μπουφάν που κατασκευάζεται εξολοκλήρου από ανακυκλωμένο πλαστικό, συγκεκριμένα πλαστικό που προέρχεται από πλαστικά μπουκάλια.

Τα προϊόντα ρουχισμού της Royal Enfield θα τα γνωρίζουμε καλύτερα όσο περνάει ο καιρός και στο κομμάτι του τεχνικού εξοπλισμού φαίνεται πως βρίσκονται ήδη σε καλό επίπεδο. Αυτή την εντύπωση μας έδωσε τουλάχιστον το μπουφάν τεσσάρων εποχών με τα adventure χαρακτηριστικά που είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε. Το μπουφάν φέρει μεγάλες προστασίες D3Ο ακόμη και στο στήθος που είναι πολύ σημαντικό και συχνά παραβλέπεται από τους αναβάτες και μεγάλα ανοίγματα σε όλα τα σημεία που χρειάζεται για να αερίζεται σωστά ο κορμός το καλοκαίρι. Δεν... έπεσα μαζί του για να δω αν θα τα καταφέρει να με προστατέψει και στην πράξη αλλά δείχνει προσεγμένο στις ραφές του και η πρώτο προστατευτικό ύφασμα έχει πάχος. Το μπουφάν εφαρμόζει σωστά και δεν το νιώθεις πάνω σου σαν σακί, ενώ προσφέρει και την απαιτούμενη ελευθερία κινήσεων που χρειάζεται για να οδηγήσεις χωρίς περισπασμούς. 

Το μπουφάν το πήραμε μαζί μας μετά την λήξη της παρουσίασης και θα επανέλθουμε στο μέλλον για την ποιότητα κατασκευής και την αντοχή του στο χρόνο. Δείχνει πάντως ότι η Royal Enfield δεν θέλει να βάλει απλά το σήμα της σε ένα προϊόν, θέλει να το κάνει προσφέρονται στο κοινό, ειδικά εκείνο που έχει επιλέξει μια μοτοσυκλέτα της, ποιοτικά προϊόντα που μπορεί να εμπιστευτεί.