Ταξινομήσεις 2018: Οι δέκα κορυφαίες εταιρείες της χρονιάς

Άλλη μια χρονιά ανόδου
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

15/1/2019

Φέτος ήταν η πέμπτη συνεχόμενη χρονιά αύξησης των ταξινομήσεων, μετά τον πάτο που έπιασε η ελληνική αγορά δικύκλων το 2013. Από τις 29.536, έχουμε φτάσει πλέον στις 33.378 μονάδες. Τα πέντε αυτά χρόνια είχαμε φυσικά κάποιες έντονες διακυμάνσεις (το 2016 έκλεισε με 41.520 μονάδες και το 2017 με 28.852) οι οποίες όμως οφείλονταν αποκλειστικά στις παρενέργειες που προκάλεσαν οι προδιαγραφές Euro4 στις δημοφιλείς κατηγορίες των scooter και των παπιών. Με τις αντιπροσωπείες να προταξινομούν μαζικά εκατοντάδες παπιά και scooter στο τέλος του 2015 και του 2016, οι πραγματικές πωλήσεις στην αγορά δεν ταυτίζονταν χρονικά με τα στοιχεία των ταξινομήσεων, δημιουργώντας εικονικά ποσοστά. Όμως, κοιτώντας από μεγαλύτερη απόσταση τη συνολική εικόνα, το τελικό αποτέλεσμα έχει θετικό πρόσημο. Η τελευταία πενταετία ήταν μια περίοδος αναπροσαρμογής του συνόλου της ελληνικής αγοράς στην πραγματικότητα. Τα scooter άγγιξαν τις 17.873 μονάδες, έχοντας την απόλυτη κυριαρχία στα ποσοστά μεριδίων. Τα παπιά χτυπήθηκαν περισσότερο από τις καινούργιες προδιαγραφές, καθώς όλα τους σχεδιάζονται αποκλειστικά για τις ασιατικές αγορές και τα εργοστάσια δεν ήταν πρόθυμα να φτιάξουν εκδόσεις Euro4 μόνο για την ελληνική αγορά. Το 2018 όμως, οι μεγάλες αντιπροσωπείες κατάφεραν να έχουν τουλάχιστον από ένα παπί Euro4 στη γκάμα τους και προς το τέλος του έτους επιτάχυναν τις ταξινομήσεις τους φτάνοντας τις 5.994 μονάδες, αντί των 5.196 του 2017. Πάρα πολύ καλά τα πήγαν και οι μοτοσυκλέτες φέτος με 4.803 μονάδες, έναντι 4.053 πέρσι. Μεγάλο ενδιαφέρον εδώ έχει η επιστροφή των μικρού και μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλετών, καθώς αυτές οι κατηγορίες καθορίζουν την δυναμική που θα έχει η αγορά τα επόμενα χρόνια. Η ιστορία της ελληνικής αγοράς δικύκλων έχει αποδείξει πως οι μικρές και μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτες είναι το φυτώριο του μοτοσυκλετισμού στη χώρα μας. Τα μεταχειρισμένα από την Ιαπωνία τη δεκαετία του ’90 άνοιξαν τον δρόμο για να ξεπεράσουμε τις 100.000 ταξινομήσεις καινούριων δικύκλων το 2007 και το 2008. Οι μικρομεσαίες μοτοσυκλέτες φέρνουν καινούριο κόσμο και δημιουργούν μοτοσυκλετιστική συνείδηση, σε αντίθεση με τις μεγάλου κυβισμού ακριβές μοτοσυκλέτες που ψαρεύουν πελάτες από το ήδη υπάρχον κοινό, ενώ τα παπιά και τα scooter περιορίζονται στον χρηστικό τομέα.

 

 

Το Top 10  των εταιρειών του 2018

1.SYM                    7150

2.Honda                5595

3.Piaggio               5511

4.Daytona             4034

5.Yamaha             3672

6.Kymco               1826

7.Vespa                677

8.BMW                  667

9.Keeway             487

10.Suzuki             432

   

ΑΑΔΕ: Λουκέτο σε τρία πρατήρια για δύο χρόνια - Πρόστιμο έως 150.000 ευρώ για το καθένα

Για παρεμβάσεις σε αντλίες και λογισμικό εισροών-εκροών
ΑΑΔΕ σφράγιση τριών πρατηρίων και πρόστιμο
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

14/7/2025

Σε διετή σφράγιση τριών πρατηρίων καυσίμων στην Αττική προχώρησαν οι τελωνειακοί ελεγκτές της ΑΑΔΕ, μετά τη διαπίστωση αλλοίωσης των μηχανισμών των αντλιών και του συστήματος εισροών – εκροών.

Συγκεκριμένα, τις τελευταίες ημέρες, κλιμάκια Τελωνειακών Ελεγκτών της ΑΑΔΕ, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος (ΔΑΟΕ) και τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών, διενήργησαν στοχευμένους ελέγχους σε πέντε (5) πρατήρια καυσίμων.

Μετά την κοινή ελεγκτική δράση, τρία (3) από αυτά τα πρατήρια σε Παιανία, Αχαρνές κι Άγιο Ιωάννη Ρέντη σφραγίστηκαν για χρονικό διάστημα δύο ετών, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη οι διαδικασίες επιβολής των προβλεπόμενων προστίμων, τα οποία ενδέχεται να φτάσουν τις εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ ανά πρατήριο. 

Στη συνέχεια, θα ακολουθήσει η δημοσιοποίηση των στοιχείων των παραβατών.

Η ΑΑΔΕ πρόκειται να εκδώσει ειδικές εντολές για:
-τη διακοπή της τροφοδοσίας των πρατηρίων με καύσιμα,
-την αφαίρεση των σημάτων και του εξοπλισμού τους,
-την ενημέρωση των αρμόδιων υπηρεσιών για το ενδεχόμενο άρσης της άδειας λειτουργίας τους.

Στα υπόλοιπα δύο (2) πρατήρια, στην Αθήνα και το Περιστέρι, ζητήθηκαν πρόσθετα στοιχεία, καθώς εντοπίστηκαν σοβαρές αποκλίσεις ανάμεσα στις ποσότητες καυσίμων που εξέρχονταν από τις δεξαμενές και σε αυτές που καταγράφονταν στις αντλίες.