Yamaha XP 500 T-MAX 2004-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

30/8/2010

Την αρχή έκανε η Suzuki, παρουσιάζοντας το Burgman 400, το πρώτο mega scooter της σύγχρονης εποχής. Το 2000 όμως, η τολμηρή Yamaha, με το XP 500 T-MΑΧ, έμελε να ταράξει τα νερά, προχωρώντας το ίδιο έργο, ένα βήμα πιο πέρα. Και πράγματι: Ένα scooter με δικύλινδρο, υγρόψυκτο κινητήρα 500 κυβικών, σαράντα ίππους και πάνω από 160 πραγματικά χιλιόμετρα τελικής, υπήρχε περίπτωση να μην ταράξει τα νερά; [blockquote]Ναι…
Στις επιδόσεις
Στην οδική συμπεριφορά
Στον αποθηκευτικό χώρο
Όχι…
Στην υψηλή κατανάλωση
Στο αυξημένο βάρος
Γιατί…
Απλά είναι ένα από τα καλύτερα σκούτερ[/blockquote]
Ο χρόνος που ακολούθησε, ήταν υπέρ του T-MΑΧ. Η πορεία του αποδείχτηκε εξαιρετικά επιτυχημένη, η αποδοχή από το αγοραστικό κοινό, ευρεία, και βέβαια τα σχόλια από τον ειδικό Τύπο, παγκοσμίως, ιδιαίτερα κολακευτικά. Έτσι, μετά από τέσσερα χρόνια, ένα νέο T-MΑΧ 500 παρουσιάστηκε στην αγορά. Ένα όχι εντελώς νέο μοντέλο, αλλά ανανεωμένο σε πάρα πολλά σημεία, με αυξημένη συμπίεση, χρήση ψεκασμού αντί καρμπιρατέρ, νέα εξάτμιση, καταλύτη και αύξηση της ισχύος κατά τέσσερις ίππους.
Το T-MΑΧ του 2004, ήταν και το πιο πρόσφατο T-MΑΧ που κυκλοφορούσε μέχρι πρότινος στους δρόμους, πριν παρουσιαστεί το νέο μοντέλο του 2008. Εκτός των βελτιώσεων στον κινητήρα, το μοντέλο του 2004 είχε και έναν δεύτερο μπροστινό δίσκο, παχύτερο πιρούνι (41 αντί 38 χιλιοστών), φαρδύτερες ζάντες, μεγαλύτερο πίσω τροχό (15 από 14 ιντσών), πιο ελαφρύ ψαλίδι, νέα όργανα, χειρόφρενο και immobilizer! Ουκ ολίγες αλλαγές!
Αυτό που έκανε και συνεχίζει να κάνει το T-MΑΧ ένα τόσο ξεχωριστό σκούτερ, πέρα από τις εκρηκτικές για την κατηγορία επιδόσεις του, είναι και η οδική συμπεριφορά. Βλέπετε, στο T-MΑΧ, ο κινητήρας χρησιμοποιείται ως ενεργό μέρος του πλαισίου, πράγμα που σημαίνει αυξημένη ακαμψία, μειωμένο αναρτώμενο βάρος, και μεταφορά του κέντρου βάρους πιο μπροστά.
Και εκτός από αυτά, το πιρούνι του στηρίζεται σε δύο πλάκες αντί σε μία, όπως ισχύει στη συντριπτική πλειοψηφία των σκούτερ. Αυτά είναι και τα χαρακτηριστικά που το κάνουν να συμπεριφέρεται σχεδόν όπως και μια μοτοσυκλέτα, με στιβαρές αναρτήσεις και καλή αίσθηση, χωρίς όμως να στερείται σε καμία περίπτωση και τα μοναδικά χαρίσματα ενός σκούτερ, όπως τη φιλικότητα, την προστασία από τον αέρα και τα νερά, και τους τεράστιους αποθηκευτικούς χώρους.
Ο πολύπλευρος χαρακτήρας του T-Max, είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός. Δεν υπάρχουν και πολλά οχήματα που μπορούν με την ίδια ευκολία να μεταφέρουν τον ιδιοκτήτη τους καθημερινά στη δουλειά του, ατσαλάκωτο, να ταξιδεύουν δικάβαλο με 150, να χωράνε κάτω από τη σέλα όλα τα ψώνια του supermarket, και άμα λάχει, να βγαίνουν και μια γρήγορη τσάρκα.
Το T-MAX απέδειξε πολύ γρήγορα την αξία του, και σύντομα αναδείχτηκε ως μια από τις κορυφαίες, αλλά και πιο σπορ επιλογές της κατηγορίας του. Απόδειξη και η αξία που κρατάει μέχρι και σήμερα. Η τιμή ενός καλοσυντηρημένου και πρόσφατου T-MΑΧ, μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και τα 8.000 ευρώ. Αντίθετα, όσο πηγαίνουμε προς το 2004, η τιμή πέφτει, φτάνοντας και το κατώτατο όριο των 5.000 ευρώ.
Κάπου ανάμεσα σε αυτά, ίσως να βρίσκεται και το δικό σας.



ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος εν σειρά, υδρόψυκτος, 2 ΕΕΚ, 4 Β/Κ
Χωρητικότητα (cc): 499
Σχέση συμπίεσης: 11:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Αυτόματος φυγοκεντρικός
Τελική μετάδοση: Ιμάντας, τροχαλίες μεταβαλλόμενης σχέσης, δύο αλυσίδες σε μπάνιο λαδιού
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό, τύπου “διαμάντι”
Βάρος κενή (kg): 205
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 14 / -
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 120
Διάμετρος (mm): 41
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω
Τύπος: Ψαλίδι, ένα κεντρικό οριζόντιο αμορτισέρ
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Καμία
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 267mm, δύο διέμβολες δαγκάνες με γλίστρα
Πίσω: Δίσκος 267mm, δαγκάνα δύο αντικριστών εμβόλων
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: Αλουμινίου, 3,50x14’’
Ελαστικό: 120/70-14
Πίσω
Ζάντα: Αλουμινίου, 5,00x15’’
Ελαστικό: 160/60-15
ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ (sec)
0-400m: 16,1
0-100km/h: 7,9
0-150km/h: 22,1
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 5,95
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 235
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 34,6 / -
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): - / -
Χάρη στον ψεκασμό, την αύξηση της συμπίεσης και τη νέα εξάτμιση, η ισχύς του κινητήρα αυξήθηκε κατά σχεδόν δύο ίππους από το προηγούμενο μοντέλο. Για να μη γίνει όμως απότομο, η Yamaha μάκρυνε τη μετάδοση, κι έτσι το T-MΑΧ αγγίζει τα 170 πραγματικά χιλιόμετρα, όταν το κοντέρ του φλερτάρει με τα 185, χωρίς ποτέ το στροφόμετρο να μπορεί να μπει στο κόκκινο. Αυτό που δεν φαίνεται στο διάγραμμα, είναι η αμεσότητα της μετάδοσης και η πολιτισμένη, χωρίς κραδασμούς λειτουργία του κινητήρα

Suzuki GSX 1300R Hayabusa 1999-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

30/8/2010

Η ιδιόμορφη εμφάνισή της, εμπνευσμένη από το ομώνυμο γεράκι Ηayabusa, προκάλεσε πολλά σχόλια, όμως ο τρομερός κινητήρας της και το καλοσχεδιασμένο πλαίσιό της, έκλεισαν τα στόματα [blockquote]Ναι...
Στις επιδόσεις
Στην άνεση στα ταξίδια
Στη σπορ συμπεριφορά της στον δρόμο και στην πίστα
Στην αντοχή των μηχανικών μερών
Όχι...
Στο φτωχό για την κατηγορία της φινίρισμα
Στην κουραστική για μέσα στην πόλη θέση οδήγησης
Στη δυσκολία φορτώματος
Στα μέτρια φρένα
Γιατί...
Είναι μια κορυφαία σε επιδόσεις τουριστική μοτοσυκλέτα, που δεν λέει “όχι” ακόμα και σε ακραία σπορ οδήγηση στην πίστα. Παραμένει μέχρι σήμερα ο άρχοντας των φαναριών.
Τι να προσέξετε
Τα ρουλεμάν του λαιμού, οι άξονες των τροχών, οι δίσκοι του συμπλέκτη και οι δίσκοι των εμπρός φρένων θα πρέπει να ελεγχθούν με προσοχή, γιατί πέρα από το κόστος αλλαγής τους, δείχνουν και τον τρόπο με τον οποίο έχει χρησιμοποιηθεί η μοτοσυκλέτα.[/blockquote]
Την εποχή που η Honda Blackbird απολάμβανε τη βασιλεία της στην κατηγορία των υπερηχητικών sport-touring μοτοσυκλετών, εκμεταλλευόμενη τη συναίνεση της Kawasaki που κράταγε με πείσμα το γερασμένο ZZR1100, η Suzuki αποφάσισε να επιτεθεί κατά μέτωπο. Μέχρι τότε, τον ρόλο του γρήγορου ταξιδευτή στη γκάμα της είχε η GSX-R1100, ένα τεχνολογικό απολίθωμα ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Η Honda είχε την υψηλότερη τελική σε μοτοσυκλέτα παραγωγής, ήταν πολύ άνετη για δύο άτομα και εύκολη στη γρήγορη οδήγηση. Επίσης, ήταν όμορφη και πολύ ποιοτική. Ο πήχης που είχε βάλει το Blackbird βρισκόταν πολύ ψηλά.
Από τη μεριά της, η Hayabusa είχε το πλεονέκτημα του μεγαλύτερου κινητήρα και των πολύ καλύτερων επιδόσεων, όμως η εμφάνισή της ξέφευγε από τις συντηρητικές γραμμές των τουριστικών μοτοσυκλετών, ενώ η ξεχωριστή σέλα για τον συνεπιβάτη αντί της μονοκόμματης της Honda, απομάκρυνε τους παραδοσιακούς πελάτες της sport-touring κατηγορίας.
Στην πράξη, όλα αυτά καταρρίφθηκαν, καθώς η συμβίωση με μια Hayabusa, απέδειξε ότι αυτή η μοτοσυκλέτα ήταν από τις πιο καλοσχεδιασμένες και εύστοχες στην κατηγορία της. Οι τουριστικές της δυνατότητες άντεχαν οποιαδήποτε σύγκριση με τον ανταγωνισμό, την ίδια ώρα που οι επιδόσεις της έσπαγαν όλα τα ρεκόρ στις μετρήσεις των περιοδικών. Τα 308 πραγματικά χιλιόμετρα που έγραψε το όργανο μετρήσεων του ΜΟΤΟ, έκαναν τη Hayabusa τη μοναδική μοτοσυκλέτα παραγωγής που είχε καταφέρει να μπει στην τρίτη εκατοντάδα.
Με μοναδικό κριτήριο τις επιδόσεις, η Hayabusa έγινε η αγαπημένη μοτοσυκλέτα των “κοντράκηδων”. Ξεκινούσε πολύ εύκολα στα φανάρια, χάρη στο μακρύ μεταξόνιό της, το χαμηλό κέντρο βάρους της και τον πολύ καλό και ανθεκτικό συμπλέκτη της. Αυτά, συνέβαιναν κυρίως στην Ελλάδα και την Αμερική, γιατί στην Ευρώπη η Hayabusa αποκτούσε διαρκώς οπαδούς από τους φανατικούς ταξιδευτές. Η ικανότητά της να διασχίζει δικάβαλη ολόκληρες χώρες μέσα σε μια μέρα, ήταν κάτι που εκτιμήθηκε δεόντως από τους Κεντροευρωπαίους, που είχαν τη δυνατότητα να μπαίνουν στις εθνικές οδούς και να πηγαίνουν με την τελική της μεγάλης Suzuki για ώρες.
Κάτω από το “παχύδερμο” φέρινγκ, η Hayabusa έκρυβε ένα μυστικό που το ανακάλυψαν όσοι τόλμησαν να τη βάλουν μέσα σε πίστα. Ο τρόπος που έστριβε και συμπεριφερόταν σε πραγματικά γρήγορους ρυθμούς, ήταν πρωτόγνωρος για την κατηγορία της. Η συγγένειά της με τις GSX-R750/1000 ήταν παραπάνω από εμφανής και καμία ανταγωνίστρια δεν μπορούσε να την ακολουθήσει στις στροφές. Η διαφορά της από τις άλλες, ήταν τουλάχιστον χαοτική.
Από το 1999 μέχρι το 2008 που αντικαταστάθηκε από το νέο μοντέλο, δέχτηκε ελάχιστες αλλαγές, κυρίως σε λεπτομέρειες, όπως τα χρώματα, ενώ από το 2001 η τελική της ταχύτητα περιορίστηκε στα 299, κατόπιν συμφωνίας όλων των ιαπωνικών εργοστασίων να σταματήσουν το κυνήγι της τελικής. Το 2003 μπήκαν καταλύτες για να προσαρμοστεί στις νέες προδιαγραφές εκπομπής ρύπων, χάνοντας δύο-τρεις ίππους. Ψάχνοντας στην αγορά για μια μεταχειρισμένη Hayabusa, θα βρείτε σχεδόν τα πάντα και σε τιμές που διαφέρουν αρκετά.
Τα πρώτα μοντέλα, ναι μεν ξεπερνούν τα τριακόσια χιλιόμετρα τελικής, όμως μιλάμε για μοτοσυκλέτες σχεδόν δεκαετίας και με πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα. Η ποιότητα της βαφής των πλαστικών και της ανοδίωσης στα αλουμινένια εξαρτήματα δεν είναι ιδιαίτερα καλή, με αποτέλεσμα η Hayabusa να δείχνει περισσότερο ταλαιπωρημένη απ’ ό,τι είναι, μετά από 20.000 χιλιόμετρα. Καλύτερη αγορά είναι τα μοντέλα μεταξύ 2001-2003, όπου οι τιμές είναι εξίσου προσιτές και είναι πιο εύκολο να βρείτε ένα καλά συντηρημένο δείγμα. Τα μοντέλα των τελευταίων τριών ετών κρατάνε υψηλές τιμές μεταπώλησης, βάζοντας πολλούς σε σκέψη για την αγορά καινούριας.
Στα καταστήματα μεταχειρισμένων, ένα μεγάλο ποσοστό αποτελείται από μοτοσυκλέτες ανεξάρτητης εισαγωγής. Μόνο όσες είναι γαλλικής προέλευσης ενδέχεται να είναι “κλειστές” στους εκατό ίππους. Επίσης αποφύγετε όσες έχουν προδιαγραφές για την αγγλική ή ιαπωνική αγορά, καθώς τα φώτα τους είναι ρυθμισμένα για να φωτίζουν την αριστερή πλευρά του δρόμου. Εκτός του ότι θα τυφλώνετε τους απέναντι, θα έχετε και περιορισμένη ορατότητα στους επαρχιακούς δρόμους. Το πρόβλημα λύνεται μόνο με την αντικατάσταση του προβολέα, κάτι εξαιρετικά ακριβό.
Γενικά η Hayabusa έχει να επιδείξει μεγάλη αντοχή στα μηχανικά της μέρη και ποτέ δεν είχε κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα να ταλαιπωρεί τους ιδιοκτήτες της. Τα ρουλεμάν στον λαιμό είναι εύκολο να παραδώσουν το πνεύμα στους ελληνικούς δρόμους -ειδικά αν έχει στο ιστορικό της μερικές άγαρμπες σούζες. Κατά τα άλλα, αναλόγως των χιλιομέτρων δώστε μεγάλη προσοχή στα αναλώσιμα (αλυσίδα/γρανάζια, λάστιχα, τακάκια) γιατί το κόστος τους δεν είναι αμελητέο.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, τετρακύλινδρος, υγρόψυκτος, με 2ΕΕΚ και 4Β/Κ
Χωρητικότητα (cc): 1.298
Σχέση συμπίεσης: 11:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εξαγωγής: 4 σε 2
Σύστημα λίπανσης: Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υδραυλικός, υγρός, πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση: Γρανάζια / 1,596
Σχέσεις ταχυτήτων: 1: 2,516, 2: 1,937, 3: 1,526, 4: 1,285, 5: 1,136, 6: 1,043
Τελική μετάδοση / σχέση: Αλυσίδα / 2,352
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινίου, κλειστό περιμετρικό
Βάρος κενή (kg): 215
Ρεζερβουάρ / Ρεζέρβα (l): 22/ -
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός
Τύπος: Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι
Διαδρομή (mm): 120
Διάμετρος (mm): 43
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης / επαναφοράς
Πίσω
Τύπος: Ένα αμορτισέρ με μοχλικό
Διαδρομή (mm): 140
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης / επαναφοράς
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, με δαγκάνες έξι εμβόλων
Πίσω: Δίσκος 240mm, με δαγκάνα δύο εμβόλων
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ζάντα: Χυτή αλουμινίου, 3,50x17”
Ελαστικό: 120/70-17
Πίσω
Ζάντα: Αλουμινίου με ακτίνες, 6,00x17”
Ελαστικό: 190/50-17
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm): 175 / 9.800
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 14,1 / 7.000
ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ
ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ (sec)
0-100m: 4,2
0-400m: 9,72
0-100km/h: 2,42
0-150km/h: 4,27
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 157,6 / 9.300
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 13,6 / 7.000
Μέχρι να εμφανιστεί η Kawasaki ZX-12R, ο κινητήρας της Hayabusa ήταν ό,τι πιο δυνατό υπήρχε σε μοτοσυκλέτα. Παρά την εξωπραγματική του ιπποδύναμη για την εποχή, ήταν αρκετά φιλικός, με γραμμική απόδοση και ομαλή κορύφωση της δύναμης.