Honda XLV1000 Varadero - 2003

Από το

Μαύρο Σκύλο

15/4/2007

Κι όμως, ο όγκος μπορεί να λειτουργεί υπέρ της ευχρηστίας! Αυτό τουλάχιστον απέδειξε το ανανεωμένο Varadero του 2003, το οποίο αποτέλεσε και ένα παράδειγμα προς μελέτη για τη σημασία και τη σημαντικότητα της σωστής κατανομής του βάρους. Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να κάνει τα πάντα και παντού [blockquote]ναι...
στην εξαιρετική κατανομή του βάρους
στην ευχρηστία του και στη φιλικότητά του
στις ανεξάντλητες τουριστικές δυνατότητες
όχι...
στο μεγάλο βάρος
στις μέτριες αποσβέσεις των αναρτήσεων
γιατί...
είναι μια μοτοσυκλέτα που ανταποκρίνεται σε κάθε είδους απαίτηση
Τι πρέπει να προσέξετε
Τσεκάρετε πιρούνι και αμορτισέρ για τυχόν σκασμένες τσιμούχες και αλυσιδογράναζα, τα οποία είναι από τα σχετικά πιο ευπαθή αναλώσιμα του Varadero[/blockquote]
Η δεύτερη γενιά των επιτυχημένων super on-off της Honda, έδωσε το βάρος της εξέλιξής της ακριβώς σ' αυτό. Στο να είναι λειτουργική, με ανθρωποκεντρική σχεδίαση και άνετη σε όλες τις οδηγικές συνθήκες, με ιδιαίτερη έμφαση στις τουριστικές προεκτάσεις του χαρακτήρα της. Βελτίωσε στα σημεία τους τομείς που έδιναν λαβή για αρνητικά σχόλια στον προκάτοχό του, ενώ ταυτόχρονα μπήκε και “στον ίσιο δρόμο” των -τότε- Euro2.
Οι σημαντικότερες των αλλαγών, εντοπίζονται στην “καρδιά” του Varadero, τον κινητήρα, όπου ο PGM ψεκασμός, η υψηλότερη συμπίεση και το κιβώτιο των έξι πλέον σχέσεων, ανέλαβαν να διαμορφώσουν το νέο πρόσωπο του XLV1000. Ποιο είναι αυτό; Η δραματική βελτίωση της κατανάλωσης και η πιο ζωντανή αίσθηση του κινητήρα, σε αντιστάθμισμα της μειωμένης απόδοσης λόγω των αυστηρότερων προδιαγραφών και των καταλυτών. Το αποτέλεσμα πάντως είναι ιδιαίτερα πετυχημένο και αν δεν έμπαιναν στο παιχνίδι σήμερα και οι Euro3, ίσως αυτή η γενιά των Varadero να συνέχιζε κόντρα στον ανταγωνισμό με αυτή τη μορφή.
Η τεχνολογική αναβάθμιση του κινητήρα συνοδεύτηκε και από το απαραίτητο face lift, εμπεριέχοντας όμως ουσία και όχι απλώς εντυπωσιασμό. Αυτό σημαίνει πιο μαζεμένο και επιθετικό φέρινγκ που μειώνει οπτικά τον όγκο, ζελατίνα ρυθμιζόμενη σε τρεις θέσεις με καλύτερη προστασία για αναβάτη και συνεπιβάτη και επανασχεδιασμένους, ισχυρότερους προβολείς.
Το νέο κιβώτιο και η διαφορετική κλιμάκωση των σχέσεων, χάρισαν στο Varadero μια πιο ζωντανή λειτουργία -κοντύτερες σχέσεις γαρ- αλλά και μια έκτη overdrive που τόνισε ακόμη περισσότερο τις ταξιδιωτικές δυνατότητές του.
Για την... διασκεδαστική πτυχή της προσωπικότητας του Varadero τώρα, φρόντισαν οι μασίφ πλέον βάσεις του κινητήρα, που αντικατέστησαν τις προηγούμενες ελαστικές, και έκαναν τον κινητήρα εντατό τμήμα του πλαισίου και το σύνολο πιο άκαμπτο. Αυτό βέβαια μεταφράζεται σε ένα λιγότερο... απορροφητικό -σε ό,τι αφορά τις ανωμαλίες του δρόμου- σύνολο, όταν το αμορτισέρ ρυθμιστεί στην πιο σκληρή θέση της προφόρτισης, κάτι που στον προκάτοχό του δε συνέβαινε τόσο έντονα. Από την άλλη μεριά, οι ελαστικές βάσεις του τιμονιού προσθέτουν έστω και ψήγματα ασάφειας και ψευδαίσθησης πλεύσης, εκεί που δε χρειάζεται. Ιδιαίτερα στους ελιγμούς με χαμηλές ταχύτητες, όπου τα 260+ κιλά κάνουν αισθητή την παρουσία τους, τα πράγματα γίνονται ελαφρώς άβολα για κοντύτερους αναβάτες. Μόλις όμως αποκτηθεί έστω και λίγη ροή, τα πράγματα αλλάζουν, και ο χειρισμός της μοτοσυκλέτας γίνεται με απλές, εύκολες, και χωρίς κόπο κινήσεις.
Εκεί όμως που πραγματικά το Varadero είναι σημείο αναφοράς, είναι στο ταξίδι σε δρόμους που ανήκουν στο δευτερεύον οδικό δίκτυο. Μια πραγματική απόλαυση, όπου ναι μεν μπορεί οι συγκινήσεις να απουσιάζουν, αλλά όταν υπάρχει τέτοια χαρακτηριστική άνεση, όλα τ' άλλα περιττεύουν. Όλα αυτά που προσφέρονται, δηλαδή εξαιρετικό κράτημα, γενναιόδωρα ποσά ροπής, άριστη προστασία και φιλικότητα, γίνονται με τόσο “επαγγελματικό” τρόπο που πραγματικά σε εντυπωσιάζει με... τον μη εντυπωσιακό τρόπο που το κάνει.
Αυτό είναι ένα από τα χαρακτηριστικά του, που άνετα ακόμη και σήμερα επιδεικνύει απέναντι στον αναβαθμισμένο ανταγωνισμό, διεκδικώντας με αξιώσεις μια θέση στο γκαράζ σας. Πρόκειται ίσως για τη λιγότερο “μεταχειρισμένη” μοτοσυκλέτα, από άποψη τεχνολογίας και επιδόσεων στην κατηγορία, που μπορεί να αγοράσει κανείς με αυτά τα χρήματα.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Κινητήρας Δικύλινδρος V-90°, τετράχρονος, υγρόψυκτος, με 2 ΕΕΚ και 4 Β/Κ
Διάμετρος Χ Διαδρομή 98 x 66
Χωρητικότητα(cc) 996
Σχέση συμπίεσης 9,8:1
Ανάφλεξη Ψηφιακή
Τροφοδοσία Ψεκασμός
Σύστημα λίπανσης Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης Μίζα


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος Ατσάλινο χωροδικτύωμα
Ύψος σέλας (mm) 838
Βάρος κενή (kg) 235
Ρεζερβουάρ (lt) 25


ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm) 155
Διάμετρος (mm) 43
Ρυθμίσεις -
Πίσω
Τύπος Ένα αμορτισέρ με μοχλικό
Διαδρομή (mm) 145
Ρυθμίσεις Προφόρτιση ελατηρίου


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός Δύο δίσκοι 296mm με δαγκάνες 3 εμβόλων
Πίσω Δίσκος 256mm, δαγκάνα 3 εμβόλων


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm) 92,5 / 8.000
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm) 10 / 6.000
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ) 83,5 / 7.500
Ροπή στον τροχό (kg.m) 9,3 / 5.900


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (lt/100km)
Μέση 7,6


ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση 327




ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ
Ισχύς (ΗΡ/rpm) 83,5 / 7.500
Ροπή (kg.m/rpm) 9,3 / 5.900


Λεζάντα διαγράμματος
Μπορεί στο συγκεκριμένο μοντέλο να υπήρξε μια “θυσία” τριών ίππων σε απόλυτα νούμερα, σε σχέση με το προηγούμενο μοντέλο, αλλά το αντιστάθμισμα είναι η εξαιρετικά γραμμική λειτουργία του κινητήρα και ο γρήγορος ρυθμός με τον οποίο ανεβάζει στροφές. Μάλιστα μετά τις 7.000, όπου ουσιαστικά η δύναμη παραμένει σταθερή μέχρι τις 9.500, η αίσθηση της αστείρευτης δύναμης είναι αυτή που κυριαρχεί

Moto Guzzi V7 Classic/Stone 2008 - 2013

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

1/7/2015

Δεν αλλάζει

 

Ήταν μια από τις καλύτερες εμπνεύσεις της Piaggio η αναβίωση του θρυλικού ονόματος V7, που προστέθηκε ξανά στην γκάμα της Moto Guzzi από το 2008 και μετά. Στα χρόνια που πέρασαν η σειρά των V7 απέκτησε νέα μέλη, αναβαθμίστηκε δυο φορές, αλλά στη ουσία της δεν αλλάζει τίποτα

 

Η σύγχρονη V7 ανήκει σε μια ομάδα μοτοσυκλετών με ελάχιστα μέλη, όπως είναι η Bonneville της Triumph και η W της Kawasaki. Αυτή η ομάδα έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που αφορά την αίσθηση και την εμπειρία από την οδήγησή της. Αυτή η αίσθηση, μοναδική και χαρακτηριστική για κάθε μοτοσυκλέτα, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τομέα του σχεδιασμού αλλά δημιουργείται από την συνολική κατασκευή. Από κάπου ξεκινάει όμως, κάπου υπάρχει ο πυρήνας της δημιουργίας της και η υπόλοιπη κατασκευή έχει φροντίσει να διατηρήσει. Στις Bonneville ας πούμε, είναι ο στρόφαλος και τα δυο έμβολα που παλινδρομούν μένοντας συνέχεια δίπλα – δίπλα αυτά που σε ωθούν να μάθεις να "οδηγείς με τον στρόφαλο" να χειρίζεσαι και να μπορείς να εκμεταλλευτείς την στροφορμή του, εκείνο το μέγεθος της Φυσικής που δεν αφήνει τον στρόφαλο να επιβραδύνει. Και στην V7 η αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς δημιουργείται από τον κινητήρα της, ή πιο σωστά από ολόκληρο το συγκρότημα που οδηγεί στην περιστροφή του πίσω τροχού. H ανάλαφρη αίσθηση, η ευκολία στους ελιγμούς και τις εναλλαγές κλίσεων είναι οι πρώτες παρατηρήσεις που εντυπώνονται μετά από την πρώτη βόλτα μαζί της. Η χαμηλή μοτοσυκλέτα, με την ίσια σέλα – είναι πλέον ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες με τέτοια σχεδίαση, όπου ο συνεπιβάτης απλώς κάθεται στην σέλα του δίχως να χρειάζεται να κάνει αναρρίχηση ή σπαγκάτο – διαθέτει και την διαχρονική απλότητα στην εμφάνισή της. Μια εμφάνιση με ταυτότητα και ομορφιά, τονισμένη και από την υψηλή ποιότητα του φινιρίσματος. Το καλό φινίρισμα και η απουσία αφρόντιστων σημείων είναι ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλες οι σύγχρονες Moto Guzzi και η σειρά των V7 φτιάχτηκε μάλιστα την περίοδο όπου η αναβάθμιση της ποιότητας των Guzzi μπήκε σε μια νέα περίοδο της ιστορίας της. Μάλιστα χρονιά με τη χρονιά γίνονται βελτιώσεις σε διάφορα σημεία και πλέον οι V7 είναι αντικειμενικά καλοφτιαγμένες. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές των μοντέλων αυτό που δεν αλλάζει είναι η αίσθηση από τη οδήγησή της. Mένει ίδια γιατί δεν αλλάζει αυτό που την δημιουργεί δηλαδή ο κινητήρας με την μετάδοσή του και το πλαίσιο. Ο αερόψυκτος δικύλινδρος V90o με τον διαμήκη στρόφαλο, τον μονόδισκο ξερό συμπλέκτη και το πεντατάχυτο κιβώτιο πίσω του, αλλά και τον άξονα της τελικής μετάδοσης που περνά μέσα από το ψαλίδι είναι πάντα εκεί ακολουθώντας τις επιταγές μιας εμπνευσμένης σχεδίασης της δεκαετίας του '60. To συγκρότημα του κινητήρα και της μετάδοσης "κρέμεται" από το πλαίσιο, φτιαγμένο από ατσάλινους σωλήνες, ακολουθώντας τις αρχές των χωροδικτυωμάτων. Η ανάρτηση του πίσω τροχού γίνεται με την συμβατική διάταξη των δυο αμορτισέρ, τοποθετημένων με σημαντική κλίση ώστε να προσφέρουν καλύτερη λειτουργία. O V2 δεν έχει σχεδιαστεί για την μέγιστη απόδοση, και έχει υιοθετήσει λύσεις όπως οι θάλαμοι καύσης Heron με επίπεδες κεφαλές και ωστήρια για τις δυο μόνο βαλβίδες κάθε κυλίνδρου στοχεύοντας αρχικά στην απλότητα, το μικρότερο κόστος κατασκευής και τις συμμαζεμένες διαστάσεις. Οι θάλαμοι Heron όμως συμβάλουν στην μικρή κατανάλωση και την καλή απόδοση ροπής, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν γάντι τόσο στην V7 όσο και στην εποχή μας, όπου η σπατάλη βενζίνης κοντεύει να γίνει ποινικό αδίκημα. Παρά την σχεδίαση που μετρά πάνω από σαράντα χρόνια ο ιταλικός V2 αρκείται σε μια κατανάλωση σχεδόν πέντε λίτρων για κάθε εκατό χιλιόμετρα με την απόδοσή του να είναι αυτή που πρέπει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. H τροφοδοσία από το σύστημα ψεκασμού δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα ενώ από την αλλαγή του μοντέλου από το 2012 και μετά όπου ο ψεκασμός έχει πλέον ένα σημείο τροφοδοσίας και για τους δυο κυλίνδρους, η απόδοση είναι βελτιωμένη μέχρι τις μεσαίες στροφές. Στο ρελαντί εξακολουθεί να πάλλεται και στις ψηλές να μην αποδίδει τίποτα εντυπωσιακά νούμερα, ανεβάζοντας μάλιστα και λιγότερες στροφές για μικρότερη κατανάλωση, μα παραμένει πάντα ευχάριστος σύντροφος σε κάθε βόλτα. Στο εμπρός άκρο υπάρχει μεγάλη γωνία κάστερ, ελαστικό με διάμετρο 18 ίντσες και ένα συμβατικό πιρούνι με την μεγαλούτσικη διαδρομή των 130 χιλιοστών, χαρακτηριστικά που μεταφράζονται σε άνεση ακόμη και σε κακούς δρόμους. H V7 είτε στην πρώτη της έκδοση την Classic μεταξύ 2008 και 2011, είτε στη επόμενη την Stone είτε σαν την νεώτερη έκδοση του 2014 με την γεννήτρια πλέον να ψύχεται από το λάδι του κινητήρα προσφέρει πάντα την ίδια αίσθηση. Εύκολη και ευχάριστη στην οδήγηση και στο μάτι, δίχως δύστροπες ιδιαιτερότητες, με καλή ποιότητα κατασκευής παντρεύει μια κλασσική σχεδιαστική άποψη με το σήμερα, προσφέροντας απόλαυση σε κάθε βόλτα.

 

Ναι

Στην ευκολία της οδήγησης και την ομορφιά της

Όχι

Δεν είναι στο στυλ της η επιθετική οδήγηση

Γιατί

Απολαμβάνεις οδήγηση χωρίς υψηλή απόδοση

 

Οι τιμές των μοτοσυκλετών, όχι μόνο των μεταχειρισμένων αλλά ακόμη και των καινούργιων, είναι πολύ ρευστές πλέον και μεταβάλλονται προς χαμηλότερα επίπεδα. Έτσι και στην περίπτωση των V7 υπάρχουν τόσο σε τιμές προσφορών σαν καινούργιες ενώ και σαν μεταχειρισμένες οι τιμές χαμηλώνουν. Παρά του ότι είναι το πιο καλοπουλημένο μοντέλο της Moto Guzzi αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν άφθονες επιλογές σαν μεταχειρισμένες. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους με τον πρώτο να είναι ότι αγοράζονται από ανθρώπους που σκοπεύουν να την κρατήσουν χρόνια οπότε δεν θέλουν να την αλλάξουν σύντομα. Ο δεύτερος λόγος είναι απλώς η οικονομική δυσπραγία μας. Οι τιμές τους πλέον όμως έχουν κατέβει και κάτω από τις 4.000 ευρώ

 

Tι να προσέξετε

Η καλή ποιότητα κατασκευής της σειράς των V7 σε συνδυασμό με τις φροντίδες του ιδιοκτήτη μπορούν να τις διατηρούν για χρόνια αψεγάδιαστες. Άλλωστε η άριστη εμφάνισή της είναι και το απαραίτητο στοιχείο για την επιλογή μιας μεταχειρισμένης. Ο προαιρετικός εξοπλισμός που τυχόν διαθέτει, όπως το κεντρικό σταντ και οι πλαϊνές βαλίτσες, είναι άλλος ένας παράγοντας για την επιλογή της. Τα μοντέλα Stone - από το 2012 και μετά – είναι πιο δυσεύρετα και ακριβότερα. Έχουν βελτιωμένο κινητήρα αλλά ο χαρακτήρας τους είναι απαράλλαχτος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, V90o διαμήκης, αερόψυκτος ένας εκκεντροφόρος στο κάρτερ, 2 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 80 x 74

Κυβικά (cc): 744                

Σχέση συμπίεσης: 9,6:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli                                   

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Ξερός, μονόδισκος με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:            Άξονας, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, βιδωτό τμήμα για την αφαίρεση του κινητήρα

Γωνία κάστερ (o):       27,5

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.449 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 182/198         

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 199,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/2,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διάμετρος (mm):  40

Διαδρομή (mm):  135                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Δυο αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):  118    

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 320mm, δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα

Πίσω:            Δίσκος 260mm, δαγκάνα Brembo με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            100/90 -18

Ζάντα:             2,50 x 18in

Πίσω

Ελαστικό:            130/80 -17

Ζάντα:             3,50 x17in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ρολόι, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, λειτουργία ψεκασμού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 48/6.800

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,4/3.600

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,48

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            330

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)*

Έμβολο πλήρες : 172             

Μπιέλα : 290 

Τελικό εξάτμισης : (ένα) 539

Ρεζερβουάρ:             821    

Εμπρός φτερό : 164                                       

Εμπρός ζάντα: 296                 

Μανέτα δεξιά :25      

Σέλα :  127                

Πλαίσιο: 801,3

* Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014              

 

Ετικέτες