Honda XL650V Transalp 2005 - 2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

24/8/2010

To 2005 η Honda άλλαξε το Transalp της για τελευταία φορά, πριν την έλευση του 2008 και του νέου με ψεκασμό Transalp 700. Οι αλλαγές δεν ήταν σημαντικές, αλλά αρκετές για να ανανεωθεί η όψη του και το ενδιαφέρον του κοινού

[blockquote]Ναι...
Για την ευκολία και την ομοιογένεια της συμπεριφοράς της σε μεγάλο εύρος χρήσεων
Όχι...
Για όσους βάζουν τη διασκέδαση ψηλά στην ιεραρχία τους
Γιατί...
Καταφέρνει να κάνει με τον τρόπο της τα πάντα και… για πάντα
Τι πρέπει να προσέξετε
Άλλο ένα χαρακτηριστικό αυτής της μοτοσυκλέτας είναι η αξιοπιστία της και αποτελεί κυριολεκτικό παράδειγμα αυτής “Που δεν παθαίνει τίποτα” και εάν γίνεται η προβλεπόμενη συντήρησή της είναι ικανή κατασκευή για να ζήσει πολλά - πολλά χιλιόμετρα. Οπότε, ο έλεγχος μιας υποψήφιας προς αγορά έχει να κάνει με την πληρότητά της και την καλή κατάσταση όλων των μερών της.[/blockquote]Η τελευταία έκδοση της Transalp, με τον κινητήρα των 650 κυβικών, ήρθε τότε συνεχίζοντας την πορεία της σημαντικής αυτής μοτοσυκλέτας, πορεία που άρχισε το μακρινό 1987. Η εμπορική της επιτυχία όλα αυτά τα χρόνια ήταν και στη χώρα μας πολύ μεγάλη και οφείλεται σε μερικά χαρακτηριστικά που έμειναν αναλλοίωτα, παρά τις αλλαγές μοντέλων. Οι αλλαγές στην έκδοση του 2005 περιελάμβαναν όργανα με νέα εμφάνιση, νέα τελικά στην εξάτμιση, διάφανα φλας, ανάγλυφα λογότυπα και αισθητικές αλλαγές. Τέτοιες ήταν η χρυσαφί βαφή στις δαγκάνες, το μαύρο χρώμα στις ζάντες και η ελαφρώς φιμέ ζελατίνα του φαίρινγκ. Ακόμη ένα χαρακτηριστικό αυτού του μοντέλου ήταν η δυνατότητα να παραγγελθεί με χαμηλότερη κατά 3 εκατοστά σέλα, για να διευκολυνθούν οι χαμηλού αναστήματος αναβάτες και αναβάτριες.
Ο κινητήρας και το πλαίσιο της έμειναν δίχως αλλαγές. Ο V2 διατήρησε τα καρμπυρατέρ στην τροφοδοσία του και την ομαλότητα στην λειτουργία του. Η γλυκιά του απόδοση από τις πολύ χαμηλές στροφές, η βουτυρένια λειτουργία του κιβωτίου και του συμπλέκτη τον κάνουν ένα από τους πιο εύκολους και ευχάριστους κινητήρες για τη καθημερινή μετακίνηση. Δεν θα ζεσταθεί ποτέ, δεν θα σκορτσάρει και ποτέ θα δεν κάνει διακοπές. Η ομαλότητα και η απουσία ενοχλητικών κραδασμών τον χαρακτηρίζουν σε όλο το φάσμα των στροφών που λειτουργεί και συνοδεύεται από αποδεδειγμένη αξιοπιστία. Η εργονομία και η ευκολία των χειρισμών του είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο αυτής της μοτοσυκλέτας. Τα χειριστήρια είναι εύκολα στις λειτουργίες τους, οι μηχανικοί θόρυβοι απουσιάζουν, η θερμότητα το ίδιο. Οι χώροι του είναι μεγάλοι και ο συνεπιβάτης απολαμβάνει μια φροντισμένη θέση με άνετη σέλα, μεγάλες χειρολαβές και τα μαρσπιέ σε σωστή γωνία. Το ρεζερβουάρ έχει χώρο για τοποθέτηση tank bag, η μεγάλη σχάρα βοηθάει στη μεταφορά αποσκευών, οι χούφτες για τα χέρια ανήκουν στον στάνταρ εξοπλισμό και το μόνο ουσιαστικό που του λείπει είναι το κεντρικό σταντ, που προσφέρεται προαιρετικά.
Το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού του, ο εύκολος έλεγχός του και οι μαλακές αναρτήσεις το κάνουν άνετο, σε κάθε είδους δρόμο. Από την άλλη μεριά, επειδή σε αυτή τη ζωή δεν μπορεί να τα έχεις όλα, οι επιδόσεις του δεν είναι υψηλές, όχι μόνο σε αυτό το μοντέλο, αφού ποτέ δεν ξεχώρισε η Transalp για τις υψηλές του επιδόσεις. Το σωστά κλιμακωμένο κιβώτιο με τις πέντε σχέσεις και η ροπή του κινητήρα επιτρέπουν στη Transalp να ταξιδεύει μεταφέροντας δυο ανθρώπους στη σέλα του, αλλά και τις αποσκευές τους. Σε ταχύτητες μέχρι τα 140 χιλιόμετρα την ώρα, η μοτοσυκλέτα παραμένει άνετη και ήρεμη όπως και οι αναβάτες της. Μπορεί να πάει και με υψηλότερες ταχύτητες, αλλά η κατανάλωσή της ανεβαίνει ενοχλητικά. Ο κινητήρας αυτός, όταν πιέζεται στα όριά του, χρειάζεται πολλή βενζίνη, κάτι που μειώνει σημαντικά την αυτονομία του.
Υπάρχουν νεότερες μοτοσυκλέτες με κινητήρες ίδιου κυβισμού που αποδίδουν σχεδόν είκοσι ίππους περισσότερους από το Transalp. Το Transalp όμως αποζημιώνει τους οπαδούς του -έχει τέτοιους ακόμη και φανατικούς- γιατί έχει άσο στο μανίκι του, που τον οφείλει και στην ηλικία του. Αυτός είναι που δίνει την δυνατότητα στον αναβάτη του να κινείται με άνεση και σε δρόμους με κακή άσφαλτο ή και χωρίς άσφαλτο. Στους χωματόδρομους το λογότυπο Rally Touring βρίσκει την επιβεβαίωσή του. Το Transalp, με τις μαλακές αναρτήσεις του και τον ήρεμο χαρακτήρα του, κινείται όχι απλά ικανοποιητικά, αλλά άνετα και καλύτερα από τις περισσότερες σύγχρονες μοτοσυκλέτες της κατηγορίας της, με τα ασφάλτινα ελαστικά και τους μικρής διαμέτρου μπροστινούς τροχούς.
Η τελευταία Transalp των 650 κυβικών διατηρεί σε μεγάλη ποσότητα την ικανότητα να κινείται τουλάχιστον αξιοπρεπώς σε κάθε είδους δρόμο. Ταξιδεύει άνετα, κυκλοφορεί στην πόλη εύκολα, έχει ισχυρά φρένα και μια σπάνια ομοιογένεια στη λειτουργία της. Αυτό που δεν κάνει είναι να ενθουσιάζει με τις επιδόσεις της και την εμφάνισή της.



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος V52o υγρόψυκτος, 1ΕΕΚ/3 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 79 x 66
Κυβικά (cc): 647
Σχέση συμπίεσης: 9,2:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Δύο καρμπυρατέρ Keihin CV34mm
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: 5
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 3,2
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο περιμετρικό, σωλήνες τετραγωνικής διατομής
Γωνία κάστερ (o): 28
Ίχνος (mm): 108
Μεταξόνιο (mm): 1505
Ύψος σέλας (mm): 843(813)
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 191/212
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 19/3
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 41
Διαδρομή (mm): 200
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 172
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 256mm, δαγκάνες με δυο έμβολα
Πίσω: Δίσκος 240mm δαγκάνα με ένα έμβολο
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 90/90-21
Ζάντα:
Πίσω
Ελαστικό: 120/90-17
Ζάντα:
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, ολικός και μερικός χιλιομετρητής, στροφόμετρο, ρολόι, δείκτης βενζίνης, σχάρα, χούφτες, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων, ρεζέρβα.
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 53/ 7.500
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 5,6 / 5.500
ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 45/7.000
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5/5.200
Οι επιδόσεις αυτού του κινητήρα ήταν πάντοτε χαμηλές, αλλά η ήρεμη δύναμη, η απουσία κραδασμών και η ικανότητά του να λειτουργεί αποδοτικά από τις πολύ χαμηλές στροφές τον χαρακτήριζαν και συνεισφέρουν στην δημιουργία της ομοιογένειας, στην απόδοση και τη λειτουργία, για την οποία είναι διάσημη αυτή η μοτοσυκλέτα της Honda.
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 8,3
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 240

Honda CBF600S / ABS 2004 - 2006

Από το

Μαύρο Σκύλο

27/8/2010

Βασικός κανόνας του marketing, είναι να σχεδιάζεις το προϊόν σου έτσι ώστε να απευθύνεσαι σε όσους περισσότερους γίνεται. Όταν το προϊόν είναι σαμπουάν, παντελόνι, ή τηλεόραση, η άσκηση είναι εύκολη. Πώς φτιάχνεις όμως μια μοτοσυκλέτα για όλους; Οι άνθρωποι της Honda ανέθεσαν την απάντηση του ερωτήματος στο τμήμα R&D της Γερμανίας, και οι Βορειοευρωπαίοι απάντησαν με τη CBF600S. [blockquote]Ναι
Στην πολυ-χρηστικότητα
Στη φτηνή συντήρηση
Στη σιγουριά που προσφέρει
Όχι
Στο ότι δεν ξεχωρίζει σε κάτι
Στη συντηρητική εμφάνιση
Γιατί
σας ενδιαφέρει η ουσία και ζητάτε τη μέση λύση
Τι να προσέξετε
Δεν υπάρχει κάτι στο οποίο πρέπει να επιστήσετε την προσοχή σας, πέραν των συνηθισμένων που ισχύουν όταν αγοράζετε οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα. Ο κινητήρας είναι υπόδειγμα αξιοπιστίας και η μοτοσυκλέτα δεν πάσχει από εργοστασιακά προβλήματα. Αν δεν έχει πέσει και έχουν γίνει τα προκαθορισμένα service, απλώς παζαρέψτε την τιμή![/blockquote]
Κατασκευασμένη εξ ολοκλήρου στην Ιταλία, η μοτοσυκλέτα αυτή είναι "αμιγώς ευρωπαϊκή" και σκοπός της είναι να καλύψει όσες περισσότερες απαιτήσεις μπορεί να έχει ένας μοτοσυκλετιστής, μόνος του ή με συνεπιβάτη.Λαμβάνοντας υπ' όψη ότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν όλοι το ίδιο ύψος, όπως οι πλειοψηφία των Ιαπώνων, αλλά και διαφορετικές συνήθειες κι ανάγκες, η CBF 600S έπρεπε να είναι άνετη για όλους, να ταξιδεύει με δύο άτομα το Σαββατοκύριακο, τη Δευτέρα το πρωί να ελίσσεται στην κίνηση, το απόγευμα να ανηφορίζει αναζητώντας ευθεία γραμμή με το ηλιοβασίλεμα και όλα αυτά χωρίς ποτέ να χρειαστεί να μάθεις το μικρό όνομα του μηχανικού σου.
Για να πετύχουν την αξιοπιστία με χαμηλό κόστος, χρησιμοποίησαν έναν κινητήρα που είχε ήδη αποδείξει τη "σκυλίσια" αντοχή του, αυτόν του CBR 600F3. Με δεδομένο τον διαφορετικό προσανατολισμό, η απόδοση έπεσε στα 78 άλογα από τα 100, ευνοώντας την απόκριση χαμηλά και παράλληλα αυξάνοντας ακόμα περισσότερο τις αντοχές του, ακόμα και με ελλιπή φροντίδα. Η CBF είναι εύστροφη, τόσο εύστροφη που θα ανεβάσει από τις 2.000 στροφές με τετάρτη, ταξιδεύοντας με άνεση κοντά στα 180 χιλιόμετρα ανά ώρα, και θα φτάσει την τελική ένδειξη του ταχύμετρου στα 220 -αλλά όχι για να παραμείνει εκεί για ώρα. Μετά τις 6.000 στροφές, θα κάνουν την εμφάνιση τους και οι κραδασμοί, οι οποίοι υπήρχαν πάντα εκεί, χωρίς να είναι ένα ανησυχητικό φαινόμενο.
Ο κινητήρας αυτός βέβαια δεν έχει παρουσιάσει κανένα πρόβλημα σχεδιασμού και εξέλιξης, και είναι σε θέση να... διατηρηθεί σε φόρμα κάτω από αντίξοες συνθήκες. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει κάτι που ο αγοραστής θα πρέπει να υποψιάζεται από πριν, και τα χιλιόμετρα που γράφει το κοντέρ δεν θα πρέπει να αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα, σε περίπτωση που είναι πολλά. Με σωστή συντήρηση, ο κινητήρας έχει πολλή ζωή μπροστά του και μπορεί να εμπνεύσει εμπιστοσύνη.
Αυτό που ακόμα και τώρα υπάρχει στις νέες CBF και διαφοροποιεί τη μοτοσυκλέτα από τον ανταγωνισμό, είναι οι πολλές ρυθμίσεις όσον αφορά τη θέση οδήγησης. Με αυτό τον τρόπο θέλησαν να πετύχουν τη μέγιστη εργονομία ανεξαρτήτως ύψους, και ήταν ένας από τους λόγους που την έκαναν δημοφιλή στην ελληνική αγορά. Ξεβιδώνοντας τις βάσεις του τιμονιού και περιστρέφοντάς τες κατά 180ο, πετυχαίνετε, έτσι απλά, μετατόπιση δέκα χιλιοστών και μια πιο "σκυφτή" θέση οδήγησης. Η σέλα ρυθμίζεται σε τρεις θέσεις, με απόσταση από το έδαφος στα 770, 775 ή 800 χιλιοστά και μπορεί να μετακινηθεί κατά δέκα χιλιοστά κατά το διαμήκη άξονα. Τέλος, η ζελατίνα είναι κι αυτή ρυθμιζόμενη, ως προς το ύψος και την κλίση. Είναι πραγματικά δύσκολο να μη βολευτεί κανείς σε αυτή τη μοτοσυκλέτα, καθώς οι ρυθμίσεις της θα επισπεύσουν την εξοικείωση, που συνήθως έρχεται με τον χρόνο.
Το πλαίσιο (όπως και ο κινητήρας) βαδίζει σε γνώριμα μονοπάτια και δεν είχε να προσθέσει κάτι καινούριο κατά την παρουσίαση του, καθώς ακολουθούσε τη σχεδίαση του Hornet, με ισχυρότερο όμως υποπλαίσιο, που ευνοεί τη φόρτωση. Είναι όσο ισχυρό και άκαμπτο απαιτεί η κατηγορία, βοηθά τη μοτοσυκλέτα να είναι σταθερή στα ανοικτά κομμάτια και βρίσκεται προστατευμένο όχι μόνο από το φέρινγκ, αλλά και από τα υπόλοιπα μηχανικά μέρη, χωρίς να κινδυνεύει να ακουμπήσει κάτω από μια απλή πτώση. Το φέρινγκ βέβαια σίγουρα θα υποφέρει αρκετά, ακόμα και από μια ήπια επαφή με την άσφαλτο (όπως και οι μανέτες) και η τιμή του δεν είναι χαμηλή.
Στην οδήγηση, η μοτοσυκλέτα είναι άνετη και μέσα στην κίνηση θα περάσει με ευκολία ανάμεσα από τα αυτοκίνητα. Όταν ζεσταθεί, το βεντιλατέρ θα στείλει τον αέρα εκεί που πρέπει, χωρίς να ζεσταίνει τον αναβάτη στα πόδια, ενώ το φέρινγκ κάνει πολύ καλή δουλειά στον αυτοκινητόδρομο. Τα φώτα, αν και μικρά, είναι επαρκή, και θα αφήσουν σκοτεινές γωνίες μόνο όταν η διαδρομή στενέψει και αρχίσουν οι γρήγορες στροφές και οι φουρκέτες -που η ουδέτερη συμπεριφορά θα αφήσει τον αναβάτη να ευχαριστηθεί, εκτός αν αποφασίσει να πάει γρήγορα, γιατί η απότομη απόσβεση της πίσω ανάρτησης θα τον κουράσει. Τα φρένα της CBF, ακόμα και χωρίς ABS, είναι πάνω από τον ανταγωνισμό, καθώς επιβραδύνουν τη μοτοσυκλέτα γρήγορα και δεν ζεσταίνονται εύκολα. Στο διάστημα που έχει περάσει από την εμφάνιση της η CBF δεν έχει αποκτήσει περισσότερους ανταγωνιστές εκτός ίσως από το νεότερο αδερφάκι της που παρουσιάστηκε φέτος. Εξακολουθεί να αποκρίνεται στις ανάγκες που αρχικά σχεδιάστηκε να καλύψει με επάρκεια, και η κατανάλωση –με ήρεμη οδήγηση- κυμαίνεται σε ανταγωνιστικά πλαίσια. Στα 4.500€ έως 6.000€ που συνήθως πωλούνται κρίνεται μια συμφέρουσα αγορά, όταν συνυπολογίζεται και το χαμηλό κόστος συμβίωσης.
Η απόφαση για την αγορά της δεν είναι δύσκολη, όταν δεν ψάχνει κανείς την εξειδίκευση. Η CBF είναι μια μοτοσυκλέτα για κάθε μέρα και για ευχάριστες διαδρομές ανεξαρτήτως απόστασης, αν δεν απαιτείται η μέγιστη ικανοποίηση. Κανείς δεν μπορεί να απαιτήσει το μέγιστο σε κάθε περίσταση, αλλά όταν ζητά τον καλύτερο συνδυασμό, τότε η CBF ξεχωρίζει.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, τετρακύλινδρος σε σειρά, με 2 ΕΕΚ και 4 βαλβίδες
Χωρητικότητα (cc): 599,9
Σχέση συμπίεσης: 11,6:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Τέσσερα καρμπιρατέρ Keihin VP 34mm υποπίεσης, επίπεδα slides
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 1 με καταλύτη
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, με ντίζα
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,863
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 2,928 2: 2,062 3: 1,647 4: 1,368 5: 6,406 6: 1,086
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,866
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, μονού κεντρικού σωλήνα, τύπου "διαμάντι"
Βάρος κενή (kg): 202
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 19 / 3,5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 120
Διάμετρος (mm): 41
Ρυθμίσεις: -
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ, ψαλίδι
Διαδρομή (mm): 125
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου σε 7 θέσεις
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 296mm, με δαγκάνες δύο εμβόλων Nissin, ABS
Πίσω: Δίσκος 240 χιλιοστών, δαγκάνα Nissin ενός εμβόλου, ABS
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: 3,50x17’’
Ελαστικό: 120/70-17
Πίσω
Ζάντα: 5,00x17’’
Ελαστικό: 160/60-17
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 69,2 / 10.600
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,3 / 7.700
Δεν υπάρχει καμία σύγκριση με το CBR600F3, απ’ όπου δανείστηκε τον κινητήρα. Η γραμμικότητα στο μεγαλείο της. Ανεβάζει σταθερά μέχρι λίγο πριν τις 11.000 στροφές χωρίς κανένα κενό, με πολύ καλή κατανάλωση και χωρίς να ζητά συνεχώς service. Η ροπή είναι άφθονη σε όλο το εύρος των στροφών, επίσης χωρίς κενά. Για καθημερινή οδήγηση η απόκριση είναι ιδανική.