KTM Super Duke 990 (2005 - 2007)

Από το

Μαύρο Σκύλο

20/8/2010

Πρώτη προσπάθεια της ΚΤΜ να μπει στα street χωράφια και όπως αρμόζει στο profile της αυστριακής εταιρείας το κάνει με τρόπο ακραίο και εντυπωσιακό. Το Super Duke είναι ένα γνήσιο streetfighter που απευθύνεται σε αυτούς που ζουν με την αδρεναλίνη να τρέχει στο αίμα τους
[blockquote]Ναι...
Γιατί είναι το πιο σκληροπυρηνικό street ακόμα και σήμερα
Όχι...
Γιατί είναι πολύ ακραίο, με πολύ μικρή αυτονομία και νευρική συμπεριφορά
Γιατί...
Διαθέτει ένα εκπληκτικό σύνολο πλαισίου και αναρτήσεων και προσφέρει μέγιστη οδηγική απόλαυση σε δρόμο και πίστα
Tι πρέπει να προσέξετε
Τα ρουλεμάν του λαιμού (από τις σούζες...) τον κινητήρα για διαρροές και ύποπτους ήχους, την τρόμπα του συμπλέκτη[/blockquote]
Το Super Duke δεν είναι ένα ακόμη γυμνό, είναι πολλά περισσότερα από ένα μηχανάκι με έναν κινητήρα και δύο ρόδες. Είναι το φάρμακο της ανίας, η λύση του κοινωνικού αδιέξοδου, η πηγή της καθημερινής μας ευφορίας, το χαμόγελο στα πρόσωπα των περαστικών και ο καλύτερος λόγος ν’ αντικαταστήσουμε τις συνηθισμένες μας διαδρομές μέσα στην πόλη με άλλες, μεγαλύτερες και πιο διασκεδαστικές.
Απ’ τη στιγμή που θα γνωριστείς με τον μεγάλο Δούκα, δύσκολα θα μπορέσεις να του αντισταθείς, να τον κλειδώσεις και ν’ απομακρυνθείς χωρίς έστω να του ρίξεις μια τελευταία ματιά, να τον χαϊδέψεις στη ράχη και να τον ευχαριστήσεις για την παρέα του. Οι άσκοπες βόλτες στο περίπτερο για τσιγάρα και το ανούσιο σουλάτσο στις κεντρικές λεωφόρους της πόλης αργά το βράδυ, αποκτούν ξαφνικά νόημα, καθώς τα πάντα μεταφράζονται σε άλλη μια βόλτα με το μεγάλο ΚΤΜ.
Τον δικύλινδρο κινητήρα του τον γνωρίσαμε στο 950 Adventure, με ένα κλικ λιγότερα κυβικά και καρμπυρατέρ στην τροφοδοσία, και τον ερωτευτήκαμε. Στο Super Duke, ο LC8 αποκτά τη μορφή και τα χαρακτηριστικά που θα ζήλευε κάθε V2 υψηλής απόδοσης, ίσως ακόμα και σήμερα ανεξαρτήτως χώρας προέλευσης: είναι μικρός και ελαφρύς, συμβάλλοντας ενεργά στη διαμόρφωση της οδικής συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας, η περιστρεφόμενη μάζα του είναι και αυτή πιο μικρή, χαρίζοντας ευελιξία στο σύνολο, η μέγιστη απόδοση είναι άκρως ικανοποιητική με τα μέτρα της κατηγορίας και ο τρόπος απόδοσης θυμίζει τετρακύλινδρο εν σειρά, όντας γραμμικός, χωρίς τρύπες και ξεσπάσματα. Μα, πάνω απ’ όλα, η ευστροφία του είναι αυτή που εντυπωσιάζει και σε κερδίζει από την πρώτη στιγμή, χαρίζοντας ζωντάνια και νεύρο που δένει τέλεια με τον ατίθασο χαρακτήρα του μεγάλου Δούκα.
Μετά, είναι αυτός ο πλούσιος ήχος, το κροτάλισμα των μετάλλων κάτω από τα πόδια σου και η μπάσα νότα που ελευθερώνουν τα διπλά τελικά, που είναι όσο ανοιχτά χρειάζεται - δεν κάνουν πολλή φασαρία, αλλά δεν είναι και τελείως πνιγμένα από τις προδιαγραφές. Βέβαια, παράγουν αρκετή ζέστη και σίγουρα ένα σετ after market θα σας απαλλάξει από  περιττό βάρος και σίγουρα θα ανεβάσει την ηχητική απόλαυση.
Ο μικροκαμωμένος αυτός κινητήρας είναι προσαρμοσμένος σ’ ένα σωληνωτό χωροδικτύωμα, παρόμοιο οπτικά με του Adventure, τόσο καλοστημένο και προσεγμένο από πλευράς γεωμετρίας και κατανομής βάρους, ώστε κάνει το Super Duke να μοιάζει με μονοκύλινδρο σε αίσθηση. Ο Δούκας είναι τόσο ελαφρύς και άμεσος στις αλλαγές κατεύθυνσης, που σε κάνει να θέλεις να τον “ρίχνεις” από τη μια πλευρά στην άλλη, κάνοντας σφήνες μέσα στην κίνηση, χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερος λόγος. Το κορυφαίο ζύγισμα συμπληρώνεται από τις εξαιρετικές αναρτήσεις της WP, οι οποίες μάλιστα δεν είναι τόσο σκληρές ώστε να χαρακτηριστούν άβολες. Και επειδή οι ταχύτητες που αναπτύσσεις μέσα και έξω απ’ την πόλη είναι ούτως ή άλλως υπερβολικές, τα φρένα της Brembo χωρίς τις ακτινικές δαγκάνες με τους μεγάλους δίσκους και την ακτινική αντλία είναι ό,τι ακριβώς χρειάζεται για να σε επαναφέρει στην τάξη γρήγορα και με ασφάλεια.

Στο επαρχιακό δίκτυο, που είναι και το καλύτερο πεδίο δράσης του, το Super Duke ξεδιπλώνει το ταλέντο του και παίρνει στο κυνήγι οτιδήποτε βρεθεί στο δρόμο του - από supermoto μέχρι supersport. Ο μόνος περιοριστικός παράγοντας στη δυναμική συμπεριφορά του μεγάλου Δούκα είναι ο αναβάτης. Το μόνο που δεν πρέπει να του ζητάς συχνά είναι να κινηθεί κοντά στην τελική του σε ανοιχτό δρόμο. Όχι ότι αυτός θα δυσκολευτεί να το κάνει, εσύ θα λιώσεις απ’ την κούραση και την υπερπροσπάθεια να κρατηθείς πάνω του. Τα 240 χιλιόμετρα πραγματικής τελικής είναι αξιοσέβαστο νούμερο για μια τελείως γυμνή μοτοσυκλέτα, και μπορούν να διατηρηθούν για πολύ λίγο. Το φαρδύ τιμόνι ανοίγει πολύ τα χέρια και δεν βοηθά στο να έρθεις πολύ κοντά στα όργανα. Ακόμα κι αν προσπεράσεις αυτή τη δυσκολία, οι εκτεθειμένοι αγκώνες σου μετακινούνται από το δυνατό ρεύμα αέρα και, με τη σειρά τους, κουνάνε το τιμόνι και διαταράσσουν τη σταθερότητα του Δούκα. Σε πιο λογικούς ρυθμούς -αν βέβαια μπορέσεις να παντρέψεις τη λογική με το Super Duke-, μέχρι τα 160 χιλιόμετρα η κατάσταση είναι υποφερτή και δεν σε κουράζει ιδιαίτερα.
Σήμερα το Super Duke 990 παραμένει μια εξαιρετική μοτοσυκλέτα με μοναδικά παράπονα την πολύ υψηλή κατανάλωσή της, που σε συνδυασμό με την μικρή χωρητικότητα του ρεζερβουάρ μειώνει πολύ την αυτονομία. Παρόλα αυτά είναι μια εξαιρετική πρόταση σε πολύ προσιτή τιμή. Στην αγορά των μεταχειρισμένων η τιμή της ξεκινάει από τα 5.000 ευρώ, ενώ υπάρχει και διαθέσιμο στοκ στην αντιπροσωπεία στην τιμή των 8.990 ευρώ.



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V750, υγρόψυκτος με 2 EEK και τέσσερις βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 101x62,4
Κυβικά (cc): 999
Σχέση συμπίεσης: 11,5:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Keihin
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2


ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική Μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια / 2,235


ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Χωροδικτύωμα από χρωμιαομολυβδαινιούχο ατσάλι
Γωνία κάστερ (o): 23,5
Ίχνος (mm): 103
Μεταξόνιο (mm): 1438
Ύψος σέλας (mm): 855
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 188/198,5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο WP
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 135
Ρυθμίσεις: Απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς, προφόρτιση
Πίσω: Ένα αμορτισέρ WP PDS χωρίς μοχλικό
Διαδρομή (mm): 160
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς και συμπίεσης


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320 χιλιοστών, δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα ενός έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50x17''
Πίσω
Ελαστικό: 180/55-17
Ζάντα: 5,50 x17''


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Tαχύμετρο και στροφόμετρο με αναλογικές ενδείξεις, δύο μερικοί και ένας ολικός χιλιομετρητής, θερμοκρασία περιβάλλοντος  ψυκτικού, ρολόι, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά / φλας / μεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / ρεζέρβα /


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (HP/rpm): 120/9.000
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 10,2 / 7.000


ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗΣ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 114,6 / 9.500
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 9,7 / 6.800


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 8,4

Gilera Runner VXR 200 2006-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/8/2010

Στην τρυφερή ηλικία του πρώτου διπλώµατος, τότε που τα µόνα προβλήµατα είναι πώς θα πετύχει το σκονάκι ή αν θα ανταποκριθεί θετικά στα βλέµµατα η συµµαθήτρια, οι συµβουλές, και κυρίως αυτές περί οδήγησης, περνούν σε δεύτερη µοίρα. Αν πάρεις το µάθηµα χωρίς πάθηµα, τότε µεγαλώνοντας θα είσαι λιγότερο... Iνδιάνος και αρκετά έµπειρος. Το Runner είναι εκεί για να σε βοηθήσει να το καταφέρεις
[blockquote]Ναι
για τις δυνατότητες γρήγορης οδήγησης
για τη διαχρονικότητά του
για την αξιοπιστία του
Οχι
για τις µικρές δυνατότητες φόρτωσης
για τον περιορισµένο αποθηκευτικό χώρο
Γιατί
σας αρέσει να είστε σπορ σε οτιδήποτε οδηγείτε, ακόµα και αν αυτό είναι σκούτερ, και θέλετε ένα µεταχειρισµένο που να δείχνει καινούριο
Τι να προσέξετε
σέρβις, ρωτήστε  αν και πότε έχει γίνει αλλαγή του ιµάντα -αν η αλλαγή του πλησιάζει, ζητήστε µείωση τιµής. Αν είναι από τα πρώτα µοντέλα του 2006, κοιτάξτε για τυχόν διαρροή νερού. Στα πρώτα µοντέλα υπήρχε πρόβληµα µε την τρόµπα νερού, αλλά καθώς αλλαζόταν δωρεάν από την αντιπροσωπεία, αν ο ιδιοκτήτης είχε πρόβληµα και δεν την άλλαξε, τότε σίγουρα θα έχει κάνει και άλλες σοβαρότερες παραλήψεις[/blockquote]
Λίγα σκούτερ αυτής της κατηγορίας έχουν να επιδείξουν τόσο µεγάλο παρελθόν. Από τον δίχρονο, 180 κυβικών πρόγονο µε το ανεστραµµένο πιρούνι και τις πολλές δυνατότητες “πειράγµατος”, πέρασε στα 200 τετράχρονα κυβικά και την πολιτισµένη CVT µετάδοση. Ο κινητήρας του Piaggio Leader 200 µε τους 14,2 ίππους, το ακολουθούσε ήδη για σχεδόν τρία χρόνια, και οι δύο τους είχαν τον απαραίτητο χρόνο για να εδραιώσουν µια άψογη συνεργασία. Η υδρόψυξη, η τετραβάλβιδη κεφαλή και το καρµπιρατέρ, παραµένουν και στη νέα έκδοση του 2008, µε µικρές αλλαγές λόγω προδιαγραφών.
Οι βασικές αλλαγές που δέχτηκε το Runner τότε, ήταν ο σχεδιασµός του πλαισίου και το µέγεθος των τροχών. Από τις δώδεκα ίντσες που ήταν µέχρι τότε, ο µπροστά έγινε δεκατέσσερις και ο πίσω δεκατρείς. Αυτό, σε συνδυασµό µε το λιγότερο ελαστικό πλαίσιο, το έκανε πιο σταθερό στις ευθείες σε υψηλές ταχύτητες και στο εσωτερικό των στροφών. Ωστόσο, η µία και µόνη τιµονόπλακα του πιρουνιού και οι ελαστικοί σύνδεσµοι κινητήρα-πλαισίου, αναιρούσαν κάποια από τα παραπάνω. Οι περισσότεροι πάντως αγοραστές του Runner, δεν ενδιαφέρονταν τόσο για τις επιδόσεις του, όσο για τη µοντέρνα και προκλητική του παρουσία. Δικαιολογεί το όνοµά του απλώς και µόνο µε την εµφάνισή του, η οποία έχει αποδείξει πλέον τη διαχρονικότητά της.
Ακόµα και το νέο µοντέλο τού 2008, κινείται στα ίδια πλαίσια, ακολουθώντας τη γνωστή σχεδιαστική γραµµή, οπότε το παλιό δεν υπάρχει φόβος να δείχνει απαρχαιωµένο. Τα πλαστικά, η σέλα και τα χειριστήρια δικαιολογούν τα σχόλια για προσεγµένη ποιότητα, αφού πλέον δύσκολα θα βρεθεί κάποιο που θα δείχνει τα χρόνια του. Ένας τοµέας όπου έπασχαν τα πρώτα γρήγορα δίχρονα, κατεχόµενα από εφηβική τρέλα, Runner, ήταν οι αναρτήσεις και τα φρένα. Όσο οξύµωρο και αν ακούγεται αυτό, δεν παύει να είναι αδιαµφισβήτητο γεγονός, µε το ανεστραµµένο πιρούνι να χάνει συχνά γράσο από την τσιµούχα και τα φρένα να έχουν µειωµένη αίσθηση.
Στο τετράχρονο VXR µε το συµβατικό πιρούνι, τα πράγµατα ήταν καλύτερα και στο µοντέλο του 2006 σηµαντικά αναβαθµισµένα. Το πιρούνι είχε πλέον καλύτερη πληροφόρηση και οι αποσβέσεις του έρχονταν γρήγορα, αλλά χωρίς ταλαντώσεις. Οι δύο δίσκοι, 240 χιλιοστών µπροστά και 220 χιλιοστών πίσω, κρίνονται αρκετοί για ένα δυνατό φρενάρισµα, ενώ ιδιαίτερα µπροστά υπήρχε καλύτερη πληροφόρηση ως προς το µπλοκάρισµα. Τα δύο αµορτισέρ εστιάζουν περισσότερο στην άνεση, αλλά δεν υστερούν στη γρήγορη οδήγηση. Ακόµα και µε δεύτερο άτοµο, δεν χάνουν την απόσβεσή τους και δεν τερµατίζουν εύκολα.
Η µεγάλη σέλα είναι άνετη και για τους δύο και ο συνεπιβάτης απολαµβάνει πρακτικές χειρολαβές, ωστόσο απουσιάζει κάποια σχάρα -ίσως βέβαια γιατί θα χαλούσε τη σπορτίφ εµφάνιση. Η εµφάνιση άλλωστε δέχτηκε τότε ιδιαίτερη φροντίδα, αφού οι αλλαγές σε σχέση µε το προηγούµενο µοντέλο, εκτός από το µέγεθος των τροχών και το πλαίσιο, ήταν τα χρώµατα, τα γραφικά, τα φωτιστικά σώµατα και τα όργανα. Η γρήγορη οδήγηση για την οποία ήταν ανέκαθεν φτιαγµένο το Runner, το έχει προικίσει όχι µόνο µε ένα στιβαρό πλαίσιο, αλλά και συνολικά µε µια “συµπαγή” κατασκευή και σωστή κατανοµή των µαζών.
Η χρήση που τα περισσότερα αντιµετώπισαν, ήταν σκληρή. Θα περίµενε λοιπόν κανείς ότι θα υπήρχαν αρκετά µηχανικά προβλήµατα, ωστόσο τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν άλλα. Έχουµε καταγράψει αρκετά παραδείγµατα όπου τα διαστήµατα σέρβις δεν τηρούνταν, χωρίς ωστόσο να δηµιουργούνται σηµαντικά προβλήµατα. Ο ιµάντας κίνησης, σύµφωνα µε τη Gilera πρέπει να ελέγχεται στα 6.000 χιλιόµετρα και να αλλάζεται στα 12.000. Ιδιαίτερα όµως µε έναν αναβαθµισµένο ιµάντα που έβγαλε το εργοστάσιο λίγο αργότερα, το διάστηµα αλλαγής ανέβηκε στα 18.000 χιλιόµετρα, µε αρκετούς να αλλάζουν ακόµα και στις 24.000 χωρίς προβλήµατα. Στα πρώτα σκούτερ που πωλήθηκαν στη χώρα µας, παρατηρήθηκε ένα µικρό πρόβληµα στην τρόµπα νερού, αλλά το ανταλλακτικό που στάλθηκε από το εργοστάσιο ήταν διαφορετικό και δεν έπασχε.
Με µηδενικά εργοστασιακά προβλήµατα και µεγάλα διαστήµατα σέρβις, το Runner είναι µια καλή πρόταση µεταχειρισµένου σκούτερ. Αν αποφασίσετε να το αποκτήσετε, για το µεγάλο σέρβις, µαζί δηλαδή µε αλλαγή ιµάντα κίνησης, των αναλώσιµων και µε όλους τους ελέγχους, η συνήθης τιµή είναι διακόσια ευρώ µαζί µε τα εργατικά. Για σκούτερ της κατηγορίας κρίνεται πολύ ικανοποιητική, ιδιαίτερα όταν για τα επόµενα περίπου 20.000 χιλιόµετρα, το µόνο που θα χρειαστεί είναι αλλαγές λαδιών. Μια πρόταση λοιπόν που παραµένει επίκαιρη, τόσο από άποψη δυνατοτήτων όσο και από εξοπλισµό και εµφάνιση. Το Runner έχει κερδίσει τη διαχρονικότητά του από το 1997 που βρίσκεται στη γκάµα της Gilera, και η απόδειξη της αξίας του βρίσκεται στην ιστορία του.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Μονοκύλινδρος, τετράχρονος, υδρόψυκτος µε 1ΕΕΚ, 4 βαλβίδες
Διάµετρος επί διαδροµή (mm): 72x48,6
Κυβικά (cc): 198
Σχέση συµπίεσης: 11,5:1
Τροφοδοσία: Καρµπιρατέρ Keihin CVK 30
Σύστηµα εκκίνησης: Μίζα
Σύστηµα εξαγωγής: 1 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συµπλέκτη:  Αυτόµατος, ξηρός, φυγοκεντρικός
Τελική µετάδοση: Τροχαλίες µεταβαλλόµενης διαµέτρου, ιµάντας
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, διπλό, σωληνωτό
Μεταξόνιο (mm): 1.340
Μήκος (mm): 1.840
Πλάτος (mm): 750
Ύψος σέλας (mm): 815
Βάρος κενή / γεµάτη (kg): 144 / 137,5
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):  8,7 / 1,7
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εµπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάµετρος (mm): 35
Διαδροµή (mm): 85
Ρυθµίσεις: Καµία
Πίσω: Αιωρούµενος βραχίονας µε δύο αµορτισέρ
Διαδροµή (mm): 70
Ρυθµίσεις: Προφόρτιση
ΦΡΕΝΑ
Εµπρός: Ένας δίσκος 240mm µε δαγκάνα δύο εµβόλων και γλίστρα
Πίσω: Δίσκος 220mm µε δαγκάνα ενός εµβόλου και γλίστρα
ΤΡΟΧΟΙ
ΕΜΠΡΟΣ
Ελαστικό / Διάσταση: 120/70-14’’
ΠΙΣΩ
Ελαστικό / Διάσταση: 140/60-13’’
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόµετρο, οθόνη LCD µε ενδείξεις ταχύµετρου / ολικού και µερικού χιλιοµετρητή / στάθµης καυσίµου / θερµοκρασίας ψυκτικού υγρού, λυχνίες για µεσαία και µεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / φλας / ρεζέρβα /, πλαϊνό και κεντρικό σταντ, αεραγωγοί θερµού αέρα, χυτές ζάντες αλουµινίου
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθµιση βαλβίδων (km): Στις 6.000 και κάθε 24.000
Έλεγχος / Αλλαγή λαδιού κινητήρα (km): Κάθε 6.000
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm):  19 / 8.750
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 1,7 / 7.250
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l): 96
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση:  215,16