Yamaha TDM 900 ABS 2005 - 2009

Από το

Μαύρο Σκύλο

24/8/2010

Κυκλοφορούν χιλιάδες ανάμεσά μας και στην πιάτσα θεωρείται μια σταθερή αξία, καθώς είναι μια μοτοσυκλέτα που έχει αφήσει ανεξίτηλη την στάμπα της στους ελληνικούς δρόμους. Στις άλλες χώρες της Ευρώπης είναι ξεχασμένη, αλλά στην χώρα μας το TDM καλά κρατεί
[blockquote]ναι...
στην αξιοπιστία της, στους άνετους χώρους για δύο και στις καλές τουριστικές δυνατότητες  
όχι....
στην παλιομοδίτικη θέση οδήγησης και το μεγάλο βάρος
γιατί...
ακόμα και σήμερα είναι μια μοτοσυκλέτα που στην χώρα μας είναι επίκαιρη
Τι πρέπει να προσέξετε
Γενικά θεωρείται το καμάρι της Yamaha όσο αναφορά την αξιοπιστία. Προσέξτε αν έχει αντικατασταθεί το φίλτρο του αέρα, καθώς ίσως να καίει λίγο λάδι. Επίσης, μερικές μοτοσυκλέτες έκοβαν στην περιοχή του λαιμού τα καλώδια του immobilizer, ενώ προσέξτε μην έχουν "κόψει" οι ρεγουλατόροι της αλυσίδας στο ψαλίδι.[/blockquote]
Θα μπορούσε να αποτελέσει προϊόν για μοτοσυκλετιστική έρευνα. Σε όσους ξένους δημοσιογράφους μοτοσυκλέτας αναφέρω ότι το TDM είναι best seller στην Ελλάδα δεν το πιστεύουν. Πολλοί από αυτούς ρωτούν: παράγεται ακόμα;  
Κι όμως οι μετοχές του TDM στην Ελλάδα είναι ακόμα υψηλές, καθώς πάντα ήταν μια μοτοσυκλέτα σχετικά βολική για τα ελληνικά δεδομένα, αφού δεν είχε το περιττό όγκο των μεγάλων on - off και μπορούσε ταυτόχρονα να διασχίσει με προσοχή τους χωματόδρομους. Άλλωστε, η πλειοψηφία των αγοραστών που παίρνουν τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες δεν είναι και πολύ fun των εκτός ασφάλτου διαδρομών.
Τα 235 πραγματικά κιλά της δύσκολα κρύβονται και τα νιώθεις σε όποιο τερέν και να κινηθείς. Στην πόλη τα μπρος - πίσω με μικρή ταχύτητα δεν είναι εύκολα, καθώς το βάρος δεν είναι και τόσο καλά ζυγισμένο, ενώ το ότι κάθεσαι σχετικά πίσω σε σχέση με τον εμπρός τροχό δεν βοηθάει και πολύ στους ελιγμούς ακριβείας. Στο τελευταίο δεν συντελεί θετικά και η απότομη απόκριση του ψεκασμού στις πολύ χαμηλές στροφές, καθώς το τίναγμα στο άνοιγμα του γκαζιού από τελείως κλειστό είναι έντονο και ενοχλητικό. Τουλάχιστον, είναι σχετικά στενό σε διαστάσεις και δεν θα δυσκολευτεί να περάσει ανάμεσα από τα μποτιλιαρισμένα αυτοκίνητα, ενώ ο κινητήρας με τις μακριές σχέσεις δεν θέλει και πολλά ανεβοκατεβάσματα στο μέτριο κιβώτιο ταχυτήτων του.
Στον ανοιχτό δρόμο τα πάντα είναι καλύτερα. Η πολύ άνετη σέλα θα φιλοξενήσει δύο άτομα χωρίς συμβιβασμούς στις διαστάσεις, με τις αποσκευές τους να μπορούν να δεθούν στην σχάρα, αλλά και στην μεγάλη επιφάνεια του μεταλλικού ρεζερβουάρ, που μπορεί να δεχθεί μαγνητικό tank bag. Η προστασία από τον αέρα με την στάνταρ ζελατίνα είναι επαρκής αλλά αν ταξιδεύετε συχνά και το ύψος σας ξεπερνά το 1,75 υπάρχουν στο εμπόριο ψηλότερες ζελατίνες που κάνουν πολύ καλύτερα τη δουλειά τους. Ο δικύλινδρος εν σειρά κινητήρας στο ταξίδι προσφέρει ικανοποιητικές επιδόσεις, δίνοντας την δυνατότητα να ταξιδεύεις με υψηλές σχετικά ταχύτητες που ξεπερνούν τα 160 χιλιόμετρα την ώρα, αλλά τότε η κατανάλωση αυξάνεται και οι στάσεις για καύσιμο γίνονται συχνότερες παρόλο που το ρεζερβουάρ έχει 20 λίτρα χωρητικότητα. Επίσης, οδηγώντας σε αυτές τις ταχύτητες οι αναρτήσεις δεν καταφέρνουν να αποσβέσουν ικανοποιητικά τις ανωμαλίες και η αίσθηση πλεύσης είναι έντονη. Εκτός εθνικού δικτύου και σε πιο στριφτερούς δρόμους το TDM μπορεί σε χαλαρό ρυθμό να σε διασκεδάσει, αλλά μόλις προσπαθήσεις να το πας πιο γρήγορα θα απογοητευτείς. Πρώτα από όλα θα σε προβληματίσει η παλιάς σχεδίασης θέση οδήγησης που σε αποκόβει από την αίσθηση του εμπρός τροχού, ενώ ο ξεπερασμένος 18 ιντσών εμπρός τροχός σου ανοίγει την τροχιά όταν προσπαθείς να στρίψεις με φόρα. Επίσης, παρόντα είναι και τα πολλά κιλά που τα νιώθεις μπροστά και ψηλά. Ευτυχώς, οι ρυθμιζόμενες αναρτήσεις πληροφορούν επαρκώς για την κατάσταση της πρόσφυσης των τροχών και τα δυνατά σχετικά φρένα επιβραδύνουν χωρίς δράματα. Το ABS που τοποθετήθηκε το 2005 ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητο όχι μόνο στο πίσω φρένο που σχεδόν ακύρωνε την λειτουργία του επεμβαίνοντας συνεχώς, αλλά και στο εμπρός που “αμόλαγε” σχετικά απότομα όταν η μοτοσυκλέτα χτύπαγε φρενάροντας σε ανωμαλίες.  Ευχάριστος σε επαρχιακό δίκτυο είναι ο δικύλινδρος εν σειρά κινητήρας του, που με τα 74 άλογα και τα 7,9 χιλιογραμμόμετρα ροπή κινεί αρκετά σβέλτα την μοτοσυκλέτα και με ήχο που λόγω χρονισμού θυμίζει έντονα V2.           
Σήμερα οδηγώντας μια TDM, δίπλα σε μια σύγχρονη αυτής της κατηγορίας, καταλαβαίνεις ότι είναι ξεπερασμένο όχι μόνο από την θέση οδήγησης, αλλά από την γενική αίσθηση που λαμβάνεις. Δεν είναι κακή μοτοσυκλέτα, απλά σε σχέση με τα σημερινά δεδομένα είναι αρκετά πίσω. Βέβαια, εξακολουθεί να πουλάει πολύ όχι μόνο σαν μεταχειρισμένο αλλά και σαν καινούριο, αφού η αντιπροσωπεία το εισάγει κανονικά. Επίσης, κρατάει ακόμα και πολύ υψηλή τιμή αγοράς σαν μεταχειρισμένο, με την μέση τιμή του να βρίσκεται σχεδόν στα 5.000 ευρώ, (9.870 καινούριο) χρήματα με τα οποία μπορείς να αποκτήσεις σίγουρα κάτι πιο σύγχρονο από πλευράς τεχνολογίας. Επίσης, πολλά από αυτά έχουν extra τα οποία πρέπει να κοστολογήσετε ανάλογα, ενώ πρέπει να προσέξτε μετά την απόκτησή της, καθώς παραμένει αρκετά ψηλά και στις προτιμήσεις των “μακρυχέρηδων”.


ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος εν σειρά με 5 Β/Κ
Διάμετρος x Διαδρομή (mm): 92 x 67,5
Χωρητικότητα (cc): 897
Σχέση συμπίεσης: 10,4:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2 με τριοδικό καταλύτη
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος με ντίζα
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,625
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο Deltabox
Βάρος γεμάτη (kg): (πραγματικό) 231
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l): 20/ 3,5
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 150
Διάμετρος (mm): 43
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου απόσβεση επαναφοράς
Πίσω
Τύπος: Μονό αμορτισέρ
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου απόσβεση συμπίεσης επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 298mm, δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων
Πίσω: Δίσκος 245mm, δαγκάνα ενός εμβόλου


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: Αλουμινίου 3,50 x 18
Ελαστικό / διάσταση: 120/70 ZR18
Πίσω
Ζάντα: Αλουμινίου 5 x 17
Ελαστικό / διάσταση: 160/60 ZR17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ Αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακές ενδείξεις για ταχύμετρο / μερικό και δύο ολικούς χιλιομετρητές, θερμοκρασία ψυκτικού / ρολόι/ immobilizer


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (hp/rpm): 86,2 / 7.500
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 9,1 / 6.000
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (km/l)
Μέση: 7
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 284

Gilera Runner VXR 200 2006-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/8/2010

Στην τρυφερή ηλικία του πρώτου διπλώµατος, τότε που τα µόνα προβλήµατα είναι πώς θα πετύχει το σκονάκι ή αν θα ανταποκριθεί θετικά στα βλέµµατα η συµµαθήτρια, οι συµβουλές, και κυρίως αυτές περί οδήγησης, περνούν σε δεύτερη µοίρα. Αν πάρεις το µάθηµα χωρίς πάθηµα, τότε µεγαλώνοντας θα είσαι λιγότερο... Iνδιάνος και αρκετά έµπειρος. Το Runner είναι εκεί για να σε βοηθήσει να το καταφέρεις
[blockquote]Ναι
για τις δυνατότητες γρήγορης οδήγησης
για τη διαχρονικότητά του
για την αξιοπιστία του
Οχι
για τις µικρές δυνατότητες φόρτωσης
για τον περιορισµένο αποθηκευτικό χώρο
Γιατί
σας αρέσει να είστε σπορ σε οτιδήποτε οδηγείτε, ακόµα και αν αυτό είναι σκούτερ, και θέλετε ένα µεταχειρισµένο που να δείχνει καινούριο
Τι να προσέξετε
σέρβις, ρωτήστε  αν και πότε έχει γίνει αλλαγή του ιµάντα -αν η αλλαγή του πλησιάζει, ζητήστε µείωση τιµής. Αν είναι από τα πρώτα µοντέλα του 2006, κοιτάξτε για τυχόν διαρροή νερού. Στα πρώτα µοντέλα υπήρχε πρόβληµα µε την τρόµπα νερού, αλλά καθώς αλλαζόταν δωρεάν από την αντιπροσωπεία, αν ο ιδιοκτήτης είχε πρόβληµα και δεν την άλλαξε, τότε σίγουρα θα έχει κάνει και άλλες σοβαρότερες παραλήψεις[/blockquote]
Λίγα σκούτερ αυτής της κατηγορίας έχουν να επιδείξουν τόσο µεγάλο παρελθόν. Από τον δίχρονο, 180 κυβικών πρόγονο µε το ανεστραµµένο πιρούνι και τις πολλές δυνατότητες “πειράγµατος”, πέρασε στα 200 τετράχρονα κυβικά και την πολιτισµένη CVT µετάδοση. Ο κινητήρας του Piaggio Leader 200 µε τους 14,2 ίππους, το ακολουθούσε ήδη για σχεδόν τρία χρόνια, και οι δύο τους είχαν τον απαραίτητο χρόνο για να εδραιώσουν µια άψογη συνεργασία. Η υδρόψυξη, η τετραβάλβιδη κεφαλή και το καρµπιρατέρ, παραµένουν και στη νέα έκδοση του 2008, µε µικρές αλλαγές λόγω προδιαγραφών.
Οι βασικές αλλαγές που δέχτηκε το Runner τότε, ήταν ο σχεδιασµός του πλαισίου και το µέγεθος των τροχών. Από τις δώδεκα ίντσες που ήταν µέχρι τότε, ο µπροστά έγινε δεκατέσσερις και ο πίσω δεκατρείς. Αυτό, σε συνδυασµό µε το λιγότερο ελαστικό πλαίσιο, το έκανε πιο σταθερό στις ευθείες σε υψηλές ταχύτητες και στο εσωτερικό των στροφών. Ωστόσο, η µία και µόνη τιµονόπλακα του πιρουνιού και οι ελαστικοί σύνδεσµοι κινητήρα-πλαισίου, αναιρούσαν κάποια από τα παραπάνω. Οι περισσότεροι πάντως αγοραστές του Runner, δεν ενδιαφέρονταν τόσο για τις επιδόσεις του, όσο για τη µοντέρνα και προκλητική του παρουσία. Δικαιολογεί το όνοµά του απλώς και µόνο µε την εµφάνισή του, η οποία έχει αποδείξει πλέον τη διαχρονικότητά της.
Ακόµα και το νέο µοντέλο τού 2008, κινείται στα ίδια πλαίσια, ακολουθώντας τη γνωστή σχεδιαστική γραµµή, οπότε το παλιό δεν υπάρχει φόβος να δείχνει απαρχαιωµένο. Τα πλαστικά, η σέλα και τα χειριστήρια δικαιολογούν τα σχόλια για προσεγµένη ποιότητα, αφού πλέον δύσκολα θα βρεθεί κάποιο που θα δείχνει τα χρόνια του. Ένας τοµέας όπου έπασχαν τα πρώτα γρήγορα δίχρονα, κατεχόµενα από εφηβική τρέλα, Runner, ήταν οι αναρτήσεις και τα φρένα. Όσο οξύµωρο και αν ακούγεται αυτό, δεν παύει να είναι αδιαµφισβήτητο γεγονός, µε το ανεστραµµένο πιρούνι να χάνει συχνά γράσο από την τσιµούχα και τα φρένα να έχουν µειωµένη αίσθηση.
Στο τετράχρονο VXR µε το συµβατικό πιρούνι, τα πράγµατα ήταν καλύτερα και στο µοντέλο του 2006 σηµαντικά αναβαθµισµένα. Το πιρούνι είχε πλέον καλύτερη πληροφόρηση και οι αποσβέσεις του έρχονταν γρήγορα, αλλά χωρίς ταλαντώσεις. Οι δύο δίσκοι, 240 χιλιοστών µπροστά και 220 χιλιοστών πίσω, κρίνονται αρκετοί για ένα δυνατό φρενάρισµα, ενώ ιδιαίτερα µπροστά υπήρχε καλύτερη πληροφόρηση ως προς το µπλοκάρισµα. Τα δύο αµορτισέρ εστιάζουν περισσότερο στην άνεση, αλλά δεν υστερούν στη γρήγορη οδήγηση. Ακόµα και µε δεύτερο άτοµο, δεν χάνουν την απόσβεσή τους και δεν τερµατίζουν εύκολα.
Η µεγάλη σέλα είναι άνετη και για τους δύο και ο συνεπιβάτης απολαµβάνει πρακτικές χειρολαβές, ωστόσο απουσιάζει κάποια σχάρα -ίσως βέβαια γιατί θα χαλούσε τη σπορτίφ εµφάνιση. Η εµφάνιση άλλωστε δέχτηκε τότε ιδιαίτερη φροντίδα, αφού οι αλλαγές σε σχέση µε το προηγούµενο µοντέλο, εκτός από το µέγεθος των τροχών και το πλαίσιο, ήταν τα χρώµατα, τα γραφικά, τα φωτιστικά σώµατα και τα όργανα. Η γρήγορη οδήγηση για την οποία ήταν ανέκαθεν φτιαγµένο το Runner, το έχει προικίσει όχι µόνο µε ένα στιβαρό πλαίσιο, αλλά και συνολικά µε µια “συµπαγή” κατασκευή και σωστή κατανοµή των µαζών.
Η χρήση που τα περισσότερα αντιµετώπισαν, ήταν σκληρή. Θα περίµενε λοιπόν κανείς ότι θα υπήρχαν αρκετά µηχανικά προβλήµατα, ωστόσο τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν άλλα. Έχουµε καταγράψει αρκετά παραδείγµατα όπου τα διαστήµατα σέρβις δεν τηρούνταν, χωρίς ωστόσο να δηµιουργούνται σηµαντικά προβλήµατα. Ο ιµάντας κίνησης, σύµφωνα µε τη Gilera πρέπει να ελέγχεται στα 6.000 χιλιόµετρα και να αλλάζεται στα 12.000. Ιδιαίτερα όµως µε έναν αναβαθµισµένο ιµάντα που έβγαλε το εργοστάσιο λίγο αργότερα, το διάστηµα αλλαγής ανέβηκε στα 18.000 χιλιόµετρα, µε αρκετούς να αλλάζουν ακόµα και στις 24.000 χωρίς προβλήµατα. Στα πρώτα σκούτερ που πωλήθηκαν στη χώρα µας, παρατηρήθηκε ένα µικρό πρόβληµα στην τρόµπα νερού, αλλά το ανταλλακτικό που στάλθηκε από το εργοστάσιο ήταν διαφορετικό και δεν έπασχε.
Με µηδενικά εργοστασιακά προβλήµατα και µεγάλα διαστήµατα σέρβις, το Runner είναι µια καλή πρόταση µεταχειρισµένου σκούτερ. Αν αποφασίσετε να το αποκτήσετε, για το µεγάλο σέρβις, µαζί δηλαδή µε αλλαγή ιµάντα κίνησης, των αναλώσιµων και µε όλους τους ελέγχους, η συνήθης τιµή είναι διακόσια ευρώ µαζί µε τα εργατικά. Για σκούτερ της κατηγορίας κρίνεται πολύ ικανοποιητική, ιδιαίτερα όταν για τα επόµενα περίπου 20.000 χιλιόµετρα, το µόνο που θα χρειαστεί είναι αλλαγές λαδιών. Μια πρόταση λοιπόν που παραµένει επίκαιρη, τόσο από άποψη δυνατοτήτων όσο και από εξοπλισµό και εµφάνιση. Το Runner έχει κερδίσει τη διαχρονικότητά του από το 1997 που βρίσκεται στη γκάµα της Gilera, και η απόδειξη της αξίας του βρίσκεται στην ιστορία του.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Μονοκύλινδρος, τετράχρονος, υδρόψυκτος µε 1ΕΕΚ, 4 βαλβίδες
Διάµετρος επί διαδροµή (mm): 72x48,6
Κυβικά (cc): 198
Σχέση συµπίεσης: 11,5:1
Τροφοδοσία: Καρµπιρατέρ Keihin CVK 30
Σύστηµα εκκίνησης: Μίζα
Σύστηµα εξαγωγής: 1 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συµπλέκτη:  Αυτόµατος, ξηρός, φυγοκεντρικός
Τελική µετάδοση: Τροχαλίες µεταβαλλόµενης διαµέτρου, ιµάντας
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, διπλό, σωληνωτό
Μεταξόνιο (mm): 1.340
Μήκος (mm): 1.840
Πλάτος (mm): 750
Ύψος σέλας (mm): 815
Βάρος κενή / γεµάτη (kg): 144 / 137,5
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):  8,7 / 1,7
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εµπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάµετρος (mm): 35
Διαδροµή (mm): 85
Ρυθµίσεις: Καµία
Πίσω: Αιωρούµενος βραχίονας µε δύο αµορτισέρ
Διαδροµή (mm): 70
Ρυθµίσεις: Προφόρτιση
ΦΡΕΝΑ
Εµπρός: Ένας δίσκος 240mm µε δαγκάνα δύο εµβόλων και γλίστρα
Πίσω: Δίσκος 220mm µε δαγκάνα ενός εµβόλου και γλίστρα
ΤΡΟΧΟΙ
ΕΜΠΡΟΣ
Ελαστικό / Διάσταση: 120/70-14’’
ΠΙΣΩ
Ελαστικό / Διάσταση: 140/60-13’’
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόµετρο, οθόνη LCD µε ενδείξεις ταχύµετρου / ολικού και µερικού χιλιοµετρητή / στάθµης καυσίµου / θερµοκρασίας ψυκτικού υγρού, λυχνίες για µεσαία και µεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / φλας / ρεζέρβα /, πλαϊνό και κεντρικό σταντ, αεραγωγοί θερµού αέρα, χυτές ζάντες αλουµινίου
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθµιση βαλβίδων (km): Στις 6.000 και κάθε 24.000
Έλεγχος / Αλλαγή λαδιού κινητήρα (km): Κάθε 6.000
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm):  19 / 8.750
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 1,7 / 7.250
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l): 96
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση:  215,16