Honda CBR 1000RR Fireblade 2004 - 2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

24/8/2010

Χρειάζεται ένα ουσιωδώς κοφτερό μυαλό για να καταφέρει να καταλήξει σε μια θεωρεία που να επαληθεύεται πάντα και ένας εξίσου ικανός μηχανικός για να σχεδιάσει μια superbike που οδηγείται γρήγορα απ’ όλους. Οι Ιάπωνες συναντούν τον Ευκλείδη και γεννιέται η πρώτη CBR 1000RR Fireblade!
[blockquote]ναι...
Για την γραμμική απόδοση του δυνατού κινητήρα.
Για τη φιλικότητά του στην καθημερινή μετακίνηση.
Γιατί εξακολουθεί να είναι σύγχρονο.
όχι....
Αν είστε ο τύπος που δεν σηκώνει από πολλά λόγια, δεν θέλετε φίλους και έχετε την απόλυτη πεποίθηση ότι είστε καλύτερος από πολλούς άλλους. Με άλλα λόγια ψάχνετε την απόλυτη λύση...
γιατί...
Γιατί θέλετε ένα superbike που μπορεί να έχει θέση για κλειδαριά και κινείται με ευκολία ανάμεσα στα αυτοκίνητα, αλλά δεν υστερεί στην πίστα και στην γρήγορη οδήγηση. Αν αλλάζετε από μικρότερη κατηγορία, τότε αυτή είναι μια από τις φιλικότερες μεταχειρισμένες που θα σας εισάγουν στα 1000 κυβικά με ασφάλεια.              
Τι πρέπει να προσέξετε
Είναι σημαντικό να ψάξετε για τυχόν πτώσεις, που επιμελώς προσπάθησε να κρύψει ο προηγούμενος ιδιοκτήτης. Χωρίς γενικευμένα μηχανικά προβλήματα και με τον κινητήρα να αντέχει σε μακρές περιόδους ανάμεσα στα service, αυτό που θα πρέπει να σας απασχολήσει περισσότερο είναι η χρήση που του επιφύλαξε ο προηγούμενος ιδιοκτήτης. Αν υπάρχουν εξαρτήματα aftermarket ρωτήστε να μάθετε που έγινε η εργασία και αν είστε κοντά στην απόφαση επισκεφτείτε ένα δυναμόμετρο, η αλήθεια θα φανεί κατευθείαν.[/blockquote]
Μετά την CBR 954RR του 2002 ήρθε επιτέλους το πλήρωμα του χρόνου για να ανέβει ο κυβισμός στα επίπεδα του ανταγωνισμού. Μέχρι τότε μπορεί οι superbike της Honda να μην υπολείπονταν σε δυνατότητες, αλλά τους έλειπε αυτό το μαγικό νούμερο στο αυτοκόλλητο της ουράς που περισσότερο μετρά στο νευρικό σύστημα του αναβάτη, παρά στο εύρος αξιοποιήσιμης ισχύος που παρέχει το δεξί γκριπ. Αυτό όμως που έμεινε ίδιο, και για άλλη μια φορά επιβεβαίωσε το μύθο της Honda, είναι η απαράμιλλη φιλικότητα και ο γραμμικός τρόπος λειτουργίας. Μπορεί τα κυβικά να έφτασαν τα 1000, αλλά αυτό ήταν και το μοναδικό βήμα που ακολουθούσε τον ανταγωνισμό. Το πλαίσιο, αν και εντελώς νέας σχεδίασης, παράμεινε γύρω από τον κινητήρα χρησιμοποιώντας τον ως ενεργό τμήμα του και όχι πάνω από αυτόν, όπως προέτασσε η μόδα. Το μειονέκτημα ήταν να ανεβαίνει το πλάτος στα 720 χιλιοστά, που μπορεί να μην ήταν το μεγαλύτερο σε superbike, αλλά ήταν πάνω από όλες τις υπόλοιπες τετρακύλινδρες. Βέβαια, η επιλογή αυτή της Honda δεν έγινε απλώς για να διαφοροποιηθεί από τους υπόλοιπους, αλλά γιατί ήταν μια καλά δοκιμασμένη λύση που είχε αποδείξει τα πλεονεκτήματα της χρήσης της στην RCV. Στην πράξη η αναδιάταξη του κινητήρα των 998 κυβικών και των αξόνων του κιβωτίου επέτρεψε να μειωθεί το μήκος του και έτσι να τοποθετηθεί μακρύτερο ψαλίδι τύπου Unit Pro Link, όπως και στην CBR 600RR που φυσικά το είχε “κλέψει” από την RC211V. Αυτή η νέα γεωμετρία έφερε το σώμα του αναβάτη πιο κοντά στον εμπρός τροχό, τα κλιπόν χαμηλότερα και τα μαρσπιέ ελάχιστα ψηλότερα αλλάζοντας τη θέση οδήγησης, διατηρώντας όμως τα επίπεδα άνεσης. Κάπως έτσι γίνεται κατανοητό ότι η ευκλείδειος γεωμετρία έχει μεταφραστεί αλάνθαστα στα Ιαπωνικά και μελετηθεί πλήρως από τον Kunitaka Hara, υπεύθυνο σχεδιασμού του πρώτου Fireblade του ενός λίτρου. Στη σέλα του βολεύονται οι περισσότεροι αναβάτες ανεξαρτήτως ύψους και μπορεί τα πόδια να ανοίγουν λίγο περισσότερο από το σύνηθες, αλλά καταφέρνει να συμπεριφέρεται ως ενιαίο σύνολο σε οποιαδήποτε κλίση αδιαφορώντας για τη θέση του γκαζιού. Αυτό ήταν το επόμενο και πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του CBR 1000RR, η απόλυτη γραμμικότητα. Με απόδοση 172 ίππων ο τετρακύλινδρος κινητήρας των 75 x 56,5mm έχει σίγουρα δύναμη και μάλιστα αρκετή. Την κρύβει όμως επιμελώς, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, που όποιος το οδήγησε για πρώτη φορά ορκιζόταν ότι δεν ξεπερνά με τίποτα τους 150 ίππους. Σωστά μοιρασμένη η δύναμη δεν λείπει πουθενά, ούτε και μετά τις 10.000 στροφές, αφού η μέγιστη απόδοση έρχεται στις 11.250 και συνεχίζει να βρίσκεται πολύ κοντά σε αυτό το νούμερο μέχρι τις 12.000. Οδηγώντας την καθημερινά -και μόνο τότε- καταλαβαίνεις τα πλεονεκτήματα από την έλλειψη έκρηξης στο γκάζι. Αδιαφορείς για την επιλεγμένη σχέση στο ακριβές κιβώτιο, αφού μπορείς να βρίσκεσαι πάντα μια ταχύτητα πάνω και εμπιστεύεσαι πλήρως την πληροφόρηση που σου δίνει το ανεστραμμένο πιρούνι των 43 χιλιοστών. Η σταθερότητα του CBR1000RR στις υψηλές ταχύτητες, τόσο στην ευθεία όσο και μέσα στη στροφή, δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της καλής λειτουργίας του πιρουνιού και της πιο αργής γεωμετρίας. Τη διαφορά κάνει το ηλεκτρονικά ελεγχόμενο σταμπιλιζατέρ, το HESD (Honda Electronic Steering Damper). Χωρίς να μπορεί να μιλήσει κανείς για καινοτομία, αφού τα περιστροφικά σταμπιλιζατέρ βρισκόταν ήδη στο εμπόριο, η εφαρμογή της Honda έκανε τη διαφορά μεταβιβάζοντας τον έλεγχο στην κεντρική μονάδα. Η ECU παίρνοντας τα δεδομένα ταχύτητας και επιτάχυνσης, από τους αισθητήρες αποφασίζει το μέγεθος της απόσβεσης μέσω ενός χάρτη τριών αξόνων. Αυτό σημαίνει ότι σε συνθήκες πόλης ή στο παρκάρισμα το τιμόνι του Fireblade δεν γίνεται βαρύ και δύσκολο στην περιστροφή. Χωρίς να υπάρχει το εξαίσιο σύστημα C-ABS που ήρθε το 2008, τα φρένα του προηγούμενου CBR 1000RR μπορεί από μόνα τους να μην αποτελούν είδηση για το χώρο της μοτοσυκλέτας, αλλά σίγουρα έχουν πολλά να πουν. Οι δύο δίσκοι των 310mm μπροστά με τις δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων και ο μονός 220mm πίσω, έχουν όση δύναμη χρειάζονται για να τιθασεύσουν, όχι μόνο την προίκα των 172 ίππων του εργοστασίου αλλά και όση περισσότερη του έχει δώσει ο ενθουσιώδης ιδιοκτήτης με προϊόντα aftermarket. Το CBR 1000RR έχει αποδείξει ότι ήταν μια πολύ καλή “πλατφόρμα” πειραματισμών με την ιπποδύναμη του κινητήρα, καθώς δεν αντιδρούσε με προβλήματα στην οποιαδήποτε αύξηση. “Το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτής της μοτοσυκλέτας ήταν ότι δεν χαλούσε... και μας χάλασε τη δουλειά” είναι το παράπονο των μηχανικών. Πράγματι, τα περισσότερα Fireblade που έμειναν καιρό στα συνεργεία ήταν γιατί είχαν έρθει σε σκληρή επαφή με την άσφαλτο και όχι για μηχανικά προβλήματα. Αυτό είναι και το πρώτο που πρέπει να προσέξει ο μελλοντικός ιδιοκτήτης ενός μεταχειρισμένου CBR 1000RR, αν έχει πέσει. Από εκεί και πέρα προβλήματα έχουν ακουστεί μόνο από αποτυχημένες προσπάθειες επέμβασης, όπως αλλαγμένο φιλτροκούτι και βαλβίδες. Το Ram Air μπορούσε να δώσει μέχρι και πέντε παραπάνω ίππους και η λειτουργία του είχε σχεδιαστεί με ευλάβεια από τη Honda, οπότε αν η μοτοσυκλέτα που θέλετε να αγοράσετε έχει οποιαδήποτε παρέμβαση βεβαιωθείτε ότι έχει γίνει σε συνεργείο που ήξερε καλά τι έκανε. Μια από τις λίγες μεταχειρισμένες superbike που μπορεί επάξια να ανταγωνιστεί μεταγενέστερες μοτοσυκλέτες, το CBR 1000RR δεν έχει τίποτα να ζηλέψει και μπορεί να σας προσφέρει τα ίδια επίπεδα συγκίνησης σε ένα οικονομικότερο πακέτο. Με ρύθμιση βαλβίδων στις 24.000 χιλιόμετρα και αλλαγή λαδιού κάθε 12.000 κοστίζει λίγα για να το αποκτήσετε και ακόμα πιο λίγα για να το συντηρήσετε. Μήπως ήρθε η ώρα για superbike;


ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος εν σειρά με 2 ΕΕΚ και 4 Β/Κ
Διάμετρος x Διαδρομή (mm): 75 x 56,5
Χωρητικότητα (cc): 998
Σχέση συμπίεσης: 11,9:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Ψεκασμός με διπλές πεταλούδες και δύο σειρές ψεκαστήρων
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 2 σε 1 με τριοδικό καταλύτη
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος με υδραυλική οδήγηση
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,500


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αλουμινένιο ασύμμετρο ψαλίδι, αλουμινένιο αφαιρούμενο υποπλαίσιο
Βάρος κενή (kg): 179
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l): 18 / 3,5


ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 120
Διάμετρος (mm): 43
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω
Τύπος: Unit Pro Link με ένα αμορτισέρ με ενσωματωμένο δοχείο αζώτου
Διαδρομή (mm): 135
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 310mm, δαγκάνες Tokico τεσσάρων εμβόλων με ακτινική στήριξη, ακτινική αντλία Nissin
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα Nissin ενός εμβόλου με γλίστρα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: Τρίμπρατση αλουμινίου 3,50 x 17
Ελαστικό / διάσταση: Pirelli Diablo Corsa / 120/70 ZR17
Πίσω
Ζάντα: Τρίμπρατση αλουμινίου 6,00 x 17
Ελαστικό / διάσταση: Pirelli Diablo Corsa / 190/50 ZR17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ Αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακές ενδείξεις για ταχύμετρο / μερικό και δύο ολικούς χιλιομετρητές, θερμοκρασία ψυκτικού / ρολόι, ρυθμιζόμενη ενδεικτική λυχνία αλλαγής ταχυτήτων / μεγάλη σκάλα / φλας / νεκρά, HISS, HESD, θέση για μεταφορά "πετάλου"


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ


Ισχύς εργοστασίου (hp/rpm): 172 / 11.250
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 11,7 / 8.500




ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (km/l)
Μέση: 11,17


ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 201

Kawasaki Versys 650(2007 - 2010/2010 - 2014 )

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

27/7/2015

Προβλέποντας το μέλλον

 Η Kawasaki ανίχνευσε σχετικά νωρίς την ανάγκη των αναβατών, για το πώς θα ήθελαν να είναι οι μοτοσυκλέτες δρόμου παρουσιάζοντας ήδη από το 2007 την δική της, την Versys 650

Σ' αυτή την μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτα υλοποιήθηκαν τα βασικά χαρακτηριστικά των μοτοσυκλετών που τείνουν να αντικαταστήσουν τις συμβατικές δρόμου. Οι νέες έχουν όρθια θέση οδήγησης, ψηλότερα τοποθετημένο και φαρδύτερο τιμόνι και μεγαλύτερες διαδρομές αναρτήσεων, από τα 120 χιλιοστά των συμβατικών. Όπως συμβαίνει δηλαδή και με το Versys 650. Εάν δεν είχε προηγηθεί η παρουσίαση των ER6 το 2006 θα μπορούσε το Versys να έχει τον χαρακτηρισμό "από λευκό χαρτί", όσον αφορά στον σχεδιασμό του. Ο κινητήρας όμως και η βασική σχεδιαστική δομή του είχε εμφανιστεί στην οικογένεια των ER6 έναν χρόνο πριν. Έτσι, αποφάσισε η Kawasaki και το Versys δεν πήρε τα εύσημα για τον νέο κινητήρα και το νέο πλαίσιο, αλλά τα "μοιράστηκε" με τα ER6. Ο κινητήρας της που χρησιμοποιούν και τα δυο μοντέλα σχεδιάστηκε εξ' αρχής και είναι ένας συμβατικός δικύλινδρος σε σειρά με στρόφαλο 180ο και αντικραδασμικό άξονα. Με δυο επικεφαλής εκκεντροφόρους για τις τέσσερις βαλβίδες κάθε θαλάμου και τροφοδοσία από ψεκασμό, ο κινητήρας ξεχωρίζει χάρη στο κιβώτιο τύπου "κασέτα" που διαθέτει, μια επιλογή της Kawasaki που είναι περίεργη για την κατηγορία αυτή, αφού το εύκολα αφαιρούμενο κιβώτιο είναι χρήσιμο σε κινητήρες αγώνων και όχι σε αυτούς που προορίζονται για καθημερινή χρήση. Για την τοποθέτησή του στο Versys ο δικύλινδρος έχασε μέρος της απόδοσής του στις ψηλές στροφές, μεταφέροντας αντίστοιχα απόδοση στις χαμηλές και μεσαίες, ενώ ταυτόχρονα χρειαζόταν και λιγότερη βενζίνη. Το πλαίσιο του Versys είναι φτιαγμένο από ατσάλι, αναπτύσσεται γύρω από τον κινητήρα και σαν ανοικτό που είναι χρησιμοποιεί και την ακαμψία του δικύλινδρου. Ένα καλαίσθητο αλουμινένιο ψαλίδι αναρτά τον πίσω τροχό, με το δίχως μοχλικό αμορτισέρ να είναι έκκεντρα τοποθετημένο προς την δεξιά πλευρά της μοτοσυκλέτας, συνδέοντας και οπτικά το πλαίσιο με το ψαλίδι. Η τοποθέτηση του κύριου όγκου της εξάτμισης κάτω από τον κινητήρα έφερε πολλά οφέλη, τόσο στην συγκέντρωση των μαζών κοντά στο κέντρο βάρους όσο και την απελευθέρωση του πίσω μέρους από τον μπελά των εξατμίσεων, που για λόγους περαστικής μόδας υιοθετήθηκαν σε πολλές καθημερινής χρήσης μοτοσυκλέτες. Όχι όμως και στο Versys, όπου το αφαιρούμενο υποπλαίσιο έχει να μεταφέρει μόνο τις σέλες για τους αναβάτες του. Στις αναρτήσεις, μπορεί η Kawasaki να υιοθέτησε μια διάταξη δίχως μοχλικό για το αμορτισέρ αλλά τόσο αυτό όσο και το ανεστραμμένο πιρούνι διαθέτουν όχι μόνο ρύθμιση για την προφόρτιση των ελατηρίων τους, αλλά και για τις αποσβέσεις επαναφοράς. Οι διαδρομές τους είναι μεγαλύτερες, τόσο σε σχέση με τις συμβατικές μοτοσυκλέτες δρόμου όσο και με την ελάχιστα προγενέστερη ER6 της Kawasaki. Με 150 χιλιοστά για τον μπροστινό τροχό και 145 για τον πίσω, σε συνδυασμό με το ψηλότερα τοποθετημένο τιμόνι, το Versys έγινε αμέσως ένας από τους κυρίαρχους "παίκτες" της κατηγορίας των μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλετών παντός δρόμου. Πολύ σύντομα προστέθηκε και η έκδοση με ABS, ενώ το 2010 η Kawasaki βελτίωσε κάποιους τομείς "ακούγοντας" τους πελάτες της. Η εμφανής αλλαγή ήταν στο εμπρός μέρος με τον νέο, ή καλύτερα με τους νέους προβολείς και τον γενικότερο επανασχεδιασμό, ο οποίος έφερε αποδεκτή από περισσότερους όψη και καλύτερη προστασία από τον αέρα. Βελτίωση υπήρξε και στην άνεση του αναβάτη που επιτεύχθηκε με την τοποθέτηση ελαστικών βάσεων μεταξύ κινητήρα και πλαισίου, που απορροφούν κραδασμούς. Ο δικύλινδρος κινητήρας του είναι εύστροφος, με αρκετή δύναμη στις χαμηλές και μεσαίες στροφές, ενώ ψηλά καταφέρνει να δώσει 60 ίππους στον πίσω τροχό. Η ελαστικότητά του είναι επίσης πού καλή όσο και η κατανάλωσή του, ώστε μπορεί κάποιος να βασίζεται ότι βρίσκεται κάτω από τα έξι λίτρα για κάθε εκατό χιλιόμετρα. Σκιά στην συμβίωση με αυτόν τον δικύλινδρο αποτελεί η σκληρή λειτουργία του κιβωτίου, η οποία σύμφωνα με ιδιοκτήτες βελτιώνεται με τη χρήση λαδιού που "ταιριάζει" με τα χούγια του. Οι μαζικές πωλήσεις, ειδικά του πρώτου μοντέλου που έκανε την καριέρα του στην προ οικονομικής χρήσης εποχή, είναι η αιτία για την πληθώρα Versys που προσφέρονται σαν μεταχειρισμένα σε τιμές σημαντικά πιο προσιτές από ότι κοστίζει το επόμενο πιο σύγχρονο μοντέλο το οποίο βρίσκεται ακόμη στο line up της Kawasaki. Ψηλό και στενό το Versys, εμφανίζεται πολύ φιλικό στην κίνηση της πόλης, ενώ το σχετικά χαμηλό βάρος του και η κατανομή του το κάνουν ουδέτερο και εύκολο σε διαδρομές με συνεχόμενες στροφές, ενώ και με δυο αναβάτες σε ταχύτητες αυτοκινητόδρομου μπορεί να φθάσει οπουδήποτε, με ουσιαστικούς όμως συμβιβασμούς στο θέμα της προστασίας από τον αέρα. Τo Vesrys παραμένει μια αξιόλογη επιλογή στο θέμα σύγχρονη μοτοσυκλέτα γενικής χρήσης.

 

Η ύπαρξη ABS είναι κάτι που ανεβάζει την αξία του Vesrys έχοντας πολύ καλή απόδοση και συμπεριφορά. Από εκεί και πέρα στην επιλογή της υποψήφιας για αγορά πρέπει να ληφθεί υπόψη και ο εξοπλισμός του αφού η Kawasaki έχει κατασκευάσει για αυτό μια πολύ μεγάλη γκάμα προαιρετικού εξοπλισμού. Τα πρώτα μοντέλα, 2007 - 2010 έχουν όπως είναι και αναμενόμενο  πολύ χαμηλότερες τιμές.

 

H πρώτη έκδοση του 2007 με τον αμφιλεγόμενο αισθητικά προβολέα,  προσφέρεται  σε πολύ προσιτές τιμές σαν μεταχειρισμένη

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος σε σειρά, υγρόψυκτος 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 83 x 60

Κυβικά (cc): 649

Σχέση συμπίεσης: 10,6               

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός με αυλούς 38mm            

Σύστημα εκκίνησης:  Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:2 σε 1

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:  Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: έξι

Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, σωληνωτό, περιμετρικό, ανοικτό, αφαιρούμενο υποπλαίσιο

Γωνία κάστερ (o): 25

Ίχνος (mm):            108

Μεταξόνιο (mm):  1.415 

Ύψος σέλας (mm):  845

Βάρος κατασκευαστή κενή/γεμάτη (Kg): /209 ABS

Βάρος πραγματικό γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 209                   

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l):            19

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Ανεστραμμένο πιρούνι

Διάμετρος (mm): 41

Διαδρομή (mm): 150                 

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση επαναφοράς

Πίσω: ένα αμορτισέρ

Διαδρομή (mm): 145

Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δύο δισκόφρενα 300mm, δαγκάνες με δύο έμβολα, (ABS)

Πίσω:  Δισκόφρενο 220mm, δαγκάνα με ένα έμβολο (ABS)

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ζάντα : 3,50 x 17

Ελαστικό: 120/70 - 17   

Πίσω

Ζάντα : 4,50 x 17

Ελαστικό: 160/60 - 17

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακή οθόνη με ενδείξεις ταχύτητας, ολικό και δυο μερικούς χιλιομετρητές, στάθμη βενζίνης, ρολόι, επιλεγμένη σχέση κιβωτίου, ενδεικτικές λυχνίες για έλεγχο ψεκασμού, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων, υπερθέρμανση ψυκτικού

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 64/8.000

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 6,2/6.800

Επιτάχυνση 0 – 400m (sec) : 13

 

H σπορ πλευρά του σε μια φωτογραφία. Καλή η συμπεριφορά του ρυθμιζόμενου ανεστραμμένου πιρουνιού, όχι όμως και του μπροστινού φρένου που είναι μέτρια, ενώ αντίθετα εξαιρετική είναι η λειτουργία του ABS

 

 

 

 

Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 59,4/7.500

Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,9/6.000

 

Από τις χαμηλές στροφές η απόδοση του κινητήρα είναι πολύ αξιόλογη περιορίζοντας τις αναγκαίες αλλαγές ταχυτήτων. Η απόδοσή του αυξάνεται γραμμικά με την άνοδο των στροφών χωρίς να υπάρχει κάποια απότομη αύξηση ή ξέσπασμα μέχρι την επέμβαση του κόφτη στις 10.500. Πολύ καλή είναι και η κατανάλωσή του που σε συνδυασμό με το μεγάλο ρεζερβουάρ του δίνουν αυτονομία πάνω από τριακόσια χιλιόμετρα.

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,8

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            327